ΝΙΚΟΣ ΣΚΛΗΡΟΣ Ο Ελληνολάτρης – Ο Φυσιολάτρης


ΝΙΚΟΣ ΣΚΛΗΡΟΣ
Ο Ελληνολάτρης – Ο Φυσιολάτρης

του Ανδρέα Μπούτσικα
Η γνωστή λαϊκή παροιμία «Φτωχός Άγιος δόξα δεν έχει» βρίσκει δικαίωση σίγουρα στην περίπτωση του τόσο αγαπητού σ’ αυτούς που τον γνώρισαν από κοντά, αλλά και τόσο συμπαθούς στα μέλη της Πατραϊκής κοινωνίας που είτε είχαν κάποια επαφή μαζί του ή απλώς είχαν γι’ αυτόν πληροφορικά ακούσματα, τον Νίκο Σκληρό. Προσωπικά πιστεύω πως ο Νίκος Σκληρός υπήρξε ο άγιος της φύσης ή και αν θέλετε της φυσιολατρίας, ο ιεραπόστολος της παράδοσης, ο αληθινός ελληνολάτρης.
Προχωρώντας στην παρουσίασή του βεβαιώ πως δεν πρόκειται καθόλου να εξωραΐσω τη ζωή και τη δράση του. Και τούτο, όχι μόνον γιατί έτσι θα μολύνει την αγνότητά του, αλλά και γιατί ούτε ο ίδιος ήθελε να μιλούν επαινετικά γι’ αυτόν.
Ήταν απλός, ήρεμος, ευγενικός, γαλήνιος, απόλυτα αγνός, ως ψυχή και σώμα, όπως η ίδια η φύση την οποία λάτρευε καθώς στην αγκαλιά της ζούσε τον Παράδεισό του, όπως ο Δημιουργός επιθυμεί να ζουν τα δημιουργήματά του με πρώτο τον άνθρωπο. Δυστυχώς όμως αυτός ξεστράτισε και με την πονηριά του Εωσφόρου άφησε την αλήθεια και τον Παράδεισο για ν’ αναζητήσει το ψέμα και την κόλαση. Κάτι ανάλογο δηλαδή με τον σημερινό άνθρωπο ο οποίος με το ξεγέλασμα του τεχνικού πολιτισμού (σύγχρονος Εωσφόρος) άφησε τον Παράδεισο της φύσης (για να μην πούμε το χειρότερο, πως την καταστρέφει) για να ριχθεί στην Κόλαση των καυσαερίων, των φυτοφαρμάκων, των αποβλήτων, των μεταλλαγμένων και τη νόθευση της παράδοσης.
Ο Ν. Σκ. δεν ακολούθησε ποτέ αυτό το δρόμο. Η φύση του αγνή, όπως η θεϊκή δημιουργία, ενισχυμένη και από τη γνώση της επαγγελματικής του ενασχόλησης, αρνήθηκε ν’ ακολουθήσει το κοινό ρεύμα και παρέμεινε πιστή στον αληθινό Παράδεισο. Αγωνιζόταν και απολάμβανε την ομορφιά του φυσικού περιβάλλοντος όχι μόνον τις ώρες της επαγγελματικής του εργασίας, αλλά και τις άλλες ελεύθερες ώρες, όσες φυσικά του περίσσευαν, αφού δεν ενδιαφερόταν μόνον για τη φύση, αλλά και για τους συνανθρώπους του και μάλιστα με πνευματικό αγώνα γράφοντας και ξαναγράφοντας, πασχίζοντας κυριολεκτικά για τη σωστή και σωτήρια ενημέρωσή τους με το απλό σε σχήμα και εμφάνιση, αλλά σημαντικό σε περιεχόμενο έντυπό του
– περιοδικό «ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ- ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ».

Ο Ν. Σ. μπορεί να γεννήθηκε στη Λευκάδα (η Κοντάραινα το χωριό του) αλλά δεν ανήκει μόνον σ’ αυτή ή την Αχαΐα και ιδιαίτερα την Πάτρα, όπου κύρια έδρασε, αλλά σε ολόκληρη την Ελλάδα, την οποία σεργιάνισε – σε κάθε γωνιά και σκαρφάλωσε σε όλα τα βουνά της, με τον ίδιο πάντα σκοπό και επιθυμία. Να την κάνει γη της επαγγελίας, να σταματήσει τον κατήφορο της «Ιστορικής Παρακμής», όπως έλεγε. Πάσχιζε για τις πολυάνθρωπες πόλεις και την «προγραμματισμένη» όπως πίστευε και κήρυττε ερήμωση της υπαίθρου εξαιτίας του πολιτισμένου και εξευρωπαϊσμένου αστικού κράτους που σιγά – σιγά με το ξερίζωμα των χωριών και την αστικοποίησή τους θα έφερνε την ερήμωση με επακόλουθο το θάνατο του Έθνους. Μόνιμο σλόγκαν του: «Η σωτηρία της Ελλάδος είναι η επιστροφή στην ύπαιθρο, στη φύση με πλήρη αυτοδιοίκηση οικογένειας και χωριού, μέσα από την αθάνατη αγροτική κοινωνία».
