ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΣ ΚΙ ΕΠΙΚΑΙΡΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ

Τα όσα περιέχονται στο ποίημα του Εθνικού μας ποιητή είναι σαν να γράφτηκαν για την εποχή που ζούμε. Πόσο προφητικός και επίκαιρος ο λόγος του!…


"Δεν έχεις Όλυμπε θεούς, μηδέ λεβέντες η Όσσα,
ραγιάδες έχεις μάνα γη, σκυφτούς για το χαράτσι,

κούφιοι και οκνοί καταφρονάν τη θεία τραχειά σου γλώσσα,
των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι...

και δημοκόποι Κλέωνες και λογοκόποι Ζωίλοι,
και Μαμμωνάδες βάρβαροι, και χαύνοι λεβαντίνοι,

λύκοι ώ κοπάδια οι πιστικοί και ψωριασμένοι οι σκύλοι
κι οι χαροκόποι αδιάντροποι και πόρνη η Ρωμιοσύνη!"

Κωστής Παλαμάς

και για την αντιγραφή

Λ.Γ.Μαργαρίτης

ΤΟ ΘΗΡΙΟ

Τι έδωσες στο φτωχό ζητιάνο σήμερα;
Δόσεις ψυχών , παίρνουν οι τράπεζες
αφού δεν έχουν τίποτε άλλο να εισπράξουν.
Το Θηρίο ξυπνάει.
Τα χέρια του πνίγουν το κεφάλι της ανθρωπιάς.
Στο πρόσωπο του , ο χάρτης της Παγκοσμιοποίησης.
Τα μάτια του, οι καθρέφτες του Καπιταλισμού.
Στόμα πελώριο, είσοδος στην αιώνια φτώχεια.
Τα πόδια του δαγκάνα , φάκα , μας έπιασε όλους.
Θλιβερέ εξουσιαστή , ο λόγος σου πλέον επικήδειος.
Άτυχε μετανάστη , η ζωή σου όραμα απλήρωτο.
Αναστενάρηδες χορεύουμε, στο πτώμα του κόσμου.
Καταπίαμε από ένα μαγκάλι κάρβουνα.
Για να καούν οι επιθυμίες μας.
Ακρωτηριάσαμε τη φύση μας.
Ζούμε στον κάτω κόσμο.
Εξουσία μας ο Άδης.
Το Θηρίο επιτίθεται. Πετάει φωτιές.
Τρώει ζωές,
φτύνει όνειρα.
Τρέχει στους δρόμους.
Πατάει ότι απέμεινε.
Το παιδί έχασε τη φωνή του.
Έμεινε χωρίς μάνα.
Την πήρανε , για πειράματα.
Να δουν αν αντέχει την πείνα..
Δεν την άντεξε.
Το παιδί θ’ ακολουθήσει.
Θα δοκιμάσει τα ληγμένα φάρμακα.
Είναι το παιδί του Πειραματόζωου.
Το Θηρίο τρώει σιγά –σιγά τον ήλιο.
Δειλέ διαβάτη που το κοιτάς ,
γιατί δεν το πολεμάς ;
Το αφήνεις ν’ αλωνίζει στο σπίτι σου.
Θα τσαλακωθεί η τιμή σου αν
βάλεις φωτιά σ’ αυτό τον οίκο Ανοχής ;
Σκότωσε το Θηρίο.
Σώσε τον εαυτό σου.
Το Θηρίο δεν πεθαίνει όταν ο φόβος μας είναι ζωντανός.
Mάρθα Βασκαντήρα

ΣΟΝΑΤΑ του Γιάννη Ρίτσου

-Μέρος 1
(Ανοιξιάτικο βράδυ. Μεγάλο δωμάτιο παλιού σπιτιού. Μια ηλικιωμένη γυναίκα,
ντυμένη στα μαύρα, μιλάει σ' έναν νέο. Δεν έχουν ανάψει φως.
Απ' τα δύο παράθυρα μπαίνει ένα αμείλικτο φεγγαρόφωτο.
Ξέχασα να πω ότι η Γυναίκα με τα Μαύρα έχει εκδώσει δύο-τρεις
ενδιαφέρουσες ποιητικές συλλογές θρησκευτικής πνοής.
Λοιπόν, η Γυναίκα με τα Μαύρα μιλάει στον Νέο):

Άφησέ με να έρθω μαζί σου. Τι φεγγάρι απόψε!
Είναι καλό το φεγγάρι, - δε θα φαίνεται
που άσπρισαν τα μαλλιά μου. Το φεγγάρι
θα κάνει πάλι χρυσά τα μαλλιά μου. Δε θα καταλάβεις.
Άφησέ με να έρθω μαζί σου.

Όταν έχει φεγγάρι μεγαλώνουν οι σκιές μες στο σπίτι,
αόρατα χέρια τραβούν τις κουρτίνες,
ένα δάχτυλο αχνό γράφει στη σκόνη του πιάνου
λησμονημένα λόγια δε θέλω να τ ακούσω. Σώπα.

Άφησε με να έρθω μαζί σου
λίγο πιο κάτου, ως την μάντρα του τουβλάδικου,
ως εκεί που στρίβει ο δρόμος και φαίνεται
η πολιτεία τσιμεντένια κι αέρινη, ασβεστωμένη με φεγγαρόφωτο,
τόσο αδιάφορη κι άυλη
τόσο θετική σαν μεταφυσική
που μπορείς επιτέλους να πιστέψεις
πως υπάρχεις και δεν υπάρχεις
πως ποτέ δεν υπήρξες, δεν υπήρξε ο χρόνος κι η φθορά του.
Άφησε με να έρθω μαζί σου.....

***

Θα καθίσουμε λίγο στο πεζούλι, πάνω στο ύψωμα,
κι όπως θα μας φυσάει ο ανοιξιάτικος αέρας
μπορεί να φανταστούμε κιόλας πως θα πετάξουμε,
γιατί, πολλές φορές, και τώρα ακόμη,
ακούω τον θόρυβο του φουστανιού μου
σαν τον θόρυβο δύο δυνατών φτερών που ανοιγοκλείνουν,
κι όταν κλείνεσαι μέσα σ αυτόν τον ήχο του πετάγματος
νιώθεις κρουστό το λαιμό σου, τα πλευρά σου, τη σάρκα σου,
κι έτσι σφιγμένος μες στους μυώνες του γαλάζιου αγέρα,
μέσα στα ρωμαλέα νεύρα του ύψους,
δεν έχει σημασία αν φεύγεις ή αν γυρίζεις
κι ούτε έχει σημασία που άσπρισαν τα μαλλιά μου,
(δεν είναι τούτο η λύπη μου η λύπη μου
είναι που δεν ασπρίζει κι η καρδιά μου).
Άφησε με να έρθω μαζί σου

Το ξέρω πως καθένας μοναχός πορεύεται στον έρωτα,
μοναχός στη δόξα και στο θάνατο.
Το ξέρω. Το δοκίμασα. Δεν ωφελεί.
Άφησε με να έρθω μαζί σου....

***

Τούτο το σπίτι στοίχειωσε, με διώχνει θέλω να πω έχει παλιώσει
πολύ, τα καρφιά ξεκολλάνε,
τα κάδρα ρίχνονται σα να βουτάνε στο κενό,
οι σουβάδες πέφτουν αθόρυβα
όπως πέφτει το καπέλο του πεθαμένου
απ' την κρεμάστρα στο σκοτεινό διάδρομο
όπως πέφτει το μάλλινο τριμμένο γάντι της σιωπής
απ' τα γόνατά της
ή όπως πέφτει μια λουρίδα φεγγάρι στην παλιά,
ξεκοιλιασμένη πολυθρόνα.

Κάποτε υπήρξε νέα κι αυτή, - όχι η φωτογραφία που κοιτάς
με τόση δυσπιστία
λέω για την πολυθρόνα, πολύ αναπαυτική,
μπορούσες ώρες ολόκληρες να κάθεσαι
και με κλεισμένα μάτια να ονειρεύεσαι ό,τι τύχει
- μιαν αμμουδιά στρωτή, νοτισμένη, στιλβωμένη από φεγγάρι,
πιο στιλβωμένη απ' τα παλιά λουστρίνια μου που κάθε μήνα τα δίνω
στο στιλβωτήριο της γωνίας,
ή ένα πανί ψαρόβαρκας που χάνεται στο βάθος
λικνισμένο απ' την ίδια του ανάσα,
τριγωνικό πανί σα μαντίλι διπλωμένο λοξά μόνο στα δύο
σα να μην είχε τίποτα να κλείσει ή να κρατήσει
ή ν' ανεμίσει διάπλατο σε αποχαιρετισμό.
Πάντα μου είχα μανία με τα μαντίλια,
όχι για να κρατήσω τίποτα δεμένο,
τίποτα σπόρους λουλουδιών ή χαμομήλι μαζεμένο
στους αγρούς με το λιόγερμα
ή να το δέσω τέσσερις κόμπους σαν το αντικρινό γιαπί
ή να σκουπίζω τα μάτια μου, - διατήρησα καλή την όρασή μου,
ποτέ μου δεν φόρεσα γυαλιά. Μια απλή ιδιοτροπία τα μαντίλια....

***

Τώρα τα διπλώνω στα τέσσερα, στα οχτώ, στα δεκάξι
ν' απασχολώ τα δάχτυλά μου. Και τώρα θυμήθηκα
πως έτσι μετρούσα τη μουσική σαν πήγαινα στο Ωδείο
με μπλε ποδιά κι άσπρο γιακά, με δύο ξανθές πλεξούδες
- 8, 16, 32, 64, -
κρατημένη απ' το χέρι μιας μικρής φίλης μου ροδακινιάς
όλο φως και ροζ λουλούδια,
(συγχώρεσε μου αυτά τα λόγια κακή συνήθεια) 32, 64, -
κι οι δικοί μου στήριζαν μεγάλες ελπίδες στο μουσικό μου τάλαντο.
Λοιπόν, σου λεγα για την πολυθρόνα
ξεκοιλιασμένη φαίνονται οι σκουριασμένες σούστες, τα άχερα
έλεγα να την πάω δίπλα στο επιπλοποιείο,
μα που καιρός και λεφτά και διάθεση τι να πρωτοδιορθώσεις; -
έλεγα να ρίξω ένα σεντόνι πάνω της, - φοβήθηκα
τ' άσπρο σεντόνι σε τέτοιο φεγγαρόφωτο. Εδώ κάθισαν
άνθρωποι που ονειρεύτηκαν μεγάλα όνειρα,
όπως κι εσύ κι όπως κι εγώ άλλωστε,
και τώρα ξεκουράζονται κάτω απ' το χώμα
δίχως να ενοχλούνται απ' τη βροχή ή το φεγγάρι.
Άφησε με να έρθω μαζί σου...

***

Θα σταθούμε λιγάκι στην κορφή της μαρμάρινης σκάλας του Αϊ-Νικόλα,
ύστερα εσύ θα κατηφορίσεις κι εγώ θα γυρίσω πίσω
έχοντας στ' αριστερό πλευρό μου τη ζέστα
απ' το τυχαίο άγγιγμα του σακακιού σου
κι ακόμη μερικά τετράγωνα φώτα από μικρά συνοικιακά παράθυρα
κι αυτή την πάλλευκη άχνα απ' το φεγγάρι
που 'ναι σα μια μεγάλη συνοδεία ασημένιων κύκνων
και δε φοβάμαι αυτή την έκφραση, γιατί εγώ
πολλές ανοιξιάτικες νύχτες συνομίλησα
άλλοτε με το Θεό που μου εμφανίστηκε
ντυμένος την αχλή και την δόξα ενός τέτοιου σεληνόφωτος,
και πολλούς νέους, πιο ωραίους κι από σένα ακόμη, του εθυσίασα,
έτσι λευκή κι απρόσιτη ν' ατμίζομαι μες στη λευκή μου φλόγα,
στη λευκότητα του σεληνόφωτος,
πυρπολημένη απ' τ' αδηφάγα μάτια των αντρών
κι απ' τη διστακτική έκσταση των εφήβων,
πολιορκημένη από εξαίσια, ηλιοκαμένα σώματα,
άλκιμα μέλη γυμνασμένα στο κολύμπι, στο κουπί, στο στίβο,
στο ποδόσφαιρο (που έκανα πως δεν τα 'βλεπα)
- ξέρεις, καμιά φορά, θαυμάζοντας, ξεχνάς, ό,τι θαυμάζεις,
σου φτάνει ο θαυμασμός σου, -
θε μου, τι μάτια πάναστρα, κι ανυψωνόμουν
σε μιαν αποθέωση αρνημένων άστρων
γιατί, έτσι πολιορκημένη απ' έξω κι από μέσα,
άλλος δρόμος δε μου 'μενε παρά μονάχα
προς τα πάνω ή προς τα κάτω.
- Όχι, δε φτάνει.
Άφησε με να έρθω μαζί σου ...

***


ΣΟΝΑΤΑ του Γιάννη Ρίτσου -Μέρος 2
Το ξέρω η ώρα είναι πια περασμένη. Άφησέ με,
γιατί τόσα χρόνια, μέρες και νύχτες και πορφυρά μεσημέρια,
έμεινα μόνη, ανένδοτη, μόνη και πάναγνη,
ακόμη στη συζυγική μου κλίνη πάναγνη και μόνη,
γράφοντας ένδοξους στίχους στα γόνατα του Θεού,
στίχους που, σε διαβεβαιώνω, θα μένουνε
σα λαξευμένοι σε άμεμπτο μάρμαρο
πέρα απ' τη ζωή μου και τη ζωή σου,
πέρα πολύ. Δε φτάνει.

Άφησε με να έρθω μαζί σου.


Τούτο το σπίτι δε με σηκώνει πια.
Δεν αντέχω να το σηκώνω στη ράχη μου.
Πρέπει πάντα να προσέχεις, να προσέχεις,
να στεριώνεις τον τοίχο με το μεγάλο μπουφέ
να στεριώνεις τον μπουφέ με το πανάρχαιο σκαλιστό τραπέζι
να στεριώνεις το τραπέζι με τις καρέκλες
να στεριώνεις τις καρέκλες με τα χέρια σου
να βάζεις τον ώμο σου κάτω απ' το δοκάρι που κρέμασε.
Και το πιάνο, σα μαύρο φέρετρο κλεισμένο. Δε τολμάς να τ' ανοίξεις.
Όλο να προσέχεις, να προσέχεις, μην πέσουν, μην πέσεις. Δεν αντέχω.

Άφησε με να έρθω μαζί σου.....

***


Τούτο το σπίτι, παρ όλους τους νεκρούς του,
δεν εννοεί να πεθάνει.
Επιμένει να ζει με τους νεκρούς του
να ζει απ' τους νεκρούς του
να ζει απ' τη βεβαιότητα του θανάτου του
και να νοικοκυρεύει ακόμη τους νεκρούς του
σ' ετοιμόρροπα κρεβάτια και ράφια.
Άφησε με να έρθω μαζί σου.

Εδώ, όσο σιγά κι αν περπατήσω μες στην άχνα της βραδιάς,
είτε με τις παντούφλες, είτε ξυπόλυτη,
κάτι θα τρίξει, - ένα τζάμι ραγίζει ή κάποιος καθρέφτης,
κάποια βήματα ακούγονται, - δεν είναι δικά μου.
Έξω, στο δρόμο μπορεί να μην ακούγονται τούτα τα βήματα, -
η μεταμέλεια, λένε, φοράει ξυλοπάπουτσα, -
κι αν κάνεις να κοιτάξεις σ' αυτόν ή τον άλλον καθρέφτη,
πίσω απ' την σκόνη και τις ραγισματιές,
διακρίνεις πιο θαμπό και πιο τεμαχισμένο το πρόσωπό σου,
το πρόσωπο σου που άλλο δε ζήτησες στη ζωή παρά να το κρατήσεις
καθάριο κι αδιαίρετο.

Τα χείλη του ποτηριού γυαλίζουν στο φεγγαρόφωτο
σαν κυκλικό ξυράφι πώς να το φέρω στα χείλη μου;
όσο κι αν διψώ, - πως να το φέρω; - Βλέπεις;
έχω ακόμη διάθεση για παρομοιώσεις, - αυτό μου απόμεινε,
αυτό με βεβαιώνει ακόμη πως δεν λείπω.
Άφησε με να έρθω μαζί σου....

***

Φορές-φορές, την ώρα που βραδιάζει, έχω την αίσθηση
πως έξω απ' τα παράθυρα περνάει ο αρκουδιάρης
με τη γριά βαρεία του αρκούδα
με το μαλλί της όλο αγκάθια και τριβόλια
σηκώνοντας σκόνη στο συνοικιακό δρόμο
ένα ερημικό σύννεφο σκόνη που θυμιάζει το σούρουπο
και τα παιδιά έχουν γυρίσει σπίτια τους για το δείπνο
και δεν τ' αφή- νουν πιάν να βγουν έξω
μ' όλο που πίσω απ' τους τοίχους μαντεύουν
το περπάτημα της γριάς αρκούδας
κι η αρκούδα κουρασμένη πορεύεται μες στη σοφία της μοναξιάς της,
μην ξέροντας για πού και γιατί
έχει βαρύνει, δεν μπορεί πια
να χορεύει στα πισινά της πόδια
δεν μπορεί να φοράει τη δαντελένια σκουφίτσα της
να διασκεδάζει τα παιδιά, τους αργόσχολους, τους απαιτητικούς,
και το μόνο που θέλει είναι να πλαγιάσει στο χώμα
αφήνοντας να την πατάνε στην κοιλιά,
παίζοντας έτσι το τελευταίο παιχνίδι της,
δείχνοντας την τρομερή της δύναμη για παραίτηση,
την ανυπακοή της στα συμφέροντα των άλλων,
στους κρίκους των χειλιών της, στην ανάγκη των δοντιών της,
την ανυπακοή της στον πόνο και στη ζωή
με τη σίγουρη συμμαχία του θανάτου έστω κι ενός αργού θανάτου
την τελική της ανυπακοή στο θάνατο
με τη συνέχεια και τη γνώση της ζωής
που ανηφοράει με γνώση και με πράξη πάνω απ τη σκλαβιά της.

Μα ποιος μπορεί να παίξει ως το τέλος αυτό το παιχνίδι;
Κι η αρκούδα σηκώνεται πάλι και πορεύεται
υπακούοντας στο λουρί της, στους κρίκους της, στα δόντια της,
χαμογελώντας με τα σκισμένα χείλη της
στις πενταροδεκάρες που της ρίχνουνε
τα ωραία κι ανυποψίαστα παιδιά
(ωραία ακριβώς γιατί είναι ανυποψίαστα)
και λέγοντας ευχαριστώ. Γιατί οι αρκούδες που γεράσανε
το μόνο που έμαθαν να λένε είναι: ευχαριστώ, ευχαριστώ.
Άφησέ με να έρθω μαζί σου....

***

Τούτο το σπίτι με πνίγει. Μάλιστα η κουζίνα
είναι σαν το βυθό της θάλασσας.
Τα μπρίκια κρεμασμένα γυαλίζουν σα στρογγυλά,
μεγάλα μάτια απίθανων ψαριών,
τα πιάτα σαλεύουν αργά σαν τις μέδουσες,
φύκια κι όστρακα πιάνονται στα μαλλιά μου
δεν μπορώ να τα ξεκολλήσω ύστερα,
δεν μπορώ ν' ανέβω πάλι στην επιφάνεια
ο δίσκος μου πέφτει απ' τα χέρια άηχος, - σωριάζομαι
και βλέπω τις φυσαλίδες απ' την ανάσα μου ν' ανεβαίνουν,
ν' ανεβαίνουν
και προσπαθώ να διασκεδάσω κοιτάζοντας τες
κι αναρωτιέμαι τι θα λέει αν κάποιος βρίσκεται
από πάνω και βλέπει αυτές τις φυσαλίδες,
τάχα πως πνίγεται κάποιος ή πως ένας δύτης ανιχνεύει τους βυθούς;
Κι αλήθεια δεν είναι λίγες οι φορές που ανακαλύπτω εκεί,
στο βάθος του πνιγμού, κοράλλια και μαργαριτάρια
και θησαυρούς ναυαγισμένων πλοίων,
απρόοπτες συναντήσεις, και χτεσινά και σημερινά μελλούμενα,
μιαν επαλήθευση σχεδόν αιωνιότητας,
κάποιο ξανάσασμα, κάποιο χαμόγελο αθανασίας, όπως λένε,
μιαν ευτυχία, μια μέθη, κι ενθουσιασμόν ακόμη,
κοράλλια και μαργαριτάρια και ζαφείρια,
μονάχα που δεν ξέρω να τα δώσω όχι τα δίνω,
μονάχα που δεν ξέρω αν μπορούν να τα πάρουν
πάντως εγώ τα δίνω.
Άφησέ με να έρθω μαζί σου....

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΟΥΚΚΙΔΗΣ

ΣΕΛΙΔΕΣ ΤΟΥ ΟΚΤΩΒΡΗ


Πόπης Πασπαλιάρη

Ο Οκτώβρης ο «Πυανεψιών» της αρχαιότητος, μήνας της χαράς της συγκομιδής αφιερώθηκε στο πρόσωπο του Αγίου Δημητρίου και συνδέθηκε με ένα πόλεμο των δικών μας ημερών. ΄Αλήθεια, πόσο μας αφορούν οι συνήθειες και τα γεγονότα; Πόσο μας επηρεάζει κάθε τι που απορρέεται μέσα από αυτά; και κυρίως, ποια μέτρα, και ποια σταθμά χρησιμοποιούνται όταν καταγράφονται σε σελίδες που απαρτίζουν τόμους της ιστορίας; Πως εξηγείται η βία ,που καλύπτεται στις σελίδες τους, μέσα από μια λεπτομερέστατη αναφορά και με εμφανή μια πολιτική τους τοποθέτηση; Λες και μόνον από αυτήν εξαρτήθηκαν όλα; Και αγνοείται η πίστις του κάθε λαού στα πιστεύω του, και στα Σύμβολά του χάριν των οποίων και θυσιάζεται; Πόση ιστορία και πόσοι συμβολισμοί συνθέτουν τελικά την αλήθεια;
Με το έμπα του Οκτωβρη στους δικούς μας καιρούς εγκαινιάζεται μια νέα απαρχή γεγονότων που συνέβησαν πριν από εβδομήντα χρόνια. Και υποφώσκουν ακόμα μέσα στη διαδικασία της κάθε μίας ημέρας. ΄Όχι σαν μνήμες! Σαν πραγματικότητα. Στην πολιτική εικόνα. Σαν βίωμα! Τροφοδοτούν Δημόσιο Λόγο, και δημιουργούν χώρο στη σπουδή και την παρεμβατικότητα. Νευρώδη τα ιστορικά κείμενα άλλοτε. ΄Ατονα. Χαλαρά, υποτυπώδη τα σημερινά. Αυτά ιδίως στις σελίδες της Σχολικής Ιστορίας. αφορούν την κατά βούλησιν, την κατ’ επιλογήν ύλη! Γιατί όχι; Την κατά προαίρεση. Φλέγοντα θέματα, ζητήματα των ημερών του μεγάλων γεγονότων, είναι ,δεν θεωρούνται ,δυσεύρετα! Ζούμε, την εποχή της εικόνας του διαδικτύου. Και του ελεύθερου έως και αυθαίρετου ,δημοσιογραφικού ρεπορτάζ όπως και ιστορικών που αβασάνιστα γράφουν. Και οι ανακρίβειες γίνονται πιστευτές. Και η ιστορία χάνει την αλήθεια. Οι αρχαίοι ,οι πάνσοφοι Έλληνες ,άφησαν το φθέγμα «Δρυός πεσούσης πάς ανήρ ξυλεύεται»! και σκέφθηκαν πριν το καταγράψουν. Υπήρχαν και τότε προκατειλημμένοι ιστορικού. Κατέγραφαν -τα ονόματα- όχι τους ήρωες! Έτσι συνέβη και με το «ασήμαντο για τις κοινωνικές αντιλήψεις προσφυγόπουλο, τον Κωνσταντίνο Α. Κουκκίδη !
Με ρίζες στην Ιωνία και μια του παραμονή στη Γαστούνη της Ηλείας. Από το έτος 1920 έως το 1928.Οι διώξεις των Ελλήνων είχαν αρχίσει από ενωρίτερα από το φρικιαστική Μικρασιατική καταστροφή. Ο Κωνσταντίνος Κουκκίδης ήταν γιός του Αναστάση και της Φωτεινής Κουκκίδη. Τον έφεραν σε ηλικία δύο μόλις ετών. Γεννήθηκε το 1918.Στη Γαστούνη τον έστειλαν οι «Υπηρεσίες Προστασίας Προσφύγων» όταν έφτασαν στην Ελλάδα κατοίκησαν σε παράπηγμα κοντά κάπου στην Εκκλησία την Καθολική. Οι ντόπιοι τους φέρθηκαν από αφιλόξενα έως σκληρά.
΄Ο Αναστάσης έφυγε να βρει δουλειά στα χωριά της Κυπαρισσίας .Πέθανε από το μικρόβιο της ελονοσίας. Τον έθαψαν στην καθολική χωρίς να είναι χώρος κοιμητηρίου. Η Φωτεινή, χτύπησε την πόρτα των Σπηλιοπουλαίων στη Γαστούνη.
Το 1928 η Μαρία Σπυλιοπούλου παντρεύτηκε με τον εγγονό του Γ. Σκουζέ στην Αθήνα. Πήρε μαζί της τη Φωτεινή και τον μικρό Κωνσταντίνο. ΄Εμειναν μαζί στο σπίτι το τότε νεοκλασικό των Σκουζέ στην οδό Δημητρέσσα 7 έως τον Απρίλη του 1941.μήνα που οι Γερμανικές φάλαγγες έμπαιναν στην Αθήνα.
Ο Κωνσταντίνος Α. Κουκκίδης τελείωσε Ιδιωτικό Δημοτικό Σχολείο και φοίτησε σε Νυκτερινό Γυμνάσιο και στη συνέχεια στην τότε Λογιστική ΣΧΟΛΗ ΠΑΛΜΕΡ με έξοδα της Μαρίας Σπηλιοπούλου-Σκουζέ στην Αθήνα.
Το 1941 ήταν 23 ετών. Υπηρετούσε σε Στρατιωτική Υπηρεσία στην Αθήνα, με κάποιο μέσο που διέθετε η Μαρία Σκουζέ!. Έτσι την πρώτη ημέρα που οι Γερμανοί έφθασαν στην Αθήνα έτυχε σ’ αυτόν ο κλήρος να υποστείλει την Ελληνική Σημαία από τον ιστό! Πλάι του ο Γερμανός Στρατιώτης θα ανέβαζε τη γερμανική σημαία. Και άφησε ενεούς τους Γερμανούς όταν αστραπιαία τυλίχθηκε στις πτυχές της Ελληνικής Σημαίας και πήδησε μ’ αυτήν στο κενό! Από το σημείο που και τώρα κυματίζει το Σύμβολο των Ελλήνων! Στον Ιερό Βράχο, την Ακρόπολη.
Η μητέρα του Γ. Σκουζέ ήταν αδελφή της γιαγιάς μου ,από την πλευρά της μητέρας μου, από την Αργολίδα.
Το ιστορικό το έμαθα από την ίδια τη Μαρία Σκουζέ!. το 1957 πάλι στην Αθήνα. Στον τοίχο του σαλονιού των Σκουζέδων κρεμόταν η φωτογραφία ενός χαμογελαστού έλληνα φαντάρου!. Η Μαρία, τον συνέστησε «Είναι ο Κωστής μας» και διηγήθηκε όλο το ιστορικό.
Κρατούσε κακία στους Σκουζέδες γιατί δεν την άφησαν να ενταφιάσει το ηρωικό παιδί «τον κατατρεγμένο» όπως έλεγε στην ηλειακή της διάλεκτο, «γιατί αυτοί ήσαντε άρχοντες και εκείνος πρόσφυγας» στον οικογενειακό τάφο «Τον βόλεψα κάπου κοντά και εδεκεί αναπαύτηκε»
Το 1967 το αρχοντικό της Δημητρέσσα πίσω από το ΧΙΛΤΟΝ δόθηκε για πολυκατοικία. Η Μαρία με την κουνιάδα της την Ελισάβετ φύγανε για το Παρίσι, Λίγο μετά πέθαναν και αυτές. Εμείς τότε μέναμε στην Πειραϊκή, πάνω από τα μακρά τείχη του Κώνονος. Τι έγινε το νοικοκυριό των Σκουζέδων; Δεν το ρωτήσαμε ποτέ κάπου όμως το κληροδότησαν όπως μάθαμε.
Από το 1957,ποτέ σε κανένα από τα θεαματικά αφιερώματα στο έπος του 1940 δεν άκουσα τίποτα για το όνομα του Κ. Κουκκίδη! Το είπα στο φίλο μου δημοσιογράφο Βασίλη Γαβριηλίδη του είπα όλο το ιστορικό. ΄Όπως το άκουσα. Τη μάνα του Κ. Κουκκίδη την παρέσυρε το 1943 όχημα από εκείνα που έλεγαν Γκαζοζέν στον Πειραιά , καθώς γύρναγε να βρει τον Κωνσταντίνο, με χαμένα τα λογικά της.
Το 2002,πάλι σε γιορταστικό αφιέρωμα για το ΕΠΟΣ του 1940 άκουσα έκπληκτη να γίνεται αναφορά στον Κωνσταντίνο Κουκκίδη!. ΄Όμως με την αλήθεια διαφοροποιημένη εντελώς «Δημοσιογραφική αδεία» που λένε!
Σε τέτοια αφιερώματα έως τότε, ακούονταν τα ονόματα των Μανόλη Γλέζου και Κ. Σιάντα, ποτέ του Κ. Κουκκίδη!. Στην Ελλάδα και οι όντως ιδανικοί, αυθεντικοί ήρωες σχολιάζονται ή με ένα όνομα κοινωνικής επιφάνειας ή από Ιδεολογικές τοποθετήσεις. Ο Κωνσταντίνος Κουκκίδης δεν διέθετε το πρώτο και δεν ανήκε σε πολιτικοποιημένες ομάδες. Έπειτα η Αντίστασις οργανώθηκε μετά τον ηρωικό θάνατο του! ΄Αρα δεν ανήκε στην Ε.Π.Ο.Ν! Και καθώς κατά τη Μαρία Σκουζέ «ήταν παιδί του μεροκάματου δούλευε σαν λογιστής σε τότε μεγαλομπακάλικα, φούρνους, επιχειρήσεις για να βοηθάει τη μάνα του»!Αλλά ούτε στην Ε.Ο.Ν. είχε καταταγεί!
Στο διαδίκτυο, σήμερα δεκάδες οι πληροφορίες .Καταθέσεις από λογοτέχνες και από τον ίδιο τον Αρχιεπίσκοπο Χρύσανθο. ΄Όμως επειδή ούτε η Μαρία Σκουζέ ζούσε για να αντιδράσει και να πει την αλήθεια ούτε άλλους δικούς του είχε μπήκε και αυτός και το ιστορικό του, στο αρχαίο φθέγμα «Δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται».Έπειτα αυτός ότι έκανε, το αποφάσισε μόνος του!...
΄Ηρθε πρόσφυγας στη Γαστούνη και πέθανε ΗΡΩΑΣ στην Ακρόπολη.
Ο Σύλλογος των εν Αθήναις Γαστουναίων «Η ΑΡΧΑΙΑ ΗΛΙΣ», ένας δραστήριος Σύλλογος με πρόεδρο τη Γαστουναία Δικηγόρο κ. Γιώτα Βασιλοπούλου-Σταθοπούλου ,σκέπτονται να τοποθετήσουν μια στήλη στην γειτονιά του, στην Καθολική, για ενθύμιο μιας αναφοράς στο όνομα του Κωνσταντίνου Κουκκίδη. Γιατί για προτομή χρειάζεται φωτογραφία αυθεντική και δεν υπάρχει!.
Κανένας, όσο τέλειος τεχνίτης να είναι στο είδος του, ας μη βρεθεί να τον πλαστογραφήσει, και να μη βρεθεί και ιστορικός που θα τον εντάξει στην ΕΠΟΝ! Αυτό θα είναι ανόσιος μνήμη! Θα είναι ασέβεια. όχι γιατί δεν έχουν συμβεί άλλοτε, αλλά γιατί ο Κωστής Κουκκίδης ήταν σεμνός, σοβαρός, συνεπής! Και η ασέβεια δεν του αξίζει, έστω και αν την γνωρίζουν λίγοι.

ΣΟΥΡΗΣ Ο ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟΣ


Ποιος είδε κράτος λιγοστό
σ' όλη τη γη μοναδικό
εκατό να ξοδεύει
και πενήντα να μαζεύει;
*
Να τρέφει όλους τους αργούς,
να 'χει επτά Πρωθυπουργούς,
ταμείο δίχως χρήματα
και δόξης τόσα μνήματα;
**
Να 'χει κλητήρες για φρουρά
και να σε κλέβουν φανερά,
κι ενώ αυτοί σε κλέβουνε
τον κλέφτη να γυρεύουνε;
***

Κλέφτες φτωχοί και άρχοντες
με άμαξες και άτια,
κλέφτες χωρίς μια πήχη γη
και κλέφτες με παλάτια,
****
ο ένας κλέβει όρνιθες
και σκάφες για ψωμί
ο άλλος το έθνος σύσσωμο
για πλούτη και τιμή.


Γεώργιος Σουρής (1853-1919)

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΚΡΙΤΙΚΗ

Νίκου Σακελλαρόπουλου «ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΜΑΜΠΑ».Μυθιστόρημα
Αθήνα 2009 Εκδόσεις ΒΕΡΓΙΝΑ.

Υπάρχουν άτομα τα οποία μετά τη συνταξιοδότησή τους από όποια εργασιακή απασχόληση, προκειμένου να δώσουν μια διέξοδο στην καθημερινή ρουτίνα και απραξία που συνήθως ακολουθεί την περίοδο της ζωής του συνταξιούχου ασχολούνται με την συγγραφή των αναμνήσεών τους, γράφουν την ιστορία του χωριού τους, τα απομνημονεύματα τους και άλλοι ασχολούνται πιο συστηματικά με τη λογοτεχνία. Όμως αυτές οι περιπτώσεις δεν αφορούν τον ήδη συνταξιούχο του Ο.Τ.Ε. συγγραφέα του βιβλίου που παρουσιάζουμε σήμερα κ. Νίκο Σακελλαρόπουλο. Ο κ. Σακελλαρόπουλος από την εποχή ακόμη των νεανικών του χρόνων αλλά και της ωριμότητας είχε ασχοληθεί συστηματικά με τη συγγραφή. Πέρα από τις όποιες άλλες ενασχολήσεις του, συνδικαλιστικές, πολιτιστικές υπήρξε ένας άνθρωπος του πνεύματος και της δράσης. Αεικίνητος και δημιουργικός. Δεν άφηνε χρόνο αναξιοποίητο. Κείμενά του είχαν φιλοξενηθεί στο παρελθόν τόσο σε τοπικά όσο και σε Αθηναϊκά έντυπα δημιουργικότητα του τον έκανε μια εποχή να διευθύνει και ένα δικό του έντυπο με τίτλο «ΤΟ ΡΗΜΑ»| ένα περιοδικό ποικίλης ύλης, τοπικού αλλά και γενικότερου ενδιαφέροντος.
Πολλά κείμενά του είναι διάσπαρτα στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο αλλά και έχει αδημοσίευτο πολύ πνευματικό μόχθο.
Μια πτυχή και μόνο της συγγραφικής του εργασίας μας δίνει με το βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ΒΕΡΓΙΝΑ με τον τίτλο: «ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΜΑΜΠΑ».
Τον ευχαριστώ για την τιμή που μου έκανε πρώτα-πρώτα να μου προσφέρει το έργο του για να το απολαύσω πνευματικά και στη συνέχεια την εξαιρετική τιμή να με συμπεριλάβει μεταξύ εκείνων που θα παρουσιάσουν το βιβλίο του ενώπιων σας.
Πρόκειται αρχικώς για ένα Μυθιστόρημα η πλοκή του οποίου ξετυλίγεται στην μαύρη Ήπειρο της Αφρική.
Η Αφρική υπήρξε από αρχαιοτάτων χρόνων ο χώρος του μυστηρίου και των εξερευνήσεων. Μια αχανής ήπειρος με ερήμους αλλά και με δάση και μεγάλους ποταμούς. μια ήπειρος που έγινε ο αποδέκτης κάθε τυχοδιώκτη, κάθε κυνηγού της ευτυχίας μέσα από την περιπέτεια του αγνώστου. Εξερευνητές και επιστήμονες, ιεραπόστολοι και προσηλυτιστές έκαναν την εμφάνιση τους είτε με πραγματική διάθεση να μυήσουν τους ιθαγενείς στη νέα θρησκεία του Ναζωραίου είτε με διάθεση να προετοιμάσουν το έδαφος για τους εισβολής κατακτητές που αποκλειστικό σκοπό και στόχο είχαν τα ατρύγητα πλούτη τόσο της γης όσο κυρίως του υπεδάφους.
Έτσι η Αφρική γίνεται πεδίο ανταγωνισμών μεταξύ των «πολιτισμένων» λαών της Ευρωπαϊκής Ηπείρου. Γίνεται χώρα υποδοχής μεταναστών και των κατακτητών.
Ο συγγραφέας κ. Σακελλαρόπουλος αυτό το χώρο της Αφρικής θεώρησε ποιο ελκυστικό για να κινηθεί και να γράψει το μυθιστόρημά του. Είναι ένας χώρος που τον ενέπνευσε και τον συγκίνησε κυρίως από την διάθεσή του για γνώση αλλά και για περιπέτεια.
Μολονότι ο τίτλος του μυθιστορήματος είναι και το είδος εκείνο του θανατηφόρου ερπετού που αποτέλεσε και την αιτία πολλών θανάτων προσώπων που δρουν στη χώρα της Αφρικής, έχει κι ένα συμβολικό θα λέγαμε χαρακτήρα αφού με το δηλητηριώδες ερπετό παρομοιάζουμε και κάποιους καρδιακούς φίλους. Μάλιστα οι ερμηνευτές ονείρων σε περίπτωση ενυπνίου σχέση έχοντος με φίδι ή φίδια το ερμηνεύει πως κάποιος φίλος θα σε επισκεφθεί. Συμβολίζει λοιπόν κατά την άποψη μου τους φίλους –φίδια.
Κάτω από τον ίδιο τίτλο και στο ίδιο τόμο περιλαμβάνεται κατά τον συγγραφέα ένα επίμετρο, το οποίο καθ’ ημάς είναι μια συλλογή δοκιμίων που έχουν σχέση και αναφέρονται στις περιπέτειες που έζησε και ακόμη ζει η μαύρη Ήπειρος. Πότε σε πρώτο πρόσωπο πότε σε τρίτο γίνεται αφήγηση των γεγονότων που σημάδεψαν την μακρόχρονη πορεία της Αφρικής. Αφού αρχικά δένει ένα νήμα που το οποίο ενώνει το μυθιστόρημα με το επίμετρο βάζοντας τον Μουσερί Ρουμπέγκο για τίτλο του πρώτου δοκιμίου, συνεχίζει με μια ιστορική αναφορά στη διαδρομή του χρόνου και στα γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή των κατοίκων της μαύρης ηπείρου , των μεταναστών αλλά και των αποικιοκρατών. Εδώ ο συγγραφέας παραθέτει πέραν από τις ιστορικές πληροφορίες του για τις διάφορες πολιτικές μεταβολές και οικονομικές και κοινωνικές ανακατατάξεις τις προσωπικές του απόψεις. Απόψεις στηριγμένες στον ανθρωπιστή Σακελλαρόπουλο, στο Χριστιανό Σακελλαρόπουλο στον κοινωνικό αγωνιστή Σακελλαρόπουλο στο συγγραφέα της καλής ελπίδος και της δικαιοσύνης που μπορεί να αργεί να αποδοθεί αλλά πάντα η θεία δίκη έρχεται σαν τιμωρός και σαν επιβράβευση.
Ο συγγραφέας σε κάποιο σημείο του δοκιμίου του θα καταγράψει την οδύνη του όταν αναφέρεται στην καθιερωμένη ημέρα γιορτής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Την ίδια μέρα της γιορτής σημειώνει εκατομμύρια παιδιά που χρειάζονται εκτός από τροφή και μάθηση να χαίρονται τον ήλιο, τον καθαρό αέρα, το παιχνίδι και πάνω από όλα να απολαμβάνουν λίγη αγάπη θα δουλεύουν μέσα σε φάμπρικες κάτω από σκληρές ή και απάνθρωπες συνθήκες. Για κάποια άλλα η μοίρα τους θα είναι σκληρότερη. Σε πολλά θα αφαιρεθούν τα όργανα τους για να μεταμοσχευθούν σε ανθρώπους του πολιτισμένου κόσμου. Κάποια άλλα θα πωλούνται στα διεθνή σκλαβοπάζαρα, η θα κακοποιούνται σεξουαλικά ή θα εξευτελίζονται για να παραχθούν προϊόντα πορνείας και το χειρότερο κάποια άλλα θα εκπαιδεύονται για να σφάζουν άλλα παιδιά.
Και πιο κάτω σε μια έξαρση οργής ο συγγραφέας θα γράψει..
Μπορούσαμε να σώσουμε 500.000.000 ανθρώπους αρκεί να τους στείλουμε βοήθεια όσοι κοστίζουν πέντε πυρηνικά υποβρύχια είπε πει παλαιότερα ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του Ο.Η.Ε.
Εκεί βέβαια που έχει φτάσει στις μέρες μας η ανθρώπινη αξία καταντάει αστείο να είχαμε την απαίτηση να θυσιαστούν πέντε υποβρύχια για να σωθούν 500.000.000 άνθρωποι.
Ο συγγραφέας ευαίσθητος όπως φαντάζει και όπως πράγματι είναι θα ταυτισθεί με τη ρήση του Νίκου Καζαντζάκη «Εγώ φταίω για όλη την πείνα στον κόσμο. Εγώ είμαι ένοχος για όλη την αδικία. Εγώ φταίω γιατί δεν επαναστατώ γι’ αυτά.».
Το «Μαύρο Μαμπα» είναι ένα μυθιστόρημα κοινωνικού προβληματισμού, με ιστορικό περιεχόμενο, με αστυνομική περιπετειώδη πλοκή και με εμφανή τα στοιχεία πραγματικών περιστατικών αλλά και προϊόντων της φαντασίας του συγγραφέα που πλέκονται αρμονικά και δεν είναι δυνατό ο αναγνώστης να διαγνώσει ποιο είναι ιστορικό-πραγματικό-αληθές γεγονός και ποιο είναι προϊόν μυθοπλασίας.
Ο μύθος του έργου αρχίζει όταν περί το 1950 οχτώ νεαροί Έλληνες μετά από πρόσκληση ενός σημαντικού ομογενούς βρίσκονται στην Αφρική και συγκεκριμένα στην περιοχή του Κονγκό. Ο συγκεκριμένος ομογενείς είχε από το 1928 εγκατασταθεί στην περιοχή μετά από μυθιστορηματικές περιπέτειες και πολλούς κινδύνους. Κάποια χρονική στιγμή ο ομογενής αυτός κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες χάθηκε στη ζούγκλα. Οι οκτώ νεαροί μετανάστες ξαφνικά και απρόσμενα γίνονται κληρονόμοι μιας μεγάλης αμύθητου αξίας περιουσίας του αγνοουμένου φίλου τους. Τα αιματηρά όμως γεγονότα που ακολούθησαν στη χώρα αυτή τους υποχρεώνουν να αποχωρήσουν και να απομακρυνθούν οριστικά από την Αφρική. Οι οκτώ φίλοι πέρα από τα εκατομμύρια που είχαν εξαγάγει παράνομα από τη χώρα του Κονγκό είχαν αποφασίσει να εξάγουν από τη χώρα ένα τεράστιας αξίας και ποσότητας θησαυρό από πολύτιμους λίθους και χρυσό που απόχτησαν από τυχοδιωκτικές συναλλαγές.
Στην περίοδο αυτής της προετοιμασίας ξαφνικά αρχίζουν να συμβαίνουν περίεργες δολοφονίες με όπλο το φαρμακερό-φονικό Μαύρο Μάμπα, από την ονομασία του οποίου και ο τίτλος του βιβλίου του κ. Σακελλαρόπουλου.
Πρόκειται για ένα πρωτότυπης πλοκής ,δράσης και συγκρούσεων αστυνομικό μυθιστόρημα με κοινωνικές ,οικολογικές, κοινωνικές, πολιτικές και ιστορικές καταγραφές και προεκτάσεις.
Υπάρχουν κοινωνικές αντιθέσεις που καταγράφονται και πραγματικά αναστατώνουν τα αισθήματα αγανάκτησης των αναγνωστών. Σε μια τόσο πλούσια σε υπέδαφος χώρα με διαμάντια και χρυσάφι, οι άνθρωποί της να πεθαίνουν ομαδικά από την πείνα ή να θάβονται κάτω από τις καταρρεύσεις των πρόχειρων στοών των ορυχείων.
Οι πρώτες ατομικές βόμβες που έπληξαν το Ναγκασάκι και τη Χιροσίμα κατασκευάσθηκαν από ουράνιο των ορυχείων Σιγκολοομπουε της Κατάγκας της Αφρικής.
Γι’ αυτό το σκοπό εστάλησαν 1.000 τόνοι ουρανίου στις Η.Π.Α.
Προφανώς και δεν έχει ζήσει στην Αφρική, την φλεγόμενη από αναταράξεις και ανακατατάξεις Ήπειρο ο συγγραφέας. Τα όσα γνωρίζει όπως δηλώνει τα έχει πληροφορηθεί από διηγήσεις φίλων του αλλά και από μελέτες του μακροχρόνιες .Η φιλομάθειά του αποδεικνύεται από το πλήθος των πληροφοριών αλλά και των ιστορικών γεγονότων τα οποία αφηγείται και αποτελούν τον εγκυκλοπαιδικό πλούτο του έργου.
Ο κ .Σακελλαρόπουλος είναι ένας επιτυχημένος συγγραφέας και γνωρίζει να συνθέτει την πλοκή του μύθου του και να εμπλουτίζει το λόγο των ηρώων του με ιστορικά στοιχεία και δεδομένα.

AΝΗΛΙΚΑ-ΑΠΡΟΣΤΑΤΕΥΤΑ ΠΑΙΔΙΑ

Οι καθημερινές εικόνες στο κέντρο της πόλης μας με ανήλικα παιδιά να ζητιανεύουν μόνα τους ή συνοδευόμενα από τις μητέρες τους, να κρέμονται από τα παράθυρα των αυτοκινήτων στα φανάρια με κίνδυνο να υποστούν ατύχημα, με παρακίνησαν να κάνω κάτι.
Ως Αντιπρόεδρος της Α.Σ.Π.Ε. με δεδομένα την ευαισθησία μου και το ενδιαφέρον για τα παιδιά, πατέρας κι ο ίδιος, κατέθεσα στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών μια αναφορά μου, με στόχο όχι τόσο την τιμωρία των επαιτών για την επί καθημερινής βάσεως διάπραξη του αδικήματος της Επαιτείας(άρθρον 407 Π. Κ) όσο για τα διαπραττόμενα αδικήματα της παραμέλησης εποπτείας ανηλίκων(άρθρο 360 Π.Κ.) και της παραμέλησης αποτροπής από επαιτεία ή αλητεία(άρθρο 409 Π.Κ.).
Η αναφορά μου(Αριθ. Καταθ. 8.512/11-11-2009) πήρε τον συνήθη δρόμο. Διαβιβάσθηκε στην Γενική Ασφάλεια Πατρών ( αριθ.Γ.2009/16381/7-12-09) ,επεστράφη την 14η Ιανουαρίου 2010 και στη συνέχεια χρεώθηκε σε Εισαγγελέα να την μελετήσει και τα πράξει τα δέοντα.O Εισαγγελέας μετά από πολύ μελέτη την απέστειλε στις 10-Ιουνίου στο 4ο Αστυνομικό Τμήμα με συγκεκριμένες και με μέλλοντα διαρκή εντολές. Κατά τα λοιπά η επαιτεία των ανηλίκων συνεχίζεται και αυξάνεται όπως και η ζωή!…
΄Ήταν μια πρώτη κίνηση που έγινε στην πόλη μας για το φαινόμενο της επαιτείας ανηλίκων και αναδείχθηκε από τον τοπικό τύπο, ενώ αμέσως μετά τοπικά έντυπα το ανέδειξαν και με φωτογραφικά στιγμιότυπα.
Στο μεταξύ χρονικό διάστημα έγιναν συσκέψεις από τον Κοινωνικό Τομέα του Δήμου, και μια ακόμη σύσκεψη με πρωτοβουλία του Νομάρχη. Στην τελευταία αυτή σύσκεψη συμμετείχαν ο Αντινομάρχης Υγείας, εκπρόσωποι της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος, της Αστυνομικής Διευθύνσεως, του «Χαμόγελου του Παιδιού» και της Διεύθυνσης Πρόνοιας της Ν .Α. Αχαΐας.
Σκοπός της ,όπως σημειώθηκε, ήταν η δημιουργία ενιαίου σχεδίου δράσης μεταξύ των φορέων για την καταγραφή των επαιτών ,ιδίως των ανηλίκων, μέσα από μια διαδικασία που δεν θα θίγει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και θα διασφαλίζει τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, με τελικό στόχο την ένταξη της όλης δράσης τους σε πιλοτικό πρόγραμμα του Υπουργείου Δικαιοσύνης προκειμένου να διασφαλισθούν οι πόροι και το προσωπικό που θα εργασθεί για να επιτευχθεί χωρίς προβλήματα και ελλείψεις ο τελικός στόχος που είναι η μείωση του αριθμού των επαιτών, κυρίως των ανηλίκων στο νομό. Μετά από αυτό ουδέν.
Έκτοτε , κάθε πρωί με την αυγούλα, εξορμούν από τις μπαράκες της Ακτής Δυμαίων τα λεφούσια των ευρωτσιγγάνων, συν γυναιξί και τέκνοις και κατακλύζουν τα φανάρια, τις διασταυρώσεις, τα μπακάλικα, τα αρτοποιία ,τα πεζοδρόμια, τα προαύλια και τις εισόδους των ναών και ασκούν μέχρι αργά το μεσημέρι το προσοδοφόρο επάγγελμα της επαιτείας, και της παραβάσεων σειράς άρθρων του ποινικού μας νόμου.
Ομολογώ πως δεν έχω εννοήσει εισέτι, και την απορία μου αυτή εξέφρασα και στον κ. Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών , γιατί θα πρέπει κάθε φορά που διαπράττονται αδικήματα ενώπιον αστυνομικών οργάνων που επισύρων ποινική δίωξη των δραστών με την επ’ αυτοφώρω διαδικασία, να δίδει εντολή η Εισαγγελική Αρχή.
Εάν κάποιος πολίτης τολμούσε να πωλεί συσκευασμένες δόσεις ναρκωτικών είναι βέβαιο πως θα συλλαμβανόταν αμέσως και θα προσήγετο σε δίκη με βεβαία την τιμωρία του.
Στην πόλη μας διαπράττονται καθημερινώς πλήθος κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση αδικήματα και δεν συγκινείται κανείς.
Η Δικαστική εξουσία μέχρι σήμερα ουδέν το πρακτικό και αποτελεσματικό έπραξε.
Ο Δήμος που είναι αρμόδιος για την εικόνα της πόλεως, την έχει μεταβάλει σε τριτοκοσμική.
Η αστυνομία κάνει πως δεν βλέπει και δεν ακούει.
Οι Εισαγγελείς ανηλίκων οι Υπηρεσίες Πρόνοιας για την μέριμνα και την προστασία των ανηλίκων περί άλλων τυρβάζουν και η ζωή τραβάει την ανηφόρα.
Κατά τα άλλα, ας ιδρύσουμε μερικά Εφετεία ακόμη μια και λύσαμε τα καθημερινά προβλήματα της Δικαιοσύνης με το να παραμένουν απροσδιόριστες χιλιάδες υποθέσεις στα Διοικητικά Δικαστήρια και υποθέσεις να εκδικάζονται μετά τον θάνατον των εναγόντων-προσφευγόντων.
Τελευταία πληροφορήθηκε πως από 100 περίπου γάτες που διαβιούσαν στο πάρκο της Ακτής Δυμαίων έχουν απομείνει μόνο 25. Λένε πως οι υπόλοιπες έγιναν τροφή των τσιγγάνων και των Σομαλών . ΄Έχουμε μια γενοκτονία γάτων. Αλλά ποιος σκοτίζεται για τις γάτες όταν δεν ενδιαφερόμαστε για ανήλικα παιδιά;
Η όλη κατάσταση αποδεικνύει το βαθμό του πολιτισμού μας. Εκεί που έχουμε φθάσει θυμίζουμε τούς επιβάτες του Τιτανικού, καταποντιζόμαστε και διασκεδάζουμε , κατασπαταλώντας τις τελευταίες δανεικές πενταροδεκάρες.
Είμαστε άξιοι της τύχης μας!…