ΣΩΤΗΡΗΣ Ι.ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ : ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ Ένας παρεξηγημένος οραματιστής

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ Η ΓΝΩΜΗ ΠΑΤΡΩΝ ΦΥΛΛΟ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2021

Παρέα με την ποίηση

τότε και τώρα

από την Πάτρα

Επιμέλεια : ΣΩΤΗΡΗΣ Ι.ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

 


ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ένας παρεξηγημένος οραματιστής

Περικλής Γιαννόπουλος, ποιητής: «ο Αντίνοος έφηβος, ο πιο λαμπρός που  ζούσε» - Times News

Συνεχίζοντας να γράφω την στήλη Η ΠΟΙΗΣΗ ΣΤΗ ΠΑΤΡΑ ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ θα αναφερθώ στον Περικλή Γιαννόπουλο, αυτό τον μεγάλο Έλληνα, τον σπουδαίο, αλλά παρεξηγημένο οραματιστή, τον πυργωτή της εθνικής ιδέας και της εθνικής συνείδησης, τον απηνή διώκτη της ξενικής επιρροής, τον «απροσάρμοστο» του 20ου αιώνα, «τον εξοχότερο των Νέων Ελλήνων», όπως τον αποκάλεσε ο Γαβριηλίδης.

 Χαρακτηρίστηκε από τους ομόδοξούς του πατέρας του πνευματικού κινήματος του ελληνοκεντρισμού και του ελληνικού εθνικισμού, «ο μεγαλύτερος, ο ευγλωττότερος και ο φωτεινότερος απόστολος του κατά φύσιν ελληνικού ζην», «άγιος της ελληνικής νεολαίας», «αηδόνι της ελληνικής γης», «μάγος της ελληνικής γλώσσας», ή ακόμη, απλά και πάνω απ' όλα, «ο Έλλην». Και ακόμη, αισθητικός της ελληνικότητας, σουρεαλιστής πριν τον σουρεαλισμό, οικολόγος πριν το οικολογικό κίνημα, Εθνικός αλλά και Βυζαντινός μαζί, «ξανθός ιππότης», μποέμ, και δανδής μαζί, αναρχικός και σαμουράι ρομαντικός, ιδιόρρυθμος, δριμύς κατήγορος της κοινωνίας της εποχής του.

Ο Περικλής Γιαννόπουλος γεννήθηκε το 1870 στην Πάτρα, οι ρίζες του  ήταν αρχοντικές. Ο πατέρας του ήταν γιατρός, από Μεσολογγίτικη γενιά και η μητέρα του από την Βυζαντινή αριστοκρατική οικογένεια των Χαιρέτηδων. Γι’ αυτό φέρεται ότι επηρεάστηκε ιδιαίτερα από το έργο του θείου του Εμμανουήλ Χαιρέτη. Τελείωσε το Α’ Γυμνάσιο Πατρών το 1887 κι έπειτα παρακολούθησε μαθήματα ιατρικής για ένα χρόνο στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και άλλα δύο χρόνια στο Παρίσι. Ήταν πανέμορφος κι έμοιαζε σαν αρχαίος έφηβος βγαλμένος απ’ τη σμίλη του Πραξιτέλη. Επιβλήθηκε εύκολα στους κύκλους του Παρισιού και έκανε άστατη και ζωηρή ζωή. Απόλλωνα τον ονόμασε μια ηθοποιός του θεάτρου, όταν τον είδε καθισμένο στα πρώτα καθίσματα και με αυτό το όνομα τον ήξερε στη συνέχεια το Παρίσι.

Μια αναφορά του Σικελιανού, νομίζω, ότι εκφράζει απόλυτα το διάβα του Γιαννόπουλου από το κοσμικό Παρίσι: 

«Η νιότη του έπαιξε παράφορα, 

τον αυλό, για  να χορέψουν χίλιοι Σάτυροι, 

που εξέβγαιναν μπροστά του, 

μεθυσμένοι από τη ζέστα του ήλιου».

Μετά, όμως, από δυο χρόνια τα πράγματα άλλαξαν εντελώς. Ο πατέρας του πέθανε, ο νέος με την ομορφιά του Αντίνοου έμεινε χωρίς χρήματα και οι σπουδές του ήταν ακριβώς εκεί που άρχισαν. Και το χειρότερο η υγεία του κλονίστηκε. Έτσι, έφυγε από το Παρίσι και καταφύγιο βρήκε για λίγους μήνες στο Λονδίνο, κοντά στον αδελφό του.

Το 1893, τη χρονιά που ο Τρικούπης αναγνώριζε στη Βουλή την πτώχευση της Ελλάδας, ξαναντικρύζει την αγαπημένη του Ακρόπολη και γράφεται στη Νομική Σχολή, που όμως δεν πρόκειται να φοιτήσει ποτέ. Στην Αθήνα αποκαταστάθηκε η υγεία του κι άρχισε να δημοσιεύει μεταφράσεις από έργα του Ντίκενς, του Πόε, του Λοτί και του Μπωντλαίρ.  Τὰ πρώτα σκιρτήματα στη καρδιά από το λόγο του ωραίου ελληνολάτρη:

«Παντοῦ φῶς, παντοῦ ἡμέρα, παντοῦ τερπνότης, παντοῦ ὀλιγότης, ἄνεσις, ἀραιότης· παντοῦ εὐταξία, συμμετρία, εὐρυθμία· παντοῦ ἡμερότης, χάρις, ἱλαρότης· παντοῦ παίγνιον ἑλληνικῆς σοφίας, διάθεσις γελαστική, εἰρωνία Σωκρατική· παντοῦ φιλανθρωπία, συμπάθεια, ἀγάπη· παντοῦ ἵμερος, πόθος ᾄσματος, φιλήματος· παντοῦ πόθος ὕλης, ὕλης, ὕλης· παντοῦ ἡδονὴ Διονύσου […..]

Ένα γράμμα, όμως, που ήρθε από τα Μέθανα του λόγιου φίλου του Γεννάδιου, έμελλε να αλλάξει τη ροή της ζωής του Γιαννόπουλου και την προσφορά του στη χώρα:  « Παύσε να διαβάζεις Μπωντλαίρ και λοιπά περιττώματα» τού έγραφε και τον προέτρεπε να μελετήσει καλά τους Έλληνες κλασικούς…»

Με εντελώς προσωπικό ύφος και γλώσσα, και ασυγκράτητο πάθος, εκφράζει τις ελληνοκεντρικές του πλέον ιδέες και καταγγέλλει τα κατ’ αυτόν αίτια της ελληνικής κακοδαιμονίας – προπαντός την ξενομανία, τον “φραγκοραγιαδισμό” όπως τον ονόμασε ο ίδιος. Το 1906 εκδίδει ως αυτόνομο βιβλίο το “Νέον Πνεύμα”, και το 1907 την εκτενέστερη “Έκκληση προς το Πανελλήνιον Κοινόν” – τα ιδεολογικά του μανιφέστα. Οι “περικλογιαννοπούλειες” ιδέες, σε σύγκρουση με κάθε κατεστημένο, προκαλούν αντιδράσεις στην Αθήνα της εποχής. Από άλλους θεωρείται απλώς ρομαντικός και ωραίος τρελός, από άλλους υβριστής, άλλοι όμως αναγνωρίζουν από την πρώτη στιγμή την πρωτοτυπία του και εμπνέονται από αυτόν. (Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Αρίστος Καμπάνης, ο Παύλος Νιρβάνας, ο Σπύρος Μελάς δημοσιεύουν πολύ εγκωμιαστικές κριτικές. Ο Ίων Δραγούμης γίνεται αδελφικός του φίλος, και μάχεται μετά τον θάνατο του Γιαννόπουλου να κάνει το όραμα του φίλου του πολιτική πράξη. Ο Άγγελος Σικελιανός θα ακολουθήσει δική του, πρωτότυπη ελληνοκεντρική πορεία, θα υμνήσει όμως και αυτός τον Γιαννόπουλο και βεβαίως δεν θα μείνει ανεπηρέαστος από αυτόν.)