Ο Νίκος Σκληρός ήταν ένας σύγχρονος «ΚΟΣΜΑΣ ΑΙΤΩΛΟΣ», που αλώνισε την Ελλάδα κηρύσσοντας την επιστροφή στη φύση, την επιστροφή στην ομορφιά και τη μαγεία του γήινου Παραδείσου, που με τόση γενναιοδωρία μας χάρισε ο Πλάστης, την αξία της οποίας εμείς οι εξαρτημένοι από τον τεχνικό πολιτισμό αναγνωρίζουμε μόνο όταν βγαίνουμε έξω από τα τείχη της πόλης και βρισκόμαστε, έστω και για λίγο στην αγκαλιά του με την ομολογία μας: «Αχ! Τι όμορφα που είναι στην εξοχή!!! Η αφηνιασμένη άλλωστε, κατά τις γνωστές περιόδους, έξοδος των εκατομμυρίων φυλακισμένων εντός των τειχών των μεγαλουπόλεων, κατοίκων, το αποδεικνύει.
Ανήσυχος και αγωνιώδης απόστολος και μαχητής στάθηκε πάντα όρθιος, ασυμβίβαστος και φλογερός υπερασπιστής των ιδεών του σε όποιο μετερίζι κι αν βρέθηκε. Στην Αβερώφειο Μέση Γεωργική Σχολή της Λάρισας, στη Γεωπονική Σχολή Αθηνών, στην Επιμελητεία του επικοισμού Ιωαννίνων, στην Επιμελητεία του Φυτοπαθολογικού Σταθμού Βόλου, στη Γεωργική Υπηρεσία των επαρχιών Αιγιαλείας, Καλαβρύτων και Πατρών, ως προϊστάμενος, ως Δ/ντής του Γεωργικού Σχολείου Πατρών, ως καθηγητής Γεωπονικών στο Ανώτερο εκκλησιαστικό Φροντιστήριο και την Παιδαγωγική Ακαδημία Πατρών, ως Πρόεδρος του συλλόγου «Το Δημοτικό Τραγούδι», ως πανελλήνιος τέλος κήρυκας και απόστολος της Επικράτειας. Μιλούσε σε συνάξεις, σ’ εκκλησίες, στα πανηγύρια, ακόμα και στα καφενεία,
με κέντρο την ελληνική παράδοση, τα έθιμα, την ελληνική ζωή και οικογένεια, και την ιστορική συνέχεια του ελληνισμού.
Ένας απόστολος που δεν αρκέστηκε στο κήρυγμα, αλλά προχώρησε στην πράξη με συγγραφές, επιστολές, έγγραφες παρεμβάσεις, άρθρα, μελέτες, περιοδικά κτλ. Διερωτόμεθα, τι άλλο θα μπορούσε να κάμει!
Είχα τη μεγάλη τιμή της φιλίας του και η αγάπη και η εκτίμησή του στο πρόσωπό μου αποτελεί γλυκύτατη ανάμνηση. Η απουσία του μου είναι, και νομίζω σε όλους όσους τον γνώρισαν αισθητή, αλλά και χωρίς υπερβολή, για την πατρίδα, μια εθνική πνευματική πληγή. Πάντα μειλίχιος, με τον καλό λόγο στα χείλη, και την ευγενική παρακίνηση να τον ακολουθήσουμε. Πάντα καλοσυνάτος, ποτέ θυμώδης, είρων ή χλευαστικά επικριτικός. Θα μένει νοσταλγικά στη μνήμη μου το χαμογελαστό προσκλητήριό του μ’ εκείνη τη χαρακτηριστική συρτή φωνή του.
—Έλα μαζί μου να γνωρίσεις την αληθινή ζωή. Γράψου στον πεζοπορικό! Φύγε από τα χνώτα της αστικής ασφυξίας.
