ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΦΩΣΤΑΙΝΗΣ
‘’ Απλός, λιτός, στοχαστικός ‘’
Διαβάζουμε από την Σελίδα του ‘’ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΦΩΣΤΑΙΝΗΣ. Όνομα πού δανείσθηκα ἀπ’ τό χωριό μου Φώσταινα όπου γεννήθηκα το 1949. Το πραγματικό μου όνομα είναι Αλέξανδρος Μπεθυμούτης. Σπούδασα πολιτικός μηχανικός καί εργάσθηκα στην Τ.Υ.Δ.Κ. του νομού Ἀχαΐας. Έχω εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές: Δεσμοί χώματος (Διάττων 2000), Ναυάγιο φῶς (Διάττων 2004), Ὑπέρθυρο τοῦ ἀνέμου (Διάττων 2008) και Ἡ προσευχή τῶν λόφων (Πλανόδιον 2012).
Πέρα ἀπό τά ἔργα τῆς ἀνάγκης στά βουνά καί τούς λίγους κάμπους τῆς πατρίδας, «τά ποιήματα εἶναι τό παραπανιστό, τά δῶρα τοῦ θεοῦ», ὅπως ἔλεγε ο Γ.Σ., ἀλλιῶς τά φιλέματα τῆς γλώσσας. Ὃταν ὁ δρόμος - τύχῃ ἀγαθῇ - σᾶς φέρει ὡς τήν πόρτα μου.’’ Ας δούμε την γραφή του
ΟΡΦΑΝΟΣ ΣΤΙΧΟΣ
Πάει καιρὸς
ποὺ ποίηση καὶ τραγούδι
χόρευαν χέρι χέρι.
Ζευγάρωσαν στερνὴ φορὰ
σὲ λημέρια κλέφτικα
γέννησαν καὶ νανούρισαν
τὸ τεθλασμένο πρόσωπό μας.
Τώρα ὁ στίχος ὀρφανὸς
ἀλυχτάει τὶς νύχτες
στὸ νυσταγμένο φῶς μιᾶς λάμπας.
Πιστεύω πως ο Αλέξανδρος Φωσταίνης, ανήκει στην κατηγορία των ποιητών, που με γενάρχη τον Μάρκο Μέσκο, διαμόρφωσαν και επεξεργάστηκαν με σοβαρότητα και τέχνη, αυτή την τάση στην σύγχρονη ποίησή μας, δηλαδή την ποίηση της ενδοχώρας
Θα μας πει ο ποιητής Στέλιος Μαφρεδας από
την παρουσίαση που έγινε προς τιμή του Αλέξανδρου Φωσταινη ‘’ Στις
δύο πρώτες του συλλογές, ο Φωσταίνης περιέγραψε τα στοιχεία της μνήμης
του, δηλαδή την προέλευση, την λειτουργία και την χρησιμότητά της, και
οριοθέτησε τις δυνατότητες και τις απαιτήσεις του από αυτή. Αλλά καθόρισε με
τρόπο σαφή και τις διαστάσεις της : στην μεν πρώτη συλλογή η μνήμη
εκτείνει την εμβέλειά της στον πολύ συγκεκριμένο χώρο της γενέθλιας γης, με το
υποκειμενικό στοιχείο να είναι έντονα τονισμένο· στην δεύτερη συλλογή η μνήμη
αναφέρεται στην συλλογική δράση και στην διαχρονική παρουσία και ενέργεια
του συνόλου. Είναι χαρακτηριστικές αλλά και ενδεικτικές των προθέσεων και
των στόχων του δημιουργού, οι επικεφαλίδες των σχετικών ποιημάτων : Μνήμη
πικρής ελιάς, και Των Ελλήνων, αντιστοίχως.
