ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΑΤΑΦΕΙΟ ΤΗΣ ΒΟΥΝΤΕΝΗΣ
(Oμιλία Νίκου Αθανασίου στο Φιλολογικό βραδινό της Εταιρείας Λογοτεχνών
που έγινε στη Στέγη Γραμμάτων ‘ ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ’ με τη συνεργασία της
Χαρακτηριστικά
Η Βούντενη είναι ορεινός οικισμός του Δήμου Πατρέων. Η επίσημη ονομασία
από το 1955 είναι Σκιόεσσα, η οποία όμως δεν έχει επικρατήσει και σπάνια
χρησιμοποιείται. Βρίσκεται επτά χιλιόμετρα περίπου βορειοανατολικά της
Πάτρας, πλησίον της συνοικίας Συχαινά και συγκεκριμένα στη θέση
«Μπόρτζι», που σημαίνει κάστρο στα Βενετσιάνικα. Σχετικά πρόσφατα, η
θέση αυτή ονομάστηκε «Καταρράχι». Αποτέλεσε πιθανόν τον πυρήνα της
προϊστορικής Πάτρας και ίσως ταυτίζεται με την αρχαία Μεσσάτιδα, μία εκ των
τριών ιωνικών κωμών - οι άλλες δύο ως γνωστόν ήταν η Αρόη και η Άνθεια -
που συνοικίστηκαν για να αποτελέσουν την Αρχαία Πάτρα.
Στη Βούντενη έχει βρεθεί οικισμός και νεκροταφείο που είναι ευρύτερα
γνωστός ως ‘‘Μυκηναϊκός Οικισμός Βούντενης’’ ή Μυκηναϊκό Νεκροταφείο
Βούντενης ή ‘‘Αρχαιολογικό Πάρκο Βούντενης’’. Αποτέλεσε μία από τις
σημαντικότερες εγκαταστάσεις της λεγόμενης περιφέρειας του Μυκηναϊκού
κόσμου και ήταν κτισμένη στις παρυφές του κατάφυτου ελατοσκέπαστου
Παναχαϊκού όρους.
Οι Μυκηναίοι ήταν Ελληνικά φύλα που κατέβηκαν από τον Βορρά,
κυριάρχησαν για πέντε αιώνες περίπου και εξαπλώθηκαν έως τη Βόρεια
Ευρώπη. Χαρακτηριστικά αυτών είναι τα ανάκτορα, η αστική οργάνωση, τα
έργα τέχνης και η πρώτη ελληνική γραφή, η γραμμική Β. Οι Μυκηναίοι μεταξύ
άλλων ήταν πολύ καλοί στην παραγωγή αρωματικών ελαίων. Στην Αχαΐα
έχουν βρεθεί εκατό θέσεις Μυκηναϊκού Πολιτισμού.
Η έκταση του αρχαιολογικού χώρου είναι 180 στρέμματα, σε ύψος 220
μέτρων και αναπτύσσεται σε απόληξη λοφοσειράς, όπου καταλήγουν στους
πρόποδες του Παναχαϊκού. Εκεί βρίσκονται τα ερείπια ενός προϊστορικού
Μυκηναϊκού οικισμού και νεκροταφείου, με 78 λαξευτούς θαλαμωτούς τάφους.
Οικισμός
Από τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στοιχεία, οι Αρχαιολόγοι βεβαιώνουν ότι, η
συνεχής κατοίκηση του οικισμού της Βούντενης, είχε διάρκεια πεντακόσια
χρόνια περίπου (από το 1500 έως το 1050 π.Χ.) Αποτέλεσε τον κεντρικό
πυρήνα ενός ευρύτερου συνόλου μικρότερων οικισμών, που είχαν αναπτυχθεί
στα πεδινά της γύρω περιοχής.
Η επιλογή της θέσης από τους Μυκηναίους δεν ήταν τυχαία. Είχε πολλά
πλεονεκτήματα που καθόρισαν την κατοίκηση και ανάπτυξή του εκ των
οποίων τα βασικά ήταν :
α. η αναμφισβήτητη στρατηγική θέση,
β. η φυσική οχύρωση του πλατώματος Μπόρτζι από τις τρεις πλευρές, που
παρέχει η λοφοσειρά στους πρόποδες του Παναχαϊκού όρους, όπου
βρίσκεται ο κύριος οικισμός,
γ. η εύκολη πρόσβαση στο Παναχαϊκό και στους κοντινούς λόφους
δ. ο έλεγχος και η επόπτευση του ανοικτού προς τη θάλασσα ορίζοντα και
των γύρω χερσαίων περασμάτων,
ε. η γρήγορη διαφυγή στα ορεινά σε περίπτωση κινδύνου, που λειτουργούσε
ως «καταφύγιο» του κεντρικού και των άλλων συνοικισμών.