Συλλαμβάνει την ιδέα συγγραφής μιας ενιαίας συνθετικής εργασίας περί της Ελληνική Αναγεννήσεως, τμήματα της οποίας, όπως οι μελέτες του περί χρώματος και γραμμής, δημοσιεύονται σε εφημερίδες της εποχής εκείνης. Αρνείται προσφερθείσα εργασία στη Βιομηχανική Τράπεζα και στους σιδηροδρόμους, ζει απομονωμένος σε ένα δωμάτιο κάτω από την Ακρόπολη που του παραχώρησε ο Πατρινός κτηματίας Χαλκιόπουλος και μελετά ασταμάτητα.

Προετοιμάζοντας τον εαυτό του για την μεγάλη αποστολή του, την αναγέννηση δηλαδή της Ελλάδας, άρχισε τις εκδρομές στην αττική γη, που τη θεωρούσε προνομιούχο περιοχή του ελληνικού χώρου. Υμηττός, Πεντέλη, Ελευσίνα, τον περίμεναν καθημερινά. Έμαθε τα μυστικά κάθε πέτρας, κάθε βράχου κάθε πλαγιάς και κάθε φυτού. Αντάμωνε τις ελιές, τα πεύκα, τα κυπαρίσσια, σαν φίλους. Τα μελετούσε όλα. Ήξερε πως η φύση κρατάει κρυμμένα καλά τα μυστικά της. Μελετούσε τις αποχρώσεις ενός δέντρου κάτω από το φως του ήλιου, τα κοινά σημεία μιας ανεμώνης και ενός θυμαριού. Μέσα του βούιζαν μέλισσες, σείονταν τα στάχυα, φλέγονταν οι αγροί κι όπως είπε ο Νιρβάνας «φίλος του ήταν ο στάχυς, δουλειά η αντηλιά του μνημείου, ραντεβού του η κάθε ανεμώνη, επιχείρησίς του η ζώσα ποίησις του τόπου αυτού».

Άκουγε μέσα σ' ένα κοχύλι τις μελωδίες του Αιγαίου. Έγινε ένα με τη φύση και κατέληξε στο συμπέρασμα και στο όνειρο: Ο τόπος κλείνει όλο το νόημα!  Δεν χρειάζεται κανένα άλλο νόημα. Ο τόπος είναι Ελληνικός και γεννά Έλληνα. Πώς είναι δυνατόν ο Έλληνας να στρέφει το βλέμμα του στην Ευρώπη, να δέχεται τις ξενικές επιρροές και να μαϊμουδίζει;

Ερώμενοι τον τόπο μας, προσκυνούμε την Ελλάδα. Εξυμνώντας την Ελλάδα, δοξολογούμε μετεωρίζουμε και πυργώνουμε τον Άνθρωπο· Δοξολογούμε τον Έλληνα Πρόγονο, που τακτοποιεί το χάος του λογισμού με τον έντεχνο Λόγο και την ερευνητική σκέψη. Τον γλύπτη που ισορροπεί σε μοναδικές αναλογίες το κάλλος. Τον ποιητή που οικοδομεί την τραγική ουσία του μύθου μέσα στην κόγχη του αρχαίου θεάτρου. Τον φιλόσοφο που λογίζει το μυστήριο του Κόσμου με τον ακοίμητο λογισμό του. Αλλά και τον ανώνυμο κάτοικο αυτής της ευλογημένης Γης, τον ξωμάχο, τον βοσκό, τον ψαρά, τον δουλευτή, που κάθε γενιά  - εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια - κατακτά νέους ορίζοντες και ψηλαφεί νέους κόσμους. Αυτή η μικροσκοπική σκόνη του Διαστήματος, ο Άνθρωπος, στα δικά μας χώματα έχει ανακαλύψει το ευδαίμον και το ελεύθερο της ζωής. Και έχοντας από την αυγή της Ιστορίας, εισχωρήσει στη δομή της ύλης, αποδεσμεύει την ενέργεια, αποκαθιστώντας την ενότητα του Απείρου. Στα δικά μας χώματα, ο Άνθρωπος έγινε Σύμπαν..... 

«Φαντασθῆτε ὅτι ἔχετε Πλοῦτον Θεοῦ. Τί Παλάτι θὰ ἠθέλατε; Κλείσετε τὰ μάτια σας καὶ φαντασθῆτε. Ἔπειτα ἀνοίξετε τὰ μάτια σας: Τὸ ἔχετε ἐμπρός σας, ὡραιότερον τοῦ ὡραιοτέρου ὀνείρου. Εἶναι ἡ ΓΗ ΣΑΣ.»  («Ἑλληνικὸν Χρῶμα», 1904).

 

Και ο πόλεμος κηρύχθηκε. Από τη μια μεριά ο καλός κόσμος της Αθήνας, να βρίσκεται και να ζει μες στη χλιδή και την ανεμελιά, ξεχνώντας εύκολα την ντροπή του 1897, να διασκεδάζει με ιταλική μουσική και να μην νοιάζεται για τίποτε το εθνικό και αναγεννητικό, και από την άλλη ο Περικλής Γιαννόπουλος να μαστιγώνει την κατάσταση αυτή καθημερινά, να εξαπολύει βέλη απ' τη φαρέτρα του εναντίον όσων θέλουν την ξενική επιρροή και την ενσωμάτωση άλλων, έξω Ελληνικών, συνηθειών και όσων βρίσκονται σε πολιτικά, πολιτιστικό και εθνικό λήθαργο.

Ο πόλεμος αυτός κράτησε κοντά στα δέκα πέντε χρόνια και έληξε με ήττα του Γιαννόπουλου, εκείνο το γκρίζο μεσημέρι της 10ης Απριλίου 1910, στον Σκαραμαγκά. Ο Γιαννόπουλος είναι απών από τα λογοτεχνικά δρώμενα δυο χρόνια (1904-1906). 

Το 1906 κυκλοφορεί το «ΝΕΟΝ ΠΝΕΥΜΑ», έργο που τάραξε τα λιμνάζοντα ύδατα της λογοτεχνικής πολιτικής και πολιτισμικής καταστάσεως της χώρας. Στρέφεται κατά της ξενομανίας, κατά των βουλευτών, κατά των ιερέων, που κοιμούνται στα στασίδια τους, όπως έλεγε και ο Ουγκώ, κατά του ψεύδους, κατά των βαρβάρων της Δύσεως και κραυγάζει με οργή:

«Με ψευδή δεν δημιουργούνται έθνη, μάθετε να υποφέρετε την αλήθεια, ολόκληρη και γυμνή, πεθαίνετε, διότι εσκοτώσατε το πνεύμα, Κάτω η Ελλάς των ψήφων, των Μισθών, των Χαρτοπαικτών των βουλευτών ».

 

Το βιβλίο αυτό δημιούργησε σάλο πραγματικό μεταξύ των πνευματικών ανθρώπων της εποχής εκείνης. Γύρισαν την πλάτη με περιφρόνηση οι περισσότεροι στον διαφαινόμενο προφήτη του Ελληνισμού. Μόνον ο Ξενόπουλος υπερασπίσθηκε το βιβλίο, χαλαρά, και ο Σικελιανός επίσης. Βέβαια, και ο Ίων Δραγούμης, επιστήθιος φίλος του Γιαννόπουλου, που έγραψε:

«Δεν ξέρω δεν λέει σωστά πράγματα ή στραβά τό βιβλιον τού Γιαννοπούλου, μά όταν το διάβαζα ήταν σάν άνεμος νά φυσομανούσε μέσα μου τρομαχτικά καί νά συντάραζε τον ελληνισμό μου όλον καί νά με ελευθέρωνε καί αφού τό διάβασα μού φάνηκε σάν τον βαρρια τον παγωμένο πού μανιασμένος σαρώνει τούς βρώμιους από μικρόβια αέρηδες καί από κάθε βρώμα ή σκουπίδι καθαρίζει τον Κόσμο. . . 

Τον άλλο χρόνο, 1907, κυκλοφόρησε την «Έκκλησιν προς το Πανελλήνιον Κοινόν». Ο Γιαννόπουλος με το τελευταίο αυτό έργο του, έκανε έκκληση για κοινωνική αναμόρφωση και εθνική Αναγέννηση. Ο πόλεμος κατά της ξενικής επιρροής και του αμαθούς καλογηρισμού γίνεται πιο σκληρός στο βιβλίο αυτό:

«Δεν θα κρίνετε Σεις οι Φράγκοι, τα χθεσινά αγριογούρουνα, Εμάς, αλλ' Εμείς θα κρίνωμεν Εσάς και τον Πολιτισμόν Σας»,  έγραφε.   

Περιφρονεί και μισεί τους Ευρωπαίους ο Γιαννόπουλος, γιατί θεωρεί ότι μας κρατούν αιωνίως σε δουλειά και εξάρτηση και δεν αφήνουν να αναπνεύσουμε. Στο βιβλίο αυτό ορθώνεται και εναντιούνται, όχι μόνο στον Καλογηρισμό, αλλά και στον ίδιο τον Χριστιανισμό, τον οποίο προσπαθεί να αποκαθάρει από τον στείρο Εβραϊσμό, στον οποίο ερείδεται. Θεωρεί τον Χριστιανισμό μέσο και όπλο πολιτικό, επιβολής του Ελληνισμού, και ζητεί από το Ιερατείο να αντιληφθεί και να εφαρμόσει την αποστολή του αυτή, αλλιώς: 

«Πας παπάς αισθανόμενος ότι είναι πρώτα χριστιανός και δεύτερα Έλληνας ΞΟΥΡΑΦΙΣΘΗΤΩ»!.

Από τα δυο αυτά βιβλία του Γιαννόπουλου ευκρινώς διαφαίνεται ο Μεγαλοϊδεατισμός του, που θέλει να σώσει από την κατάπτωση τον Ελληνισμό. 

Η «Έκκληση», όμως, του Γιαννόπουλου καμιά δεν βρήκε απήχηση στον πνευματικό κόσμο της εποχής εκείνης, ούτε στο λαό, που συνέχισαν τον λήθαργο του πνευματικού ραγιαδισμού τους. Εγραφε πριν 110 χρόνια, κεραυνός, για τότε αλλά και για σήμερα («Ἔκκλησις πρὸς το Πανελλήνιον Κοινόν», 1907):

«Ντροπή Σας νὰ συζητᾶτε μὲ τὸν Σκυλόφραγκο ἂν ἡ Μακεδονική Σας Γῆ εἶνε Δική Σας Γῆ. Καὶ νὰ τὸν πείσῃς, δὲν τὸν πείθεις τὸ Λῃστή. …..

Άλλοι εσήγησαν, οι πολλοί, και άλλοι, οι λίγοι, άρχισαν τις άδικες επιθέσεις σε βάρος του. Τον ονόμασαν «κίτρινο λιβελλογράφο», «Επιθεωρητή του Υμηττού», «Δον Κιχώτη» και «τρελό». Τρελός, λοιπόν, ο Περικλής Γιαννόπουλος! Και του έδειχναν τον δρόμο για τον Σκαραμαγκά, όπως μετά από 30 περίπου χρόνια έδειχναν το δρόμο στον Ιωάννη Συκουτρή προς τον Ακροκόρινθο. Είναι οι ίδιοι εκείνοι που έσυραν τον Απόστολο Μακράκη στη φυλακή και στην ταπείνωση και όμοιοι με εκείνους που ξυλοκοπούσαν τον Θεόφιλο Καΐρη, για να τον φρονιμέψουν και τελικά να τον εξοντώσουν στη Σύρο.  

Ο Γιαννόπουλος πάντως περιφρόνησε τον θάνατο και τον επιδίωξε, όπως έκανε 18 χρόνια μετά και ο Κώστας Καρυωτάκης.  Ο Ιων Δραγούμης, καλλιεργητής του σπόρου των ίδιων ιδεών, μας αποκαλύπτει πολλά για να την απόφαση αυτή του Γιαννόπουλου  ο οποίος  άρχισε να εξαφανίζει τις φωτογραφίες και τα χειρόγραφά του. Έκαψε όγκους εργασιών του, μεταξύ των οποίων και την «Αρχιτεκτονική» του, που όσοι είχαν ακούσει αποσπάσματα, την εκθείαζαν. Υπερασπιζόμενος τις ιδέες του, έλεγε για δικαιολογία, ότι η Ελληνική γη που τον ενέπνευσε, θα ενέπνεε και άλλους, να γράψουν τα ίδια. Η κατάσταση  ήταν μη αναστρέψιμη, παρά τις εναγώνιες και φιλότιμες προσπάθειες φίλων του. Γράψει στο ποίημα ο τραγουδιστής   ‘’Απόσπασμα’’

Ἡ πόλις εἶνε λευκή.

Ἡ πόλις εἶνε ὡραία.

Ἡ πόλις εἶνε γεμάτη παλάτια.

Παραδίσεια στολισμένα κάθονται γύρω της ὅλα τὰ βουνά,

νυμφικὰ λάμπουν τὰ μαρμαρένια της παλάτια.

Καὶ ὁ Ἥλιος κατάχρυσος περιπατεῖ μόνος

εἰς τοὺς ἐρήμους της δρόμους καὶ κλαίει.

Κατάκλεισται εἶνε ὅλαι αἱ θύραι,

κατάκλειστα εἶνε ὅλα τὰ παράθυρα,

ἡ πόλις εἶνε νεκρά.

Ἡ πόλις ἄλλοτε ἦτο ὅλο ζωὴ καὶ ἑώρταζε λαμπρὰς ἑορτὰς

καὶ ἕνα Κακὸν Πνεῦμα ἐπέρασε καὶ ἐμαρμάρωσε τὴν χαράν.

Οἱ ἄνθρωποι εἶνε κλεισμένοι εἰς τὸ σκότος,

αἱ ψυχαὶ δεμέναι εἰς σώματα νεκρά………

 

 Δημοσιεύτηκε στο ‘’ Νουμα ‘’, ἀρ. 34, 1-5-1903

 

Την προηγούμενη μέρα της 10nς Απριλίου 1910 ο Γιαννόπουλος ταχυδρόμησε, σαν αποχαιρετιστήριο δώρο, σ’ όλους τους φίλους του, μια κάρτα, που παρίστανε έναν έφηβο καβαλάρη απ' τη ζωοφόρο του Παρθενώνα. Υποδηλωτικό του τρόπου που θα πέθαινε....

Το ίδιο βράδυ πήγε στον κινηματογράφο με συντροφιά το ζεύγος Κ. Κατσίμπαλη ( είναι οι γονείς του γνωστού Κατσίμπαλη). Καλοδιάθετος, τους κάλεσε μετά να πάρουν μια μπύρα στο Σύνταγμα. Την ώρα που πίνανε έβγαλε απ' την τσέπη του «Το τριαντάφυλλο και το Αηδόνι» του Ουάιλδ, που είχε μεταφράσει και τους το διάβασε με φωνή βραχνή και με πικρό χαμόγελο στα χείλη.

