Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΗΛΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821

«Εγώ Πασά δεν σκιάζομαι και Τούρκους δεν φοβούμαι
Και θα σας κάνω πόλεμο για να σας πολεμήσω
Γιατί ταχιά απ’ τη Ζάκυνθο θα’ ρθεί ο Κολοκοτρώνης
Τότε θα ιδείτε βρε σκυλιά και σεις παλιομουρτάτες
Θα ιδείτε τις χανούμισσες μ’ όλους τους φερετζέδες
Να ιδείτε πως σας κάνουμε εμείς οι Πλαπουταίοι!…»

Μ’ αυτό το ποίημα η Ηλειακή Δημοτική Μούσα θέλησε να υμνήσει τα κατορθώματα των ανυπότακτων κλεφτών και αρματολών, των ανδρειωμένων Ελλήνων που δεν άντεχαν πλέον τη σκλαβιά των Αγαρηνών και έκαναν πίστη τους τη μεγάλη απόφαση του ξεσηκωμού.
Μετά την κατάληψη και των τελευταίων φρουρίων της Ρωμιοσύνης του Κάστρου του Χλουμουτσίου το 1460 που το υπερασπίζονταν ο Θωμάς Παλαιολόγος και του Σανταμερίου το 1461 που το υπερασπίζονταν ο Γραίζας Παλαιολόγος πλέον και η Ηλεία αποτέλεσε επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Έτσι μετά τη σκλαβιά έπεσε δυστυχία και ανελευθερία σ’ όλους τους τομείς ,ο πληθυσμός μειώθηκε από τους ελώδεις πυρετούς και αποδεκατίστηκε ο Ελληνικός πληθυσμός.
Έτσι πέρασε η μαύρη πρώτη περίοδος της Τουρκοκρατίας για την Ηλεία. Μια ομιχλώδης και σκοτεινή περίοδος των ετών 1460-1687. Οι συγκρούσεις μεταξύ των Τούρκων και των Ενετών, που είχαν σταματήσει το 1575, ξανάρχισαν το 1685 και η Πελοπόννησος(ο Μοριάς) ξανάπεσε στα χέρια των Ενετών υπό τον Μοροζίνη. Την εποχή εκείνη της Ενετοκρατίας, που κράτησε 30 χρόνια, η διοίκηση ήταν καλύτερη από εκείνη των Τούρκων, αλλά οι Έλληνες εξακολουθούσαν να υποφέρουν, αφού οι πιέσεις των νέων κατακτητών ήταν και στο θρησκευτικό τομέα, γιατί οι Ενετοί ίδρυσαν ακόμη και επισκοπή στην Ώλενα με Λατίνο επίσκοπο.
Μετά την κατάλυση της Ενετοκρατίας το 1715, η περιοχή έπεσε και πάλι στα χέρια των Τούρκων. Σ’ αυτή τη δεύτερη περίοδο της τουρκοκρατίας, ιδιαίτερα μέχρι την επανάσταση του Ορλόφ (1769), η συμπεριφορά των Τούρκων ήταν λιγότερη πιεστική και έδωσε στους ραγιάδες τη δυνατότητα να εκμεταλλεύονται καλύτερα τη γη τους και να απασχολούνται με το εμπόριο.
Το 1687 οι Βενετοί καταλαμβάνουν την Πάτρα και ελευθερώνουν την Ηλεία η οποία γίνεται πλέον κτίσης τους μέχρι το έτος 1715 όταν έγινε ανακατάληψη της Πελοποννήσου από τους Τούρκους στην οποία ατυχώς βοήθησαν και οι Έλληνες που μισούσαν πλέον τους Βενετούς οι οποίοι είχαν γίνει πιο σκληροί και από τους Τούρκους. Έτσι έχουμε στην Ηλεία τη δεύτερη Τουρκοκρατία.
Τα χρόνια της Τουρκοκρατίας η Ηλεία γνώρισε τη μαύρη σκλαβιά. Οι κάτοικοι της δε στερήθηκαν μόνο την ελευθερία τους αλλά έχασαν και τα πλούσια κτήματά τους, όπου εγκαταστάθηκαν οι Τούρκοι αγάδες και μπέηδες. Αυτοί καταδυνάστευαν τους κατοίκους, άρπαζαν το βίος τους και όσοι δεν άντεχαν τη σκλαβιά αναγκάζονταν να φύγουν στα βουνά.
Η διαμόρφωση του εδάφους εμπόδιζε την ανάπτυξη και τη δράση των κλεφτών και αμαρτωλών, οι οποίοι θα μπορούσαν να περιορίσουν τη δράση των Τούρκων και να δώσουν κουράγιο και ελπίδα στους σκλαβωμένους.
Η περιοχή της Ηλείας αποτελούσε αρχικά και μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα ένα Βιλαέτι (επαρχία) το Βιλαέτι της Γαστούνης που έτυχε να γίνει τσιφλίκι πριγκίπων από τον Βασιλεύοντα στην Τουρκική Αυτοκρατορία Οσμανικού Οίκου των Χοτομαναίων που εγκαταστάθηκαν στην πρωτεύουσα της Ηλείας τη Γαστούνη Γύρω στα τέλη του ΙΗ΄ και στις αρχές του ΙΘ΄ αιώνα οι οικονομική και στρατιωτική ισχύς των Χοτομαναίων της Γαστούνης υποχωρεί και επισκιάζεται από τους Τουρκαλβανούς που κατείχαν την περιοχή του Λάλα .
Οι Λαλαίοι αγόρασαν μεγάλες εκτάσεις από τους Χοτομαναίους και έτσι περιήλθε το μεγαλύτερο μέρος της Ηλείας στην κατοχή τους. Αργότερα όμως αποσχίστηκε ο Πύργος με 9 χωριά και δημιουργήθηκε έτσι και ένα ακόμη Βιλαέτι του Πύργου.
Κυρίως μετά τα Ορλωφικά η ισχύς των Λαλαίων Τούρκων αυξήθηκε επικίνδυνα τόσο με την διεύρυνση των γαιοκτησιών όσο και με τη δύναμη των όπλων,
Από το τελευταίο τέταρτο του ΙΗ΄ αιώνα αφού παραγκώνισαν τους Χοτομαναίους της Γαστούνης οι Λαλαίοι έγιναν πραγματικοί κύριοι της Ηλείας.