στ. οι καλές κλιματολογικές συνθήκες,
ζ. οι πεδινές και ορεινές εκτάσεις, καθώς επίσης και οι χείμαρροι,
η. η ύδρευση από τις πλούσιες γειτονικές πηγές και η άρδευση από τα
γειτονικά ποτάμια (Μείλιχος, Μαργαρίτα),
θ. η πρόσβαση σε κυνήγι και
ι. η δυνατότητα επικοινωνίας με άλλες μυκηναϊκές εγκαταστάσεις της
περιοχής.
Μεγάλες και εύφορες καλλιεργήσιμες εκτάσεις υπήρχαν στα πεδινά και
παράκτια τμήματα. Τα πρανή του Παναχαϊκού όρους, ήταν πρόσφορα για την
ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, του κυνηγιού καθώς και τον προσπορισμό
άφθονης δομικής και ναυπηγικής ξυλείας, από τα κοντινά δάση της περιοχής.
Τα πεδινά, παράκτια και ορεινά τμήματα συνολικά, προσέφεραν αυτάρκεια
προϊόντων για τη διαβίωση των κατοίκων. Στη θέση του σημερινού έλους της
Αγυιάς, υπήρχε εκείνη την εποχή φυσικό λιμάνι, το λιμάνι της Βούντενης, που
παρείχε στους κατοίκους τη δυνατότητα διεξόδου στη θάλασσα και ελέγχου
ολόκληρου του Πατραϊκού κόλπου. Το λιμάνι επίσης ενίσχυε τις εμπορικές και
θαλάσσιες επαφές των κατοίκων.
Οικοδομικά στοιχεία του συνοικισμού, έχουν αποκαλυφθεί σε διάφορα σημεία.
Στις δοκιμαστικές ανασκαφικές τομές που διενεργήθηκαν στον οικισμό,
αποκαλύφθηκαν θεμέλια σπιτιών με αυλές και χαλικόστρωτους διαδρόμους,
που διαρθρώνονται με κατεύθυνση ΒΔ - ΝΑ. Τα θεμέλια των σπιτιών ήταν
χτισμένα από αργολιθοδομή και η ανωδομή τους από ωμόπλινθους, που με
την πάροδο των ετών καταστράφηκαν λόγω των αρόσεων ή των καιρικών
συνθηκών. Τα ευρήματα είναι καθημερινής χρήσης, δηλαδή νοικοκυριού και
υπάρχουν ενδείξεις γραμμικής Β γραφής. Αν και η έρευνα στον οικισμό δεν
έχει ολοκληρωθεί, τα αποκαλυφθέντα δομικά κατάλοιπα χρονολογούνται,
άλλα στη μυκηναϊκή και άλλα στη αρχαϊκή περίοδο. Ίσως στην περιοχή να
υπήρχε ναός της Αρτέμιδος Τρικλαρίας, χωρίς να έχει ανακαλυφθεί,
τουλάχιστον ακόμη. Έχει βρεθεί μόνο ένα μικρό ειδώλιο που σχετίζεται με την
Τρικλαρία Αρτέμιδα.
Ο μύθος της Κομαιθούς και του Μελάννιπου που σχετίζεται με την Τρικλαρία
Αρτέμιδα, ενδεχομένως να μην είναι ευρέως γνωστός, γι’ αυτό θ’ αναφερθώ
πολύ σύντομα.
Σε χώρο, πιθανόν δίπλα στο Μείλιχο ποταμό, που έρρεε από το Παναχαϊκό
όρος, στα σημερινά Συχαινά, κατά άλλους στον Γλαύκο, πάντως δίπλα σε
ποτάμι, λάτρευαν οι κάτοικοι την Τρικλαρία Αρτέμιδα που συναντάται μόνο
στην Πάτρα. Το επίθετο Τρικλαρία αναφέρεται από τον Παυσανία και υπονοεί
πιθανόν τους τρεις «κλήρους», το ουδέτερο μέρος της γης, όπου ήταν σημείο
συνάντησης των τριών «κλήρων» δηλαδή των τριών πολισμάτων (πολιχνών).
Σύμφωνα με τον μύθο αλλά και ο Παυσανίας το αναφέρει (Ελλάδος
περιήγησις Αχαικά ΧΙΧ,2), η παρθένα ιέρεια του ναού Αρτέμιδος Τρικλαρίας
Κομαιθώ, ήταν η πιο όμορφη κόρη της εποχής της. Ερωτεύτηκε παράφορα
και σύναψε ερωτική σχέση, παρά την ιερή της παρθενία, με τον βοσκό
Μελάνιππο, που ήταν ο πιο όμορφος νέος της πόλης. Οι γονείς της
αντέδρασαν στη σχέση τους, αρνήθηκαν να τελέσουν τον γάμο και το νεαρό
ζεύγος θεώρησε καλό να συνευρίσκεται εντός του ιερού της Αρτέμιδος,
βαίνοντας σε ιεροσυλία. Όταν το έμαθε η θεά εξοργίστηκε από αυτές τις
πράξεις και εκδικήθηκε στέλνοντας μεγάλη επιδημία σε ολόκληρη την πόλη.
Αρρώστησαν οι άνθρωποι, ξεράθηκαν οι καλλιέργειες, τα φυτά και τα δένδρα
ήταν άκαρπα. Τότε ζητήθηκε χρησμός από το μαντείο των Δελφών. Η Πυθία
απάντησε ότι έπρεπε να θυσιαστούν ο Μελάνιππος και η Κομαιθώ για να
εξαγνιστεί η Άρτεμις, όπως και έγινε. Έπρεπε ακόμα κάθε χρόνο να
θυσιάζονταν ένας νέος και μια νέα, που ξεπερνούσαν σε ομορφιά τους
συνομήλικούς τους. Η θυσία αυτή σταμάτησε από τον Θεσσαλό Ευρύπυλο γιο
του Ευαίμονα. Ο Παυσανίας γράφει ότι, αρκετά ζευγάρια νέων είχαν ήδη
θυσιασθεί όταν ήρθε ο Ευρύπυλος στην περιοχή. Ζητήθηκε εκ νέου χρησμός
για να μάθουν μέχρι πότε θα κρατούσε ο θυμός της θεάς. Το μαντείο τους
απάντησε ότι αν κάποιος ξένος ηγεμόνας έβλεπε αυτή τη θυσία, τότε θα
τελείωνε η τιμωρία. Η θυσία αυτή σταμάτησε όταν την είδε ο Ευρύπυλος.
Ο οικισμός δεν εξελίχθηκε σε πόλις κράτος, διότι υπάρχουν ενδείξεις ότι έγινε
αστικοποίηση. Ο κεντρικός και οι μικρότεροι συνοικισμοί εγκαταλείπονται
μετά το 1000 π.Χ. και μεταβαίνουν στις πόλεις και τους οικισμούς πλησίον του
λιμανιού.
Νεκροταφείο
Νοτιοανατολικά του σημερινού οικισμού Βούντενης, σε απόσταση 800 μέτρων
περίπου, στο χώρο εκείνο που σήμερα είναι γνωστός με τα τοπωνύμια
Αγραπιδιά και Αμυγδαλιά, βρίσκονται εντός του πάρκου ο αρχαίος οικισμός
και το μυκηναϊκό νεκροταφείο, που εξυπηρετούσε τον κύριο οικισμό και
πολλούς στα πέριξ οικισμούς.
Η ύπαρξη μαλακού εδάφους που λέγεται Κιμιλιά ή επιστημονικά ασβεστιτική
μάργα, συντέλεσε στη δημιουργία νεκροταφείου, που αποτελεί σημαντικότατο
αρχαιολογικό εύρημα και συμπληρώνει την εικόνα ενός οργανωμένου και
ανεπτυγμένου μυκηναϊκού κέντρου.
Τον τελευταίο αιώνα, έχουν γίνει εκτεταμένες αρχαιολογικές εργασίες
ανάδειξης, από διαπρεπείς Αρχαιολόγους, τόσο του οικισμού όσο και του
νεκροταφείου.
Οι πρώτες αρχαιολογικές ανασκαφές του Μυκηναϊκής τεχνοτροπίας
νεκροταφείου, ξεκίνησαν το 1923 από τον Αρχαιολόγο Νικόλαο Κυπαρίσση
(1879 - 1944), ο οποίος ανέσκαψε μικρό αριθμό θαλαμωτών τάφων στη θέση
Αγραπιδιά.
Οι έρευνες και η βιβλιογραφία του Νικόλαου Κυπαρίσση τη δεκαετία 1920 -
1930, δηλώνουν την ύπαρξη του Μυκηναϊκού νεκροταφείου της Βούντενης.
Έκτοτε καμία άλλη σχετική αναφορά δεν υπήρξε, παρά μόνο μια σύντομη
έρευνα κατεστραμμένων τάφων το 1960 από τον Αρχαιολόγο Νικόλαο
Γιαλούρη (1916 - 2011). Η διάνοιξη αγροτικής οδού στα τέλη της δεκαετίας
του 1980 στην περιοχή, κατέστρεψε τμήμα θαλάμου ενός λαξευτού τάφου,
αποτελώντας έτσι αφορμή για την εκ νέου "ανακάλυψη" του νεκροταφείου και
την ανασκαφή ενός σημαντικού μέρους του.
Ο Δόκτωρ Αρχαιολόγος Λάζαρος Κολώνας μελέτησε τα τυχαία ευρήματα και
συνέχισε συστηματικά τις νεότερες ανασκαφές, που τελικά οδήγησαν στην
ανακάλυψη 78 τάφων στη θέση Αμυγδαλιά. Χρονολογούνται στην
Υστεροελλαδική περίοδο. Σε μερικές περιπτώσεις σύμφωνα με τους
Αρχαιολόγους, η χρήση τους διαρκεί μέχρι την Υπομυκηναϊκή εποχή. Από το
1988 έως το 1994 ο Δόκτωρ Κολώνας ανακάλυψε 44 τάφους. Εργάστηκε
επίσης στο Μυκηναϊκό νεκροταφείο από το 2004 έως το 2007.
Οι 78 τάφοι που ανακαλύφθηκαν σε έκταση 18 στρεμμάτων περίπου, είναι
θαλαμωτοί τάφοι ποικίλων σχημάτων και διαστάσεων, όπως κυκλικοί,
τετράγωνοι, πεταλόσχημοι, τετράπλευροι με θόλο, με ακανόνιστη κάτοψη. Οι
διαστάσεις είναι ποικίλες και οι ταφές πολλαπλές. Αυτή η ποικιλία δεν απηχεί
μόνο την καλλιτεχνική αρχιτεκτονική φαντασία των μηχανικών και των
μαστόρων της εποχής, αλλά και τις ιδιαίτερες προτιμήσεις των
ενδιαφερόμενων χρηστών των τάφων.
Το νεκροταφείο είναι οργανωμένο σε επάλληλα άνδηρα ύψους 2 έως 4
μέτρων, τα δε όριά του συμπίπτουν με εκείνα του μαλακού μαργαρικού
πετρώματος, που ήταν απαραίτητο για τη διάνοιξη των θαλαμωτών τάφων. Οι
δρόμοι τους είναι επικλινείς και συνήθως επιμήκεις, με προθαλάμους ή κόγχες
στα πλευρικά τοιχώματα, αλλά και στο μέτωπο των τάφων. Οι προσόψεις
τους είναι κατακόρυφες, λοξές προς τα πίσω και προς τα εμπρός, οι θύρες
τους είναι τετράπλευρες, με παραστάδες και ανώφλια ευθύγραμμα και
οριζόντια, στόμια τοξωτά και αετωματικά, που συνήθως διευρύνονται προς το
εσωτερικό του θαλάμου. Οι ξερολιθιές είναι κατά κανόνα ισχυρής κατασκευής,
ενώ στο δάπεδο αρκετών θαλάμων έχουν διανοιχτεί λάκκοι, που στις
περισσότερες περιπτώσεις προορίζονταν για ανακομιδές και σπανιότερα για
πρωτογενείς ταφές. Οι περισσότερες από τις ταφές ήταν κτερισμένες. Οι
νεκροί συνοδεύονταν από προσφιλή αντικείμενα καθημερινής χρήσης, αγγεία,
κοσμήματα, εργαλεία, όπλα, σκεύη, χρήσιμα στη ζωή και απαραίτητα όπως
πίστευαν, στο μεταθανάτιο ταξίδι. Τα αγγεία ήταν κυρίως κλειστά, είχαν
προοριστεί για υγρά, υπάρχουν ανοικτά και λίγα πόσεως.
Βρέθηκαν επίσης μερικά πήλινα ειδώλια, μία ασάμινθος, χάλκινες αρύταινες,
πολλά χάλκινα εργαλεία και όπλα, μεταξύ των οποίων και ασπίδες και πολλά
άλλα. Βρέθηκαν ακόμα πολύτιμα υλικά όπως χρυσός, πολύτιμη μικροτεχνία
με χρυσά και γυάλινα κοσμήματα, σφραγιδόλιθοι από ημιπολύτιμους λίθους.
Βρέθηκαν και αντικείμενα εισηγμένα από την Αίγυπτο, όπως ήλεκτρο
(κεχριμπάρι), κορναλίνη κτλ. Τα ευρήματα δηλώνουν τον πλούτο, την
ευμάρεια και τις επαφές των Μυκηναίων της Βούντενης, με άλλες περιοχές.
Φανερώνουν επιπλέον, τις εμπορικές και τις πολιτιστικές σχέσεις των
κατοίκων, με άλλες περιοχές κοντινές ή πιο μακρινές. Κάποιες από αυτές είναι
η Μεσσηνία, η Λακωνία, η Αργολιδοκορινθία, η Κρήτη, η Ιταλία, η Αίγυπτος, η
Συροπαλαιστίνη, η Ανατολία και άλλες.
Βρέθηκαν συνολικά περισσότερα από οκτακόσια (800) αντικείμενα διαφόρων
σχημάτων. Τα περισσότερα ευρήματα μεταφέρθηκαν σε αποθήκες και τα
σημαντικότερα από αυτά εκτίθενται στη Νεκρόπολη, του Νέου Αρχαιολογικού
Μουσείου Πατρών επί της Ν.Ε.Ο. Νεότερες αρχαιολογικές έρευνες υπέδειξαν
πιθανές θέσεις για δεκάδες ακόμα και αναμένονται τ’ αποτελέσματα σύμφωνα
με την Εφορία Αρχαιοτήτων Αχαΐας.