Με εμείς νεότεροι και με διάθεση για κοσμική παρουσία, παρά την αναγνώρισή και την παραδοχή των απόψεών του, διστάζαμε, μένοντας πιο πίσω, ενώ τώρα συλλογιόμαστε βαθιά το μέγεθος της αλήθειας των λόγων του. Αυτός όμως δεν προσκυνούσε! Έλεγε πάντα και με πάθος τις πικρές αλήθειες παντού! Ακόμα και στην εξουσία, κάτι που τον ανάγκασε να παραιτηθεί από το Υπουργείο Γεωργίας και να ιδιωτεύσει. «Ελεύθερος πολίτης πλέον, έλεγε, μπορώ ν’ ασχοληθώ τώρα με όλες τις επιστήμες, δηλαδή τα πρακτικά τους αποτελέσματα για το έθνος.
Ο Ν. Σ. ήταν ένας μεγάλος Έλληνας και το πάθος του ήταν η Ελλάδα στηριγμένη στη γνήσια χριστιανική και ελληνική παράδοση και ιστορία της. Ο λόγος αυτός ήταν και η αιτία της συμμετοχής του σε κάθε πατριωτική και πνευματική εκδήλωση, είτε ως ακροατής, είτε ως ομιλητής, αδιαφορώντας αν πολλοί τον χαρακτήριζαν ιδεαλιστή και φιλοαγρότη που κυνηγούσε χίμαιρες και αυταπάτες. Αυτός ήταν ένας αϊτός που είχε κλείσει στην ψυχή του Ελλάδα και πετώντας από κορυφή σε κορυφή αγκάλιαζε με τις φτερούγες της μεγάλης του αγάπης για τη φύση, ολόκληρο τον κόσμο της υπαίθρου παίρνοντας δύναμη με τη μετάγγιση που καθημερινά έκανε στον εαυτό του από τον ολοκάθαρο αέρα των βουνών, το άρωμα της ανθισμένης ελληνικής
γης, την αγνή ζωή των χωρικών, τις προαιώνιες παραδόσεις και τα έθιμα του λαού μας.
Ρομαντικό, ονειροπόλο και ιδεαλιστική τον είπαν άλλοι, που σκόπευε στο άπιαστο, στο χωρίς επιστροφή. Αλήθεια, πόσο μακριά από τις δικές του αλήθειες βρίσκονταν! Γιατί ο Ν. Σ. δεν ήταν θεωρητικός! Ήταν ερευνητής, εφαρμοστής γεωπόνος, που είχε ζήσει την ελληνική ύπαιθρο από κάθε της πλευρά και γνώριζε το λαό όσο λίγοι.
Είχε σχέδια στηριγμένα στην πραγματικότητα από τις δικές του εμπειρίες, παρατηρήσεις και μελέτες. Είχε ασχοληθεί με πάθος σ’ αυτή, όπως έλεγε διαμαρτυρόμενος, γιατί κάποτε – κάποτε κάποιοι θεωρητικοί αερολόγοι καρεκλοκένταυροι γραφειοκράτες χλεύαζαν τις ιδέες του ως ανεφάρμοστες, δηλαδή τα πρακτικά τους αποτελέσματα και τις συνέπειές τους για το Έθνος. Αυτός γνώριζε καλά τι ήταν εφαρμόσιμο αποδοτικό και μη. Η φωνή έβγαινε με λαχτάρα επί -20- είκοσι ολόκληρα χρόνια από το μικρό και σεμνό περιοδικό του, για το οποίο ξόδευε από το ισχνό του βαλάντιο. Ποιος όμως διάβαζε τα κείμενά του; Ποιος άκουγε τη φωνή του; Φυσικά κανένας από εκείνους τους δήθεν ηγέτες της διοίκησης που ήσαν και οι αίτιοι της παραίτησής του.
Και να ! Οι προφητείες του βγήκαν αληθινές και σήμερα όλοι μας ανήσυχοι από τις διοξίνες και τις τρελές αγελάδες, από το μολυσμένο, λόγω υπεδάφους, νερό που πίνουμε και τον δηλητηριασμένο, λόγω καυσαερίων και βιομηχανιών, αέρα που ανασαίνουμε, από το δηλητηριασμένο από την αλόγιστη λίπανση και τα φυτοφάρμακα υπέδαφος, από την απλησίαστη και επικίνδυνη, λόγω βαρέων μετάλλων και βακτηριδίων και από τα βιομηχανικά απόβλητα, θάλασσα, που ούτε να βουτήξουμε τα πόδια μας δεν τολμάμε, τρέχουμε πανικόβλητοι στα ίσως αληθινά βιολογικά προϊόντα, περιχαρέστατοι μάλιστα αν κάποιος συγγενής ή φίλος από την ύπαιθρο, μας δωρίσει λίγα κιλά καθαρή πατάτα, μια μπουκάλα φυσικό κρασί ή λίγα αράντιστα φρούτα και λαχανικά! Τρομοκρατημένοι προσπαθούμε να σωθούμε (αλίμονο στους απογόνους) σπέρνοντας μαϊντανό και ντομάτες σε γλάστρες, ενώ κάνοντας τραπέζι σε φίλους σπεύδουμε να τονίσουμε με καμάρι πως το κοτόπουλο ή το κρέας που τους σερβίρουμε το φέραμε από φιλικό σπίτι στο χωριό όπως και το ψωμί!