Την άλλη μέρα, μ ’όλη τη δυνατή βροχή ο Γιαννόπουλος ντυμένος στα ολόλευκα, με άσπρη φανέλα, και γάντια γκλασσέ, πήρε ένα αμάξι και έφθασε στο Σκαραμαγκά. Εκεί, αφού έφαγε στο χάνι, ζήτησε από τον αμαξά να ξεζέψει ένα άλογο. Το πήρε, καβάλησε και προχώρησε στην ακτή. Μπροστά στο κύμα αλείφτηκε αρώματα, στεφάνωσε με αγριολούλουδα το κεφάλι και κάλπασε προς τα κύματα, μέσα στην ανοιξιάτικη νεροποντή, έχοντας πάνω του ένα σακουλάκι με βαρίδια. Σαν έφτασε έτσι, καβάλα, στα βαθιά νερά, γύρισε το άλογο προς την ακτή και κρατώντας το, με  το ένα χέρι, πυροβόλησε με τ’ άλλο στον κρόταφό του και χάθηκε μέσα στα κύματα…

Μετά από δυο βδομάδες η θάλασσα έβγαλε το πτώμα του στην παραλία της Ελευσίνας. Με αγαλματώδη ακαμψία, έμοιαζε σαν αρχαίος κούρος, που η θάλασσα τον ξαναγύριζε στο φως.

Ο αστυνόμος της Ελευσίνας με τους χωρικούς τον μεταφέρανε στο μικρό νεκροταφείο του χωριού. Την άλλη μέρα σα φτάσανε με το τραίνο ο επίλαρχος Κρίτσας με τον Κ. Κατσίμπαλη για να φροντίσουν την ταφή του, τον βρήκανε αλειμμένο με μύρα και στεφανωμένο με άνθη. Τους εξήγησαν πως δυο κυρίες, που φαίνονταν απ' την καλή Αθηναϊκή κοινωνία, είχαν φθάσει με το πρωινό τραίνο, τον είχαν περιποιηθεί και φύγανε χωρίς κανείς να μάθει ποιες ήταν.

Υπήρχε πρωθυπουργική εντολή να ταφεί ο Γιαννόπουλος εκεί, για να μη δημιουργηθούν επεισόδια από ενδεχόμενη μεταφορά του στην Αθήνα ( Ο Βενιζέλος ήταν Πρωθυπουργός ολίγων ημερών). 

Έτσι κι έγινε. Ένας παπάς έψαλε λίγο πιο πέρα απ' το νεκρό του Γιαννόπουλου, πού ήταν πνιγμένος μέσα σε αγκαλιές από άνθη, ενώ κορίτσια της Ελευσίνας, ντυμένα με τα τοπικά τους ρούχα, ακούμπησαν δίπλα του ένα κανάτι γεμάτο νερό, όπως υπαγόρευε ένα πολύ παλιό τους έθιμο. Κάποια αρχόντισσα του τόπου πρόσφερε ένα λινομέταξο σεντόνι για να τον τυλίξουν κι ενώ τον κατέβαζαν στον τάφο, οι κόρες της Ελευσίνας χύνανε πάνω του νερό απ' την υδρία τους. Την ίδια στιγμή, σ' ένα ύψωμα πιο πέρα, φάνηκαν που παρακολουθούσαν ακίνητες την ταφή οι δυο πρωινές μυροφόρες. Μετά από πάρα πολλά χρόνια θα μαθευόταν πως ήταν η Σοφία Λασκαρίδου μαζί με μια φίλη της. Μόλις είχε γυρίσει επειγόντως απ' το εξωτερικό, θέλοντας να τον προφτάσει, μα είχε έρθει αργά. Ο Γιαννόπουλος ανήκε πια στην Αττική γη που τόσο είχε λατρέψει και που τον αγκάλιαζε τώρα στοργικά.

BIBIAN ΦΑΡΜΑΚΗ : ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΣ ΚΟΡΑΗΣ (Σμύρνη 1748-Παρίσι 1833) «Δ ρ ά ξ α σ θ ε π α ι δ ε ί ας»

EΦΗΜΕΡΙΔΑ "ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ" ΜΕΡΕΣ ΄21

Φύλλο Παρασκευής 2α Απριλίου 2021

 


Tης ΒΙΒΙΑΝ ΦΑΡΜΑΚΗ

 

200 Χρόνια Ελεύθερη Ελλάδα: Αδαμάντιος Κοραής, ο μεγάλος διδάσκαλος του  Γένους | sportime.gr

ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΣ ΚΟΡΑΗΣ

(Σμύρνη 1748-Παρίσι 1833)

«Δ ρ ά ξ α σ θ ε   π α ι δ ε ί ας»

 

Σ Α Λ Π Ι Σ Μ Α  Π Ο Λ Ε Μ Ι Σ Τ Η Ρ Ι Ο Ν  απηχεί ο διάπυρος λόγος (εγκύκλιος επιστολή) του Αδαμάντιου Κοραή (1801): 

«Υπόμνημα περί της παρούσης καταστάσεως της Ελλάδος» προς τα τέκνα της Ελλάδος.

Όταν λέει ο Κοραής: «Δ ρ ά ξ α σ θ ε    π α ι δ ε ί α ς», κατέχει την επίγνωση ότι συμβουλεύει τους πατριώτες του να δράξουν ένα όπλο …

Ο Παπατρέχας, συμβολική μορφή συγγράμματος του Κοραή, ένα προσκλητήριο παιδείας με τρόπο εναργή κρίνει «εαυτόν» πριν μορφωθεί, χωρίς να είναι κακός έπραττε και έλεγε πολλά κακά, διότι δεν ήξευρεν ο ταλαίπωρος! …

«Η απαιδευσία πολλών ενδίδωσιν ροπήν εις αδικίαν», γνωμολογική σκέψη του Κοραή.

Τούτο, ως άνω, αποτελεί το σημαινόμενον, ως προτροπή προς τους πατριώτες νέους της έννοιας «όπλο». 

« … Τέκνα μου, αγαπητά, όσοι ονομάζεσθε Γραικοί, δεν γράφω πλην όσα ήθελε σας ειπείν η κοινή μήτηρ ημών και πατρίς, η δυστυχής Ελλάς, αν ελάμβανε φωνήν και γλώσσαν … εις κανένα αιώνα, εις κανένα του κόσμου τόπον, ούτε πλέον ευτυχής ούτε λαμπρά καμμία δεν εφάνη …».

Κορυφαίο υπήρξε και μόνιμο ιδεολογικό σημείο προβληματισμού για τον Κοραή, η αγωνιστική αντίληψη «περί ελευθερίας».

«Τα πρώτα μου τέκνα, οι πρόγονοί σας ήσαν οι πλέον φωτισμένοι, οι πλέον ανδρείοι άνθρωποι της Οικουμένης … Της ελευθερίας το γλυκύτατον όνομα απ’ εκείνους ευρέθη … απ’ εκείνων το στόμα πρώτον εξεφωνήθη …». Αυθεντικός, συνεχίζει ο λόγος του Κοραή: (Σάλπισμα πολεμιστήριον)

Ο Κοραής υπήρξε η τελευταία μεγάλη μορφή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού.

Γράφει, ο Κ. Θ. Δημαράς: Ο Κοραής «δεν είναι επαναστάτης», και η σκέψη του είναι πρόμαχος της εξέλιξης, της προόδου, ανήκει πνευματικά στην αναγεννητική κίνηση των ιδεών του Νεοελληνικού Διαφωτισμού στις αρχές του Ιθ αιώνα (1750-1821), μέσα στα πλαίσια της ευρωπαϊκής παιδείας με αντικειμενικό σκοπό την αναμόρφωση του διεφθαρμένου κτητικού ατομικιστή σε «ενάρετο πολίτη» και της κοινωνίας, την οποίαν είχε εξαχρειώσει ο δεσποτισμός.

Η αναμόρφωση, συνίσταται στη δημιουργία δημοκρατικής πολιτείας. Τοιουτοτρόπως, ο ελληνικός χαρακτήρας θα αποκτούσε την έννοια του πολιτικού ουμανισμού.  

Και ο λόγος του Κοραή, ως φορέα των ιδεών του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, εκφράζεται, ακολούθως, σθεναρός, εύρωστος, παραινετικός:

« … Ω φίλη μου πατρίς … Μήτε πυρ, μήτε σίδηρος ψυχράνη ποτέ εις τας υμετέρας καρδίας την φλογερήν της ελευθερίας αγάπην, το άσπονδον κατά της τυραννίας μίσος».

Ενθυμείσθε όσα έλεγον οι ημέτεροι, πρόγονοι, παροξύνοντες αλλήλους κατά των Περσών (Αδελφική διδασκαλία):

"Ὦ παῖδες Ἑλλήνων, ἴτε, ἐλευθεροῦτε πατρίδ᾽, ἐλευθεροῦτε δὲ παῖδας, γυναῖκας, θεῶν τε πατρῴων ἕδη, θήκας τε προγόνων· νῦν ὑπὲρ πάντων ἀγών." (Αισχύλος, Πέρσες, στιχ. 402)

Ο Αδαμάντιος Κοράης οραματιστής, συγγραφέας, αγωνιστής, πατριώτης και, ως ηθική φυσιογνωμία εξαίρεται στην εθνική μνήμη. Συνεπώς, τιμάται η προσφορά του στο Ελληνικόν Έθνος, προσφέροντας την εξαίρετη πνευματική υπηρεσία στους νέους γενικότερα δε στον Έλληνα άνθρωπο.

Δυο είναι τα εδραία ερείσματα για την πνευματική καλλιέργεια των Ελλήνων:

Τα αρχαία κλαστικά γράμματα και ο νεοελληνικός λόγος. 

Ευγενή και ανδροπρεπή τα κείμενά του διαδραμάτισαν καταλυτικό ρόλο στην διαμόρφωση της αγωνιστικής γενεάς του 1821. Τούτο το έργο του Κοραή συνιστά τη μεγίστη οφειλή προς αυτήν, υπηρετήσασα την εθνική μας αποκατάσταση.

Ο Κοραής υποστήριζε πως η ελληνική εκπαίδευση έπρεπε να κατατείνεται προς αυτήν των φωτισμένων λαών της Ευρώπης, μέσω μια διαδικασίας την οποίαν ονόμαζε «μετακένωση» της Ευρωπαϊκής παιδείας στο Ελληνικό κοινό, όμως σε μια άλλη επιστροφή στα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων.

Η εκπαίδευση αυτής της ποιότητας θα αντανακλούσε τη σοφία των προγόνων αλλά θα εμπύρωνε συγχρόνως στις ψυχές των Ελλήνων την «πολεμικήν ανδρείαν».

Η εφαρμογή της ιδέας αυτής του Κοραή εδράζεται στην έκδοση έργων των αρχαίων Ελλήνων της κλασσικής αρχαιότητας.  Από το 1805 αρχίζει το έργον: «Ελληνική Βιβλιοθήκη», το οποίον θα αποβεί η κύρια εκδοτική του δραστηριότητα.

Όλοι οι τόμοι, ως άνω, αποτελούσαν κείμενα φιλολογικά επεξεργασμένα, με μακρά προλεγόμενα, στα οποία, ο εκδότης παραθέτει τις γλωσσικές, παιδαγωγικές πολιτικές θεωρίες του.

Τα περισσότερα απ’ αυτά έμεινα γνωστά ως «Αυτοσχέδιοι Στοχασμοί» 

Ο Αδαμάντιος Κοραής σηματοδοτεί χρονολογικά τη λαμπρή κατάληξη του Νεοελληνικού διαφωτισμού.

Τίθεται το ερώτημα: Πως ο Κοραής, και κάτω από ποιες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες διαμορφώνει μια σπουδαία πνευματική φυσιογνωμία, ένα πλατύ εθνικό και δημιουργικό οραματισμό, τη γνώση και επιβλητική εσωτερική μορφή του Μεγάλου δασκάλου του Γένους;

Ο Κοραής βρισκόταν στο Παρίσι κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Τρόμου που είχε επιβάλει ο Ροβεσπιέρος το 1793 των παραταξιακών συγκρούσεων και του τέλους της επαναστατικής περιόδου με το πραξικόπημα του Ναπολέοντα (Νοέμβριος 1799).

Ο Κοραής καθιστά σαφή την άποψή του:

Η εποχή του Διαφωτισμού έχει καταρρεύσει, εξαιτίας του «εγκλήματος» και της «αμάθειας», ενώ διανοητές και καλλιτέχνες έχουν καταδικασθεί σε «απραξία», λόγω του βανδαλισμού. 

Η αρετή και τα «τάλαντα ξεψυχούν» κάτω από το μαχαίρι των δολοφόνων… Και τέλος επισφράγιζε με σθεναρό λόγο: «Ελευθερία  χωρίς  δικαιοσύνη  είναι  αμιγώς  ληστεία». 

Πως, λοιπόν, θα πετύχαιναν οι Έλληνες να κατακτήσουν την ελευθερία τους, διατηρώντας ταυτόχρονα και τη δικαιοσύνη;

Η απάντηση του Κοραή ήταν … η Παιδεία.

Η ζωή του στο Παρίσι καθορίζει την μεταγενέστερη συγγραφική του δράση.

Η «πολιτική» αποτελεί την νευραλγική βάση της συγγραφικής του δραστηριότητας…

«Πρέπει να ελευθερωθεί το Γένος. Ο δρόμος για το φωτισμό είναι η γνωριμία με την κλασσική αρχαιότητα».

Ενιαίος εκφραστής του πόθου να υπάρξουμε με την ιστορική μας εξάρτυση με την ταυτότητά μας, εγκλείει το διδακτικό του πνεύμα, όπως ενός αναθρεμμένου πνευματικού ηγέτη στις ασύγκριτες Επιστολές προς το Έθνος, κύριο μέσον της συμβολής του στην εμψύχωση των αγωνιστών και στην προτροπή των «ξένων» να στηρίξουν τον Αγώνα. 

Γεννημένος την ώρα που το Γένος δεν μπορούσε να λυτρωθεί θεμελιώνει το κήρυγμά του: «Της ελευθερίας το χρώμα είναι τόσον βαθύ εις την γλώσσαν των Ελλήνων  ώστε και η τόσων αιώνων εκβαρβάρωσις και δυστυχία των Ελλήνων δεν το εξέπλυνε ολότελα, μήτε από την κοινήν ημών διάλεκτον».

Συσχετίζει γλώσσα και ελευθερία. 

Γλώσσα εννοεί ο Κοραής δύο έννοιες: όργανο για μόρφωση, αφύπνιση, εχέγγυο προσωπικής ζωής και ταυτότητα, πρώτο θεμέλιον της ανεξαρτησίας.

Ο εξαγγελτικός λόγος του Κοραή, καίριος, ως δάσκαλος του Γένους απευθύνει επιστολήν προς τους νέους του Γένους:

«Ω νέοι του Γένους, τους οποίους επαράβαλαν με την εαρινήν ώραν του έτους … αλλά τα άνθη υπόσχονται καρπούς … τούτους ελπίζει από σας η ερημωθείσα από τον άγριον τύραννον πατρίς σας. Μη ματαιώσετε, λοιπόν, την ελπίδα της».

Ο λόγος του Κοραή, «ακολούθως» αποκτά το διδακτικό χαρακτήρα του:

«Συμφέρει εις τας παρούσας της Ελλάδος περιστάσεις, να έχωσι τα μεγάλα γυμνάσια, καθ’ έδραν και δάσκαλον εξαίρετον πολιτικής, όπου θα διδάσκονται τα Πολιτικά του Αριστοτέλους, εξηγούμενα και παραβαλλόμενα με των νεωτέρων φιλοσόφων τας πολιτικάς θεωρίας …».

Αυθεντικός ο λόγος του Κοραή:

«…Του Αριστοτέλους των «Πολιτικών» συγγράμματα επεχείρησα και έγραψα, λίγους μήνες μετά την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης, (Σεπτέμβριος 1821)».

Η μετά προσοχής ανάγνωσις αυτού αρκεί να δείξει την περίνοιαν του φιλοσόφου και τας αληθείς αιτίας, διατί οι Έλληνες με τόσην γνώσιν πολιτικήν, δεν ηδυνήθησαν όμως να φυλάξωσι μέχρι τέλους την μετ’ αλλήλων ομονοίαν, και της ομονοίας την ακόλουθον ελευθερίαν, και δια τι τα σημερινά της Ευρώπης έθνη με πλειοτέραν των Ελλήνων επιστήμην της πολιτικής κοινωνίας, δεν ημπόρεσαν ακόμη να ειρηνεύσωσι προς αλλήλους». (Εύξεινος: Λέσχη Ποντίων Νάουσας, Εθνική Βιβλιοθήκη Αργυρούπολης).

Η κοινωνία του Ελληνικού Έθνους ήταν κατακερματισμένη, εμφύλιοι πόλεμοι, διχασμός, το παθολογικό φαινόμενο πριν και στις αρχές της έναρξης της Ελληνικής Επανάστασης, ανταγωνισμός μεταξύ αρματολών, στρατιωτικών και «προεστώτων» - προκρίτων, αιτία η ανάληψη της εξουσίας, η διεκδίκηση της «μερίδος του λέοντος» εντός του καθημαγμένου έθνους μας. 

Ευθαρσώς, ο δάσκαλος του Γένους Κοραής,  περίνους αλλά αδέκαστος στηλιτεύει το τυραννικόν πάθος, την Διχόνοιαν …

Με βαθειά την οδύνην, ο Κοραής μεταδίδει μέγιστον μάθημα, μέσω της Επιστολής του:

Προς τους προεστώτας της Ελλάδος, - Ελευθέρωσις από τα τυραννικά πάθη (10.1822):

« … ο άνομος ζυγός του τυράννου μας εβάρυνεν όλους επίσης αυτός «ουκ εθαύμασεν πρόσωπον πρεσβύτου, ουδέ νέον ελέησεν».

Δύναμις και πλούτος χωρίς ελευθερίαν είναι κατάρα … εις μόνα τα ελεύθερα έθνη εμπορεί να ευδαιμονήσει πλούσιος και δυνατός, εάν μεταχειρισθή την δύναμιν και τον πλούτον εις την κοινήν των συμπολιτών ευδαιμονίαν, εάν ομονοή με τους συμπολίτας του …». 

Οι Έλληνες έπαθαν, δια τας διχονοίας των την δυστυχεστάτην απ’ όλους τας πολιτικάς μεταβολάς, τη στέρησιν της προγονικής αυτονομίας και ισονομίας ενώ αλλοιώθηκαν οι αξίες: ο ανθρωπισμός και η αρετή:

«Έστιν άρα η αρετή έξις προαιρετική, εν μεσότητι ούσα τη προς ημάς, ωρισμένη λόγω και ω αν ο φρόνιμος ορίσειεν μεσότης δε δύο κακιών, της μεν καθ’ υπερβολήν της δε κατ΄ελλείψιν». (Αρετή είναι η μόνιμη και σταθερή διάθεση της ψυχής, που κινεί την ψυχική ενέργεια. (Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, Β΄ βιβλίο).

Επίσης, σπουδαία και η επιστολή του Κοραή: Προς τους Έλληνας Ταγούς (εμπιστευτική επιστολή, 2.8.1825):

«Σεβάσμιε κύριε Πρόεδρε του Νομοτελεστικού συνεδρίου (Κουντουριώτης). Σεβάσμιοι … Στρατηγοί και Ναύαρχοι, όσοι τρέφετε εις τας σπλάχνα σας ειλικρινή και άδολον της ταλαιπώρου μητρός και πατρίδος μας αγάπην. 

Παρακαλώ σας, όλους … με τρέμουσαν χείραν και οφθαλμούς ασθενείς από το γήρας να ακούσετε με εύνοιαν τας τελευταίας ταύτας φωνάς του γέροντος, μέλλοντος μετ’ ολίγον να ταφή εις ξένην γην.

Ευκολώτερον υποφέρονται αι αδικίαι των αλλοφύλων τυράννων, διότι ο αδικούμενος κρίνει … αλλά και βλέπει πράξεις και λόγους τυραννικούς από ομογενείς, ομόγλωσσους, ομόθρησκους … τούτο είναι βαρύ!

Τούτο μ’ εξώρισεν από την πατρίδα μου!

… επέκεινα να προχωρήσω, ω φίλη μου πατρίς, μ’ εμποδίζει … ο γεννηθείς εις την ψυχήν μου σεισμός … βλέπων σπαρασσομένην από τας ανομίας των βαρβάρων … εξωρίσθην εκουσίως από τους κόλπους σου…

Ο Αδαμάντιος Κοραής συνέδεσε το όνομά του με τις κύριες εκφάνσεις του διεξαγόμενου πνευματικού αγώνα, τον Διαφωτισμό, που αντλούν τη έμπνευσή τους από τα πρότυπα των δημοκρατικών πολιτειών της Ελληνικής αρχαιότητας με ορόσημα: τη γλώσσα, νέα ελληνική, την κατάκτηση της πνευματικής ελευθερίας και καταπολέμηση της εθελοδουλείας, διχόνοιας, τυραννίας!!

Πατριωτικός, πνευματικός ο αγώνας του Δασκάλου του Γένους, Αδαμάντιου Κοραή, ο οποίος αναδεικνύεται, μέσω των επιλεγμένων χωρίων στα οποία συμπυκνώνεται η πεμπτουσία της ελληνικής συνείδησης και δράσης «παραδόξως» δε σηματοδοτούνται και από «τα λάθη, όσα έπραξαν» … όμως από αυτά αναδύεται κάτι σαν να υπερακοντίζει το χιμαιρικό, να γίνεται όραμα και στέρεο θεμέλιο ανεξαρτησίας.

Χωρίς τα «λάθη» θα είμαστε οι Έλληνες χωρίς ταυτότητα, χωρίς ιστορική προοπτική, με χαρακτήρα την Ελληνικότητα!

 

Βίβιαν Φαρμάκη 

Δρ Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων,

Πτυχιούχος Αρχαιολογίας – Ιστορίας 

Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, 

Κριτικός Λογοτεχνίας μέλος του

(Α.Ι.C.L. Association Internationale de la 

CRITIQUE LITTERAIRE)

 

 

ΜΑΝΩΛΗΣ ΠΡΑΤΣΙΚΑΣ # Συμπυκνωμένος λόγος μιας πολιτιστικής παρακαταθήκης #

ΜΑΝΩΛΗΣ ΠΡΑΤΣΙΚΑΣ

 


# Συμπυκνωμένος λόγος μιας πολιτιστικής παρακαταθήκης #

Εφημερίδα "Η ΓΝΩΜΗ" των Πατρών Φυλ.Κυριακή 28-2-2021

Παρέα με την ποίηση

τότε και τώρα

από την Πάτρα. 



ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ:  ΣΩΤΗΡΗΣ Ι.ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

                         Μέλος του κύκλου Ποιητών

                        Μέλος Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών

 

               


Ο Μανώλης Πράτσικας στους λογοτεχνικούς κύκλους (το κανονικό του όνομα ήταν Μαργαρίτης Παπαδόπουλος), είχε μία μακροχρόνια παρουσία στα Γράμματα και στις Τέχνες.

O Πράτσικας, αν και γεννημένος στην Αθήνα, το 1920 ζούσε μόνιμα από το 1954  στην Πάτρα.

Υπήρξε και μέλος καθώς και επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Λογοτεχνών Νοτιοδυτικής Ελλάδος.                                     

Προς το τέλος του εμφυλίου ορίσθηκε υπεύθυνος του γραφείου τύπου της 77η  Ταξιαρχίας, ενώ από το 1955 μέχρι το 1981 ήταν υπεύθυνος του γραφείου τύπου

του Α.Σ.Ο., καθώς και υπεύθυνος σύνταξης του εντύπου που εξέδιδε ο Α.Σ.Ο. με  τίτλο «ΣΤΑΦΙΔΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ».

Τα πρώτα του λογοτεχνικά κείμενα δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα  «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ» Πατρών, «ΑΥΓΗ» Πύργου, «ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΒΡΑΔΙΝΗ» Αθηνών και στα περιοδικά «ΒΙΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ» και «Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ  ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ»

Είχε δημοσιεύσει χίλιες περίπου κριτικές για ισάριθμα βιβλία και πεντακόσιες για  θεατρικά έργα. Είχε συνεργασθεί με τα εγκυρότερα λογοτεχνικά περιοδικά και

εφημερίδες με διηγήματά του, κριτικές θεάτρου και βιβλίου.

Στα γράμματα επίσημα, παρουσιάσθηκε το 1962 με την κυκλοφορία του πρώτου  βιβλίου με διηγήματα με τίτλο «11 ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ».

Είχε γράψει Ποίηση, Πεζογραφία, Θέατρο, Κριτική Βιβλίου και Θεάτρου, καθώς και  Δοκίμιο. Ας δούμε την ποιητική γραφή του

ΕΓΩ ΚΑΙ Ο ΑΛΛΟΣ

 

Λίγο πριν πεθάνει

ο χρόνος του έγινε

εξομολόγηση.

Έτσι ότι απέμεινε ήταν

ένα πρόσωπο του φεγγαριού.

Ετελεύτησε λοιπόν

με λιγοστά φωνήεντα.

Ήταν μια απολεσθείσα και γκρίζα

ευαισθησία και με τα σύμφωνα

να κλαίνε

τόσο σιωπηλά

και τόσο αλλοίμονο μοναχικά.

Λίγο πριν πεθάνει

Αλήθεια σου λέω Ήμουν και εγώ εκεί.

 

Ποίηση με πολλαπλές στοχαστικές αποκρυπτογραφήσεις, σε μια ποιητική καθ’ όλα ανθοφορία, με παραμέτρους, την επιγραμματική κατάθεση της αρχαίας σοφίας και

μυθοπλασίας, καθαγιασμένης ανά τους αιώνες.

Συμπυκνωμένος λόγος μιας πολιτιστικής παρακαταθήκης παντοτινής ζωής και αείφωτης, με αποκωδικοποίηση της αισθητικής του λόγου με ποιητική φόρμα και

απόδοση. Ποιητική – λοιπόν - αισθητικοποίηση, με αφετηρία την οδό τηςεξωτερίκευσης και της αμεσότητας προς το θείο για την ανθρώπινη τελείωση και

λύτρωση.

Επικαιροποιεί ο ποιητής την ποιητική ενδοσκόπηση και την διέξοδη υπεράσπιση των ανθρωπίνων αδυναμιών.

Ήταν μέλος της Εθνικής Εταιρείας των Ελλήνων Λογοτεχνών, της  Ένωσης ΚριτικήςΒιβλίου, της Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών Κριτικών, του Ελληνικού Κέντρου

Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου, της Ένωσης Δημοσιογράφων και Συγγραφέων Τουρισμού, του Πνευματικού Κέντρου Παναγιώτης Κανελλόπουλος,

και υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Ν.Δ. Ελλάδος.

Είχε δώσει διαλέξεις στην Αθήνα ,στην Πάτρα, τον Πύργο και σ’ άλλες επαρχιακές πόλεις. Ποιήματά του έχουν μεταφρασθεί στα αγγλικά από το Γιώργο Δανιήλ και

στα γερμανικά από την Ρόζενταλ Καμαρινέα.

Στις 24-2 1986 έγινε αναφορά στο έργο του στο Περιφερειακό Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων, ενώ στις 13-5-1996 το περιοδικό «ΟΜΠΡΕΛΑ» οργάνωσε στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων τιμητική εκδήλωση για το έργο του.

Ακόμα ένα ποίημα του

 

ΤΟ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ

 

Συνήθιζε να κάθεται εκεί

στη γωνιά.

Κοίταζε από το μεγάλο τζάμι.

 

Τις μοναχικές ώρες

μέτραγε κρυφά τα βήματα των μικρών παιδιών.

Άλλες φορές βυθιζόταν –έτσι εντελώς

απρόοπτα στους παλαιούς καιρούς.

Φυσικά ο καφές του σήμερα πάγωσε

μέσα στη σιωπή.

Και στις ματιές που έριχνε ο ένας

στον άλλο.

Σας μιλάμε εδώ για το καφενείο ΟΛΥΜΠΙΑ

και για τον Στάμο

Ξέρετε… Πέθανε χθες…

 

Το συναίσθημα βρίσκεται σε μια περιδίνηση σχεδιασμού, εντοπιότητας, παράδοσης και αυτόβουλης έκφρασης στο κοινωνικό πεδίο που κινείται το άτομο. Η διάθεση της

επικοινωνίας, της συνέκφρασης, της κοινωνικής αντιστοίχησης και διαδρομής, της προσωπικής βούλησης του ατόμου, γίνεται σταδιακά ένας οίστρος προσέγγισης

της ζωής της πόλεως, σ΄ όλο το μεγαλείο της λαϊκής έκφρασης, της απλότητας και της περιεκτικότητας που συνυπάρχει στο γλωσσικό μας δυναμικό, της ανθρώπινης

πάντα, συμπεριφοράς, σ’ένα πεδίο σεβασμού, αλληλοεκτίμησης και βαθύτατης

αγάπης, σ΄ όλες τις συναισθηματικές διακυμάνσεις που έχει η λαϊκή μούσα της  ποίησης, το εσωτερικό φλόγιστρο της ελεύθερης έκφρασης και διατύπωσης..

Προσεγγίζει, με λυγερή παράθεση στίχων, ό,τι ο νους και η καρδιά, στη παρόρμηση της στιγμής, αγγίζει και αγιάζει τον έσω. Μέσα σένα πεδίο πολυθεματικής και

κοινωνικής παράδοσης και κουλτούρας, ανιχνεύει και ποιητικά ερμηνεύει τον άνθρωπο, από τη γέννησή του ως τα στερνά του, στη μετρική της απλότητα, θέλοντας και επιδιώκοντας η ποίηση, σ’ όλες τις εκφάνσεις της ζωής, να γίνεται το αναπόσπαστο βάθρο της ψυχικής και αισθητικής πανέκφρασης και συνδιαλλαγής των ανθρώπων. Με πηγαιότητα ποίησης ρέουσα, κεντρωμένη τις ρίζες και τις πηγές της δημώδους ποίησης, με ουσιαστική προσέγγιση στα καθημερινά μας και με

πολλά στοιχεία αισιοδοξίας, και καλοκάγαθης διάθεσης και πρόσβασης στη ζωή, ενωτίζεται τα γεγονότα και με πραγματικό και μας τα προσφέρει.

 

ΑΜΟΙΡΗ ΓΡΙΑ

 

Δεν πρόλαβες να λαχταρίσεις στη καινούρια γέννα.

Έψαχνες για ένα αγόρι

Τον Μιχάλη.

Ρωτούσες τα παιδιά, τους στρατιώτες

ακόμα και κείνον τον Δεκέμβρη μήνα.

Τον είδα ναι - ναι προχθές

σε ένα δρόμο της Αθήνας – έμοιαζε!!!

Όμως δεν έχω πρόχειρη την διεύθυνση του

 

Γριούλα μου, πεθαμένη βασανισμένη.

Βλέπεις, οι σκιές μας έφυγαν από την γειτονιά

ήμαξαν στις φυλακές και στις κρυψώνες.

 

Έχει τιμηθεί για το έργο του και τη συνολική πνευματική του προσφορά από το Φυσιολατρικό Σύνδεσμο Πατρών (25-1-1978) τον Οργανισμό Καλλιτεχνικών Εκδηλώσεων (8-1-1995) την Εταιρεία Βιολογικών Εκδόσεων

«ΜΕΤΡΟΝ» (12-3-1998) ενώ έχουν κάνει τιμητικά αφιερώματα σε πολλές εφημερίδες και  περιοδικά

Με μια ακόμη αναγνώριση και επιβράβευση του συνολικού του έργου τιμήθηκε (27-12-2006)

 ακόμη από το περιοδικό «Σύγχρονη Σκέψη» στο πλαίσιο της ενότητας «Βραβεία των Δέκα» για το 2006 με απονομή βραβείου που έγινε υπό την αιγίδα

της Εθνικής Εταιρείας Λογοτεχνών στην αίθουσα εκδηλώσεως της Εταιρείας στην Αθήνα.

Με το έργο του έχουν ασχοληθεί αξιόλογες μορφές των γραμμάτων όπως ο Πέτρος Γλέζος, ο Τάσος Αθανασιάδης, ο Ανδρέας Καραντώνης, ο Διονύσιος Κωστίδης, ο Σαράντος Καργάκος κ.α.»

Ακόμα ένα μικρό ποίημα (Πάντα ο Πρατσικας έγραφε μικρά ποιήματά)

 

ΠΕΝΤΑΓΡΑΜΜΟ

 

Σας αρέσει;

Φυσικά η ερώτηση

για την μουσική

Δεν απάντησε

Έτσι τον προσπέρασαν οι νότες

και αυτή η νύχτα

Ξέρετε

Χρόνια πριν.

Η ίδια νύχτα η ίδια μουσική

ξεψύχαγε η αδελφή του -

Όμως τώρα, τι μπορούσε να πει

για αυτό το όμοιο, το ίδιο δάκρυ.

 

Ο Μανώλης Πράτσικας παντρεύτηκε στην κόρη του Αχαιού συγγραφέα- εκπαιδευτικού και Επιθεωρητή Δημοτικής Εκπαιδεύσεως Βασίλη Παπαγεωργίου-

Βροντιά , Χρυσούλα Παπαγεωργίου.

Έτρεφε από νεαρός μεγάλη αγάπη για τις τέχνες και μάλιστα ιδιαίτερη για το θέατρο.

Προερχόταν από μία διαφορετική γενιά ανθρώπων που είχε την τύχη να γνωρίσει και να δει θεατρικές παραστάσεις με ιερά τέρατα του χώρου της υποκριτικής.

Προερχόταν και από μία γενιά όπου τον χώρο της θεατρικής κριτικής επίσης  υπηρετούσαν σημαντικές προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών.

 

Ξεκίνησε την επαγγελματική του πορεία το 1941 ως ανταποκριτής στην εφημερίδα  του Λαυρίου «Κοινωνία» ενώ κατά την περίοδο 1943-1946 συνεργάσθηκε με την

εφημερίδα «Ελεύθερος Λαός»

 

Η ΜΙΚΡΗ ΜΑΣ ΠΟΛΗ

 

Οι ομοιότητες στα χρώματα

στις μετακινούμενες σκιές της μοίρας

Βέβαια

αυτά τα σχήματα που στέκονται

εδώ και εκεί

είναι οι δικοί μας.

Ανθρώπινες σάρκες ντυμένες

στον μέλλοντα θάνατο,

εμείς οι θαμώνες στο άδειο αύριο,

εκείνοι οι περαστικοί στη πείνα

του ερωτηματικού.

Η σιωπή. Το καφενείο, Η ανία,

τα θαμπά τζάμια

Όμως ο χώρος, ο καφές, η απελπισία

αυξήθηκαν.

Το ενοίκιο

 

Προς το τέλος του Εμφυλίου ορίσθηκε υπεύθυνος του γραφείου Τύπου της 77ης Ταξιαρχίας ενώ από το 1955 μέχρι το 1981 ήταν υπεύθυνος του γραφείου Τύπου

του Α.Σ.Ο. καθώς και υπεύθυνος σύνταξης του εντύπου που εξέδιδε ο Α.Σ.Ο. με τίτλο «Σταφιδικό Δελτίο». Όπως ο ίδιος περήφανα είχε αναφέρει στο thebest.gr,

«εγώ ήμουν που έστησα πρώτος το γραφείο Τύπου στον ΑΣΟ».

 

ΕΙΚΟΝΑ

 

Υστέρα..

αριστεροί, δεξιοί και κυρίως γέροντες,

ακόμα και αυτό το θαυμαστό δειλινό

ένα πρόσωπο της μαρμαρένιας ώρας,

με τον ίδιο ήχο.

Κι ύστερα

αριστεροί δεξιοί και γέροντες

και κυρίως νέοι,

βρέθηκαν να μετράνε τα χρόνια,

την πλήξη

και τα περαστικά αυτοκίνητα,

περιμένοντας από στιγμή σε στιγμή,

να ανάψουν και εδώ τα μάτια από ένα νέο.

 

Η Γιολάντα Πατεράκη κατά την παρουσίαση του έργου του στην εκδήλωση της απονομής στο Μανώλη Πράτσικα  του Βραβείου Λογοτεχνίας 2.006 από την «ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ 10» που έγινε στην αίθουσα της Εθνικής Εταιρείας των Ελλήνων Λογοτεχνών στη Αθήνα στις 7-5-2008 είπε μεταξύ άλλων και τα εξής: «Πολλές οι ικανότητες του συγγραφέα. Δύναμη στην πένα του, ευρηματική φαντασία

ψυχαναλυτική και συμβολική η παρουσία των ηρώων του, πρωτοτυπία στη σύλληψη  των έργων του, επαναστατική, φιλοσοφική και, αρκετές φορές σαρκαστική η γραφή

του. Αν κανένας μελετήσει το σύνολο του έργου του θα δει πως η εξέλιξη της  πνευματικής πορείας του ήταν συνέχεια ανοδική. Ο συγγραφέας δε μοιάζει να  ικανοποιήθηκε ποτέ από τον εαυτό του πάντα από έργο σε έργο αναζητάει και  ψάχνει».

Ο Πράτσικας εμπνέεται από κοινωνικό βίωμα που ολοκληρώνεται σε πρακτικό αποτέλεσμα προσωπικής ή ευρύτερης δημιουργίας, επικεντρωμένος στον

Σύγχρονο  άνθρωπο, στις επιθυμίες του, στα οράματά του και στη μελλοντική του σπορά. Με το έργο του Μ. Π. έχουν ασχοληθεί αξιόλογες μορφές των γραμμάτων όπως ο Πέτρος Γλέζος, ο Τάσος Αθανασιάδης, ο Ανδρέας Καραντώνης, ο Διονύσης  Κωστίδης ο Σαράντος Καργάκος κ.α.»

Κλείνοντας αυτό το μικρό αφιέρωμα σε ένα άνθρωπο που γνώρισα από τα  ποιήματά του (Μου τα παραχώρησε ευγενικά ο φίλος λογοτέχνης και πρόεδρος των

Λογοτεχνών ΝΔ Ελλάδος Λεωνίδας Μαργαρίτης) θέλω να πω ακόμα ότι ο Μανώλης Πράτσικας Δεν προσπαθεί με κάποιες μεθόδους να επιβληθεί, αλλά με

μια ειλικρινή διάθεση καταδεικνύει την ουσία των πραγμάτων. Σχεδόν στο τέλος κάθε ποιήματος υπάρχει μια πικρή διατύπωση και μια διαπίστωση που σε

αφοπλίζει. Γράφει με μια καθαρότητα και διαύγεια τέτοια που φέρνει τον αναγνώστη  αντιμέτωπο με τον ίδιο του τον εαυτό, με τις ίδιες του τις πληγές.