Όλα αυτά αποδεικνύουν ότι το Αρχαιολογικό πάρκο της Βούντενης, ήταν ένα
σπουδαίο Μυκηναϊκό κέντρο της Αχαΐας, σήμερα δε είναι επισκέψιμο.
ΤΑΦΟΙ
Οι τάφοι του νεκροταφείου της Βούντενης ήταν οικογενειακοί και έχουν πολλές
ταφές. Κάποιοι από αυτούς ίσως έχουν υποστεί σύληση. Σε αρκετούς τάφους
σώζονται οι οροφές. Οι είσοδοι κλείνονταν συνήθως με ξιρολιθια ή ξερολιθιά .
Ξερολιθιά καλύπτει και τις θύρες των τάφων. Οι τάφοι μάλλον είχαν
διακόσμηση, αλλά δεν διατηρείται λόγω κλίματος, υγρασίας κτλ.
Ο νεκρός τοποθετείτο ως επί το πλείστον κατευθείαν στο δάπεδο. Ο τάφος
χρησιμοποιείτο για πολλές γενιές. Όταν οι τάφοι γέμιζαν από νεότερους
νεκρούς, άνοιγαν δίπλα μικρότερους και έθαβαν τα οστά. Διακρίνονται σε
πολλούς τάφους η φορά των εργαλείων.
Στους τάφους σύμφωνα με τους Αρχαιολόγους έχουν ταφεί πολεμιστές ή
αξιωματούχοι, όχι όμως βασιλιάς. Ο μέσος όρος ηλικίας θανάτου των
ανθρώπων της εποχής, ήταν από 35 έως 45 έτη. Οι μεγαλύτεροι πέθαναν στο
55 ο έτος περίπου.
Σε κάποιους τάφους βρέθηκαν σκελετοί, οστά, οστά υπό μορφή σκόνης και
λίγα οστά μικρών παιδιών. Η ηλικία των παιδιών εκτιμήθηκε από την
ανάπτυξη των δοντιών, τις ενώσεις των επιφύσεων και το μήκος των μακρών
οστών. Η εκτίμηση της ηλικίας των ενηλίκων και του φύλου τους, βασίστηκε
σε αλλαγές στην μορφολογία της λεκάνης και του κρανίου.
Στο νεκροταφείο έχουν ανακαλυφθεί μικροί, μεσαίοι, μεγάλοι και δύο πολύ
μεγάλοι τάφοι.
ΤΑΦΟΣ 9
Ο τάφος 9 ήταν μετρίου μεγέθους, θαλαμωτός τάφος προσανατολισμένος Β-
Ν. Αποτελείται από δρόμο, πρόσοψη, θύρα, στόμιο και θάλαμο τετράπλευρου
σχήματος. Τη θύρα του τάφου έφραζε ξερολιθιά από αργούς ποταμόλιθους. Ο
θάλαμος είχε διαστάσεις 3,13 Χ 3,01 Χ 2,42μ. Τα πλευρικά τοιχώματά του
συγκλίνουν ελαφρά προς τα άνω και σε ύψος 1,11μ. ξεκινά η θόλωση, που
καταλήγει σε αβαθές υποθόλιο. Στο δάπεδο του θαλάμου βρέθηκε μία
πρωτογενής, διαταραγμένη ταφή και παραμερισμένα οστά προς το οπίσθιο
μέρος του θαλάμου. Όλες οι ταφές συνοδεύονταν από κτερίσματα που είχαν
τοποθετηθεί σε σωρούς πάνω στο δάπεδο του θαλάμου. Τα κτερίσματα που
βρέθηκαν 84 συνολικά, ήταν αμφορείς, ψευδόστομοι αμφορείς, πιθαμφορείς,
οινοχόες, λεκάνη, καλαθίσκος, πτηνόσχημο αγγείο, σκύφος, σφονδύλια,
φυλλάρια χρυσού, χρυσές χάντρες, πλακίδια από υαλόμαζα, χάλκινη περόνη,
χάλκινο μαχαίρι και φυλλόσχημη αιχμή δόρατος. Στην ανακομιδή ανήκαν
επίσης δύο σφραγιδόλιθοι, ο ένας από στεατίτη και ο άλλος από χαλκηδόνιο,
που φέρει παράσταση Μινώταυρου. Τα ευρήματα φανερώνουν ότι ο τάφος
ήταν σε χρήση από τις αρχές του 13 ου έως τον 11 ο αιώνα π.Χ.
