ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

                                       Λεωνίδα Γ. Μαργαρίτη  Επιτ.Δικηγόρου

                                       Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνων Ν.Δ.Ελλάδος

 

 


Για τους σημερινούς νεοέλληνες ονόματα όπως του Γεωργίου Σισίνη, του Παναγιώτη Καρατζά, Παναγιώτη Αναγνωστόπουλου, Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου ίσως δεν τους λένε τίποτα ή σχεδόν τίποτα. Κι όμως η Επανάσταση του 21 ή δεν θα γεννιότανε ή δεν θα είχε τα αποτελέσματα που είχε .

Η Ιστορία και οι ιστορικοί έχουν αδικήσει κάποια ονόματα αγωνιστών, αφού δεν έχουν προβάλει ανάλογα την τόσο σημαντική προσφορά τους, ενώ αντίθετα κάποιους αγωνιστές που προσέφεραν ολόκληρη την σημαντική για την εποχή τους περιουσία τους και την ίδια τη ζωή τους έχουν παραγκωνισθεί και αγνοηθεί ακόμη και από τη σύγχρονη πολιτεία.

  Μια από τις αγνοημένες μορφές, τις πλέον ηρωικές και εκείνες τις μορφές που πρόσφεραν στον αγώνα τα πλούτη τους υπήρξε και ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος.

  Υπολογίζεται πως με την έναρξη του ξεσηκωμού η περιουσία του έφθανε στο μυθώδες ποσό των 3.000.000 γροσίων, την οποία διέθεσε εξ ολοκλήρου για τον υπέρ πίστεως και πατρίδος αγώνα.

  Ο Παπαδιαμαντόπουλος ασχολιόταν εκείνη την περίοδο με το γενικό εμπόριο αλλά και ειδικότερα με το εμπόριο της σταφίδας. Ταξίδευε στα Ευρωπαϊκά λιμάνια για υποθέσεις του και είχε αντιπροσώπους και ανταποκριτές του στην Κωνσταντινούπολη, τη Μασσαλία, το Λιβόρνο, την Τεργέστη, τη Σμύρνη την Αλεξάνδρεια την Αγκώνα, τη Μάλτα, την Κέρκυρα και τη Ζάκυνθο.

  Εκτός από τα δικά του προϊόντα, εμπορευόταν και αγροτικά προϊόντα παραγωγής των τούρκων γαιοκτημόνων όπως του Βαλή της Θεσσαλονίκης και του Κιαμήλ Μπέη της Κορίνθου στους οποίους είχε εμπνεύσει την εμπιστοσύνη τους. Το 1821 ήταν ιδιοκτήτης τριάντα καταστημάτων στην πόλη των Πατρών και κατείχε τη μισή κτηματική περιουσία της περιοχής Σαραβαλίου. Είχε ιδρύσει ακόμη και Τράπεζα στην πόλη όπου κατέθεταν τις οικονομίες τους σημαντικές οικογένειες των Πατρών, όπως οι γνωστές οικογένειες Ρούφου, Λόντου και Καλαμογδάρτη. Διέθεσε σημαντικά ποσά στους Γαλαξιδιώτες για την απόκτηση πλοίων, μάλιστα υπήρξε μέτοχος 16 πλοίων.

 Αν και θεωρείται πατρινός ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος γεννήθηκε σύμφωνα με αυτόγραφο του γιου του Παναγιώτη στην Κόρινθο το Μάρτη του 1766.

 Πρόγονοί του υπήρξαν Ηπειρώτες προεστοί από το χωριό Πλαίσια Καστανοχωρίων. Ο προπάππος βιλαέτης Γεώργιος Μαργαρίτης, μετά την τέλεση της θείας λειτουργίας κρεμάστηκε από τους Τούρκους στο νάρθηκα του ναού του χωριού του μετά από ψευδείς καταθέσεις εχθρών του. Ο γιος του Γεωργίου, Διαμάντης, παππούς του Ιωάννη, εύπορος ιερωμένος και προεστός, όπως ο τραγικός του πατέρας του, κυνηγημένος από τους Τούρκους, αναγκάζεται να εγκαταλείψει τον τόπο του με την οικογένειά του και να εγκατασταθεί στο Αιτωλικό. Σε μια ανακοίνωση του Φωτίου Ευαγ. Σαφαρίκα που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΉ (Φύλλο 24-7-1960) με τον τίτλο «Το πατρογονικό αρχοντικό του Ζαν Μορεάς» μνημονεύεται ανάμεσα στα άλλα και το περιστατικό της αναχώρησης του παπα-Διαμάντη Μαργαρίτη από τον τόπο του με την παράθεση μίας άγνωστης πληροφορίας σύμφωνα με την οποία: «…αφού πλήρωσε αρκετά φλουριά έφυγε την νύχτα με άλογα πεταλωμένα ανάποδα για να μην ανακαλύψουν τα ίχνη του οι Τούρκοι»

Στο Αιτωλικό που και εγκαταστάθηκε, έχτισε το ναό των Ταξιαρχών κι έγινε εφημέριός του. Όταν μάλιστα απεβίωσε τον ενταφίασαν έξω από αυτό το ναό.

 Ο παπά-Διαμάντης άφησε δύο γιους, τον Αναστάσιο και τον Γεώργιο, (πατέρα του Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου).

Ο Αναστάσιος εγκαταστάθηκε στην πόλη των Πατρών και ο Γεώργιος στην πόλη της Κορίνθου. Και τα δυο του παιδιά διακρίθηκαν για τις ικανότητές τους στο εμπόριο. Όταν αργότερα συναντήθηκαν στην Πάτρα για λίγο τα δύο αδέλφια αποφάσισαν να αλλάξουν το επώνυμό τους και από Μαργαρίτης να το μετατρέψουν σε Παπαδιαμαντόπουλοι, δηλαδή παιδιά του Παπαδιαμάντη, όπως συνηθίζουν να συνθέτουν τα επώνυμά τους κυρίως οι Πελοποννήσιοι.

Ο Γεώργιος που είχε εγκατασταθεί στην Κόρινθο γνώρισε την κόρη ενός ιερέα και πρόκριτου την οποία και παντρεύτηκε. Από το γάμο του απέκτησε ένα γιό και μια κόρη, τον Ιωάννη (για τον οποίο μιλούμε σήμερα) και την Ανθή.

 Όμως τα παιδιά αυτά έμειναν ορφανά από νωρίς. Ο Ιωάννης έμαθε τα κοινά γράμματα και αρχές αριθμητικής, ενώ η Ανθή τον γαλούχησε στην ευσέβεια και στη λατρεία των ιερών δογμάτων της Χριστιανικής Θρησκείας. Έτσι ο Ιωάννης έζησε ολόκληρη τη ζωή του πάντα θρησκευόμενος αυστηρά και παραδειγματικά με βαθύτατη προσήλωση στην Ορθόδοξη Εκκλησία.

          Μόλις ενηλικιώθηκε ο Ιωάννης το πρώτο του μέλημα ήταν να αποκαταστήσει όπως άλλωστε συνηθίζονταν την αγαπημένη ορφανή από γονείς αδελφή του.

Εικοσάχρονος ακόμη πάντρεψε την αδελφή του Ανθή δίδοντάς της για προίκα ολόκληρη την πατρική και μητρική περιουσία και το 1786 ήλθε και εγκαταστάθηκε κι αυτός στην πόλη των Πατρών για να εργαστεί κοντά στον έμπορο θείο του Αναστάσιο.

 Από εκείνη την ηλικία επέδειξε εργατικότητα, επιμέλεια και ζήλο για το εμπόριο.

 Δεν πέρασε πολύς καιρός και το ως τότε μέτριο κατάστημα του θείου του με τη δική του συμβολή άρχισε να προοδεύει.

 Ο Ιωάννης μετά από οχτώ περίπου χρόνια εργασίας κατάλαβε πως δεν ήταν φτιαγμένος για υπάλληλος.

 Αφού εξέθεσε στο θείο του τον προβληματισμό του έλαβε την ευχή του και το ποσό των 1.500 γροσίων για τις ως τότε υπηρεσίες του και άνοιξε δικό του κατάστημα.

 Το έτος 1794 ο Δημήτριος Ανάγνου, ένας πλούσιος έμπορος και κτηματίας των Πατρών συνεταιρίζεται μαζί του κι απλώνει τον κύκλο των εργασιών του σ’ ολόκληρη την Αυτοκρατορία αλλά και πέρα από τα όριά της. Ο Βαλής της Θεσσαλονίκης, ο Μπέης της Κορίνθου αλλά και πολλοί πλούσιοι Οθωμανοί του εμπιστεύονται ολόκληρη την παραγωγή των αγροτικών τους προϊόντων για να τη διαθέσει εκείνος κατά βούληση. Οι έλληνες έμποροι της Επτανήσου και της Ευρώπης του αναθέτουν την πώληση των προϊόντων τους με προμήθεια, ενώ ο ίδιος τους στέλνει από την Πάτρα προς πώληση σταφίδα, λάδι και άλλα προϊόντα με τους ίδιους όρους που εκείνοι του αναθέτουν την πώληση των δικών τους προϊόντων.

 ΄Έτσι αναπτύσσεται ένας μεγάλος εμπορικός κύκλος, ο οποίος δίνει νέα ζωή στο λιμάνι των Πατρών και έχει σοβαρό αντίκτυπο στην οικονομική και κατ’ επέκταση την κοινωνική ζωή της πόλεως και της ευρύτερης περιοχής. Έτσι, μ’ αυτή την εμπορική κίνηση και την ανάπτυξη της πόλεως η Πάτρα θα γίνει το σημαντικό εθνικό κέντρο το οποίο θα διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στην Επανάσταση.

 Με την ανάπτυξη του εμπορίου ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος διαπιστώνει ότι πλέον έχει ανάγκη από πλοία για να πραγματοποιεί απ’ ευθείας και χωρίς την μεσολάβηση των προξενείων Αγγλίας και Ολλανδίας το ανταλλακτικό εμπόριο και να επιτυγχάνει φθηνούς ναύλους.

Ήθελε να δημιουργήσει ένα ναυτικό στόλο που να μπορεί να ταξιδεύει ακόμη και στην Αμερική.

 Ο σημαντικός αυτός έμπορος σε μικρό σχετικό χρόνο πέτυχε το σκοπό του και έγινε ιδιοκτήτης πολλών μεγάλων πλοίων, ιδιαίτερα του Γαλαξιδιώτικου στόλου. Ιδρύει στη συνέχεια ιδιωτική τράπεζα με αντιπροσώπους στα κυριότερα εμπορικά κέντρα της Ανατολής και της Δύσης.

 Τίμιος στις συναλλαγές του και αδέκαστος στις συμφωνίες του, όπως άλλωστε αποκαλύπτουν πηγές του πολύτιμου αρχείου του, αποκομίζει σημαντικά κέρδη.

 Στις 21 Ιουνίου 1800 παντρεύεται στην Πάτρα την κόρη του προκρίτου της Αχαΐας Ιωάννη Καλαμογδάρτη Ελένη. Από το γάμο αυτό απόκτησε πολλά παιδιά εκ των οποίων επέζησαν ο Κωνσταντίνος, Παναγιώτης, Σπύρος, Δημήτρης, Αδαμάντιος (πατέρας του ποιητή Ζαν Μωρεάς) και Αναστάσιος.

Όπως αναφέρει στο έργο του «Βίοι Παράλληλοι των επί της αναγεννήσεως της Ελλάδος διαπρεψάντων ανδρών»(Τόμος Ε΄ σελ.330-333 Αθήνα 1872) «…δια του γάμου τούτου προσεπηύξησε τας εμπορικάς και πολιτικάς αυτού σχέσεις. Εν βραχεί δε διαστήματι χρόνου εκτήσατο μεγάλην χρηματικήν περιουσίαν και δια του πλούτου και της ευγενούς συμπεριφοράς και μεγαλοδωρίας αυτού κατόρθωσε να απολαύση τοσαύτης αγαθής υπολήψεως παρά τοις Οθωμανοίς ώστε δια της μεσολαβήσεως αυτού εξωμαλύνοντο μεν αι μεταξύ Οθωμανών και πάντων των εν Πάτραις εμπόρων και προεστώτων υφιστάμεναι δοσοληψίαι και διενέξεις, ηλαττούντο δε οι φόροι, οι βαρύνοντες τας κατωτέρας τάξεις, αναδεχομένου αυτού να καταβάλλη διπλασίους φόρους και προτρέποντος εις τούτο δια του παραδείγματος τοιαύτης μεγαλοδωρίας και άλλους πολλούς ευκατάστατους συμπολίτας αυτού. Ούτω δε δεν εβράδυνε γνωστός μεν να γίνη εν πλείσταις πόλεσι της Τουρκίας και της Ευρώπης δια τας μεγάλας εμπορικάς επιχειρήσεις αυτού, να αναδειχθή δε εις των σπουδαιοτέρων και διακεκριμένων ανδρών απάσης της Πελοποννήσου…εντός μεν αληθούς μεγάρου κατώκουν διαρκώς δώδεκα υπάλληλοι του εμπορικού γραφείου του, έκαστος μάλιστα εις ίδιον δωμάτιον, εν δε τω ιπποστασίω υπήρχαν πάντοτε πέντε μεγαλοπρεπείς της ιππασίας ίπποι και πέντε καλοί ημίονοι προς τε την οικιακήν χρήσιν και προς μεταφοράν των εμπορευμάτων από του εν τω παραλίω τελωνείω εις το εν τη πόλει εμπορικόν κατάστημα και τας λοιπάς αποθήκας. Παρά δε την οικίαν διετήρει δια μεγάλης δαπάνης και κήπον, περιέχοντα τα καλλίτερα και σπανιώτερα των ανθέων και δένδρων, είχε δε εν αυτή τη πόλει και δύο έτι κήπους και εν εκάστω τούτων και οίκον. Εκείνος δε, εν ω κατώκει, ήτο άριστα κεκοσμημένος δια πολυτελών χρυσοΰφαντων, ευρωπαϊκών τε και άλλων ξενικών επίπλων… Εν δε τω Μητροπολιτικώ ναώ είχε καλώς εσκευασμένα τρία στασίδια εν μεν δι’ εαυτόν, παρά τον του Μητροπολίτου επίσημον θρόνον, και δύο δια τους μεγαλύτερους αυτού υιούς, εις μικράν τινά απόστασιν από του πατρός, πλέον δε παρ’ άπαξ του μηνός έδιδε και μεγαλοπρεπέστατα συμπόσια εις τους αρχιερείς, τους προεστούς, τους προξένους και τους διερχομένους δια Πατρών διακεκριμένους ξένους και εις ταύτα παρεκάθηντο συνήθως οι διακεκριμένοι ιερείς, μουσικοί, ιατροί, διδάσκαλοι και υμνωδοί ή τραγωδισταί της πόλεως, οίτινες περί το τέλος του συμποσίου έψαλλον μετ’ ενθουσιασμού πρώτον με εκκλησιαστικούς τινάς ύμνους και δοξαστήρια, μετά ταύτα και εκ των ασμάτων Ρήγα του Φερραίου και άλλων τα ενθουσιαστικώτερα άνευ τινός φόβου…»

 Ο βίος του Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου υπήρξε ηγεμονικός και δαπανούσε σημαντικά ποσά σε συμπόσια, βαφτίσια και στεφανώματα. Ο Παπαδιαμαντόπουλος γράφει ο Γούδας δεν εγεννήθη φαίνεται ίνα φειδωλεύηται εις τας δαπάνας, αλλ’ ίνα θησαυρίζει εντίμως και ίνα δαπανά μεγαλοπρεπώς. Όσοι ξένοι έτυχε να φιλοξενηθούν από τον Παπαδιαμαντόπουλο έμεναν κατάπληκτοι από την εγκάρδια υποδοχή και την γενναιόδωρη και ασύγκριτη φιλοξενία του. Η φορεσιά του ήταν επιβλητική. Φορούσε καλπάκι σαμαρόγουνα, τσιακτσήρι και μεστοπάπουτσα. Ήταν άνθρωπος με αδρά χαρακτηριστικά και ακέραιο χαρακτήρα.

 Από το 1811 διέλυσε την εταιρεία με τον Ανάγνου και συγκέντρωσε στα χέρια του όλη την εμπορική κίνηση της Πελοποννήσου και της Δυτικής Ελλάδος. Η φήμη του ξεπέρασε τα όρια της Ελλάδος. Από επίσημα έγγραφα του αρχείου του, κατά την κήρυξη της Επανάστασης του 21 η περιουσία του ανερχότανε στα 3.000.000 γρόσια. Εκτός από το ρευστό χρήμα είχε στην ιδιοκτησία του τριάντα εργαστήρια, πέντε αρχοντικά, δύο αποθήκες οίνου, δύο ελαιοτριβεία, δεκαέξι μεγάλα πλοία Γαλαξιδιώτικα και το μισό της έκτασης της περιοχής του Σαραβαλίου.

 Όλα αυτά μαζί με τη ζωή τη δική του και της οικογενείας του ο Παπαδιαμαντόπουλος ορκίσθηκε να θυσιάσει χάριν της Ελληνικής Λευτεριάς.

 Η μύηση του Παπαδιαμαντόπουλου στη Φιλική Εταιρείας έγινε στη Πάτρα το 1819.Τη μύηση αυτή περιγράφει στο έργο του «Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως» (τόμος α σελ.407 Αθήναι 1859) ο Ιωάννης Φιλήμων.

 Ο Παπαδιαμαντόπουλος λόγω της απεριόριστης εμπιστοσύνης, εκτιμήσεως και σεβασμού που έχαιρε από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη διορίζεται μέλος της Εφορείας Πατρών και γενικός ταμίας των κοινών χρημάτων.

 Από τις αρχές του 1821 που αρχίζουν οι Τούρκοι να υποπτεύονται τις κινήσεις των Ελλήνων ο Παπαδιαμαντόπουλος προσπαθεί ν αποπροσανατολίσει τους τούρκους και καταφέρνει να τους αποκοιμίσει δίδοντάς τους μακροπρόθεσμα δάνεια ύψους 150.000 περίπου γροσίων.

Στις 26 Ιανουαρίου του 1821 συμμετέχει στη σύσκεψη της Βοστίτσας στο Αίγιο όπου και συζητήθηκε έντονα το θέμα του χρόνου κήρυξης του αγώνα.

 Την 1η Φεβρουαρίου του 1821 εισφέρει στην Κάσα της Εταιρείας του Γένους» το ποσό των 7.000 γροσίων. Αμέσως καταρτίζει ένα σώμα ενόπλων από πενήντα έμμισθους στρατιώτες και τους θέτει υπό την ηγεσία των πατρινών καπεταναίων Παναγιώτη Καραντζά και Παναγιώτη Ανδριτσόπουλου.

 Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό ότι ο Παπαδιαμαντόπουλος είχε εκτιμήσει πρώτος τις ικανότητες και τα προτερήματα του οπλαρχηγού φιλικού Παναγιώτη Καραντζά.

 Όταν προχώρησαν αρκετά οι προετοιμασίες των Φιλικών, όλα έδειχναν πως η Πάτρα θα ήταν η πόλη από την οποία θα ξεκινούσε η επανάσταση.

 Στις 21 Μαρτίου 1821 ένοπλοι τούρκοι στρατιώτες, μεθυσμένοι σ’ ένα ρακοπωλείο της αγοράς απέναντι από το αρχοντικό του Παπαδιαμαντόπουλου έβαλαν φωτιά και σκότωσαν τον καταστηματάρχη. Άρχισαν αμέσως με άγριες κραυγές να περικυκλώνουν το αρχοντικό για το οποίο είχαν υποψίες πως μέσα σ’ αυτό έκρυβαν όπλα. Οι πόρτες του αρχοντικού ήταν αμπαρωμένες και οι Τούρκοι πυροβολούσαν στα παράθυρα. Με τους πυροβολισμούς αυτούς σκότωσαν το Διαμάντη Παπαδιαμαντόπουλο, θείο του Ιωάννη, ένα πανύψηλο και γεροδεμένο γέροντα. Όσοι βρέθηκαν εκείνη τη στιγμή στο αρχοντικό απέκρουσαν τους τούρκους μαζί με τον Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλο και με συνθηματικούς πυροβολισμούς ειδοποίησαν το ένοπλο σώμα των καπεταναίων Καρατζά και Ανδριτσόπουλου. Όπως γράφει ο Γούδας, όταν ο Παπαδιαμαντόπουλος είδε νεκρό το θείο του, αποφάσισε να δώσει το σύνθημα της Επανάστασης.

 Όταν έφτασαν από διάφορα σημεία της πόλεως Έλληνες στρατιώτες οι Τούρκοι υποχώρησαν και αναγκάστηκαν να κλειστούν στο Φρούριο.

 Eίναι γνωστά τα γεγονότα των πρώτων ημερών της σύγκρουσης στο Τάσι, οι μάχες, οι σφαγές, οι πυρπολήσεις και οι εν γένει εγκληματικές ενέργειες των Τούρκων. Το ίδιο βράδυ της πρώτης σύγκρουσης ο Παπαδιαμαντόπουλος πήγε το Μοναστήρι του Ομπλού και την άλλη μέρα κατέβηκε έφιππος στην πόλη των Πατρών μαζί με τον Νικόλαο Λόντο και άλλους ενόπλους και έκαναν όλοι τους το γύρο της πόλεως κρατώντας την πρώτη επαναστατική κόκκινη σημαία με ένα μαύρο σταυρό στη μέση.

 Ο Πουκεβίλ στο ιστόρημά του για την Επανάσταση σημειώνει πως το απόγευμα της 23ης Μαρτίου 1821 οι Τούρκοι πυρπόλησαν το αρχοντικό του Παπαδιαμαντόπουλου. Από τότε άλλαξε ο τρόπος ζωής του Παπαδιαμαντόπουλου. Φόρεσε την κλέφτικη καπότα και τα τσαρούχια. Κοιμότανε στο ύπαιθρο ή σε καλύβες χωριάτικες και γνώρισε πολλές κακουχίες και στερήσεις. Έμεινε χωρίς οικογένεια κι όλα του τα σπίτια τα κάψανε οι Τούρκοι. Η καρδιά του πυρπολήθηκε από τον πόθο για την Ελευθερία την οποία όρισε ως ένα εκ των πόλων του διλήμματος «Ελευθερία ή Θάνατος».Άνθρωπος οξύνους, ικανός, μετριόφρων με έντονη θρησκευτικότητα γεμάτος αυταπάρνηση.

 Όταν ξεσπάει ο πόλεμος, ανοίγει τις αποθήκες του και μοιράζει στους στρατιώτες κρασιά, λάδια και τυριά. Χαρακτηριστική είναι η ανέκδοτη έκθεση του γιου του Παναγιώτη την οποία έγραψε την 21-6-1827 και απευθύνεται προς την Γενική Συνέλευση των Ελλήνων με την επιγραφή «Λογαριασμός των όσων ο μακαρίτης Πατήρ μου εζημιώθη ένεκα της Επαναστάσεως, εκτός των οσπιτίων, μαγαζίων, σταφίδων, αμπελώνων, ελαιοδένδρων και ελαιοτριβείων, εκτός λέγω των οποίων ελάμβανε από αυτού εισοδημάτων και εστερήθη δια εννέα χρόνους (…..) των όσων ακόμη συνεισέφερεν εις το Έθνος, εις διαφόρους και πολλάς μεγάλας ανάγκας του, των μισθών του από τους οποίους δεν έλαβε ποτέ οβολόν…» Πήρε μέρος στην πολιορκία του Κάστρου της πόλεως των Πατρών. Στις 26 Μαρτίου 1821 υπέγραψε ως «μινίστρος» των εξωτερικών της Ελλάδος την ιστορική εγκύκλιο προς τας Αυγούστας Αυλάς των Κρατών της Ευρώπης. Στις 19 Απριλίου 1821 διορίζεται γενικός φροντιστής του στρατοπέδου Παλαιών Πατρών. ΄Ορίζεται εισφορά και μετρά στο ταμείο του αγώνα 17.500 γρόσια. Τον ίδιο καιρό ταξιδεύει στη Ζάκυνθο και ναυλώνει το πλοίο του καπετάνιου Κεφαλλονίτη Διονυσίου Φωκά και τον μεταφέρει στις Σπέτσες προκειμένου να κινητοποιήσει τις Εθνικές ναυτικές δυνάμεις και να ενισχύσουν τον αγώνα με την αποστολή πολεμοφοδίων. Μετά τις Σπέτσες με το ίδιο πλοίο και με συνταξιδιώτη τον Δημήτρη Περούκα πηγαίνει στην Αγκώνα της Ιταλίας όπου με δικές του δαπάνες προμηθεύεται πολεμοφόδια και απευθύνει έκκληση για βοήθεια στους ομογενείς της Ευρώπης.

 Στις 30 Ιουνίου 1821 επιστρέφει στο Μεσολόγγι φέρνοντας πολεμοφόδια με το πλοίο του Πανά. Οι Άγγλοι συλλαμβάνουν τα Ελληνικά πλοία στον Πατραϊκό και ο Παπαδιαμαντόπουλος με μικρά ιστιοφόρα αναγκάζεται να μεταφέρει τον οπλισμό και τα πολεμοφόδια στο στρατόπεδο της Πάτρας. Μετά από αυτή την περιπέτεια τον συναντάμε στα Τρίκορφα και το Σεπτέμβρη του 1821 στα Καλάβρυτα.

Στις 15 Δεκεμβρίου 1821 διορίζεται «μέλος της Εθνικής Βουλής, παραστατικόν της Πελοποννήσου» για την Α΄ Συνέλευση της Επιδαύρου. Η Κυβέρνηση του αναθέτει τις πλέον δύσκολες αποστολές, όπως την παραλαβή του Φρουρίου του Ναυπλίου το Δεκέμβρη 1821.΄Οπου βρεθεί εμψυχώνει τους αγωνιστές παρακινεί για δράση, ενθουσιάζει για επιτυχίες, νουθετεί στους άπειρους και συγκρατεί τους ανταγωνισμούς και τα βίαια πάθη των συναγωνιστών του. Επιδεικνύει αξιοζήλευτη φρόνηση και δραστηριότητα όπως στη διαχείριση των πλοίων Ύδρας και Σπετσών και της είσπραξης των εισφορών της Ηλείας. Το Νοέμβριο του 1822 ο αντιπρόεδρος του Εκτελεστικού Αθανάσιος Κανακάρης του ζητά να δώσει στην Ύδρα 6.200 γρόσια και όπως πάντα ο Παπαδιαμαντόπουλος είναι έτοιμος και πρόθυμος σε κάθε νέα έκτακτη εισφορά που θα του ζητηθεί.

 Την 1η Μαρτίου 1823 εκλέγεται πανηγυρικά Βουλευτής Πατρών και αργότερα μέλος της επιτροπής εθνικού δανείου. «Οσάκις η Κυβέρνηση, γράφει ο Γούδας, είχε ανάγκην είτε διαπραγματεύσεως ξένων δανείων, είτε συντάξεως νόμων οικονομικών, είτε διαχειρίσεως χρημάτων, ενεπιστεύετο ταύτα εις την πρόνοιαν, εις τον ακραιφανή πατριωτισμόν, την τιμιότητα και εις τον μειλίχιον τρόπον του Παπαδιαμαντόπουλου και των ομοίων τούτου…»

 Στις 17 Μαΐου 1824 το Βουλευτικό Σώμα του γράφει μεταξύ άλλων και τα εξής «…εκ μέρους του Έθνους {το βουλευτικό Σώμα} σας ευχαριστεί δια τους μεγάλους πόνους, όπου αγογγύστως υποφέρετε εξ αρχής του ιερού τούτου αγώνος, και προ της συστάσεως της διοικήσεως, και μετά την σύστασιν κατά την πρώτην και δευτέραν ταύτην περίοδον της χωρίς να απομακρυνθείτε διόλου από τας υπηρεσίας…»

 Τον Ιούλιο του 1824 με εντολή της Κυβέρνησης θα πάει μαζί με τον Μπενιζέλο Ρούφο στην Πάτρα για να ειρηνεύσουν του αντιμαχόμενους πατριώτες. Η παρουσία του φέρνει παντού την ομόνοια και την γαλήνη. Όλοι τον σέβονται και τον τιμούν απεριόριστα. Επιστρέφει στο Ναύπλιο. Σε ένα γράμμα της συζύγου του με ημερομηνία 14-10-1824 που βρίσκεται στο αρχείο Παπαδιαμαντοπούλου στη Βιβλιοθήκη της Βουλής προκύπτει ότι εκείνη την περίοδο βρίσκεται στο χωριό Πόρτες. Στο γράμμα αυτό η σύζυγος του τον πληροφορεί « πως ακόμα δεν εδιορθώθησαν τα εσωτερικά του Μορέως, ογλήγορα ελπίζω να διορθωθούν. Οι Τούρκοι όπως καθημερινώς ευγαίνουν εις τον κάμπον Γαστούνη, ως τις προάλλες ευγήκαν και εσκότωσαν 53 Έλληνες από αυτούς ήταν 17 Πατρινόπουλα, εσκοτώθηκαν και Τούρκοι πολλοί. Εμείς εδώ βαστούμεν τα στενά και όσες φορές αυθαδίασαν οι Τούρκοι, εκτυπήθησαν και εχαλάσθησαν χωρίς να κάμουν την παραμικράν βλάβην…»

 Την 12η Μαρτίου 1825 το Εκτελεστικό Σώμα διορίζει τριμελή προσωρινή επιτροπή από τους Βουλευτές Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλο (πρόεδρο), Γεώργιο Καναβό και Δημήτριο Θέμελη για την διεύθυνση των πολεμικών και πολιτικών πραγμάτων της Δυτικής Ελλάδος. Όπως γράφουν τα ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ του Μεσολογγίου της 15 Απριλίου 1825 στη πρώτη σελίδα, η τριμελής επιτροπή έφτασε στο Μεσολόγγι στις 12 Απριλίου.

 Η τελευταία, ανάμεσα στη Φρουρά του Μεσολογγίου, περίοδος της ζωής του Παπαδιαμαντόπουλου είναι εκείνη που θα δείξει το ασύγκριτο μεγαλείο της αυταπάρνησης και του πατριωτισμού του.

 Είναι η περίοδος εκείνη κατά την οποία ο πολιτικός αρχηγός των Ελευθέρων Πολιορκούμενων θα βαδίσει αλύγιστος προς τη θυσία και το ολοκαύτωμα.

 Η αλληλογραφία του Παπαδιαμαντόπουλου με την Ελληνική Διοίκηση, με τους Ζακυνθίους Φιλικούς και τη σύζυγο του καθώς και άλλα επίσημα έγγραφα προς τους κατοίκους της Δυτικής Ελλάδος αποτελούν ένα αξιόλογο και πολύτιμο αρχειακό υλικό των πολιορκούμενων Μεσολογγιτών και παράλληλα έναν αποδεικτικό και αξιόπιστο μάρτυρα της ιδιαίτερης προσωπικότητας του Παπαδιαμαντόπουλου.

 Όλες οι επιστολές του Παπαδιαματόπουλου μαρτυρούν τον προσωπικό του λόγο και παρουσιάζουν την αξιοζήλευτη προσωπικότητα του.

 Αξιοπρόσεχτο είναι και το γράμμα του προς τη σύζυγο του με ημερομηνία 23- Απριλίου 1825. Μεταξύ των άλλων αναφέρει και τα εξής χαρακτηριστικά «…Μην στενοχωρείσθε, όταν εγώ δια την τιμήν μας, δια την ζωήν σας και την ησυχίαν σας απεφάσισα να βασανίζωμαι και κινδυνεύω το άτομο μου, και δι’ αγάπην της πίστεως και πατρίδος αγωνίζομαι όσον δύναμαι… Πλην οικονομία, οικονομία, οικονομία όσον δύνασθε διότι εξοδεύομεν και δεν εισοδεύομεν και όταν οικονομώμεν δεν πεινούμεν και ο φρόνιμος άνθρωπος κατά τον καιρόν και την περίστασιν πορεύηται και οι υιοί μας ας μη φαντάζονται διότι τα αγαθά μας έμειναν θύμα εις την Πάτρα, και εκτός τούτου πέντε χρόνια όπου εξοδεύομεν την μία μεριά η αφεντιά σας και την άλλην εγώ αδιακόπως και θησαυροί αν ήτον του Κροίσου ήθελον σωθούν και ας στοχασθούν ότι ο πατήρ τους δεν τρέχει εις εμπορικάς επιχειρήσεις, αλλ’ εις πολιτικάς και πολεμικάς κινδυνεύει και εξοδεύει αδιακόπως δια την πατρίδα…»

 

 Οι Τούρκοι είχαν φθάσει απέναντι από τα τείχη του Μεσολογγίου και η ναυτική και στρατιωτική βοήθεια της Κυβερνήσεως ακόμη δεν είχε φανεί.

 Σε άλλο γράμμα προς τη σύζυγο του ο Παπαδιαμαντόπουλος μεταξύ άλλων γράφει και τα εξής: «Δια εδώ μην φοβείστε αγκαλά και είναι τριάντα χιλιάδες εχθροί όπου μας πολιορκούν και δεν τους στοχαζόμεθα δια το ουδέν, όντας άγρυπνοι και προσεκτικοί και δια την καλήν οχύρωσιν του φρουρίου έχοντας και ανδρείους Έλληνας και άλλα στρατεύματα προσμένουμε από την Πελοπόννησο και άμα φθάσει ο στόλος μας όπου προσμένουμε, ότε θέλει βγάλομε στρατεύματα έξω δια να τον χτυπήσουμε από μπρος και από πίσω να τον αφανίσωμεν με την βοήθεια του Θεού…»

 Η Κυβέρνηση όμως απασχολημένη με τα κομματικά πάθη έχει εγκαταλείψει ουσιαστικά το Μεσολόγγι στην τύχη του.

 Εν τω μεταξύ ο Γεώργιος Καναβός πηγαίνει στην Ελληνική Διοίκηση και δεν γυρίζει πλέον στο Μεσολόγγι. Ο Παπαδιαμαντόπουλος εξακολουθεί να διευθύνει τα πολιτικά και στρατιωτικά πράγματα του πολιορκούμενου Μεσολογγίου έχοντας ως συνεργάτη τον αγωνιστή φιλικό Δημήτριο Θέμελη, ο οποίος αρρώστησε αργότερα και πέθανε στις 16 Μαρτίου 1826.

 Την 27η Νοεμβρίου 1825 η Διευθυντική Επιτροπή επισημαίνει στη Διοίκηση τους μεγάλους κινδύνους εξ αιτίας του αποκλεισμού των εχθρικών πλοίων.

 Η αλληλογραφία του Παπαδιαμαντόπουλου με τη Ζάκυνθο γίνεται πυκνότερη. Σε επιστολή του της 12-12-1825 σημειώνει απευθυνόμενος προς τους Θεόδωρο Ξένο, Μιχαήλ Σεβαστό και Γεώργιο Λαδόπουλο: «Το Μεσολόγγι κινδυνεύει δι’ έλλειψιν τροφών και μόνη η μετά σπουδής αποστολή αυτών εμπορεί να το σώσει. Από την προθυμία σας και ζήλον σας λοιπόν κρέμαται η σωτηρία του, εις την οποίαν εμπορείτε να συνδράμετε ουσιωδώς, κάμνοντες ταχυτάτην προμήθειαν τροφής. Ότι από το πολυάριθμο των εχθρικών δυνάμεων δεν θέλει θολώσει το μάτι των υπερασπιστών του Μεσολογγίου επεδείχθη λαμπρώς εκ των πραγμάτων αυτών μόνη η έλλειψις των τροφών ημπορεί να τους στενοχωρήσει. Τροφάς λοιπόν, τροφάς και πάλιν τροφάς.»

 Και πεινασμένο ακόμη το Μεσολόγγι νικά. Ο στρατός του Κιουταχή εξοντώνεται, οι τρεις αρμάδες του σουλτάνου, του Μωχάμετ ΄Αλη και του Μπέη της Τύνιδας αχρηστεύονται άπραγες και βουβές στα νερά του φράχτη. Ο ηρωισμός των πολιορκούμενων του Μεσολογγίου ανατρέπει τα σχέδια για μια ολοκληρωτική νίκη και δίνει καιρό στις εθνικές στρατιωτικές δυνάμεις να ανασυνταχθούν.

 Όλος ο κόσμος μιλάει τώρα για την ηρωική αυτή πόλη που αντιστέκεται πεισματικά ένα χρόνο στις απανωτές επιδρομές και το ρεύμα του φιλελληνισμού ογκώνεται.

 Όταν όμως η πολιορκία έγινε στενότερη από τη στεριά και κυρίως από τη θάλασσα, τότε η πείνα φθάνει στο απροχώρητο. Μέσα σε κείνες τις τραγικές στιγμές ο Παπαδιαμαντόπουλος αποφασίζει να πάει ο ίδιος στη Ζάκυνθο για να φέρει στάρι και καλαμπόκι.

 Γι’ αυτό το ταξίδι στη Ζάκυνθο γράφει τα εξής ο πολέμαρχος Νικόλαος Κασομούλης: «…ιδόντες την στενοχωρίαν αποφάσισαν όλοι και αρχηγοί και στρατιώτες να μαζώξωμεν τα άρματά μας, τα ασημένια και χρυσά, να τα βάλωμεν υποθήκη και να ζητήσωμεν θροφήν από Ζάκυνθον.»

 Η Ζάκυνθος της εποχής ούτε καν δέχτηκε ν’ ακούσει την πρόταση αυτή κι επέστρεψε αμέσως, τα τιμημένα όπλα, αφού εφοδίασε με τρόφιμα το Μεσολόγγι.

 Ο Παπαδιαμαντόπουλος έφθασε στη Ζάκυνθο στις 9 Ιανουαρίου 1826. Εκεί είχε πολλές γνωριμίες και στενό αδελφικό δεσμό με τους φιλικούς της Ζακύνθου και κυρίως με το φιλικό Γεώργιο Λαδόπουλο, όπως προκύπτει από την αλληλογραφία τους. Φρόντισαν να αποστείλουν μια μεγάλη ποσότητα καλαμποκιού.

 Τότε η γυναίκα του που διέμενε στη Ζάκυνθο και φίλοι του βάλθηκαν να τον κρατήσουν στη Ζάκυνθο για να σωθεί από τους άμεσους κινδύνους του πολιορκούμενου Μεσολογγίου.

 Αυτόπτες μάρτυρες αφηγούνται ότι ούτε τα δάκρυα της συζύγου και των παιδιών του, ούτε οι θερμότατες παρακλήσεις των φίλων του, μπόρεσαν να τον μεταπείσουν να παραμείνει στη Ζάκυνθο έστω και για λίγες μέρες ακόμη. «Θα πάς του έλεγαν σε σίγουρο θάνατο. Μείνε τουλάχιστον λίγες μέρες ακόμη και ξαναγυρίζεις αφού επιμένεις».

 «Ορκίστηκα απαντά ο Παπαδιαμαντόπουλος, να πεθάνω μαζί με τους άλλους και δεν θα τους εγκαταλείψω».

 Οι Ζακυνθινοί πληροφορούνται αμέσως το διάλογο και κατεβαίνουν όλοι στο μόλο να ασπασθούν τον ήρωα και να τον αποχαιρετίσουν. Όλοι κλαίνε και τον παρακαλούν να μείνει. Αυτός σημαιοστολίζει το καΐκι του και δίνει το σύνθημα της αναχωρήσεως για το αγαπημένο Μεσολόγγι, τον πεπρωμένο τόπο της μεγάλης θυσίας. Η εμπειρία του Σολωμού για τους υπερασπιστές του φράχτη πλουτίζεται τώρα μ’ ένα χειροπιαστό παράδειγμα αυτοθυσίας και χρέους.

 Ο εκδότης των Ελληνικών Χρονικών Ελβετός Μάγιερ που έπεσε κι αυτός ηρωικά στην έξοδο έγραφε σ’ ένα φίλο του λίγες μέρες πριν:

«Τα βάσανα τα οποία υπομένουμε και μια πληγή την οποίαν έλαβον εις τους ώμους, δεν με συγχώρησαν μέχρι τούδε να σας διευθύνω τους τελευταίους μου ασπασμούς. Κατηντήσαμεν εις τοιαύτην ανάγκην ώστε τρεφόμεθα από τα πλέον ακάθαρτα ζώα και να πάσχωμεν όλα τα φρικτά αποτελέσματα της πείνας και της δίψας… εν ονόματι όλων των ενταύθα ηρώων μεταξύ των οποίων είναι ο Νότης Μπότζαρης, ο Τζαβέλας, ο Παπαδιαμανόπουλος και εγώ σας αναγγέλλω την ενώπιον Θεού ορκωμένην απόφασίν μας δια να υπερασπισθώμεν και την υστέραν πιθαμή της γης του Μεσολογγίου και να συνενταφιασθώμεν υπό τα ερείπια της πόλεως χωρίς ν’ ακούσωμεν πρότασίν τινά συνθήκης. Η τελευταία μας ώρα ήγγικεν. Φροντίσατε παρακαλώ κύριε, να καταχωρισθεί εις μερικάς εφημερίδας η παρούσα επιστολή μου.»

 Από εδώ και πέρα μόνο η σιωπή επιβάλλεται για τους ήρωες και μάρτυρες της μεγάλης θυσίας. Αφού έφαγαν ακόμη και ποντικούς αποφάσισαν την αθάνατη εκείνη ηρωική έξοδο την νύχτα της 10ης προς την 11η Απριλίου 1826 όπου μαζί με τους άλλους ήρωες έπεσε κι ο Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος, πιστός στρατιώτης και θεματοφύλακας της Ελληνικής Ανεξαρτησίας.

 Τον τελευταίο καιρό της ζωής του ο Παπαδιαμαντόπουλος υπέφερε από ποδαλγία και οξείς ρευματισμούς. Η μόνη ελπίδα γι’ αυτόν το άσπρο άλογό του. Αυτό θα καβαλίκευε στην έξοδο και μόνο μ’ αυτό υπήρχε κάποια ελπίδα να σωθεί. Αλλά η Φρουρά είχε ήδη αποσκελετωθεί από την πείνα, οι άνθρωποι έπεφταν νεκροί στους δρόμους κι ο Παπαδιαμαντόπουλος εκείνες τις στιγμές έδωσε το αγαπημένο του άλογο, τη μοναδική του σωτηρία για να το φάνε οι στρατιώτες. Μετά από αυτή τη χειρονομία του μόνο ο θαυμασμός και η σιωπή επιτρέπονται. Κάθε λόγος παραπάνω είναι εντελώς ανίκανος να εκφράσει το βάθος και το πάθος της μεγάλης θυσίας…

 

 

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΠΛΙΑΚΑΣ - ΦΩΤΟΣ ΠΑΣΧΑΛΙΝΟΣ , ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

ΓΡΗΓΟΡΗΣ   ΠΛΙΑΚΑΣ - ΦΩΤΟΣ ΠΑΣΧΑΛΙΝΟΣ

                                      ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

                  

                              Λεωνίδα Γ.Μαργαρίτη Επιτ.Δικηγόρου

                          Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνών Νοτιοδυτικής Ελλάδος

           


 

                 Μαθητής του Γυμνασίου  Γαστούνης γνώρισα το συμπατριώτη  ποιητή Γρηγόρη Πλιάκα. Από τότε σχημάτισα    καλή   εικόνα  για τον άνθρωπο. Αργότερα γνώρισα  τον  ευαίσθητο  και σεμνό  πατριδολάτρη ποιητή.

Δέθηκα με μια φιλία που συνεχίσθηκε μέχρι του θανάτου του.  .

          Όταν το 1978  του έστειλα το πρώτο φύλλο της  «ΗΛΙΔΑΣ» μου  έγραψε: «Χαιρετίζω την «ΗΛΙΔΑ» με πολύ αγάπη. Τη δέχθηκα σαν κάτι δικό μου που το περίμενα».

         Κρατώ  στο αρχείο μου τις ευχετήριος κάρτες που μου έστελνε . Σε μια απ΄ αυτές βρίσκει την ευκαιρία να σημειώσει: «Θα σου γράψω για το βιβλίο σου. Σε συγχαίρω για τις ιδέες σου και το φιλελεύθερο πνεύμα σου .Τέτοιον σε θέλω και μου δίνεις μια αφάνταστη χαρά».

Ο Γρηγόρης Πλιάκας γεννήθηκε στα Σαβάλια της Ηλείας   κι έζησε στη Γαστούνη μέχρι του θανάτου του στις αρχές Απριλίου 1979.

Ο πατέρας του Παύλος σταφιδέμπορος  του έδωσε για την εποχή του,  τα απαραίτητα εφόδια και έτσι  μετά από την αποφοίτησή του  από το  Σχολαρχείο εργάστηκε μέχρι τη συνταξιοδότησή του, στην τοπική Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών Γαστούνης.

 Από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε με τα γράμματα. ΄Έγραφε κυρίως ποίηση σε παραδοσιακό στίχο, κριτικά σημειώματα και δοκίμια.

 Στην Ένωση  είχε την κύρια ευθύνη κι  εργάστηκε  με βαθύ αίσθημα ευθύνης. Πρόθυμος πάντα στην εξυπηρέτηση των συμπολιτών του, είχε κερδίσει την εκτίμηση κι εμπιστοσύνη τους.

 Η παρουσία του στις φιλικές συντροφιές ήταν ευχάριστη και ο λόγος του πάντοτε μεστός και πειστικός.

 Το ευγενικό κι ωραίο παρουσιαστικό του εντυπωσίαζε .Ήταν αξιαγάπητος ,πράος, έντιμος και ειλικρινής στις συναλλαγές του.

 Του άρεσε να ταξιδεύει, να μελετά βιβλία ποιότητος, να παρακολουθεί θέατρο και διαλέξεις,  κι αξιόλογες κινηματογραφικές ταινίες.

 Όταν η καρδιά του σκιρτούσε και σκιρτούσε συχνά, γινόταν δημιουργός κι αποτύπωνε τα συναισθήματά του, τις σκέψεις του ,τις ιδέες  του και τις απόψεις του στο χαρτί.

 Ευαίσθητος πάντα, χαμογελαστός, σαγηνευτικός για το συνομιλητή του, για την συντροφιά του.

Εντυπωσιασμένος  δηλώνει ο συμπατριώτης μας  Οικονομολόγος   πρώην Διοικητής της Α. Τ. Ε. Αδαμάντιος Πεπελάσης. Στο βιβλίο του με τίτλο: «ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ»(Γαστούνη-Μπερκλεϊ)Εκδόσεις Καστανιώτη Αθήνα 1996, σημειώνει τα εξής χαρακτηριστικά: «Θυμάμαι ακόμη τις συζητήσεις για την προσάρτηση της Αυστρίας από τον Χίτλερ ή την πολιτική του Μουσολίνι στην Αιθιοπία. Άκουγα μόνο, χωρίς να συμμετέχω, καθώς ήμουν πολύ μικρός. Εκεί όμως που ένιωθα συγκλονισμένος ήταν στις ατέλειωτες συζητήσεις για την Ισπανία και τον Εμφύλιό της. Ιδιαίτερα όταν έπαιρνε τον λόγο και μιλούσε με φωνή αλλιώτικη, σχεδόν βελούδινη, ο νεαρός Γρηγόρης Πλιάκας. Δούλευε στον τοπικό γεωργικό συνεταιρισμό κι έγραφε ποιήματα. ωραία ποιήματα, γεμάτα πόνο για το κακό που ΄χε βρει την Ισπανία, αλλά κι έρωτα για τις ωραίες κοπέλες, που ο καλός τους πολεμούσε τον φασισμό του Φράνκο. Κρεμόμουν από τα χείλη του κι ήθελα να του φιλήσω το χέρι.»

Ο Γρηγόρης Πλιάκας υπήρξε ένας ιδεαλιστής πατριώτης και Δημοκράτης. Διακρίνονταν  για το ήθος του, την αξιοπρέπειά του, και  την ανησυχία του για τα κακώς κείμενα.

 Υπήρξε άνθρωπος της αλληλεγγύης ,θιασώτης της αγάπης για τον πλησίον,  τον τόπο , την υφήλιο ολόκληρη.

Μ΄ αυτές τις αρετές έγινε ενεργό μέλος της Εθνικής Αντίστασης  υπήρξε πολιτικό στέλεχος του ΕΑΜ κι αδελφικός φίλος του επίσης Ηλείου  ποιητή Φώτου Πασχαλινού,( Θεόδωρου Ιωαν. Ζώρα) ο οποίος εκτελέστηκε το Δεκέμβρη του 1943 από  τους  Γερμανούς,  στα Ψηλά Αλώνια της Πάτρας,


Αυτό το περιστατικό    στοίχισε  ιδιαίτερα στο Γρηγόρη και σημάδεψε την περαιτέρω ζωή του.

          Αργότερα στην εφημερίδα «ΗΛΙΔΑ»  γράφει σε ένα σημείωμα του με τον τίτλο: «ΜΝΗΜΗ». τα εξής χαρακτηριστικά για τον αξέχαστο φίλο του, «Ήσουν ένα λεβεντόκορμο παλικάρι, ψύχραιμο, δυνατό. Μοσχοβολούσες αρετή, ευγένεια καλοσύνη. Στο σπιτάκι της Γαστούνης ερχόσουνα συχνά. Η κυρ-Ασπασία, η μάνα του φίλου σου, σ’ αγάπησε ίδια με το γιο της .Όταν αργούσες ναρθείς όλο ρωτούσε: «Τι έγινε το παιδί μας; ΄Έχει μέρες να φανεί.» Την κάτεχε ο φόβος για σένα όπως και για μένα, γιατί υπήρξαμε και οι δυο μας ανήσυχοι στην κατοχή. Η σκλαβωμένη Πατρίδα δεν μας άφηνε να χαρούμε κι όλο μας έτρωγε το σαράκι της έγνοιας:Τι θα γίνει;  Έτσι θα ζούμε; Πότε θα δούμε τον ήλιο της Λευτεριάς;

 Kοντά-κοντά τα κρεβάτια μας στο μικρό δωμάτιο. Ο ύπνος αργούσε ναρθεί. Ξαφνικά άρχισες ν’ απαγγέλλεις τον «Παναγή» σου, ποίημα που είχε δημοσιευθεί στην «ΕΣΤΙΑ». Θυμάμαι τους τελευταίους στίχους: κατακαημένε Παναγή  κάτι στραβό είναι εδώ στη γη»

          Το ξημέρωμα έφυγες. Ήταν  ο αποχωρισμός, ο τελευταίος αδελφικός ασπασμός, το τελευταίο αγκάλιασμα της Μάνας… Λίγο πιο πέρα, στην Αμαλιάδα, σε περίμεναν τα δεσμά και σε λίγες μέρες, στην Πάτρα, ο θάνατος.

 Σε περίμενε, τιμημένε για να σε στεφανώσει άξιο λεβέντη της Πατρίδας μας.  Η ποιητική σου καρδιά έπαψε να χτυπά και η Μούσα σου, η πολυαγαπημένη, που τόσα τραγούδια είχε να μας πει ακόμα, σώπασε για πάντα…Η κυρ-Ασπασία, η μάννα μας, σε περίμενε μέχρι το θάνατο της…Δεν έμαθε ποτέ το δικό σου θάνατο. Ποιος είχε την τόλμη να της το πει…Καλότυχη, που δεν έζησε την πίκρα του χαμού σου…Τα ποιήματά σου, δημοσιευμένα στην «ΕΣΤΙΑ» και σε άλλα περιοδικά, έδειχναν το πηγαίο, αληθινό ταλέντο σου. Μια πρώτη σου συλλογή, που υμνούσες τον εφτάλοφο Πύργο σου, ποιος ξέρει που βρίσκεται…Πέρασαν χρόνια. Κι ούτε μια μνήμη για σένα στις τοπικές εφημερίδες του… Όμως στις καρδιές των αγαπημένων σου ζεις και θα ζεις αιώνια,  Μέχρι να πάψουν κι αυτές κάποτε να χτυπούν.»

Το κείμενο αυτό αναδημοσίευσε η εφημερίδα του Πύργου «ΑΥΓΗ» με τίτλο: «Ένας λησμονημένος ποιητής ΦΩΤΟΣ ΠΑΣΧΑΛΙΝΟΣ που οι Γερμανοί στην Κατοχή τον κάρφωσαν στο φέρετρο του.» και με τα εξής εισαγωγικά λόγια: Η μηνιαία εφημερίδα «ΗΛΙΔΑ» του Προέδρου των Ηλείων της Πάτρας κ. Λεωνίδα Μαργαρίτη δικηγόρου δημοσιεύει αφιέρωμα για τον Φώτο Πασχαλινό, τον Θεοδωράκη Ιωαν. Ζώρα, που γεννήθηκε εις τον Πύργο το 1913 και στην κατοχή του 1940 οι Γερμανοί τον  κάρφωσαν στο φέρετρό του. Το αφιέρωμα στη ΜΝΗΜΗ του το γράφει ο Ηλείος ποιητής Γρηγόρης Πλιάκας, που λέγει αυτά» (παραθέτει το ίδιο παραπάνω κείμενο.)

Αξίζει να σημειώσουμε  ότι η αναφορά του Γρηγόρη Πλιάκα στο Φώτο Πασχαλινό είχε και συνέχεια από τις στήλες της εφημερίδος «ΑΥΓΗ»  Πύργου.

          Στη στήλη ΔΡΟΣΕΡΑ-ΚΑΥΣΤΙΚΑ που υπογράφει ο Αύγουστος Καπογιάννης με το ψευδώνυμο «Παρατηρητικός» γράφονται τα εξής: σημαντικά για τον ποιητή και το φίλο του Φώτο Πασχαλινό.

«Πικρά παράπονα διετύπωσε ο ποιητής κ. Γρηγόρης Πλιάκας, από τη Γαστούνη στο αφιερωμένο στη ΜΝΗΜΗ του Φώτου Πασχαλινού άρθρο του που αναδημοσιεύσαμε. Για το Φώτο Πασχαλινό, τον άτυχο Θεοδωράκη Ζώρα έχει γράψει πολλές φορές η «ΑΥΓΗ»  Πύργου και μάλιστα σε πολύ δύσκολες στιγμές για την ελευθεροτυπία. Διότι δυστυχώς όποιος Έλληνας ήθελε να φύγει ο εχθρός της κατοχής, ήταν κομμουνιστής, κατά το πως έλεγαν μερικοί. Πέρασαν όμως πολλοί από αυτούς σαν εθνικόφρονες,  αφού ήσαν καθαρά προδότες και συνεργάτες των εχθρών. Αλλά το ίδιο αυτό έγινε και επί της δικτατορίας, όταν πάλιν υπήρξαν και ωφεληθέντες και εκδικηθέντες αθώους πολίτες και φυσικά προδίδοντας πάντα επ’ αμοιβή ή απόκτησιν περιουσιακών στοιχείων, διότι ποτέ δεν ετιμωρήθησαν οι προδότες εις την Ελλάδα. Πρέπει όμως να γυρίσουμε εις τον Φώτον Πασχαλινόν που ήταν από την πρώτη στιγμήν εις την αντίστασιν. Ο Φώτος Πασχαλινός έγραφε ποιήματα κι όταν εξεδόθη η εφημερίδα «ΝΕΑ ΗΜΕΡΑ»(δεν θυμάμαι την εποχή του Β. Ζαππάντη η του Π. Πετροπούλου) ήταν στέλεχος της καθημερινής εφημερίδας, άριστος ποιητής και καλός δημοσιογράφος. Πριν από τον πόλεμον μέσα εις το γραφείον του Κώστα Παπαγιαννοπούλου, που είχε ασφαλιστικές εργασίες, πήραμε μια φωτογραφία. Ήταν μέσα ο Τάκης Δόξας, ο Φώτος Πασχαλινός, ο γράφων εδώ, ο Κώστας Παπαγιαννόπουλος, ο Άγγελος Καντούνης και άλλοι.

 Ένα βράδυ βαρυχειμωνιάς και πείνας όπως ήμουνα(δηλαδή ο γράφων  εδώ ) εις την σύνταξιν της εφημερίδας «ΠΑΤΡΙΣ» και είχα βάλει ένα ζεστό καυσόξυλο επάνω από την κοιλιά μου, διότι πεινούσα πολύ και με πόναγε το στομάχι μου, μπουκάρει  μέσα ο Ιταλός αξιωματικός Γκράνο με καμιά δεκαριά Ιταλούς καραμπινιέρους. Με κύκλωσαν και ο Γκράνο, πριν προφθάσω να συνέλθω από την έκπληξη, έβγαλε μια φωτογραφία(αυτήν που περιέγραψα) έβαλε το δάκτυλο του εις τον Φώτο Πασχαλινόν και είπε ελληνιστί, που γνώριζε: «Χτες το βράδυ κουβέντιαζες μ’ αυτόν» Ήταν τέχνασμα για να με πιάσει, αλλά εγώ πραγματικά δεν είχα καμιά επαφή με τον Θοδωράκη Ζώρα. Με απόλυτη ψυχραιμία του είπα: «Έχω έξη μήνες να τον δω. Εάν μπορείτε να αποδείξετε ότι εγώ όχι μόνον συζήτησα αλλά τον είδα εδώ και έξη μήνες ,να μπω εις το εκτελεστικό απόσπασμα προ έξη βημάτων». Μου είπε να πάω την άλλη μέρα εις την καραμπινιερία και πράγματι ξενύχτησα από την αγωνία, αλλά επανέλαβα τα ίδια και τελικά μου είπε: «Καλά πήγαινε». Αυτά όμως δεν τα ξέρει ο αγαπητός μας και δυνατός ποιητής κ.  Γρηγόρης Πλιάκας και πόσες άλλες φορές το όνομα Φώτος Πασχαλινός, ήταν κόκκινη παντιέρα, που ερέθιζε τους οπαδούς της βίας και προ παντός τους προδότες- και κατά χριστιανικό ορισμό από την εποχή του Ιούδα «μεταξύ δώδεκα ο ένας είναι προδότης»

Δεν έμεινα αναπάντητο το σχόλιο του Αύγουστου Καπογιάννη-Παρατηρητικού από τον ποιητή Γρηγόρη Πλιάκα. Απέστειλε στην εφημερίδα και το συντάκτη της μια επιστολή που δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 7ης Αυγούστου 1978 μαζί με ένα εισαγωγικό σημείωμα του συντάκτη της στήλης «Δροσερά-Καυστικά.»

          Γράφει λοιπόν ο συντάκτης τα εξής χαρακτηριστικά: ΑΝΤΑΠΑΝΤΗΣΙΣ τόσον φιλική, εις απάντησίν μας από τον θαυμάσιον ποιητήν και αγαπητόν, αξιόλογον συμπολίτην μας κ. Γρηγόρη Πλιάκα(Γαστούνη).Ας μην παραπονείται δια το «τύλιγμα» εις τα «Δροσερά-Καυστικά».Είναι διαβεβαίωσης της Διευθύνσεως της εφημερίδος ότι αυτή η στήλη είναι μια από τις πιο μαχητικές και ειλικρινείς σ΄ όλα τα θέματα που καταπιάνεται. Μας γράφει λοιπόν ο κ. Γρηγόρης Πλιάκας: «Αγαπητέ μου…Παρατηρητικέ» Ανήκω και γω στους ανθρώπους που δεν πίκραναν ποτέ κανέναν στη ζωή τους. Ευτυχία νοιώθω απέραντη, που σχεδόν, πέρασε η ζωή, με πραγματική αγάπη για όλο τον κόσμο, καλούς και κακούς. Δεν έζησα στη Γαστούνη τα χρόνια της κατοχής. Κλεφτά την έβλεπα. Έφευγα σ΄ αγαπημένους ελληνικούς τόπους. Εκεί που μ’  έσερνε από το χέρι η Πατρίδα και η τιμή. Αν μου ξέφυγαν τα γραφτά της αγαπημένης «Αυγής» για τον αξέχαστο φίλο και, άθελά μου, σε πίκρανα, παρακαλώ να με συγχωρέσεις….Με τύλιξες στα «Δροσερά-ΚΑΥΣΤΙΚΆ» αλλά δεν πειράζει…»

Με την παράθεση των παραπάνω κειμένων, θέλαμε να αναδείξουμε την προσωπικότητα και το ήθος του ποιητή  Γρηγόρη Πλιάκα, καθώς και τις πτυχές εκείνες της ζωής του που σημάδεψαν τη δράση του στην περίοδο της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης.

 

ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ .ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ.

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΠΕΝΘΗ

 

 

ΣΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Ο  ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ .ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ.

 

ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΘΙΣΤΟΙ.

               Λεωνίδα Γ. Μαργαρίτη

                                Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνών

 

Πέρασε στην αιωνιότητα  την  περασμένη εβδομάδα ο συμπολίτης,  Ηλείος στην καταγωγή, Κωνσταντίνος Δημητρίου Ηλιόπουλος, ένας από τους πλέον αξιόλογους νεοέλληνες  ποιητές. Υπήρξε ο τελευταίος της τριάδας λογοτεχνών  της προπολεμικής φιλικής συντροφιάς των  Ηλείων Λογοτεχνών (Νίκος Καχτίτσης, Γιώργης Παυλόπουλος, Κωνσταντίνος Ηλιόπουλος).

Ο αείμνηστος ποιητής,  ήταν σε μεγάλο βαθμό  επηρεασμένος από την ποίηση του μεγάλου νεοέλληνα ποιητή  Καβάφη. Είχε  παρουσιάσει, σημαντικό ποιητικό έργο με ιδιαίτερη  έφεση στην αρχαιολατρία  και τη φύση της πατρίδας του, χωρίς φυσικά να  αντιγράφει ή να παραφράσει τον Αλεξανδρινό ποιητή.

 Είχε  το  δικό του ύφος ποιητικής έκφρασης και  απόδοσης των μηνυμάτων του και των συναισθηματικών του εκφράσεων.

 Γεννήθηκε  στην Πάτρα με καταγωγή από την Αμαλιάδα  και μεγάλωσε σε αυτή την πόλη μέχρι τα 26 του χρόνια. Ο πατέρας του ήταν Γυμνασιάρχης στο πρώτο Γυμνάσιο Θηλέων, και από την Πάτρα έδωσε εξετάσεις και πέρασε στην Ιατρική το 1943.

Μεσολάβησε ο Εμφύλιος πόλεμος, ενώ το 1945 έφυγε για ειδικότητα στην Αμερική και παρέμεινε εκεί. Σαν ιδιώτης  ψυχίατρος, πήρε την ειδικότητά του το 1960 και άσκησε ιδιωτικά το επάγγελμα από το 1961 μέχρι σήμερα. Όλα αυτά τα χρόνια ήταν στο εξωτερικό και όπως ομολογούσε ο ίδιος, τα αγγλικά του ήταν  καλύτερα από τα ελληνικά. Ο καημός του ήταν μεγάλος να γυρίσει στην πατρίδα του και τα κατάφερε. Παρόλο, που η Αμερική είναι μια όμορφη χώρα,  δεν μπορούσε να προσαρμοστεί στο φυσικό της περιβάλλον.

Ήθελε να γυρίσει στην Ελλάδα, αλλά στην Αμερική προσαρμόσθηκε κοινωνικά. Στην Πάτρα,  ο αείμνηστος ποιητής ουσιαστικά κατοικούσε  από τον Οκτώβριο του 1991, αλλά από το 1955 ήταν  εγγεγραμμένος, ως  μέλος στον Ιατρικό Σύλλογο Πατρών και κάθε χρόνο πλήρωνε την συνδρομή του, οπότε όταν επέστρεψε από το εξωτερικό άνοιξε  Ιατρείο και εργάζονταν  κάποιες ώρες της εβδομάδος..

Ο Ηλιόπουλος, δεν περιορίσθηκε στα  αμιγώς   επιστημονικά και επαγγελματικά του καθήκοντα, αλλά  ασχολήθηκε με θέρμη  με την άλλη του αγάπη, την ποίηση. Καρπός αυτής της ερωτικής του   σχέσης,  ήταν επτά ποιητικές συλλογές, οι οποίες καλύπτουν μια εικοσιπενταετία συνεπούς λογοτεχνικής παρουσίας, κοντά  στους άλλους Ηλείους πνευματικούς δημιουργούς (Νίκο Καχτίτση και Γιώργη Παυλόπουλο), που βιάστηκαν να φύγουν πριν απ’ αυτόν για το μεγάλο αιώνιο ταξίδι στο επέκεινα.

Ιδιαίτερο γεγονός,  θεωρείται η ολοκλήρωση της τριλογίας, που την διέπει το ίδιο ύφος γραφής και αισθητικής, που ξεκίνησε το 2005 με τη συλλογή «Ούτε εκείνη», συνεχίσθηκε το 2006 με τη συλλογή «Πινάκια» και ολοκληρώθηκε το 2011 με τη συλλογή «Τα ολισθηρά Σημεία», κλείνοντας  ένα κύκλο υπαρξιακών και συναισθηματικών αναζητήσεων, φιλοσοφικής ενατένισης και στοχασμού. Επιστέγασμα όλων αυτών, αποτελεί η συλλογή «Επωδές», στην οποία περιέχονται 18 νέα ποιήματα, την οποία συμπληρώνει ένα απάνθισμα 12 ποιημάτων από προγενέστερες συλλογές, ανακεφαλαιώνοντας και παρουσιάζοντας με ενάργεια το συνολικό ποιητικό έργο του Κωνσταντίνου Δ. Ηλιοπούλου.

Στο  συνολικό ποιητικό έργο του Ηλιοπούλου, αναφέρθηκε διεξοδικά σε ομιλία της, η Θεατρολόγος,  Χριστίνα Κόκκοτα κατά την εκδήλωση, που είχε διοργανώσει η Εταιρεία Λογοτεχνών Ν.Δ. Ελλάδος,  στα πλαίσια του εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας Ποίησης το Μάρτη του περασμένου χρόνου.

ΦΩΤΟ  Χριστίνα Κόκκοτα,Κωνσταντίνος Ηλιόπουλος.Λεωνίδας Μαργαρίτης

Ο μεταστάς, υπήρξε ισόβιο μέλος της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας, μέλος του Ιατρικού Συλλόγου Πατρών και τακτικό  μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Ν.Δ. Ελλάδος. Είχε αποκτήσει τρία παιδιά, ενώ ασχολήθηκε με τη φωτογραφία της φύσης από το 1990. Είχε διοργανώσει  εκθέσεις φωτογραφίας  στις Η.Π.Α.  αλλά και στην Ελλάδα.

Εκτός από τις ποιητικές συλλογές, που είχε  κυκλοφορήσει ετοίμασε  να κυκλοφορήσει και ένα φωτογραφικό  λεύκωμα με τίτλο:«Αχαιών Γη».

 Τον απασχολούσαν η ελληνική γραμματεία, η γλώσσα, η ιστορία καθώς και η αρχαία ελληνική θρησκειολογία. Εξέφραζε πάντα τη λύπη του για την προοδευτική καταστροφή της Ελληνικής φύσης.

 Η απουσία του,   δημιουργεί τεράστιο κενό στα Αχαϊκά και Ηλειακά Γράμματα.

Η αναφορά μας αυτή, ας είναι ένα ευλαβικό μνημόσυνο και ένα κερί στη μνήμη του.

 

 

 

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΗΛΕΙΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΗΛΕΙΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ

 

(κατά κόσμον ΗΛΙΑΣ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ)  (1968 -1981)


 

 

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ (κατά κόσμον Ηλίας Βασιλόπουλος), γεννήθηκε στο Κρυονέρι (πρώην Λόπεσι) Αμαλιάδος στις 27 Ιανουαρίου το 1923 από τον Ιωάννη Βασιλόπουλο και την Κωνσταντίνα, το γένος Γεωργίου Μπισιώτη, με καταγωγή από το Μαρκοπούλο Αττικής.

 Οι γονείς του από το 1926, λόγω ευρέσεως εργασίας μετοίκισαν στο χωριό Χάβαρι όπου εκεί μεγάλωσε και πήγε σχολείο ο αείμνηστος Αθανάσιος.

 Σε ηλικία 13 ετών έγινε μαθητευόμενος σαγματοποιός (σαμαρτζής) και έπειτα βοηθός σε κατάστημα αποικιακών στην Αμαλιάδα.

 Αργότερα βρέθηκε υπάλληλος σε πιλοποιείο (καπελάδικο) στην Πάτρα και στην Γερμανική κατοχή επιστρέφει στο Χάβαρι.

 Το 1945 είναι εφημεριδοπώλης στην Αθήνα και το 1946 ιεροσπουδαστής της Εκκλησιαστικής Σχολής Κορίνθου, προστατευόμενος του Μητροπολίτου Κορίνθου Μιχαήλ.

 Το 1949 έως το 1952 υπηρετεί την Πατρίδα ως έφεδρος Υπαξιωματικός.

Απολυθείς των τάξεων του Ελληνικού Στρατού κείρεται Μοναχός στην Ι. Μονή Αγίου Γεωργίου Φενεού Κορινθίας και στις 8 Ιουλίου 1952 χειροτονείται Διάκονος από τον Μητροπολίτη Κορίνθου Προκόπιο, και υπηρετήσε σε διαφόρους Ναούς των Αθηνών.

 Μετά την λήψη του Πτυχίου του από την Θεολογική Σχολή Αθηνών την 30-11-1958 χειροτονείται από τον Μητροπολίτη Κορίνθου Προκόπιο Πρεσβύτερος, χειροθετείται Αρχιμανδρίτης και αμέσως αναχωρεί δια την Γαλλία, όπου διορίζεται Εφημέριος του Καθεδρικού Ναού Αγίου Στεφάνου Παρισίων.

Εις την Γαλλία σπούδασε παιδαγωγικά στο Καθολικό Ινστιτούτο και Νομικά στην Σορβόννη, εξέδιδε δε και το μικρό ενοριακό Περιοδικό «Ο ΑΓΙΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ».

 Μετά πενταετή ευδόκιμο υπηρεσία στο Παρίσι, μετετέθη τον Ιανουάριο του 1964  στην Αγγλία, ως εφημέριος του Καθεδρικού Ναού Αγίας Σοφίας του Λονδίνου. Εδώ πλέον άφησε να φανούν σε όλους η προσωπικότητα και τα πολλά του προσόντα, αναπτύσσοντας αξιόλογη  δραστηριότητα και εθνικοθρησκευτική δράση. Ιδίως επιδόθηκε εις την πνευματική ενίσχυση και συμπαράσταση των εξ Ελλάδος και άλλων μερών του Ελληνισμού ερχομένων Ελλήνων συμπατριωτών στο Λονδίνο δια λόγους υγείας. Στο Λονδίνο ίδρυσε τις οργανώσεις «ΣΤΕΓΗ ΝΕΟΤΗΤΟΣ» του Καθεδρικού Ναού Αγίας Σοφίας και του Ορθοδόξου Χριστιανικού Ομίλου Κυριών και Δεσποινίδων Η «ΑΓΙΑ ΦΙΛΟΘΕΗ Η ΑΘΗΝΑΙΑ», οι οποίες δημιούργησαν μια θαυμαστή χριστιανική και εθνική Ελληνική δράσι εις την μεγάλη αυτήν πρωτεύουσα. Έθεσε επίσης τις βάσεις δια την λειτουργία του Ελληνικού Ξενώνα  του Λονδίνου. Χρημάτισε επί τριετία Πρόεδρος του Ιερατικού Συνδέσμου των Ορθοδόξων Ιερέων της Μεγάλης Βρετανίας, Γραμματεύς του Επισκοπικού Δικαστηρίου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας, ως και Διευθυντής του Γραφείου Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων αυτής.

Την 19ην Νοεμβρίου του 1968, μετά 10 χρόνια ποιμαντικής διακονίας, ο Αθανάσιος εκλέγεται και την 24-11-1968 και χειροτονείται Μητροπολίτης Ηλείας στο  Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών.

Ο Αρχιμανδρίτης Αθανάσιος Βασιλόπουλος εξελέγη Μητροπολίτης Ηλείας ευρισκόμενος ακόμη στο εξωτερικό (Λονδίνο) τον Νοέμβριο 1968 κατά την πλήρωση των τότε κενών τεσσάρων Μητροπολιτικών περιφερειών (1. Καρυστίας και Σκύρου, 2. Χαλκίδος, 3. Βεροίας και Ναούσης και 4. Ηλείας) επί Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου Α΄).

Συγκεκριμένα την 19.11.1968 καταρτίσθηκε από την Ι. Σύνοδο το Τριπρόσωπο και για την κενή Μητρόπολη Ηλείας, το οποίο αποτελούσαν οι Αρχιμανδρίτες: Αθανάσιος Βασιλόπουλος, Κλήμης Αναστασίου και Άνθιμος Ρούσσας. Κατά τα ισχύοντα τότε αυτό υποβλήθηκε στον βασιλιά για την τελική επιλογή και

«η Αυτού Εξοχότης ὁ Αντιβασιλέας, Αντιστράτηγος κ. Γεώργιος Ζωιτάκης, μετά πρόταση του επί της Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Υπουργού κ. Θ. Παπακωνσταντίνου, προέκρινε συμφώνως προς τον Νόμον... τον πανοσ. αρχιμανδρίτη Αθανάσιο Βασιλόπουλου διά την πλήρωση της κενής Ιεράς Μητροπόλεως Ηλείας».

Το Μέγα Μήνυμα τελέσθηκε την 23.11 στο Παρεκκλήσιο του Αγίου Ανδρέου της Ι. Αρχιεπισκοπής και την επόμενη 24.11. πραγματοποιήθηκαν οι χειροτονίες των νέων επισκόπων.

Ἡ χειροτονία του νέου Μητροπολίτη Ηλείας τελέσθηκε στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών από τον Μητροπολίτη Τρίκκης και Σταγών Διονύσιο, συλλειτουργούντων των ιεραρχών-Μητροπολιτών Θηβών και Λεβαδείας Νικοδήμου και Κυθήρων Μελετίου. Φαίνεται ότι ὁ Μητροπολίτης Τρίκκης Διονύσιος έπαιξε σημαντικό ρόλο στην προαγωγή του Αθανασίου, εξ ου και η τιμή να τον χειροτονήσει αυτός. Ενδεικτικό του χαρακτήρα του νέου ιεράρχη ήταν το γεγονός ότι αμέσως μετά τη χειροτονία του επισκέφτηκε τον προκάτοχό του Μητροπολίτη πρώην Ηλείας Γερμανό Α΄, ὁ οποίος ευχήθηκε στον διάδοχό του προσφέροντας του και δώρα.

Αφού την 28.11.1968 εκδόθηκε το Βασιλικό Διάταγμα της Αναγνωρίσεως του νέου Μητροπολίτη Ηλείας, την 5.12.1968 πραγματοποιήθηκε η Τελετή Διαβεβαιώσεως των τεσσάρων νέων αρχιερέων ενώπιον του Αντιβασιλέα Αντιστράτηγου Γ. Ζωϊτάκη και παρουσία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερωνύμου Α΄ και του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Θ. Παπακωνσταντίνου, και στις 8.12.1968 ο Αθανάσιος αφίχθη στον Πύργο, όπου έλαβε χώρα η Ενθρόνισή του στον Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Νικολάου.

 Ως συνεπής αρχιερέας της Εκκλησίας του Χριστού ο Μητροπολίτης Αθανάσιος ανέπτυξε κατ’ αρχήν μία σημαντική πνευματική προσφορά στην Ηλεία, μεριμνώντας για την πνευματική πρόοδο κλήρου και λαού.

 Ουδέποτε έπαψε να ιερουργεί, να κηρύττει, να νουθετεί, να τονώνει το εθνικοθρησκευτικό φρόνημα του λαού, επισκεπτόμενος συχνότατα όλες τις ενορίες της Μητρόπολής του. Ως πρώτο δείγμα της σπουδαίας ποιμαντικής διακονίας του στην Ηλεία σημειώνουμε την ίδρυση επί των ημερών του πολλών Πνευματικών Κέντρων, ενοριακών και όχι μόνον. Πραγματικότητα πρωτόγνωρη για την Ηλεία και από τις πρωτοπόρες για όλη την Ελλάδα της εποχής εκείνης. Ιδρύθηκαν τότε:

1. ἡ «Παπαχριστοπούλειος Βιβλιοθήκη» Αμαλιάδος,

2. το Πνευματικό Κέντρο Γαστούνης,

3. το Επισκοπείο Αμαλιάδος ως «Κέντρο Χριστιανικού Πολιτισμού»,

4. ἡ Πνευματική Εστία Βαρθολομιού,

5. το Πνευματικό Κέντρο Κολλυρίου,

6. το Πνευματικό Κέντρο Καβασίλων.

Από τα βασικά μελήματά του υπήρξε η άνοδος του μορφωτικού επιπέδου των κληρικών, καθώς όταν ανέλαβε τα αρχιερατικά του καθήκοντα βρήκε μόλις δύο θεολόγους-κληρικούς στη Μητρόπολη Ηλείας, ενώ όταν εκδήμησε οι πτυχιούχοι θεολόγοι κληρικοί είχαν δεκαπλασιαστεί. Εκτός εκείνων, οι οποίοι κυρίως με δική του προτροπή σπούδασαν Θεολογία στο Πανεπιστήμιο, πολλοί φοίτησαν στην ταχύρρυθμη Ιερατική Σχολή μονοετούς φοίτησης στη Μονή Αγίου Νικολάου Σπάτα.

Ίδρυσε μέχρι και Οίκο Θαλασσίων Λουτρών για τους ιερείς και τις οικογένειές τους, ο οποίος λειτούργησε από το καλοκαίρι του 1976. Επίσης, μερίμνησε για τον μοναχισμό, το κατηχητικό έργο των μαθητών και νέων, την επέκταση των κηρυγμάτων στις διάφορες ενορίες με εξορμήσεις των διαφόρων ιεροκηρύκων, κληρικών αγάμων και εγγάμων και λαϊκών θεολόγων (σε πάνω από πενήντα ενορίες σε σύνολο διακοσίων περίπου εκείνη την εποχή ακουγόταν το κήρυγμα), ενώ διοργανώνονταν βάσει προγράμματος ακόμη και θερινά κηρύγματα.

Προς τούτο, χώρισε την Ηλεία σε περισσότερες (δέκα πέντε) Αρχιερατικές Περιφέρειες από όσες υπήρχαν έως τότε, «εν τη προσπάθεια, όπως το ποιμαντικό και διοικητικό έργον αυτής [της Ἱ. Μητροπόλεως Ηλείας] καταστεί καρποφόρο, εποικοδομητικό και αποκεντρωτικό», ενώ πνευματικοί-εξομολόγοι περιόδευαν όλη την επαρχία. Επίσης, οργάνωσε την αντιαιρετική δράση και για την πνευματική προκοπή όλων εξέδιδε κατάλληλα φυλλάδια και βιβλία, ίδρυσε Ορθόδοξο Χριστιανικό Βιβλιοπωλείο εντός των Γραφείων της Μητροπόλεως, παντού και συνεχώς γίνονταν ομιλίες, διαλέξεις, προβολές κινηματογραφικών έργων, εκπομπές στους τοπικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς κ.λπ.

Ιδιαίτερα πρέπει να υπογραμμισθούν οι εξής πρωτοβουλίες του Μητροπολίτη Αθανασίου, λεπτομέρειες ίσως θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς, που δείχνουν όμως την οξύνοια και τη συνέπεια του άνδρα:

-Ίδρυσε Θρησκευτική Υπηρεσία Επιστημόνων, για την προώθηση του διαλόγου μεταξύ Επιστήμης και Θρησκείας.

Ο Αθανάσιος, επειδή είχε ζήσει στο εξωτερικό, έβλεπε μπροστά και γνώριζε τις ιδεολογικές τάσεις της εποχής του.

-Το έτος 1978 χαρακτηρίσθηκε ως «Έτος Διαλόγου με τη Μαθητιώσα Ηλειακή Νεότητα».

-Σε κάθε ευκαιρία τόνωνε το εθνικοθρησκευτικό συναίσθημα του ποιμνίου του. Σε αυτήν την κατεύθυνση κινούμενος πρόβαλε και τις μορφές Ηλείων αγωνιστών κληρικών κατά την Επανάσταση του 1821 και κυρίως του εθνομάρτυρα Μητροπολίτου Ωλένης Φιλαρέτου και του Παπά-Ζώρα του Κουμανιώτη, με δημοσιεύσεις και την ανέγερση ανδριάντων, για τον πρώτο στον Πύργο (μπροστά από τον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου-αποκαλυπτήρια στις 23.3.1971) και για τον δεύτερο στο Κούμανι (αποκαλυπτήρια στις 7.6.1971).

-Στο δύσκολα εκείνα οικονομικά χρόνια, ιδιαίτερα για τον αγροτικό πληθυσμό, όπως κατ’ εξοχήν ήταν ο πληθυσμός της Ηλείας, και χωρίς τις ανέσεις και την ευκολία των σημερινών μετακινήσεων, με προτροπή του πραγματοποιούνταν πολλές ενοριακές εκδρομές, αν καθιέρωσε τη Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος ως ημέρα προσκυνήματος και εκδρομής των ακροατών των ενοριακών κηρυγμάτων σε διαφορετικό μέρος της Ηλείας κάθε χρόνο - συνήθως σε κάποια μονή.

-Αντέδρασε δημόσια επί Επταετίας, όταν αποτολμήθηκε ἡ κατάργηση του Σταυρού από τον ιστό της σημαίας και η αντικατάστασή του με μεταλλική σφαίρα. Την ενέργεια αυτή κατήγγειλε κατά την Δοξολογία της 28ης Οκτωβρίου στον Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Νικολάου Πύργου.

-Για την ειρήνευση στους κόλπους της Εκκλησίας της Ελλάδος εξαιτίας του απασχολούντος αυτήν ζήτημα της έκπτωσης των δώδεκα Μητροπολιτών, το οποίο την ταλάνισε μέχρι τις ημέρες μας, παραχωρούσε τμήμα της Μητρόπολής του προς αποκατάσταση ενός εξ’ αυτών.

Ὁ τομέας όμως στον οποίον κατ’ εξοχήν διέπρεψε, κατά γενική ομολογία, ο Μητροπολίτης Αθανάσιος, είναι ο κοινωνικοφιλανθρωπικός, αδιάψευστοι μάρτυρες της οποίας πραγματικότητας παραμένουν μέχρι σήμερα τα πολλά και διάφορα ιδρύματα τα οποία θεμελίωσε και λειτούργησε και τα οποία βρίσκονται ακόμη σε λειτουργία. Με το πού πάτησε το πόδι του στην Ηλεία, στις 31.12.1968, κατά την εορτή της Βασιλόπιττας της Πρωτοχρονιάς, εξήγγειλε τα πρώτα δύο ιδρύματα, το «Εκκλησιαστικό Κέντρο Νεότητας Πύργου, Η Αγία Φιλοθέη» και το «Εκκλησιαστικό Οικοτροφείο Αρρένων Φραγκαβίλλας Αμαλιάδος» και πριν καλά-καλά συμπληρώσει έναν χρόνο παραμονής στην Ηλεία, άρχισε να θεμελιώνει το ένα ίδρυμα μετά το άλλο. Θέλοντας οι νέοι να μορφωθούν, για το προσωπικό τους και το γενικό συμφέρον, έριξε κατ’ αρχήν το βάρος του στο ευαίσθητο αυτό τμήμα του ποιμνίου του, τη νεολαία. Το πρώτο ίδρυμα πού λειτούργησε ήταν το Μαθητικό Οικοτροφείο Αρρένων «Ὁ Καλός Σαμαρείτης» στη Λαμπεία, στις εγκαταστάσεις της Κάτω Μονής Δίβρης, ενώ τα δύο πρώτα ιδρύματα πού εκ βάθρων θεμελίωσε ήταν τα δύο ήδη μνημονευθέντα και κατά πρώτον εξαγγελθέντα Μαθητικά Οικοτροφεία της «Αγίας Φιλοθέης» Πύργου (Θηλέων) στις 30.11.1969 και Φραγκαβίλλας Αμαλιάδας (Αρρένων) στις 7.12.1969.

Ειδικότερα για τη νεότητα λειτούργησαν επί των ημερών του τα εξής Ιδρύματα:

1. Μαθητικό Οικοτροφείο Αρρένων «Ο Καλός Σαμαρείτης» Λαμπείας. Στεγάσθηκε στον χώρο της Κάτω Μονής Δίβρης μετά ολοκληρωτική επισκευή και κατάλληλη διαρρύθμιση. Άρχισε τη λειτουργία του στις 5.10.1969.

2. Μαθητικό Οικοτροφείο Αρρένων «Ο Άγιος Νικόλαος» Πύργου. Αρχικά λειτούργησε στην Ι. Μονή Σκαφιδιάς (από τις 5.10.1969) και κατόπιν μέσα στην πόλη του Πύργου.

3. Μαθητικό Οικοτροφείο Αρρένων «Ο Απόστολος Παύλος» στη Φραγκαβίλλα Αμαλιάδας. Θεμελιώθηκε τον Δεκέμβριο 1969 και άρχισε να λειτουργεί από τα μέσα Οκτωβρίου 1972 ως Μαθητικό Οικοτροφείο Αρρένων.

4. Μαθητικό Οικοτροφείο Θηλέων «Η Αγία Φιλοθέη» Πύργου. Θεμελιώθηκε τον Νοέμβριο 1969 ως Εκκλησιαστικό Κέντρο και λειτούργησε ως Μαθητικό Οικοτροφείο και Ορφανοτροφείο Θηλέων.

5. Μαθητικό Οικοτροφείο Αρρένων «Ὁ Άγιος Νικόλαος» Βάρδας. Θεμελιώθηκε την 21.6.1970 και λειτούργησε αρχικά ως Ορφανοτροφείο Αρρένων.

6. Μαθητικό Οικοτροφείο Θηλέων «Η Αγία Ιουστίνη» Πελοπίου. Θεμελιώθηκε τον Σεπτέμβριο 1970 και λειτούργησε από το 1973.

7. Ορφανοτροφείο Αρρένων «Ο Άγιος Νικόλαος» Σπάτα. Λειτουργούσε ήδη από το 1948 επί Μητροπολίτου Γερμανού Α΄ Γκούμα. Επί Αθανασίου οικοδομήθηκε η νέα πτέρυγα για στέγαση των τροφίμων και του Δημοτικού Σχολείου.

8. Εκκλησιαστικό Οικοτροφείο Εργαζομένου Κοριτσιού «Η Αγία Αικατερίνη» Αμαλιάδας. Στεγάσθηκε αρχικά στο Καρακάνδειο οίκημα Αμαλιάδας και αργότερα (από τον Νοέμβριο του 1980) στο νέο κτίριο του Ιδρύματος αυτού δίπλα στον ναό του Αγίου Νεκταρίου Αμαλιάδας.

9. Σχολή Βυζαντινής Αγιογραφίας και Μουσικής Αγίου Ιωάννου Λετρίνων (Πύργου). Από το 1977 στεγάσθηκε στο νέο κτίριο στη Μονή Εισοδιωτίσσας Αγίου Ιωάννου Πύργου.

10. Φούφειο Φοιτητικό Οικοτροφείο Αρρένων Αθηνών. Επρόκειτο για παλαιά διώροφη κατοικία με αυλή και κτίσματα εντός αυτής. Εδώ διέμεναν και οι φοιτούντες στη Θεολογική Σχολή Αθηνών κληρικοί. Χαρακτηριστικό της φροντίδας του για τούς νέους και τους πονεμένους, αλλά και της εθνικής του συνείδησης, είναι το γεγονός ότι τον Οκτώβριο του 1974, αμέσως μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, υποδέχθηκε στην Ηλεία 415 Κυπριωτόπουλα, για να μείνουν είτε σε Ιδρύματα της Μητρόπολης, είτε για να φιλοξενηθούν σε οικογένειες ο λαός της Ηλείας με δάκρυα και συνάμα αγάπη και ενθουσιασμό υποδέχθηκε την πρώτη αποστολή των 194 Κυπριωτόπουλων και λίγο καιρό αργότερα (9 και 21.10) δύο ακόμη αποστολές μαθητών. Τα Κυπριωτόπουλα φιλοξενήθηκαν στα Οικοτροφεία της Μητρόπολης σε Πύργο, Αμαλιάδα, Πελόπιο και Βάρδα και σε οικογένειες του τόπου. Όμως ὁ Μητροπολίτης Αθανάσιος μερίμνησε και για τούς γέροντες, ιδρύοντας τα εξής ιδρύματα για τους ηλικιωμένους και ασθενείς:

1. Άσυλο Ανιάτων και Κατάκοιτων Γερόντων «Η Νέα Βασιλειάς» στα Λαστέϊκα Πύργου. Λειτουργεί από το 1978 μέχρι τις ημέρες μας.

2. Γηροκομείο «Παναγία η Βλαχέρνα» στην Κάτω Παναγιά Κυλλήνης Λειτουργεί από τον Απρίλιο 1980 μέχρι σήμερα αδιάκοπα.

3. Γηροκομείο «Παναγία η Καθολική» Γαστούνης, το οποίο θεμελίωσε ο Αθανάσιος (στις 8.4.1980, Τρίτη της Λαμπρής), αλλά δεν μπόρεσε να ιδεί ολοκληρωμένο και εν λειτουργία. Ωστόσο, πολλά από αυτά τα παιδιά επέστρεψαν στην Ηλεία, εκ των οποίων άλλα παρέμειναν για έναν ακόμη χρόνο, αλλά για περισσότερο, μέχρι να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους, τα περισσότερα με δαπάνες της Μητροπόλεως Ηλείας. Επίσης, θεμελίωσε το «Εκκλησιαστικό Νοσοκομείο Λεχαινών, Ανδραβίδας και Βουπρασίας», το οποίο αργότερα (1982) παραχωρήθηκε από την Μητρόπολη Ηλείας στο ΠΙΚΠΑ, με προοπτική να λειτουργήσει ως Κέντρο Προστασίας σπαστικών και απροσάρμοστων παιδιών, ενώ με προσωπική του παρέμβαση στην τότε Κυβέρνηση ολοκληρώθηκε το Γηροκομείο «Ο Άγιος Χαράλαμπος» Πύργου, το οποίο είχε θεμελιωθεί το 1929, για να εγκαινιασθεί την 21.6.1970. Όλα τα παραπάνω ιδρύματα, με μόνη εξαίρεση το Μαθητικό Οικοτροφείο «Ο Άγιος Νικόλαος» Πύργου, λειτουργούν μέχρι σήμερα, μερικά όμως με άλλη πλέον χρήση, λόγο των νέων κοινωνικών συνθηκών πού δημιουργήθηκαν.

γ. Κοίμηση Ὁ Μητροπολίτης Αθανάσιος υπερέβαλλε ως προς την άσκηση της ποιμαντικής διακονίας του. Διακατεχόταν από μια «ασταμάτητη κινητικότητα». Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τις διάφορες πικρίες και στενοχώριες που κάποιες φορές δημιουργούσαν τα ίδια τα καθήκοντά του, πολλές από τις οποίες οφείλονταν σε ανθρώπους του περιβάλλοντός του, κληρικούς και λαϊκούς, κατέστησαν ευάλωτη την υγεία του σχετικά πολύ σύντομα. Έπασχε από τη χολή του, ενώ ήδη το 1979 ευρισκόμενος στη Συρία, ως εκπρόσωπος της Ι. Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος για την ενθρόνιση του Πατριάρχου Αντιοχείας Ιγνατίου, υπέστη ελαφρά καρδιακή προσβολή. Αφού για τελευταία φορά επί ηλειακού εδάφους ιερούργησε στην ιστορική Μονή Σκαφιδιάς τη γιορτή της Παναγίας του Δεκαπενταύγουστου 1981 και το απόγευμα της ιδίας ημέρας τέλεσε Θεμελιώθηκε τη Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος 30.5.1977 σε Πανηλειακή συγκέντρωση, αφού προηγήθηκε Θ. Λειτουργία στον ναό Αγίου Γερασίμου Λεχαινών, την επομένη αναχώρησε με κανονική άδεια για την Ιταλία για ποσιοθεραπεία της χολής του. Επιστρέφοντας όμως στην Ελλάδα, τη νύκτα της 1ης προς 2ας Σεπτεμβρίου 1981 εκοιμήθη εν Κυρίω στην περίφημη Φλωρεντία από καρδιακό έμφραγμα. Λίγες ημέρες αργότερα ὁ Έλληνας Πρόξενος του Λιβόρνο Ιταλίας Δ. Χατζηδιάκος στο 2659/7.9.1981 Πιστοποιητικό του βεβαίωνε «ότι εκ του συνημμένου σε Φωτοστατικό αντίγραφο Πιστοποιητικού Νοσοκομείου Φλωρεντίας, Ινστιτούτου Ιατροδικαστικής, της 03.09.1981, ο Μητροπολίτης Ηλείας Αθανάσιος Βασιλόπουλος, απεβίωσε αιφνιδίως την 02.09.1981 εις Φλωρεντία (Ιταλία) από καρδιακό έμφραγμα (στεφανιαίας αρτηρίας-κυκλοφοριακή καρδιακή ανεπάρκεια)». Το λείψανό του παρέλαβαν από την Ιταλία και κατά τις διαδικασίες των Ιταλικών Αρχών, αφιχθέντες εκεί κατόπιν εντολής της Ι. Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και αποδίδοντες τις πρώτες νεκρικές τιμές και περιποιήσεις, ο τότε Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως (νυν Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης) Άνθιμος, ο τότε Γραμματέας της Ι. Συνόδου Αρχιμανδρίτης (νυν Μητροπολίτης Ηλείας) Γερμανός Παρασκευόπουλος και ὁ αδελφός του κοιμηθέντος, βοηθούμενοι από τον γραμματέα του Προξενείου του Λιβόρνου Ν. Μακρή, Δρ. Οδοντιατρικής.

Ο νεκρός μεταφέρθηκε αεροπορικώς στην Ελλάδα και αυθημερόν μετακομίσθηκε στον Πύργο, όπου τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στον Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Νικολάου. Την επόμενη 9.9.1981 το απόγευμα στον ίδιο ναό, αφού το πρωί τελέσθηκε Αρχιερατική Θ. Λειτουργία από τους Μητροπολίτες Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Θεόφιλο και Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμο, εψάλη η Νεκρώσιμος Ακολουθία. Αυτής προέστη εντολή της Ι. Συνόδου και ως εκπρόσωπος αυτής ὁ Τοποτηρητής Μητροπολίτης Τριφυλίας και Ολυμπίας Στέφανος, συμμετασχόντων των Μητροπολιτών Μαντινείας και Κυνουρίας Θεοκλήτου, Μεγάρων και Σαλαμίνος Βαρθολομαίου, Αλεξανδρουπόλεως Ανθίμου, Θυάτειρων και Μ. Βρετανίας Μεθοδίου, καθώς και των Επισκόπων Τελμησσοῦ Χριστοφόρου και Δωδώνης Χρυσοστόμου. Ο στενός φίλος του μεταστάντος Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Θεόφιλος δεν έλαβε μέρος στην Ακολουθία ως ιερουργών, αλλά ίστατο κατ’ αυτήν παραπλεύρως του σκηνώματος. Τον Επικήδειο Λόγο εντολή της Ι. Συνόδου εκφώνησε ο τότε Α΄ Γραμματέας-Πρακτικογράφος αυτής και διάδοχος του Αθανασίου Αρχιμανδρίτης Γερμανός Παρασκευόπουλος. Κατά την επιθυμία του κοιμωμένου ιεράρχη η ταφή του πραγματοποιήθηκε στον αύλειο χώρο της ιστορικής Ι. Μονής Παναγίας Φραγκαβίλλας Αμαλιάδας, όπου είχε ιδρύσει εκκλησιαστικό οικοτροφείο. Επί του τάφου του έχει στηθεί και η Προτομή του.

Πηγές:

-ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ-ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΕΤΡΑΚΟΥ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΗΛΕΙΑΣ Ιστορική εξέλιξη – Σημερινή κατάσταση Διδακτορική Διατριβή υποβληθείσα στο Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας ΑΠΘ.

-www.imilias.gr › mitropolitis › 65-mitropolites-ilias