Ποιο χωριό όμως; Αυτό για το οποίο αγωνιζόταν ο Ν. Σκληρός! Ο άνθρωπος έγινε ένας σύγχρονος Τάνταλος που δεν τολμά ν’ αγγίξει τ’ αγαθά του καλού Θεού, αφού ο ίδιος τα έχει μεταβάλει σε δηλητηριασμένα βέλη κατά της ίδιας της ύπαρξής του.
Κλείστηκε σαν το ζούδι στις πολυκατοικίες – σφηκοφωλιές, που δεν μπορεί να κοιμηθεί από τους ήχους της τηλεόρασης, των C. D. και τις κουβέντες τού κατά ένα τοίχο γείτονα, που το παιδί του αντί για την αυλή και την αλάνα κυλιέται στο φραγμένο μπαλκόνι, ενώ ο πονεμένος σύνοικος κλαίει συνοδεία ελληνικών ή ξένων ασμάτων κάποιου γείτονα που ούτε τον γνωρίζει.
Όλα αυτά προφήτευε και για όλα αυτά μιλούσαν τα κηρύγματα του Ν. Σ., που αγωνιζόταν με πάθος για να προλάβει τις τσιμεντουπόλεις και τόνιζε πως η σωτηρία μας είναι η επιστροφή στη φύση την οποία πρέπει να προφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού.
Μάταια όμως! Τα τότε ειρωνικά χαμόγελα σε βάρος του έγιναν σημερινή αγωνία και κλάμα δικό μας.
Κάτι ανάλογο και για την παράδοση και τον πολιτισμό μας. Εκείνος είχε λατρεία στις αυθεντικές ελληνικές παραδόσεις και τα έθιμα, διαμαρτυρόμενος για τις ξενόφερτες συνήθειες που αλλοτριώνουν την γνησιότητα του λαού μας και μάλιστα της νεολαίας.
Κάποιοι χλεύαζαν και πάλι, όταν μιλούσε για τα ελληνικά ήθη και τη Δημοτική μουσική. Όμως πόσοι νεολαίοι μας ακούν σήμερα δημοτικά τραγούδια και πόσοι ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί τα περιλαμβάνουν στα προγράμματά τους; Κάποιες μόνον ελάχιστες εξαιρέσεις.
Εκείνος, αληθινός έλληνας αγωνιούσε για την παράδοση και ήταν ο στοχαστής, ο ανατόμος της σύγχρονης κοινωνικής και εθνικής ζωής, ο φιλόσοφος, ο ρέκτης των γραμμάτων και της τέχνης, όπως τον αποκαλούσε γνωστός δημοσιογράφος. Συμβούλευε, προειδο-ποιούσε, ενημέρωνε! Εκείνοι όμως που έπρεπε να τον προσέξουν σφύριζαν αδιάφορα.
Η ζωή μας όμως των τελευταίων ιδιαίτερα χρόνων, απέδειξε πόσο τραγικό ήταν το σφύριγμα αυτό και πόσο μεγάλο ήταν το δικό του δίκιο. Κάποιοι που τον κατάλαβαν αναγνώρισαν τον αγώνα του και τον τίμησαν με διακρίσεις όπως, η Ακαδημία Αθηνών, ο Πατριάρχης Κων/λεως, ο Αγροτικός Σύλλογος Αχαΐας, ο Φιλοδασικός Σύλλογος, ο Φυσιολατρικός Σύνδεσμος και η Αχαϊκή Εταιρία μελετών, -
ενώ πολύ επιτυχημένα του απενεμήθη ο τίτλος του ιεραποστόλου από τον Μητροπολίτη Φλώρινας.
Όμως ο Ν. Σ. δεν επιζητούσε για τη δράση του διακρίσεις και επαίνους. Επιζητούσε την καθάρεια, σωστή και ανθρώπινη ζωή του λαού, όπως καθάρεια, σωστή και ωφέλιμη ήταν η δική του ψυχή και ζωή.
