ΟΙ ΦΡΑΟΥΛΕΣ ΤΗΣ ΝΤΡΟΠΗΣ

ΟΙ ΦΡΑΟΥΛΕΣ ΤΗΣ ΝΤΡΟΠΗΣ
                                            Λεωνίδα Γ. Μαργαρίτη                                  
                                            Επιτ. Δικηγόρου
                                            Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνών.

Πριν  από  χρόνια  ο αείμνηστος φίλος Δ/ντής της εφημερίδας «ΑΥΓΗ» Πύργου Αύγουστος Καπογιάννης  διατύπωνε εντονότατη  διαμαρτυρία για   ύβρεις  και  συκοφαντίες, που περιείχε δημοσίευμα της εφημερίδας ΒΗΜΑ των Αθηνών της  1ης Μαρτίου 1980 σχετικά με την εγκληματικότητα στην Ηλεία.
Την εποχή εκείνη , λίγες μέρες αργότερα,  δημοσιεύματα του τύπου  ήρθαν να αποδυναμώσουν  και να εξαφανίσουν  τις φιλότιμες προσπάθειες  υπεράσπισης της Ηλείας  εκ μέρους του φίλου δημοσιογράφου.
            Η Ηλεία    βρέθηκε και πάλι στην επικαιρότητα εξ αιτίας μιας  σειράς   εγκλημάτων:
1.Την 1-4-1980 ο Γ. Π. Κ ετών 50 από τον Κακόβατο ομολογεί πως στις 19-9-1979 στραγγάλισε την κουνιάδα σου Β. Δ. Α ετών 60 για κληρονομικούς λόγους.
2.Την 29-4-1980 ανακαλύφθηκε στραγγαλισμένη και ενταφιασμένη στην Κουρούτα Αμαλιάδος η Θ. Ν. Π. ετών 29 Κομμώτρια η οποία είχε εξαφανισθεί από τις 17-1-1980.Δράστης του εγκλήματος φέρεται, σύμφωνα με τον τύπο της εποχής, φίλος της αστυνομικός.
3.Την 2-5-1980 ο Μ. Ν. Π. ετών 42 από το Πανόπουλου Ηλείας φόνευσε με περίστροφο στο Λαμπέτι την έγγαμο φίλη του Σ.Ν.Ν.
4.Την  23-5-1980 στην Αμαλιάδα ο Χ. Κ. Χ πυροβόληση εξ επαφής τρεις φορές τον αδελφό του Χ. για κληρονομικούς λόγους.
Μπορεί  αυτές οι χαρακτηριστικές περιπτώσεις να φαντάζουν απόμακρες χρονικά, όμως τα περιστατικά της Μανωλάδoς έφεραν στην επικαιρότητα  έθεσαν και πάλι την Ηλεία στο κάδρο της μεγάλης εγκληματικότητας.
Δεν είναι τυχαίο και το χαρακτηριστικό ανέκδοτο που κυκλοφορεί για την Ηλεία , που όταν γίνεται αναφορά   στον τόπο καταγωγής κάποιου και αυτός  είναι η Ηλεία οι συνομιλητές του ανταπαντούν  σκωπτικά «περί Αγίων τόπων»μόνο και μόνο γιατί όπως τονίζουν στο άκουσμα και μόνο της περιοχής κάνουν το σταυρό τους.
Αυτή τη συντηρούμενη  «παράδοση»  ήρθε να επιβεβαιώσει  η συμπεριφορά των  καλλιεργητών φράουλας της Μανωλάδoς.
Το τελευταίο  εγκληματικό  επεισόδιο  πέρα από την αναζωπύρωση  της  φήμης για την εγκληματικότητα των Ηλείων   που αυτή τη φορά  ξεπέρασε τα όρια  της χώρας μας  είχε  και άλλες παραμέτρους. Εμφανίζει τη χώρα μας  ως μια από τις πλέον απάνθρωπα και  ρατσιστικά συμπεριφερόμενες χώρες με συνθήκες εργασίας των εποχών των φυτειών στη νότια Αμερική. Παράλληλα ο απόηχος της εγκληματικής και ρατσιστικής συμπεριφοράς των παραγωγών εναντίον των ανυπεράσπιστων λαθρομεταναστών εργαζομένων κίνησε  κύμα διαμαρτυρίας αλλά και μποϋκοτάζ της  φράουλας   από την αγορά με δυσμενείς επιπτώσεις  για την παραγωγή και τους παραγωγούς ανεξάρτητα εάν ελάχιστοι υπήρξαν οι δράστες  από το σύνολο των παραγωγών που  είχαν συμμετοχή στα έκτροπα.
            Δεν μας ταιριάζει ούτε επιδιώξαμε ποτέ το ρόλο του Επιμηθέα. Όμως ατυχώς οι εγκληματικές  πράξεις  μιας μικρής έστω μερίδας  συμπατριωτών μας  σηματοδοτούν  το βαθμό του πολιτισμού μας.
             Ατυχώς ως λαός  στο σύνολό μας  έχουμε αποτύχει σε όλα τα επίπεδα της πολιτικής, κοινωνικής και πολιτιστικής μας ζωής και συμπεριφοράς. Και φυσικά την ευθύνη την έχουμε όλοι μας και καθένας χωριστά. Βεβαίως εκείνοι που πρέπει να νοιώθουν μεγαλύτερη  την ευθύνη στους ώμους τους  είναι η Πολιτεία η  Εκκλησία και η Δικαιοσύνη.
Η παιδεία δυστυχώς απεμπόλησε  το ρόλο του διαμορφωτή της  ηθικής δομής των νέων. Η  Εκκλησία περιορίσθηκε στα τυπικά  τελετουργικά της καθήκοντα ενώ  μετά την υπαλληλοποίηση των λειτουργών της, κατέστη μέσω διορισμού για επαγγελματική αποκατάσταση ενώ   αδρανοποιήθηκε ο μηχανισμός της για αναζήτηση εθελοντών ζηλωτών  που θα μπορούσαν να  ενδιαφερθούν  για τη διαμόρφωση  του έσω ανθρώπου.
 Τέλος  η Δικαιοσύνη όσο και η αστυνομία μεταβλήθηκαν σε βραδυκίνητους και πολυδάπανους μηχανισμούς που σε πολλές των περιπτώσεων ή καθυστερούν υπερβολικά ή αδυνατούν να αποδώσουν   το δίκαιο γι’ αυτό και οι πολίτες  χωρίς παιδεία καταφεύγουν στην αυτοδικία.
             Ειδικότερα εμείς οι Ηλείοι που εμφανιζόμαστε περισσότερο οξείς στην διεκδίκηση των δικαιωμάτων μας  θα πρέπει να προσέξουμε όλοι και ιδιαίτερα οι υπεύθυνοι της Πολιτείας και της Εκκλησίας να δημιουργήσουμε ανθρώπους υπεύθυνους με την παιδεία και το ποιοτικό ανέβασμα του πολιτισμικού επιπέδου του λαού μας. Καλά και άγια τα όποια ιδρύματα γίνονται στο νομό μας ή συντηρούνται από την Εκκλησία αλλά το σημαντικότερο όλων είναι η οικοδομή των ψυχών, η δημιουργία υπευθύνων χριστιανών πολιτών που θα σέβονται πρώτα τον εαυτό τους  και τον πλησίον τους έπειτα.
            Αν ερευνήσουμε το μορφωτικό επίπεδο των δραστών παρομοίων εγκλημάτων  αν ελέγξουμε και μελετήσουμε τα βαθύτερα αίτια των εγκληματικών τους ενεργειών ίσως να καταλήξουμε σε ορθά συμπεράσματα αλλά και σε σωστά μέτρα που είναι αναγκαία να ληφθούν έτσι ώστε  να φθάσουμε στο σημείο της απαλλαγής του στίγματος που βαρύνει  την Ηλεία και το λαό της. Ένα στίγμα που την εκθέτει στα μάτια ολόκληρου του Ελληνικού λαού.
Είναι ντροπή για το λαό μας  που ζει σε ένα πανέμορφο τόπο με μια ένδοξη τρισχιλιετή ιστορία να συμβαίνουν και σήμερα ακόμη παρόμοια φαινόμενα. Ενώ υπάρχουν  στην Ηλεία οι τόποι που ανέδειξαν το Ολυμπιακό Ιδεώδες  είναι κρίμα από τη συμπεριφορά ορισμένων να νοιώθουμε εμείς οι υπόλοιποι ντροπή γιατί γεννηθήκαμε Ηλείοι.
Θεωρώ πως όλοι μας οφείλουμε να κινήσουμε τις διαδικασίες  εκστρατείας  όλων τον φορέων και όλων των πνευματικών ανθρώπων του τόπου μας ώστε να ξεκινήσει μια νέα προσπάθεια για την εξάλειψη επί τέλους του κακού μας ονόματος.
Στον  τόπο που μας γέννησε έχουμε  υποχρέωση να διατηρήσουμε πρώτοι εμείς άσβηστη τη φλόγα του Ολυμπιακού Ιδεώδους, και να ενστερνιστούμε το πανανθρώπινο αίτημα της  αγάπης στον συνάνθρωπο, την  ευγενή άμιλλα ,  και την παγκόσμια  και προσωπική ειρήνη του καθενός μας.

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΦΙΟΝΤΟΡ ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΦΙΟΝΤΟΡ ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ

                                                Του π. Ευαγγέλου Κ. Πριγκιπάκη, Δρ. Θ.

      1.    Ο Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι, που γεννήθηκε το 1821 και πέθανε το 1881, υπήρξε μια από τις επιφανέστερες μορφές όχι μόνο της ρωσικής, αλλά και της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Ο Ντοστογιέφσκι όμως δεν υπήρξε μόνο σπουδαίος συγγραφέας κι επιδέξιος τεχνίτης του λόγου, αλλά κι ένας μεγάλος στοχαστής, ένας μεγαλοφυής διαλεκτικός και ίσως ο πιο μεγάλος ρώσος μεταφυσικός. Οι ιδέες, όπως αυτή της ελευθερίας, διαδραματίζουν στο έργο του αποφασιστικό ρόλο, ενώ η μεγαλοφυής διαλεκτική της σκέψης του κατέχει κεντρική θέση με βασική παράμετρο την διεισδυτική ψυχολογική του παρατήρηση. Ειδικότερα μάλιστα, η έννοια και η ιδέα της ελευθερίας στέκεται στο κέντρο του έργου του με πολλή ένταση και πάθος, αφού το πρόβλημα του ανθρώπου και της μοίρας του, που κυριαρχεί στα μυθιστορήματα και τα άλλα έργα του, είναι κατ’ εξοχήν πρόβλημα ελευθερίας, ώστε το ζήτημα της ελευθερίας, που είναι ουσιαστικά ο πυρήνας της φιλοσοφίας του, να συνδέεται άμεσα με το πρόβλημα του ανθρώπου και της ύπαρξης του κακού στη ζωή του.   
    2. Βασικό στοιχείο της μεταφυσικής σκέψης του Ν. συνιστά ο κόσμος των ιδεών. Κάθε ιδέα για το μεγάλο ρώσο είναι συνδεδεμένη αδιάρρηκτα με τη μοίρα του ανθρώπου, του κόσμου και του Θεού, γι’ αυτό και οι ιδέες στο έργο του δεν παρουσιάζονται αφηρημένες και θεωρητικές με ηθικό περιεχόμενο, αλλά οντολογικές, δηλαδή γεμάτες ουσία, ενεργητικές και δυναμικές, ώστε να καθορίζουν τη μοίρα του ανθρώπου και οπωσδήποτε να μην καθορίζονται από αυτήν. Οι ιδέες του δηλαδή, και αυτή της ελευθερίας, κυριολεκτικά εκρύγνυνται μέσα στον άνθρωπο, φέρνοντας την καταστροφή και τη φθορά. Μέσα όμως σ’ αυτή την έκρηξη κρύβεται η αναγέννηση και η λύτρωση γι’ αυτόν.       Η μεταφυσική του θεωρία συνεπώς δεν είναι ένα αφηρημένο σύστημα ιδεών, αλλά αντίθετα ταυτίζεται με τη εξαιρετική διαίσθηση που διέθετε να διεισδύει μέσω των ιδεών στην κοσμική και την ανθρώπινη μοίρα, καθώς η αντίληψή του για τον κόσμο και την πορεία του δεν είναι κυκλική, και γι’ αυτό διαφέρει ριζικά από εκείνη του Πλάτωνα και της δυτικής μεταφυσικής, αλλά ευθεία και δυναμική, οδηγεί δηλαδή τον άνθρωπο σε ένα σκοπό που είναι η λύτρωση, ως απελευθέρωση, κάτι που έχει τις ρίζες του βαθιά στην ιδιότυπη εκ μέρους του πρόσληψη της ορθόδοξης παράδοσης, όπως αυτή κατανοήθηκε, βιώθηκε και αναπτύχθηκε συγκερασμένη με την τοπική ρωσική παράδοση και ιδιοσυγκρασία. 
         Στην ανάπτυξη των ιδεών του και οπωσδήποτε αυτής της ελευθερίας, συνέβαλε αποφασιστικά η εμπειρία που απέκτησε από την κατάσταση της κοινωνίας και των ανθρώπων της εποχής του, κάτι που καθόρισε και το περιεχόμενο του έργου του, καθώς δόθηκε ολόκληρος στην προσπάθεια να αναλύσει τον εσωτερικό κόσμο των ηρώων του, χωρίς όμως ποτέ να χάσει από τα μάτια του την αντικειμενική απεικόνιση του πραγματικού κόσμου. Γι’ αυτό και δίκαια ονομάστηκε συγγραφέας των δυστυχισμένων, αλλά και θεωρήθηκε ως ο κατ’ εξοχήν υπερασπιστής και προστάτης των ταπεινών και των καταφρονεμένων, αφού ολόκληρο το έργο του από την αρχή ως το τέλος κυριαρχείται από τον ανθρώπινο πόνο και την ανθρώπινη δυστυχία, από το πρώτο του έργο Οι Φτωχοί, το 1846 , που οι ήρωές του ζούν μέσα στη φτώχεια και τις στερήσεις, μέχρι και το τελευταίο τους Αδελφούς Καραμάζοφ, το 1879/1880, στο οποίο οι αδερφοί Ντιμίτρι, Ιβάν, Αλιόσα και ο νόθος Σμερντιακόφ, όπως και γύρω τους ένας ολόκληρος κόσμος, περνά από το καμίνι των θλίψεων για να οδηγηθούν, τουλάχιστον οι περισσότεροι, στην ελευθερία ως λύτρωση.
       Ο Ντοστογιέφσκι αν και «γνήσιος ρώσος», επηρεασμένος δηλαδή βαθύτατα από τα ερεθίσματα της κοινωνίας στην οποία ανδρώθηκε πνευματικά, δεν παρέμεινε ιδεολογικά προσκολλημένος στη ρωσική ιδιοπροσωπία, αλλά  οι ιδέες του σε σχέση μ’ εκείνες των άλλων ρώσων πνευματικών ανθρώπων και διανοητών του καιρού του, προσέλαβαν πιο έκδηλο πανανθρώπινο χαρακτήρα, αφού κατάφερε να υπερβεί τις ιδιότυπες αντιφάσεις και τις αντινομίες του ρωσικού πνεύματος και να αποφύγει τη νομοτελειακή ένταξη σε έναν από του δύο πόλους του, να παραμείνει ακραιφνώς αποκαλυπτικός ή να γίνει τέλειος μηδενιστής. Να επιλέξει δηλαδή ένα από τα δύο πνευματικά άκρα, καθώς για το ρώσο γενικώς η ευτυχία μέσα στην ιστορία του είναι προβληματική, πεποίθηση βασισμένη στην πίστη ότι τα πάντα καθορίζονται στην ιστορία από θρησκευτικές δυνάμεις. Γι’ αυτό και είναι αναγκασμένος είτε να τις αποδεχθεί ως αποκαλυπτικός με άκρα θρησκευτικότητα, είτε να τις απορρίψει ως μηδενιστής με συνειδητή αθεΐα, που και τα δύο όμως τον οδηγούν αναπότρεπτα στο μηδενιστικό χάος. Η στάση αυτή μάλιστα τον οδηγεί στο να εναντιώνεται κατά κανόνα στον πολιτισμό και την ιστορία όπως την κατανοεί κυρίως η Δύση, ζητώντας σχεδόν πάντοτε αφορμή για να γκρεμίσει κάθε αξία. Κι αυτό, γιατί στη ρωσική ψυχή  συνενώνονται και συνυπάρχουν στην πραγματικότητα με τρόπο σφοδρά αντινομικό μηδενισμός και αποκαλυπτική, η αθεΐα και ο θρησκευτικός  ενθουσιασμός, αφού ο ρωσικός μηδενισμός είναι στην ουσία μια εκφυλισμένη αποκαλυπτική και η αποκαλυπτική ένας άλογος μηδενισμός. Το γεγονός αυτό μάλιστα, οδηγεί αέναα το ρώσο στην αναζήτηση μιας νέας αποκάλυψης, δηλαδή μιας καταστροφής και μιας νέας δημιουργίας, κάτι που όχι μόνο ερευνά βαθύτατα ο Ν., αλλά και επιχειρεί με το έργο του όσον αφορά και την έννοια της ελευθερίας, την οποία θεμελιώνει ουσιαστικά σε μια νέα δική του αποκαλυπτική.
     Για το λόγο αυτό και στα μυθιστορήματά του καταθέτει στην πραγματικότητα τη δική του ιδιαίτερη ρωσική ψυχή, τις δικές του αμφιβολίες και εσωτερικές συγκρούσεις, τη δική του προσπάθεια να υπερβεί το ρωσικό μηδενισμό με το ξεπέρασμα τόσο της θρησκευτικής αποκαλυπτικής όσο και του άλογου μηδενισμού, αγωνιζόμενος να απελευθερωθεί από αυτή τη φθοροποιό σύγκρουση με την απόκτηση της ελευθερίας στο Θεό. Είναι κοινό συμπέρασμα του συνόλου σχεδόν των μελετητών του έργου του, πως όλοι του οι ήρωες των έργων του εκφράζουν ουσιαστικά το δικό του κόσμο και ακολουθούν το δικό του οδυνηρό δρόμο, βιώνοντας τον πόνο και τα προβλήματα, μέσα από τα οποία αναζητά τη λύτρωση ως πραγματική ελευθερία, όχι στο παρελθόν της αποκαλυπτικής, ή στο ευδαιμονιστικό παρόν του μυθολογικού μηδενισμού, αλλά στο άγνωστο μέλλον, σε μια πορεία που σκοπό έχει την ελευθερία στο Θεό μέσα από τις θλίψεις και τον πόνο. Γι’ αυτό και όπως παρατηρείται σωστά, τα έργα του Ν. δεν είναι τίποτε άλλο στην ουσία, από ιδιότυπης μορφής «τραγωδίες». Τραγωδίες μιας μοναδικής ανθρώπινης μοίρας, ενός  μοναχικού ανθρώπινου πνεύματος, από τις οποίες προσπαθώντας να απεγκλωβιστεί και να υπερβεί το ρωσικό δίπολο μηδενισμού και αποκαλυπτικής, αποδέχεται μεν ως μέσο απελευθέρωσης τη χριστιανική αποκάλυψη όπως την κατανόησε η ορθόδοξη Ανατολή, όχι όμως  ως θρησκευτικότητα με την έννοια της αποκαλυπτικής που έχει σαν σκοπό το ανθρωπόθεο στον οποίο κατέληξε με τον υπεράνθρωπο του Νίτσε στην πνευματική υποδούλωση  η ρωμαιοκαθολικίζουσα προτεσταντική Δύση, αλλ’ ως ιδιότυπη εκκλησιαστικότητα, με την έννοια της ελευθερίας που προσφέρει ο Χριστός ως Θεάνθρωπος. Και τούτο, διότι ο Ν. ως αληθινός Ρώσος, που πάντοτε αναζητά μια νέα αποκάλυψη και μια νέα δημιουργία, δεν υιοθετεί εξολοκλήρου την ορθόδοξη παράδοση στο ζήτημα της ελευθερίας, αλλά  προτείνει κάτι νέο, με το άνοιγμα στην περιοχή του πνευματικού βάθους του ανθρώπου, γι’ αυτό και από το έργο του αναδύεται μια νέα ψυχή και μια νέα αίσθηση του κόσμου.
            Η θρησκευτική μεταφυσική του Ν. συνεπώς, δεν υπήρξε οπωσδήποτε μηδενιστική, αλλά ούτε και θρησκευτικά αποκαλυπτική, αφού αντιτίθεται προς κάθε υπερβατική μορφή θρησκευτικότητας. Επειδή όμως ως θεωρία δεν έφτασε ποτέ σε ολοκλήρωση, αλλά και η θρησκευτική του συνείδηση σε ενότητα, αποτέλεσε μια διαρκή πορεία δημιουργική και εξελισσόμενη με σκοπό τη θεμελίωση μιας νέας αποκαλυπτικής, μιας νέας θρησκείας της ελευθερίας, όπως αυτή κηρύσσεται στο  «Μέγα Ιεροεξεταστή», δηλαδή ως μια εμπειρία θρησκευτική που θα εκφράζεται με την χωρίς αναγκαιότητα ελεύθερη αγάπη του ανθρώπου προς το Θεό, η οποία και θα συνιστά την υπέρβαση τόσο του αθεϊστικού μηδενισμού, όσο και της στείρας αποκαλυπτικής θρησκευτικότητας.
     3. Ο Ν. για το λόγο αυτό στο έργο του επιμένει κυρίως στο πρόβλημα του ανθρώπου και της μοίρας του, με αποφασιστικής σημασίας στοιχείο την έννοια της ελευθερίας. Ο άνθρωπος είναι το κέντρο του ενδιαφέροντός του, γι’ αυτό και δεν επιθυμεί να λύσει το πρόβλημα του Θεού, όπως πεισματικά θα έκανε ένας δυτικός διανοούμενος ουμανιστής, θιασιώτης του ορθολογισμού της Διαφώτισης με ευκλείδειο πνεύμα, ή ένας κλασικός ρώσος μηδενιστής, ή και ένας οπαδός της θρησκευτικής αποκαλυπτικότητας, δηλαδή ένας υποχθόνιος άνθρωπος. Εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι το ανθρώπινο πρόβλημα και το ανθρώπινο δράμα, ως συνέπεια της έλλειψης της ελευθερίας, όπως το βίωνε στην εποχή του και στην κοινωνία που ζούσε. Το πρόβλημα του Θεού το κατανοούσε πρώτιστα ως ανθρώπινο πρόβλημα, το οποίο με τη σειρά του είναι ουσιαστικά πρόβλημα θείο, δηλαδή σε τελική ανάλυση πρόβλημα ελευθερίας, καθώς η αληθινή ελευθερία για το μεγάλο ρώσο είναι στο Θεό. Για το Ν. το μυστήριο του Θεού αποκαλύπτεται ουσιαστικά μέσα στην ανθρώπινη μοίρα με σκοπό να απελευθερώσει τον άνθρωπο, γι’ αυτό και στην πραγματικότητα το έργο του δεν συνιστούν τόσο οι εξωτερικές μορφές της ζωής, όσο το πνευματικό βάθος του ανθρώπου, η μοίρα του ανθρώπινου πνεύματος, η διάσπαση του οποίου είναι το κύριο θέμα των μυθιστορημάτων του. Όμως αν και ο Ν. οδηγεί τον άνθρωπο στην άβυσσο της διάσπασης, αποτυπώνοντας έτσι έντονα το ανθρώπινο δράμα, δεν εγκαταλείπει τους ήρωες του στο τέλμα της καταστροφής, αλλά μέσα από την δυστυχία και τον πόνο τους προβάλλει ως ελευθερία τη λύτρωση και την ανάπλασή τους, με αφετηρία και τέρμα το Θεάνθρωπο Χριστό, όπως βέβαια εκείνος τον κατανοούσε, αφού όπως παρατηρεί, ο Χριστός είναι η αλήθεια που αποκαλύπτεται στον άνθρωπο μέσα στη δυστυχία.
        Το κύριο θέμα των έργων του Ν. λοιπόν είναι ο άνθρωπος και η μοίρα του. Ο άνθρωπος για το μεγάλο ρώσο είναι το κέντρο γύρω από το οποίο κινούνται τα πάντα. Όλα είναι στον άνθρωπο και για τον άνθρωπο, γι’ αυτό και η λύση του ανθρώπινου προβλήματος θα σημάνει και τη λύση του θείου προβλήματος. Σε ολόκληρο το έργο του ο άνθρωπος παλεύει κυριολεκτικά με το Θεό, εναποθέτοντας τελικά τη μοίρα του για απελευθέρωση στα χέρια του Θεανθρώπου. Για το Ν. δεν υπάρχει τίποτα έξω από τον άνθρωπο, ούτε η φύση ούτε ο κόσμος των πραγμάτων, αλλά και ούτε οτιδήποτε μέσα στον άνθρωπο που έχει σχέση με τη φύση, το περιβάλλον και την αντικειμενική τάξη της ζωής. Γι’ αυτό και παρόλο που περιγράφει με ιδιαίτερη τέχνη τις κακόφημες συνοικίες, τις βρωμερές ταβέρνες, τα υπόγεια καπηλειά και τα μουχλιασμένα έπιπλα των σπιτιών της πόλης, και μάλιστα της αγαπημένης του Πετρούπολης, το κάνει για να προβάλλει τη μόνιμη ατμόσφαιρα της τραγικής μοίρας του ανθρώπου. Η πόλη για το μεγάλο ρώσο είναι το φόντο του ανθρώπινου δράματος. Δεν έχει σαν χώρος τη δική της υπόσταση, αλλά υποστασιάζεται ουσιαστικά στην αποτύπωση της ανθρώπινης δυστυχίας. Ο άνθρωπος όπως πιστεύει ο Ν. διέρρηξε το δεσμό του με τη φύση, ξεστράτισε από το φυσικό του χώρο και αναζήτησε καταφύγιο στις τρώγλες των πόλεων. Η πόλη είναι η τραγική μοίρα του ανθρώπου, γι’ αυτό και η Πετρούπολη που τόσο αγάπησε και θαύμασε, είναι στην ουσία ένα φάντασμα, μια απορροή του ανθρώπου στην αλητεία και τη ρυπαρότητα. Στην ομίχλη της ωριμάζουν παράφορες ιδέες και εγκληματικά σχέδια που παραβιάζουν κατάφωρα την ανθρώπινη φύση και αφανίζουν την ανθρώπινη ελευθερία.
     Έτσι, η συγκρότηση των μυθιστορημάτων του θεμελιώνεται και κυριαρχείται από μια κεντρική ανθρώπινη μορφή. Πρόσωπα και γεγονότα στρέφονται σ’ αυτή κι αυτή στρέφεται με τη σειρά της προς αυτά. Ο κεντρικός του ήρωας κάθε φορά, αποτελεί το ανθρώπινο αίνιγμα που προσπαθεί με τη βοήθεια των υπολοίπων να εξιχνιάσει. Στον Έφηβο το κεντρικό πρόσωπο είναι ο Βερσίλοφ, στους Δαιμονισμένους ο Σταβρόγκιν, στον Ηλίθιο ο πρίγκιπας Μίσκιν και στο Έγκλημα και Τιμωρία ο Ρασκόλνικωφ. Ο Ν. αρέσκεται να γκρεμίζει τον άνθρωπο σε αβύσσους και να τον περνά στο σκοτάδι της κόλασης, όμως όχι για να τον αφήσει εκεί από εκδίκηση να καταστραφεί, αλλά για να λάμψει μέσα από το σκοτάδι και τον πόνο του κάποιο λυτρωτικό φώς, δοκιμάζοντας έτσι την ελευθερία του στα πιο ακραία όριά της.
    Την ελευθερία αυτή, την οποία ονομάζει πρώτη ή πρωταρχική, κατανοεί ο Ν. ως μια ορμή χωρίς όρια, ως μια έλξη προς το παράλογο, μια αχαλίνωτη δηλαδή ελευθερία που οδηγεί στον πόνο. Ασκώντας ο  άνθρωπος αυτή την πρώτη και αρχική ελευθερία ως εκλογή του καλού ή του κακού, επιλέγει σχεδόν πάντοτε το κακό, δηλαδή την εγωιστική και αυθαίρετη ελευθερία που οδηγεί στο κακό και γι’ αυτό προτιμά τον πόνο. Τοποθετεί την ελευθερία πιο πάνω από την ευτυχία. Η ελευθερία, έτσι δεν είναι η κυριαρχία του λογικού πάνω στην ψυχή, αλλά κάτι άλογο και παράφορο που συντρίβει τα όρια  στα οποία είναι κλεισμένος ο άνθρωπος. Αυτή η απεριόριστη και αυθαίρετη ελευθερία οδηγεί τον άνθρωπο στη φθορά. Γι’ αυτό και η πορεία στο δρόμο της ελευθερίας είναι πολύ οδυνηρή και φέρνει τον άνθρωπο σε πλήρη διάσπαση, καθώς αυτός έχει την τάση, όποιος κι αν είναι όπου κι αν βρίσκεται, να θέλει να συμπεριφέρεται χωρίς να υπολογίζει το κέρδος και τη λογική. Ο άνθρωπος δηλαδή θέλει να έχει μόνο μια δική του θέληση, αδιάφορο που θα τον οδηγήσει και τι θα του στοιχίσει. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Ν. θεωρεί τον άνθρωπο ως ένα αινιγματικό και ένα προβληματικό όν, αλλά και την ανθρώπινη φύση αντινομική και διπολική ως τα βάθη της.
      Η πρώτη ελευθερία λοιπόν ως μια ορμή χωρίς όρια, ως μια έλξη προς το παράλογο, παρασύρει με την άρνηση του καλού και την εκλογή του κακού τον άνθρωπο στην παράλογη ζωή με συνέπεια τη φθορά και τον πόνο. Αυτός πιστεύει ο Ν. πως είναι ο δρόμος της ελευθερίας του ανθρώπου χωρίς να περιοριστεί στη λογική, αφού θα προτιμήσει να χάσει το μυαλό του για να περισώσει την ελεύθερη βούλησή του. Μέσα στον άνθρωπο συγκρούονται αδυσώπητα το θείο με το δαιμονικό στοιχείο, το καλό και το κακό, και όπως λέει χαρακτηριστικά ο Ντιμίτρι Καραμάζοφ στον αδερφό του Αλιόσα, ο Θεός και ο διάβολος παλεύουν μεταξύ τους και το πεδίο της μάχης είναι η καρδιά του ανθρώπου. Ο άνθρωπος δηλαδή έχει διασπασμένη προσωπικότητα, και γι’ αυτό συνυπάρχουν μέσα του σε διαρκή πόλεμο το θείο και το δαιμονικό στοιχείο, όπως συμβαίνει στις ψυχές του Ρασκόλνικοφ, του Σταβρόγκιν, του Κυρίλλωφ και του Ιβάν Καραμάζοφ. Αυτοί οι τύποι ανθρώπων είναι εκτός από διασπασμένες προσωπικότητες και οδυνηρά ελεύθεροι άνθρωποι, μόνο που αυτή η ελευθερία τους είναι τραγική, αφού μ’ αυτήν ανοίγονται μπροστά τους δυο δρόμοι, αυτός του Θεανθρώπου που λυτρώνει κι εκείνος του ανθρωπόθεου, του θεοποιημένου ανθρώπου που οδηγεί στην καταστροφή.
      Ο δρόμος της πρώτης ελευθερίας λοιπόν μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο είτε στη θεοποίησή του με την εκλογή του κακού, οπότε καταστρέφεται, είτε στην ανακάλυψη του Θεού με την εκλογή του καλού, οπότε σώζεται στους κόλπους της θεότητας, διότι ο άνθρωπος γίνεται άνθρωπος μόνο όταν είναι εικόνα του Θεού, δηλαδή μόνο όταν υπάρχει Θεός. Όταν δεν υπάρχει Θεός για το Ν. ή όταν ο ίδιος ο άνθρωπος γίνεται Θεός, τότε αυτό σημαίνει και την καταστροφή του ανθρώπου. Έτσι το ανθρώπινο δράμα λύνεται για το μεγάλο ρώσο μόνο στο πρόσωπο του Χριστού. Το δράμα του υποχθόνιου ανθρώπου δηλαδή, βρίσκει το θετικό του τέλος στη θεία εικόνα όπως αυτή αποτυπώνεται στους Αδελφούς Καραμάζοφ. Γι’ αυτό αν και στο έργο του προβάλλονται όπως πιστεύουν πολλοί μόνο οι σκοτεινές πλευρές του ανθρώπου, ενός όντος χωρίς λύτρωση αλλά μόνο γεμάτου οδύνη, στην πραγματικότητα ξεπηδά μέσ’ απ’ αυτές μια χαρά και μια πνευματική ελευθερία, η οποία προέρχεται μέσα από την οδύνη, αφού συνήθως ο άνθρωπος επιλέγει το κακό.
       4. Ειδικότερα συνεπώς, το πρόβλημα της ελευθερίας του ανθρώπου συνδέεται στενά με το πρόβλημα του κακού, το οποίο επιλέγει ελεύθερα ο άνθρωπος, όπως και των εγκληματικών παρορμήσεων του ανθρώπου, ως συνέπειάς του. Γι’ αυτό και είναι απαραίτητο να τονιστεί πως η παρουσία και η δράση του κακού δεν είναι δυνατό να εξηγηθεί χωρίς την ελευθερία αφού εκδηλώνεται στην πορεία πραγμάτωσής της ως απόρριψη του καλού. Χωρίς τη σύνδεση της ελευθερίας με την ύπαρξη του κακού δεν θα υπήρχε καμιά ανθρώπινη ευθύνη και θα θεωρούνταν υπεύθυνος ο Θεός για την ύπαρξή του και όχι η ελεύθερη βούληση του ανθρώπου. Το κακό, όμως, όπως πίστευε ο Ν. είναι παιδί της ελευθερίας, με την οποία συνδέεται το μυστικό της ζωής και της ανθρώπινης μοίρας. Και αυτό γιατί η πρώτη ελευθερία είναι άλογη και μπορεί να προκαλέσει και το καλό και το κακό, ανάλογα με την ελεύθερη εκλογή του συγκεκριμένου προσώπου που την ασκεί. Αν όμως εξαιτίας της αποφυγής του κακού θα ήθελε ο άνθρωπος να απορρίψει την ελευθερία, τότε θα δημιουργούσε το πιο απαίσιο κακό και οπωσδήποτε δεν θα αποκτούσε το καλό. Γιατί ως καλό λογίζεται μόνο το ελεύθερο καλό. Εξαναγκασμός και δουλεία με σκοπό την απόκτηση της αρετής, σημαίνει για το Ν. το κακό του Αντίχριστου, του εχθρού του Θεανθρώπου, του ανθρωπόθεου, του πνευματικού κατακτητή του ανθρώπου, όπως βιώθηκε στη νεότερη Ευρώπη
       Η πορεία όμως της ανθρώπινης ελευθερίας οδηγεί για το Ν. στην πεποίθηση ότι ο άνθρωπος με την άσκηση της ελεύθερης εκλογής, οδηγείται συνήθως στην αυθαιρεσία, η αυθαιρεσία οδηγεί στο κακό και το κακό στο έγκλημα, που σαν ενέργεια βρίσκεται επίσης στο κέντρο του έργου του. Τα μυθιστορήματα και τα άλλα έργα του είναι γεμάτα με περιστατικά εγκλημάτων και δίκες εγκληματιών, διότι το έγκλημα συνιστά το αποκορύφωμα της αυθαίρετης ελευθερίας ως επιλογής του κακού, με το οποίο ο άνθρωπος υπερβαίνει τα όρια της φύσης του. Συνιστά κορυφαίο στην τραγικότητά του αποτέλεσμα της αυθαίρετης βούλησης και της άλογης ανθρώπινης ελευθερίας.
       Επειδή μάλιστα το κακό για το Ν. βρίσκεται ως δυνατότητα στα βάθη της ανθρώπινης φύσης, στην άλογη ελευθερία της, στην πτώση από τη θεία φύση, στην εσωτερική της πηγή, γι’ αυτό και ήταν πάντοτε έτοιμος να δεχτεί χωρίς δισταγμό κάθε τιμωρία για τον άνθρωπο που με αυθαίρετο τρόπο χρησιμοποίησε την ελευθερία του, καθώς θεωρούσε πως κάτι τέτοιο, δηλαδή η τιμωρία για το έγκλημα, ταιριάζει σε ελεύθερα και υπεύθυνα όντα, όχι σαν εκδίκηση αλλά ως επιβεβαίωση της αυθαίρετης μεν αλλά χωρίς εξωτερικά εμπόδια άσκησης της ελευθερίας του. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος που δε δεχόταν έναν θετικιστικό ανθρωπισμό, μια εξωτερικά υπαγορευμένη στάση ζωής ως ελευθερία, την οποία επιβάλλει ένας ηθικός νόμος ή ένα ανθρωπιστικό κοινωνικό σύστημα όπως συμβαίνει στη σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία με την προτεσταντική ηθική κυρίως, η οποία οδήγησε στον ανθρωπόθεο, όπως ονόμαζε το νιτσεϊκό υπεράνθρωπο. Και τούτο, διότι σε όλα αυτά διέβλεπε την ουσιαστική άρνηση του βάθους της ανθρώπινης φύσης, την άρνηση της ελευθερίας του ανθρώπινου πνεύματος, καθώς και της ευθύνης που συνδέεται οργανικά με την ελευθερία.
       Εν ονόματι λοιπόν της ανθρώπινης ελευθερίας ο Ν. επιδοκιμάζει την αναγκαιότητα της τιμωρίας για κάθε εγκληματία, καθώς όπως πιστεύει ούτε ο ίδιος ο άνθρωπος δεν θα έμενε ευχαριστημένος αν του έλεγαν ότι δεν είναι υπεύθυνος για το κακό και το έγκλημα που διέπραξε. Θα ήταν σα να του έλεγαν ότι δεν είναι ελεύθερο όν, δεν είναι πνεύμα, αλλά μια παθητική αντανάκλαση των ηθικών αρχών του κοινωνικού του περιβάλλοντος, υπόδουλος δηλαδή μιας νομικής ηθικής και μιας χωρίς οντολογικό βάθος στάσης ζωής, όπως αυτή του σύγχρονου ευρωπαίου ανθρώπου. Με τον τρόπο αυτό θέλει να τονίσει ο Ν., ότι η δυνατότητα του ανθρώπου να διαπράξει το κακό με τη μορφή του πιο στυγερού εγκλήματος και να τιμωρηθεί γι’ αυτό ως υπεύθυνος της πράξης του, του διασφαλίζει τη φυσική του ελευθερία, αφού θεωρεί κατ’ αρχάς το κακό ως ένα σημάδι πως ο άνθρωπος κατέχει ένα εσωτερικό βάθος, δηλαδή είναι ελεύθερος να επιλέξει ό,τι θέλει, ακόμη και το κακό. Το κακό όμως δεν είναι για το Ν. αυθύπαρκτο και αυθυπόστατο, δεν είναι μια οντότητα ή μια απρόσωπη δύναμη μέσα στον άνθρωπο, αλλά στην ουσία μια δυνατότητα που υποστασιοποιείται και ενεργείται από το συγκεκριμένο ανθρώπινο πρόσωπο, που κάνοντας αυθαίρετη χρήση της ελευθερίας του, το πραγματώνει. Γι’ αυτό και είναι συνδεδεμένο με την προσωπικότητα του κάθε ανθρώπου ως φορέα της ελεύθερης εκλογής, με συνέπεια το πρόσωπο που διαπράττει το κακό να είναι και ολοκληρωτικά υπεύθυνο όσον αφορά τις συνέπειες του. Έξω από το πρόσωπο, δηλαδή, δεν υπάρχει το κακό, αφού δεν υπάρχει και η ελευθερία.  Κι αυτό γιατί αν ο άνθρωπος γίνει ένα ανεύθυνο δημιούργημα τότε δεν υπάρχει τίποτε ούτε ο άνθρωπος, ούτε ο Θεός, ούτε το καλό ούτε το κακό για το Ν.
      Ο άνθρωπος λοιπόν ως ελεύθερο όν, είναι υπεύθυνος για το κακό που υποστασιοποιεί ουσιαστικά διαπράττοντάς το, γι’ αυτό και επειδή τον οδηγεί στην καταστροφή του, πρέπει να ξεπεραστεί ελεύθερα από τον ίδιο, θεωρούμενο ως κάτι μηδενιστικό ώστε να καταστραφεί. Το κακό είναι όμως παρά ταύτα κατά το Ν. ο δρόμος του ανθρώπου, η τραγική του πορεία, η μοίρα του ως ελεύθερου όντος. Είναι μια εμπειρία που πλουτίζει ουσιαστικά τον άνθρωπο και τον ανεβάζει σε ψηλότερη πνευματική βαθμίδα, αρκεί να κατανοήσει σε βάθος τη φύση του, ώστε να συνειδητοποιήσει τη μηδαμινότητά του προκειμένου να κατακαεί και στη συνέχεια να προσεγγίσει το φώς, κάτι βέβαια που κατορθώνεται μόνο από τους αληθινά ελεύθερους και πνευματικά ώριμους ανθρώπους. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι ο δρόμος για το καλό και την ουσιαστική ελευθερία είναι απαραίτητο να περάσει αναγκαστικά μέσα από το στάδιο του κακού ή ότι το κακό εξελίσσεται μέσα στο δρόμο του καλού. Για το Ν. το κακό είναι κακό και πρέπει να αφανιστεί, να κατακαεί στη φωτιά της κολάσεως από τον ίδιο τον άνθρωπο, όχι όμως αναγκαστικά αλλά ελεύθερα, γι’ αυτό και τη χρησιμότητά του την εντοπίζει μόνο στο γεγονός ότι η τραγική του εμπειρία πλουτίζει πνευματικά τον άνθρωπο και οξύνει τη γνώση του, αλλά δεν τον εξιλεώνει ούτε τον οδηγεί στο καλό και την ελευθερία. Μόνο η καταγγελία του κακού και ο πόνος μέσα απ’ αυτό μπορεί να υψώσει τον άνθρωπο στις υψηλότερες πνευματικές σφαίρες και να τον λυτρώσει απελευθερώνοντάς τον.
       Το κακό συνεπώς για το Ν., επειδή ακριβώς είναι ο τραγικός δρόμος και η τραγική μοίρα του ανθρώπου, συνιστά και τη μεγαλύτερη δοκιμασία της ελευθερίας του. Είναι συνδεδεμένο με τον πόνο και πρέπει να οδηγεί μέσω του πόνου από τη διάπραξή του, στο δρόμο της λύτρωσης. Για το Ν. ο πόνος που προέρχεται από το κακό, έχει λυτρωτική δύναμη και η ζωή του ανθρώπου είναι μια προσπάθεια απελευθέρωσης από την τραγική ενοχή για τη διάπραξη του κακού με τον πόνο, ώστε και η ελευθερία να συνδέεται αναπότρεπτα με την λύτρωση μέσω του πόνου. Η ελευθερία συνεπώς αν και οδηγεί ουσιαστικά τον άνθρωπο στο δρόμο του κακού, αυτός όμως ο δρόμος είναι ταυτόχρονα και η δοκιμασία της ελευθερίας του, γι’ αυτό και πρέπει η διάπραξη του κακού να οδηγεί τον άνθρωπο στη λύτρωση και την ελευθερία. Η ελευθερία δηλαδή με άλλα λόγια, γεννά το κακό που την καταστρέφει, αλλά η λύτρωση από τον πόνο που προέρχεται από το κακό, μπορεί να αναπλάσει την ελευθερία και να τη δώσει πάλι άνθρωπο, αρκεί εκείνος να το αποφασίσει ανεμπόδιστα και χωρίς καταναγκασμό. Ως πρότυπο και χορηγό αυτής της ελευθερίας ο Ν. θεωρεί το Χριστό ως Θεάνθρωπο, που είναι ο λυτρωτής αλλά και η ίδια η ελευθερία. Σε όλα του τα μυθιστορήματα ο Ν. οδηγεί τον άνθρωπο στην πνευματική του πορεία, δια μέσου της ελευθερίας, του κακού και της λύτρωσης. Στους Αδελφούς Καραμάζοφ ο στάρετς Ζωσιμάς και ο Αλιόσα γνώρισαν το κακό, όμως ανέβηκαν σε ψηλή πνευματική σφαίρα, αποκτώντας την ελευθερία τους. Μάλιστα ο Αλιόσα είναι το πρόσωπο εκείνο από τους Καραμάζωφ που κατάφερε να περάσει τη δοκιμασία της ελευθερίας μέσω της εμπειρίας του κακού και να λυτρωθεί, κάτι που αποτελεί τη δεύτερη, την ουσιαστική ελευθερία, για την οποία και θα γίνει λόγος παρακάτω.
       Όσον αφορά όμως την πρώτη ελευθερία και τη σχέση της με την εκλογή του κακού, ανακύπτει κατά το Ν. επίσης το ζήτημα του εάν και κατά πόσο είναι δεσμευμένος ο άνθρωπος από ηθικούς κανόνες, αν δηλαδή του επιτρέπεται ή όχι να πράξει οτιδήποτε χωρίς όρια. Σ’ αυτό το πρόβλημα είναι αφιερωμένα ουσιαστικά το Εγκλημα και Τιμωρία, όπως και μεγάλο μέρος από τους  Δαιμονισμένους και του Αδελφούς Καραμάζωφ, όπου  τονίζεται πως η ελευθερία που καταλήγει σε αυθαιρεσία, δε θέλει να ακούσει για κανένα περιορισμό, καθώς επιλέγει το κακό, οπότε ο άνθρωπος έχει απορρίψει το Θεό και έχει θεοποιήσει τον εαυτό του. Όταν για τον άνθρωπο δεν υπάρχει Θεός ή όταν έχει θεοποιήσει τον εαυτό του, τότε του επιτρέπονται τα πάντα κατά το μεγάλο ρώσο, αφού με την αυθαίρετη άσκηση της ελευθερίας του δοκιμάζει τις δυνάμεις του, την εξουσία και την κλήση του, επιδιώκοντας συνειδητά ή ασυνείδητα τη θεοποίησή του. Έτσι αρχίζει να κυριεύεται από μια ιδέα παντοδυναμίας, ενώ ταυτόχρονα η ελευθερία του χάνεται κι αυτός μετατρέπεται σε σκλάβο μιας ανεξέλεγκτης δύναμης αυθαιρεσίας. Προσπαθώντας δηλαδή να ξεπεράσει με τις πράξεις του την ελευθερία του, ο άνθρωπος υποδουλώνεται αυτόματα όπως ο Ρασκόλνικοφ, που αν και δίνει την εντύπωση ενός ελεύθερου ανθρώπου, εν τούτοις είναι ένας μανιακός δαιμονισμένος, ένας δούλος του κακού, αφού του λείπει η ηθική αυτονομία, που μπορεί να γεννηθεί μόνο στο λυτρωμένο και πραγματικά ελεύθερο άνθρωπο. Ο Ρασκόλνικωφ, ο πιο τραγικός από τους ήρωες του μεγάλου ρώσου συγγραφέα, έχει την ψευδαίσθηση πως ανήκει σε μια μερίδα ανθρώπων εκλεκτή, πως είναι μια διακεκριμένη προσωπικότητα που είναι προορισμένη να ευεργετήσει την ανθρωπότητα, γι’ αυτό και του επιτρέπονται τα πάντα. Του επιτρέπεται, προκειμένου να υπηρετήσει τον άνθρωπο, να σκοτώσει μια γριά τοκογλύφο, να διαπράξει δηλαδή ένα φρικτό έγκλημα και να προβεί σε μια βαθιά ανελεύθερη ενέργεια για να ανακουφίσει την ανθρωπότητα, κάτι όμως που τον οδηγεί με βεβαιότητα στον πνευματικό θάνατο, στη στέρηση της πραγματικής του ελευθερίας. Η ιστορία του, είναι η ιστορία ενός ανθρώπου που σκοτώνοντας τον άλλο, σκοτώνει τον ίδιο του τον εαυτό.
        Γι’ αυτό και στο Έγκλημα και Τιμωρία ο Ν. τονίζει τελικά ότι δεν επιτρέπονται όλα στον άνθρωπο και πως κάθε πλάσμα του Θεού άσχετα από τις πράξεις του έχει απόλυτη αξία, αφού δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα του Θεού. Η πνευματική φύση του ανθρώπου είναι εκείνη και όχι ο ηθικός νόμος που δεν επιτρέπει το φόνο ούτε ενός από τα πιο βλαβερά ανθρώπινα πλάσματα, καθώς όταν ο άνθρωπος στην ορμή της αυθαιρεσίας του σκοτώσει έναν άλλο, τότε καταστρέφεται αυτός ο ίδιος, παύει να είναι εικόνα του Θεού και η προσωπικότητά του εκφυλίζεται και βέβαια η ελευθερία του καταστρέφεται και αφανίζεται. Ο Ρασκόλνικωφ δοκίμασε τα όρια της ελευθερίας του και αυθαιρετώντας οδηγήθηκε σε τραγικά αποτελέσματα. Καταστράφηκε μαζί με το θύμα του, έχασε την ελευθερία του και βυθίστηκε στο τέλμα. Καταβαραθρώθηκε στην άβυσσο της μηδαμινότητας, γιατί ήταν ένας βαθιά διασπασμένος, ένας φαντασμένος άνθρωπος που στον αγώνα του να την πραγματώσει σε βάρος του άλλου, έχασε την ελευθερία του, καθώς παρέμενε ένας υποχθόνιος άνθρωπος.
     Για να κατανοήσει κανείς με πληρότητα την έννοια της ελευθερίας στο έργο του Ν., πρέπει να καταλάβει πρώτα το είδος της ελευθερίας του υποχθόνιου ανθρώπου. Σε όλα του τα έργα ο Ν. καταπιάνεται με την κίνηση του «υποχθόνιου πνεύματος», όπως  ονομάζει τον αρνητικό τύπο του ανθρώπου. Ο υποχθόνιος ως τύπος ανθρώπου της θρησκευτικής αποκαλυπτικής, επιδιώκει διαρκώς να ξεπεράσει τα όριά του, θεωρώντας ότι του επιτρέπονται όλα, κάθε αισχρή πράξη και κάθε έγκλημα, για την απατηλή εξυπηρέτηση υψηλών στόχων. Ο σκοπός του όμως είναι να γίνει θεός, η ισοθεΐα. Σ’ αυτή την ελευθερία του υποχθόνιου ανθρώπου όμως βρίσκεται ουσιαστικά  ο θάνατος, όπως στις περιπτώσεις του Ρασκόλνικωφ που αναφέραμε, του Σταβρόγκιν και ειδικότερα του Κυρίλλωφ, ο οποίος απορρίπτοντας το Θεό κι επιδιώκοντας τη δική του θεοποίηση, καταδικάζεται να καταστραφεί χάνοντας την ελευθερία του, υποτασσόμενος στην κυριαρχία των κακών πνευμάτων, για να καταλήξει στο τέλος ένας δαιμονισμένος.
       Η αχαλίνωτη ελευθερία συνεπώς καθιστά τους ανθρώπους δούλους, αφαιρώντας τους την ελευθερία του πνεύματος. Οι δαιμονικές δυνάμεις καταστρέφουν όχι μόνο την ελευθερία, αλλά και τον ίδιο τον άνθρωπο, αφού τον διασπούν καθώς δεν μπορεί να κάνει ελεύθερα την εκλογή του καλού και της αλήθειας. Η ελευθερία έτσι αυτοκαταστρέφεται, αφού επέλεξε το δρόμο της αυθαιρεσίας. Κατά το Ν. είναι αδύνατο να διατηρήσει ο άνθρωπος ακόμη και την αρχική ελευθερία όταν επιλέξει το δρόμο της αυθαιρεσίας, γι’ αυτό και η αληθινή ελευθερία είναι δυνατή μόνο στο δρόμο της ζωής του Θεανθρώπου. Αυτό συμβαίνει κατά το μεγάλο ρώσο και με το «ευκλείδειο πνεύμα» που αποτυπώνει ουσιαστικά τον τύπο του υποχθόνιου ανθρώπου ως άλογου μηδενιστή. Το ευκλείδειο πνεύμα είναι ο δρόμος του άκρατου ορθολογισμού που δεν είναι σε θέση να συλλάβει την αληθινή ελευθερία, γι’ αυτό και επαναστατεί σχεδόν πάντοτε εναντίον του Θεού. Με την επανάσταση του «ευκλείδειου πνεύματος», ο άνθρωπος επιχειρεί να δημιουργήσει έναν καλύτερο κόσμο και για να το πετύχει αυτό εξεγείρεται πρώτα εναντίον του Θεού στο όνομα της αγάπης του κοινού καλού, μετατρέποντας όμως στην πραγματικότητα την επαναστατική αυτή ελευθερία, σε άρνηση της ιδέας της ελευθερίας και υποδούλωση στην ατομική ιδιοτέλεια, όπως συνέβηκε ουσιαστικά, όπως πιστεύει στη Γαλλική Επανάσταση.
       Την πηγή του κακού θα την κατανοήσει ο άνθρωπος κατά το Ν., μόνο αν δεχθεί την αληθινή ελευθερία που συνοδεύεται από τον πόνο και αυτά τα συνδέσει με τον κόσμο και το Θεό. Ο κόσμος του ευκλείδειου πνεύματος, σε αντίθεση με το γεμάτο πόνο και οδύνη κόσμο του Θεού, είναι καλός και ευτυχισμένος, με τη διαφορά όμως ότι απουσιάζει απ’ αυτόν η αληθινή ελευθερία, αφού θα είναι τα πάντα αναγκαστικά και ορθολογιστικά οργανωμένα. Και αυτό γιατί η εξέγερση που αρχίζει με απεριόριστη ελευθερία κατά του Θεού, οδηγεί αναπότρεπτα και στην απεριόριστη κυριαρχία πάνω στη σκέψη και τον απεριόριστο δεσποτισμό πάνω στη ζωή του ανθρώπου. Χωρίς Θεό τονίζει ο μεγάλος ρώσος τα πάντα επιτρέπονται, καθώς στον δυτικό ορθολογισμό κυριαρχεί ο υπεράνθρωπος ως ιδανικό, ο ανθρωπόθεος δηλαδή του Ν., ο οποίος εν ονόματι της ελευθερίας και του καλού, είναι ικανός να διαπράξει και τα πλέον ειδεχθή εγκλήματα, ώστε να αποκτήσει αρμονία ο υπόδουλος κόσμος του, αυτός που ονομάζει κόσμο της προόδου και της ευημερίας.
      Με όλ’ αυτά κατά τους μελετητές του, ο Ν. αντιτίθεται κυρίως στο μοντέλο του ανθρωπόθεου, δηλαδή στον απάνθρωπο υπεράνθρωπο της Δύσης, καταγγέλλοντας τόσο το απατηλό είδωλο της αφηρημένης αγάπης προς την ανθρωπότητα, αφού όλα τα εγκλήματα διαπράττονται από τον ορθολογιστή στο όνομα της αγάπης και του κοινού καλού, όσο και το ιδεώδες του ευρωπαίου υπερανθρώπου, που αποτελεί στην ουσία καθαρή απανθρωπιά, προβάλλοντας ως αντίδοτό της τη θρησκεία της αγάπης προς τον πλησίον με κέντρο το θεάνθρωπο Χριστό, έχοντας σαν βάση γι’ αυτό την ορθόδοξη παράδοση, την οποία όμως προσαρμόζει ουσιαστικά στη δική του μεταφυσική θεωρία. Για το Ν. σύμφωνα με αυτήν, ολόκληρη η ανθρωπότητα είναι συγκεκριμένος πλησίον, και το κάθε ανθρώπινο πρόσωπο είναι για τον άλλο ο Θεός. Κι αυτό γιατί η ιδέα του Θεού είναι υπερβατική, γεγονός που δεν καθιστά τον άνθρωπο όργανο σκοπιμοτήτων. Ο Θεός κατά το Ν. αποκαλύπτεται στον κόσμο μέσω του Υιού του, ο οποίος είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, ο Θεάνθρωπος, στον οποίο το θείο και το ανθρώπινο βρίσκονται σε αρμονική  ενότητα και γι’ αυτό υποστασιάζει στο πρόσωπό του την αληθινή ελευθερία. Κάθε άλλη υπερανθρώπινη ιδέα καταστρέφει τον άνθρωπο και τον καθιστά αντικείμενο διαφόρων σκοπιμοτήτων, αφού η θεοποίηση του ανθρώπου επιφέρει το θάνατο και την απώλεια της ελευθερίας, όπως στην περίπτωση του Ρασκόλνικωφ, που προβάλλει ως ένας εκπρόσωπος του δαιμονισμένου κόσμου, που στην αυθαιρεσία του αποφασίζει να δολοφονήσει ένα κατώτερο, όπως το θεωρεί, πλάσμα, μόνο που μια τέτοια απόφαση δεν ανήκει σε άνθρωπο κατά το Ν., αλλά μόνο στο Θεό, αφού εκείνος είναι η μόνη υψηλή ιδέα, κάτι που αν δεν αναγνωρίσει ως αλήθεια ο άνθρωπος, καταστρέφει και τον εαυτό του και τον πλησίον.
       Ο Ν. όμως δεν διακήρυττε μόνο τη συμπόνια και το σεβασμό προς κάθε ανθρώπινο πλάσμα, ανάγοντας τη μοίρα του αποκλειστικά στο Θεό, αλλά ταυτόχρονα τόνιζε και την κατάφαση του πόνου που προέρχεται από το κακό, καλώντας τον άνθρωπο να τον δεχτεί και να τον αισθανθεί ως λυτρωτική δύναμη που θα τον οδηγήσει στην ελευθερία. Ο πόνος δεν είναι κάτι που επιβάλλεται άδικα στον άνθρωπο πιστεύει, αφού είναι συνέπεια της εκλογής της ύπαρξης και της δράσης του κακού στη ζωή του. Πόνος και κακό είναι πράγματα συνυφασμένα, αλλά και το κακό είναι συνυφασμένο με την ελευθερία, και γι’ αυτό η ελευθερία οδηγεί στον πόνο.
      Ο δρόμος συνεπώς της ελευθερίας είναι δρόμος πόνου και θλίψεων, γι’ αυτό και αν απαλλάξουμε τον άνθρωπο από τον πόνο, αναγκαστικά θα του αφαιρέσουμε και την ελευθερία. Έτσι ο Ν. προτρέπει τον άνθρωπο να ακολουθήσει τον πόνο ως αναπότρεπτη συνέπεια της ελευθερίας, αφού στον πόνο διαβλέπει σημάδια υψηλής αξιοπρέπειας, καθώς ο πόνος δεν είναι μόνο συνέπεια του κακού, αλλά και στον πόνο κατακαίεται το κακό. Ο δρόμος της ελευθερίας λοιπόν οδήγησε τον άνθρωπο στο δρόμο του κακού και ο δρόμος του κακού τον οδηγεί στη διάσπαση λόγω της απεριόριστης ελευθερίας. Με τη διάσπαση ο άνθρωπος καταλήγει στην αυθαιρεσία και τη στέρηση της χάριτος και της πίστεως, αφού δεν μπορεί να κάνει ορθά την πράξη της εκλογής, γι’ αυτό και κινείται διασπαστικά σε δυο αντικρουόμενες κατευθύνσεις, με συνέπεια να διχάζεται ως πρόσωπο και να λειτουργούν στην πραγματικότητα μέσα του δύο εγώ. Τέτοιοι διασπασμένοι άνθρωποι, τέτοιες διχασμένες προσωπικότητες είναι όλοι οι ήρωες του Ν., όπως ο Ρασκόλνικωφ, ο Σταρόβκιν, ο Βερσίλοφ, και ο Ιβάν Καραμάζωφ, οι οποίοι ζουν διπλή ζωή. Το δεύτερο εγώ τους είναι το εσωτερικό κακό, η δαιμονική εκδήλωση, ο ίδιος ο διάβολος που είναι το πνεύμα του μηδενισμού και παραμονεύει κάθε άνθρωπο. Ο διάβολος βρίσκεται πίσω από όλους τους διασπασμένους ήρωες του μεγάλου ρώσου. Το δεύτερο εγώ του διασπασμένου ανθρώπου είναι το πνεύμα του μηδενός, η διάλυση της ανθρώπινης προσωπικότητας, στο οποίο εισέρχεται η κενή, η αυθαίρετη και χαώδης ελευθερία του μηδενός, οπότε η προσωπικότητα αφανίζεται.
      Η υπερνίκηση αυτής της διπλής προσωπικότητας του ανθρώπου είναι δυνατή μόνο με το πέρασμα στη δεύτερη ελευθερία, την ελευθερία και την αλήθεια που αντλούνται από το πρόσωπο του Χριστού. Για να μπορέσει όμως να νικήσει κανείς τη διάσπαση και τον εσωτερικό του διχασμό με την εκδίωξη των σατανικών παραισθήσεων, πρέπει να πραγματοποιήσει ελεύθερα την οριστική εκλογή του καλού και της αλήθειας για να οδηγηθεί στην ουσιαστική ελευθερία. 
      5. Κατά συνέπεια, το κεντρικότερο στοιχείο της ζωής του ανθρώπου αποτελεί η ελευθερία, χωρίς την οποία δεν νοείται η ύπαρξή του. Η ελευθερία συνιστά θεμελιώδες δημιουργικό συστατικό στοιχείο του ανθρώπου, και σημαίνει κατ’ εξοχήν προσωπική στάση έναντι του εαυτού του, του περιβάλλοντος, της κοινωνίας και των πάντων. Στην ελευθερία ο μεγάλος ρώσος αναζητά όλες τις πτυχές της ανθρώπινης μοίρας, αφού τον ενδιαφέρει μόνο ο άνθρωπος όπως παρουσιάζεται στο δρόμο της ελευθερίας, όπως η μοίρα του εμφανίζεται στην ελευθερία, αλλά και όπως εμφανίζεται η μοίρα της ελευθερίας στον άνθρωπο, γι’ αυτό και τα έργα του θα μπορούσαν επίσης να χαρακτηριστούν σίγουρα και τραγωδίες της δοκιμασίας των ορίων της ανθρώπινης ελευθερίας.
     Όπως έχει ήδη αναφερθεί, στη σκέψη και το έργο του Ν. διαμορφώνονται και εμφανίζονται ουσιαστικά δύο έννοιες της ελευθερίας, δύο ελευθερίες. Η πρώτη που είναι η αρχική και άλογη και η δεύτερη που είναι η τελική. Η πρώτη ελευθερία την οποία αναλύσαμε παραπάνω, ως πρωταρχή ή άλογη αρχή, δηλαδή ως υπέρβαση και αυθαιρεσία, είναι συνδεδεμένη με την εκλογή του καλού ή του κακού. Η δεύτερη ελευθερία που προϋποθέτει την πρώτη, είναι η ελευθερία της εκλογής και επιλογής του καλού, η ελευθερία μέσα στους κόλπους του καλού, η ελευθερία εκλογής της αλήθειας, δηλαδή η ελευθερία στο Θεό, κάτι που οδηγεί στην ουσιαστική αναγέννηση και λύτρωση τον άνθρωπο. Για να υπάρξει πραγματική ελευθερία όμως, πρέπει να συμφιλιωθούν μεταξύ τους οι δύο ελευθερίες στον κάθε άνθρωπο, πράγμα που μπορεί να επιτύχει, κατά το Ν., μόνο ο Χριστιανισμός ως θρησκεία της ελευθερίας. Το Χριστιανισμό κατανοεί ο Ν. ως την ελεύθερη αγάπη προς το Θεό και μόνο στην ελεύθερη αγάπη μπορεί να υπάρξει συμφιλίωση ανάμεσα στη θεία και την ανθρώπινη ελευθερία. Αυτή η ελευθερία στηρίζεται ουσιαστικά στην ελευθερία της ενώσεως των δύο φύσεων στο πρόσωπο του Χριστού ως απαρχή της συμφιλιώσεως του Ανθρώπου με το Θεό, η οποία και λειτουργεί παράλληλα ως αρχέτυπο της συμφιλιώσεως των δύο ελευθεριών με σκοπό την πραγμάτωση της δεύτερης στον κάθε άνθρωπο.
      Ο άνθρωπος οφείλει αυτόβουλα να απαλλαγεί από τα πάθη και να πάψει να είναι δούλος του εαυτού του και του περιβάλλοντός του, για να βιώσει την ουσιαστική ελευθερία. Ομολογία και πραγμάτωση της αλήθειας όπως την αποκάλυψε ο Χριστός χωρίς καμιά αναγκαστική πίεση σημαίνει πραγματική ελευθερία για τον άνθρωπο. Βέβαια η ελευθερία δεν μπορεί να ταυτιστεί με το καλό, την αλήθεια ή την τελειότητα, καθώς έχει τη δική της αυτόνομη φύση. Κάθε μείωση ή ταύτιση της ελευθερίας με το καλό είναι για το Ν. άρνηση της ελευθερίας και ομολογία βίας και εξαναγκασμού. Το αναγκαστικό καλό όχι μόνο δεν είναι καλό, αλλά μετατρέπεται νομοτελιακά σε κακό. Μόνο το ελεύθερο καλό, προϋποθέτει την ελευθερία από το κακό. Το καλό συνεπώς δεν μπορεί να έχει καμία σχέση με τη βία. Γι’ αυτό αν και η ελευθερία του καλού προϋποθέτει την ελευθερία του κακού και η ελευθερία του κακού, που είναι αυθαιρεσία, οδηγεί στην καταστροφή της ελευθερίας, στον εκφυλισμό και την κατάπτωσή της στο επίπεδο της αναγκαιότητας.
     Η ελευθερία λοιπόν κινδυνεύει κατά το Ν. είτε από την ορμή του κακού που κρύβει μέσα της, είτε από τον αναγκασμό του καλού, γι’ αυτό και με το έργο του προβάλλει στον άνθρωπο τη δυνατότητα της αλήθειας που θα τον καταστήσει ελεύθερο. Ο δρόμος της αλήθειας αυτής όμως είναι μακρύς και δύσκολος, είναι δρόμος δοκιμασίας του καλού και του κακού. Ο Ν. αναγνωρίζει ότι ο Χριστιανισμός έδωσε για πρώτη φορά,  και την αρχική αλλά και την τελική ελευθερία στον άνθρωπο, η οποία αποκαλύφθηκε με την ελευθερία του νέου Αδάμ, θεανθρώπου Χριστού. Μαζί της όμως όπως πιστεύει, φανερώθηκε και η ελευθερία του πρώτου Αδάμ, δηλαδή όχι μόνο η ελευθερία του καλού, αλλά και η ελευθερία του κακού. Ο Χριστιανισμός αποκάλυψε το άλογο στοιχείο της ελευθερίας, το οποίο φανερώνεται στο περιεχόμενο της ζωής. Το άλογο αυτό στοιχείο που εισήγαγε ο Χριστιανισμός αναφορικά με την ελευθερία συμβάλλει κατά το Ν. στην εξέγερση της ανθρώπινης προσωπικότητας εναντίον της φυσικής τάξης και εναντίον της ανθρώπινης μοίρας σε κάθε εποχή. Η επαναστατική αυτή ελευθερία παρουσιάζεται έντονα στη ζωή των ηρώων του και αγγίζει τα έσχατα όρια της έντασης.  Γι’ αυτό και η ελευθερία κατά το Ν. δεν είναι μόνο χριστιανική εκδήλωση, δεν περικλείεται μόνο στη χριστιανική πίστη,  αλλά είναι ένα φαινόμενο του νέου πνεύματος που προσπαθεί να εισαγάγει με το έργο του, δηλαδή η στροφή και το πέρασμα από τη χριστιανική υπερβατικότητα στο ενδοκοσμικό πνεύμα, όπως βέβαια το κατανοεί ο ίδιος. Ο Χριστός ως Θεάνθρωπος που ήρθε στον κόσμο, όπως πιστεύει, περικλείει τόσο την υπερβατικότητα του Χριστιανισμού ως Θεός όσο και την ενδοκοσμικότητα του νέου πνεύματος ως άνθρωπος, γι’ αυτό και πρέπει να φανερωθεί ως η αλήθεια στην τελική της μορφή και άρα ως πραγματική ελευθερία. Έτσι με το έργο του ο Ν. ξαναδίνει ουσιαστικά πίστη στον άνθρωπο και την ελευθερία του, η οποία δεν είναι τίποτε άλλο από την πίστη στο πρόσωπο του Χριστού ως Θεανθρώπου, ως τέλειου Θεού και τέλειου ανθρώπου ταυτόχρονα, στο οποίο τρέφει εκστατική αγάπη και θεωρεί την αληθινή ελευθερία, και μάλιστα το αρχέτυπο της ελευθερίας για τον άνθρωπο.
        Η πρώτη ελευθερία που δόθηκε στον άνθρωπο τονίζει ο Ν. εξαντλήθηκε ή παγιδεύτηκε στην αντινομία της, κάτι που αποκαλύπτουν οι ήρωες του. Μια ελευθερία χωρίς αντικείμενο εξαντλεί το Σταυρόγκιν και το Βερσίλοφ, αποσυνθέτει την προσωπικότητα του Σβιντριγκαΐλοφ, οδηγεί στο έγκλημα το Ρασκόλνικοφ και σαν δαιμονική που είναι, καταστρέφει τον Κυρίλλωφ και τον Ιβάν Καραμάζοφ. Η ελευθερία συνεπώς ως εγωιστική εκδήλωση αυτοκαταστρέφεται, αποσυνθέτει και εξαφανίζει τον άνθρωπο, οδηγώντας τον με τη φυσική αναγκαιότητα στη δουλεία. Η ελευθερία μεταβάλλεται σε δουλεία και αφανίζει τον άνθρωπο, όταν αυτός πάνω στην άγρια ορμή της εκδήλωσής της δεν αναγνωρίζει τίποτα πάνω από τον εαυτό του. Όταν δεν υπάρχει όμως τίποτα πιο πάνω από τον άνθρωπο, πιστεύει ο Ν., τότε και ο ίδιος δεν υπάρχει ως άνθρωπος, αλλά και η ελευθερία του εκμηδενίζεται αφού δεν έχει κανένα δεσμό, κανένα αντικείμενο, κανένα περιεχόμενο που να τη συνδέει με τη θεία ελευθερία. Όταν δηλαδή με την εγωιστική και αυθαίρετη εκδήλωση της ελευθερίας όλα επιτρέπονται, τότε η ελευθερία υποδουλώνεται στον ίδιο της τον εαυτό και καταστρέφεται.
    Η πραγματική, η δεύτερη ελευθερία του ανθρώπου συνεπώς κατά το Ν., κατακτάται και διατηρείται μόνο σε μια ανώτερη σφαίρα, όπου φτάνει στην πιο τέλεια έκφρασή της, την ανώτερη ελευθερία, και αυτή δεν είναι άλλη από τη σφαίρα της αλήθειας. Εκεί ενώνεται η ανθρώπινη με τη θεία ελευθερία και η εικόνα του ανθρώπου με τη θεία εικόνα που αποκαθιστά στον άνθρωπο την αναγεννημένη εν Χριστώ ελευθερία. Ο Χριστός ως η τελική ελευθερία κατά το Ν., καθιστά αιώνια την εικόνα του ανθρώπου, κάτι που μαρτυρά έμμεσα μεν αλλά αρνητικά η τραγική μοίρα των ηρώων του, που μέσα από τις απατηλές οπτασίες, η ελευθερία τους, τους οδήγησε στην καταστροφή. Η            απώλειά τους, που για το μεγάλο ρώσο δεν ήταν απαραίτητο να αποφύγουν καταφεύγοντας στην προστασία μιας αναγκαστικής κυριαρχίας, σκορπίζει φώς στον άνθρωπο και γίνεται ουσιαστικά ένας ύμνος στην ελευθερία.
      Η ελευθερία πεθαίνει μέσα στον εξαναγκασμό και τη βία, κάτι που οδηγεί το Ν. στην άρνηση τόσο της θεοκρατίας του Ρωμαιοκαθολικισμού και της ατομοκρατίας του καπιταλιστικού Προτεσταντισμού, όσο και του ουτοπικού ευδαιμονισμού του οργανωμένου σοσιαλισμού. Ο άνθρωπος οφείλει κατά το Ν. να απελευθερωθεί από την αναγκαστική τάξη του κόσμου και με την ελευθερία του πνεύματος να δημιουργήσει μια νέα τάξη που να στηρίζεται σε μια πίστη, η οποία με τη σειρά της θα θεμελιώνεται στην ελευθερία της ανθρώπινης συνείδησης. Γι’ αυτό και ο Μέγας Ιεροεξεταστής είπε στο Χριστό, πως η ελευθερία της πίστης των ανθρώπων ήταν γι’ αυτόν το πιο ποθητό πράγμα του κόσμου. Επειδή η ελεύθερη πίστη αποκαλύφθηκε με την εμφάνιση του Χριστού, κανείς δεν έχει πλέον το δικαίωμα κατά το Ν. να επιβάλλει εξαναγκασμό στην ανθρώπινη συνείδηση. Η θρησκεία του Γολγοθά είναι η θρησκεία της ελευθερίας, γι’ αυτό και ο Αντίχριστος είναι ουσιαστικά η άρνηση της ελευθερίας του πνεύματος και ο βιασμός της ανθρώπινης συνείδησης. Ο Χριστός είναι η ελευθερία και ο Αντίχριστος η βία, η τυραννία και η δουλεία του πνεύματος, στοιχεία τα οποία εμφανίζονται στην ιστορία έντονα με τη ρωμαιοκαθολική θεοκρατία, τον άθεο σοσιαλισμό και τη μηδενιστική αναρχία.
        Οι ήρωες του Ν. εκπροσωπούν κυρίως αυτά τα εκφυλιστικά φαινόμενα υποδούλωσης της ανθρώπινης ελευθερίας, αφού είναι υποχρεωμένοι να περάσουν από το καμίνι των αμφιβολιών και ελεύθερα να αναγνωρίσουν την αλήθεια που απελευθερώνει. Όμως χάνονται συνήθως αφού δεν ανακαλύπτουν την ελεύθερη δύναμη του πνεύματος και δεν ομολογούν την αλήθεια για το Χριστό ως ελευθερία, με την οποία θα μπορούσαν να σωθούν, ώστε η ελευθερία του υποχθόνιου πνεύματος να μεταβληθεί σε ελευθερία των τέκνων του Θεού.
      Για το Ν. συνεπώς αληθινή ελευθερία υπάρχει μόνο στο Θεό, γι’ αυτό και όσοι αρνούνται την ελευθερία του πνεύματος αρνούνται το Θεό και όσοι αρνούνται το Θεό αρνούνται την ελευθερία του πνεύματος. Ο άνθρωπος καλείται να επιλέξει τελικά για το μεγάλο Ρώσο ανάμεσα στην ελευθερία με οδύνη και στην ευτυχία χωρίς ελευθερία, ανάμεσα στο Θεό και το ευκλείδειο ορθολογιστικό πνεύμα που οδηγεί στο σύστημα του Μεγάλου Ιεροεξεταστή. Η ευτυχία του Ιεροεξεταστή, αλλά και του κάθε ιεροεξεταστή της ανθρωπότητας σε κάθε ιστορική περίοδο, και, οπωσδήποτε στη δική μας, απαιτεί ήρεμη συνείδηση και καμιά ελευθερία εκλογής του καλού και του κακού, αφού είναι όλα δεδομένα και σε τάξη. Η ελευθερία του Θεού αντίθετα οδηγεί τον άνθρωπο μέσα από τη λυτρωτική δύναμη του πόνου και την ελεύθερη εκλογή του αληθινά καλού, κάτι που είναι βασανιστικό και πολλές φορές ανυπόφορο για τον άνθρωπο, στη λύτρωση και στην απελευθέρωση από τα πάθη, καθώς η θρησκεία του Χριστού για το Ν. είναι η θρησκεία της ελευθερίας και της αγάπης, της ελεύθερης αγάπης ανάμεσα στο Θεό και τον άνθρωπο.
     Κατά συνέπεια, η ελευθερία για τον Ν. είναι τελικά οντολογικό και όχι ηθικό ζήτημα. Ο άνθρωπος δεν ενδιαφέρεται για το πώς θα χρησιμοποιήσει την ύπαρξή του ή πώς θα τη βελτιώσει, αλλά γι’ αυτή την ίδια την ύπαρξή του. Ελευθερία σημαίνει δηλαδή ή να αποδεχθείς την ύπαρξη ως δώρο του Θεού ή να αρνηθείς την ίδια σου την ύπαρξη, να αυτοκτονήσεις, αν θέλεις να μην αποδεχτείς τον Θεό και να κάνεις τον εαυτό σου Θεό. Όλα στον Ν. διαδραματίζονται  στο οντολογικό και όχι στο ηθικό επίπεδο. Ο άνθρωπος δεν θέλει να θυσιάσει το είναι για το «εύ είναι» του ουμανιστικού ευδαιμονισμού. Και ο Χριστός δίνοντάς του ελευθερία, και όχι ψωμί ή δύναμη ή καλοπέραση, σκανδαλίζοντας έτσι τον Μέγα Ιεροεξεταστή στη γνωστή σκηνή των Αδελφών Καραμάζοφ, σέβεται ουσιαστικά την θεόσδοτη αυτή επιθυμία του ανθρώπου να αποφασίζει ελεύθερα και ανεμπόδιστα χωρίς καταναγκασμό, παρέχοντάς του τη δυνατότητα απόκτησης όχι της ουτοπικής, αλλά της ουσιαστικής ελευθερίας, η οποία όπως λέει ο Ν. με το στόμα του στάρετς Ζωσιμά είναι η αναγέννηση του ανθρώπου από τη δουλεία στην ελευθερία και η ηθική τελείωση.

       

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΟΥ ΧΑΜΟΓΕΛΟ

  ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΟΥ ΧΑΜΟΓΕΛΟ
                                              
Ήταν η πρώτη σου άνοιξη τότε που άνθισε το πρώτο σου γαμόγελο.
Κι ήσουν η χαρά των γονιών σου όταν άπλωνες τα χέρια σου
 να αγκαλιάσεις τα δικά τους.
΄Ήσουν η ίδια η ΄Ανοίξει μέσα στο γρουσούζικο χρόνο της γενιάς σου.
Τα χελιδόνια έπλεκαν ξένοιαστα τις νέες  φωλιές  του  κι αναπαλαίωναν
τις φωλιές που άφησαν φεύγοντας για την άλλη Άνοιξη που άρχιζε  στο νότο.
Στο δρόμο σου μικρούλα μου μόνο  Άνοιξες να συναντάς
ίδιο  χελιδόνι της γενιάς σου.
Το χαμογέλιο σου σπαρμένο με λεμονανθούς και ροδοπέταλα,
να μη μαραθεί ποτέ.
Το ανθογυάλι της ζωής σου  να είναι γεμάτο ανθούς και μυρτιές
και να θυμάσαι πάντα πως κάποτε κι εμείς  χαμογελούσαμε,
στα δικά σου σκιρτήματα και στις δικές σου χαρές.
Σε κάθε μας συνάντηση  σε  κάθε μας  παράλληλο βηματισμό.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνη την  Άνοιξη που άνοιγες τα φτερά σου  και χελιδονίσματα έβγαιναν από τα χείλη σου
Ένας νεοσσός  στη φωλιά της αιωνιότητας των ήχων.
Οι μοίρες που σου φέρανε το μήνυμα,
 το έντυσαν με νότες
και σου έκαναν συντροφιά στις ώρες των ελπίδων.
Η λύρα  του Απόλλωνα στα χέρια σου έβγαζε μελωδίες
με συνθέσεις της ουράνιας αρμονίας  των προσδοκιών μας.
Η μεγάλη δρυς  έκανε και νέο βλαστάρι,
  στη σκιά  της θα συναντάς όλους εκείνους που προηγήθηκαν
κι όλους τους συνοδοιπόρους που συνεχίζουν το δρόμο… 
Εσύ εκεί θα παραμένεις ξεπροβοδίζοντας
τους περαστικούς με εκείνο το παντοτινό ανοιξιάτικο χαμόγελό σου.

                                                              Λεωνίδας
Πάτρα 26-4-2013




ΟΜΙΛΙΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ Π. ΛΑΜΠΡΗ:Ο ποιητής Σωτήρης Ζυγούρης

ΟΜΙΛΙΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ Π. ΛΑΜΠΡΗ
Θέμα : « Ο ποιητής Σωτήρης Ζυγούρης - Εκφάνσεις της ποιητικής του γραφής»

Φιλολογικά Βραδινά 22 Απριλίου 2013
  (Δημοτική Βιβλιοθήκη Πατρών),

Αγαπητοί φίλοι των Φιλολογικών Βραδινών, καλησπέρα.

      Αυτές τις μέρες που η κρίση με τα πολλά πρόσωπα δεν ξέρουμε ακόμα τι μας επιφυλάσσει, καθώς με αφορμή την παρούσα ομιλία μελέτησα για άλλη μια φορά τα ποιήματα του Σωτήρη Ζυγούρη, ένιωσα πως πολλά απ’ αυτά κουβαλούν κατά κάποια έννοια τη διατύπωση του Οδυσσέα Ελύτη που λέει: «Μιά μέρα τό παρελθόν θά μς αφνιδιάσει μέ τή δύναμη τς πικαιρότητάς του. Δέ θα ’χει λλάξει κενο λλά τό μυαλό μας. να ψήλωμα νοητό πού θά χρειαστε νά τό νεβομε, γιά νά κτιμήσουμε σωστά τίς διαστάσεις τν πραγμάτων γύρω μας» (Ό. Ελύτης, Η Μαγεία του Παπαδιαμάντη, σ. 17, Αθήνα, εκδ. Γνώση).
      Και τούτο, γιατί στις μέρες μας και μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα βιώνουμε την κατάρρευση πολλών βεβαιοτήτων της ζωής μας, αλλά και πολλών εκφάνσεων της  ελευθερίας μας. Για ένα, μάλιστα, όχι ευκαταφρόνητο αριθμό συμπολιτών μας αυτή η κρίση σηματοδότησε και την κατάρρευση ενός τρόπου του ζην, που έχοντας στη βάση της φιλοσοφίας του την επιδίωξη του ευδαιμονισμού στερούσε, δύσκολο αυτό, την ικανότητα ν’ ακουσθεί η «μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων».
      Μέσα σ’ όλα αυτά και σχεδόν επιτακτικά, απαιτείται επαναπροσδιορισμός των προτεραιοτήτων σε ατομικό και σε συλλογικό επίπεδο. Διότι, για να βρούμε το μίτο που θα μας οδηγήσει σε ελπιδοφόρες σκέψεις και επιλογές για το μέλλον χρειαζόμαστε «νά κτιμήσουμε σωστά τίς διαστάσεις τν πραγμάτων γύρω μας», δηλαδή, να σκεφτούμε αλλιώς, να μιλήσουμε αλλιώς και εν τέλει να πράξουμε αλλιώς. Που σημαίνει ότι, ανάμεσα σ’ άλλα, μπορεί κι  η ποίηση ν’ αποτελέσει αντιστύλι για τις ψυχές πολλών και κυρίως εκείνων που πολύ τη χρειάζονται.
      Και σ’ αυτό το σημείο ερχόμαστε να συναντηθούμε με την ποιητική γραφή του Σωτήρη Ζυγούρη, ο οποίος στα χρόνια της πλαστής ευμάρειας δεν παρασύρθηκε από τις σειρήνες της, αλλά μένοντας σταθερός στις αξίες και τα ιδανικά του έγραψε στίχους που λίγα χρόνια μετά το θάνατό του  αιφνιδιάζουν με την επικαιρότητά τους. Είχε επισημάνει, μάλιστα, σε συνέντευξή του πως «[…] η ποίηση είναι απόλυτα συνδεδεμένη  με την πραγματικότητα, τα προβλήματα και τις ανάγκες των ανθρώπων. Ένα ποίημα έχει αξία, διότι, […], στέλνει μηνύματα στο λαό, αφυπνίζει συνειδήσεις και έτσι ομορφαίνει και δυναμώνει την κοινωνία. […]». (εφ. Η πρωινή, 23-11-1996, σ. 4)

ΜΑΘΑΙΝΟΝΤΑΣ
Σαν ξέρουν οι λύκοι/ το θύμα μονάχο/ χαίρονται./ Σαν μάθουν οι άνθρωποι/ να σμίγουν/ σκιάζονται οι λύκοι/ κι οι πόλεμοι σταματάνε./ Σαν μάθουν να γράφουν/ το νόμο/ με τα πέντε δάχτυλα/ σφιγμένα στον άνεμο/ της οργής/ το δίκιο τους γίνεται/ πράξη./ Σαν μάθουν να παίρνουν/ τις υποθέσεις/ στα χέρια τους/ δε σβήνει ποτέ/ η υπογραφή τους. (Σωτήρης Ζυγούρης, Ποιήματα, 1975-2003, εκδ. Πέτρα, Αθήνα, σ. 62)

ΕΠΙΘΕΣΗ
Δέχθηκαν την επίθεση/ στην κούνια τους./ Η ανέχεια και το αύριο/ πύρινη φλόγα μέσα τους./ Έσφιξαν την καρδιά τους/ σαν το δάκρυ στα μάτια τους/ μπροστά στο μικρότερο αδελφό μας. /Όλη η ζωή τους/ ένα μακρύ υφαντό φουστάνι/ στο μεγάλο δωμάτιο/ των επισκεπτών/ να περιμένει τον κάτοχό του./ Ένα ζευγάρι/ καλοδουλεμένα παπούτσια/ έτοιμα να ταξιδέψουν τον κόσμο. /Όλη κι όλη η σοφία τους/ τα γράμματα της υπογραφής/ που ποτέ δεν τη βάλαν/ κάτω απ’ τ’ άδικο./ Την αδικία δεν την έκαμαν./ Μα τη γεύτηκαν. (σ. 66)

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, Α
Σωπάστε κι ακούστε/ όπως εγώ ακούω,/ μες στην που τρελαίνει/ ησυχία μου/ σαν ένα ορμητικό ποτάμι/ να ορμούν τα εκατομμύρια/ οι φτωχοί. (σ. 87)
          
      Ο Σωτήρης Ζυγούρης, όχι μόνο δεν παρασύρθηκε από τη διάχυτη πρόκληση του ευδαιμονισμού, δεν ταίριαζε άλλωστε στην ιδιοσυγκρασία και τη φιλοσοφία του, αλλά ανέδειξε μέσα απ’ τους στίχους του, με λυρικό, συχνά ελεγειακό, δραματικό θα έλεγα τρόπο, τους ανθρώπους του μόχθου και της καθημερινής βιοπάλης, που γι’ αυτόν είναι οι «αυτοδίδακτοι πρωταγωνιστές», οι «χιλιάδες ανώνυμοι κι αφανείς Μεγάλοι μικροί της γης»! Κι αυτό, όχι από κάποια εκλεκτική αστική υποχρέωση, αλλά γιατί γεννήθηκε και μεγάλωσε σαν κι αυτούς, γιατί, όντας ο ίδιος άνθρωπος της καθημερινής βιοπάλης, ήταν ένας απ’ αυτούς και γνώριζε, τόσο τη γλύκα που έχει το «Καλαμποκίσιο ψωμί/ κομμένο σε δώδεκα φέτες/ απ’ τα κουρασμένα χέρια της μάνας/ πάνω στο χοντρό/ ξύλινο τραπέζι» (Συλλείτουργο, σ. 40), όσο και την «αγωνία για το πιάτο της μέρας» (Ντοκιμαντέρ, σ. 42).
     
ΜΕΓΑΛΩΣΑΝ
Μεγάλωσαν χωρίς γάλα/ μα ορκίστηκαν σ’ αυτό/ να μη λείψει απ’ τον κόσμο./ Μεγάλωσαν στην αντιφεγγιά/ του ουρανού/ μα ορκίστηκαν στον ήλιο/ να φωτίσουν τις γειτονιές/ με χαμόγελα./ Μεγάλωσαν στα χαμόκλαδα/ σα σπουργίτια/ ωστόσο φτάσαν ψηλά/ για να ταΐσουν/ το χελιδόνι της άνοιξης. (σ. 73)

ΜΙΣΟΣ
Μισώ τη φτώχεια/ γιατί πείνασα·/ το χρήμα/ γιατί γίνεται ασχήμια./ Μισώ το χέρι που αρπάζει/ το γάλα του παιδιού./ Μισώ το φιλί του Ιούδα,/ την αδικία./ Μισώ τον «πολιτισμό» μας,/ το άγαλμα της «ελευθερίας»./ Μισώ τις αλυσίδες και/ το σκοτάδι./ Μισώ τον πόλεμο/ που αδειάζει την αγκαλιά/ της μάνας./ Μισώ την καταπίεση/ που πνίγει τη φωνή μου./ Η ψυχή και το πνεύμα μου/ στο εκτελεστικό απόσπασμα/ της ντροπής./ Η αλήθεια περιουσία μου./ Το μίσος μου/ δίνει σκοπό/ στη ζωή μου. (σ. 39)

      Ούτε την τύρβη του κόσμου επέλεξε, ούτε τη ματαιόδοξη προβολή της προσωπικότητας και του έργου του. Σε κάποια από τα ποιήματά του, που είναι γραμμένα σε πρώτο πρόσωπο, με ύφος εξομολογητικό, απολογητικό, άλλοτε, βγαίνει θαρρείς από τη θνητή σάρκα του, θεάται τον εαυτό του και μιλάει για τις επιλογές του, για τα αδιέξοδά του, για τον τρόπο του ζην, για τον κόσμο που ζει, αλλά τον θέλει αλλιώτικο.
     
ΜΑΡΤΥΡΙΑ
Πέρασα τη ζωή μου/ μέσα στην απειλή της σιωπής/ γράφοντας μικρά σημειώματα/ προς το άγνωστο./ Κάθε στιγμή ήμουν έτοιμος./ Με τις παλάμες μου σκούπιζα/ τις πυκνές σταλαγματιές/ του ιδρώτα/ πάνω στο μέτωπο./ Μέσ’ στο καρβουνιασμένο βλέμμα μου/ ταξίδευε/ ένα αργόπλοο καράβι/ βαριά φορτωμένο/ κόντρα στα κύματα. (σ. 119)

Ο ΟΔΗΓΗΤΗΣ
Κοίταξα μέσα στου δίσκου/ το ανέσπερο φως./ Ήμουν ωραίος και δυνατός./ Ήταν ο πρώτος μου εαυτός./ Οδηγητής μου ήταν ο Θεός./ Κοίταξα μέσα στου Ήλιου/ το αέναο φως./ Ήμουν μόνος μου και σκυφτός./ Οδηγητής μου ήταν ο εχθρός/ ο άλλος μου εαυτός. (σ. 233)

ΠΟΡΕΙΑ
Διάβασα σήμερα/ την ιστορία της ζωής μου/ και σταμάτησα στο κεφάλαιο/ πορεία./ Η πορεία μου έμοιαζε/ με την πτώση ενός άστρου/ στον ουρανό/ και με χαμόγελο φωτεινό/ για ένα αριστούργημα/ ακριβό/ που πήρε έπαινο. (σ. 282)     

      Ταπεινός και συνειδητά αποστασιοποιημένος από «λογοτεχνικούς κύκλους» και «κυκλώματα», πορεύτηκε εξελίσσοντας βήμα προς βήμα το τάλαντό του. Και γράφει: «Μη μ’ αναζητήσετε/ στις φωτεινές επιγραφές/ στις ιλουστρασιόν διαφημίσεις/ στα στάνταρ και τις προδιαγραφές […]» (Αναζήτηση, σ. 128) ή «Κυρίες, κύριοι/ μη θορυβείστε./ Καθήστε ήρεμα/ στις πολυθρόνες σας εκεί/ και την κουβέντα/ της βάρδιας σας/ συνεχίστε./ Όσο για μένα/ δεν είναι αταξία/ να μένω ώρες στη σκιά/ χωρίς ποτό και θέση./ Την αξιοπρέπειά μου/ με δώδεκα ραβδώσεις/ αντοχής/ την έχω προστατεύσει. […]» (Ο Άνθρωπος, ΙΓ, σ. 92) κι αλλού «Είκοσι τέσσερα στιλέτα/ έχω παρατάξει/ κάτω απ’ τη γλώσσα μου./ Τους στίχους μου τους ανεμίζω/ πάνω απ’ τα εκατομμύρια/ των φτωχών./ Εγώ ποτέ δεν έχω γράψει/ πως θ’ ανέβω τις κλίμακες/ των ιεραρχών./ Τους στίχους μου τους έχω κατευθύνει/ ενάντια στα προλεγόμενα/ των κριτικών» (Ο Άνθρωπος, ΙΒ, σ. 91).
      Σε συνέντευξή του είχε πει επίσης: «Έδωσα στα ποιήματά μου το νόημα και το περιεχόμενο που έδωσα στη ζωή μου. Αντλούσα τα θέματά μου από τις ανάγκες και τα προβλήματα του κόσμου. Δεν ήταν στην ιδιοσυγκρασία μου να εξωραΐσω πράγματα ασήμαντα και αδιάφορα και να αποσιωπήσω άλλα, σημαντικά και επώδυνα. Σε όλο αυτό το διάστημα που γράφω, η φαντασία μου είναι άμεσα συνδεδεμένη με την πραγματικότητα. Συχνά, πολλά γεγονότα από το παρελθόν έρχονται στην επιφάνεια και γίνονται πραγματικότητα. Έχω συνηθίσει να σιωπώ, αλλά, όταν χρειάζεται να μιλήσω, χρησιμοποιώ μια γλώσσα γεμάτη ειλικρίνεια» (εφημ. Ακανθόχοιρος, 19-9-2001, σ. 9).
      Όταν χρειάζεται να μιλήσει, λοιπόν, διαθέτοντας πλούσια γνωστική και συναισθηματική αρματωσιά, γράφει στίχους που διακρίνονται για την εσωτερική τους δύναμη και αποτελούν το όχημα μέσω του οποίου ταξιδεύουν τα πιστεύω του, που για την πραγμάτωσή τους κάνει τον προσωπικό του αγώνα.
      Συχνά, αναγορεύεται σε κοινωνικό στοχαστή και φιλοσοφούσα συνείδηση· στους προβληματισμούς του κυριαρχούν πανανθρώπινα ιδανικά, όπως η Αγάπη, η Αδελφοσύνη, η Αλήθεια, η Ελευθερία, η Δικαιοσύνη, η Ειρήνη, η Φιλία, η Ευτυχία, το Χρέος, και φυσικά, τα έργα των ανθρώπων, όχι μόνο εκείνα που δικαιώνουν την πορεία τους στη γη, αλλά και τα αντίθετά τους, που γενούν πολύ πόνο και συμφορές.

ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ
Οι μέρες αρχίζουν/ μ’ ένα αδυσώπητο/ σφυροκόπημα/ που συνθέτει την εικόνα/ του Ανθρώπου/ με τα κεφαλαία/ της Άλφα – Βήτα./ Με το ωραίο Άλφα/ της Αγάπης/ της Αδελφοσύνης/ της Αλήθειας!... (σ. 120)

ΕΥΤΥΧΙΑ
Ευτυχία υπάρχει/ εκεί που δύο άνθρωποι συναντιούνται/ και δίνουν τα χέρια σ’ έναν όρκο/ αιώνιας φιλίας/ εκεί που ο ποιητής διορθώνει/ τις σημειώσεις του/ για το τραγούδι της ειρήνης/ εκεί που ένας ανώνυμος Άγιος/ χαρακώνει το καρβέλι του/ σε δώδεκα φέτες/ και το μοιράζει στον κόσμο./ Ευτυχία υπάρχει/ εκεί που ένα τραύμα γιατρεύεται/ απ’ τον επίδεσμο της καλοσύνης/ εκεί που η μάνα λύνει τα χέρια της/ και ευλογεί το ταξίδι του γιού της. (σ. 234)

ΟΡΓΩΜΑ
Οργώστε/ πάνω στα πεζοδρόμια·/ ύστερα τα πεδία της μάχης/ πάρτε αμπάριζα./ Ξυπνήστε/ τους σκοτωμένους./ Μπροστά στις σημαίες/ χαράξτε τις λέξεις:/ ΠΟΤΕ ΠΟΛΕΜΟΣ ΠΙΑ. (σ. 214)    

 Η ποίηση του Ζυγούρη είναι ανθρωποκεντρική· «Μέσα μου, πάνω μου και δίπλα μου/ φωλιάζει ο άνθρωπος» (Ο Άνθρωπος, σ. 94) γράφει, «Ο άνθρωπος είναι το ακριβότερο νόμισμα/ που αντέχει στο χρόνο/ κι έχει δυνάμεις/ να φκιάξει/ τα όπλα του!...» (Χρονολογίες, σ. 129), «Ορθοπάτησα/ σ’ ανηφορικό/ κι απότομο δρόμο/ αφήνοντας πίσω μου/ τις αλυσίδες/ κομμάτια./ Τώρα μπροστά μου/ βλέπω τον άνθρωπο/ ανεβαίνοντας (Ανεβαίνοντας, σ. 185),  «Ο Άνθρωπος! Με θαύμα μοιάζει./ Η δύναμή του/ με τρομάζει» (Ο Άνθρωπος, σ. 192), «Πιο πολύ κι απ’ τον εαυτό μου/ τις λέξεις αγάπησα./ Μα πιο πολύ κι απ’ τις λέξεις/ αγάπησα τους ανθρώπους». (Αγάπη, σ. 223).
      «Πιο πολύ κι απ’ τις λέξεις αγάπησε τους ανθρώπους», λέει ο ποιητής· τους ανθρώπους, που αγαπούν, που ερωτεύονται, που πονούν, που πεινούν, που αγωνίζονται, που ελπίζουν, που εν τέλει ζουν. Με την αισιόδοξη οπτική του πως πολλά πράγματα μπορούν ν’ αλλάξουν στον κόσμο, θέλει τους ανθρώπους να μην είναι έρμαιο των συμβαινόντων, αλλά ελεύθεροι να επιλέξουν τον τρόπο του ζην και στηριζόμενοι στα ιδανικά τους να αγωνιστούν με βαθιά αίσθηση της αξίας του εκάστοτε αγώνα τους και την πίστη τους πως θα πετύχουν το στόχο τους. Η ατομική επιλογή είναι καθοριστική, απαιτεί ευθύνη, και θυμίζει εκείνη τη φράση του Νίκου Καζαντζάκη από την «Ασκητική» που λέει: «Ν' αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω».

ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
Σκίσε το μαύρο δίχτυ/ που τυλίγει την ψυχή σου/ και οπλίσου./Το δάκρυ διώξε/ και οργίσου./ Μην απελπίζεσαι/ δεν είσαι μόνος./ Είναι μακρύς/ ο δρόμος/ και θα ’ρθουν άλλες μέρες/ θα το δεις./ Φτάνει μονάχα  να πολεμήσεις/ και να προσπαθείς. (σ. 145)

ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΥΠΟΘΕΣΗ
Να κερδίσουμε αυτά/ που μας ανήκουν/ δική μας υπόθεση./ Να κρατηθούμε στη ζωή/ δικό μας καθήκον·/ να παλέψουμε/ τα θεριά/ δικό μας χρέος·/ να λευτερωθούμε δικός μας αγώνας,/ δική μας νίκη,/ δική μας τιμή·/ έχει μεγάλη σημασία/ να κρατάς ανοιχτά τα μάτια/ στη θύελλα του κόσμου·/ να κρατάς σφιγμένη τη γροθιά/ στο αγώνισμα/ της ταξικής πάλης·/ να κρατάς σταθερό το βήμα/ στο μαραθώνιο της ζωής. (σ. 34)

ΠΕΤΡΙΝΕΣ ΜΕΡΕΣ
Οι μέρες που πέρασαν/ σκληρές σαν την πέτρα/ η ζωή σκληρή σα μέταλλο/ κι απότομη σαν το γκρεμό·/ ο χρόνος οδοντωτό πριόνι/ πάνω στην ανάσα μας/ τα χέρια μας/ κόμπο τον κόμπο όλο καρφιά/ τα μάτι μας/ δεν έκλεισαν από τότε/ που το πήραμε απόφαση/ να ξεριζώσουμε τις πέτρες/ απ’ τη ζωή μας. (σ. 51)

      Και ηλιοκεντρική είναι η ποίηση του Σωτήρη Ζυγούρη, μια και ο Ήλιος και το Φως που αυτός εκπέμπει, στοιχεία ούτως ή άλλως με πολλούς συμβολισμούς, τη διαπερνούν ως βασικοί άξονες· ο ουρανοδρόμος και ταξιδευτής Ήλιος, που άλλοτε «κονταροχτυπιέται/ με τα σκοτάδια» και «μεσούρανα παλεύει για το δίκιο» (Ειρήνη, σ. 57), άλλοτε είναι αυτός που στο όνομά του ορκίζονται, όσοι έχουν τη ζωή τους στα ιδανικά δοσμένη, άλλοτε είναι πρόκληση και πρόσκληση για αγώνες που δίνουν νόημα στα πράγματα του κόσμου, άλλοτε είναι απλά το φως της μέρας, αυτό που αυξαίνει τις ομορφιές του κόσμου τούτου, που ανασταίνει τα σπαρτά και κατ’ επέκταση τη ζωή των ανθρώπων, που τη θαλπωρή του την προσφέρει σ’ όλους, πλούσιους και φτωχούς χωρίς διάκριση, άλλοτε…

ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ    
Τόσο χαρτί ξοδεύτηκε/ για το ψέμα/ και αυτό ακόμα δε στέρεψε./ Τόσα χρώματα ζωγράφισαν/ την ασκήμια/ κι αυτή πάντα αχάριστη./ Τόσες καρδιές πάλεψαν/ για το δίκιο/ και αυτές αφαιρέθηκαν/ απ’ τον ήλιο./ Όσοι μίλησαν την αλήθεια/ μοίρασαν τη ζωή τους/ με τον κόσμο. (σ. 67)

ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΗ
Τ’ απόβραδα η σκέψη μου/ ξεμακραίνει/ σαν ένα μεγάλο πέτρινο καράβι/ που ξεμακραίνει στον ορίζοντα/ και διασχίζει το μέλλον./ Μ’ αυτό το καράβι/ φτάνω στην παραλία του Ιουλίου./ Εκεί στις αμμουδιές του ονείρου/ συγκεντρώνω τα κοράλλια/ της θύμησης/ μέσα στο πυρωμένο τσουκάλι/ του Ήλιου./ Κάτι απ’ τη λάμψη τους/ έχουν τα μάτια μου/ και κάτι απ’ το φλοίσβο τους/ η φωνή μου. (σ. 232)

Η ΥΠΟΣΧΕΣΗ
Πέρασα τη ζωή μου/ ταξιδεύοντας μέσα στην ουτοπία./ Αρνήθηκα τον εαυτό μου/ με τη γνώση ανοίγοντας δρόμο./ Έδωσα τις δυνάμεις μου/ σε μια υπόσχεση ιερή με τον Ήλιο/ για το ψωμί του κόσμου/ και τ’ όνειρο. (σ. 246)
     
      Ο Σωτήρης Ζυγούρης κουβαλά ως σημαντική αποσκευή τα βιώματα της παιδικής ηλικίας· μετά το μητρικό νανούρισμα, εκτός από τη ντοπιολαλιά των συντοπιτών του, έφταναν σαν μουσική στα αυτιά του οι ήχοι των υδάτων που κατέβαζαν το χειμώνα οι ρεματιές, οι ήχοι από το τραγούδι των αηδονιών την άνοιξη, οι ήχοι από τα κοάσματα των βατράχων τις νύχτες του καλοκαιριού, οι ήχοι από τα εποχικά τραγούδια των ξωμάχων και των πανηγυριωτών. Ανατράφηκε έχοντας αναπνεύσει τον πλούτο των αρωμάτων της φτωχής γενέθλιας γης κι έχοντας νιώσει τη γεύση της πενιχρής σε υλικά αγαθά ζωής, η οποία του πρόσφερε όμως έναν αλλιώτικο αξετίμητο πλούτο, που βαθιά κατοικούσε μέσα του και σταθερά ανιχνεύεται στην ποίησή του. Ο Βασίλης Κολτούκης, σε σχολιασμό της ποίησής του, γράφει μεταξύ άλλων πως ο ποιητής «γνωρίζει επίσης πολύ καλά την παράδοση. Οι ρίζες του είναι βαθιά χωμένες μέσα στο ελληνικό χώμα, ο κορμός του είναι χιλιάδων ετών, τα κλωνάρια φτάνουν τόσο ψηλά που μπερδεύονται με τις ακτίνες του Ήλιου. Το τοπίο του, αληθινά, Ελληνικό, ένα «πέτρινο καράβι στη θάλασσα». (εφημ. Ηχώ της Άρτας, 20-6-1998, σ. 11)

ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ
Ευλογημένος/ μπροστά στο παράθυρο/ ο ερχομός/ της πρώτης μέρας της άνοιξης/ ο ήλιος ο πρώτος που φωτίζει/ τα ωραία κορίτσια./ Ευλογημένη/ η βάτος που ωχριά/ στους πρόποδες του ελαιώνα/ η γραμμή του ορίζοντα/ στο βάθος που αργοσβήνει/ της ηλιαχτίδας το πέρασμα/ μέσα στο σύννεφο/ το δειλινό του Αυγούστου./ Ευλογημένο/ το παιδί που γελάει στην πόρτα/ την ενάτη ώρα/ το γάλα στο μπρίκι που σιγοβράζει/ των φύλλων το θρόισμα-/ το πρωτοβρόχι στα ματόκλαδα/ του φθινοπώρου/ το ντιντίνισμα της καμπάνας/ και η πρώτη ώρα/ του όρθρου./ Ευλογημένο/ το ρυάκι που λοξεύει το βράχο/ και τον τρυπάει/ το φορτίο της μέλισσας που γυρίζει/ από άνθος σε άνθος/ το άγγιγμα της παπαρούνας/ απ’ το χέρι του Μάη./ Ευλογημένος/ ο δεκαπεντασύλλαβος του ποιητή/ και το φως της ανάστασης./ Ευλογημένος ο κόσμος ο μέγας! (σ. 138) 

      Εραστής της γλώσσας, των λέξεων που πρέπει κάθε φορά να ταιριάξει, για να εκφράσει το νόημα που κυοφορείται στη σκέψη του, αναδεικνύεται σε τεχνίτη του λόγου· ο Βασίλης Κολτούκης γράφει σχετικά: «Οι λέξεις λες και ξαναβρίσκουν το πρωταρχικό τους νόημα. Έχουν απογυμνωθεί από τα φτιασίδια τους κι έχουν ξαναβρεί την αρχική τους μορφή οι λέξεις, Ψωμί, Μάνα, Πατέρας, Περιστέρι, Εργάτης, Τιμή και άλλες πολλές. Έχουν βρει με το μολύβι του ποιητή την αληθινή τους ζωή, το αληθινό τους νόημα» (εφημ. Ηχώ της Άρτας, 20-6-1998, σ. 11).
      Ο Ζυγούρης, χρησιμοποιεί έτσι τα εκφραστικά του μέσα, γιατί δεν γράφει ποίηση για τους λίγους. Θέλει η ποίησή του, χωρίς να φτωχαίνει αισθητικά και νοηματικά, να φτάνει στις ψυχές περισσότερων ανθρώπων. Δεν τον ενδιαφέρει να διατυπώνει φράσεις βαρύγδουπες με θολό ιδεολογικό υπόβαθρο. Εκφράζεται με σαφήνεια, γιατί πρώτα ο ίδιος έχει κατασταλάξει μέσα του για το ποιο θέλει να είναι το σημαινόμενο των στίχων του κι έχει κάνει πράξη τη φράση του Μ. Αναγνωστάκη «Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις. Να μην τις παίρνει ο άνεμος»!
      Κι όντως τις λέξεις του δεν τις παίρνει ο άνεμος, γιατί βαθιά έχουν τις ρίζες τους σε εικόνες και νοήματα που πάνε πίσω στο χρόνο και πάλι σιμά έρχονται, για να μιλήσουν και να πουν για τον πόνο του ανθρώπου και του κόσμου το νόημα. Ο λόγος του, άλλοτε επαναστατικός, άλλοτε υπαινικτικός, άλλοτε απολογητικός, άλλοτε εξομολογητικός, άλλοτε τρυφερός, συχνά διδακτικός, ντύνει τα νοήματα και στοχεύει σε ευήκοα ώτα.
      Ο συγγραφέας Λάμπρος Μάλαμας,  λίγο μετά την κυκλοφορία των πρώτων ποιητικών συλλογών του Σ. Ζ. είχε επισημάνει: «Ο Σ. Ζ. δείχνει με γερές εμπνεύσεις μια εκρηχτική ποιητική ιδιοσυγκρασία, με ρωμαλέους και οργίλους στίχους. Στίχους που συγκινούν βαθιά, πείθουν και προβληματίζουν τον αναγνώστη, για το υπέρτατο χρέος του αγώνα, του δίκιου, της τιμής, της χαράς και της δημιουργίας. Μας δίνει μια τέχνη αυθόρμητη, αβίαστη, πηγαία, σηματοδότρα σε ιδανικά. Έχει προσωπική έκφραση, με λυρικούς και δραματικούς τόνους, με εικόνες και σύμβολα που υποβάλλουν, με την αφαιρετική και περιεχτική τους δυνατότητα».

Η ΑΠΟΔΡΑΣΗ
Τις νύχτες καταστρώνω/ ένα σχέδιο απόδρασης./ Ονειρεύομαι ένα Ιωβηλαίο/ για την αγάπη, την ειρήνη/ και τη φιλία του κόσμου./ Σφυρηλατώ τους στίχους/ του τραγουδιού/ για τον συνάνθρωπο και τον αδελφό./ Χαιρετίζω ένα κόσμο αλλιώτικο/ που έρχεται πάνω απ’ το χρόνο/ σαν ένα χαμόγελο φωτεινό. (σ. 222)

ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ
Φοβηθείτε τις ακατέργαστες ύλες/ από ουράνιο, πλουτώνιο και νετρόνιο./ Φοβηθείτε τα παράγωγα  της μηχανής/ τις ψευδαισθήσεις./ Φοβηθείτε τους διαδρόμους της φυλακής/ και τους ακυβέρνητους δρόμους./ Φοβηθείτε τους ανόμους/ και παρανόμους της γης./ Μα περισσότερο τις συναθροίσεις/ και τα λόγια της αγοράς φοβηθείτε. (σ. 266)

ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΜΟΥ
Τα τραγούδια μου είναι μια ελεγεία/ για τον πόνο και τη δυστυχία./ Τα τραγούδια μου έχουν ένα λυγμό/ για τον άνθρωπο που γεννιέται/ και μια κραυγή/ για τον κόσμο που έρχεται/ γιατί το άδικο είναι μεγάλο/ και πουθενά δε βολεύεται. (σ. 250)

      Η ποίησή του, ειδικά της πρώτης περιόδου είναι επηρεασμένη από εκείνη του Ρώσου ποιητή Βλαδίμηρου Μαγιακόφσκι καθώς και του Γιάννη Ρίτσου. Ειδικά, με το Γιάννη Ρίτσο, στον οποίο έχει αφιερώσει δυο ποιήματά του, πέραν της ιδεολογικής τους συγγένειας, βλέπουμε να διαγράφει μιας μορφής παράλληλη πορεία. Εκτός του ότι η δεύτερη ποιητική συλλογή του ονομάζεται «Ξύλινα τρακτέρ» -η πρώτη του Ρίτσου είναι «Τρακτέρ»- καθώς προχωρούσε προς την ωριμότητα του δικού του βίου, αλλά και της ποίησής του, το βλέμμα του απέναντι στα πράγματα του κόσμου, χωρίς ν’ αλλάζει οπτική γωνία, περιέχει πιο καθολική και ευρεία αντίληψή τους. Κι ο Ρίτσος, που άλλοι έκαναν τα ποιήματά του ιδεολογική σημαία, που κάποιοι άλλοι θεωρώντας τον ιδεολογικό εχθρό τους δεν έδωσαν τη χαρά στον εαυτό τους να απολαύσουν υψηλή ποίηση σαν και τη δική του, με το πέρασμα του χρόνου, φαντάζομαι πως έχουν δει ότι ο Ρίτσος είναι μεγάλος ποιητής, όταν γράφει στρατευμένη ποίηση, αλλά είναι μέγιστος, όταν γράφει ποίηση για όλον τον κόσμο.
      Αγαπητοί φίλοι. Ο Σωτήρης Ζυγούρης γεννήθηκε στη Ροδαυγή Άρτας το 1954 και πέθανε στην Άρτα το 2003, σε ηλικία 49 ετών, ενώ βρισκόταν στην ακμή της πνευματικής του δημιουργίας· σπούδασε πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, αλλά σε εποχές που πολλοί, ακόμα και χωρίς προσόντα, βολεύτηκαν σε θέσεις με παχυλούς μισθούς, δεν καταδέχθηκε να ενδώσει προκειμένου να εξασφαλίσει μια θέση εργασίας, αλλά εργάστηκε ως λογιστής, ακόμα και σε λατομείο πέτρας εργάστηκε, κάνοντας πράξη αυτά που με πολλούς στίχους του διακήρυξε.
      Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1979 με την ποιητική συλλογή «Κόκκινος κύκλος». Την ίδια χρονιά εκδόθηκε και η ποιητική του συλλογή «Ξύλινα τρακτέρ»· ακολούθησαν οι συλλογές «Ποίηση 1983-1987» το 1987, «Το σώμα της άνοιξης» το 1996, «Η ηλικία των δένδρων» το 1998, «Ημερολόγιο αναμνήσεων» το 1999, «Μεταίχμιο» το 2001, «Τα υστερόγραφα» το 2002 και «Ηλιοστάσιο» το 2003, χρονιά του θανάτου του. Το 2005, με την ευγενική χορηγία της αδελφότητας της γενέτειράς του στην Αθήνα, εκδόθηκε το έργο του σ’ έναν τόμο με τον τίτλο «Τα ποιήματα, 1975-2003», από τις εκδόσεις «Πέτρα», αν και υπάρχουν κάποια ανέκδοτα ποιήματα που δεν έχουν περιληφθεί στην έκδοση. 
      Μια και φέτος συμπληρώνονται δέκα χρόνια από τον σαρκικό θάνατο του ποιητή, έτσι, σαν ενός άλλου είδους μνημόσυνο, θα σας διαβάσω ένα ανέκδοτο ποίημά του που αναφέρεται στους νεκρούς:

ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ
Οι νεκροί δεν έχουν όνομα, ούτε ταυτότητα. Τους αναγνωρίζεις μόνο απ’ τις σκιές της ανάμνησης. Οι νεκροί σιωπούν, ησυχάζουν μέσα στον ύπνο τους. Οι νεκροί φτάνουν στο τέρμα, τίποτα δεν περιμένουν. Οι νεκροί δεν πονούν, δεν υποφέρουν. Εγώ, εσύ, αυτός τους είδαμε να μας προσπερνούν, τους είδαμε να μας κοιτούν, αφουγκραστήκαμε τη σιωπή τους, σκοντάψαμε μες τ’ όνειρό τους χθες, σήμερα, αύριο. Τους είδαμε να πολεμούν και να ματώνουν, ν’ ανοίγουν δρόμο, να πελεκάνε και να θερίζουν. Τους είδαμε να μας κερνούν και να μεθούν, ν’ ανάβουν πυρκαγιές στο διάβα τους, να φεύγουν στον ορίζοντα με σάλπιγγες και με σημαίες, να κουβαλάνε πάνω στον ώμο αγάλματα και μηχανές. Τους είδαμε χαράματα μες τη συννεφιασμένη κάπα τους να μας εγκαταλείπουν και να μας χαιρετούν. (Αρχείο Φωτεινής Βεντίστα)

      Αγαπητοί φίλοι. Κλείνοντας αυτή την αναφορά μου σε κάποιες από τις εκφάνσεις της ποιητικής γραφής του Σωτήρη Ζυγούρη, δεν ξέρω, αν είστε σύμφωνοι με κάποια αρχική μου επισήμανση, πως δηλαδή,  τούτες τις μέρες της κρίσης «μπορεί κι  η ποίηση ν’ αποτελέσει αντιστύλι για τις ψυχές πολλών, και κυρίως εκείνων που πολύ τη χρειάζονται». Όποια κι αν είναι η άποψή σας, θα ’θελα να χρησιμοποιήσω ως επίλογο την απάντηση που έδωσε η Κική Δημουλά, σε σχετικό ερώτημα:  «[…] πιστεύω ότι η ποίηση βοηθάει, όσο το κερί που ανάβουμε μπαίνοντας σ' ένα έρημο καταργημένο ξωκλήσι, με φευγάτους όλους τους αγίους. Ωφελεί όσους την αγαπούν, επειδή βρίσκουν εντός της μικρά κομματάκια από σκισμένες φωτογραφίες του ψυχισμού τους. Περισσότερο και πιο σωστά ωφελεί εκείνους που πιστεύουν στη μαγεία της. Που δεν θέλουν να θέσουν τον δάκτυλό τους επί τον τύπον της κατανόησής της. Ωφελεί, υπερκόσμια, εκείνον που την ασκεί και μόνον κατά τη διάρκεια της άσκησης, επειδή τότε μόνον τον βγάζει από το σώμα του, τον σταθεροποιεί σε μιαν αιώρηση απ' όπου αυτός παρακολουθεί, σαν σε χειρουργείο, τον προσωρινό θάνατο της μικρότητάς του. Ωφελεί κυρίως τη γλώσσα. Την περισυλλέγει από τους μεγάλους κάδους της βιασύνης και τη μεταγγίζει με σέβας στο τόσο δα μπουκαλάκι του αγιασμού, μια γουλιά, όσο ακριβώς χρειάζεται να πιει η ουσία. Τέλος, η ποίηση ωφελεί όσο μια παυσίπονη σταγόνα σε έναν ωκεανό λύπης. Δεν είναι λίγο.» http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=179799.   
      Σας ευχαριστώ για την παρουσία σας και την υπομονή σας.
      Καλό σας βράδυ!