BIΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΑΥΛΟΥ ΜΑΡΙΝΑΚΗ: “ΝΕΚΥΙΑ” ΛΕΩΝΙΔΑΣ Γ.ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ


BIΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

ΠΑΥΛΟΥ ΜΑΡΙΝΑΚΗ: “ΝΕΚΥΙΑ”
Εκδόσεις: “Περί τεχνών”. Πάτρα 2008
Λεωνίδα Γ.Μαργαρίτη Επιτ.Δικηγόρου
Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνών

Από τις εκδόσεις “Περί Τεχνών” κυκλοφόρησε το τελευταίο βιβλίο του Δικηγόρου και συγγραφέα συμπολίτη μας Παύλου Μαρινάκη.
Το βιβλίο είναι αφιερωμένο στους : Ευθύμιο και Χρήστο Παρνασά, Δημήτρη Καλύβα, Κώστα Παπαμακάριο και Πέτρο Ζαφειρόπουλο , Επονίτες συναγωνιστές του που εκτελέσθηκαν από τους Γερμανούς τα χαράματα της 19ης Νοεμβρίου 1943 μαζί με άλλους επτά στην έπαυλη Λυμπεροπούλου.
Στην ενδέκατη Ραψωδία της ¨Οδύσσειας , η οποία έλαβε από τους μετέπειτα μελετητές το όνομα ΝΕΚΥΙΑ ο ΄Όμηρος περιγράφει τη συνομιλία του Οδυσσέα στα πρόθυρα του ΄Άδη με τις σκιές των νεκρών συντρόφων του.
Mε τη βοήθεια της σύγχρονης Κίρκης, της δημοσιογραφίας ο Οδυσσέας ο κ. Μαρινάκης εραστής της από τα χρόνια της φοιτητικής του ζωής, κατέβηκε στον ΄Αδη διασχίζοντας τον Αχέροντα και ο «Πυλάρτης» Πλούτων του επέτρεψε να ανασύρει από τη χώρα των σκιών τις μορφές των συντρόφων του.
Με το έργο του αυτό «ΝΕΚΥΙΑ» ο κ. Μαρινάκης ακριβώς αυτή την μαγική τελετή εκτελεί. Τελετή που εκτελούσαν στην αρχαιότητα ειδικοί άνδρες προκειμένου να αναβιβάσουν από τον ΄Άδη το πνεύμα κάποιου προσφιλούς προσώπου και να το ερωτήσουν για τα μελλούμενα.

Ο Μαρινάκης δεν ανακαλεί μόνο τις σκιές των συντρόφων του, δεν ζητάει απ’ αυτούς να μάθει τα μελλούμενα αλλά επαναφέρει κοντά μας σημαντικές προσωπικότητες τις οποίες αφηρωποιεί. Αφηρωποιεί τους νεκρούς συντρόφους του και μας παρουσιάζει μέσα από τα κείμενά του τις μορφές που κυριάρχησαν είτε στην πολιτική είτε στα γράμματα, είτε στη φιλοσοφία είτε στους εθνικούς και κοινωνικούς αγώνες.
Θα λέγαμε πως κάνει γι’ αυτούς με θρησκευτικούς όρους ένα ιερό μνημόσυνο, ή ένα τρισάγιο είτε με αρχαιοελληνικούς όρους μια θυσία ρίχνει στους τάφους μέλι μαζί με γάλα, γλυκό κρασί, νερό και αλεύρι κριθαριού λευκό, σφάζει και θυσιάζει γελάδες και κριάρια για τους νεκρούς συντρόφους του.
Σ’ αυτή του τη μυστηριακή θυσία σ’ αυτό το μνημόσυνο κάνει την πρώτη του αναφορά σε δυο σημαντικούς πνευματικούς δημιουργούς των νεωτέρων χρόνων τους Φίλιππο Ηλιού και Ρένο Αποστολίδη.
Προσωπικότητες όπως γράφει, διαφορετικές. Διανοούμενοι με αλλά ο ένας από τον άλλον ενδιαφέροντα. Δημιουργοί σε ξεχωριστούς τομείς, αλλά με την ίδια ηθική και πνευματική ποιότητα.
Τον Φίλιππο Ηλιού θα θυμούνται πάντα όσοι ευτύχησαν να τον γνωρίσουν. Θα θυμούνται την ευψυχία και το ακμαίο φρόνημα του, την οξύτητα της κρίσης του και τη γοητεία του χαμόγελού του, τη φλόγα του πάθους του και τη νηφαλιότητα του νου του την άκρα ανιδιοτέλεια και τη βαθιά σεμνότητά του, τη σταθερότητα με την οποία ακολούθησε σ’ όλη του τη ζωή τη δύσκολη πορεία που είχε χαράξει για τον εαυτό του από τα μαθητικά του ήδη χρόνια, την άρνησή του να κάνει παραχωρήσεις και την επιμονή του να ζωογονεί την επιστήμη του με τις ιδέες του.
Για το Ρένο Αποστολίτη γράφει:
Ιδιοσυγκρασιακά αναρχικός και αιρετικός διανοούμενος από πατέρα και από κούνια, μοντερνιστής, ενάντια σε κάθε μορφή εξουσίας από θέση και στάση ζωής.
Ο επόμενος Ήρωας του τον οποίο ανασύρει από τον ΄Αδη και τον Ηρωοποιεί κάνοντας του ταυτόχρονα το μνημόσυνό του και την προσωπογραφία του είναι ο Πολιτικός, Ιστορικός, φιλόσοφος, δοκιμιογράφος και ποιητής Παναγιώτης Κανελλόπουλος.
Για τον σημαντικό αυτόν Πατρινό Διανοούμενο πολιτικό ο Μαρινάκης στο βιβλίο του κάνει συνολικά πέντε αναφορές. Στην πρώτη αναφέρεται στην προσφορά τους ως πνευματικού δημιουργού, στη δεύτερη και Τρίτη αναφέρεται στο χρέος της πόλεως των Πατρών που παραμένει ανεξόφλητο, στην τέταρτη αναφορά του κάνει λόγο για το ρόλο του συμφιλιωτή τον οποίο θαυμάσια αξιοποίησε κατά την περίοδο της απελευθέρωσης το 1944 σαν εντολοδόχος της Κυβερνήσεως.
Στην Πέμπτη αναφορά κάνει μια αποτίμηση του έργου του και επαναφέρει πρότασή του για απόδοση τιμής από την πόλη που τον γέννησε με ένα ανδριάντα και ένα πνευματικό κέντρο στην Πλατεία Αγίου Γεωργίου όπου το σπίτι που γεννήθηκε.
Στη συνέχεια μετά την αφηρωποίηση του Παναγιώτη Κανελλόπουλου ο Μαρινάκης κάνει αναφορά με το επόμενο δοκίμιό του στον Ισπανοεβραϊκής καταγωγής δάσκαλο και τυπογράφο, ηγετική μορφή της Εβραϊκής Κοινότητας της Θεσσαλονίκης, αντισιωνιστή, και ένα από τους κυριότερους όπως τον χαρακτηρίζει παράγοντες του αδιαμόρφωτου ελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος.
Ο συγγραφέας ως νεαρός φοιτητής στέλεχος της νεολαίας του Σ.Κ.ΕΛ.Δ είχε την ευτυχία να γνωρίσει και να συνεργασθεί μαζί του στα πικρά χρόνια του εμφυλίου και τον θαύμαζε όπως τον θαύμαζαν και οι υπόλοιποι Έλληνες σοσιαλιστές.
Στο επόμενο δοκίμιό του κάνει αναφορά στο δικηγόρο ,πολιτικό και λαϊκό μαχητή Βαγγέλη Γιαννόπουλο όπως ο ίδιος ο συγγραφέας με ακρίβεια περιγράφει το σύνολο των χαρακτηριστικών του Ευάγγελου Γιαννόπουλου. Ξεκινά από τα πρώτα χρόνια της εφηβείας του και στη στράτευσή του στις γραμμές του Λαϊκού Δημοκρατικού Κινήματος, τη συμμετοχή του στον αντιδικτατορικό αγώνα κατά της 4ης Αυγούστου, στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο, στην Εθνική Αντίσταση, στην υπεράσπιση κάθε αδικούμενου και διωκομένου.
Ο Μαρινάκης χαρακτηρίζει το Γιαννόπουλο άξιο δικηγόρο, ατρόμητο, άκαμπτο, ασυμβίβαστο, μαχητικό με γλώσσα που τσάκιζε κόκαλα, υπερασπιστή κάθε διωκομένου δημοκράτη.
Σειρά στην ΝΕΚΥΙΑ έχει ο Ηλίας Πετρόπουλος ο ασυμβίβαστος δημοσιογράφος και συγγραφέας ο οποίος άφησε πενήντα βιβλία και 17 ερήμην καταδίκες του από ελληνικά δικαστήρια γιατί το περιεχόμενο ορισμένων έργων του είχε κριθεί άσεμνο.
Ακολουθεί η μορφή του Ευαγγέλου Αβέρωφ ο οποίος υπήρξε υπόδειγμα θαρραλέου Έλληνα δημιουργού, πνευματικού ανθρώπου, υπεύθυνου πολιτικού και προοδευτικού επιχειρηματία.
Κάνει μια συνολική αναφορά αλλά και αποτίμηση του σημαντικού έργου του ΄Έλληνα πολιτικού ο οποίος προσπάθησε να διευρύνει τους ορίζοντες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, που στα χρόνια της δικτατορίας έμεινα αταλάντευτα πιστός στα δημοκρατικά ιδεώδη, συνελήφθη και φυλακίσθηκε για τους αγώνες του για την αποκατάσταση των ελευθεριών του λαού.
Υπήρξε ο κύριος οργανωτής του κινήματος του ναυτικού κατά των συνταγματαρχών και τέλος ως πραγματιστής πίστευε ότι θα έπρεπε μα βρεθεί κάποια «γέφυρα» για να οδηγηθεί η χώρα μετά την περιπέτεια της δικτατορίας σε δημοκρατική λύση.
Ο Μαρινάκης αφιερώνει ένα ακόμη δοκίμιο στον μεγάλο πολιτικό Ευάγγελο Αβέρωφ και ειδικότερα στην σημαντική προσφορά του στο Μέτσοβο τόσο από τον ίδιο με τη δημιουργία της Πινακοθήκης του όσο και στον εμπλουτισμό της από τις κόρες του με νέα αποκτήματα.
Οι μέχρις αυτό το σημείο αναφορές του Μαρινάκη έχουν προσωπικότητες που έφυγαν από τη ζωή με φυσικό θάνατο είτε ενωρίς είτε και πλήρεις ημερών.
Με την αναφορά στον δημοσιογράφο και πολιτικό Παύλο Μπακογιάννη στον οποίο αφιερώνει τέσσερα διαδοχικά μνημόσυνα-ΝΕΚΥΙΑ έχουμε πλέον μια μορφή-σκιά που έφυγε από βίαιο θάνατο, θύμα της εγχώριας τρομοκρατίας της 17 Ν.
΄ Ένας αγωνιστής της δημοκρατίας με σπάνιες ικανότητες και βαθύτατη μόρφωση. Η 17 Ν. δολοφόνησε άνανδρα έναν άνθρωπο που ολόκληρη η ζωή του υπήρξε ένας συνεχής αγώνας.
Ο συγγραφέας κάνει μια σύντομη αναφορά στη διαδρομή των σπουδών του και της εξορίας του κατά την περίοδο της δικτατορίας,,στην αντιδικτατορική του δράση με τις μαχητικές και τεκμηριωμένες εκπομπές του από την Γερμανική Ραδιοφωνία ,την ανάμειξή του με την πολιτική, την συμβολή του με την εισήγηση του για το νόμο της εθνικής συμφιλίωσης και την συνεργασία των κομμάτων της Ν. Δ. και του ΣΥΝ.
Η δολοφονία του από τη 17 Ν. χαρακτηρίσθηκε πολιτική δολοφονία και πλήγμα για τους δημοκρατικούς θεσμούς.
Ο Μαρινάκης κάνει τη δική του εκτίμηση για το λόγο δολοφονίας του Παύλου Μπακογιάννη:προσωπικά, σημειώνει, πιστεύω πως για τον ίδιο λόγο σκότωσαν και τον Νίκο Μομφεράτο. Κι αυτός είχε πιστέψει στην ανάγκη της Εθνικής συμφιλίωσης και δούλευε γι’ αυτήν.
Με το δοκίμιο που φέρει τον χαρακτηριστικό τίτλο Ο ΠΑΤΟΣ ο Μαρινάκης εκφράζει την απογοήτευση του για το ρόλο ορισμένων μέσων ενημέρωσης τα οποία παρείχαν βήμα στον εκ των δολοφόνων του Π. Μ Σάββα Ξυρό για να εκφωνήσει ένα πραγματικό αποκρουστικό παραλήρημα υποκρισίας, κατασυκοφάντησης, γελοίας έπαρσης, αλλά και απειλών.
Το τελευταίο τούτο δοκίμιο ο Μαρινάκης το αφιερώνει εκτός από τον Παύλο Μπακογιάννη και στους Νίκο Μομφεράτο και Παναγιώτη Βερνάρδο.
Ακολουθεί το Μνημόσυνο για τον Πέτρο Ανταίο(Σταύρο Γιαννακόπουλο) τον ασυμβίβαστο αγωνιστή, στέλεχος της Ανανεωτικής Αριστεράς ο οποίος λάμπρυνε επί δεκαετίες την πολιτιστική ζωή του τόπου με την αγωνιστική του πορεία σαν ιδρυτικό στέλεχος της ΕΠΟΝ και της πολυκύμαντης μετεμφιλιακής ιστορίας της Ελλάδας.
Ο Μαρινάκης αναφέρεται στους αγώνες του Πέτρου Ανταίου και στα έργα του(ποίηση, πεζογραφία, μεταφράσεις, θέατρο, μελέτες κ.λ.π.)
Σειρά στο μνημόσυνο και στον αφηρωϊσμό του έχει ο δημοσιογράφος και για 20 χρόνια Διευθυντής συντάξεως των εφημερίδων “ΒΗΜΑ” και “TA ΝΕΑ” Λέων. Καραπαναγιώτης. Είναι μια περίπτωση δημοσιογράφου που θαυμάζει ο Μαρινάκης .
Εδώ θα σημειώσω ότι και ο ίδιος υπήρξε στα φοιτητικά του χρόνια δημοσιογράφος στην εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ” του Πάνου Κόκκα και για μια περίοδο συνεκδότης με τον συνάδελφο του δικηγόρο Ασημάκη Φωτήλα της καθημερινής εφημερίδας των Πατρών “ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ”.
Μάλιστα σημειώνει τον συμβουλευτικό λόγο του Καραπαναγιώτη για την ύλη της εφημερίδας και τις προοπτικές της που στους νέους εκδότες αποσταλμένος του Χρήστου Λαμπράκη από τον οποίο είχαν ζητήσει σχετική βοήθεια.
Μια άλλη μεγάλη προσωπικότητα που θαύμαζε ο Μαρινάκης και στο δοκίμιο είναι έκδηλος ο θαυμασμός του είναι ο Αρχηγός του Δημοκρατικού Κόμματος Εργαζόμενου Λαού, Γεώργιος Καρτάλης ο οποίος πέθανε σε ηλικία 49 ετών. Σημειώνει γι’ αυτόν τον πολιτικό ότι χωρίς υπερβολή με τον πρόωρο θάνατο του Γ. Καρτάλη η Ελλάδα έχασε την πιο μεγάλη ελπίδα της για πολιτική ηγεσία άξια της ιστορίας της. Με τον ίδιο σχεδόν τίτλο «Χαμένη Ελπίδα» στον ίδιο πολιτικό είναι αφιερωμένο και τον αμέσως επόμενο δοκίμιο.
Μετά την αναφορά στον πολιτικό Γ. Καρτάλη ο Μαρινάκης θα μνημονεύσει-αφηρωίσει έναν ακόμη μεγάλο και δυνατό άνθρωπο του πνεύματος και της δράσης τον Κορνήλιο Καστοριάδη. Το πρώτο δοκίμιο με τίτλο: “ΕΥΨΥΧΟΣ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ” το αφιερώνει στον Καστοριάδη.
Ο Καστοριάδης υπήρξε φιλόσοφος, κοινωνιολόγος, ιστορικός μαθηματικός ψυχαναλυτής, ένας ακούραστος γεμάτος πάθος έλληνας που αγωνιζόταν για τις ιδέες του με βιβλία, άρθρα, διαλέξεις και αγώνες μέσα από ανάλογες οργανώσεις. Χαρισματικός άνθρωπος τον οποίο ο Μαρινάκης μέσα από το “ΝΕΚΥΙΑ” και τη σκιά του θανάτου ανασύρει και παρουσιάζει.
Εκτός από το πρώτο δοκίμιο ακολουθούν άλλα τέσσερα που κι αυτά είναι αφιερωμένα στον Καστοριάδη με τίτλους ΕΥΨΥΧΟΣ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ (Β΄ Ύμνος στην Επανάσταση) ΕΥΨΥΧΟΣ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ(Γ΄ Αυτονομία : Όραμα ή Oυτοπία) ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ (Δ΄ Μέρος εύψυχος και ελεύθερος).
Από την όλη αναφορά ο Μαρινάκης εμφανίζεται να έχει πλήρη εγκράτεια του έργου του μεγάλου νεοέλληνα φιλοσόφου και μας δίνει λεπτομέρειες αλλά κυρίως απανθίσματα και τα κυριότερα από τα πιστεύω του αλλά και τις προβλέψεις του για τη σημερινή πορεία της πολιτικής και των ιδεολογικών ρευμάτων της στη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα.
Ο Μαρινάκης ακολούθως δεν μπορεί παρά να ανασύρει από τη σκιά των μακάρων τη μορφή του παλιού του φίλου συναγωνιστή Επονίτη που δολοφονήθηκε άδικα από την 17 Ν Νίκο Μομφεράτο. Τον παρουσιάζει ακμαίο και γελαστό, χωρίς μνησικακίες, με μοναδικό πάθος την πίστη στη Δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Ακολουθεί στη ΝΕΚΥΙΑ η μορφή-σκιά του Κωστή Μοσκώφ με το δοκίμιο : “ΦΑΡΜΑΚΑ ΝΑΡΚΗΣ ΤΟΥ ΑΛΓΟΥΣ”. Θα ακολουθήσει το Μοσκώφ από τις φοιτητικές του σπουδές στη Θεσσαλονίκη και θα τον παρακολουθεί διαρκώς σαν ιστορικό, δοκιμιογράφο, ποιητή και δημοσιογράφο μέχρι του θανάτου του ο οποίος επήλθε σε ηλικία 59 ετών.
Στη διαδρομή αναζήτησης και ανάσυρσης των σκιών από τον Άδη ο Μαρινάκης θα ανασύρει τη μορφή ενός Παλικαριού από τα Προσφυγικά της Πάτρας, όπου στην εκεί πλατεία να στηθεί πρόσφατα από το Δήμο της Πάτρας ο επιβλητικός ανδριάντας του. Είναι ο αγωνιστής των βουνών της Βόρειας Ηπείρου και της Εθνικής Αντίστασης Νίκος Πολυκράτης ο γνωστός σαν Καπετάν Νικήτας.
΄Ένα παιδί ανδρειωμένο ένα παλικάρι όπως τον χαρακτηρίζει και ο τίτλος του αφιερωμένο σ’ αυτό δοκιμίου που καταξιώθηκε στα χρόνια της αντίστασης και χάθηκε θύμα της εμφύλιας σύγκρουσης που ακολούθησε.
Σειρά στον κατάλογο των Αγίων και Μαρτύρων που ανασύρει ο Μαρινάκης από τη χώρα των σκιών, έχει ο άνθρωπος Νίκος Πολίτης ένας καταξιωμένος δημοσιογράφος συμπολίτης μας που τίμησε το επάγγελμά του με το ν’ ασκεί όπως γράφει κι ο Σεφέρης το επάγγελμα του ανθρώπου. Μια ζωή που ξεκίνησε από τη Λευκάδα έτρεξε στους δρόμους κι αγωνίστηκε από τις γραμμές της εαμικής αντίστασης και πρόσφερε όλες τις δυνάμεις του στον αγώνα με μοναδική ανταμοιβή του στο τέλος την εξορία από το κράτος των δοσίλογων και των μαυραγοριτών.
Αντιμετώπισε με σθένος την περιπέτειά του και εργάσθηκε πλουτίζοντας τη δημοσιογραφία και τα γράμματα με τα έργα του που αναφέρονται στην ιστορία της Πάτρας, τον τύπο της, τους τύπους της, τον αθλητισμό της, της προσωπικότητές της και την πνευματική και κοινωνική ζωή της.
Ακολουθεί μια σκιά που ακούει στο όνομα Νίκος Πουλατζάς ανασύρεται από τον ΄Άδη. Εκεί πέταξε μόνος του. Ένας φιλόσοφος του καιρού μας ένας ένθεος μαρξιστής ο οποίος δέκα χρόνια πριν από την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού είχε ακούσει τη μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων όπως γράφει ο Κ. Καβάφης και προτίμησε να φύγει από τη ζωή, κρατώντας τα βιβλία που είχε γράψει.
Στο μακρύ κατάλογο των πνευμάτων-σκιών σειρά έχει για το μνημόσυνο και τις ανάλογες χοές και θυσίες ο καταξιωμένος δημοσιογράφος , ιδρυτής και ψυχή της εφημερίδας ΗΜΕΡΑ Χρήστος Ριζόπουλος.
Την αναφορά προξένησε ομιλία φιλολογικού βραδινού εδώ στη Βιβλιοθήκη για το Ριζόπουλο από τον φίλο δημοσιογράφο και συγγραφέα Τάκη Κωσταντινόπουλο .
Στην αναφορά του ο Μαρινάκης σημειώνει αγάπησα και θαύμασα τον Χρήστο, ΄Όσο ζω θα παραμένει η αγάπη μου και δεν θα φεύγει από τη μνήμη μου.
Το Ριζόπουλο ακολουθεί δοκίμιο-ευλαβικό μνημόσυνο στον Εμμανουήλ Ροΐδη για τα εκατό χρόνια από το θάνατό του. Διεισδυτικός ο Μαρινάκης στο δοκίμιό του θα καταφέρει να περιλάβει ολόκληρο το έργο του Ροΐδη και θα σκιαγραφήσει τη ζωή του μέχρι τα βαθιά για τότε γερατειά.
Στη συνέχεια της ΝΕΚΥΙΑ ένας νέος αυτόχειρας θα ανασυρθεί για να γίνει και αυτού ο αφηρωϊσμός. Γιατί και ο Παντελής Σφηνιάς υπήρξε ένας πετυχημένος επιχειρηματίας κι αγωνιστής της κοινωνικής και οικονομικής ζωής του τόπου .΄Όμως οι ανταγωνισμοί η ανευθυνότητα των εργαζομένων στα πλοία και η κατακραυγή των μέσων ενημέρωσης τον σπρώξουν από τον 6ο όροφο στο πεζοδρόμιο σε ηλικία 55 ετών.
Ο Μαρινάκης γράφει στο τέλος του δοκιμίου του για τον Σφηνιά.
«Πέταξε το θάνατο του, σαν φτυσιά εσχάτης περιφρόνησης στα μούτρα των κερδοσκόπων. ΄Όλων αυτών που εκμεταλλευόμενοι μια τραγωδία προσπαθούν αναίσχυντα και απάνθρωπα να κερδίσουν τηλεθεατές, ακροατές, αναγνώστες, πελάτες, ψήφους, χρήμα. Δεν καταδέχθηκε να τους αφήσει, ούτε ένα σημείωμα. Λεβέντης, άντρας, κρητικός.
Ακολουθεί ένα δοκίμιο με τίτλο: ΔΥΟ ΘΑΝΑΤΟΙ. Πρόκειται για το θάνατο ενός συγγραφέα, του Κυριάκου Σιμόπουλου και του θανάτου(διαλύσεως )ενός Κόμματος των Φιλελευθέρων, ιδρυτής και πρόεδρος του οποίου υπήρξε ο Στέφανος Μάνος.
Ακολουθεί στη συνέχεια και άλλο δοκίμιο με τον ίδιο τίτλο. ΄Όμως αυτή τη φορά έχουμε το θάνατο μιας Ηθοποιού, της Αλίκης Βουγιουκλάκης και ενός Ιερωμένου του Πατριάρχη Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής Παρθένιο τον Γ΄. Σε ένα σχετικά σύντομο αλλά περιεκτικό σημείωμα-κείμενο ο Μαρινάκης κάνει τις συγκρίσεις στην συμπεριφορά τόσο των ανθρώπων του λαού όσο και των εκπροσώπων της Εκκλησίας σε σχέση με την έξοδο από τη ζωή των δύο παραπάνω ανθρώπων.
Στην επόμενη ΝΕΚΥΙΑ ο Μαρινάκης θα αφιερώσει το επόμενο δοκίμιο με τον τίτλο: ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ σε ένα νέο ταλαντούχο και πρόωρα χαμένο (από τροχαίο) δημοσιογράφο τον Θανάση Σταματόπουλο.
Είχε ο ίδιος ο συγγραφέας σχηματίσει εικόνα για τον χαρακτήρα, την προσωπικότητα ,τα ενδιαφέροντα, την εργατικότητα την συνέπεια και την αφοσίωση που είχε στο επάγγελμα του.
Ακολουθούν δύο δοκίμια για τον Αλέξανδρο Σβώλο, Πρόεδρο της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης, βουλευτή Αθηνών και Πρόεδρο του Δημοκρατικού Κόμματος του Εργαζόμενου Λαού, όπου γίνεται ευρύτερα από τον συγγραφέα αναφορά στη ζωή και το έργο του συνολικά.
Ο επόμενος ήρωας -΄Άγιος των γραμμάτων μας είναι ο Γιώργος Θεοτοκάς, ένας ελεύθερος άνθρωπος όπως αναφέρει στον υπότιτλο του δοκιμίου.Δεν είναι ποτέ αποξενωμένος διανοούμενος,ο Θεοτοκάς,γράφει ο Μαρινάκης που ζεί στο σπουδαστήριό του,μακριά από τα μεγάλα προβλήματα.Πάντοτε παρτακολουθεί και παρεμβαίνει.Κατατάσσεται εθελοντής και πολεμάει στην Αλβανία το 1940-41.Στα χρόνια της κατοχής και αμέσως μετά δίνει το παρόν.’ Ηταν η εποχή που δημοσίευσε το γνωστό δοκίμιο για τον Μακρυγιάννη και που θέλοντας να ξεφύγει από το ζόφο της δουλείας έγραψε κυρίως θέατρο.Το Γενάρη του 1942 σε συνεργασία με τους Λ.Ακρίτα.Μ.Αυγέρη Κ.Θ.Δημαρά και Αγγελο Σικιελιανό ο Γ.Θεοτοκάς εξέδοσε μια παράνομη εφημερίδα την ΕΛΈΥΘΕΡΙΑ. Αυτή η υπέροχη εφημερίδα που μετά την απελευθέρωση με διευθυντή τον αξέχαστο Πάνο Κόκκα και μέντορες τον μεγάλο Γεώργιο Καρτάλη και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη άφησε εποχή και νοσταλγικές μνήμες.
Στον κατάλογο των αιωνίων σκιών έχει σειρά ο Μίλοβαν Τζίλας ο οποίος όπως αναφέρεει ο Μαρινάκης πέρασε από των κόσμο αυτό για να βρεί τους άλλους μεγάλους προφήτες της ελευθερίας του αιώνα μας, τον Αρθρουρ Καίστλερ,τον Τζώρτζ Οργουελ,τον Αλμπέρ Καμύ και τον Αντρέ Μαλρώ.
Πίστεψε στην κοινωνική δικαιοσύνη,στρατέυθηκε και πολέμησε στην πρώτη γραμμή και που ανακάλυψε όμως πως χωρίς ελευθερία ,όχι μόνο κοινωνική δικαιοσύνη δεν πετυχαίνεις αλλά γενάς απαίσια και απάνθρωπα τυρανικά κεθστώτα.
Είχε το θάρρος και την εντιμότητα αυτός ο Μαυροβούνιος ιδεολόγος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γιουγκοσλαβίας με τα υπέροχα βιβλία του και την πολιτική του δραστηριότητα να ξυπνήσει συνειδήσεις,να γκρεμίσει μύθους,να ξεσκεπάσουν πραγματικότητες και να δείξουν το σωστό δρόμο.
Στάθηκε,σημειώνει ο συγγραφέας,ο πιο πικραμένος ο πιο αδάμαστος κι αυτός που πλήρωσε πανάκριβα το θάρρος και την εντιμότητά του.
Συνεχίζει τη ΝΕΚΥΙΑ των σκιών με τον άλλο παρτιζάνο της Ελληνικής Αντίστασης τον Ανδρέα Τζίμα τον γνωστό με το ανταρτώνυμο Βασίλης Σαμαρινιώτης. Αποτελούσε το δίδυμο μαζί με τον Κώστα Καραγιώργη από την Ηγεσία του ΚΚΕ που ξεχωριζαν κατά τον Αλέξανδρο Σβώλο για την μόρφωσή τους,το ταλέντο τους και την ικανότητά τους.Είναι πιά γνωστή βέβαια η τραγική μοίρα και των δυό ,ο ένας στο Ψυχιατρειο και ο άλλος σε φυλακή της Ρουμανίας.
Δίνει με πλήρη στοιχεία την διαδρομή της αγωνιστικής του συμπεριφοράς κατά την διάρκεια της Εθνικής Αντίστασης.Υπήρξε άνθρωπος με ελεύθερο πνεύμα γι΄αυτή του την επιλογή απομονώθηκε από τους ιεροφάντες του σταλινισμού,τον έκλεισαν στο Ψυχιατρείο της Βουδαπέστης και πέθανε πικραμένος στην Πράγα το 1972.
Ακολουθεί στη σειρά των σκιών ο ηγέτης του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης.
Χαρισματικός,ακούραστος,θαραλέος,άκαμπτος ζεστός και συμπαθέστατος ως άτομο πέρασε στις αρχές της ηγετικής του σταδιοδρομίας πάνω από 4 χρόνια έγκλειστος στην απομόνωση των φυλακών Κερκύρας της δικτατορίας Μεταξά.Στις 30-10-1940 κύρυξε με επιστολή του συστράτευση όλων των Ελλήνων για την απόκρουση της Ιταλικής φασιστικής εισβολής.
Η επιστολή αυτή κατά τον συγγραφέα υπήρξε προανάκρουσμα της ίδρυσης ύστερα από ένα χρόνο του Ε.Α.Μ. Σημειώνει για την θητεία του στο Νταχάου και τη συνέχεια της δράσης του τόσο στην αντίσταση όσο και στον εμφύλιο. Υπήρξε ο άνθρωπος που επεχείρησε να ανατρέψει όσα είχαν αποφασίσει η μεγάλοι της εποχής.
Υπήρξε θύτης και θύμα με αποτέλεσμα να φύγει από τη ζωή ως αυτόχειρας σε ξένο τόπο.
Στη χωρία των αγίων και ηρώων του πνεύματος και των κοινωνικών αγώνων έχει σειρά στη ΝΕΚΥΙΑ η Λιλή Ζωγράφου η ΣΚΕΛΔΙΤΙΣΣΑ όπως χαρακτηριστικά σημειώνει στον τίτλο του δοκμίου του ο Μαρινάκης.Υπήρξε οργανωμένη όπως και ο συγγραφέας στο Σοσιαλιστικό Κόμμα Ενωση Λαϊκής Δημοκρατίας, κόμμα που προήλθε από την συγχώνευση του Σοσιαλιστικού Κόμματος με αρχηγό το Χρήστο Χωμενίδη τον οποίο κρέμασαν οι Γερμανοί στα Ψηλαλώνια. Δημοσιογράφος και συγγραφέας με τεράστιο Λογοτεχνικό έργο.

Η εικόνα ίσως περιέχει: 2 άτομα, άτομα που χαμογελούν, κουστούμι

 

ΜΑΡΙΝΑΚΗΣ ΠΑΥΛΟΣ

ΜΑΡΙΝΑΚΗΣ ΠΑΥΛΟΣ

 

        Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1928 από Πατρινό πατέρα και Σμυρνιά Μητέρα και πέθανε την Πέμπτη 17η Αυγούστου 2017.
        Ήταν παντρεμένος με τη Αφροδίτη Β. Φουσκοπούλου και από το γάμο τους απέκτησαν  δυο παιδιά το Δημήτρη Ιατροφυσικό και την Άννα Δικηγόρο.
        Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών και είχε αποκτήσει πτυχία του Γαλλικού Ινστιτούτου και του Βρετανικού Συμβουλίου.
        Κατά το διάστημα των σπουδών του συνεργάζονταν   με τις εφημερίδες των Αθηνών «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» και «ΜΑΧΗ» και αρθρογραφούσε στην εφημερίδα «ΗΜΕΡΑ» της πόλης μας.
        Άσκησε Δικηγορία στην πόλη μας με επιτυχία από το 1956 μέχρι τον περασμένο χρόνο που συνταξιοδοτήθηκε.
        Είχε  εκλεγεί τρεις τετραετίες Δημοτικός Σύμβουλος ενώ διετέλεσε και Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Πατρέων.
        Παραιτήθηκε από τη θέση του Δημοτικού Συμβούλου αμέσως μετά την επιβολή της Δικτατορίας της 21ης Απριλίου.
        Διετέλεσε Γραμματέας της Οργάνωσης Μαθητών και στέλεχος της ΕΠΟΝ.
        Χρημάτισε μέλος της Κ. Ε. του Σοσιαλιστικού Κόμματος και της Ενώσεως Κέντρου.
        Συνδέονταν  στενά με τον τ. Πρωθυπουργό Κων/νο Μητσοτάκη και διετέλεσε Πρόεδρος της Ν. Ο. Δ Ε της Ν. Δ.
        Αρθρογραφούσε  μέχρι τις παραμονές του θανάτου του  σήμερα συστηματικά σε όλες  σχεδόν  τις τοπικές εφημερίδες, και τελευταία στο Κυριακάτικο φύλλο της εφημερίδας «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ».΄Ηταν τακτικό μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Ν. Δ. Ελλάδος και είχε πραγματοποιήσει σειρά ομιλιών και διαλέξεων στα καθιερωμένα από χρόνια Φιλολογικά ραδυνά της Εταιρείας στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Πατρών στη Διακίδειο Σχολή Λαού και σε άλλα βήματα πολιτιστικών φορεών

  Έχουν κυκλοφορήσει τα εξής Βιβλία του:

1.«Στις Χαμένες Πατρίδες» 1986

2.«ΜΟΡΦΕΣ ΚΑΙ ΘΕΜΑΤΑ» 1994

3.«ΚΑΙΡΟΙ-ΤΟΠΟΙ- ΑΝΘΡΩΠΟΙ» 1998

4.«ΝΕΚΥΙΑ» 2008

Ενώ τον τελευταίο καιρό ετοίμαζε ένα χρονικό για τους εκτελεσμένους Eπονίτες, στα Ψηλά Αλώνια το Νοέμβρη του 1943 δεν είχε όμως προλάβει να το δει τυπωμένο. Ευχόμαστε το έργο αυτό να το φέρουν σε πέρας  οι απόγονοί του.

 

 

ΤΑΚΗΣ ΔΟΞΑΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΗΣ

 

ΤΑΚΗΣ ΔΟΞΑΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΗΣ

                               Λεωνίδα Γ. Μαργαρίτη

                                    Επίτ.Δικηγόρου

                                    Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνων

 

«Δεν είναι πάντα καταλύτης και τελεσίδικος ο θάνατος.

Υπάρχουν κάποιες Μορφές που τις ευλαβείται και τις αφήνει ανέγγιχτες. Έρχονται τότε, ολόφωτες θεές αδελφές, η Μνήμη κι η Φήμη, παίρνουν τους νεκρούς απ΄το επίγειο σκοτάδι των θνητών και τους οδηγάνε πέρα απ΄το εφήμερο και το ανθρώπινο - στού ήλιου τη χώρα την Αθανασία.

 

                Από κείνη τη χώρα δανείζεται η Ιστορία του εκλεκτούς και τους διαιωνίζει. Σα να τους ξαναδίνει το ζωντανό αίμα, την όψη τη δημιουργία. Και σα να τους προικίζει με το υπέρτατο χάρισμα να κυκλοφορούν ανάμεσα στο χρόνο χωρίς να γερνάνε και ανάμεσα στη φθορά χωρίς να φθείρονται. Σπάνια μοίρα-η μοίρα της υπεροχής».

                 Μ’ αυτά τα λόγια, κυρίες και κύριοι, άρχισε  την ομιλία του εκείνο το βράδυ της 22ας Μαρτίου 1973 στο Μεσολόγγι,o Τάκης Δόξας , για τον μεγάλο Εθνικό μας ποιητή, τον Κωστή Παλαμά. Μ΄αυτά τα ίδια λόγια ξεκινώ κι εγώ  τη μικρή μου αναφορά στον αγαπημένο μας ποιητή τον ερημίτη του Πύργου ,τον αξέχαστο διαλεκτό μου φίλο, τον ΤΑΚΗ ΔΟΞΑ.

                 Όταν εκείνο το Σάββατο της 30ης Οκτωβρίου 1976 έφευγε για το χωρίς γυρισμό ταξίδι του διασχίζοντας τους  γνώριμους σ΄αυτόν λευκούς δρόμους με προορισμό όχι πλέον τη χώρα του Αυγεία, μα τη χώρα των Αθανάτων, δεν φτώχαινε μόνο ο Πύργος, φτώχαινε ολόκληρη η Επαρχία ολόκληρη η Ελλάδα, τα Ελληνικά Γράμματα.

                 Με συγκίνηση και δέος,  προσοχή κι ευλάβεια θα προσπαθήσω  , να ζωντανέψω , τον ποιητή, τον άνθρωπο τον πνευματικό δημιουργό αείμνηστο  φίλο μου ΤΑΚΗ ΔΟΞΑ.

 

               Θα αναφερθώ υπεύθυνα για τον άνθρωπο και τον ποιητή, κατά  την προτροπή του άλλου φίλου ποιητή  συμπατριώτη  μου  Γιάννη Ζαφειρόπουλου  ο οποίος σημείωνε σε σχετική αναφορά του για τον Τάκη Δόξα στις 3-7-1978 «.Όλοι όσοι τον γνωρίσαμε πρέπει να μιλήσουμε υπεύθυνα για τον άνθρωπο και τον ποιητή».

 

             Θα αναφερθώ στον αριστοτέχνη του λόγου τον άνθρωπο με την ακατάβλητη ζωτικότητα, το νεανικό σφρίγος, τη ζηλευτή αισιοδοξία τον εκλεκτό κι ακαταμάχητο πνευματικό εργάτη που όλη του τη ζωή τη διάβηκε μέσα από τριβόλους και παγίδες μέσα από τα αγκάθια της πικρής αγνωμοσύνης και τα κώνεια της αδιαφορίας, αλλά μέσα στην καθολική αναγνώριση από το ανώνυμο πλήθος τον απλό χωρικό, το μαθητή , το φοιτητή, τον επαγγελματία, τον εργάτη, τον βιομήχανο, από όλα τα στρώματα του λαού.

 

            Ο Τάκης Δόξας, το λαμπρό παιδί της μυθικής Ήλιδας και της πανανθρώπινης Ολυμπίας είχε  γίνει ο αγαπημένος ποιητής του λαού που τα έργα του μυστικά και μαστορεμένα γίνονταν τροφή και ζωογόνο νερό από τη δική του ανεξάντλητη κρουσταλλένια νερομάνα.

 

             Ο ποιητής μας μπορούσε να μεταδίδει γόνιμα τους εσωτερικούς κραδασμούς και κρατούσε αδιαφιλονίκητα τη μυστική ακτινοβολία του λόγου και της τέχνης.

 

             Ο Δόξας ήταν κυρίως πεζογράφος και καλλιέργησε όλα τα είδη του πεζού λόγου: Διήγημα, Μυθιστόρημα, Νουβέλα, Δοκίμιο κ.λ.π.

           Ως ποιητής φανερώθηκε το 1938 με την ποιητική συλλογή «ΛΕΥΚΟΙ ΔΡΟΜΟΙ». Μ’ αυτή τη συλλογή έμπαινε με το σπαθί του στο χώρο της ποίησης όπως νωρίτερα είχε μπει επίσης επάξια στον πεζό λόγο με τα έργα του «Οι ίδιες πάντα ιστορίες», 1932. Η  απολογία του Καμπούρη» 1936 «Μαρία Πολυδούρη» 1937.

 

       Από εκείνη την ώρα  που ο Τάκης Δόξας έμπαινε στην ποίηση είχε στα χέρια, από το δρόμο της εσωτερικής και εξωτερικής γοητείας, την καρδιά και το νου του αναγνώστη και από τότε ακριβώς κέρδισε την ωραία μάχη της πνευματικής ευθανασίας

 

              Με την ποίησή του έδινε στο συνάνθρωπό του ότι καλύτερο έκρυβε ο εσωτερικός του κόσμος και δενότανε γερά με τους κόσμους της πιο άδολης ανθρώπινης αγάπης και προχωρούσε στο άπειρο θεϊκό κάλλος.

 

               Η αγάπη είναι μια δικαίωση της ανθρώπινης αποστολής στη γη και τούτο το συναίσθημα δονούσε κάθε στιγμή κάθε ώρα την ψυχή του ποιητή και τον έκανε να πάσχει και να συμπάσχει με τις αγωνίες και τις προσδοκίες της επαρχίας ειδικότερα.

 

                Γεννημένος και ριζωμένος στον Πύργο έμεινε πιστός στον τόπο που τον γέννησε, στον τόπο που πέρασε πικρές κι ευχάριστες στιγμές γιατί έτσι πραγματικά είναι το μωσαϊκό της επαρχίας πολλές φορές κακότεχνο και υπερβολικά πολλές φορές φορτωμένο με τα ψηφίδια της πίκρας.

 

                 Παρ΄ ότι η πίκρα της μοναξιάς και η πλήξη της επαρχίας τον μάστιζε, ο Τάκης Δόξας έμεινε το μετερίζι των πνευματικών του αγώνων στον Πύργο και από  εδώ γράφει για την επαρχιακή πλήξη στο ποίημα του «ΕΠΑΡΧΙΑ 1951»

 

        Πόσο πλήξαμε σ΄αυτό τον τόπο

        Με μια θλιμμένη νεραντζιά π΄ανθίζει και πεθαίνει

        Με μια καρδιά που περιπατεί

        Ίδιο σκυφτή φθινόπωρο ίδιο σκυφτή στον ήλιο.

         Μας κούρασε κι ο δρόμος

         Να σέρνεται με τα άλογα τα’ αστέρια τους ανθρώπους

        Πρόσωπα τόσο γνώριμα μες΄του καιρού τη σκόνη

        Φτηνά ξεπερασμένα.

        Είναι κι ένα βιβλίο

        Που μείναμε διαβάζοντας την πρώτη του σελίδα

        Μια ιστορία που εξέφτησε αμέσως.

        Κι απάνω μας ο ουρανός

        Με τα μαγουλά του στα δυο του χέρια

        Σάμπως να σκέφτεται την ξέρα την απέραντη

        Που μήτε μια ώρα δεν εκάρπισε

        Κι ούτε μια προσδοκία  δεν φυτρώνει.

Αλήθεια η επαρχία του Τάκη Δόξα μήτε μιαν ώρα δεν εκάρπισε ούτε μια προσδοκία δεν φυτρώνει.

 

          Στο ποίημα του «ΕΠΑΡΧΙΩΤΕΣ»  γράφει:

 

       Είναι στην επαρχία τούτη δω ανιαρός ο βίος

       Που το ρυθμό του τίποτα δεν έρχεται ν΄ αλλάξει

       Κι έχει στα χείλη μας από καιρό η αηδία φράξει

       Το σφύριγμα που θα’ βγαινε για να μας ευθυμήσει.

 

          Και σ΄ άλλο πάλί ποίημα του «ΒΡΑΔΥ ΣΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ» γράφει.

 

    Τίποτε το νέο δεν θα ιδείς σ΄ αυτήν την επαρχία

    Σαν το βράδυ απ΄το σπίτι σου θα βγεις να σεργιανίσεις

    Στους δρόμους όξω, θέλοντας να πας να ξεσκοτίσεις

    Απ΄ της ημέρας την πολλή κι επίπονη  εργασία.

 

           Είναι μια πικρή ομολογία της πνευματικής  απομόνωσης της επαρχίας του πνευματικού μαρασμού που για να τον ξεριζώσει απ΄ τον τόπο του ο Τάκης Δόξας, ο ακαταπόνητος εργάτης της πένας και του λόγου δρασκέλισε τις λιόχαρες βουνοκορφές της Ελληνικής επαρχίας και αψηφώντας τα λιοπύρια και τα δρολάπια, τις καταιγίδες και τους ανέμους έτρεχε να δώσει το πνευματικό του μάνα στη Αλεξανδρούπολη και την Κρήτη, στα Γιάννενα και στη Χίο, στη Ζάκυνθο και στην Καβάλα, στην Πάτρα και στον Ελληνισμό της Αμερικής.

 

                 Έτρεχε σαν έφηβος στους ευγενικούς αγώνες και έδινε αντί να  παίρνει τον κότινο στο συνάνθρωπό του που μαζί του πορευότανε το δύσκολο και σκολιο μονοπάτι της ζωής.

 

                  Αληθινός ποιητής ο Τάκης Δόξας δεν παραμένει στη στείρα απεικόνιση των πραγμάτων αλλά δίνει μετουσιωμένες και τις αγωνίες του και τις προσμονές του και τις βαθύτερες ανησυχίες του και τα βιώματά του δίνει ακόμη τις αγωνίες του συνόλου, εκφράζει τους πόθους των άλλων σε προσωπική μορφή μ’ ένα καθολικό και αποκαλυπτικό βίωμα όπου βρίσκουν οι άλλοι τον βαθύτερο εαυτό τους.

 

                   Οι στίχοι του είναι γεμάτοι αίσθημα και ρυθμό, πάθος και στοχασμό, γίνονται προσφιλέστατοι συνοδίτες στην πορεία της ζωής μας γιατί χωρίς καν να το καταλάβουμε γευόμαστε τη βαθύτερη ουσία τους και συνειδητοποιούμε τα εξαίσια μηνύματά τους.

 

                    Στο ποίημα του «ΟΔΥΣΣΕΑΣ» ενσαρκωμένος ο ίδιος το ρόλο του πολυμήχανου μα και πολυταλαιπωρημένου Οδυσσέα γράφει:

 

       Δεν άραξε ποτέ ο Οδυσσέας, δεν κουράστηκε

       Δεν ξαπόστασε, δεν πέθανε

       Γυρίζει και θα γυρίζει τόπους, λαούς εποχές,

       Όσο ο ήλιος θ΄ ανάβει και θα σβήνει τα μάτια του Όταν οι άνθρωποι θα πηγαίνουν να πολεμήσουν στη Τροία

Όταν θα κρύβουν στο Δούρειο Ίππο τη μοίρα τους,

Όταν θ΄ αγκαλιάζουν το τελευταίο κατάρτι τραβώντας   ανάμεσα

Στις Σκύλες και στις Χάρυβδες, ανάμεσα στις Κίρκες

Και στους Κύκλωπες για την Ιθάκη, για την Αγάπη

 Ο Οδυσσέας

 Ίδιος περιπλανώμενος Ιουδαίος

 Πριν Χριστού

 Μετά Χριστόν, Πάντα…

 

                 Ο  ποιητής έδινε το έργο του με τη βεβαιότητα που διακρίνει ένα συνειδητό και άξιο τεχνίτη του λόγου, με λεπτότητα, υπερευαισθησία και λυρισμό. Ο λυρικός του ΄λόγος είναι το πεπρωμένο του, το ακατάλυτο πάθος του, το κύτταρο του, στοιχεία που αποτελούν τη βαθύτερη ουσία της ποίησης.

 

                  Γεννημένος για ποιητής δούλεψε στην πεζογραφία. Σαν πεζογράφος,  το κάθε έργο του ήταν συντροφευμένο αχώριστα με ποιητική διάθεση, ήταν όπως συνήθως λέμε ένα πεζό ποίημα γιατί όπως γράφει ,ο Ηλίας Βουτιερίδης η πεζογραφία όταν ανεβαίνει ψηλά και παρουσιάζεται γεμάτη λυρικά στοιχεία δεν είναι τίποτε άλλο παρά λυρική ποίηση δίχως τους στενούς τεχνικούς περιορισμούς που ξεχωρίζουν τον έμμετρο λόγο από τον πεζό.

 

                 Ο  Δόξας και πριν ακόμη κυκλοφορήσει την πρώτη του ποιητική συλλογή ήταν ήδη γνωστός από ποιήματά του δημοσιευμένα στα περιοδικά που ο ίδιος διηύθυνε «ΒΗΜΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ»  «ΟΔΥΣΣΕΑΣ», «ΒΩΜΟΣ» αλλά και στα πλέον  εγκυρότερα έντυπα της εποχής.

                Υπήρξε υμνητής της γυναίκας , ένας αγνός υμνητής που την τραγούδησε σαν μητέρα και σα σύντροφο ,σαν Αντιγόνη και σαν Ηλέκτρα, σαν γυναίκα άμυαλη και άβουλη και άστατη.

 

    Στην ποίησή του ποτίζεται με το γλυκό κρασί της αγάπης και του Έρωτα, χωρίς αρρωστημένες και νοσηρές καταστάσεις εξωραίζει το κάθε τι που συνδέει τη ζωή με κάθε ίσως άσχημη όψη, αποστρέφεται όμως κάθε ανήθικο κάθε τι που δεν εκφράζει την αγάπη, την πραγματική την ιερή.

 

    Στο ποίημα του ΠΕΡΝΑ Η ΑΓΑΠΗ γράφει:

 

    Περνά η Αγάπη μυστικά στο δειλινό που σβήνει…

    Μεριάστε σεις διαβατικές

    Γυναίκες άστατες του χτες

    Από το δρόμο της ζωής καμιά σας να μη μείνει

    Τα χέρια σας μην απλωθούν το πέπλο της κι αγγίσουν

    Και το μετάξι του σχιστεί

    Ούτε τα ρόδα που κρατεί

   Φυσήσουν οι βοριάδες σας και γύρω τα σκορπίσουν…

 

   Και συνεχίζει να εξυμνεί την πραγματική την πανέμορφη θεά της αγάπης.

 

            Αισθησιακός όσο ήταν αναγκαίο χωρίς ακρότητες των συγγραφέων  που βγάζουν όλα τα κατακάθια της δεξαμενής του υποσυνείδητου ωθούμενοι από ένα βορβορώδη ψυχικό εκφυλισμό και μια  αισθησιακή βαρβαρότητα.

 

          Το ποίημα του «ΤΟ ΦΙΛΙ» μας δίνει αδρά και όμορφα τα σημεία της  ομορφιάς του αισθησιασμού που δίνεται από τον ποιητή με τη λεπτότητα της εκφράσεως που τον διακρίνει.

 

              Μήτε μια αχτίδα απ΄ τον άνεμο δεν χώραγε

                                 Ανάμεσα στα χείλη μας

               Μήτε η πιο τρυφερή πνοή απ’ τ’ άστρα

               Κι αυτή ακόμη η φωνή του Αύγουστου

               Μάταια προσπάθησε να τα χωρίσει

               Με μια άδολη χορδή.

               Είχαν γίνει δυο χρυσοί κάλυκες τα χείλη μας

               Δεμένοι με το αίμα το κρασί τ’ όνειρο

               Σα να πλέχτηκαν οι κλωστές οι φλέβες τους

               Με το άσφαλτο χέρι του Θεού.

 

            Στην ποιητική συλλογή «ΛΕΥΚΟΙ ΔΡΟΜΟΙ» θητεύει στον παραδοσιακό στίχο αλλά δίνει και το ανάλογο μερίδιο στον ελεύθερο.

 

                 Τούτη την πρώτη του συλλογή τη χαρακτηρίζει το πλούσιο αίσθημα τονισμένο ειδυλλιακά. Ο ποιητής μας κρατάει το μαγικό ραβδί της τέχνης και χτυπώντας τους φιλολογικούς μας κάμπους κάνει να ξεπετάγονται κρυστάλλινες πηγές, γλώσσα και τρόποι ολότελα απροσδόκητοι.

 

                  Η μεγάλη ώρα του ανθρώπου είναι ο γυρισμός στην πηγή της ζωής της πιο αγνής αγάπης, στη μάνα.

 

                   Είτε η φθορά σε τραβήξει στους δικούς της κόσμους σε άγνοια ή σε τυραννική πτώση, είτε η αθανασία στις μεταπτώσεις που πάντα θα δοκιμάζεις, θα τους αφήνεις όλους και θα τραβάς στη χώρα της μόνης φωτεινής ειλικρίνειας στην καρδιά της μητέρας.

 

                   Γι’ αυτό και ο Δόξας με την ευαίσθητη καρδιά, την καρδιά που την πλήγωνε βαριά και την κούραζε η πορεία έρχεται να δονήσει την ψυχή του ποιητή και να μας αφήσει τα ποιήματά του «Η ΑΡΡΩΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ», «ΚΑΛΩΣΟΡΙΣΜΑ», «Η ΟΡΜΗ ΤΗΣ ΦΥΓΗΣ», «ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ Η ΣΥΜΦΟΡΑ», «ΩΡΑΙΟΣ ΣΑΝ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ». «Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΖΩΗ», «ΕΠΙΤΥΜΒΙΟ».

 

                    Σ’ ένα απ΄ αυτά γράφει:

 

              Ω πως μητέρα πλάτυνεν απ΄ των ωρών τα χέρια

              Στην κάμαρα η κλίνη σου και λες πως προσπαθεί

              Να δείχνει, πόσο σώνεσαι καθημερινά κερί

              Που όλο το φθείρει ο μαρασμός και δεν το συλλογιέται

 

                    Κι αλλού πάλι στο ποίημα «ΕΠΙΤΥΜΒΙΟ» γράφει:

              Δεν την εγνώρισε κανείς…Από μακρά ως εστάθη

              Απ’ των ανθρώπων η λεπτή, το φθόνο, την κακία

              Τα’ αχνάρια της δεν μόλεψαν η νύχτα και τα πάθη

              Κι ήταν γυναίκα κι έμεινε για πάντα σαν Αγία.

 

                       Ο Τάκης Δόξας δεν κυκλοφόρησε άλλη ποιητική συλλογή, τον απορρόφησε περισσότερο ο πεζός λόγος, έγινε περισσότερο γνωστός σαν πεζογράφος και θα παρέμενε στην ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας σαν καθαρά πεζογράφος αν το έργο του «ΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΟΛΥΜΠΙΑΣ»  δεν τον επέβαλε και σαν ποιητή. Το ποίημα τούτο έκανε μεγάλη εντύπωση και βραβεύθηκε. Το διακρίνει θερμή αγάπη για τον άνθρωπο και την πανανθρώπινη ειρήνη. Με το ποίημα ζητάει από τους λαούς να ξαναγυρίσουν στο θεόπνευστο θεσμό της Εκεχειρίας μιας παντοτινής όμως εκεχειρίας για να βρει ο ταραγμένος κόσμος της εποχής μας τη Γαλήνη και την ευκαιρία για ειρηνικής φύσεως αναμετρήσεις

                        Το ποίημα τούτο από το 1964 και μέχρι το 1992 ακούγονταν κάθε τέσσερα χρόνια στο στάδιο της Αρχαίας Ολυμπίας όταν ξεκινούσε από εκεί για τον κόσμο όλο το Ολυμπιακό Φως, και  ξανακούσθηκε μετά από προσπάθειες συμπολιτών του στους Ολυμπιακούς της Αθήνας.

                         Ο ποιητής πάντα νέος ο ίδιος αγκάλιαζε τους νέους με όλη του την ανοιχτή καρδιά του έσκυβε με απέραντη κατανόηση και αγάπη ν΄ ακούσει τα προβλήματά τους και πάντα είχε να τους πει ένα καλό λόγο αληθινό βάλσαμο.

 

                          Το μικρό του γραφείο της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Πύργου ήταν το εντευκτήριο όπου η νέα γενιά συναντούσε την παλιά στα πρώτα δειλά βήματα στο δρόμο της ποίησης και της λογοτεχνίας, Άλλωστε το είχα διαπιστώσει κι ο ίδιος όσες φορές τον είχα επισκεφθεί στο γραφείο του.

 

                           Νοιώθω νωπό ακόμη το μελάνι της δοκιμασμένης πέννας του πάνω και στα δικά μου πρωτόλεια χειρόγραφα. Έκανε πάνω σ΄ αυτά τις κρίσεις του, με ένα θαυμαστικό ή με ένα ερωτηματικό ή και με μια διαγραφή. Πάντα πρόθυμος να βοηθήσει τους νέους συγγραφείς να τους δώσει θάρρος και κουράγιο να προχωρήσουν  και φυσικά σ’ όσους  διέκρινε κάποιο τάλαντο κάποια σφραγίδα δωρεάς.

 

                            Προλόγιζε έργα πρωτοφανέρωτων στα γράμματα. Αλήθεια πόσο ικανοποίηση και χαρά ένοιωσα όταν ο ποιητής μας χωρίς να του το ζητήσω ανέλαβε να μου προλογίσει την πρώτη μου ποιητική συλλογή το 1965.πόση περηφάνια ένοιωσα όταν είδα τυπωμένη την πρώτη μου παρουσία με πρόλογο του Τάκη Δόξα.

 

                             Εκείνο που δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσω είναι πόσο ήταν περήφανος και πόση χαρά ένοιωθε για την πρόοδο και τις επιτυχίες  των πνευματικών του παιδιών. Η  χαρά του και η ικανοποίησή του ήταν μεγάλη όταν έβλεπε τους νέους να ανεβαίνουν, να επιτυγχάνουν. Βέβαια δεν ήταν και ούτε  είναι και σήμερα σπάνιο φαινόμενο ο τρύγος της αχαριστίας και της αγνωμοσύνης. Η ψυχή του τότε πληγωνότανε και αυτή του τη στενοχώρια την αποτύπωνε στους ποιητικούς του στοχασμούς.

                              Στο ποίημά του ΜΙΚΡΟ ΧΡΟΝΙΚΌ γράφει: 

          Έκοψα μια-μια τις σάρκες μου και μπάλωσαν άλλοι το πληγωμένο τους κορμί.

          Ξερίζωσα τα τριαντάφυλλα της καρδιάς μου

          Κι όταν  μέθυσαν κι έζησαν οι τυχεροί

          Τα μοίρασαν στους αδηφάγους άνεμους

………………………………………………………………………

          Έχτισα και σκάλες

          Κόβοντας μάρμαρα απ΄ τους ώμους μου

          Κι ανέβηκαν όσοι ύστερα με κλώτσησαν         

                                ………………………………………………

            κι όμως στα νεκρά μου χείλη άνθιζε το πιο τρυφερό 

    πουλί χαράς

            τραγουδώντας το ΑΓΑΠΑ ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ ΣΟΥ

 

                                 Ακόμα καθώς κρατούσε πάντα στήλη κριτικής βιβλίου σε εφημερίδες και περιοδικά ήξερε  να βλέπει με ανεξαίρετο σεβασμό τον οποιοδήποτε πνευματικό μόχθο ανεξάρτητα από την μεγαλύτερη ή μικρότερη αξία του η και την απαξία του κάποτε, παρ΄ όλο που ποτέ δεν του έλειψε η ειλικρίνεια.

 

                                  Ήξερε να προβάλει το καλό βιβλίο να προβάλει το βιβλίο του νέου που δειλά-δειλά ξεδίπλωνε τις  αδύναμες φτερούγες του για να αντιμετωπίσει την πλημμυρίδα των εκδόσεων και ένα δύσκολο αναγνωστικό κοινό.

                                   Η ποιητική παραγωγή του ποιητή μας δεν περιορίσθηκε στις δυο ποιητικές του συνθέσεις που κυκλοφόρησαν αυτοτελώς, είναι διάσπαρτη σε περιοδικά  και εφημερίδες έντυπα με τα οποία συνεργάζονταν κατά καιρούς.

                      Μεταθανάτια προσφορά ,Μνημόσυνο αιώνιο ήταν η συγκέντρωση μέρους αυτής της διασκορπισμένης ποιητικής παραγωγής και η έκδοση μιας ακόμη συλλογής από τη διαλεχτή σύντροφο της ζωής του Ειρήνη με τον  αντιπροσωπευτικό  και βιωματικό τίτλο «ΕΠΑΡΧΙΑ Σ ΑΓΑΠΩ» που κυκλοφόρησε σ΄ ολόκληρη τη χώρα και στο εξωτερικό.

 

                  Η  ποίηση αυτή του Τάκη Δόξα που περιέχεται στη μεταθανάτια αυτή έκδοση είναι αναμφίβολα δραματική. Ωστόσο δεν κουράζει σαν ποιητικό κείμενο και δεν εξουθενώνει. Ο καλλιεργημένος αναγνώστης παρακολουθεί με αυξανόμενο ενδιαφέρον την ψυχική ταλαιπωρία του ποιητή μέσα σε ένα τοπίο ακίνητο. Μέσα σε ένα περιβάλλον που δεν επιφυλάσσει εκπλήξεις. Μέσα σε ένα χώρο όπου τα πάντα φαίνεται Σα να πειθαρχούν σε μια αναπόφευκτη μοίρα.

 

                 Είναι ενδεικτικό της αθέατης σιγανής φθοράς το ποίημα «Ο ΜΥΘΟΣ ΕΝΟΣ ΧΑΜΕΝΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ» [σελ.69] το οποίο αντιπροσωπεύει, εκφράζει και ψυχογραφεί αμέτρητες παρόμοιες περιπτώσεις αργών θανάτων που σημαδεύουν και καθορίζουν το νόημα της επαρχιακής πραγματικότητας

 

              Δεν έκανε τίποτα σε κείνο τον ήσυχο τόπο

              Έβλεπε δένδρα ν’ ασωτεύουν

              Τον ήλιο να μαδάει τα φτερά του

              Τα κορίτσια να φεύγουν με το δειλινό

              Τη ζωή να λιώνει μες τη βροχή

              Τα βράδια έμενε κατάμονος

              Θυμόταν τα βουνά που δεν πρόφθανε ν΄ ανέβει

              Το φεγγάρι που του έκαψε τις παλάμες

              Τα  λόγια της νύχτας που του χτυπούσαν

              τα παράθυρα

              Θυμόταν τους ίσκιους των θεών

              Που τους έθαψαν τα χιόνια

               Πριν ακόμη δει το γέλιο τους

               Να πλαταγιάζει στον κάμπο.

               Δεν ταξίδεψε ποτές από κείνο τον ήσυχο τόπο

               Ένα βράδυ μονάχα έσκουξε μια κουκουβάγια

                Κι  όλοι είπαν πως ήταν κραυγή της ψυχής του

                Που  έφυγε.

 

                  Ο  Δημήτρης Γιάκος σ΄ ένα σημείωμά του για το «ΕΠΑΡΧΙΑ Σ’ ΑΓΑΠΩ»  γράφει και τα εξής:

 

«Κέντρο βάρους των λυρικών του εμπνεύσεων υπήρξε φυσικά η κλειστή και μουντή ζωή της Ελληνικής επαρχίας που ωστόσο ζεστά αγάπησε ο Δόξας και τις έγινε σύντομα πνευματικό στέλεχος κι οδηγός χωρίς όμως να χάσει την Πανελλήνια ακτινοβολία του. Το αξιοθαύμαστο μεγάλο εκείνο παιδί διέθετε μια αγνότητα ψυχής γνήσια λυρικής, ταυτόχρονα όμως διέθετε και την αξιοπρέπεια και τη σοβαρότητα του μεγάλου».

 

Και αυτή την εκπληκτική σύνθεση παιδικής αγνότητας και συγκρατημένης ευαισθησίας μεγάλου συγκροτούσε ολόκληρη η μορφή του η ανθρώπινη και η ποιητική. Τώρα μόνο με την «ΕΠΑΡΧΙΑ Σ ΑΓΑΠΩ» και με όσα ακολουθήσουν μπορούμε να καταλάβουμε τι έχει στοιχίσει στα  Ελληνικά γράμματα ο πρόωρος θάνατός του. Γιατί καθώς έλεγε και ο Βλαχογιάννης κανείς πριν πέσει χάμου νεκρός σωστό το μέτρο του να δείξει δεν μπορεί. Κι ευχαριστούμε τον κ. Ειρήνη  Δόξα που προσπαθεί συνέχεια να μας θυμίζει τούτο το μέτρο.

 

Το  άλλο σημαντικό σημείο και στοιχείο της συλλογής είναι οι πλημμυρισμένοι αίσθημα κι ευγένεια, οι γεμάτοι ανθρώπινο παλμό παραδοσιακοί και μοντέρνοι στίχοι που συνθέτουν τα ποιήματά της. Ποιήματα αληθινά, που ανταποκρίνονται σε δεδομένες καταστάσεις, δεν αναφέρονται σε νεφελώματα αλλά σε βιωματικές εμπειρίες

                Ο Τάκης Δόξας υπήρξε πάντα ειλικρινής στις σχέσεις του, ανυστερόβουλος στην προσφορά του αφιλοκερδής στις συναλλαγές του και μέγας αλτρουιστής. Αγάπησε όσο κανείς τον τόπο του την επαρχία και τον καλοκάγαθο λαό της σε σημείο που θυσιάστηκε γι΄ αυτή μένοντας κοντά της συμμεριζόμενος τα προβλήματά της τους καημούς της ακόμη και την κακοδαιμονία της.

 

                             Ο Τάκης Δόξας ήταν και παραμένει μια ζωντανή, ξεχωριστή παρουσία της νεοελληνικής γραμματείας με την πλούσια λυρική καρδιά, την ανέσπερη πνευματική του καταβολή.

 

                             Ο Τάκης Δόξας είναι βέβαιο δεν ολοκλήρωσε το έργο του. Αναμφίβολα πολλά μπορούσε να προσφέρει ακόμη ο ερημίτης αυτός του Πύργου στην Ελληνική και Παγκόσμια Λογοτεχνία, αν ο χάρος δεν του είχε στήσει καρτέρι το φοβερό εκείνο βραδινό του Οκτώβρη.

 

                             Ο Τάκης Δόξας  ζει , ανάμεσά μας, με τα έργα του και  την προτομή του που έστησε η ευγνωμοσύνη μας απέναντι στα Δικαστήρια του Πύργου όπου και εργάσθηκε για κάποια χρόνια. Από εκεί   μας ατενίζει πράος, γλυκύς, αυστηρός, επιβλητικός. ΄Έτσι  θα μας συντροφεύει η μορφή του, μια αέρινη οπτασία, μια όμορφη ανάμνηση για να ζωντανεύει μέσα μας κάθε φορά που θα ακούμε Πύργο τον Τάκη Δόξα, κάθε φορά που θ΄ ακούμε Ολυμπία τον Τάκη Δόξα, κάθε φορά που θ΄ ακούμε ανθρωπιά, τον μεγάλο ανθρωπιστή  ΤΑΚΗ  ΔΟΞΑ

ΜΝΗΜΗ ΔΗΜΗΤΡΗ Γ.ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ

ΜΝΗΜΗ  ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ  Γ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ

(Δ/ντη Γενικού Χημείου του Κράτους-Τριαντείου Σχολής )

                                    Λεωνίδα Γ.Μαργαρίτη Επιτ.Δικηγόρου

                                   Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνών

 

Με τη συμπλήρωση είκοσι πέντε χρόνων από το θάνατο του διαλεχτού συμπολίτη  μας πνευματικού ανθρώπου  αείμνηστου Δημητρίου Μαργαρίτη  θέλουμε  να συντηρήσουμε τη μνήμη μας   έτσι  ώστε  να θυμούνται οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι, να φωτίσουμε λίγο το παρελθόν της πόλης μας που αναδεικνύει κάθε φορά σημαντικούς επιστήμονες και πνευματικούς εργάτες.

Ένας από αυτούς τους πνευματικούς εργάτες υπήρξε και ο αείμνηστος Δημήτριος Γεωργ. Μαργαρίτης τ/ως Δ/ντής του Γενικού Χημείου του Κράτους και Δ/ντής της Τριαντείου Επαγγελματικής Σχολής.

 

Ο Δημήτριος Μαργαρίτης γεννήθηκε στην πόλη μας και συγκεκριμένα στη συνοικία Διάκου από αγρότες γονείς το 1903. και πέθανε την 21 Δεκεμβρίου 1995.

Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών  και έγινε χημικός. Όταν ήταν φοιτητής γνωρίστηκε  με τον αείμνηστο πατέρα Γερβάσιο Παρακευόπουλο  και στις θερινές διακοπές υπήρχε το δεξί του χέρι όπου  και συνέχισε κάνοντας την  κοινωνική του παρουσία από τα κατηχητικά σχολεία του Αγίου Δημητρίου για να εξελιχθεί σε μια μεγάλη και πολυδιάστατη προσωπικότητα όχι μόνο στον ελλαδικό χώρο. Η εμβέλειά του έφθασε μέχρι την Ευρώπη.

Με πρωτοβουλία του αειμνήστου Δημητρίου Μαργαρίτη και σε συνεργασία με τον μακαριστό πατέρα Γερβάσιο αγοράστηκε  οικοπεδική έκταση εννέα στρεμμάτων ιδιοκτησίας  Διονυσίου Τσερώνη  στην περιοχή Ψαροφάϊ   και εκεί χτίστηκε το κτήριο της Τριαντείου Σχολής.

Η πολυδιάστατη αυτή φυσιογνωμία πέρα από την επιστήμη που σπούδασε ασχολήθηκε όπως παλαιότερα ο επίσης σπουδαίος Πατρινός Χρήστος Κορύλλος με την αστρονομία και τη δημοσιογραφία.

Υπήρξε τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ»  όπως  και σχεδόν όλων των εφημερίδων των Πατρών καθώς και στο «ΒΗΜΑ» των  Αθηνών.

 Υπήρξε μέλος των Αστρονομικών Εταιρειών  Γαλλίας και Ελβετίας.

Κατά τη διάρκεια των σπουδών του  μαθήτευσε Βυζαντινή Μουσική κοντά στο μεγάλο μουσουργό και δάσκαλο Σακελλαρίδη και κατέστη βαθύς γνώστης της Εκκλησιαστικής υμνολογίας και Υμνογραφίας.

Διατηρούσε στενές φιλικές σχέσεις με σημαντικούς δημοσιογράφους των Αθηνών όπως  τον Κώστα Σακελλαρίου αρθογράφο στο «ΒΗΜΑ» των Αθηνών και το Βάσο Ματθιόπουλο Δ/ντή της ΕΡΤ.

Επίσης   υπήρξε κάτοχος της Βυζαντινής Μουσικής. Μάλιστα από το 1923 είχε συντάξει και μελοποιήσει με τον τότε τυφλό ιεροψάλτη του Αγίου Δημητρίου Σπανόπουλο ένα κείμενο-ύμνο  για τον  αείμνηστο π.Γερβάσιο.

          Όταν οι Δημοτικοί παράγοντες του Λιτόχωρου Πιερίας οργάνωσαν εορταστικές εκδηλώσεις ( 5-5-1991)  για να τιμήσουν τον συμπολίτη τους συνθέτη Βυζαντινής Μουσικής και Μουσικοδιδάσκαλο Ιωάννη Σακελλαρίδη προσκάλεσαν για κεντρικό ομιλητή τον αείμνηστο μαθητή του  Δημήτρη Μαργαρίτη ο οποίος αναφέρθηκε στη ζωή και το έργο του  δασκάλου του.

Ο αείμνηστος Δημήτριος Μαργαρίτης υπήρξε άνθρωπος σπανίου ήθους και μορφώσεως. Γλωσσομαθής, αριστούχος των θετικών επιστημών  και ερασιτέχνης αστρονόμος.

 Τις εργασίες του γύρω από αστρονομικά θέματα φιλοξενούσε η εφημερίδα των Πατρών «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ»  την πρώτη μέρα κάθε μήνα, με πλούσια βιβλιογραφία γύρω από την κίνηση των άστρων και την επίδρασή τους στο όλο αστρικό στερέωμα, επί σειρά ετών.

Υπήρξε γόνος παλαιάς Πατρινής οικογένειας, αναθρεμμένος  με Ελληνοχριστιανικές αρχές, ενώ η ενασχόλησή του ως διευθυντού της Τριαντείου Επαγγελματικής Σχολής τον καταξίωσε στην κοινωνία των Πατρών  σε σημείο που  όταν η Πατρινοί αναφέρονται στο έργο του να τον μνημονεύουν με κολακευτικά λόγια και να χαρακτηρίζουν- αποκαλούν  τη σχολή την οποία διηύθυνε  «Μικρό Πολυτεχνείο».

Στη ζωή του υπήρξε έντιμος, σοφός και πράος, παρά τα  σκληρά πλήγματα που του επεφύλαξε η ζωή, χάνοντας την  κόρη  του   Δανάη Μαργαρίτη-Τζαλάβρα σε ηλικία 32 ετών, Λοχαγό του Υγειονομικού και σε έξι μήνες τη σύντροφο  του.

Με αξιοπρέπεια και ηρωισμό αντιμετώπισε την οδύνη και τη θλίψη του χωρίς να προδώσει τις αρχές και το πιστεύω του στη ζωή.

Ο θάνατός του καταλύπησε την Πατραϊκή κοινωνία από την οποία έχαιρε εκτιμήσεως και αγάπης.

Απεβίωσε σε βαθύ γήρας( 92 ετών),όμως το πνεύμα του  υπήρξε μέχρι  την τελευταία περιπέτεια της υγείας του διαυγές ,δημιουργικό και σπινθηροβόλο.

 Η νεκρώσιμη  ακολουθία –κηδεία  ψάλθηκε     στον Ιερό Ναό της Παναγίας Αλεξιωτίσσης.

          Ο συντάκτης του παρόντος είχε την  ευτυχία να γνωρίσει τον  αξιόλογο  συμπολίτη μας   και να χαίρει και ο ίδιος της εκτιμήσεως του όπως και την αείμνηστη κόρη του  Δανάη.

          Τα ανωτέρω αποτελούν  ένα ταπεινό μνημόσυνο-ευλαβικό κερί στη μνήμη του αξιόλογου  συμπολίτη μας με τη συμπλήρωση είκοσι πέντε  χρόνων από το θάνατο του.

Η μνήμη αυτού Αιωνία.