Το Βιλαέτι της Γαστούνης προ της την επανάστασης του 1821, ήταν από τα μεγαλύτερα του Μοριά και είχε πληθυσμό 25000 χριστιανούς και 4000 Οθωμανούς, ήταν χωρισμένο σε 168 τσιφλίκια(χωριά), τα οποία έπαιρναν συνήθως τα ονόματά τους από τα ονόματα των Τούρκων Αγάδων.( Σουλεϊμαναγα (Μυρσίνη), Μουσουλούμπεη (Λευκοχώρι),Σαμπάναγα(Αγία Μαύρα) Δελήμπαλη (Εφύρα) Ιμάμης Τσαούσης(Κέντρο) κ.α.
Ο Πύργος από το 1790 αποτελούσε ξεχωριστό Βιλαέτι. Λόγω ειδικών προνομίων που είχε από το Σουλτάνο (αφορολόγητο), αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια πριν την επανάσταση αλματωδώς , ενώ ο πληθυσμός του ανερχόμενος γύρω στις 7000 ήταν καθαρά ελληνικός και σε καλύτερη οικονομική και κοινωνική κατάσταση από της Γαστούνης.
Ο Πύργος το πήρε το όνομα του από έναν πύργο που υπήρχε εκεί που τον είχε χτίσει στη θέση του σημερινού Επαρχείου ο Ιωάννης Τσερνωτάς προκειμένου να προστατεύονται οι άνθρωποι και τα πρόβατά τους ή ακόμη και για να τους παρακολουθεί. Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η εικόνα που παρουσιάζει η Ηλεία την προεπαναστατική περίοδο.
Η Προπαρασκευή του γένους για την απελευθέρωση έγινε από ολόκληρο τον υπόδουλο αλά και τον απόδημο Ελληνισμό, η συμβολή και των Ηλείων ήταν και υπήρξε σημαντική.
Η Επανάσταση του 21 είναι το σημαντικότερο γεγονός για τον Ελληνισμό γιατί απέδειξε την δυναμικότητα της Ελληνικής φυλής η οποία πάντα μεγαλουργούσε.
Τον ξεσηκωμό του λαού μας σχεδίασε, μελέτησε και δυνάμωσε αναμφισβήτητα η Φιλική Εταιρεία την οποία συνέστησαν οι Νικόλαος Σκουφάς από την Άρτα ο Αθανάσιος Τσακάλωφ από τα Γιάννενα και ο Ηλείος Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος από την Ανδρίτσαινα, ο οποίος αφιέρωσε τον εαυτό του στην υπηρεσία της πατρίδας.
Στη Φιλική Εταιρεία μυήθηκαν όλοι οι σημαντικοί Πατριώτες, οι προύχοντες, οι φυσικοί ηγέτες των σκλαβωμένων οι οποίο με τη σειρά τους διέδωσαν το κοινό μυστικό στο λαό και τον προετοίμασαν για την εξέγερση. Αρκετοί πρόκριτοι της Ηλείας είχαν μυηθεί στη Φιλική Εταιρία.
Στον κατάλογο των Φιλικών περιλαμβάνονται και τα ονόματα των οπλαρχηγών της Ηλειακής εξέγερσης: Χαράλαμπος Βιλαέτης, Γιάννης Βιλαέτης, Δημήτριος Άχολος και Γεώργιος Χρύσανθος και Μιχαήλ Σισίνης.
Αξιόλογο μέλος της Φιλικής Εταιρίας και πρωτεργάτης της επανάστασης στην Ηλεία ήταν ο Γαστουναίος Γεώργιος Σισίνης. Μυήθηκε στην Εταιρία το 1819 μαζί με τους γιους του Χρύσανθο και Μιχάλη κι από τότε άρχισε να εργάζεται μεθοδικά για την προετοιμασία του αγώνα στην Ηλεία.
Επίσης σημαντικό μέλος της εταιρίας υπήρξε ο ηρωικός αγωνιστής Χαράλαμπος Βιλαέτης από τον Πύργο. Μυήθηκε στην Εταιρία το 1819 και σε συνεργασία με το Γ. Σισίνη, ξεσήκωσε όλη την Ηλεία σε επανάσταση.
Έτσι στις παραμονές του μεγάλου αγώνα οι Έλληνες κάτοικοι τόσο της Γαστούνης όσο και του Πύργου ήταν έτοιμοι ψυχολογικά και ηθικά για την εξέγερση.
Παράλληλα είχε εξασφαλιστεί και ο απαραίτητος πολεμικός εξοπλισμός.
Η εξέγερση ήρθε σαν ένας αναγκαίος συναγερμός και έβαλε τέρμα στην απελπιστική κατάσταση που επικρατούσε με την καταπιεστική συμπεριφορά των Τούρκων και ειδικότερα των Λαλαίων Τουρκαλβανών. Είχε καταστεί ένας φοβερός εφιάλτης τρόμου και φόβου στα στήθια του λαού.
Με την έναρξη του αγώνα τη φροντίδα για τη στρατολογία, το διορισμό των καπετάνιων, το πολεμικό ανεφοδιασμό και την τροφοδοσία των πολεμιστών είχε το κοινό της επαρχίας Ήλιδος, μια αρχή που την αποτελούσαν προεστοί και δημογέροντες της Ηλείας και είχε αρχηγό της το Γεώργιο Σισίνη και έδρα τη Γαστούνη.
Στο άκουσμα της επανάστασης όλοι οι Έλληνες δέχθηκαν με ενθουσιασμό το εγερτήριο μήνυμα και με υπέρτατη αγαλλίαση.
Στο προσκλητήριο του υπέρ βωμών και εστιών αγώνα με θάρρος, δύναμη και αξιόλογη γενναιότητα έλαβαν μέρος οι Ηλείου και όχι μόνο για την απελευθέρωση της Ηλείας αλλά πολέμησαν τον τύραννο και σ’ άλλες περιοχές της σκλαβωμένης χώρας όπως στην πολιορκία των Πατρών, στο Σαραβάλι, στην Τρίπολη, το Ναύπλιο, στο Μεσολόγγι, στην Αθήνα και πότισαν με το άλικο αίμα τους τα ιερά χώματα της πατρίδας.
Εκτός από τους φιλικούς, και τους οπλαρχηγούς που μνημονεύσαμε παραπάνω θα ήταν παράλειψή μας να μην κάνουμε αναφορά στους οπλαρχηγούς της επαρχίας ΄Ηλιδας που τέθηκαν επικεφαλής διαφόρων στρατιωτικών σωμάτων.
Εκτός από το στρατηγό Γεώργιο Σισίνη μαζί του συμπαρατάχθηκαν οι γιοι του Χρύσανθος και Μιχαήλ και ο Νικόλαος Σισίνης. Άλλοι καπεταναίοι με σημαντική προσφορά στον αγώνα ήταν ο Αντώνιος από τη Μανωλάδα, ο Κων/νος Παπαδημητρόπουλος –Καπετάν Ανδραβιδιώτης από την Ανδραβίδα, ο Βέρας από το Βαρθολομιό, ο Νάνος και Κων/νος Κουμανιώται ο Ιωάννης Τζεκούρας, οι Παλασσαίοι, ο Δημήτρουλας ,οι Αδελφοί Καραμεραίοι, ο Κουντούρης και ο Α. Λαγανιώτης. Από τον Πύργο οπλαρχηγοί ήταν οι ΄Άχολοι Δημήτριος, Αλέκος, Ιωάννης, Χρυσανθάκης και Αλέξανδρος. οι Αυγερινοί, οι Κρεστενίται Λυκούργος και Ιωάννης και οι Βιλαέτες Χαράλαμπος, Νικόλαος, Λύσανδρος και Κων/νος.
Στις 10 Μάρτη του 1821 ο Βοεβόδας της Γαστούνης Σουλεϊμάν ιδεάζεται από τους Λαλαίους ότι οι Γαστουναίοι και οι Πύργιοι ετοιμάζουν συνωμοσία και γι’ αυτό αποφασίζει ότι πρέπει να σκοτώσουν τους προύχοντες και σημαίνοντες ιερωμένους της Γαστούνης και του Πύργου.
Ο στενός όμως φίλος του Μουσταφάμπεη της Τριπολιτσάς και διαχειριστής των εισοδημάτων του Χαματζόπουλος Αναστάσιος και πολύ έμπιστος στο βοεβόδα Σουλεϊμάν τον απέτρεψε όταν του φανέρωσε το γράμμα των Λαλαίων λέγοντάς του ότι αυτό είναι τέχνασμά τους να βγάλουν από τη μέση τους Έλληνες ανταγωνιστές τους στην ενοικίαση των φόρων με δημοπρασία κι έτσι να μείνουν χωρίς συναγωνισμό και να πάρουν όσο-όσο αυτοί την ενοικίαση. Μάλιστα του ζήτησε και ένα μήνα αναβολή της δημοπρασίας εκ μέρους των ενδιαφερομένων Ελλήνων ώστε να μπορέσουν να οικονομήσουν το ποσό της πρώτης δόσης. Τούτο κι έγινε. Αμέσως ανακοίνωσε τα πιο πάνω στους Γεώργιο Σισίνη Γιαννάκη Σισίνη και Χριστόδουλο Αυγερινό και αυτοί αμέσως για να διασκεδάσουν κάθε υποψία του Βοεβόδα έτρεξαν την επομένη και νοίκιασαν τα ιχθυοτροφεία, τελωνεία και αλυκές της Ηλείας. Τότε ήρθε η διαταγή του Καϊμακάμη της Τριπολιτσάς, όπως σε όλους τους εξέχοντες προύχοντες ιερωμένους και πολιτικούς του Μοριά να πάει και ο Γεώργιος Σισίνης στην Τριπολιτσά για δήθεν σύσκεψη περί διαφόρων ζητημάτων, στην πραγματικότητα όμως για να συλληφθούν ως όμηροι στη σχεδιαζόμενη εξέγερση, που από τα περιστατικά σε διάφορες περιοχές των Καλαβρύτων και από κατάδοση του μυστικού της Φιλικής Εταιρείας την είχαν υποψιασθεί. Δυστυχώς τότε έσπευσε να συμμορφωθεί με τη διαταγή και πήγε στην Τρίπολη από τη Γαστούνη όπου μαζί με άλλους που συμμορφώθηκαν και πήγαν, κλείσθηκαν στα μπουντρούμια της Τρίπολης ο εθνομάρτυρας Μητροπολίτης Ωλένης Φιλάρετος μέχρι που έπεσε η Τριπολιτσά.
Ξεκίνησε και ο Σισίνης για την Τριπολιτσά μα τον πρόλαβε ο Π. Πατρών Γερμανός με τον πρωτοσύγκελό του Βησσαρίωνα με το σημείωμα που περιείχε συνθηματικές λέξεις «που υπάγεις;» οπότε γύρισε στη Γαστούνη και παρίστανε τον άρρωστο. Πιεζόμενος όμως από τους Τούρκους ξεκινάει για την Τριπολιτσά με μεγάλη ακολουθία από κατάφορτα ζώα και καβαλλαραίους συνοδούς. Προχώρησε όλη τη μέρα και όταν νύχτωσε άλλαξε δρόμο και πήγε στο Μετόχι του Μεγάλου Σπηλαίου που ήταν κοντά στου Αλη Τσελεπή στο σημερινό Βουπράσιο. Εκεί κρύφτηκε γιατί με κοινή απόφαση με το Μητροπολίτη Γερμανό είχε αποθηκεύσει κρυφά τρόφιμα και πολεμοφόδια για τον αγώνα.
Ο Αμβρόσιος Φρατζής στην επιτομή του γράφει ότι όταν ξεκίνησε ο Σισίνης για την Τριπολιτσά πήρε μαζί τους και τους δύο γιους του ώστε περνώντας από την Πάτρα θα τους άφηνε εκεί για σπουδές.
Φθάνοντας στη Μανωλάδα στέλνει στο Βοεβόδα της Γαστούνης καθώς και στο Γερμανό επιστολή ότι αρρώστησε και μόλις γίνει καλά θα συνεχίσει το ταξίδι για την Τριπολιτσά, παρακαλούσε δε το Γερμανό να τον περιμένει να πάνε μαζί. Τέλος γράφει ο Ιωάννης Θεοφανίδας στο «Αρχείο» του ότι το πιο πάνω γράμμα έγινε πρόφαση και στο Γερμανό να καθυστερήσει και να μην πάει στην Τριπολιτσά.
Σα γενικεύθηκε ο ξεσηκωμός στην Πάτρα στέλνει στη Γαστούνη τον Επίσκοπο Κερνίτσης Προκόπιο και ξεσηκώνει τους Ηλείους Στις 26 Μαρτίου ο Σισίνης μπαίνει στη Γαστούνη και υψώνει τη σημαία της επανάστασης. Την ίδια μέρα ο καπετάν Χαράλαμπος Βιλαέτης υψώνει τη σημαία στον Πύργο.
Οι Ηλείοι εδίσταζαν είτε διότι εφοβούντο μη υποστώσι την τύχην των Πατρινών είτε εκ φόβου των Λαλιωτών Τούρκων είτε δι’ άλλους λόγους, όταν ο Ιεράρχης ίνα διασκεδάσει τας αβεβαιότητας αυτών ηπείλησεν ότι θα θέσει πυρ εν τη πόλει, αναγγέλων τοις ιερεύσι να αποσυρθώσι μετά των ιερών εικόνων και των αχράντων μυστηρίων εις τους απορώγας βράχους του Ωλενού. Αι διαταγαί αυτού εξετελέσθησαν ο λαός ακολουθεί τα βήματα των ποιμένων αυτού ψαλλόντων τον ύμνον των μαχών «Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί ημών» Ο επίσκοπος κρατών δάδα διατρέχει τα χωριά της κοιλάδος εις την φωνήν αυτού οι χωρικοί σπεύδουσι να καύσωσι τας καλύβας αυτών. Αι γυναίκες και τα παιδιά, οι γέροντες ,τα ποίμνια πορεύονται προς τα όροι τα οποία έσονται εφεξής ο απροσμάχητος προμαχών της Ελευθερίας αυτών. Μεταφέρουσι άροτρα, γεωργικά εργαλεία και διάφορα άλλα σκεύη και εγκαταλείπουσι τους πλήρεις στάχεων αγρούς, τους οποίους ορκίζονται ότι θα επανέλθουν να θερίσωσιν όταν ωριμάσουσι δια δρεπάνων βεβαμένων τω αίματι των Τούρκων. Η Ιερά ΄Ηλις είναι ήδη έρημος. Ο δε εξαρπάσας τους κατοίκους αυτής αποστέλλει προς όλα τα μέρη άνδρας επιτετραμμένους να αναγγείλωσι εις τους Έλληνας ότι θα εξοντωθώσιν εάν επιμείνωσι μένοντες εις τας καλύβας αυτών»
Φήμες στη Γαστούνη και στον Κάμπο πολλές τότε, ότι ο Σισίνης με 10.000 έρχεται κατά της Γαστούνης από τη Μανωλάδα, οπότε οι Τούρκοι απελπίζονται και καταφοβισμένοι την εγκαταλείπουν συφάμελα, για να πάνε στου Λάλα. Διανυχτερεύουν στην Ξυλοκέρα από εκεί βλέπουν πολλές φωτιές στον Πύργο και ακούνε ομοβροντίες τουφεκιών. Φοβήθηκαν και γύρισαν πίσω στη Ροβιάτα. Εκεί ο Σισίνης τους χτυπά. Αποτυγχάνει να τους διαλύσει με απώλειες δέκα νεκρούς και δύο αιχμαλώτους ,τους Στάθη Κλοκονά Λεχαινίτη και Δ.Κουκουνάρα.
Οι Τούρκοι κλείνονται στο Κάστρο Χλεμούτσι. Εκεί τους πολιορκεί ο Σισίνης μαζί με το Χαράλαμπο Βιλαέτη. Εκεί πληγώνεται ο Βιλαέτης στο χέρι από αδέσποτη σφαίρα .Ο Γερμανός στέλνει βοήθεια στο Σισίνη για την πολιορκία των Τούρκων στο Κάστρο, τον οπλαρχηγό Σαγιά, με τη σύσταση να κρατηθεί με κάθε θυσία η πολιορκία. Όμως βοήθεια από 400 Λαλαίους ιππείς στους πολιορκούμενους διαλύει την πολιορκία και οι πολιορκητές φεύγουν πανικόβλητοι. Οι Τούρκοι προστατευόμενοι από τους Λαλαίους φεύγουν για την Πάτρα. Ο Σισίνης καταφεύγει με τους ενόπλους του στο Μετόχι του Μ. Σπηλαίου στου Αλη Τσελεπή όπου οχυρώνεται «βεβυθισμένος τη απελπισία» γράφει ο Φιλήμων. Στην αποχώρησή του οι Λαλαίοι λήστεψαν και λεηλάτησαν όσα χωριά βρέθηκαν στο δρόμο τους ανενόχλητοι και μόνο ο Ιωάννης Αθανασόπουλος ή Καϊάφας επεχείρησε να προσβάλει την οπισθοφυλακή τους κοντά στην Ξυλοκέρα και Μαλαπάσι.
Στα τέλη του Απρίλη αποβιβάζεται στη Γλαρέντζα με εκατό πολεμιστές ο Βαγγέλης Πανάς φέροντας και δύο κανόνια και ενώνεται με τα παλικάρια του Σισίνη .Στις 9 Μάιου αποβιβάζεται επίσης στη Γλαρέντζα ο επίσης Κεφαλλήνιος Κωνσταντίνος Μεταξάς.
Αυτή η απόβαση ήταν μεγάλης σημασίας γεγονός γιατί αναπτέρωσε το φρόνημα των επαναστατών που είχε οπωσδήποτε καταπέσει ύστερα από τον πανικό που έσπειραν οι Λαλαίοι με τη διάλυση της πολιορκίας των Τούρκων στο Χλεμούτσι και τις αλλεπάλληλες καταστροφές και σφαγές στην επαρχία του Πύργου τον Απρίλη. Είχε όμως και συνέπειες πολύ δυσάρεστες για τον Αγώνα που μόλις άρχιζε γιατί οι Λαλαίοι μετά το διώξιμο τους από του Λάλα παραπονέθηκαν στον ΄Άγγλο Αρμοστή της Επτανήσου που απαγόρευσε αυστηρά να ξεμπαρκάρουν για την επαναστατημένη Ελλάδα Επτανήσιοι, κι όσοι τυχόν ξεμπάρκαραν τους κατασχέθηκε η περιουσία .Μα όσοι κατατρεγμένοι στεριανοί Μοραΐτες, Ρουμελιώτες και Ηπειρώτες κατάφευγαν όσον καιρό ήταν αυτός Αρμοστής μέχρι το 1823 σαν πρόσφυγες στα Επτάνησα ,δεινοπάθησαν πολύ απ’ αυτόν, έτσι ζωντανή μένει ακόμη και σήμερα η ανάμνηση του μισέλληνα Μαίτουλα, όπως διασώθηκε το όνομα του στο λαό και με τούτες τις φράσεις «Τα παράπονά σου στο Μαίτουλα» σε κείνο που δεν μπορεί να βρει το δίκιο του.
Οι Λαλαίοι Τουρκαλβανοί ύστερα από τόσες ανδραγαθίες ,το λύσιμο δηλαδή της πολιορκίας του Χλεμούτσι τις επιδρομές τους στον Πύργο και την Αγουλινίτσα , το θάνατο του Χαράλαμπου Βιλαέτι στη Μάχη στο Λατζόϊ που ήταν μεγάλη απώλεια για την επαναστατημένη Ηλεία επόμενο ήταν να έχουν καταστεί ο φόβος και ο τρόμος των Ηλείων.
Έπρεπε λοιπόν να εξολοθρευτούν Αποφασίσθηκε να χτυπηθεί το Λάλα. Κοινή ήταν η απόφαση όχι μόνο των Γαστουναίων και Πυργίων αλλά και των Φαναριωτών (Ανδριτσαναίων) και Περαμεριτών (Γορτυνίων, Καλαβρυτινών, Αρκαδιανών (Κυπαρισσίων). Το ότι οι πρωτεργάτες του Δυτικού Μοριά από τις πρώτες μέρες της Επανάστασης σκέφτηκαν τον ξολοθρεμό των Λαλαίων, τούτο το δηλώνει και το από 26-3-1821 γράμμα του Π. Πατρών Γερμανού προς τους Λαλαίους που μαζί με άλλα τους γράφει και τα εξής: «….λάβετε λοιπόν καλά τα μέτρα σας, καθίστε στα σπίτια σας χωρίς να φοβερίζετε και χωρίς να κάμετε κανένα κίνημα, διότι ύστερον ορμήσωμεν εναντίον σας όλοι με αρκετάς δυνάμεις και τότε το τέλος σας θέλει είναι ολέθριον. φερθείτε λοιπόν με γνώσιν δια να φυλάξετε την ζωή σας και το πράγμα σας, μην εξαπλώνεται τον νου σας εδώ και εκεί ότι το έθνος σας πάγει πολλά κακά».
Στη συνάντηση Κ. Μεταξά και Γ. Σισίνη στη Μανωλάδα ύστερα από προτροπή του Π. Πατρών Γερμανού να μην πάνε στην Πάτρα αλλά να χτυπήσουν το Λάλα, το αποφασίσανε αν και με δυσαρέσκεια δέχθηκε ο Κ. Μεταξάς όπως ο ίδιος γράφει:
«Tην 20η Μαΐου εκστρατεύσαμεν διευθυνόμενοι κατά την επαρχίαν Πύργου όπου ήσαν συνηθροισμένοι οι οπλοφόροι Πύργου, κατά την διάβασίν μας δε από την επαρχίαν ΄Ηλιδος ηνώνοντο και τινές οπλοφόροι μετά του Σισίνη, ώστε φθάσαντες εις Πύργον είμεθα υπέρ τους χιλίους διακοσίους οπλοφόρους, τουτέστι υπέρ τους τετρακοσίους εξήντα Κεφαλλήνας, οι δε λοιποί οπαδοί του Σισίνη. Εις Πύργον εύρομεν τον Νικόλαον Βιλαέτη και άλλους τινάς οπλαρχηγούς, συνεκστρατεύσαμεν δε μετ’ αυτών και άλλων και επορεύθημεν εις χωρίον Στρέφι όπου διαμείναμεν επτά ημέρας ίνα ετοιμασθώμεν επειδή τα Πελοποννησιακά στρατεύματα εστερούντο πολεμοφοδίων, ημείς έχοντες ικανήν ποσότητα, εφοδιάσαμε αυτά, ίνα αφαιρέσωμεν παν αίτιον αναβολής της αναχωρήσεώς μας. Αναχωρίσαντες από Στρέφι την 27ην μετά από εικοσάωρον οδοιπορίαν προέβησεν εις το χωρίον Γούμερον. Επειδή δε εμέλομεν εφεξής να διαβώμεν από θέσιν τινά καλουμένην Μποδίνι την οποία διά νυκτός οφείλαμεν να καταλάβωμεν ίνα μη κυριευθεί υπό των Λαλαίων επρότεινα όπως εις εξ ημών μετά πεντακοσίων στρατιωτών Κεφαλλήνων και άλλων Πελοποννησίων, εκστρατεύσει αμέσως και καταλάβει την θέσιν αυτήν, αλλ’ απεκρούσθη η γνώμη μου, επί λόγω να μη διαιρεθώμεν. Είτα όμως επληροφορήθημεν παρά του Βιλαέτου και Σισίνου ότι αυτοί είχον ήδη πέμψει εις Μποδίνι τον Καπετάν Κρασάκη και εις τούτο να μένωμεν αμέριμνοι. Ανδρείως επολέμησαν οι Κεφαλλήνες ,τα δε κανόνια ωφέλησαν πολύ. Οι Λαλαίοι ήσαν πεζοί και ιππείς υπέρ τους εξακοσίους, οι δε Έλληνες περί τους εννεακοσίους. Έλαβε μέρος το σώμα των Κεφαλλήνων, διακόσιοι Αρκάδιοι υπό τον Μέλιον, οι δε λοιποί ήσαν Πύργιοι και Ηλιείς. Μετά την εις Πούσι άφιξίν μας προσκαλέσαντες τους οπλαρχηγούς των Πελοποννησίων Σισίνην, Βιλαέτη, Μέλιον, Φωτήλαν, Πλαπούταν, Δεληγιάννην και Ζαριφόπουλον, τοις παρέστησαμεν ότι δεν πρέπει επί ματαίω να παρέρχεται πολύτιμος χρόνος ορμήσωμεν κατ’ αυτών, ήθελαν να επιτεθούν αμέσως εναντίον τους, ενώ οι ντόπιοι προτιμούσαν να περιμένουν την κατάλληλη ευκαιρία.
Από την πλευρά τους, οι Λαλαίοι προσπάθησαν να κερδίσουν χρόνο και να διασπάσουν το ελληνικό στρατόπεδο, κυκλοφορώντας φήμες ότι ήταν έτοιμοι να παραδοθούν. Στις 2 Ιουνίου 1821 ο κεφαλλονίτης Παναγής Μεσσάρης τους μετέφερε επιστολή των Επτανησίων αρχηγών Κωνσταντίνου και Ανδρέα Μεταξά, Ευαγγέλου Πανά, Παναγιώτη Στρούζα, Μιχαήλ Κουτουφά και Διονυσίου Σαμπρικού, που τους καλούσαν να καταθέσουν τα όπλα. Οι Λαλαίοι άρχισαν να κωλυσιεργούν, υποστηρίζοντας ότι την όποια απόφαση θα έπρεπε να πάρουν οι αρχηγοί τους, οι οποίοι απουσίασαν από το χωριό. Τότε οι επαναστάτες αποφάσισαν να δράσουν και να τους επιτεθούν από τρία σημεία, με επικεφαλής τον Γεώργιο Πλαπούτα, τους αδελφούς Μεταξά και τον Γεώργιο Σισίνη.
Από κακό συντονισμό, ο Πλαπούτας επιτέθηκε μόνος του στις 9 Ιουνίου και φυσικά αναγκάστηκε να υποχωρήσει μετά την αντεπίθεση των Λαλαίων. Μέσα στη σύγχυση και τον μεγάλο καύσωνα που επικρατούσε, ο Πλαπούτας άφησε την τελευταία του πνοή. Ακόμη 14Έλληνες έχασαν τη ζωή τους (11 Πελοποννήσιοι και 3 Επτανήσιοι). Αδιευκρίνιστες ήταν οι απώλειες των Λαλαίων.
Οι Λαλαίοι αναθάρρησαν και αυτοί, όταν είδαν να καταφθάνουν ενισχύσεις από την Πάτρα στις 11 Ιουνίου. Επικεφαλής 1.000 Τουρκαλβανών ήταν ο Γιουσούφ Πασάς. Ο Γιουσούφ ήθελε να ξεκαθαρίσει αμέσως την κατάσταση και στις 13 Ιουνίου επιτέθηκε με τους άνδρες του στη θέση Πούσι, όπου ήταν οχυρωμένοι οι Έλληνες. Βασικός του στόχος, να αποσπάσει πρώτα τα κανόνια που διέθεταν οι Επτανήσιοι και στη συνέχεια να τους πετσοκόψει με την ησυχία του.
Η μάχη δόθηκε σώμα με σώμα και η ανδρεία των Ελλήνων ανάγκασε τις δυνάμεις του Γιουσούφ να υποχωρήσουν και μαζί με τους Λαλαίους την επομένη να πάρουν τον δρόμο για την Πάτρα. Οι Έλληνες πολέμησαν γενναία και έχασαν 84 άνδρες (60 Πελοποννήσιοι και 24 Επτανήσιοι). Ανάμεσα στους πολλούς τραυματίες ήταν και ο κεφαλλονίτης Ανδρέας Μεταξάς, κατοπινός πρωθυπουργός της Ελλάδας. Την ίδια μέρα (14 Ιουνίου) οι επαναστάτες εισήλθαν στο έρημο χωριό και το πυρπόλησαν. Συνολικά, γύρω στα χίλια σπίτια παραδόθηκαν στις φλόγες.
Η νίκη των Ελλήνων σήμανε το τέλος της επιβολής των Λαλαίων στην περιοχή και άνοιξε τον δρόμο για την άλωση της Τριπολιτσάς Οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν οριστικά το Λάλα και να φύγουν προς την Πάτρα, λεηλατώντας τα χωριά που συναντούσαν στο πέρασμα τους.
Οι Ηλείοι μετά την απελευθέρωση του τόπου τους δεν περιορίστηκαν στο να τροφοδοτούν τον αγώνα με τρόφιμα, αλλά και με πολεμιστές, οι οποίοι πήραν μέρος σε μάχες τόσο στην Πελοπόννησο όσο και στη Στερεά Ελλάδα.
Οι Τούρκοι που στα 1823 είχαν πολιορκηθεί στην Πάτρα κατόρθωναν να βγαίνουν από το κάστρο και να κάνουν επιδρομές στην γύρω περιοχή. Σε μια τέτοια επιδρομή στις 11 Ιουλίου 1823, 700 Τούρκοι ιππείς και πεζικό έφτασαν στη Μανωλάδα, διέλυσαν τη μικρή φρουρά που είχε εγκαταστήσει εκεί ο Σισίνης και έφτασαν στα Λεχαινά.
Οι κάτοικοι αιφνιδιάστηκαν και προσπάθησαν να σωθούν. Ο Σισίνης έστειλε τους δύο γιους του Χρύσανθο και Μιχάλη με δύναμη ντόπιων πολεμιστών και λίγων Σουλιωτών να αντιμετωπίσουν τους Τούρκους. Παρότι οι Τούρκοι ήταν πάρα πολλοί, ο αγώνας τελικά κρίθηκε υπέρ των Ελλήνων, γιατί την κρίσιμη στιγμή κατέφτασε το σώμα των Σουλιωτών με αρχηγό τον Κώστα Μπότσαρη και χτύπησε τους Τούρκους από τα πλάγια. Οι Τούρκοι υποχώρησαν στην Πάτρα παίρνοντας μαζί τους 43 αιχμαλώτους. Στο τόπο της μάχης έπεσαν 50 Τούρκοι και 19 Έλληνες.
Αξίζει να τονιστεί η αγωνιστικότητα του καπετάν Δημήτρη Ζαροκανέλλου από τα Λεχαινά, ο οποίος είχε πάρει μέρος σε όλες τις μάχες μέσα στην Ηλεία, και είχε προσφέρει όλη την τεράστια περιουσία του για τις ανάγκες του αγώνα.
Λίγο αργότερα στις 23 Οκτωβρίου 1823, οι Τούρκοι έκαναν νέα επιδρομή στη θέση Μαρκόπουλο, σκότωσαν ένα ντόπιο και πήραν 15 αιχμαλώτους. Ο Κ. Μπότσαρης, ο Χρυσ. Σισίνης και ο καπετάν Κων/νος Ανδραβιδιώτης προσπάθησαν να αντισταθούν, αλλά αποκρούστηκαν από τους Τούρκους, οι οποίοι έκαναν δύο ακόμα επιδρομές στην Ανδραβίδα και τη Γαστούνη, λεηλατώντας την περιοχή.
Από το 1823, προτού καλά - καλά εδραιωθεί η επανάσταση ξέσπασαν έντονες διαμάχες ανάμεσα σε πολιτικούς και στρατιωτικούς για τον έλεγχο της εξουσίας. Οι στρατιωτικοί είχαν με το μέρος τους τον επαναστατημένο λαό. Οι πολιτικοί ισχυρίζονταν ότι μόνο αυτοί μπορούσαν να διοικούν. Οι πρόκριτοι, οι οποίοι διοικούσαν τις κοινότητες την εποχή της τουρκοκρατίας, θεωρούσαν ότι ήταν φυσικό να ασκούν την εξουσία και τώρα. Οι διχόνοιες αυτές είχαν οδυνηρές επιπτώσεις και στην περιοχή της Ηλείας. Οι Τούρκοι ενωμένοι με τους Αιγυπτίους προσπάθησαν να καταπνίξουν την επανάσταση.
Ο Ιμπραήμ αρχηγός των Αιγυπτίων αποβιβάστηκαν με το στόλο του στη Μεθώνη. Στόχος του ήταν να καταπνίξει την επανάσταση στην Πελοπόννησο και στη συνέχεια να κυριεύσει το Μεσολόγγι.
Ο Κολοκοτρώνης υποπτεύθηκε ότι ο Ιμπραήμ θα πορευόταν μέσα από την Ηλεία και θ’ άρπαζε όλα τα εφόδια για να τα στερήσει από τους πολιορκημένους Μεσολογγίτες. Ειδοποίησε την κυβέρνηση αλλά δεν ακούστηκε και τα εφόδια έπεσαν στα χέρια του Ιμπραήμ. Ωστόσο ο Σισίνης φρόντισε να εξασφαλίσει πολλές οικογένειες στο χωριό Πόρτες της Αχαΐας για να έχει έτοιμες δυνάμεις να αντισταθούν στον εχθρό.
Οι Αιγύπτιοι μπήκαν στον Πύργο στις 6 Νοεμβρίου 1825 και τον λεηλάτησαν. Ο Χρύσανθος Σισίνης έστησε ενέδρα με 300 ένοπλους και απελευθέρωσε 400 αιχμαλώτους. Αργότερα ο Ιμπραήμ με 2000 ιππείς και 5000 πεζούς μπήκε στην Ηλεία λεηλατώντας και καταστρέφοντας.
Την πρώτη αντίσταση συνάντησε στην Αγουλινίτσα, όπου μέσα στη λίμνη έγινε μια ιδιόρρυθμη μάχη. Ο Ιμπραήμ έφτασε στον Πύργο, τον λεηλάτησε για δεύτερη φορά και προχώρησε για την Αμαλιάδα και τη Γαστούνη.
Ένα τμήμα των Αιγυπτίων του Ιμπραήμ, κατέβηκε από τη Γαστούνη στο Βαρθολομιό, όπου εκεί συγκρούστηκε με μικρή δύναμη οπλιτών που είχαν κατέβει από το κάστρο Χλεμούτσι για ανεφοδιασμό. στο μεταξύ έφτασαν για βοήθεια 800 οπλοφόροι με αρχηγούς το Βέρρα και το Γεωργάκη Βαρθολομιώτη. Η μάχη κρατούσε για έξι 6 ώρες. Δυστυχώς όμως ενώ οι έλληνες νικούσαν, έπιασε βροχή και χάλασε τα όπλα τους. Έτσι οι Αιγύπτιοι έκανα έφοδο και δεν άφησαν κανένα ζωντανό.
Ο Ιμπραήμ έφυγε από τη Γαστούνη και περνώντας από την Ανδραβίδα, τα Λεχαινά και την Πάτρα, έφτασε στο Μεσολόγγι. Ο Χουσεϊν Μπέης, με ισχυρό στρατό που έστειλε ο Ιμπραήμ πέρασε από τη Γαστούνη, τη λεηλάτησε για δεύτερη φορά, και μετά στράφηκε προς το μοναστήρι της Σκαφιδιάς. Εκεί 300 ένοπλοι Πυργιώτες ανάγκασαν τους Αιγυπτίους να φύγουν. Την άλλη μέρα ο Χουσεϊν πέρασε από το μοναστήρι Φραγκαπήδημα όπου και κει αποκρούστηκαν οι εφορμήσεις του Ιμπραήμ.
Μετά την πτώση του Μεσολογγίου ο Ιμπραήμ θέλησε να καταπνίξει την επανάσταση στο Μοριά, γι’ αυτό ξεκίνησε με βάση τη Μεθώνη να υποτάξει πρώτα τη δυτική Πελοπόννησο. Στις 6 Απριλίου 1827 οι δυνάμεις του μπήκαν αιφνιδιαστικά στον Πύργο σφάζοντας και αιχμαλωτίζοντας. Έφτασαν μετά μέσα από την Αμαλιάδα στη Γαστούνη την οποία λεηλάτησαν. Από τη Γαστούνη ένα τμήμα κατευθύνθηκε προς την Πάτρα και ένα προς το Χλεμούτσι.
Οι Τουρκοαιγύπτιοι άρχισαν την πολιορκία ενώ ο Ιμπραήμ ενεργούσε αποκλεισμό από τη θάλασσα. Επί τρεις εβδομάδες οι πολιορκημένοι αντιστέκονταν γενναία, αλλά εξαιτίας της δίψας και της έλλειψης βοήθειας, αποφάσισαν να παραδοθούν με τον όρο να πάνε όπου ήθελαν.
Στις 4 Μαΐου παραδόθηκε το κάστρο, αλλά η συμφωνία δεν τηρήθηκε. Οι αρχηγοί ρίχτηκαν στη φυλακή και ελευθερώθηκαν αργότερα με τη μεσολάβηση του Θ. Κολοκοτρώνη. Οι δυνάμεις του Ιμπραήμ προχώρησαν μετά προς την Πάτρα, εξουδετερώνοντας την αντίσταση που πρόβαλε στη θέση Δροσελή Λεχαινών μικρή δύναμη οπλοφόρων με αρχηγό τον καπετάν Κων/νο Ανδραβιδιώτη.
Αφού ο Ιμπραήμ έφυγε από την Ηλεία, ο τόπος ξαναζωντάνεψε. Η ώρα της ελευθερίας είχε σημάνει με τη Ναυμαχία στο Ναυαρίνο.
Άλλοτε ο εορτασμός της παλιγγενεσίας δονούσε τα στήθη των Ελλήνων αέρας εθνικής περηφάνιας για το Έθνος την πατρίδα , την Ελευθερία. Οι ζητωκραυγές και οι ιαχές των ενθουσιόντων Ελλήνων έφθαναν στα ουράνια. Σήμερα από πού θα αντλήσουμε το κουράγιο και τη δύναμη να ξαναφωνάξουμε ζήτω!…
Όταν προδώσαμε την πατρίδα μας, και στην ουσία εθελούσια απαρνηθήκαμε την Λευτεριά μας! Σήμερα μας πέρασαν αλυσίδες πιο βαριές από εκείνες με τις οποίες αλυσόδενε ο Ιμπραήμ τα γυναικόπαιδα-αιχμαλώτους κατά την επιδρομή στα μέρη μας και μας σέρνουν στη σκλαβιά, αλυσοδεμένους, όπως οι δουλέμποροι, αλλοτινών εποχών, τους μαύρους της Αφρικής.
Παραδοθήκαμε στους τοκογλύφους και παραδώσαμε και την γη των προγόνων μας, που δεν μας ανήκει. Σ’ αυτή τη γη εμείς έχουμε μόνο την νομή. Την κυριότητα την έχουν οι αγέννητοι νεκροί μας, αυτή η γη που με αγώνες, αίμα και δάκρυα ελευθέρωσαν οι πρόγονοί μας ανήκει στις μελλούμενες γενιές. Εμείς αυτή τη γη την ξεπουλάμε και για να χρυσώσουμε το χάπι το ξεπούλημα το ονοματίζουμε αξιοποίηση.
Αλλά, ως πότε θα είναι ναρκωμένος ο λαός μας από τα βότανα της παγκοσμιοποίησης και της ισοπέδωσης που μας προσφέρουν αφειδώλευτα τα μέσα αποβλάκωσης.
Ως πότε θα ακολουθούμε άπραγοι ως αγέλες αλόγων ζώων τις επιταγές τις εκάστοτε εμφανιζόμενης ως πρωτοπορίας των ανθρώπων που ήθελαν να αλλάξουν την κοινωνία μας και το μόνο που κατάφεραν ήταν να αλλάξουν τα δικά τους οικονομικά μεγέθη και την δική τους οικονομική επιφάνεια;
Μέχρι πότε οι επιλογές μας θα σύρονται μεταξύ σκύλας του κατ’ ευφημισμό υπαρκτού σοσιαλισμού και Χάρυβδης του ανίερου φιλελεύθερου κι ασύδοτου καπιταλισμού;
Πότε επιτέλους θα στηριχθούμε στα δικά μας πόδια, στο δικό μας νου στις δικές μας πολιτισμικές αξίες; Δεν ντρεπόμαστε
τους ήρωες της πατρίδας και τους αγίους της πίστης ;
Τον Κολοκοτρώνη, Τον Καραϊσκάκη, το Μακρυγιάννη, τον Πατροκοσμά και τόσους άλλους! που πότισαν κάθε σπιθαμή αυτής της γης με το αίμα τους;
Δεν ντρεπόμαστε την ιστορία μας και τον πολιτισμό μας; Aυτόν τον πολιτισμό με τον οποίο προσφέραμε στον κόσμο το ιδεώδες της δημοκρατίας, το φως της τέχνης και της φιλοσοφίας ,κι εμείς βουλιάζουμε στα σκοτάδια της πλέον άθλιας υποβάθμισης και εξευτελιστικής βαρβαρότητας…
Ως πότε θα εφαρμόζουν σε βάρος μας το δόγμα του εκφοβισμού; Ως πότε θα μας τρομοκρατούν και θα μας εξευτελίζουν, λέγοντάς μας πως …χρωστάμε! Όταν οι γηγενείς εφιάλτες και οι διεθνείς τοκογλύφοι μας έχουν καταληστέψει και μας χρωστάνε πολλαπλάσια…
Θα μας διευκολύνουν, λέει, επιμηκύνοντάς μας το χρόνο, για την αποπληρωμή του χρέους. Όταν στην πραγματικότητα θέλουν να διαιωνίσουν το καθεστώς της χρεοκοπίας. Μεταβάλλοντάς το σε καθεστώς συνεχούς και επαχθούς δουλοπαροικίας.
Θα μας μειώσουν, δήθεν, και τα επιτόκια. Όταν με τα πανωτόκια θα διογκώνουν ολοένα και περισσότερο το χρέος μας.
Και μας διαβεβαιώνουν ότι βλέπουν και φως στο βάθος του τούνελ. Όταν «το μόνο φως, που φαίνεται, είναι το φως της αμαξοστοιχίας, που έρχεται καταπάνω μας. Για να μας διαμελίσει”! Και δεν καταλαβαίνουμε ότι αυτό, που θέλουν, δεν είναι μόνο να μας εξαθλιώσουν οικονομικά, αλλά κυρίως να μας υπονομεύσουν εθνικά και πολιτισμικά. Και προσπαθούν, σύμφωνα με τη δόλια τακτική τύπου Κίσινγκερ, να μας αφαιρέσουν κάθε ίχνος πατριωτικής συνείδησης, να κόψουν τις ρίζες μας , να ξεράνουν το δέντρο της Ελλάδας, και μας εξαφανίσουν στο βάλτο της παγκοσμιοποίησης.
Δεν πρέπει ποτέ εμείς να τους αναγνωρίσουμε αυτόν το ρόλο! Και να τους ακολουθούμε και να τους χειροκροτούμε!….
Δεν θα νιώθουμε να βαραίνει τις καρδιές μας και τις συνειδήσεις μας το αιώνιο αίσχος για την προδοσία, σε βάρος της πατρίδας μας και των γενεών που έρχονται!… Θα τρίζουν τα κόκαλα των Ηρώων και των μαρτύρων του 1821 και όσων παγκόσμια και διαχρονικά- θαύμασαν και αγάπησαν τη χώρα μας και το λαό μας…
Γιατί μπορεί σίγουρα η πατρίδα μας, να παίξει και στο μέλλον τον πνευματικό ρόλο που έπαιξε και στο παρελθόν. Αντάξιο του πολιτισμού της και της ιστορίας της . Αρκεί να ομονοήσουμε και να το θελήσουμε.
Χρειαζόμαστε μια νέα επανάσταση. Εκείνη του 21 ήταν ένοπλη και αιματηρή, σήμερα χρειάζεται μια επανάσταση ψυχών, μια επανάσταση συνειδήσεων ,μια πολιτισμική επανάσταση, για να ξαναβρούμε τις χαμένες μας ρίζες το χαμένο μας εαυτό, την αισιοδοξία μας, το χαμένο μας φιλότιμο. Να ξαναβρούμε την αγωνιστικότητα του ΕΜΕΙΣ που ατυχώς τα τελευταία χρόνια την προσφέραμε αποκλειστικά και μόνο θυσία στο μεγαλοπρεπή βωμό του ΕΓΩ μας.
Η Ηλεία αντιστάθηκε κι αγωνίσθηκε το 21 μπορεί και δύναται να αντισταθεί και να επιτύχει και σήμερα. Οι Μήδοι δεν πρέπει να περάσουν…
ΛΕΩΝΙΔΑΣ Γ.ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

Κείμενο Ομιλίας στην αίθουσα Κέντρου Ανοιχτής Προστασίας Ηλικιωμένων Βαρθολομιού Ηλείας Δήμου Πηνειού την 23η Μαρτίου 2011.

1 σχόλιο:

  1. Μήπως γνωρίζετε κάτι για την δράση του Ι. Ευσταθίου, προεστού Πύργου και Φιλικού, που έγινε μέλος της ΦΕ το 1818 από τον Αναγνωρσταρά;
    Ευχαριστώ

    ΑπάντησηΔιαγραφή