ΤΑΦΟΣ 25
Ο τάφος 25 ήταν μεγάλου μεγέθους, θαλαμωτός τάφος προσανατολισμένος
Β-Ν με μεγάλη απόκλιση. Αποτελείται από δρόμο, πρόσοψη, θύρα, στόμιο και
θάλαμο τετράπλευρου σχήματος. Τη θύρα του τάφου έφραζε ξερολιθιά, από
αργούς ποταμόλιθους. Ο θάλαμος με διαστάσεις 4 Χ 4,90μ. και οροφή
πιθανόν τετράρριχτη, με θόλο και υποθόλιο η οποία όμως δεν διατηρήθηκε.
Πάνω στο δάπεδο βρέθηκαν 6 πρωτογενείς ταφές, σωροί οστών και
κτερισμάτων, που είχαν παραμεριστεί προς τις γωνίες και τα τοιχώματα του
θαλάμου. Βρέθηκαν 33 συνολικά κτερίσματα που συνόδευαν ταφές και
σωρούς, ήταν δε αμφορείς και αγγεία διαφόρων τύπων και μεγεθών της
εποχής. Επίσης πήλινα και στεάτινα σφονδύλια, ελεφαντοστέινη άτρακτος,
στεάτινος σφραγιδόλιθος, χάλκινα μαχαιρίδιο, βελόνη και ξυρός, που
χρονολογήθηκαν από το 1400 έως το 1100 π.Χ. Τους ίδιους αιώνες ήταν σε
χρήση και ο τάφος.
Οι μεγαλύτεροι τάφοι είναι οι υπ' αριθμόν 4 και 75 που λόγω των
αρχιτεκτονικών λεπτομερειών και των μεγάλων διαστάσεών τους,
φανερώνουν ότι ανήκαν σε αξιωματούχους της Μυκηναϊκής εγκατάστασης της
Βούντενης.
ΤΑΦΟΣ 4
Ο τάφος 4 ήταν πολύ μεγάλου μεγέθους θαλαμωτός τάφος,
προσανατολισμένος ΒΔ-ΝΑ. Αποτελείται από δρόμο, πρόσοψη, θύρα, στόμιο
και θάλαμο τετράπλευρου σχήματος. Ο δρόμος του είναι ο πιο πλατύς από
όλους τους τάφους, έχει μήκος 19,70μ. και πλάτος 2,86μ. Τα τοιχώματά του
συγκλίνουν έντονα προς τα πάνω και καταλήγουν σε τραπεζοειδή πρόσοψη,
που έχει 6,45μ. ύψος, πλάτος στη βάση 2,86μ και στο άνω μέρος 1,10μ.
Η είσοδος είναι τεράστιων διαστάσεων για την εποχή. Η θύρα έχει ασυνήθιστα
μεγάλες διαστάσεις, με ύψος 2,65μ. και πλάτος 1,17μ., είναι ανοιγμένη στο
κέντρο της πρόσοψης. Οι ισομερείς παραστάδες που την πλαισιώνουν, προς
τα πάνω και το γωνιώδες ανώφλι που την στρέφει, θυμίζει ανακουφιστικό
τρίγωνο. Τη θύρα έφραζε επιμελημένη ξερολιθιά από κροκαλοπαγείς και
ποταμίσιους λίθους. Ο θάλαμος είχε διαστάσεις 4,62 Χ 5,93μ. Η οροφή αν και
έχει καταπέσει κατά τη μεγαλύτερη επιφάνειά της, πρέπει να ήταν τετράρριχτη
με θόλο και αβαθές κοίλωμα στην κορυφή της. Το ταφικό στρώμα του
θαλάμου αποτελούσαν 6 πρωτογενείς και 1 δευτερογενής ταφή στο δάπεδο,
σε ακτινωτή διάταξη και παραμερισμένα οστά στο ΝΔ τοίχωμα του θαλάμου.
Στον ίδιο χώρο βρέθηκαν επίσης υπολείμματα καμένων ξύλων, που πιθανόν
προέρχονται από φωτιά για την απολύμανση του τάφου, πριν τη νέα χρήση.
Ο εκτεταμένος σωρός των παραμερισμένων οστών συνοδεύονταν από
πολύτιμα κτερίσματα. Βρέθηκαν τριάντα τρία αγγεία διαφόρων τύπων, ένα
ειδώλιο τύπου Φ, τρεις αιχμές δοράτων, δύο μαχαιρίδια, μία χάλκινη λαβίδα,
μία χάλκινη πόρπη, ένας ξυρός, εκατοντάδες χάνδρες, έξι σφραγιδόλιθοι,
χρυσές ταινίες, χρυσά ελάσματα, χρυσοί ακόσμητοι δίσκοι και ομάδα
επικασσιτερωμένων αγγείων. Βρέθηκαν επίσης κοσμήματα στα χέρια και
μάλλον στα μαλλιά. Τα ευρήματα φανερώνουν ότι ο τάφος ήταν σε χρήση,
από τις αρχές 14 ου έως μέσα 11 ου αιώνα π.Χ.
ΤΑΦΟΣ 75
Ο τάφος 75 είναι ο μεγαλύτερος από αυτούς που έχουν ανασκαφεί και
χρειάστηκαν 6 μήνες εντατικής και προσεκτικής εργασίας. Οι Αρχαιολόγοι
χαρακτηριστικά λέγουν ότι, ο τάφος 4 είναι γκαρσονιέρα και ο τάφος 75 δυάρι.
Βρέθηκαν λίγα οστά μικρών παιδιών. Είναι προσανατολισμένος Α-Δ, με
δρόμο μήκους 21,50μ. και πλάτους 1,75μ. Τα τοιχώματα του δρόμου
συγκλίνουν ήπια προς τα άνω και απολήγουν σε τραπεζοειδή πρόσοψη, με
ύψος 6,70μ. πλάτος στη βάση 1,90μ. και στην πάνω πλευρά 0,80μ. Στα
τοιχώματα του δρόμου και στην πρόσοψη είχαν ανοιχτεί 6 κόγχες, που
βρέθηκαν διαταραγμένες και κενές ευρημάτων. Μόνο η κόγχη πάνω από τη
θύρα, που αποτελεί μικρογραφία θαλαμωτού τάφου, διατηρούσε την είσοδό
της φραγμένη με ξερολιθιά. Η θύρα, με ύψος 2,20μ., πλάτος 1,30μ. στο κάτω
μέρος και 1,10μ. στο επάνω, ήταν συμμετρική και είχε μάλλον τοξωτό ανώφλι.
Τη θύρα εξωτερικά περιτρέχει αβαθές περιθύρωμα που ήταν πιθανώς
βαμμένο ερυθρό. Στην είσοδο και εσωτερικά περιμετρικά υπάρχει πατούρα,
με ίχνη κόκκινου και μπλε χρώματος. Ο θάλαμος είχε διαστάσεις 7,97μ. Χ
4,14μ., ήταν τετράπλευρος και διέθετε τετράρριχτη οροφή. Στο δάπεδο
βρέθηκαν 19 ταφές όλων των γενιών. Συνοδεύονταν από επικασσιτερωμένα
αγγεία, χαύλιους κάπρων, σφραγιδόλιθους, χάλκινα αντικείμενα, χάντρες από
ήλεκτρο και κορναλίνη, χρυσά κοσμήματα και ελεφαντοστέινα πλακίδια
επένδυσης θρυμματισμένα. Τα ευρήματα φανερώνουν ότι ο τάφος ήταν σε
χρήση από τις αρχές 14 ου έως μέσα 10 ου αιώνα π.Χ.
Επίλογος
Το Μυκηναϊκό νεκροταφείο και ο οικισμός της Βούντενης, εκτός από τη
μεγάλη ιστορική αξία, έχει υπέροχο φυσικό περιβάλλον και ειδικά την άνοιξη
σφύζει από φυτά και ονειρικές ευωδίες. Η τοποθεσία του είναι μοναδική και
προσφέρει υπέροχη θέα προς τον Πατραϊκό κόλπο και προς το όρος
Παναχαϊκό. Ο επισκέπτης απολαμβάνει την θέα, από τη γέφυρα Ρίου -
Αντιρρίου και την Ναύπακτο έως την έξοδο του Πατραϊκού κόλπου στο Ιόνιο,
σε όλη την παράλια δυτική Αχαΐα και τη νότια ακτή της Αιτωλίας. Με καθαρή
ατμόσφαιρα μπορεί να διακρίνει πολλές σημαντικές μυκηναϊκές εγκαταστάσεις
όπως την Αρόη, το Κλάους, την Καλλιθέα, το όρος Σκόλλις, τα μαύρα βουνά
στον Άραξο, όπου βρίσκεται το τείχος των Δυμαίων. Στις απέναντι ακτές της
Αιτωλίας μπορεί να διακρίνει την Κάτω Βασιλική και ακόμα μακρύτερα την
Κεφαλλονιά με το όρος Αίνο.
Ο Δόκτωρ Αρχαιολόγος Λάζαρος Κολώνας, που με τις πολλές επιστημονικές
γνώσεις και με την άοκνη εργασία του, προσέφερε πάρα πολλά στην
ανασκαφή αυτού του Αρχαιολογικού χώρου. Έχει ως φιλοσοφία και όραμα,
την ανάδειξη των αρχαιολογικών χώρων της περιοχής και τη διαμόρφωσή
τους ώστε να καταστούν χώροι επισκέψιμοι, που θα διαμορφώνουν
πολιτιστική κουλτούρα και θα διδάσκουν τις επόμενες γενιές.
Βασική θέση και επιδίωξη όλων των θεσμικών κεντρικών και τοπικών
φορέων, αλλά και των δημοτών θα πρέπει να είναι, η προβολή της τοπικής
πολιτιστικής μας κληρονομιάς και η συνακόλουθη τουριστική ανάπτυξη της
Πάτρας, μέσω της επισκεψιμότητας όλων των χώρων ιστορικού
ενδιαφέροντος.
Η Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση του Νομού και της
Περιφέρειας, τα σχολεία όλων των βαθμίδων της πόλης και της ευρύτερης
περιοχής, καλό είναι να εντάξουν στο πρόγραμμά τους - σε περίπτωση που
δεν το έχουν εντάξει - επίσκεψη στον Αρχαιολογικό χώρο. Αφού προηγηθεί
επικοινωνία και συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Αχαΐας, η
εκπαιδευτική επίσκεψη των μαθητών συνοδεία κατάλληλου διδακτικού
προσωπικού και η ξενάγηση από εξειδικευμένο Επιστημονικό προσωπικό,
θα είναι επωφελής, μαθησιακή, παιδαγωγική και αξιόλογη.
Ο Μυκηναϊκός οικισμός και το νεκροταφείο της Βούντενης πρέπει να ενταχθεί
από τους Τοπικούς Φορείς της Πάτρας - εάν ακόμη δεν έχει γίνει - στους
Αρχαιολογικούς επισκέψιμους προορισμούς για οποιονδήποτε πολίτη, ειδικά
επισκέπτη που βρίσκεται στην Πάτρα για τουριστικό, επαγγελματικό,
διδακτικό κτλ. λόγο. Σε περίπτωση υλοποίησης θα αποτελέσει σπουδαίο
Αρχαιολογικό και Τουριστικό προορισμό, για κάθε Πατρινό, Αχαιό, Έλληνα ή
αλλοδαπό επισκέπτη.
Τονίζεται ότι, δεν έχει εξαντληθεί η έρευνα του Μυκηναϊκού οικισμού και του
νεκροταφείου. Οι Αρχαιολόγοι ελπίζουν σε νέα χρηματοδότηση, για τη
συνέχεια των ερευνών.
Η επίσκεψη στο Μυκηναϊκό νεκροταφείο της Βούντενης, θα ανταμείψει και
τον πιο απαιτητικό επισκέπτη, διότι θα ζήσει στιγμές από τη Μυκηναϊκή
περίοδο και θα αισθανθεί εκείνον τον πολιτισμό. Θα δει μια από τις πλευρές
της Πάτρας της Μυκηναϊκής περιόδου, σ’ ένα υπέροχο φυσικό περιβάλλον.
Από την επικείμενη επίσκεψη θα εντυπωσιαστεί και θα γοητευτεί, ώστε
μάλλον θα γίνει πρεσβευτής του Αρχαιολογικού χώρου, εντός και εκτός
Ελλάδας. Σε περίπτωση που κάποιοι Δημότες αλλά και επισκέπτες αυτής της
πόλης, δεν τον έχουν επισκεφθεί ακόμα, προτείνεται ανεπιφύλακτα.
Εύχομαι το Αρχαιολογικό πάρκο της Βούντενης, αυτός ο σημαντικός
αρχαιολογικός χώρος της πόλης μας, να τύχει της χρηματοδότησης για
περαιτέρω έρευνα και ανασκαφή και να έχει την επισκεψιμότητα που του
αρμόζει.
Ο Βρετανός φιλόσοφος & μαθηματικός Άλφρεντ Νορθ Ουάιτχεντ (Alfred
North Whitehead) (1861-1947), είπε :
Μια πολιτισμένη κοινωνία χαρακτηρίζεται από πέντε ιδιότητες: αλήθεια,
ομορφιά, περιπέτεια, τέχνη, ειρήνη. Αυτός είναι ο Γενικός ορισμός του
πολιτισμού.
Ο Αμερικανός ιστορικός & φιλόσοφος Γουίλ Ντυράν (1885-1981) είπε :
Εκτός από τα μηχανές, δεν υπάρχει σχεδόν τίποτε άλλο διαχρονικό που
να μην προέρχεται από την αρχαία Ελλάδα: Σχολεία, Γυμναστήρια,
Αριθμητική, Γεωμετρία, Ιστορία, Ρητορική, Φυσική, Βιολογία, Ανατομία,
Υγιεινή, Διακοσμητική, Ποίηση, Μουσική, Τραγωδία, Κωμωδία.
Ο Γερμανός συγγραφέας και Νομπελίστας Τόμας Μαν (1875-1955) είπε :
Η Ομιλία είναι από μόνη της πολιτισμός.
Μια ομιλία στη Στέγη Γραμμάτων Κωστής Παλαμάς, στο σπίτι που γεννήθηκε
ο δεύτερος εθνικός μας ποιητής, στα πλαίσια των Φιλολογικών Βραδινών της
Εταιρείας Λογοτεχνών Νοτιοδυτικής Ελλάδος, πραγματικά είναι πολιτισμός.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για το αμέριστο ενδιαφέρον και την προσοχή
που επιδείξατε και είμαι στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε ερώτηση,