ΛΕΩΝΙΔΑ Γ.ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ: ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΚΡΙΤΙΚΉ ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΝΙΚΟΛΟΥΛΗ: «ΘΑ ΓΙΝΩ ΣΚΙΑ ΣΟΥ»

 

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΚΡΙΤΙΚΉ

 ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΝΙΚΟΛΟΥΛΗ: «ΘΑ ΓΙΝΩ ΣΚΙΑ ΣΟΥ»

 Εκδόσεις: ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ ΑΘΗΝΑ 2020

 

 

 

 

 

                         Σημείωμα Λεωνίδα Γ.Μαργαρίτη

                         Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνών Ν.Δ. Ελλάδος

 

Η Αγγελική Νικολούλη έχει εισέλθει σταθερά στη Λογοτεχνία και έχει σημειώσει μια καταπληκτική πορεία στο αστυνομικό μυθιστόρημα.

Ξεκίνησε τις συγγραφικές της επιδόσεις από τις γνωστές  εκδόσεις «Καστανιώτη» της Αθήνας κάνοντας αρχή το έτος 2012 με την κυκλοφορία του πρώτου αστυνομικού μυθιστορήματός της με τίτλο : «Ονειρεύτηκα τον δολοφόνο σου» του οποίου μου έκανε την τιμή να παρουσιάσω στην αίθουσα  του Λάτσειου Μεγάρου Πύργου.

Ακολούθησαν το έτος 2013 το δεύτερο κατά σειρά μυθιστόρημα της με τίτλο: «Θάνατος με χείλη κόκκινα» και   το έτος 2016 το τρίτο κατά σειρά με τίτλο : «Έρωτας φονιάς».

Τελευταία μας ήλθε ένα τέταρτο αστυνομικό μυθιστόρημα με τον τίτλο «Θα γίνω σκιά σου».

Είναι κι αυτό ένα μυθιστόρημα θρίλερ. Ένα μυθιστόρημα εμπνευσμένο από την τρέχουσα επικαιρότητα όπως αυτό ξετιλύγεται από τις ζωντανές κατά Παρασκευή εκπομπές της με τίτλο «Φως στο τούνελ».

Ένα μυθιστόρημα με αληθινά γεγονότα με ανατροπές και με ένα τέλος απρόβλεπτο.

 Η υπόθεση ξετυλίγεται στην Αθήνα μέρες αποκριάς. Η Κατερίνα Ασλάνη-μια κοπέλα με μεγάλα όνειρα για τη ζωή και με πάθος για δράση, εξαφανίζεται μυστηριωδώς.

 Τα ερωτήματα για τους δικούς της ανθρώπους βασανιστικά.

 Εγκατέλειψε τα πάντα κι έφυγε σε άλλη χώρα; ΄Εγινε μάρτυρας κάποιου φοβερού περιστατικού; την απειλούν και κρύβεται; Eπεσε θύμα δολοφονικής ενέργειας; Έπεσε θύμα απαγωγής;

H ρεπόρτερ που αναλαμβάνει την έρευνα αρχίζει ένα ταξίδι υψηλού ρίσκου, από  την Πλάκα και το Κολωνάκι ως το Παρίσι και από την Πάρο μέχρι τα Γιάννενα και τη Θεσσαλονίκη δεν έχει καμιά διακοπή στις αναζητήσεις της.

Ξεκινά από να νεανικά της στέκια, περνά στα ατελιέ καλλιτεχνών και καταλήγει σε σαλόνια της υψηλής κοινωνίας.

 

Υπάρχουν στην πλοκή του έργου τρία πρόσωπα που εμπλέκονται και δυσκολεύουν την έρευνα.

 Μία υπόθεση νεφελώδης   σε εντελώς αχαρτογράφητα νερά.

Επτασφράγιστα μυστικά και σβησμένα ίχνη, μοιραία  πάθη, επιπόλαια λάθη οικογενειακά και κοινωνικά τραύματα έρχονται σταδιακά στην επιφάνεια.

 Μία επικίνδυνη αναμέτρηση με τις σκιές. Μία άγρια μάχη στο σκοτάδι μέχρι να φανεί το φως.

Ένα τέλος απρόβλεπτο. Ένα μυθιστόρημα που κρατά σε αγωνία τον αναγνώστη μέχρι την τελευταία σελίδα του.

          Επιτυχής μπορεί να χαρακτηρισθεί η επιλογή της Αγγελικής Νικολούλη  των εκδόσεων  «Καστανιώτης» για την έκδοση της σειράς των Αστυνομικών της Μυθιστορημάτων  της.

 Έτσι  λοιπόν σήμερα βρίσκεται στα χέρια μας  το  τέταρτο μυθιστόρημα της δημοσιογράφου του αστυνομικού ρεπορτάζ και επιμελήτριας της γνωστής ανά το πανελλήνιο εκπομπής: «ΦΩΣ ΣΤΟ ΤΟΥΝΕΛ».

          Η Αγγελική Νικολούλη μετά την επί σειρά ετών επιτυχημένη δημοσιογραφική κοινωνική προσφορά της, σε μια ανάπαυλα αναστολής της εκπομπής της  για τους γνωστούς λόγους, δεν έμεινε άπραγη.

Αντίθετα έχοντας συσσωρεμένο υλικό από τις εκπομπές της που είχαν σπάσει  ρεκόρ θεαματικότητας και  είχαν αποσπάσει το θαυμασμό Ελλήνων και ξένων ειδικών, θέλησε να δοκιμάσει  τις ικανότητές της στην πεζογραφία και ειδικότερα στο Αστυνομικό μυθιστόρημα τόσο οικείο άλλωστε από την πολυετή ενασχόλησή της.

            Έχοντας  ένα πλούσιο αρχείο αστυνομικών υποθέσεων εξιχνίασης εγκληματικών πράξεων, εξαφανίσεων κ.λ.π. ανέσυρε μια από τις υποθέσεις αυτές και μας έδωσε το πρώτο της  έργο, από μια σειρά που θα ακολουθήσουν, μυθιστόρημα.

          To εγχείρημα δεν μπορούσε να μην ήταν επιτυχημένο μια και υπάρχει ένα αξίωμα που μας λέει πως ότι είναι αληθινό είναι και ωραίο.

Δεν μπορούσε παρά να είναι  ωραίο και επιτυχημένα δοσμένο το μυθιστόρημα αυτό της Αγγελικής Νικολούλη από τη στιγμή που μεταφέρει στο χαρτί του τυπογραφείου τα όσα έζησε η ίδια και φυσικά οι τηλεθεατές  του σταθμού κατά την διάρκεια προβολής  σειράς   επεισοδίων της  εκπομπής  όσες  διάρκεσε η προβολή  της υποθέσεως της  εξαφάνισης μιας νεαρής  γοητευτικής  Κατερίνας Ασλάνη  που όπως στη συνέχεια απέδειξε   το δαιμόνιο μυαλό και οι ικανότητες της αστυνομικής ρεπόρτερ  δεν επρόκειτο για μια συνήθη εξαφάνιση αλλά για  μια καλά μελετημένη και εκτελεσμένη  δολοφονία από το  φίλο της .

        Η Αγγελική Νικολούλη με γλαφυρό και κατανοητό τρόπο, με γλώσσα ρέουσα και χωρίς περιττά στολίσματα και καρικατούρες δίνει τους  αναγκαίους διαλόγους της με τους πιθανούς υπόπτους αλλά και με τους λογής-λογής πολίτες πληροφοριοδότες της.

 Όπου είναι ανάγκη περιγράφει τόπους και καταστάσεις που υποβάλλουν τον αναγνώστη για να βρεθεί στο κατάλληλο κλίμα που κι εκείνη βρέθηκε σε ανάλογες περιπτώσεις.

 Βγάζει και εκθέτει τον ψυχικό της κόσμο, τις ψυχικές της μεταπτώσεις και τις  αγωνίες της όταν βλέπει πως οι άνθρωποι που είναι ταγμένοι για την  πάταξη της εγκληματικότητας και  την διαλεύκανση διαφόρων εγκληματικών πράξεων ή αδρανούν ή λόγω υπηρεσιακής νωθρότητας και   ανικανότητας, σκόπιμα κωλυσιεργούν  και στοπάρουν τη διαλεύκανση  υποθέσεων  με αποτέλεσμα  να επιτυγχάνεται η  ατιμωρησία των ενόχων,  το απυρόβλητο των δραστών και ηθικών αυτουργών ενώ  όταν  υποχρεωθούν μετά  την κατακραυγή της κοινής γνώμης να οδηγήσουν κάποιους στη  Δικαιοσύνη και τότε  οι δράστες  πετυχαίνουν την απαλλαγή τους  λόγω ελλιπών ή αδύναμων αποδεικτικών στοιχείων τα οποία δεν μπόρεσαν έγκαιρα να εξασφαλίσουν με τους επιστημονικούς τρόπους που διαθέτουν και με τους χειρισμούς που θα έπρεπε να  κάνουν.

Οι περιγραφές των  χαρακτήρων των ηρώων που εμπλέκονται στην υπόθεση της εξαφάνισης  είναι ακριβείς και αποδίδουν την πραγματικότητα της ιδιοσυγκρασίας και της ψυχοσύνθεσής τους.

Η υπόθεση στο έργο εξελίσσεται σπονδυλωτά και αποκαλύπτεται όλο το φάσμα της υποθέσεως  όπως μια κινηματογραφική ταινία που έχει τα στοιχεία του θρίλερ.

Η Αγγελική Νικολούλη έχει αποκτήσει τεράστια πείρα και διαθέτει αποθέματα γνώσης της δικαστικής ψυχολογίας πράγμα που την βοηθά στην ανίχνευση της αληθείας με τον τρόπο που εκείνη γνωρίζει εκμαιεύοντας τα ψήγματα  της αληθείας που είναι διασκορπισμένα  στην  άμμο της ταραγμένης ψυχής των δραστών και  ηθικών αυτουργών.

Το Μυθιστόρημα εκτείνεται σε πάνω από 293 σελίδες  και ο αναγνώστης δεν το εγκαταλείπει εάν δεν ολοκληρώσει την ανάγνωση και  φθάσει στο τέλος του.

 Προσωπικά δεν δηλώνω θιασώτης των αστυνομικών μυθιστορημάτων όμως στην περίπτωση του βιβλίου της Αγγελικής Νικολούλη, τόσο λόγω της συγγραφέως όσο και λόγω των πραγματικών περιστατικών τα οποία πραγματεύεται, ενέδωσα και αποζημιώθηκα πλήρως.

 Άλλωστε υπήρξα τακτικός σχεδόν τηλεθεατής των εκπομπών της, κι όταν άρχισα να διαβάζω το μυθιστόρημα αν και είχε παρέλθει αρκετός χρόνος από την προβολή της υπόθεσης της εξαφάνισης και τελικά της   δολοφονίας της  Κατερίνας Ασλάνη ,  μου δόθηκε η δυνατότητα και η ευκαιρία να ζήσω στιγμή προς στιγμή όλα τα στάδια  της  υπόθεσης και να απολαύσω το μυθιστόρημα που  με τόσο άλλωστε υπέροχο τρόπο  παραθέτει τα συμβάντα η συγγραφέας. Και μ΄αυτό το τελευταίο έργο της  η Αγγελική Νικολούλη δικαιωματικά εισέρχεται στο χώρο της λογοτεχνίας και ειδικότερα στο χώρο του Αστυνομικού μυθιστορήματος που πολλοί   μπορεί να έχουν θητεύσει , αλλά ελάχιστοι  έχουν περιορισθεί σε πραγματικά γεγονότα και όχι σε απλές  μυθοπλασίες.

 Καλωσορίζω συνεπώς ως εκπρόσωπος των λογοτεχνών της Νοτιοδυτικής Ελλάδος το νέο πόνημα   της  συγγραφέως  Αστυνομικών Μυθιστορημάτων  και της εύχομαι να δει τυπωμένα όσα έργα την έχουν συγκινήσει ιδιαιτέρως ,έτσι που τη συγκίνηση αυτή να την μεταδώσει  και σε μας ,το αναγνωστικό της κοινό. Της το ευχόμαστε ολοψύχως.

 

 

 

 

 

ΛΕΩΝΙΔΑ Γ.ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ:Βιβλιοπαρουσίαση-Κριτική π.Κωνσταντίνου Διον.Καπετανοπουλου: «Η θέσις και η διακονία των λαϊκών εν τη Εκκλησία»

 

Βιβλιοπαρουσίαση-Κριτική

π.Κωνσταντίνου Διον.Καπετανοπουλου:

«Η θέσις και η διακονία των λαϊκών εν τη Εκκλησία»


 

                       Λεωνίδα Γ. Μαργαρίτη Επίτ.Δικηγόρου

                       Προέδρου  Εταιρείας Λογοτεχνών

 

 


Κυκλοφόρησε  από τις Εκδόσεις Παναγιώτη Νικολόπουλου  της πόλης μας  ιδίοις αναλώμασι,   και διατίθεται από τα γνωστά βιβλιοπωλεία της περιοχής μας   το  τελευταίο  πόνημα  του πολυγραφότατου Ηλείου συγγραφέα πρωτοπρεσβυτέρου και Θεολόγου π. Κωνσταντίνου Διον. Καπετανόπουλου με τον χαρακτηριστικό τίτλο: « Η θέσις και η διακονία των λαϊκών εν τη εκκλησία» (Μια επικίνδυνη εκκλησιολογική διολίσθησις)

Στο ενεργητικό του συγγραφέως καταγράφεται η έκδοση και κυκλοφορία 19έργων τόσο σε θέματα  καθαρώς  θεολογικού περιεχομένου όσο και εθνικού , ιστορικού αλλά και καθημερινού κοινωνικού βίου.

Θα ήταν παράληψη  να μη  σημειώσω  μερικά απ’ τa γενικότερου ενδιαφέροντος έργα του, όπως:

 «Ο χαρακτήρας της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821».Βάρδα 1980.

«Ιστορικές πτυχές της Ανδραβίδας».Ανδραβίδα 1974. «Το χρονικό της Ανδραβίδας». Ανδραβίδα 1977.

 «Σχέσεις Μασονίας και Φιλικής Εταιρείας». Παραλία Πατρών 1982

 και από τα καθαρώς θεολογικά έργα του:

 «Το Μυστήριο της Ιεροσύνης και η προσωπικότητα του Επισκόπου και του Πρεσβυτέρου κατά τον πατέρα της Εκκλησίας  Ισίδωρον τον Πηλουσιώτην». Εκδόσεις Ιεράς Μητροπόλεως Καλαβρύτων και Αιγιαλείας. Αίγιο 2007, και

 «Οι έγγαμοι και οι άγαμοι πρεσβύτεροι και το φαινόμενον του αρχιμανδριτισμού».Παραλία Πατρών 2009.

 Τα υπόλοιπα έργα του συνήθως μικρότερου σχήματος και περιορισμένου αριθμού σελίδων αποσκοπούν στην κατήχηση των πιστών  την εκλαΐκευση θεμάτων για αντίκρουση αιρέσεων και αναιρέσεις κακοδοξιών και επικίνδυνων κενοδοξιών που διαβρώνουν την συνείδηση των ορθοδόξων λόγω ελλιπούς ενημερώσεως και κατηχήσεως.

  Με το τελευταίο του  έργο   ο π. Κωνσταντίνος  όπως ακριβώς και με το προηγούμενο   στηλιτεύει(το φαινόμενο του Αρχιμανδριτισμού) μια επικίνδυνη εκκλησιολογική διολίσθηση όπως την χαρακτηρίζει δηλαδή  την απουσία και τον παραγκωνισμό του λαϊκού στοιχείου από την εκκλησία.

 Επιχειρεί   να αναδείξει το  φαινόμενο  αυτό  που έχει πάρει ενδημικές διαστάσεις στην Εκκλησία   και που   δεν τολμά κανείς  να το αντιμετωπίσει.

 «Με  λυπεί, γράφει στον πρόλογο , το γεγονός ότι ο λαός του Θεού ήταν και είναι αμίλητος στη Θεία Λειτουργία. Στο λαό επιφυλάσσεται ο ρόλος του θεατή-ακροατή, ο οποίος προσεγγίζει τις λειτουργικές ακολουθίες  πιο πολύ ως ευκαιρία περισυλλογής κα καθ’ εαυτόν μελέτης, παρά ως συμμετοχή στην κοινή προσευχή της Εκκλησίας, θα λέγαμε ότι σήμερα παρατηρείται σε μεγάλο βαθμό μια έκπτωση από την έννοια της ενεργητικής συμμετοχής του λαού στη Θεία Λατρεία, σε μια στάση παθητικής παρακολουθήσεως της…

Διαζωγραφίζεται έτσι  μια εικόνα εντελώς αντίθετη προς τον κύριον χαρακτήρα της Ορθοδόξου Χριστιανικής Λατρείας ως Λατρείας λογικής (Ρωμ12,1) που προσφέρεται εν πνεύματι και αληθεία (Ιωαν.4,24) και που έχει σκοπόν την δόξαν του Τριαδικού Θεού και τον εν  Χριστώ αγιασμόν του λαού»

Σήμερα η Θεία Λειτουργία δίδει την εκτύπωση μιας συνάξεως που προσφέρεται σαν ευκαιρία για ατομική προσευχή και δίδει την εντύπωσιν μιας ευεσεβιστικής συνάξεως χωρίς αίσθησιν κοινωνίας των πιστών μεταξύ  τους και με τον Ιησούν Χριστόν εν Αίματι Αυτού, μιας συνάξεως χωρίς εσχατολογική κατεύθυνση και ευχαριστηριακή συγκρότηση.

Σήμερα παρατηρείται μείωσης  Εκκλησιαστικής συνειδήσεως και μαρασμός της λειτουργικής ζωής, ενώ παραλλήλως η ατομική θρησκευτικότητα κερδίζει έδαφος εις βάρος της ενότητας της Εκκλησίας  του Σώματος Αυτού και της εσχατολογικής βιώσεως της Θείας Λατρείας.

Είναι γεγονός που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση πως  η ηγεσία της Εκκλησίας σε συνεργασία με την πολιτεία έχει ουσιαστικά θέσει εκτός της ενεργού συμμετοχής το λαϊκό στοιχείο τόσο  από τη λατρεία όσο  και  από την εν γένει λειτουργία και οργάνωση της ζωής της.

Είναι γεγονός ότι μετά την επιβολή της δικτατορίας  της 4ης Αυγούστου επεβλήθη και  στην εκκλησία το ίδιο καθεστώς.   Έπαυσε να ισχύει το καθεστώς που ίσχυε για την εκλογή των Ιερέων και Εκκλησιαστικών Συμβουλίων και αντί της εκλογής από το πλήρωμα της εκκλησίας εφαρμόσθηκε η προσωπική επιλογή των επισκόπων  για την χειροτονία κληρικών και ο διορισμός με επιλογή από τον Επίσκοπο των Εκκλησιαστικών συμβούλων.

Μολονότι στην πολιτεία επανήλθε η δημοκρατία μετά την πρώτη αλλά και δευτέρα κατάλυσή της  στην Εκκλησία συνεχίζει να ισχύει ένα καθεστώς που στη  ουσία απομακρύνει τους πιστούς από το δικαίωμά τους αλλά και την υποχρέωση τους να συμμετέχουν ισότιμα μετά των λοιπών εκκλησιαστικών παραγόντων στα πράγματα της Θείας λατρείας και της εν γένει ζωής και δράσης  της Εκκλησίας.

Θεωρούμε πως είναι αναγκαίος ο εκδημοκρατισμός της εκκλησιαστικής ζωής. Είναι καλό και προς το συμφέρον της Εκκλησίας η εκλογή των επισκοπών-μητροπολιτών να γίνεται με την συμμετοχή κλήρου και λαού σε συνδυασμό με την πρωτοχριστιανική απλότητα της κλήρωσης. Είναι αναγκαίο να συμμετέχουν όλα τα ισότιμα μέλη του σώματος του Χριστού στην εκλογή των Ποιμένων τους όσο και των λοιπών προσώπων που συμμετέχουν στη διοίκηση της ενορίας.

Το σύστημα επιλογής των επιτρόπων από τους Μητροπολίτες πρέπει να αλλάξει έτσι ώστε να εκπροσωπούν και τους λαϊκούς στην Εκκλησία. Η θεμελιωμένη εκκλησιολογικά συμμετοχή των λαϊκών και στη διοίκηση της Εκκλησίας και μάλιστα στο κύτταρό της την Ενορία έχει βάση τους Γενικούς Κανονισμούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου τους Κοινοτικούς  Κανονισμούς της υπόδουλης ακόμη τότε Ελλάδος και στη νομοθεσία των νεότερου Ελληνικού Κράτους η οποία ίσχυσε μέχρι την δικτατορία Μεταξά.

Ο π. Κων/νος Καπετανόπουλος μετά σαράντα και πλέον χρόνια Ιερατικής διακονίας στην Εκκλησία του Χριστού με το έργο του επιχειρεί μια βαθιά τομή στην ισχύουσα κατάσταση και  με βάση μια πλουσιότατη βιβλιογραφία, πηγές και βοηθήματα εντοπίζει την έκταση του φαινομένου και προτείνει λύσεις. Έζησε ο ίδιος τον διαχωρισμό και την αποστασιοποίηση του λαϊκού στοιχείου  στην Εκκλησία και πιστεύει πως θα ήταν προς το συμφέρον και της ιδίας , η ισότιμη συμμετοχή του λαϊκού στοιχείου στη ζωή, στη λατρεία και στη διοίκηση της Εκκλησίας.

Ας ευχηθούμε πως οι παρατηρήσεις και  οι προτροπές που περιέχονται στο τελευταίο βιβλίο του π. Κων/νου Καπετανόπουλου θα προσεχθούν ιδιαιτέρως από την Διοίκηση της Εκκλησίας και δεν θα θεωρηθούν και πάλιν,  από ορισμένους, πως εγγίζουν τα όρια   αιρετικών δοξασιών.  

                                    

 

ΛΕΩΝΙΔΑ Γ.ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ :AΓΙΟΣ ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΘΗΝΩΝ

 

AΓΙΟΣ ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΘΗΝΩΝ

(15      ΑΠΡΙΛΙΟΥ )

 


 

                           Λεωνίδα Γ. Μαργαρίτη Επιτ.Δικηγόρου      

                Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνών

 


 

              Το όνομα Λεωνίδας στην περίοδο της εκπαίδευσής μου τόσο στο Δημοτικό σχολείο  όσο και στο Γυμνάσιο ακόμη  είχε ταυτισθεί με το όνομα   του  Βασιλιά της Σπάρτης που έπεσε υπέρμαχος   της πατρίδας του   Σπάρτης, υπακούοντας την προσταγή  «Η ταν ή επί τας».

          Κατά τη βάπτισή μου, μου έδωσαν αυτό το όνομα ,  παρά τις  ενστάσεις του  ιερέα  περί ονόματος  μη χριστιανικού, και κατά συνέπεια απαγορευμένου για χριστιανό.

          Μέχρι και την περίοδο των Γυμνασιακών μου σπουδών , αγνοούσα την ύπαρξη κάποιου  Αγίου με αυτό  το όνομα  άλλωστε και  ο ιερέας που με βάπτισε  το αγνοούσε,  και γιόρταζα  των Αγίων Πάντων.

Είχα όμως  των ελπίδα  πως  μεταξύ των Αγίων Πάντων όλο και κάποιος μάρτυρας  θα υπήρχε με το όνομα Λεωνίδας.

       Όταν  αργότερα  ερεύνησα  το ζήτημα διαπίστωσα ότι υπήρχαν περισσότεροι του ενός. Ανακάλυψα  πέντε  ΄Άγίους  με το  όνομα, Λεωνίδας.

 Στο «νέφος μαρτύρων» του συναξαριού  που κοσμεί την Ορθοδοξία μας  περιλαμβάνονται και   οι εξής  ΄Άγιοι:

           1. Άγιος Λεωνίδας Επίσκοπος Αθηνών.

           2.Αγιος Μάρτυς Λεωνίδης.

           3.Αγιος Μάρτυς Λεωνίδης

              4.Ο Μάρτυς Λεωνίδης καταγόμενος εκ Τροιζήνος .

           5.Επίσκοπος Αθηνών.

              Ο πρώτος  σύμφωνα με το Αγιολόγιο υπήρξε   Επίσκοπος Αθηνών  και μαρτύρησε  για του Χριστού την πίστη. Το Πάσχα του 250  κατά τον διωγμό του Δεκίου  συνελήφθη στην Κόρινθο, βασανίσθηκε , απαγχονίστηκε και  διασπάστηκαν οι σάρκες του. Τα λείψανά του ανακομίσθηκαν στην Αθήνα και στον τόπο όπου ενταφιάσθηκαν  ανεγέρθη μεγαλοπρεπής βασιλική πλησίον του Ιλισού ποταμού. Η Βασιλική αυτή «το μαρτύριο» φέρεται να ανοικοδομήθηκε   περί τον πέμπτο αιώνα. Λείψανα της Βασιλικής αυτής ανακαλύφθηκαν στις  γενόμενες ανασκαφές.

         Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του την 15ην Απριλίου. ΄Όμως   οι εορτές της Μεγάλης Εβδομάδος  και του Πάσχα  που συνήθως συμπίπτουν επισκιάζουν την εορτή και καθιστούν τη γιορτή άγνωστη για τους πολλούς.

Ο  δεύτερος με το ίδιο όνομα Άγιος φέρεται να μαρτύρησε στην Αλεξάνδρεια κατά τον Β΄ αιώνα προτρεπόμενος παρά του νεαρότατου γιου του Ωριγένη, επί Αυτοκράτορος Σεπτίμου Σεβήρου.H Eκκλησία μας τιμά την μνήμη του την 2αν Σεπτεμβρίου.

Ο τρίτος ΄Άγιος με το ίδιο όνομα φέρεται να μαρτύρησε τον Γ΄ αιώνα στην Κόρινθο. Θανατώθηκε ριφθείς στην πυρά μετά  επτά συνάθλων μαρτύρων γυναικών Καλλίδος, Νίκης, Γαλήνης, Χαρίσσης ,Νουνεχίας, Βασιλίσσης και Θεοδώρας. υπό του Ανθυπάτου Τερτίου επί Αυτοκράτορος Δεκείου. Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του την 16ην Απριλίου.

Ο τέταρτος ΄Άγιος χωρίς περισσότερες πληροφορίες για τη ζωή και τη δράση του   τιμάται από την Εκκλησία μας   την 8ην Αυγούστου.

Ο πέμπτος  ΄Άγιος στους συναξαριστές αναφέρεται ως   Επίσκοπος Λεωνίδας ο οποίος  «εκοιμήθη εν ειρήνη».Από αυτή την αναφορά   μπορούμε να συμπεράνουμε  ότι ο εν λόγω μνημονευόμενος  Επίσκοπος δεν είναι ο  μάρτυς που αναφέραμε  στην αρχή.

           Για τον Ιερομάρτυρα   ΄Άγιο Λεωνίδα γίνεται  αναφορά στο τεύχος του περιοδικού του «ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ» από τον αοίδιμο   Μητροπολίτη Πατρών Νικόδημο Βαληνδρά   όπου επιχειρείται το ξεκαθάρισμα   της ταυτότητας και της σχέσεως   του Επισκόπου Αθηνών  Λεωνίδη του  Μάρτυρος  και του  Επισκόπου Λεωνίδα  που « εκοιμήθη εν ειρήνη».

          Το  όνομα του  Αγίου Λεωνίδα Επισκόπου Αθηνών και Μάρτυρος ετιμάτο  με την ίδρυση ναών  πέρα από εκείνο ,κοντά  στον Ιλισό. ΄Ένας παρόμοιος ναός  εντοπίσθηκε  στις  ανασκαφές που έγιναν   στο Κλαψί (Αρχαίο Κάλλιο της Ευρυτανίας), Δεσποτάτο της Αιτωλικής Συμπολιτείας.

 Στις ανασκαφές αυτές βρέθηκαν   λείψανα  μεγαλοπρεπούς τρίκογχου παλαιοχριστιανής βασιλικής στο δάπεδο της οποίας έχουν διασωθεί αξιόλογα ψηφιδωτά και πολύτιμες επιγραφές για την τοπική εκκλησιαστική ιστορία.

 Βιβλιογραφία:

-Δημητρίου Φαλλή: «Ο Άγιος Λεωνίδης, ο Μάρτυς».

  Χαραλάμπους Μ. Μπούσια: «Ακολουθία του Αγίου Ενδόξου Μάρτυρος Λεωνίδου». Αθήνα 1999

Συναξάρι Μηναίων Αποστολικής Διακονίας Εκκλησίας της Ελλάδος .Απριλίου, Αυγούστου, Σεπτεμβρίου.

 Ίκαρου Πετρίδη:«ΛΕΞΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ» (Εορτολόγιο της Ορθοδοξίας» Mε πρόλογο Μητροπολίτη Κιτίου Χρυσοστόμου  Εκδόσεις: ΕΠΙΦΑΝΕΙΟΥ Λάρνακα Κύπρου  Ιούνιος 2003.

Πρωτοπρεσβυτέρου Νικολάου Χρ.Παναγή: «ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟΝ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» ΛΕΥΚΩΣΙΑ –ΚΥΠΡΟΣ 2013

Περιοδικό «ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ». (Τεύχος 22-24/1955)

 

 

 

 

 

ΣΩΤΗΡΗΣ Ι.ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ : ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ Ένας παρεξηγημένος οραματιστής

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ Η ΓΝΩΜΗ ΠΑΤΡΩΝ ΦΥΛΛΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2021

Παρέα με την ποίηση

τότε και τώρα

από την Πάτρα

Επιμέλεια : ΣΩΤΗΡΗΣ Ι.ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

 


ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ένας παρεξηγημένος οραματιστής

Περικλής Γιαννόπουλος, ποιητής: «ο Αντίνοος έφηβος, ο πιο λαμπρός που  ζούσε» - Times News

Συνεχίζοντας να γράφω την στήλη Η ΠΟΙΗΣΗ ΣΤΗ ΠΑΤΡΑ ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ θα αναφερθώ στον Περικλή Γιαννόπουλο, αυτό τον μεγάλο Έλληνα, τον σπουδαίο, αλλά παρεξηγημένο οραματιστή, τον πυργωτή της εθνικής ιδέας και της εθνικής συνείδησης, τον απηνή διώκτη της ξενικής επιρροής, τον «απροσάρμοστο» του 20ου αιώνα, «τον εξοχότερο των Νέων Ελλήνων», όπως τον αποκάλεσε ο Γαβριηλίδης.

 Χαρακτηρίστηκε από τους ομόδοξούς του πατέρας του πνευματικού κινήματος του ελληνοκεντρισμού και του ελληνικού εθνικισμού, «ο μεγαλύτερος, ο ευγλωττότερος και ο φωτεινότερος απόστολος του κατά φύσιν ελληνικού ζην», «άγιος της ελληνικής νεολαίας», «αηδόνι της ελληνικής γης», «μάγος της ελληνικής γλώσσας», ή ακόμη, απλά και πάνω απ' όλα, «ο Έλλην». Και ακόμη, αισθητικός της ελληνικότητας, σουρεαλιστής πριν τον σουρεαλισμό, οικολόγος πριν το οικολογικό κίνημα, Εθνικός αλλά και Βυζαντινός μαζί, «ξανθός ιππότης», μποέμ, και δανδής μαζί, αναρχικός και σαμουράι ρομαντικός, ιδιόρρυθμος, δριμύς κατήγορος της κοινωνίας της εποχής του.

Ο Περικλής Γιαννόπουλος γεννήθηκε το 1870 στην Πάτρα, οι ρίζες του  ήταν αρχοντικές. Ο πατέρας του ήταν γιατρός, από Μεσολογγίτικη γενιά και η μητέρα του από την Βυζαντινή αριστοκρατική οικογένεια των Χαιρέτηδων. Γι’ αυτό φέρεται ότι επηρεάστηκε ιδιαίτερα από το έργο του θείου του Εμμανουήλ Χαιρέτη. Τελείωσε το Α’ Γυμνάσιο Πατρών το 1887 κι έπειτα παρακολούθησε μαθήματα ιατρικής για ένα χρόνο στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και άλλα δύο χρόνια στο Παρίσι. Ήταν πανέμορφος κι έμοιαζε σαν αρχαίος έφηβος βγαλμένος απ’ τη σμίλη του Πραξιτέλη. Επιβλήθηκε εύκολα στους κύκλους του Παρισιού και έκανε άστατη και ζωηρή ζωή. Απόλλωνα τον ονόμασε μια ηθοποιός του θεάτρου, όταν τον είδε καθισμένο στα πρώτα καθίσματα και με αυτό το όνομα τον ήξερε στη συνέχεια το Παρίσι.

Μια αναφορά του Σικελιανού, νομίζω, ότι εκφράζει απόλυτα το διάβα του Γιαννόπουλου από το κοσμικό Παρίσι: 

«Η νιότη του έπαιξε παράφορα, 

τον αυλό, για  να χορέψουν χίλιοι Σάτυροι, 

που εξέβγαιναν μπροστά του, 

μεθυσμένοι από τη ζέστα του ήλιου».

Μετά, όμως, από δυο χρόνια τα πράγματα άλλαξαν εντελώς. Ο πατέρας του πέθανε, ο νέος με την ομορφιά του Αντίνοου έμεινε χωρίς χρήματα και οι σπουδές του ήταν ακριβώς εκεί που άρχισαν. Και το χειρότερο η υγεία του κλονίστηκε. Έτσι, έφυγε από το Παρίσι και καταφύγιο βρήκε για λίγους μήνες στο Λονδίνο, κοντά στον αδελφό του.

Το 1893, τη χρονιά που ο Τρικούπης αναγνώριζε στη Βουλή την πτώχευση της Ελλάδας, ξαναντικρύζει την αγαπημένη του Ακρόπολη και γράφεται στη Νομική Σχολή, που όμως δεν πρόκειται να φοιτήσει ποτέ. Στην Αθήνα αποκαταστάθηκε η υγεία του κι άρχισε να δημοσιεύει μεταφράσεις από έργα του Ντίκενς, του Πόε, του Λοτί και του Μπωντλαίρ.  Τὰ πρώτα σκιρτήματα στη καρδιά από το λόγο του ωραίου ελληνολάτρη:

«Παντοῦ φῶς, παντοῦ ἡμέρα, παντοῦ τερπνότης, παντοῦ ὀλιγότης, ἄνεσις, ἀραιότης· παντοῦ εὐταξία, συμμετρία, εὐρυθμία· παντοῦ ἡμερότης, χάρις, ἱλαρότης· παντοῦ παίγνιον ἑλληνικῆς σοφίας, διάθεσις γελαστική, εἰρωνία Σωκρατική· παντοῦ φιλανθρωπία, συμπάθεια, ἀγάπη· παντοῦ ἵμερος, πόθος ᾄσματος, φιλήματος· παντοῦ πόθος ὕλης, ὕλης, ὕλης· παντοῦ ἡδονὴ Διονύσου […..]

Ένα γράμμα, όμως, που ήρθε από τα Μέθανα του λόγιου φίλου του Γεννάδιου, έμελλε να αλλάξει τη ροή της ζωής του Γιαννόπουλου και την προσφορά του στη χώρα:  « Παύσε να διαβάζεις Μπωντλαίρ και λοιπά περιττώματα» τού έγραφε και τον προέτρεπε να μελετήσει καλά τους Έλληνες κλασικούς…»

Με εντελώς προσωπικό ύφος και γλώσσα, και ασυγκράτητο πάθος, εκφράζει τις ελληνοκεντρικές του πλέον ιδέες και καταγγέλλει τα κατ’ αυτόν αίτια της ελληνικής κακοδαιμονίας – προπαντός την ξενομανία, τον “φραγκοραγιαδισμό” όπως τον ονόμασε ο ίδιος. Το 1906 εκδίδει ως αυτόνομο βιβλίο το “Νέον Πνεύμα”, και το 1907 την εκτενέστερη “Έκκληση προς το Πανελλήνιον Κοινόν” – τα ιδεολογικά του μανιφέστα. Οι “περικλογιαννοπούλειες” ιδέες, σε σύγκρουση με κάθε κατεστημένο, προκαλούν αντιδράσεις στην Αθήνα της εποχής. Από άλλους θεωρείται απλώς ρομαντικός και ωραίος τρελός, από άλλους υβριστής, άλλοι όμως αναγνωρίζουν από την πρώτη στιγμή την πρωτοτυπία του και εμπνέονται από αυτόν. (Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Αρίστος Καμπάνης, ο Παύλος Νιρβάνας, ο Σπύρος Μελάς δημοσιεύουν πολύ εγκωμιαστικές κριτικές. Ο Ίων Δραγούμης γίνεται αδελφικός του φίλος, και μάχεται μετά τον θάνατο του Γιαννόπουλου να κάνει το όραμα του φίλου του πολιτική πράξη. Ο Άγγελος Σικελιανός θα ακολουθήσει δική του, πρωτότυπη ελληνοκεντρική πορεία, θα υμνήσει όμως και αυτός τον Γιαννόπουλο και βεβαίως δεν θα μείνει ανεπηρέαστος από αυτόν.)

Συλλαμβάνει την ιδέα συγγραφής μιας ενιαίας συνθετικής εργασίας περί της Ελληνική Αναγεννήσεως, τμήματα της οποίας, όπως οι μελέτες του περί χρώματος και γραμμής, δημοσιεύονται σε εφημερίδες της εποχής εκείνης. Αρνείται προσφερθείσα εργασία στη Βιομηχανική Τράπεζα και στους σιδηροδρόμους, ζει απομονωμένος σε ένα δωμάτιο κάτω από την Ακρόπολη που του παραχώρησε ο Πατρινός κτηματίας Χαλκιόπουλος και μελετά ασταμάτητα.

Προετοιμάζοντας τον εαυτό του για την μεγάλη αποστολή του, την αναγέννηση δηλαδή της Ελλάδας, άρχισε τις εκδρομές στην αττική γη, που τη θεωρούσε προνομιούχο περιοχή του ελληνικού χώρου. Υμηττός, Πεντέλη, Ελευσίνα, τον περίμεναν καθημερινά. Έμαθε τα μυστικά κάθε πέτρας, κάθε βράχου κάθε πλαγιάς και κάθε φυτού. Αντάμωνε τις ελιές, τα πεύκα, τα κυπαρίσσια, σαν φίλους. Τα μελετούσε όλα. Ήξερε πως η φύση κρατάει κρυμμένα καλά τα μυστικά της. Μελετούσε τις αποχρώσεις ενός δέντρου κάτω από το φως του ήλιου, τα κοινά σημεία μιας ανεμώνης και ενός θυμαριού. Μέσα του βούιζαν μέλισσες, σείονταν τα στάχυα, φλέγονταν οι αγροί κι όπως είπε ο Νιρβάνας «φίλος του ήταν ο στάχυς, δουλειά η αντηλιά του μνημείου, ραντεβού του η κάθε ανεμώνη, επιχείρησίς του η ζώσα ποίησις του τόπου αυτού».

Άκουγε μέσα σ' ένα κοχύλι τις μελωδίες του Αιγαίου. Έγινε ένα με τη φύση και κατέληξε στο συμπέρασμα και στο όνειρο: Ο τόπος κλείνει όλο το νόημα!  Δεν χρειάζεται κανένα άλλο νόημα. Ο τόπος είναι Ελληνικός και γεννά Έλληνα. Πώς είναι δυνατόν ο Έλληνας να στρέφει το βλέμμα του στην Ευρώπη, να δέχεται τις ξενικές επιρροές και να μαϊμουδίζει;

Ερώμενοι τον τόπο μας, προσκυνούμε την Ελλάδα. Εξυμνώντας την Ελλάδα, δοξολογούμε μετεωρίζουμε και πυργώνουμε τον Άνθρωπο· Δοξολογούμε τον Έλληνα Πρόγονο, που τακτοποιεί το χάος του λογισμού με τον έντεχνο Λόγο και την ερευνητική σκέψη. Τον γλύπτη που ισορροπεί σε μοναδικές αναλογίες το κάλλος. Τον ποιητή που οικοδομεί την τραγική ουσία του μύθου μέσα στην κόγχη του αρχαίου θεάτρου. Τον φιλόσοφο που λογίζει το μυστήριο του Κόσμου με τον ακοίμητο λογισμό του. Αλλά και τον ανώνυμο κάτοικο αυτής της ευλογημένης Γης, τον ξωμάχο, τον βοσκό, τον ψαρά, τον δουλευτή, που κάθε γενιά  - εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια - κατακτά νέους ορίζοντες και ψηλαφεί νέους κόσμους. Αυτή η μικροσκοπική σκόνη του Διαστήματος, ο Άνθρωπος, στα δικά μας χώματα έχει ανακαλύψει το ευδαίμον και το ελεύθερο της ζωής. Και έχοντας από την αυγή της Ιστορίας, εισχωρήσει στη δομή της ύλης, αποδεσμεύει την ενέργεια, αποκαθιστώντας την ενότητα του Απείρου. Στα δικά μας χώματα, ο Άνθρωπος έγινε Σύμπαν..... 

«Φαντασθῆτε ὅτι ἔχετε Πλοῦτον Θεοῦ. Τί Παλάτι θὰ ἠθέλατε; Κλείσετε τὰ μάτια σας καὶ φαντασθῆτε. Ἔπειτα ἀνοίξετε τὰ μάτια σας: Τὸ ἔχετε ἐμπρός σας, ὡραιότερον τοῦ ὡραιοτέρου ὀνείρου. Εἶναι ἡ ΓΗ ΣΑΣ.»  («Ἑλληνικὸν Χρῶμα», 1904).

 

Και ο πόλεμος κηρύχθηκε. Από τη μια μεριά ο καλός κόσμος της Αθήνας, να βρίσκεται και να ζει μες στη χλιδή και την ανεμελιά, ξεχνώντας εύκολα την ντροπή του 1897, να διασκεδάζει με ιταλική μουσική και να μην νοιάζεται για τίποτε το εθνικό και αναγεννητικό, και από την άλλη ο Περικλής Γιαννόπουλος να μαστιγώνει την κατάσταση αυτή καθημερινά, να εξαπολύει βέλη απ' τη φαρέτρα του εναντίον όσων θέλουν την ξενική επιρροή και την ενσωμάτωση άλλων, έξω Ελληνικών, συνηθειών και όσων βρίσκονται σε πολιτικά, πολιτιστικό και εθνικό λήθαργο.

Ο πόλεμος αυτός κράτησε κοντά στα δέκα πέντε χρόνια και έληξε με ήττα του Γιαννόπουλου, εκείνο το γκρίζο μεσημέρι της 10ης Απριλίου 1910, στον Σκαραμαγκά. Ο Γιαννόπουλος είναι απών από τα λογοτεχνικά δρώμενα δυο χρόνια (1904-1906). 

Το 1906 κυκλοφορεί το «ΝΕΟΝ ΠΝΕΥΜΑ», έργο που τάραξε τα λιμνάζοντα ύδατα της λογοτεχνικής πολιτικής και πολιτισμικής καταστάσεως της χώρας. Στρέφεται κατά της ξενομανίας, κατά των βουλευτών, κατά των ιερέων, που κοιμούνται στα στασίδια τους, όπως έλεγε και ο Ουγκώ, κατά του ψεύδους, κατά των βαρβάρων της Δύσεως και κραυγάζει με οργή:

«Με ψευδή δεν δημιουργούνται έθνη, μάθετε να υποφέρετε την αλήθεια, ολόκληρη και γυμνή, πεθαίνετε, διότι εσκοτώσατε το πνεύμα, Κάτω η Ελλάς των ψήφων, των Μισθών, των Χαρτοπαικτών των βουλευτών ».

 

Το βιβλίο αυτό δημιούργησε σάλο πραγματικό μεταξύ των πνευματικών ανθρώπων της εποχής εκείνης. Γύρισαν την πλάτη με περιφρόνηση οι περισσότεροι στον διαφαινόμενο προφήτη του Ελληνισμού. Μόνον ο Ξενόπουλος υπερασπίσθηκε το βιβλίο, χαλαρά, και ο Σικελιανός επίσης. Βέβαια, και ο Ίων Δραγούμης, επιστήθιος φίλος του Γιαννόπουλου, που έγραψε:

«Δεν ξέρω δεν λέει σωστά πράγματα ή στραβά τό βιβλιον τού Γιαννοπούλου, μά όταν το διάβαζα ήταν σάν άνεμος νά φυσομανούσε μέσα μου τρομαχτικά καί νά συντάραζε τον ελληνισμό μου όλον καί νά με ελευθέρωνε καί αφού τό διάβασα μού φάνηκε σάν τον βαρρια τον παγωμένο πού μανιασμένος σαρώνει τούς βρώμιους από μικρόβια αέρηδες καί από κάθε βρώμα ή σκουπίδι καθαρίζει τον Κόσμο. . . 

Τον άλλο χρόνο, 1907, κυκλοφόρησε την «Έκκλησιν προς το Πανελλήνιον Κοινόν». Ο Γιαννόπουλος με το τελευταίο αυτό έργο του, έκανε έκκληση για κοινωνική αναμόρφωση και εθνική Αναγέννηση. Ο πόλεμος κατά της ξενικής επιρροής και του αμαθούς καλογηρισμού γίνεται πιο σκληρός στο βιβλίο αυτό:

«Δεν θα κρίνετε Σεις οι Φράγκοι, τα χθεσινά αγριογούρουνα, Εμάς, αλλ' Εμείς θα κρίνωμεν Εσάς και τον Πολιτισμόν Σας»,  έγραφε.   

Περιφρονεί και μισεί τους Ευρωπαίους ο Γιαννόπουλος, γιατί θεωρεί ότι μας κρατούν αιωνίως σε δουλειά και εξάρτηση και δεν αφήνουν να αναπνεύσουμε. Στο βιβλίο αυτό ορθώνεται και εναντιούνται, όχι μόνο στον Καλογηρισμό, αλλά και στον ίδιο τον Χριστιανισμό, τον οποίο προσπαθεί να αποκαθάρει από τον στείρο Εβραϊσμό, στον οποίο ερείδεται. Θεωρεί τον Χριστιανισμό μέσο και όπλο πολιτικό, επιβολής του Ελληνισμού, και ζητεί από το Ιερατείο να αντιληφθεί και να εφαρμόσει την αποστολή του αυτή, αλλιώς: 

«Πας παπάς αισθανόμενος ότι είναι πρώτα χριστιανός και δεύτερα Έλληνας ΞΟΥΡΑΦΙΣΘΗΤΩ»!.

Από τα δυο αυτά βιβλία του Γιαννόπουλου ευκρινώς διαφαίνεται ο Μεγαλοϊδεατισμός του, που θέλει να σώσει από την κατάπτωση τον Ελληνισμό. 

Η «Έκκληση», όμως, του Γιαννόπουλου καμιά δεν βρήκε απήχηση στον πνευματικό κόσμο της εποχής εκείνης, ούτε στο λαό, που συνέχισαν τον λήθαργο του πνευματικού ραγιαδισμού τους. Εγραφε πριν 110 χρόνια, κεραυνός, για τότε αλλά και για σήμερα («Ἔκκλησις πρὸς το Πανελλήνιον Κοινόν», 1907):

«Ντροπή Σας νὰ συζητᾶτε μὲ τὸν Σκυλόφραγκο ἂν ἡ Μακεδονική Σας Γῆ εἶνε Δική Σας Γῆ. Καὶ νὰ τὸν πείσῃς, δὲν τὸν πείθεις τὸ Λῃστή. …..

Άλλοι εσήγησαν, οι πολλοί, και άλλοι, οι λίγοι, άρχισαν τις άδικες επιθέσεις σε βάρος του. Τον ονόμασαν «κίτρινο λιβελλογράφο», «Επιθεωρητή του Υμηττού», «Δον Κιχώτη» και «τρελό». Τρελός, λοιπόν, ο Περικλής Γιαννόπουλος! Και του έδειχναν τον δρόμο για τον Σκαραμαγκά, όπως μετά από 30 περίπου χρόνια έδειχναν το δρόμο στον Ιωάννη Συκουτρή προς τον Ακροκόρινθο. Είναι οι ίδιοι εκείνοι που έσυραν τον Απόστολο Μακράκη στη φυλακή και στην ταπείνωση και όμοιοι με εκείνους που ξυλοκοπούσαν τον Θεόφιλο Καΐρη, για να τον φρονιμέψουν και τελικά να τον εξοντώσουν στη Σύρο.  

Ο Γιαννόπουλος πάντως περιφρόνησε τον θάνατο και τον επιδίωξε, όπως έκανε 18 χρόνια μετά και ο Κώστας Καρυωτάκης.  Ο Ιων Δραγούμης, καλλιεργητής του σπόρου των ίδιων ιδεών, μας αποκαλύπτει πολλά για να την απόφαση αυτή του Γιαννόπουλου  ο οποίος  άρχισε να εξαφανίζει τις φωτογραφίες και τα χειρόγραφά του. Έκαψε όγκους εργασιών του, μεταξύ των οποίων και την «Αρχιτεκτονική» του, που όσοι είχαν ακούσει αποσπάσματα, την εκθείαζαν. Υπερασπιζόμενος τις ιδέες του, έλεγε για δικαιολογία, ότι η Ελληνική γη που τον ενέπνευσε, θα ενέπνεε και άλλους, να γράψουν τα ίδια. Η κατάσταση  ήταν μη αναστρέψιμη, παρά τις εναγώνιες και φιλότιμες προσπάθειες φίλων του. Γράψει στο ποίημα ο τραγουδιστής   ‘’Απόσπασμα’’

Ἡ πόλις εἶνε λευκή.

Ἡ πόλις εἶνε ὡραία.

Ἡ πόλις εἶνε γεμάτη παλάτια.

Παραδίσεια στολισμένα κάθονται γύρω της ὅλα τὰ βουνά,

νυμφικὰ λάμπουν τὰ μαρμαρένια της παλάτια.

Καὶ ὁ Ἥλιος κατάχρυσος περιπατεῖ μόνος

εἰς τοὺς ἐρήμους της δρόμους καὶ κλαίει.

Κατάκλεισται εἶνε ὅλαι αἱ θύραι,

κατάκλειστα εἶνε ὅλα τὰ παράθυρα,

ἡ πόλις εἶνε νεκρά.

Ἡ πόλις ἄλλοτε ἦτο ὅλο ζωὴ καὶ ἑώρταζε λαμπρὰς ἑορτὰς

καὶ ἕνα Κακὸν Πνεῦμα ἐπέρασε καὶ ἐμαρμάρωσε τὴν χαράν.

Οἱ ἄνθρωποι εἶνε κλεισμένοι εἰς τὸ σκότος,

αἱ ψυχαὶ δεμέναι εἰς σώματα νεκρά………

 

 Δημοσιεύτηκε στο ‘’ Νουμα ‘’, ἀρ. 34, 1-5-1903

 

Την προηγούμενη μέρα της 10nς Απριλίου 1910 ο Γιαννόπουλος ταχυδρόμησε, σαν αποχαιρετιστήριο δώρο, σ’ όλους τους φίλους του, μια κάρτα, που παρίστανε έναν έφηβο καβαλάρη απ' τη ζωοφόρο του Παρθενώνα. Υποδηλωτικό του τρόπου που θα πέθαινε....

Το ίδιο βράδυ πήγε στον κινηματογράφο με συντροφιά το ζεύγος Κ. Κατσίμπαλη ( είναι οι γονείς του γνωστού Κατσίμπαλη). Καλοδιάθετος, τους κάλεσε μετά να πάρουν μια μπύρα στο Σύνταγμα. Την ώρα που πίνανε έβγαλε απ' την τσέπη του «Το τριαντάφυλλο και το Αηδόνι» του Ουάιλδ, που είχε μεταφράσει και τους το διάβασε με φωνή βραχνή και με πικρό χαμόγελο στα χείλη.

Την άλλη μέρα, μ ’όλη τη δυνατή βροχή ο Γιαννόπουλος ντυμένος στα ολόλευκα, με άσπρη φανέλα, και γάντια γκλασσέ, πήρε ένα αμάξι και έφθασε στο Σκαραμαγκά. Εκεί, αφού έφαγε στο χάνι, ζήτησε από τον αμαξά να ξεζέψει ένα άλογο. Το πήρε, καβάλησε και προχώρησε στην ακτή. Μπροστά στο κύμα αλείφτηκε αρώματα, στεφάνωσε με αγριολούλουδα το κεφάλι και κάλπασε προς τα κύματα, μέσα στην ανοιξιάτικη νεροποντή, έχοντας πάνω του ένα σακουλάκι με βαρίδια. Σαν έφτασε έτσι, καβάλα, στα βαθιά νερά, γύρισε το άλογο προς την ακτή και κρατώντας το, με  το ένα χέρι, πυροβόλησε με τ’ άλλο στον κρόταφό του και χάθηκε μέσα στα κύματα…

Μετά από δυο βδομάδες η θάλασσα έβγαλε το πτώμα του στην παραλία της Ελευσίνας. Με αγαλματώδη ακαμψία, έμοιαζε σαν αρχαίος κούρος, που η θάλασσα τον ξαναγύριζε στο φως.

Ο αστυνόμος της Ελευσίνας με τους χωρικούς τον μεταφέρανε στο μικρό νεκροταφείο του χωριού. Την άλλη μέρα σα φτάσανε με το τραίνο ο επίλαρχος Κρίτσας με τον Κ. Κατσίμπαλη για να φροντίσουν την ταφή του, τον βρήκανε αλειμμένο με μύρα και στεφανωμένο με άνθη. Τους εξήγησαν πως δυο κυρίες, που φαίνονταν απ' την καλή Αθηναϊκή κοινωνία, είχαν φθάσει με το πρωινό τραίνο, τον είχαν περιποιηθεί και φύγανε χωρίς κανείς να μάθει ποιες ήταν.

Υπήρχε πρωθυπουργική εντολή να ταφεί ο Γιαννόπουλος εκεί, για να μη δημιουργηθούν επεισόδια από ενδεχόμενη μεταφορά του στην Αθήνα ( Ο Βενιζέλος ήταν Πρωθυπουργός ολίγων ημερών). 

Έτσι κι έγινε. Ένας παπάς έψαλε λίγο πιο πέρα απ' το νεκρό του Γιαννόπουλου, πού ήταν πνιγμένος μέσα σε αγκαλιές από άνθη, ενώ κορίτσια της Ελευσίνας, ντυμένα με τα τοπικά τους ρούχα, ακούμπησαν δίπλα του ένα κανάτι γεμάτο νερό, όπως υπαγόρευε ένα πολύ παλιό τους έθιμο. Κάποια αρχόντισσα του τόπου πρόσφερε ένα λινομέταξο σεντόνι για να τον τυλίξουν κι ενώ τον κατέβαζαν στον τάφο, οι κόρες της Ελευσίνας χύνανε πάνω του νερό απ' την υδρία τους. Την ίδια στιγμή, σ' ένα ύψωμα πιο πέρα, φάνηκαν που παρακολουθούσαν ακίνητες την ταφή οι δυο πρωινές μυροφόρες. Μετά από πάρα πολλά χρόνια θα μαθευόταν πως ήταν η Σοφία Λασκαρίδου μαζί με μια φίλη της. Μόλις είχε γυρίσει επειγόντως απ' το εξωτερικό, θέλοντας να τον προφτάσει, μα είχε έρθει αργά. Ο Γιαννόπουλος ανήκε πια στην Αττική γη που τόσο είχε λατρέψει και που τον αγκάλιαζε τώρα στοργικά.