Υπήρξε ένας αγνός αγωνιστής που άσπρισαν τα μαλλιά του στον αγώνα για το «καλύτερο του ελληνισμού», ένας ελληνολάτρης που ως την τελευταία ημέρα που πέταξε στους ουρανούς, σε ηλικία -91-ετών (1908- 1999), χωρίς ούτε μια ημέρα ν’ αρρωστήσει, πάσχιζε για το καλό της πατρίδας και του λαού της.
Πίσω του άφησε ένας μεγάλο έργο και μια τεράστια προσφορά.
Μεγάλος και μοναδικός θησαυρός του τα χιλιάδες βιβλία του. Δύο φορτηγά, κατά την ομολογία των φίλων του, γέμισαν, όταν μένοντας εγκαταλελειμμένα, μετά το θάνατο και της γυναίκας του, τα πήραν μάλλον για χαρτόμαζα. Ένας ολόκληρος πνευματικός θησαυρός που χάθηκε ίσως από αδιαφορία η οποία βαραίνει νομίζω όλους μας, Λευκάδιους και Πατρινούς.
Το γεγονός αυτό, μαζί με τον δικό του ενταφιασμό στο χώμα της αγαπημένης του Λευκάδας, όπως ο ίδιος είχε ζητήσει, ήταν το τέλος μιας φλογερής ιδανικής εντιμότητας και φιλοπατρίας.
Η μετριότητά μου πήρε ένα μεγάλο ρίσκο. Προσπάθησε την παρουσίαση ενός σύγχρονου τίμιου και γνήσιου αγωνιστή και μεγάλου Έλληνα, που οι περισσότεροι τον γνωρίσαμε, τον ζήσαμε, τον αγαπήσαμε, αλλά δυστυχώς κάπου τον αγνοήσαμε και που σήμερα (δεν ήταν άλλωστε δυνατόν να γίνει διαφορετικά) δεν είναι ανάμεσά μας. Είμαι βέβαιος όμως πως συχνά θα τον αναζητούμε.
Είναι αλήθεια πως ο κάθε λόγος μου δεν έχει ίχνος υπερβολής. Δεν κρύβει ίχνος κολακευτικής υστεροφημίας. Ποιος άλλωστε να κολακέψει ποιόν! Ο Ν. Σ. ήταν και θα είναι η αλήθεια. Πώς μπορείς λοιπόν να κολακεύεις την αλήθεια; Το αγαθό πνεύμα του ας μου συγχωρήσει την αδυναμία να παρουσιάσω αυτήν την αλήθεια με καλύτερο ύφος και λόγο.
Θέλησα να τον παρουσιάσω όπως ακριβώς τον γνώρισα. Απλόν, ήμερον, μειλίχιο, ευγενικό, καλόκαρδο, καταδεκτικό, σεμνόν και ανθρώπινο ως χαρακτήρα και μαζί αγνό αλλά δυναμικό, θαρραλέο και υπομονετικό, οραματιστή και προφητικό, ανιδιοτελή και ωφέλιμο, -117-
άνθρωπο και επιστήμονα, παλαιστή και αγωνιστή, πατριώτη και Έλληνα, που αγάπησε με πάθος τη γη, τα φυτά, τα λουλούδια, τα δέντρα, τα λιβάδια, τα βουνά, τις πηγές, τη φύση, τη ζωή και τον Δημιουργό της.
Στ’ αλήθεια, τούτη η παρουσίαση που ίσως έχει και τη μορφή σεμνού μνημοσύνου είναι κάτι που πιστεύω πως θα έπρεπε να έχει γίνει με άλλο τρόπο και με πρωτοβουλία άλλων φορέων Λευκάδας και Πάτρας, οι οποίοι όμως όταν στην Εταιρία Λογοτεχνών Νοτιοδυτικής Ελλάδος έγινε προ καιρού κάποια σεμνή εκδήλωση προς τιμήν του, απουσίασαν εντελώς, αν και ο Ν. Σ. τις δύο αυτές πόλεις τις αγάπησε με ιδιαίτερο τρόπο.
Ο Ν. Σ. έχει περάσει πλέον στην αιωνιότητα. Στη δική μας μνήμη θα μένει όμως ως μεγάλος μάχιμος σταυροφόρος για τη σωτηρία της ελληνικής γης και της γνήσιας ελληνικής παράδοσης, και που τίμησε στο απόλυτο τη ζωή και τους τόπους όπου έζησε. Υποχρέωση όλων να τον τιμούμε όπως του πρέπει, γιατί υπήρξε ένας αγνός αγωνιστής, για τη σωτηρία της πατρίδας και την καλή ζωή του λαού της.
Πάντα θα είναι ο αγαπημένος φτωχός άγιος της ελληνικής γης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου