ΣΩΤΗΡΗΣ Ι.ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: ΒΑΣΚΑΝΤΗΡΑ ΜΑΡΘΑ

 

ΓΡΑΦΕΙ : Ο ΣΩΤΗΡΗΣ Ι.ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ ΠΟΙΗΤΩΝ
ΜΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ
 

TEXNEΣ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "Η ΓΝΩΜΗ"   ΦΥΛΛΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 30-ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2021
 
 

 
 
                                                            ΒΑΣΚΑΝΤΗΡΑ ΜΑΡΘΑ
 
 

 
 
  (Μας παίρνει από την πλανερή καθημερινότητα και μας επιτρέπει την είσοδο στον κόσμο των ιδεών)
 
Γεννήθηκε το 1977 στην Πάτρα όπου και κατοικεί μόνιμα. Ασχολείται με την
μουσική. Στα γράμματα εμφανίσθηκε το έτος 1996 με την δημοσίευση ποιημάτων σε
λογοτεχνικά περιοδικά. Το 2002 εξέδωσε την πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο
Οι Νεανικοί μου Στοχασμοί από τις εκδόσεις Περί Τεχνών'. Ακολούθησε μια νέα
με τίτλο Καλή σας νύχτα από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη και στη συνέχεια μια
ακόμη με τίτλο Απολογισμός από τις εκδόσεις Π. Κούλης.
Έλαβε μέρος το (2011), σε ένα συλλογικό ποιητικό έργο από τις εκδόσεις Ωρίωνας
με το τίτλο Γραφής Έργα όπου είχε αναλάβει η Εταιρεία Λογοτεχνών Β. Δ.
Ελλάδος. Έχει βραβευτεί σε διαγωνισμούς θεάτρου, τραγουδιού και ποίησης
.Ασχολήθηκε με το θέατρο και παρακολούθησε μαθήματα υποκριτικής, στη
Δραματική σχολή 'Ιασμος' του Βασίλη Διαμαντόπουλου στην Αθήνα και στο θέατρο
Λιθογραφείον στη Πάτρα. Είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών και
Του Οργανισμού Νέων Καλλιτεχνών στην Πάτρα.
Είναι τακτικό μέλος της Εταιρίας Λογοτεχνών Νοτιοδυτικής Ελλάδας έχει
χρηματίσει μέλος του Διοικητικού της Συμβουλίου και Γενική Γραμματέας του ενώ στις
τελευταίες εκλογές αναδείχτηκε εύφορος εκδηλώσεων .
Έχει πραγματοποιήσει ομιλίες και διαλέξεις στα πλαίσια των Φιλολογικών Βραδινών της Εταιρείας Λογοτεχνών αλλά και σε άλλα βήματα Πολιτιστικών Φορέων της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος. Συνεργάστηκε με εφημερίδες, τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά μέσα.
Ποιήματά της έχουν μελοποιηθεί και έχουν γίνει τραγούδια.
Ποιητικά και θεατρικά κείμενα της έχουν δραματοποιηθεί από θεατρικές ομάδες ενώ αρκετά έχουν δημοσιευθεί σε Λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες. Τον Δεκέμβριο του 2017 εξέδωσε το παραμύθι με τίτλο «Νταλια» το έξυπνο ψάρι που σώζει το περιβάλλον’’ από τις εκδόσεις ‘ «ΚΟΥΛΗΣ» το οποίο και δραματοποιήθηκε από μαθητές δημοτικών σχολείων στο θέατρο του «Παμμικρασιατικού» στη Πάτρα.
Τον Δεκέμβριο του 2019 Εξέδωσε το παραμύθι ‘’ο Άγιος Βασίλης των Πάγων’’ από τις εκδόσεις «Κούλης».
Τον Ιούνιο του 2020 ανέλαβε την Συγγραφή του χορό-θεατρικού έργου «Tango
Deseos» και σκηνοθέτησε την παράσταση για την σχολή χορού tango,’’ Εμμέλεια’’
στην Πάτρα.
Δυο ποιήματα της έχουν δημοσιευθεί στο Λογοτεχνικό ημερολόγιο 2021 από τις
εκδόσεις «Κέφαλος»..
Ένα ποίημα της έχει μεταφραστεί και έχει αναρτηθεί στη σελίδα των ποιητών του
κόσμου και της Ευρώπης.
Το 2021 εκδόθηκε η ποιητική της συλλογή ‘’ Δούρειος Ίππος’’ και το έργο ‘’Ειρήνη’’ που περιλαμβάνει θεατρικούς μονολόγους από τις εκδόσεις ‘’Κούρος’’.
Δύο ποιήματα της θα συμπεριληφθούν στο τόμο της ‘’ Φιλολογικής Πρωτοχρονιάς
2022’’.
Για το ποίημα της «Αφανισμός» εις μνήμην της σφαγής των Ποντίων και για τα 25 χρόνια προσφοράς της στον Πολιτισμό βραβεύτηκε από τον «Φάρο
Έλληνοουκρανικής φιλίας» . Ας δούμε την γραφή της
ΑΦΑΝΙΣΜΟΣ
Μαύρα πουλιά εσκέπασαν
τους ουρανούς του Ήλιου.
Οι Άγγελοι κατέβηκαν χαμηλά
να μην ακούν κραυγές αρπακτικών
που έσκιζαν τα σπλάχνα τους.
Ο Θεός έκρυψε το πρόσωπό του.
Για να μη δει τη σταύρωση
των αδικοχαμένων παιδιών του.
Ο αέρας μύριζε φωτιά, αίμα και σάρκα.
Τα πόδια δε μπορούσαν πια
να σηκώσουν το βάρος
του κόσμου ετούτου.
Μαρτύρια ποτάμια έλουζαν
ανελέητα τ’ άψυχα κορμιά τους.
Τα χείλη πρησμένα απ’ τη δίψα.
Τι προσδοκάμε; Που πάμε;
Μπροστά ο Γολγοθάς, πίσω η κόλαση.
Άγρια όρνια τους κατασπάραζαν
ρουφούσαν τις σταγόνες της ζωής τους.
Ασκέρια από θεριά ανήμερα
ύψωναν τείχη από ανθρώπινα κόκκαλα.
Κι αυτά τα πούλησαν.
Σκίστηκαν τα σπλάχνα της γης.
Οι κραυγές της κατάπιναν τις θάλασσες,
πάγωναν τον ήλιο,
έκοβαν τα χέρια της ελπίδας
σβήναν το φως του φεγγαριού.
Από κάπου ακούστηκαν
κλάματα αγάπης.
Παιδιά , μωρά
οι μικρότεροι Άγιοι
άφησαν μιαν ευχή
στο ευλογημένο χώμα.
Ικέτευσαν μια ματιά της μάνας τους
πριν το μαχαίρι
στα σωθικά τους στρέψει.
Ένα βλέμμα, ένα χάδι απ’ τη μυρωδιά της
να το πάρουν μαζί τους
να μην κρυώνουν
σε κείνο το ταξίδι του αποχωρισμού
που έφυγαν τόσο βιαστικά
για να μην προδώσει άθελα της
η αθώα τους φωνή
το γένος που τους έσπειρε.
Εκείνο που προέχει στην ποίηση της είναι η εικόνα. Η υπεροχή της είναι
αδιαμφισβήτητη με την έννοια όχι μόνον μιας δομικής μονάδας αλλά και ενός
προτεταμένου, ανεξάρτητου φορέα νοήματος, που έλκει ευθέως την καταγωγή του από την ρεαλιστική θεωρία και πράξη.
Η χρήση της εικόνας οφείλει να πηγαίνει πέρα από τη στεγνή καταγραφή της εξωτερικής πραγματικότητας. Η εικόνα αποκτά αυτόνομη ισχύ, που την απεγκλωβίζει από το περιοριστικό καθεστώς του κατόπτρου. Διαμέσου
των συμβολικών αποχρώσεων, που θα της προσδώσει ο ρεαλισμός δημιουργεί ένα
εσωτερικό τοπίο, το οποίο, μολονότι εξακολουθεί να αντανακλά εμπειρίες και βιώματα της καθημερινής ζωής,
Οι γνώσεις, οι προσδοκίες οι εμπειρίες και η πείρα γράφονται και μεταδίδονται με γλαφυρό τρόπο και παράλληλα πολύ αληθινό.
Χειμαρρώδης, όπως και σε όλα τα βιβλία της, μεταβολίζει όλα τα διαβάσματα, σε γλώσσα ευέλικτη μάς χαρίζει αξιοπρόσεκτες ποιητικές καταθέσεις. Όπως.
ΑΙΩΝΙΑ ΑΓΑΠΗ
Αιχμάλωτη κόρη, αιώνια αγάπη
γυμνές αγκαλιές, δεμένα πελάγη.
Η νύχτα δακρύζει
λόγια αγιασμένα
χειμώνες τα χρόνια μας
γερνάνε θλιμμένα.
Σκοτάδι απλώθηκε
σε έρημους δρόμους
φεγγάρι που σώθηκε
η ελπίδα στους ώμους.
Στα κάγκελα κλείστηκαν
του κόσμου τα χέρια
μιλούν κι ονειρεύονται
τη μοίρα εχθρεύονται
φωνές που ζυμώθηκαν
ξυπνήσαν μαχαίρια.
Θα ανοίξουν οι πύλες
πριν δύσει το βλέμμα,
να πέσουν στους δρόμους
αντάρτες αστέρια,
θα σπείρουν αγάπη
που ανθίζει με αίμα,
τους σπόρους να πάρουν
του κόσμου τα χέρια.
Η Μάρθα έχει δημιουργήσει ένα δικό της κόσμο, με θεμέλια, αρχιτεκτονική διάρθρωση,
ενότητα ύφους και περιεχόμενο. Έναν αποκλειστικά δικό της κόσμο, Μπορείς να τον
αναγνωρίσεις όχι μόνον από οποιοδήποτε ποίημα αλλά κι από οποιονδήποτε στίχο. Ο
κόσμος της Μάρθας φαίνεται κλειστός και σε μερικούς, ίσως στενά ατομικός. Κι όμως
συνεχώς υπάρχει μια ευαίσθητη ακοή που αφουγκράζεται, κι ένα μάτι που βλέπει
άγρυπνα, ό,τι γίνεται έξω…
Δεν προσπαθεί με εξυπνακίστικα κόλπα να επιβληθεί, αλλά με μια ειλικρινή διάθεση
καταδεικνύει την ουσία των πραγμάτων. Σχεδόν στο τέλος κάθε ποιήματος υπάρχει μια πικρή διατύπωση και μια διαπίστωση που σε αφοπλίζει. Γράφει σε ελεύθερο στίχο, όμως με μια καθαρότητα και διαύγεια τέτοια που φέρνει τον αναγνώστη αντιμέτωπο με τον ίδιο του τον εαυτό, με τις ίδιες του τις πληγές.
Στο ποίημα της
Θερμοπύλες μας λέει
Τα όνειρα που έκανα στο διάβα
τα πότιζες τις νύχτες με καημούς
φαντάροι άοπλοι πηγαίνουνε αράδα
για την πατρίδα πέφτουν σε γκρεμούς.
Οι ξένοι τραγουδάνε στο σκοτάδι
με κείνους που κρεμάσαν μια γενιά,
φωνές μεθάνε στο κρασί του Άδη,
ο κόσμος βάφτηκε μια μαχαιριά.
Κρατούσαν τα στενά στις Θερμοπύλες
ζητούσες απ’ το δήμιο το κλειδί
φίδια δεμένα με σταυρούς στις πύλες
έλεγες θα σου κλείσουν την πληγή.
Στα πόδια μου βαριές οι αλυσίδες
ορόσημο μιας άλλης εποχής
δε βρίσκουν χώμα τούτες οι ελπίδες
να ξαναφτιάξουν λίγα μέτρα γης.
Ξυπνήσαν τα θεριά απ’ τους αιώνες
η ανοχή μας άστρο στη σιωπή
μέρα χαράζει μέσα στους στρατώνες
μικρό παιδί με κλείσαν φυλακή.
Πιστεύω πως η ποίηση είναι ένας εντελώς μοναχικός δρόμος, ένας απόλυτα ιδιωτικός
χώρος, συχνά ένας πολύ προσωπικός λυγμός, ακόμα κι όταν σ’ αυτήν εντοπίζουμε
οικουμενικές αξίες ή οραματισμούς πολλών ανθρώπων.
Σ’ αυτήν την απόλυτα προσωπική έκφραση, συχνά τόσο γρήγορη όσο ένα
ανοιγοκλείσιμο των βλεφάρων, αλλά και συχνά τόσο πυκνή που αρκούν λίγες λέξεις για να παραθέσουν ολόκληρα κομμάτια ζωής, κάθε άλλος λόγος, πλην ο λόγος της Μάρθας είναι αρκετά ευρύς και βαθύς, που κάθε άλλος λόγος μάλλον περιττεύει.
Όμως, επειδή πιστεύω, και πως η ποίηση μάς ξανασυστήνει τον κόσμο, αλλά, και κάνει πιο υποφερτή τη συνειδητοποίηση της πίκρας, θαρρώ πως έχω χρέος να καταθέσω τον σεβασμό μου απέναντι στις γραφές της. Η συνειδητοποίηση της πίκρας, λοιπόν. Στο ποίημα με τον τίτλο «Για τους Έλληνες της Διασποράς» οι αναμνήσεις γίνονται δυο χούφτες, που αντί να κρατούν από ένα μήλο, κρατούν τη θλίψη για κάποια χαμένη πορεία στο άγνωστο:
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ
Χαρταετοί ξεκίνησαν
την πορεία τους ,στο άγνωστο.
Ψυχές ανθρώπων ονειρεύτηκαν
έναν κόσμο δικό τους.
Εύκολο να τον ζητάς
δύσκολο όμως να ζεις,
με τον αποχωρισμό στα μάτια.
Πατρίδα, ξενιτεμένη μάγισσα,
παντού ανασαίνουν
τον τόπο σου.
Βλέπουν το πρόσωπο
της μάνας τους,
στο μπαλκόνι του απέναντι σπιτιού.
Είναι δική τους αυτή η γη.
Τη δούλεψαν με δάκρυα,
χτίζοντας τον πύργο της προσμονής
στο χώμα της,
ώσπου μία μέρα να ξαναδούν
τον εαυτό τους
δίπλα στο γεράνι
που άφησαν μικρό
και τώρα ξαπλώνει
στο φρεσκοβαμμένο τοίχο
της αυλής που θυμούνται.
Και όταν γυρνούν
τα γρανάζια της νοσταλγίας
που τους αγκαλιάζουν
κάτι δροσερές νύχτες του Οκτώβρη
θυμούνται
πως δεν γεννήθηκαν εδώ.
Είναι ο τροχός,
ο συνδετικός,
στην ξενιτεμένη άμαξα
που περιοδεύει τον κόσμο
μα ο σταθμός πάντα ένας-
η κούνια που τους ανέθρεψε-
με στόχους,
τους ταΐσε υπομονή
και έτσι καρτερικά
πορεύονται μονάχοι
μα δίπλα τους,
περπατούν συνοδοιπόροι
μες στο χρόνο,
οι φωνές μας,
που κρατούν απ’ το χέρι
τις αγωνίες τους.
Είναι παλμοί,
ενώνουν τις γροθιές
οι καρδιές τους
ακούγονται κάθε βράδυ
στον ίδιο χτύπο
σαν φάντασμα που αφυπνίζεται
και σουλατσάρει στο διάδρομο,
Είναι εμείς.
Οι ρίζες που δεν κόπηκαν ποτέ.
Οι ρίζες που φύτρωσαν στις πλάτες μας.
Οι ποιητές κατοικούν στην ποίηση και η ποίηση κατοικεί εντός τους. Μια σχέση αλλόκοτη, παράξενη, ανερμήνευτη. Ενίοτε γράφουν για ν’ αποκαλύψουν, αλλά κάποιες φορές γράφουν και για να κρύψουν. Κλειδί για την αποκρυπτογράφηση είναι ο συναισθηματικός κόσμος τού αναγνώστη. Το κλειδί για την ποίηση της Μάρθας
Βασκαντήρα είναι ίσως να διαβάσουμε το ποίημα τόσες φορές, όσες να μας δώσει την πεποίθηση ότι το κάναμε δικό μας, σαν ο ποιητής να το έγραψε για μας και μόνο.
Συχνά, διαβάζοντας λογοτεχνία και ιδιαίτερα ποίηση, αναρωτιέμαι ποιος ο ρόλος τους σήμερα, σε μια εποχή που όλα μοιάζουν – και είναι – ρευστά και γκρίζα;
Δεν βρίσκω απαντήσεις κι έτσι αρκούμε να πίνω γουλιά – γουλιά αυτό που συναντώ
στους ποιητές . Δεν έχει σημασία να εξομολογηθώ γεύσεις εισπράττω. Σημασία έχει να προσεγγίσουν οι αναγνώστες την ποίηση της Μάρθας με ανοιχτή την καρδιά και τις αισθήσεις καθαρές.
ΤΟ ΘΗΡΙΟ
Τι έδωσες στο φτωχό ζητιάνο σήμερα;
Δόσεις ψυχών , παίρνουν οι τράπεζες
αφού δεν έχουν τίποτε άλλο να εισπράξουν.
Το Θηρίο ξυπνάει.
Τα χέρια του πνίγουν το κεφάλι της ανθρωπιάς.
Στο πρόσωπο του, ο χάρτης της Παγκοσμιοποίησης.
Τα μάτια του, οι καθρέφτες του Καπιταλισμού.
Στόμα πελώριο, είσοδος στην αιώνια φτώχεια.
Τα πόδια του δαγκάνα , φάκα , μας έπιασε όλους.
Θλιβερέ εξουσιαστή, ο λόγος σου πλέον επικήδειος.
Άτυχε μετανάστη , η ζωή σου όραμα απλήρωτο.
Αναστενάρηδες χορεύουμε, στο πτώμα του κόσμου.
Κατάπιαμε από ένα μαγκάλι κάρβουνα.
Για να καούν οι επιθυμίες μας.
Ακρωτηριάσαμε τη φύση μας.
Ζούμε στον κάτω κόσμο.
Εξουσία μας ο Άδης.
Το Θηρίο επιτίθεται. Πετάει φωτιές.
Τρώει ζωές,
φτύνει όνειρα.
Τρέχει στους δρόμους.
Πατάει ότι απέμεινε.
Το παιδί έχασε τη φωνή του.
Έμεινε χωρίς μάνα.
Την πήρανε, για πειράματα.
Να δουν αν αντέχει την πείνα..
Δεν την άντεξε.
Το παιδί θ’ ακολουθήσει.
Θα δοκιμάσει τα ληγμένα φάρμακα.
Είναι το παιδί του Πειραματόζωου.
Το Θηρίο τρώει σιγά –σιγά τον ήλιο.
Δειλέ διαβάτη που το κοιτάς ,
γιατί δεν το πολεμάς ;
Το αφήνεις ν’ αλωνίζει στο σπίτι σου.
Θα τσαλακωθεί η τιμή σου αν
βάλεις φωτιά σ’ αυτό τον οίκο Ανοχής ;
Σκότωσε το Θηρίο.
Σώσε τον εαυτό σου.
Το Θηρίο δεν πεθαίνει όταν ο φόβος μας είναι ζωντανός.
Η Μάρθα μένει εκεί – σταθερά – μαρτυρικά – υπομονετικά- στωικά- ήρεμα και
παρατηρεί, γράφει και καταγράφει το ελάχιστο . Εμένα με βοηθά. Γιατί μου καταδεικνύει το σημείο βρασμού. Ενώ εγώ βολεύομαι στο να βλέπω την φασαρία των υδρατμών.
Κλείνοντας αυτό τον ελάχιστο λόγο για την Μάρθα θέλω να πω ότι μας παίρνει από
την πλανερή καθημερινότητα και με το μαγικό της μανδύα, μας επιτρέπει την είσοδο
στον κόσμο των ιδεών, όπου η αλήθεια και το συναίσθημα συναντώνται σε μια αρμονία που μόνο αυτή καταφέρνει να συνθέσει. Εμείς την ευγνωμονούμε για αυτές τις στιγμές τέρψης που μας προσφέρουν τα βιβλία της.
Είναι παρήγορο στη σημερινή εποχή να υπάρχουν φωτεινά μυαλά, ευαίσθητες ψυχές,
νέοι άνθρωποι όπως η αγαπητή μου Μάρθα που καθημερινά τοποθετώντας το λιθαράκι τους στο ανθρώπινο οικοδόμημα, ξεφεύγουν από τη γήινη πραγματικότητα, και εισέρχονται με όραμα στο χώρο της νόησης και της σκέψης. Μια στάση ζωής δοσμένη με την ευαίσθητη πέννα της Μάρθας,
Εύχομαι ολόψυχα αυτή η ποίηση της Μάρθας να έχει μια μακρόπνοη και ευδόκιμη
πορεία και να φτερουγίζει σαν ταξιδιάρικο πουλί μέσα στους χώρους του έντεχνου λόγου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου