ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΤΕΚΝΩΝ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ Λεωνίδα Γ.Μαργαρίτη Επιτ.Δικηγόρου

ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΤΕΚΝΩΝ ΚΑΙ  ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

               Λεωνίδα Γ.Μαργαρίτη Επιτ.Δικηγόρου

               Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνών Ν.Δ. Ελλάδος


 

 

 

Μετά την κατάργηση του επιδόματος και της σύνταξης της  πολύτεκνης μητέρας η πολιτεία στράφηκε στην καθιέρωση επιδόματος τέκνων και έδωσε βαρύνουσα σημασία σ’ αυτό το μέτρο.

Ασφαλώς  η Πολιτεία θέλησε μ’ αυτό το μέτρο να βοηθήσει τους πολίτες και την κοινωνία μας να στηριχθεί ο γάμος και κατ’ επέκταση να  βοηθήσει  στην  επίλυση σε ένα βαθμό του χρόνιου Δημογραφικού  προβλήματος  της χώρας.

Θεώρησε η Πολιτεία πως με την κατάργηση του επιδόματος και της σύνταξης στην πολύτεκνη μητέρα και δίδοντας σε όλους τους πολίτες επίδομα τέκνων πως θα μπορούσε να σταματήσει το Δημογραφικό κατήφορο.

Σα  μέτρο δικαιοσύνης φαίνεται εκ πρώτης όψεως να βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση. Όμως, αν και στις προθέσεις της πολιτείας ήταν  να υπάρξει δικαία κατανομή του ποσού του διατιθεμένου για τα επιδόματα, δεν έλαβε   κάποια μέριμνα για την μόρφωση και την  αναβάθμιση της παιδείας των ανηλίκων.  Δεν κατάφερε να οδηγήσει τα παιδιά, όλα  τα παιδιά στα σχολεία.

Είναι γνωστό πως μια μεγάλη κατηγορία παιδιών για τα οποία καταβάλλονται ανελλιπώς επιδόματα δεν  παρακολουθούν μαθήματα στο Δημοτικό Σχολείο και ακόμη περισσότερο στα Γυμνάσια και τα Λύκεια.  Και αυτά είναι τα παιδιά των  τσιγγάνων άλλως Ρομά.

Βέβαια είναι μια κατηγορία συμπολιτών μας που για λόγους κυρίως αμέλειας η και ενδεχομένως  ενός διαφορετικού  τρόπου ζωής, ενώ λαμβάνουν ανελλιπώς τα νομοθετημένα επιδόματα παιδιών, δεν στέλνουν τα παιδιά τους στα σχολεία.

Συμβαίνει πολλές φορές να γράφουν  τα παιδιά τους στα σχολεία για να πάρουν πιστοποιητικό φοίτησης και από εκεί και πέρα δεν ενδιαφέρονται για τη μόρφωση των παιδιών τους.

Και βλέπουμε το φαινόμενο τις μέρες καταβολής των επιδομάτων να συνωθούνται τσιγγάνοι-Ρομά στα  ταχυδρομεία προκειμένου να παραλάβουν τις επιταγές των επιδομάτων.

Όμως δεν επιδεικνύουν   τον ίδιο ζήλο για να υποχρεώσουν τα παιδιά τους να παρακολουθήσουν τα μαθήματα τους στο  σχολείο.

Αντιθέτως εκείνο που παρατηρούμε είναι πώς τα παιδιά αυτά ζητιανεύουν κι εάν δεν ζητιανεύουν ρέπουν σε αντικοινωνικές πράξεις κλοπών, ληστειών και  σε πράξεις βίας  κι ακόμη στην πορνεία, κι αυτό είναι μια εικόνα που είναι εμφανής στην επαρχεία κυρίως.

Θεωρώ απαραίτητο η Πολιτεία όταν αποφασίζει να δώσει τα επιδόματα  θα πρέπει παράλληλα  να  διασφαλίζει και την μόρφωση αυτών των παιδιών, με το να γίνεται ουσιαστικός έλεγχος εάν τα παιδιά για τα οποία η πολιτεία χορηγεί ανελλιπώς τα επιδόματα οι γονείς στέλνουν και ανελλιπώς τα παιδιά τους παρακολουθούν η όχι.

Γιατί εάν δεν επεμβαίνει αυτό η ίδια η πολιτεία δημιουργεί καταστάσεις που ζημιώνουν συνολικά την κοινωνία αντί να βελτιώνουν το επίπεδο το μορφωτικό του λαού μας.

Θα πρέπει η πολιτεία να παρακολουθεί τακτικά εάν τα παιδιά για τα οποία καταβάλει επιδόματα παρακολουθούν τακτικά  τα μαθήματα τους, και εάν δεν συμβαίνει αυτό να έχει το δικαίωμα της διακοπής των επιδομάτων.

Εάν δεν λειτουργήσει ο μηχανισμός παρακολούθησης  της φοίτησης των παιδιών στα σχολεία εις μάτην καταβάλλονται τα επιδόματα  τέκνων τα οποία βεβαίως χορηγούνται για την  ενίσχυση του θεσμού της οικογένειας αλλά μίας οικογένειας που θα παράγει ικανούς, φιλόνομους και μορφωμένους πολίτες.

Θεωρώ πώς όλοι μας κοινωνία, πολιτεία και φορείς οργανώσεων οικογενειών όπως είναι οι Οργανώσεις πολυτέκνων και τριτέκνων οικογενειών  να βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση και να πάψουν τα μέσα ενημέρωσης να φιλοξενούν περιστατικά αντικοινωνικών συμπεριφορών ανηλίκων κυρίως παιδιών που  προέρχονται κυρίως από οικογένειες με ελλιπή η και καθόλου μόρφωση.

Να υπάρξει τακτική παρακολούθηση εκ μέρους της εκάστοτε Δημοτικής κατά τόπους Αρχής έτσι ώστε να υπάρξει άμεση και τακτική παρακολούθηση και τήρηση ειδικού  παρουσιολόγιου με βάση το οποίο οι αρμόδιες αρχές θα χορηγούν η και θα περικόπτουν κατά περίπτωση τα επιδόματα τέκνων.

Μ’ αυτό το μέτρο πιστεύω πως θα πειθαναγκαστούν οι γονείς να στέλνουν ανελλιπώς τα παιδιά τους στα σχολεία έτσι που να επιτύχουμε την αναβάθμιση του μορφωτικού επιπέδου κυρίως των παιδιών των Ρομά,αλλά και άλλων κοινωνικών ομάδων συμπολιτών μας.

 

 

ΚΡΟΥΝΟΙ-ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑ-ΘΕΑΜΑ Λεωνίδα Γ.Μαργαρίτη

 

                    ΚΡΟΥΝΟΙ-ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑ-ΘΕΑΜΑ

                                                  



Λεωνίδα Γ.Μαργαρίτη Επιτ.Δικηγόρου

Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνών Ν.Δ.Ελλάδος

 


ΚΡΟΥΝΟΙ-ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑ-ΘΕΑΜΑ

 

Ασφαλώς δεν είμαι ο πρώτος ούτε ασφαλώς ο τελευταίος που αν

τικρίζει το εξής απαράδεκτο για την κοινωνία μας σήμερα θέαμα.

Να έχουν σταθμεύσει  διάφορα αυτοκίνητα γεμάτα με μικροπαίδια και γυναίκες και να απολαμβάνουν το νερό. Μην πάει ο νους σας

πως πρόκειται για κάποια πηγή η κάποιο πηγάδι. Είναι οι κρουνοί τους οποίους έχει κατασκευάσει η ΔΕΥΑΠ σ’ όλο το χώρο του

Βιοτεχνικού Πάρκου της πόλης μας, προκειμένου να παρέχουν νερό για  την κατάσβεση τυχόν πυρκαγιάς.

Αυτοί οι κρουνοί έχουν  δεινοπαθήσει από τα διάφορα κλειδιά η και διάφορες αυτοσχέδιες κατασκευές που μ’ αυτές οι συμπαθείς

συμπολίτες μας τσιγγάνοι – Ρομά όπως επιθυμούν να τους αποκαλούμε. Έτσι επιτυγχάνουν το άνοιγμα  κάθε κρουνού και απολαμβάνουν δωρεάν και όσο νερό επιθυμούν για να πλύνουν τα αυτοκίνητά τους,τα παιδιά τους και τα ρούχα τους.

Βέβαια δεν φτάνει πως ο καθένας μας απολαμβάνει ένα θέαμα ασύνηθες με  ρούχα κρεμασμένα  σε φράχτες, και  συρματοπλέγματα και πολλές φορές ακόμη  και πάνω στα αυτοκίνητά τους.

Και βέβαια όταν εκτελούνται αυτές οι εργασίες από τους Ρομά  δεν νοείται ότι μπορεί  εκείθεν κάποιος να διέλθει είτε πεζός είτε με το όχημά του ανώδυνα.

Μετά από  αυτή την τελετή και το μάζεμα το πλυμμένων ρούχων, οι κατάσταση που επικρατεί στο χώρο δεν περιγράφεται.

Ο,τι άχρηστο έχουν οι συμπαθείς αυτοί συμπολίτες είτε ότι θεωρούν πλέον οι ίδιοι άχρηστο  το εγκαταλείπουν στους δρόμους, στις φράχτες στους θάμνους, στα πεζοδρόμια ,παντού.

Αυτή η  κατάσταση  αποτελεί ντροπή για τον πολιτισμό μας και για την εικόνα που εμφανίζουμε  κυρίως στους ξένους και μάλιστα πολλές φορές αυτές οι εικόνες να είναι οι πρώτες που  θα εισπράξει  κάθε  ξένος που έρχεται στην πόλη μας. 

Ακόμη και στην παλαιά προβλήτα του λιμανιού και στους θάμνους που στολίζουν τα παρτέρια των χώρων του μπορεί κανείς να απολαύσει παρόμοιο θέαμα.

Επειδή δεν μας αρέσει να καταδικάζουμε ότι άσχημο περιέρχεται στις αισθήσεις μας, θέλουμε να προτείνουμε και κάποιες λύσεις στο πρόβλημα.

Θεωρούμαι πως και οι τσιγγάνοι-ρομά είναι συμπολίτες οι οποίοι έχουν ανάγκη να απολαμβάνουν  και αυτοί  του σπουδαίου αυτού αγαθού, του νερού θα προτείναμε στο Δήμο να εξεύρει χώρο κατάλληλο  και να δημιουργήσει Δημόσια Λουτρά για την κάλυψη των αναγκών των συμπολιτών μας είδε δωρεάν κι εάν δεν μπορεί με μικρό τίμημα κατά περίπτωση. Μετά τη λειτουργία Δημοσίων αυτών Λουτρών,να απαγορευτεί αυστηρά η χρήση ύδατος από πυροσβεστικούς κρουνούς η άλλες δημόσιες κρήνες  με την επιβολή σοβαρών χρηματικών προστίμων.

Τέλος η ΔΕΥΑΠ καλό θα είναι να ασφαλίσει και σφραγίσει καλώς τους  πυροσβεστικούς κρουνούς και να τους ρυθμίσει έτσι που να λειτουργούν μόνο σε περίπτωση που εκδηλωθεί στην περιοχή πυρκαγιά..

Γαλάτεια Ιωάννη Βέρρα " η ευγένεια των ήχων " Γράφει ο Σωτήρης Ι.Νικολακόπουλος

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "Η ΓΝΩΜΗ" ΠΑΤΡΩΝ Φύλλο 30-5-2021

Παρέα με την ποίηση

τότε και τώρα

από την Πάτρα

Γαλάτεια Ιωάννη Βέρρα

" η ευγένεια των ήχων "

 

Επιμέλεια ΣΩΤΗΡΗΣ Ι.ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

                 Μέλος του κύκλου Ποιητών

                 Μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών.







Γεννήθηκε το 1976 στην Πάτρα. Απόφοιτος του τμήματος μουσικών σπουδών του Α.Π.Θ. Εργάζεται ως μουσικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση Κεφαλληνίας. Μιλάει αγγλικά, ιταλικά, ισπανικά. Είναι μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Νοτιοδυτικής Ελλάδας.

Έχει γράψει Ποίηση
Η ευγένεια των ήχων (2011), Ο Κήπος με τις Λέξεις
Χρώματα αλήθειας (2012), Γαβριηλίδης
Άχρονα πρόσωπα (2014), Γαβριηλίδης
Τροχιές πορφυρές (2015), Γαβριηλίδης
Υπερβατική υφή (2017), Γαβριηλίδης
Στον καμβά των αιώνων (2019), Γαβριηλίδης

 

Τα βιβλία της απηχούν την πραγματικότητα της ζωής που βιώνει καθημερινά. Ποίηση-κυρίως-του ελεύθερου στίχου που συγχρονίζεται με τα κοινωνικά δρώμενα της εποχής.  Ενδεδυμένη, με ό,τι η Ζωή την εμπεριέχει και την εκπροσωπεί. Στον ευγενέστερο χρόνο της ποίησης, εναποθέτει τους αρμούς της καρδιάς της, κάνοντας το συναίσθημα, ένα ευρύτερο πεδίο ποιητικής ανταπόκρισης. Ειλικρινής-απλή-και περιεκτική-κάνει την ποίησή της ένα πολλαπλό οδοιπορικό-βιωματικής πορείας, που στοιχειοθετεί την προσωπική της απολαβή στα γεγονότα και την προσωπική της προμήθεια στη σιωπή, στις αγωνίες και στην αναμονή της ελπίδας που φέρει το καινούργιο της ζωής. Πηγαία και αυθόρμητη, με φανερή προσήλωση στο μέλλον και στο πολύ συνεκτικό στοιχείο, ενός δυνατού συναισθήματος που καθορίζει όλο το εύρος της ποιητικής της εξέλιξης, Ποιήτρια μιας εναλλασσόμενης πραγματικότητας, που δεν κρύβεται και δεν αποσιωπά την εξέλιξη και το στοιχείο της προσωπικής της οδοιπορίας.

 

            Μέλλον 

Στο μέλλον θα μάθει να αμύνεται. 

Θα διατηρεί αποστάσεις ασφαλείας. 

Θα εργάζεται το δίκαιο. 

Το φως των στοχασμών θα παραμένει αναμμένο. 

Χαρτομάντιλα με μέντα θα απομακρύνουν 

τις ιώσεις των καιρών. 

Το μαγικό φίλτρο της αγάπης 

θα απενεργοποιεί νοσηρές αισθήσεις. 

 

             Αναπόληση
«Έντυσα με μετάξια

τις ελπίδες μου.

Άπλωσα το είναι μου στο χρόνο. 

Έστρεψα τα μάτια μου στο άπειρο.

Τότε ονειρεύτηκα. 

Όνειρα μιας ηλικίας παιδικής 

σχεδόν ξεχασμένης. 

Ταξίδια ανέμελα 

χωρίς προορισμό. 

Εύχομαι το αέναο.

Μη σβήσει η πνοή μου».

 

Ποιήματα σύντομα,  επιγραμματικά, απαρτίζουν το νέο, έκτο στη σειρά, ποιητικό βιβλίο «Στον καμβά των αιώνων» της Γαλάτειας Ι. Βέρρα, που συνεχίζει με γοργούς ρυθμούς να καταθέτει την πλούσια ποιητική παραγωγή της: έξι βιβλία, όλα μέσα στην τελευταία δεκαετία, που αποτελούν και τα «περιουσιακά στοιχεία» της καθώς θα μας πει σε ένα ποίημά της που θέλει να έχει τον χαρακτήρα σύντομου βιογραφικού αφενός, δελτίου απογραφής της περιουσίας της αφετέρου

 

«Ένας ανήσυχος νους.  

Μία ιπτάμενη καρδιά.  

Έξι ποιητικές συλλογές. 

Χείλη ικεσίας.  

Αυτά μου ανήκουν.»

Ο «καμβάς των αιώνων» θα μπορούσε να λέγεται και «καμβάς της δεκαετίας», αφού μέσα στη δεκαετία του γραπτού της λόγου είναι που

 «ο άνδρας έγινε καημός.

 Και ο καημός μνήμη.

 Και η μνήμη λέξεις.

 Και οι λέξεις τοπία σωφροσύνης»,

 

 όπως μας λέει στο στο βιβλίο  «Ο καμβάς των αιώνων».

Απέναντι από το ποίημα αυτό, και ουσιαστικά απέναντι από τον τίτλο του βιβλίου, η Γαλατια τοποθετεί, και μάλλον όχι τυχαία, το ποίημα «Η ενέδρα της στιγμής», με σκοπό προφανώς να αντιπαραβάλλει την δύναμη της στιγμής στον ατελείωτο χρόνο των αιώνων, καταδεικνύοντας πώς η στιγμή που δεν την υπολογίζουμε μπορεί να στήσει ενέδρα διαλύοντας το σκηνικό μιας ολόκληρης ζωής, κατά την διάρκεια της οποίας όλα έχουν, κατά φαινόμενο μόνο, επιτελεστεί σωστά. Μας λέει

 

«Βάδιζε ανέμελα.

 Τίποτα δεν απασχολούσε τη σκέψη του.

 Είχε τακτοποιήσει τα του βίου του.

Δεν υπολόγισε όμως εκείνη τη στιγμή.

 Μία στιγμή που ανέτρεψε

 όλο το σκηνικό

 μιας προβλέψιμης ζωής.»

 

 Ένα σπαρακτικό χαμόγελο ποίησης, σαρκώνεται αρκετές φορές στον στίχο της Η στιγμή που μπορεί να ανατρέψει ένα τέτοιο σκηνικό, είναι όχι μόνο κάποιο ξαφνικό γεγονός, αλλά και ολόκληρο το «εμπόλεμο σήμερα», οπότε το ποιητικό αντίδοτο είναι τα περασμένα χρόνια:

 

 «Ας μιλήσουμε για χρόνια περασμένα.

 Φαντάζει πιο ανώδυνο το παρελθόν.

 Γνωρίζει πώς να σιωπά μέσα στην Ιστορία.

 Άλλωστε ποιος τολμά

 να τα βάλει με ένα εμπόλεμο σήμερα;»

 

Έτσι η ποιήτρια, για να μην επιτρέψει την έλευση «εκείνης της στιγμής», στήνει διαρκώς τις δικές της ποιητικές ενέδρες. Γι’ αυτό και η συνεχής ποιητική ροή, τα πλούσια σε υλικό βιβλία της. Αντιστεκόμενη σε εκείνη τη στιγμή, γράφει και ξαναγράφει με σκοπό την «αισθητοποίηση της λύτρωσης» 

Αντίδοτα στην έλευση «εκείνης της στιγμής» είναι αφενός η τέχνη, και όχι μόνο με την μορφή της ποίησης, αλλά και της μουσικής, και αφετέρου η πνευματικότητα και η μέσω αυτής παρηγορία.

Σε αυτό το βιβλίο η μουσική έχει ρόλο διακριτό. Πολλά τα ποιήματα που έχουν θέμα ένα μουσικό όργανο ή μια μελωδία, και σκοπός τους είναι η διαστολή των ωραίων στιγμών ή αλλιώς το διαπέρασμα των αιώνων, όπως θα μας πει στα ποιήματα «Η σονάτα του Σούμπερτ» και «Ο ήχος της κιθάρας»:

 

 «Αυτή η σονάτα του Σούμπερτ

 ήρθε να συμφιλιώσει

 κάθε ένταση στο εσωτερικό μου.

 Να διαστείλει τις στιγμές.

Να μου υπενθυμίσει

 πως ο πολιτισμός των ήχων

σπάνια προδίδει.» 

και «Ο ήχος αυτής της κιθάρας

 διαπερνά τους αιώνες…»

 

Σ’ αυτό το αυτοβίωμα και τον αυτοπροσδιορισμό, ανατρέπεται, στην ουσία της, η ποιητική έκφραση της δημιουργού, λόγω του παραγωγικού τομέα προσφοράς έργου, πολιτισμού και λόγου, στα κοινωνικά, λογοτεχνικά και πνευματικά μας δρώμενα, όταν το αίνιγμα του στίχου πολλαπλασιάζεται αμέσως στον επόμενο στίχο, ως μειδίαμα, ως ανάπαυλα, ως ανακωχή, ως επαναφόρτιση με κοινωνική συστολή και ποιητική αναμέτρηση με το χρόνο, όταν αμέσως γενικεύεται, το συγκεκριμένο αισθητήριο, με τους ακόλουθους στίχους

 

«Αρκεί μια μελωδία να κυοφορήσει τη ζωή;

 Να εξοβελίσει τη διστακτικότητα των καιρών;

 Να βεβαιώσει τον τρεμάμενο κόσμο;

 Να επαληθεύσει προφητείες

 αειφόρων αισθημάτων;».

 

 Μέσω της μουσικής και της τέχνης επιχειρείται η διαστολή των στιγμών και του ωραίου σε σημείο που να μετατρέπονται σε συνεχή διάρκεια και ωραία ζωή.

 Kι έτσι θα μπορεί κάθε φορά να αντιμετωπίζεται θαρραλέα «εκείνη η στιγμή» που επιχειρεί την ανατροπή της προβλέψιμης ζωής μας. Κι αυτό, γιατί η τέχνη χτίζει ζωή μη προβλέψιμη, ζωή δυνατή, ζωή που δεν προδίδει και δεν γκρεμίζεται εύκολα.  «Διανύει αποστάσεις λυρισμού» ο ήχος της κιθάρας και η τέχνη («Ο ήχος της κιθάρας»), αλλά και συνέχει τα πράγματα: «Στο ασυνεχές των πραγμάτων ακούστηκε ο ήχος του φαγκότου» («Το φαγκότο»). 

Το «πένθιμο» κλαρινέτο, ο ήχος του «ηλικιωμένου» ακούσματος του φαγκότου, ο «ρήγας ήχος» της βιόλας, το άκουσμα μιας όπερας, η συνομιλία δύο βιολιών, όπως όλα αυτά συνομιλούν με τρόπο ευαίσθητο και λεπτό, συγχρόνως δε και εναργή, στα ποιήματα της Βέρρα, δημιουργούν τελικά ένα 

 

«Μουσικό έργο για τέσσερα χέρια

δύο χαμόγελα  

και μία ηγεμονεύουσα καρδιά.»,

 

όπως μας λέει στο ποίημα «Μουσικό έργο», όπου η ορχήστρα της μεταμορφώνεται πλέον σε αυτό που η τέχνη της διακαώς επιζητεί και επιθυμεί: την υψηλή πνευματικά και σωματικά ένωση δύο ανθρώπων, που οι καρδιές τους θα χτυπούν σαν μία.

Το μοτίβο της «ηγεμονεύουσας καρδιάς» θα το συναντήσουμε και με άλλους τρόπους στα «μουσικά» της ποιήματα: Ως «αυτοκρατορική σιωπή» στο ποίημα «Το βουνό», όπου ο απόηχος ενός κλαρινέτου σκεπάζει τις μνήμες και η κοινή ιστορία δύο ανθρώπων τελειώνει δίνοντας την θέση της στην «αυτοκρατορική σιωπή» που «παρηγορεί». 

Η ποιήτρια επιστρατεύει την «κατάματη» αντίληψη της εποχής και την οδυρόμενη περιφορά της. Αυτό το στοιχείο της αποσπασματικής (αλλά συνεχούς) τηλεσκόπησης και γωνιοδότησης (ποιητικά) της εναλλασσόμενης εποχής, θυμικά, δοτικά, χαρτογραφικά, ηθικά και υφολογικά (με δικό της ιδιότυπο τρόπο γραφής και έκφρασης) μας παρουσιάζει στο έργο της όλο. 

Αποκρυπτόμενο, επιμελώς, το μήνυμα ή κατάφορτο από ερωτική θέλξει και κοινωνική ανάγνωση, πάντα και πάντοτε, μέσα στον ευδιάκριτο στόχο και πόθο της μετάδοσης και της επικοινωνίας (που διαθέτει), θα δημιουργεί ποικίλους διαύλους, επίμονης διερώτησης, για τον ορίζοντα και την Ιθάκη του καθένα, μ’ ένα τρυφερό κυματισμό απορίας και τρυφερότητας, μαρτυρικό ή ανεπίδοτο (κάποτε), ζωντανό και διακριτικό, ως παλμογράφο και ψυχογράφο της εποχής μας.

Το δεύτερο αντίδοτο της ποιήτριας είναι η υψηλή πνευματικότητα και η μέσω αυτής παρηγορία. Ας δούμε το ποίημα «Μοναχικός δρόμος»: 

«Όταν κανείς διαφύγει

 από τον υλικό κόσμο,

 όταν αποδράσει από

 συναισθήματα ρηχά,

 όταν μπει στην ατραπό

 του πνεύματος,

 τότε αισθητοποιεί

 τον μοναχικό δρόμο

 που καλείται να διανύσει.»

 

Επιβάλλεται να το διαβάσουμε παράλληλα με το ποίημα «Αίσθηση», στο οποίο μια νέα, όμορφη, ευγενικής καταγωγής, περιφερόμενη «επιδεικτικά μέσα στην εικονική αυτάρκειά της» έρχεται τελικά σε «επαφή με τον κόσμο των αισθημάτων» που θα την οδηγήσουν στην «γενναιόδωρη αγάπη». Αυτή είναι η πνευματικότητα που επιζητεί η ποιήτρια, αυτή που σχετίζεται με την αίσθηση, με τα αισθήματα που μένουν μακριά από οτιδήποτε ρηχό, με την αισθητοποίηση της ατραπού του πνεύματος. Δεν είναι ότι δεν έχει προσπαθήσει να συναντήσει τον άλλο άνθρωπο, είναι ότι δεν τον βρήκε εκεί που τον αναζήτησε:

 

 «Στο κατώφλι μιας εναγώνιας νεότητας

 στα όνειρα που σπαργάνωσαν το παρόν

 στην ανάγκη μιας αλησμόνητης συνοδοιπορίας

 στο αδύνατο

 που μόνο το θαύμα βεβαιώνει

 σε αναζήτησα.

 Δεν ήσουν εκεί.»

 

 Είναι ότι, αποδεχόμενη να στροβιλιστεί στις «ασάφειες των αισθημάτων», δεν θα μπορούσε με τίποτα να αντέξει εκείνο το αντίο που «θα ράγιζε το σύμπαν» της  («Το δικό σου αντίο»). Είναι που θέλει να κοιτάξει πίσω, αλλά φοβάται το «απρόσεκτο βλέμμα» της («Μη γυρίσεις πίσω»), φοβάται τα «ενοχικά μάτια» της («Ο ερχομός σου»), και γι’ αυτό εξορίζει το πάθος, καταργεί την «εντοπιότητά» του («Εξόριστο»), δεν ενδίδει «στις ηδονικές διακλαδώσεις των νοημάτων» που καραδοκούν ακόμα και ανάμεσα στα «λόγια τα ακριβά» («Λόγια ακριβά»).

Η ποιήτρια επιδιώκοντας την έλευση της πνευματικότητας καταφέρνει συγχρόνως να μας δώσει ωραία ερωτικά ποιήματα, διότι ερωτικό δεν είναι μόνο αυτό που φαίνεται ως τέτοιο ή αυτό που ευθέως υμνεί τον έρωτα, αλλά και αυτό που τον κρατάει απέναντι και τον περιεργάζεται ή ακόμα και αυτό που θέλει να τον διώξει γιατί γνωρίζει ή καταλαβαίνει την δύναμή του. «Ερωτική» είναι και η αναζήτηση της υψηλής ωραιότητας. Ας διαβάσουμε το υπέροχο εν τη συντομία του «Βλέμμα αιχμηρό»:

 

 «Κόπηκα από βλέμμα αιχμηρό.

 Πληγή αιμάτινη και μυστική.

 Τι κι αν απουσίαζε το μαχαίρι.»

 

 Έτσι το αισθητικό παιχνίδισμα της ζωής, μέσω της συναισθηματικής ωριμότητας αγγίζει ΄΄τα λόγια τα ακριβά ΄΄ και βέβαια η ωριμότητα του φιλιού και της ερωτικής προσέγγισης παίρνει την αρωματισμένη ευωδία του φρούτου, ήτοι της φυσικής ωραιότητας που προσδίδει η γεύση των ΄΄αισθημάτων ΄΄.

 

«Λόγια ακριβά»:

 «Ας πούμε τα λόγια τα ακριβά.

 Τίποτε ευτελές μην ακουστεί.

 Και προπαντός μην ενδώσουμε

 στις ηδονικές διακλαδώσεις

 των αισθημάτων.»

 

 Αλλά ας σταθούμε και στο σημείο που η  ποιήτρια παύει να βλέπει το βλέμμα της ως ενοχικό, και αφήνεται με βεβαιότητα στο βλέμμα του άλλου:

 

 «Πόσο ξεκουράζομαι

 όταν ακουμπώ

 το βλέμμα μου στο βλέμμα σου!

 Έχω ανάγκη την ωραιότητα

 καθώς υψώνεται

 βέβαιη εντός μου.»

 

 Στο ποίημα «Orfeo Negro» αφού μιλήσει για την «οδυνηρή γοητεία του έρωτα» θα πει:

 

 «Που δίνει πλούσια

 τον κραταιό εαυτό του

 για να τον αποσύρει

 με την πρώτη βροχή.»

 

Με ειρωνική διάθεση στέκεται η ποιήτρια απέναντι στους «ειδικούς» της εποχής μας που στόχο έχουν να προσπεράσουν την  πνευματικότητα της «άνοιξης» για να μην νιώσουν μέσα τους την ανάσταση που αυτή κυοφορεί

:

«Και προπαντός προσέξτε

 μην αναστηθεί τίποτα εντός σας!»

 

 («Ας προσπεράσουμε την άνοιξη»). Με ανάλογη ειρωνεία θα αντιμετωπίσει και αυτούς που δεν έρχονται αντιμέτωποι με τα σημαντικά γεγονότα της εποχής, αλλά τα κοιτάζουν από μακριά:

 

 «Επέλεξε το πρώτο κάθισμα που βρήκε.

 Πόσο δύσκολο να περιφέρεται κανείς

 όρθιος στα γεγονότα 

(«Το κάθισμα»).

 Το ειρωνικό της βλέμμα δεν παραλείπει να μπει στις σύγχρονες περίοπτες κατοικίες για να δει πίσω από την ευφάνταστη διακόσμησή τους, πίσω από την κατ’ επίφαση «αφηγηματική» πληρότητα των ενοίκων τους, το αποστειρωμένο περιβάλλον και την «μόνιμη πνιγηρή σιωπή» τους. Ας δούμε το εξαιρετικό ποίημα «Ανέσεις και απουσία»: 

Οικία περίοπτη.

 Διακόσμηση ευφάνταστη.

 Χώρος «αφηγηματικός».

 Αυτός γενικός χειρουργός.

 Σκιά στο εν λόγω δημιούργημα

μια μόνιμη πνιγηρή σιωπή.»

 

Η πανσπερμία του Έρωτα, της ηθελημένης πορείας, της ψυχικής απεραντοσύνης, της καθαρότητας των επιλογών, το έναυσμα της ψυχικής ωραιότητας, τα δωρίσματα της ζωής, -που ημερώνουν τον άνθρωπο-, τα φιλέματα της εγκαρδιότητας των προσφιλών ατόμων, η φωνητική διάθλαση της ποίησης και το ωριμασμένο και αισθητικό τέλος του ποιήματος, είναι οι κρίκοι δημιουργίας-έμπνευσης και δοκιμασίας αυτής της ποίησης, που κεντρώνει την Ύπαρξη, με την αίσθηση της συνέχειας, της απλότητας, και της αμεσότητας του λόγου. 

Η Αγαπητή μου Γαλατεια ως ενεργός πολίτης της παιδείας και της γνώσης, επιθυμεί και προσδοκά η ποίηση να έχει πάντα καλοτάξιδες τις αντένες της επικοινωνίας της με τα ανθρώπινα, και το περίσσευμα της ανθρώπινης αίσθησης και της αγάπης, να πρωτοπορεί στη ζωή και στην αδελφοσύνη, μακριά από τις κραυγές της μοναξιάς και της ουτοπίας. Η ποίηση είναι ζωή, γεννά την επικοινωνία και ανοίγει πάντα διαύλους χαράς, δράσης και μεγαλοσύνης. Ποίηση λοιπόν, κεντρωμένη με τις αλήθειες της ζωής, της προσφοράς και της αγάπης.

 




«Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ!» Λεωνίδα Γ. Μαργαρίτη Επιτ.Δικηγόρου Πρόεδρο Εταιρείας Λογοτεχνών

                       ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΟΥΜΕ… ΔΕΝ ΘΑ ΠΙΣΤΕΥΕΤΕ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΑΣ! ΔΕΙΤΕ ΠΩΣ ΗΤΑΝ Η  ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ ΠΡΙΝ ΠΕΣΕΙ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΑΛΑΔΩΝ! ΑΝΑΤΡΙΧΙΛΑ ΚΑΙ ΔΕΟΣ  ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΓΛΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑΣ! (ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ) – Makeleio.gr

 

«Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ!»

 

                         Λεωνίδα Γ. Μαργαρίτη Επιτ.Δικηγόρου

                    Πρόεδρο Εταιρείας Λογοτεχνών

 

Έχουμε τα τελευταία χρόνια συνηθίσει να γιορτάζουμε την επέτειο της πτώσης της Βασιλεύουσας  με θρήνους και με μνημόσυνα  παίρνοντας πάνω μας ,ως «Κληρονόμοι» τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις  να  φέρουμε βαρέως την ήτα εκείνης της  πολιορκίας  λες και τότε  ουσιαστικά κατέρρευσε ο Ελληνισμός ,λες και  μόλις τότε υποδουλώθηκε η χώρα μας.

 

΄Έχουμε περάσει στο υποσυνείδητο  της ιστορικής μας μνήμης   την κατάκτηση της Ελλάδος και των Ελλήνων από τους Ρωμαίους.

 

Ξεχάσαμε  την καταστροφή και την εξαφάνιση των Ελλήνων από προσώπου της χώρας  Ελλάδος.

 

 Ξεχνάμε ότι και μόνο το όνομα ΄Έλλην αποτελούμε μομφή.

 

Ξεχάσαμε  ότι τα μιάσματα   εκείνης της εποχής  ήταν οι Έλληνες.

 

 Ξεχάσαμε  τους σφαγιασμούς και τις δηώσεις των ιερών των Ελλήνων.

 

Ξεχάσαμε  πως ότι Ελληνικό εξορκίζονταν και  ρίχνονταν   στην πυρά.

 

Ξεχάσαμε  τον διαμελισμό της  Φιλοσόφου Υπατίας.

 

 Ξεχάσαμε  τον σφαγιασμό των  Ελλήνων στον Ιππόδρομο .

 

Ξεχάσαμε τον Αλάριχο με τους μοναχούς που κατεδάφισαν ότι Ελληνικό υπήρχε όρθιο.

 

 Ξεχάσαμε  ότι οι Έλληνες όπως οι  Χριστιανοί των πρώτων χρόνων υπέστησαν διωγμούς από την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Θεοδοσίου και λοιπών επονομαζόμενων Μεγάλων.

 

Θέλουμε  όμως επιλεκτικά  θα θυμόμαστε πως  έπεσε η Βασιλίδα των Πόλεων στα χέρια των Αγαρηνών.

 

Λες και δεν θα έπεφτε μετά τα όσα είχαν  συμβεί σ’ αυτή τη χιλιόχρονη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία.

 

 Ξεχνάμε ότι στην πόλη των Κωνσταντίνων,  του Θεοδοσίου, του Ιουστινιανού και λοιπών Ρωμαίων Αυτοκρατόρων  ότι  έργο τέχνης  χτίστηκε έγινε  από τα σπαράγματα των κατεδαφισθέντων   Ελληνικών  Ιερών  και ενσωματώθηκαν  σε ότι και σήμερα βλέπουμε σαν αριστουργήματα  τέχνης .

 

Αλλά και άλλα κομψοτεχνήματα που δεν κατεστράφησαν ή δεν ενσωματώθηκαν σε κτίρια κόσμησαν τα παλάτια, τον ιππόδρομο και τα ανάκτορα των Ρωμαίων Αυτοκρατόρων.

 

 Το ότι κάποιοι στυγνοί δολοφόνοι  Ρωμαίοι Αυτοκράτορες  κήρυξαν  ανεξιθρηκεία και στη συνέχεια στήριξαν  το Χριστιανισμό, το έπραξαν μόνο και μόνο επειδή η νέα Θρησκεία είχε επεκταθεί σε μεγάλο βαθμό και  είχε την πλειοψηφία των λαών της επικράτειας.

 

Στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία που κάποιο ιστορικοί τους τελευταίους αιώνες, ονόμασαν Βυζαντινή  χρησιμοποιήθηκε η Ελληνική Γλώσσα γιατί αυτή  ήταν σε ευρεία χρήση τότε ,όπως  και σήμερα  η Αγγλική.

 

 Το ενωτικό στοιχείο ήταν η Θρησκεία αλλά και αυτή τα τελευταία χρόνια της Αυτοκρατορίας είχε υποστεί κλυδωνισμούς με τον διαχωρισμό των πιστών σε ενωτικούς και ανθενωτικούς.

 

Αλλά ας δούμε τώρα μετά   τις εισαγωγικές  μας παρατηρήσεις το όλο ζήτημα.

 

Ο  τελευταίος αυτοκράτορας  Κωνσταντίνος Παλαιολόγος εξ αιτίας του θρησκευτικού διχασμού δεν εστέφθη ποτέ επισήμως στη Βασιλεύουσα, αναγκάσθηκε να παρακάμψει τη διαδικασία και να στεφθεί Αυτοκράτορας στο Μιστρά σε μιας τοπικής εμβέλειας γιορτή.

 

Η πτώση της πόλης ήταν από ετών προδιαγεγραμμένη εξ αιτίας του κλίματος του διχασμού.

 

 Η δήλωση του Λουκά Νοταρά «καλύτερα να βασιλεύει το τουρμπάνι του Τούρκου παρά η τιάρα του Πάπα», συνόψιζε την όλη φιλοσοφία της  αιρετικής αυτοκρατορίας.

 

 Το δίλημμα του Νοταρά είναι  ότι αποδέχεται καλύτερα την πολιτική εξουσία των Τούρκων παρά την Εκκλησιαστική υποταγή στον Πάπα.

Με το διχασμό αυτό  η ψυχολογική διάσπαση μεταξύ του λαού της πόλης που ουσιαστικά ήταν και ότι απέμεινε από την πάλαι ποτέ Αυτοκρατορία είχε συντελεσθεί.

 

Ενδεικτικό της  συμπεριφοράς  των πλουσίων  της πόλεως  ήταν σύμφωνα με τον ιστορικό Γεώργιο Σφραντζή ότι ενώ είχαν την οικονομική δυνατότητα να στηρίξουν τον Παλαιολόγο και να σωθεί η πόλις, εξέφραζαν ανοιχτά την προτίμησή τους στο Σουλτάνο

 

 Οι Δυτικοί αντιμετώπισαν την άλωση με κάποια κακία. ΄Ένας συγγραφέας θεώρησε την καταστροφή σαν Θεία Δίκη για την ανθενωτική στάση των Βυζαντινών.

 

 Μάλιστα κάποιος Λατίνος ουμανιστής είπε τη  χαρακτηριστική φράση: «Η αίρεση τιμωρήθηκε-Η Τροία εκδικήθηκε»

 

Δεν πρέπει να μας διαφεύγει της προσοχής ότι ένας ακόμη παράγοντας της πτώσης της πόλης υπήρξε η ολιγανθρωπία.

 

Πρέπει να πούμε ακόμη ότι την περίοδο της πολιορκίας  ο πληθυσμός της ήταν περί τις 30-35.000 ανθρώπους.

 

 Aντίθετα οι μάχιμοι σύμφωνα με απογραφή  που διενήργησε ο Γεώργιος Σφραντζης, που έμεινε μυστική μεταξύ εκείνου και του Αυτοκράτορα ανέρχονταν στους 4.983  Βυζαντινούς και 700 στρατιώτες που έφερε μαζί του ο Γενοβέζος ευπατρίδης Τζιοβάνι Τζουστινιάνι Λόγκο.

 

Πάντως ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος αν και γνώριζε  με τα όσα στοιχεία είχε στη διάθεσή του ότι η πόλη θα έπεφτε, εν τούτοις στις προτάσεις του Σουλτάνου για παράδοση,  έδωσε  την χαρακτηριστική θαρραλέα  απάντηση που θυμίζει το «Μολών Λαβέ»  του Λεωνίδα  στους Πέρσες, «Το δε την πόλιν σοι δούναι , ούκ  εμόν εστί, ούτε’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη, Κοινή γαρ γνώμη πάντες αποθανούμεν και ού φεισόμεθα της ζωής ημών».

 

Ο νεώτερος      Ελληνισμός  γαλουχήθηκε με τα νάματα μίας ένδοξης Βυζαντινής-Ελληνικής υποτίθεται Αυτοκρατορίας και βίωσε την άλωση  σαν  βιασμό και το βαθύ αυτό τραύμα δεν το έχει  ξεπεράσει ακόμη.

 

Ακόμη και σήμερα οι νεοέλληνες θεωρούν την  λεγόμενη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ως Ελληνική και τον τελευταίο  Αυτοκράτορα ως ΄Έλληνα ταυτίζοντας το Θρήσκευμα  και την Ελληνική γλώσσα ως συστατικά του Έθνους των Ελλήνων.

 ΄Όμως πως μπορούν να νοιώθουν Έλληνες οι Αλβανοί, οι Βούλγαροι, οι Εβραίοι, οι Αρμένιοι, οι Σλάβοι, οι Αιγύπτιοι,  οι Σέρβοι  οι Μαυροβούνιοι και οι υπόλοιποι λαοί της Αυτοκρατορίας  που καταλάμβανε στην ακμή της; 

  

Η  Averil Cameron  Πρύτανης του  πανεπιστημίου Keble College  της Οξφόρδης σε μια συνέντευξη που είχε δώσει στη Μαίρη Σιάνη-Davies σε σχετική ερώτηση απάντησε πως «είναι λογικό οι Έλληνες να έχουν ιδιαίτερη σχέση με το Βυζάντιο και να το βλέπουν σαν κρίκο που ενώνει την κουλτούρα της κλασσικής  και σύγχρονης Ελλάδας.

 

Η Ελληνική γλώσσα και η Ορθοδοξία αποτελούν στοιχεία που είναι ενδεικτικά για την συνέχιση της ιστορικής μνήμης .

 

Το Βυζάντιο όμως  δεν ήταν περιορισμένο γεωγραφικά στα ελληνικά εδάφη μόνο, αλλά απλωνόταν  σε όλη την Μεσόγειο και κάλυπτε τις σλαβόφωνες χώρες των Βαλκανίων ,τη Συρία, την Αίγυπτο, μέχρι και τα ανατολικά μέρη της σημερινής Τουρκίας.

 

Το Βυζάντιο δεν είναι αποκλειστική ιδιοκτησία των Ελλήνων, αλλά θα πρέπει να διεκδικείται από όλους μας.

 

 Πως μπορούμε να κατανοήσουμε την ιστορία του Χριστιανισμού στη Δύση  αν αγνοήσουμε το Βυζάντιο; Το γεγονός ότι η Αγγλία ή η Γαλλία επηρεάστηκαν από την δυτική χριστιανική   Εκκλησία της Ρώμης είναι ένα ιστορικό ατύχημα. αφήνοντας το Βυζάντιο απ’ έξω διαστρεβλώνουμε την Ιστορία».

 

 Δεν πρέπει  επίσης  να ξεχνάμε ότι  κατά την επανάσταση οι αρχηγοί της, δεν υιοθέτησαν  την σημαία του δικέφαλου της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αλλά έκαναν σημαία το σταυρό, πότε κόκκινο ,πότε μαύρο και τελευταία σε λευκό  χρώμα με γαλάζιο  φόντο.

 

Το τελικό δίδαγμα αυτής της πτώσης το οποίο ατυχώς εμείς οι νεοέλληνες ξεχνάμε είναι πως ο διχασμός δεν ωφελεί και μάλιστα όταν έχεις γύρω σου τόσους επίβουλους εχθρούς.