Μέσω της μνήμης, ο Φωσταίνης προσεγγίζει με ευλάβεια και συστολή το παρελθόν,
απεικονίζει με αυθεντικότητα τις ενθυμήσεις του και τις εκθέτει με τρόπο
ανεπιτήδευτο και ειλικρινή. Οι ερεθισμοί του είναι πολλαπλοί, στρέφεται στον
φυσικό κόσμο πολύ συχνά, και σ’ αυτόν βρίσκει πολλούς δρόμους διαφυγής
από τον κίνδυνο του παρόντος. Το λυρικό στοιχείο βρίσκεται σε συχνότατη
χρήση, ως ειδοποιός διαφορά με την ξηρότητα που επικρατεί στον πυκνοκατοικημένο
αστικό χώρο και ως συστατικό ενός αλλιώτικου νοήματος και τρόπου
διαβίωσης.’’
ΔΕΣΜΟΙ ΧΩΜΑΤΟΣ
Ἡ ἀδύναμη ζωὴ εἶναι
δυνατὴ
πιὸ δυνατὴ κι ἀπὸ τὸ σίδερο
μέσʼ ἀπὸ τὴν καρδιὰ τῆς γῆς βγαλμένη
κι ἀπροστάτευτη.
KARIN BOYE
Τὰ χωράφια μας φτωχὰ
δὲ μᾶς ἄφησαν χωρὶς
ψωμὶ κρασὶ καὶ λάδι.
Χρυσὸ καὶ κάρβουνο
δὲν ὑποσχέθηκαν
λίγη μόνο λάσπη ἀπὸ ἄργιλλο
νὰ καῖμε μὲ λιόκλαρα
τοὺς φούρνους μας.
Τὰ βουνά μας
στὰ ὅρια τοῦ χιονιοῦ
πλαγιὲς τοῦ ἥλιου ποὺ φώλιασαν
πουλιὰ καὶ βελάσματα.
Στὸ σβήσιμό τους ποταμίσια νερὰ
μιλᾶνε στὸ δρόμο τους
ταξίδια τῆς θάλασσας.
Τὰ βράδια γύρω στὴ φωτιὰ
συλλογιζόμαστε
τὴν ἀργόσυρτη διαδρομή μας
ἀπʼ τὰ ψηλὰ στὰ χαμηλὰ
ὅταν λιῶσαν οἱ φόβοι.
Δεσμοὶ χώματος καὶ ριπὲς
ἀνέμου
τὰ χνάρια τῆς γενιᾶς μου. Τ’ ἀκολούθησα.
Ταπεινὴ ζωὴ παραποτάμια
ἀπ’ τὸ πολὺ μᾶς προφύλαξε.
Εὔκαιρους μᾶς βρῆκε τ’ ὄνειρο
καὶ μᾶς υἱοθέτησε.
O Αλέξανδρος Φωσταινης είναι ένας ποιητής αναγνωρίσιμος από τον τρόπο της γραφής του. Απλός, λιτός και στοχαστικός με μια όμορφη θα μπορούσαμε να πούμε διάθεση. Καταγράφει αλήθειες της ζωής με έναν τρόπο που δεν χαρακτηρίζεται καθόλου σαν μοντέρνος ή μεταμοντέρνος. Όμως αγγίζει τον σύγχρονο αναγνώστη.
Κοινωνικά στιγμιότυπα, μια κουβέντα, ένα βλέμμα, μια λεπτομέρεια, γίνονται τα ερεθίσματα για την δημιουργία. Ο άνθρωπος που δεν είναι αριβίστας ή που χαρακτηρίζεται από ευγενικά αισθήματα, συχνά πέφτει θύμα μιας αστοχίας, μιας κακοτυχίας ή της ίδιας του της μιζέριας. Οι άνθρωποι που κατέληξαν να γίνουν σκιές, μια καταστροφική κουβέντα που πληγώνει, λέξεις που οδηγούν στον θάνατο, η πόλη που όλο κοιμάται και δεν λέει να ξυπνήσει, ο άνθρωπος ο μόνιμα διωγμένος κι από το ίδιο του το σπίτι ακόμα, η αναμονή ενός μάταιου ονείρου, όλα αυτά αποτελούν στοιχεία που περιλαμβάνονται στα ποιήματα του Φωσταινη. Κάπου μακριά αχνοφέγγει μια ελπίδα, αλλά δύσκολα ο άνθρωπος έχει αισιοδοξία. Κρύβει συνήθως τρικυμία στην καρδιά του και ποτέ δεν ησυχάζει.
Η ΣΤΡΟΦΗ
Ἡ ἅμαξα σταματημένη
τὴν ὥρα τῆς δίψας·
ὕστερα ἡ πηγὴ μόνη.
Ἕνας δρόμος
ποὺ παίρνει νόημα
ἀπʼ τὸ ταξίδι σου
μετὰ στροφὴ καὶ χάνεσαι.
Σχήματα κινήσεις ἐπιθυμίες
ὁρατὲς καί ἀόρατες
σβήνουν στὸ χῶρο.
Μένει μόνο ἡ δίψα
ἐκεῖ στὴ στροφὴ τοῦ δρόμου.
ΜΕ ΤΟ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟ
Παιδιὰ
ποὺ λέγαμε τὰ κάλαντα
εἴχαμε φόβο μὴ μᾶς ποῦν
τὰ εἶπαν ἄλλοι.
Μεγάλος πιὰ
σᾶς στέλνω τὰ τραγούδια μου
μὲ τὸ ταχυδρομεῖο·
δὲν τʼ ἀντέχω νὰ μοῦ κλείσετε
κατάμουτρα τὴν πόρτα.
Ἀλλιῶς θὰ τὰ συνόδευα.
Από τη συλλογή «ΔΕΣΜΟΙ ΧΩΜΑΤΟΣ» Διάττων 2000
Όλο κάτι θα λείπει ή θα απουσιάζει. Όλο και κάποιο ζητούμενο θα βασανίζει τον αφηγητή. Η ατελείωτη αναμονή, η περιπλανώμενη θλίψη, η μοναξιά του υποκειμένου, η τραγικότητα ενός ανθρώπου ξεχασμένου από όλους και από όλα υπάρχουν μέσα στο έργο του. Και συνυπάρχουν με μια επαναστατική διάθεση στα σημεία. Εξομολογείται και μας λέει
ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ
Κύριε
ὁμολογῶ τὶς ἁμαρτίες μου:
Ὅ,τι φθαρτὸ ἀξιώθηκα
ἔργο τῶν χειρῶν μου.
Γιὰ τὶς ἀνάγκες τῆς ψυχῆς
κατάκλεψα τοὺς συνανθρώπους μου.
Καὶ ἄγνοια τῶν ἐντολῶν
σου
δὲν προφασίζομαι.
ΘΑΝΑΤΟ ΓΛΕΝΤΙ
Τὸ βράδυ
πρὶν ἀπʼ τὴν ἐκτέλεση
μαζεύτηκαν γύρω στὶς σκηνὲς
ἔφαγαν ἤπιαν ἀγκαλιάστηκαν
κι ἄρχισαν γλέντι οἱ κρατούμενοι.
Οἱ φύλακες θορυβήθηκαν·
«τοῦτοι δῶ δὲν λογαριάζουνε ζωὴ
καὶ δὲν φοβοῦνται χάρο».
Ἀργότερα πιάστηκαν μαζί τους
στὸ χορὸ καὶ στὸ τραγούδι.
Τὴν αὐγὴ
μεθυσμένοι ἀκόμη
μὲ χέρι σταθερὸ στὴ σκανδάλη
ἀποχαιρέτησαν συντρόφους
μιᾶς νύχτας ἀλησμόνητης.
Καὶ γύρισαν πίσω στὴ σκοπιά τους.
Η εξομολόγηση, το προσωπικό χάος δίνουν στίγμα στη θεματολογία, αλλά και το ύφος του ποιητή.
Δεν προσπαθεί με κόλπα να επιβληθεί, αλλά με μια ειλικρινή διάθεση καταδεικνύει την ουσία των πραγμάτων. Σχεδόν στο τέλος κάθε ποιήματος υπάρχει μια πικρή διατύπωση και μια διαπίστωση που σε αφοπλίζει. Γράφει σε ελεύθερο στίχο, όμως με μια καθαρότητα και διαύγεια τέτοια που φέρνει τον αναγνώστη αντιμέτωπο με τον ίδιο του τον εαυτό, με τις ίδιες του τις πληγές.
ΣΕ ΠΗΡΕ Η ΣΙΩΠΗ
Ὅταν γελᾶς τὰ πρωινὰ
μʼ ἀνθόμελο ἀλείφεις τὸ ψωμί μου.
Ὅταν μιλοῦν τὰ μάτια σου
γαλάζια
βυθίζομαι αἰχμάλωτος
νεράιδας μοίρας.
Ὅταν χορεύεις στὴ βροχή,
ζηλεύω,
ἀπʼ τὸ κακό μου σύννεφο
γίνομαι μαῦρο.
Ὅταν τραγουδᾶς
ἡλιοβασίλεμα
πλάθω μὲ χρῶμα καὶ νερὸ
διάτρητη εὐτυχία.
Ὅταν τὴ θάλασσα
πετροβολᾶς
γέφυρα στήνεις μυστικὴ
γιὰ τὴν πέρα ὄχθη.
Ὅταν σὲ παίρνει ἡ σιωπὴ
μυρωδιὰ βρεγμένου χώματος
χαϊδεύει τὴν αὐλή μας.
Ὅταν κλαῖς πίσω ἀπʼ τὸ
τζάμι
ἀπὸ τὰ μάτια σου περνῶ
δὲ μὲ κοιτᾶς καὶ χάνομαι στοὺς δρόμους.
Από τη συλλογή «ΝΑΥΑΓΙΟ ΦΩΣ», Διάττων 2004
Αισθάνομαι ήδη από τον τίτλο ότι ο ποιητής σκύβει επάνω στο καθημερινό για να το ενώσει με το αιώνιο , στο ατομικό για να το κάνει οικουμενικό και σ αυτό που ο ίδιος εμφανίζει στα ποιήματά του. Πόσες φορές στο κλάμα μας μέσα δεν νιώσαμε ότι «μόνο εγώ κλαίω» «μόνο εγώ πονάω» και ότι ο πόνος είναι τόσο μεγάλος που δεν τον χωρά η γη. Το ‘’Υπέρθυρο του Ανέμου’’ με ανακουφίζει.
Τʼ ΑΓΡΙΜΙΑ
Στὸν Δημήτρη Κάββουρα
Ὅσο περνοῦν τὰ χρόνια
καὶ πιὸ πολλὲς μοῦ ρίχνεις εὐθύνες
γιὰ τὸ χαρτὶ τῆς νιότης μας
ποὺ κάψαμε.
Ὅτι μπορῶ κάνω κι ἐγὼ
πρὶν νὰ καοῦμε ὁλότελα.
Ὁλημερίς φυλάω καραούλι
πότε θὰ πᾶν τʼ ἀγρίμια γιὰ νερὸ
νὰ πιάσω ἕνα στίχο δροσερὸ
νὰ σὲ φιλέψω.
ΑΣΤΕΓΟΣ
Οὔτε παράθυρο στὸν κόσμο
οὔτε πόρτα νὰ βγάζει στὴν αὐλὴ.
Ἕνα κεραμίδι μόνο
ὀνειρεύεται.
Καὶ βρέχει.
Φράσεις που δεν έχουν πόνο αλλά προσμονή σαν περιγραφές της περιπλάνησης .αλλά και πάλι ..δεν είναι περιπλάνηση είναι περιήγηση και προσεκτική παρατήρηση στο λαβύρινθο της ζωής.
Η ΑΝΘΡΩΠΙΑ ΤΟΥ ΝΑ ΜΠΑΙΝΕΙ Ο ΗΛΙΟΣ ΤΟ ΠΡΩΙ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΙ
Πάνω στην πλάτη μου ζεστός
Εσύ να ψήνεις τον καφέ
Αργά όπως εχθές όπως προχθές--άσε να βιάζονται τα χρόνια—
Και να σε περιμένω.
Να’ρχεται πρώτα τ’άρωμα.
Μένει εκεί – σταθερά – μαρτυρικά – υπομονετικά- στωικά- ήρεμα και παρατηρεί, γράφει και καταγράφει το ελάχιστο . Εμένα με βοηθά. Γιατί μου καταδεικνύει το σημείο βρασμού. Ενώ εγώ βολεύομαι στο να βλέπω την φασαρία των υδρατμών.
ΣΑΝ ΤΟ ΝΕΡΟ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ
Δὲν εἶνʼ ἀλήθεια
δὲν εἶναι ψέμα.
Ὄνειρο εἶναι ξένο
ποὺ τό ʼζησα γιὰ δικό μου.
Κι αὐτὸ
σὰν τὸ νερὸ γλιστρᾶ
καὶ μένω μʼ ἄδεια χέρια.
΄Βλέπουμε πως η ποίηση που μας απασχολεί εδώ, η ποίηση του Αλέξανδρου Φωσταινη, έχει το βασικό χαρακτηριστικό της ειλικρίνειας, χωρίς την οποία η χρήση της γλώσσας γίνεται οντολογικά επικίνδυνη και θανατική για την πνευματική υπόσταση του ποιητή. Αυτή η ειλικρίνεια απομακρύνει την εκζήτηση –μόνιμο χαρακτηριστικό της τωρινής μας αταίριαστα φιλόδοξης ποίησης. Από κει και πέρα ο δρόμος είναι ανοιχτός για την ποιητική πορεία και την οντολογική πνευματική καταξίωση. Ο Φωσταινης απλά, και σίγουρα αυθόρμητα αρνητικός προς τα αλλότρια ποιητικά ήθη, είναι άσχετος με ό,τι μη γνήσιο, και έξω από τεχνητούς κανόνες, ή και επικαιρικές ποιητικές σχολές
Ο ΠΡΩΤΟΛΑΤΗΣ
Τὸ κακὸ δὲν ἀργεῖ.
Καὶ νʼ ἀργοῦσε, στὸ τέλος, δὲν ξεχνοῦσε
ὅπου ὑπῆρχε πόρτα νὰ χτυπήσει.
Μαυροντυμένες τότε ψυχὲς
ἔσερναν ὁλονυχτίς τὸ μοιρολόι.
Ποτισμένο θλίψη τὸ
λαρύγγι τους
ἀνέβαινε κόμπο-κόμπο
τὸ δρόμο τοῦ θρήνου.
Καὶ σὲ ταξίδευαν
ὡς τὶς παγωμένες ἄκρες τῆς ψυχῆς σου.
Ὅποιος ἄντεχε κοινωνοῦσε τὸ θαῦμα.
Τὸ ἄλλο πρωὶ
ἀνάλαφροι κινούσαμε γιὰ τὸ χωράφι
μὲ τὸ νεκρό μας πρωτολάτη.
…τὸ τραγούδι μας
μελαγχολικό
φορὲς-φορὲς θυμίζει μοιρολόι.
Από τη συλλογή «ΥΠΕΡΘΥΡΟ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ», Διάττων 2008
Μια ευαίσθητη πνοή διαχέει στους μελετημένους, λυρικούς στίχους εκφράζοντας συμπυκνωμένα, λακωνικά, υψηλά μηνύματα και απέραντα συναισθήματα και στοχασμούς. Με ύφος λεπτό, με παλμό και κίνηση εναλλασσόμενη περιρρέει τους μικρούς, αλλά με μουσικότητα ομοιοκατάληκτους στίχους δίνοντας χαρακτήρα ρυθμικό. Εικόνες με αποχρώσεις φωτός, ωρίμανση με σιωπή προδίδουν νουν σοφίας. Ποίηση εσώψυχη, αναδεικνύει έναν ποιητή ονειρολόγο που με ευαισθησία ψυχής αναπλάθει την συμπαντική ωραιότητα του Κόσμου και αποκαλύπτει τη μοναδικότητά του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου