ΛΑΜΠΡΟΣ ΒΡΕΤΤΟΣ ΑΚΡΑΤΟΣ ΛΥΡΙΣΜΟΣ ΜΕ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΡΟΕΚΤΑΣΗ


ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «Η ΓΝΩΜΗ»

 

Κυριακή 4-10-2020

 

Επιμέλεια ΣΩΤΗΡΗΣ Ι.ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

 

*Μέλος του Κύκλου Ποιητών

*Μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών.

 

ΛΑΜΠΡΟΣ ΒΡΕΤΤΟΣ

 

ΑΚΡΑΤΟΣ ΛΥΡΙΣΜΟΣ ΜΕ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΡΟΕΚΤΑΣΗ

 


Γεννήθηκε στους Τσουκαλάδες της Λευκάδας το 1931. Είναι απόφοιτος της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ιωαννίνων και υπηρέτησε ως εκπαιδευτικός της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης σε διάφορα σχολεία της Ελλάδας.

Από το 1986 είναι συνταξιούχος και ζει στην Πάτρα. Εδώ και πολλά χρόνια ασχολείται με την ιστορία, την πεζογραφία και την ποίηση. Έχει πλούσιο συγγραφικό έργο.

 Εργασίες του έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά, εφημερίδες και ανθολογίες. Έχει δώσει δεκάδες διαλέξεις, κυρίως στην Πάτρα, στο πλαίσιο των φιλολογικών βραδινών της Εταιρίας Λογοτεχνών ΝΔ Ελλάδας και των εκδηλώσεων του Συλλόγου Λευκαδίων Πάτρας.

 Είναι μέρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, της Εταιρίας Λογοτεχνών ΝΔ Ελλάδας, του Συνδέσμου Ιστορικών Συγγραφέων, της Εταιρίας Λευκαδικών Μελετών, της Ένωσης Καθηγητών και Διανοουμένων για την προαγωγή της Φιλοσοφίας στην Εκπαίδευση (Ε.Κ.Δ.Ε.Φ.) και πολλών συλλόγων.

 Έχει εκδώσει 16 βιβλία (ιστορία, πεζογραφία, ποίηση, σχολικό θέατρο, λαογραφία, μελέτη) και έχει βραβευθεί οχτώ φορές (βραβεία - έπαινοι).

 Άκρατος λυρισμός με βαθιά φιλοσοφική προέκταση και συναίσθημα χαρακτηρίζουν τα ποιήματα του Λάμπρου Βρεττού Ποίηση, ύμνος στον πόνο της στέρησης με χαρακτηριστικό στίχο : «Τα μάτια σου φωτεινά κομμάτια του γαλαξία μας, “φως εκ φωτός” του Πλάστη μας ».

 Ο τροφοδότης πόνος μεγαλείο στα κυπαρίσσια, στις πυγολαμπίδες που δεν νικάνε το σκότος, στο γυρισμό που είναι άπιαστη γιορτή και στο σπάραγμα που εκφράζεται με το ποιο κάτω ποίημα

 Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΣΟΥ

 (Της αείμνηστης κόρης μου)

 “Χάρμα οφθαλμών” η μορφή σου

 της πάλλευκης ψυχής σου

αυθεντική απεικόνιση.

 Τα μαλλιά σου μεταξένιοι

 λάμποντες βόστρυχοι

στο χρώμα του κάστανου.

 Τα μάτια σου φωτεινά

 κομμάτια του γαλαξία μας,

 “φως εκ φωτός” του Πλάστη μας.

 Ρεματιά μ’ αηδόνια το στόμα σου,

 πηγή μελίρρυτης έκφρασης

 λόγου και αγάπης.

 Τα χείλη σου δυο παράλληλες

 ρόδινες περισπωμένες

που εκφράζουνε της καρδιάς

 και της γλώσσας σου

τους μελιστάλαχτους ήχους.

 Το χαμόγελό σου κλειδί

 για όλες τις κλειδωμένες καρδιές.

 Κοχύλια τ’ αφτάκια σου

 που αφουγράζονται ακόμα

και του μυρμηγκιού την αγρύπνια.

 Τα χέρια σου αγγελικά

 αγκαλιάσματα στων ανθρώπων

 τις χαρές και τις λύπες.

 

 Επιθυμεί να συντάσσονται τα πάντα και οι πάντες στο αλώνι της αδελφοσύνης.

 Είναι λάτρης της αγάπης στα γράμματα, της γνώσης που καθίσταται «κτήμα ες αεί» κατά τον Θουκυδίδη.

 Η γνώση και η παιδεία είναι τα μόνα αγαθά που παραμένουν στον κάτοχό του, τόσο στη ζωή όσο και μετά τον θάνατό του όπως διακηρύττει ο Μ. Βασίλειος ο μεγάλος στοχαστής, άγιος τιμώμενος και ως προστάτης της Παιδείας.

 Η παιδεία μια παράδοση αιώνων από την Ομηρική ακόμη εποχή είναι για τον Λάμπρο Βρεττό «κρυφό σχολείο ίασης».

 Είναι θάλασσα-γυναίκα που αναδύεται από τον κόλπο της, μετατρέπεται σε ηχοχρώματα και με ένα αντικλείδι θαυματουργικό σε μια στιγμή ανοίγει την πόρτα της αιωνιότητας. «Ένα κοχύλι αστρόσκονη ή ακρωτήρι να ρουφάει την αλμύρα των δακρύων», θέλει ο ποιητής ως τιμή για το νησί του πρώτου του ήλιου που είναι «καμπανούλα γιορτής» στο όμορφο Ιόνιο.

 Μια ευαίσθητη πνοή διαχέει στους μελετημένους, λυρικούς και φιλοσοφικούς στίχους εκφράζοντας συμπυκνωμένα, λακωνικά, υψηλά μηνύματα και απέραντα συναισθήματα και στοχασμούς.

Με ύφος λεπτό, με παλμό και κίνηση εναλλασσόμενη περιρρέει τους στίχους, με μουσικότητα δίνοντας χαρακτήρα πόνου.

 Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ

 Δε θέλω να μου δέσετε τα μάτια

. Ορθάνοιχτα τα θέλω για να βλέπω

 το θάνατο, που θα ‘ρχεται απ’ τις μπούκες

 των όπλων σας, φακής παλικαράδες.

 Το θάνατο εγώ δεν τον φοβάμαι.

Πολέμησα για την Πατρίδα τίμια

 και που γι’ αυτήν πεθαίνω δε λυπάμαι.

 Λυπάμαι μόνο που η παράταξή σας

 της λευτεριάς σκοτώνει αγωνιστάδες.

 Δε θέλω να μου δέσετε τα μάτια.

Θέλω μονάχα ο τελευταίος να ‘μια

 μες στους νεκρούς της άδικης σφαγής μας.

 Το αίμα μας, που πότισε το χώμα,

 θέλω γαρίφαλο να γίνει

τον πόνο της Πατρίδας ν’ απαλύνει

. Εμπρός, δώσε το πρόσταγμα, Λοχία,

 στ’ απόσπασμα, τα όπλα να σηκώσουν.

 Διάταξε “πυρ” αθώο να σκοτώσουν...

 Τα λόγια του παλικαριού μιλήσαν

κατάβαθα στων ένοπλων το είναι

και μ’ ένα νεύμα όλοι συμφωνήσαν...

 Στο πρόσταγμα δε σηκώθηκε ντουφέκι,

 ούτε στο δεύτερο, μα ούτε και στο τρίτο.   Λυσσομανάει ο “αρχηγός” παρέκει,

 ενώ ο ήρωας φωνάζει “ζήτω”

 και τραγουδά της λευτεριάς τραγούδι.

Έξω φρενών πια τώρα ο Λοχίας

 στους άντρες τ’ αποσπάσματος φωνάζει:

Εσάς θα σας περάσω από δίκη,

 και τ’ όπλο του ενός αφού αρπάζει

 σκοπεύει και σκοτώνει τον ασίκη.

 Το αίμα του γαρίφαλο ας γίνει

τον πόνο σου, Πατρίδα, ν’ απαλύνει.

 

 Εικόνες με αποχρώσεις φωτός, ωρίμανση με σιωπή προδίδουν νουν ρυτιδωμένης σοφίας. Με τους στίχους υμνεί τη χαρά, τον έρωτα, τη φύση, την ομορφιά και τη γνώση.

Ποίηση εσώψυχη, ερωτική,, αναδεικνύει έναν ποιητή ονειρολόγο που με ευαισθησία ψυχής αναπλάθει την συμπαντική ωραιότητα του Κόσμου και αποκαλύπτει τη μοναδικότητά του.

 

 ΚΑΛΗΜΕΡΑ

 

 Κάθε πρωί πλένω το πρόσωπό μου

 για να πω καλημέρα στον ήλιο,

 για να πω καλημέρα στους νεκρούς μου.

 Ύστερα σκύβω στο εικόνισμα της Παναγιάς

 και λούζω το πρόσωπό μου με δάκρυ.

 Όλη την ημέρα τους στέλνω

 τον ήλιο με φιλιά.

Το βράδυ η καρδιά μου

 ξενυχτάει στο μνήμα τους.

 

ΝΥΧΤΑ

 Νύχτα πλημμυρισμένη

με θολούς λογισμούς,

 δέος, πίκρα, αγωνία.

Απ’ τα σύννεφα της ψυχής μου

 στάλαζαν δάκρυα

. Ξαφνικά στην ανεμοδαρμένη

 καρδιά μου

υ φτερούγησε η ελπίδα

μ’ ένα κάνιστρο γεμάτο

 ύπνο και όνειρα.

 Το πρωί ο καθρέφτης

 μου χαμογέλασε...

 

Η ελπίδα κυριαρχεί στην αέναη πορεία της ζωής η οποία γεννιέται μαζί με τη ποίηση που υπάρχει πριν από εμάς, συνεχίζεται αενάως και πάλλεται αφομοιώμενη με το ρυθμικό μέλος του ποιήματος.

 Γράφεται στην πέτρα της υπομονής που γεννά ανθούς καταυγάζοντας ένα μυροβόλημα στην ψυχή του κόσμου.

Επιχειρεί ο Λάμπρος Βρεττος θρησκευτικές αναδιφήσεις που στις λατρευτικές τους θεωρήσεις ενέχουν την ευθυβολία της προσωπικής γνώσης και την Ιστορική σύγχρονη επικαιρότητα, της ποιητικής του εκφραστικής.

 

ΠΡΟΣΕΥΧΗ

 

 Ω, γλυκέ, γλυκύτατε Εσταυρωμένε!

 Το ξέρω πως αγρυπνάς πάντα

δίπλα μας, σαν βρεθούμε

 στους σκοτεινούς δρόμους

 και στις ερημιές της ζωής.

 Χάρισέ μας, Κύριε, τη δύναμη

 να νικάμε τις εναντιότητες,

 και μην επιτρέψεις ποτέ

να αποκάμει η ψυχή μας

 στις τρικυμίες του βίου.

Κάμε να πραγματοποιηθούν

 τα λόγια του ψαλμού:

 «Εάν, γαρ και πορευθώ

εν μέσω σκότους και σκιάς

 θανάτου ου φοβηθήσομαι

 κακά ότι Συ μετ’ εμού ει» [ψαλμός 32,4]

 

Ενστερνισμένος τις αξιακές μυθιστορίες των αρχαίων και την διαχρονικότητά τους, επαληθεύεται ως δημιουργός στην επίπλαστη στιχουργία της εποχής μας, φέρει στο φως όλες τις εξαγνιστικές ιδιότητες της κάθαρσης των αρχαίων μύθων που μας δωρίζουν στα κοινωνικά μας δρώμενα.

 Τα ποιήματά του, προσεγγίζουν την παραμυθία και τη λάμψη του συναισθήματός του, προς την ασύνορη αγάπη, την ελπίδα και την κοινωνία της ψυχής του.

 

ΣΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΤΟΝ ΚΑΦΕΝΕ

 

 Στου χωριού τον καφενέ τα γεροντάκια

 καθισμένα κυκλικά στα τραπεζάκια,

 πίνουν τσάι ή καφέ ή τα ποτά του

ς και μιλάνε συνεχώς για τα δικά τους.

 Και μιλάνε, και μιλάνε, και μιλάνε,

για τα νιάτα τους που πέρασαν και πάνε.

 Για πολέμους, κακουχίες, για στερήσεις,

 για κλαδέματα, οργώματα, ραντίσεις.

 Ένας γέρος τη συζήτηση αλλάζει,

 δίνει κέφι τις σκοτούρες μετριάζει.

 Στου χωριού τον καφενέ τα τραπεζάκια

μείναν άδεια, φύγαν πια τα γεροντάκια.

 

Ποίηση με πολλαπλές στοχαστικές αποκρυπτογραφήσεις, σε μια ποιητική καθ’ όλα ανθοφορία, με παραμέτρους, την επιγραμματική κατάθεση του συναισθήματος του.

 

Τ’ ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ

( Στο φίλο Γ. Σ.)

 

Τα χρόνια της φιλίας μας

, δοκιμασμένης στο καμίνι

των ατυχιών της ζωής,

 μας έδεσαν τόσο,

 που σε βλέπω αδελφό μου!

 Με σένα δίπλα μου

 διπλασιάζεται ο εαυτός μου.

 Πλούτος μου η ένθερμη φιλία σου.

 Απ’ την πινακοθήκη της μνήμης μου

 δεν θα λείπει ποτέ η εικόνα σου.

 Ποτέ μου, τ’ ορκίζομαι,

 δεν θα εισβάλω αδιάκριτα

στο χώρο της ψυχής σου.

 

 Εφορμά, με το ίδιο πάθος στην αγάπη για τους γονείς του και το δείχνει γεμάτος υποσχέσεις.

 Εφορμά, με το ίδιο πάθος και στο κοινωνικό προσκήνιο και στο δοξαστικό επέκεινα της μνήμης και του οράματος.

 Θέτει λοιπόν ως προμετωπίδα της ζωής, τον τρόπο φωτισμού και αξιολόγησης των πάντων. Το φως, «το ένδον σκάπτειν», ανιχνεύεται σ’ όλα τα ποιήματά του, γίνεται ένα προσωπικό και κοινωνικό εφαλτήριο φωτότροπης αλήθειας, έρωτος, μνήμης, κοινωνικής ανταπόκρισης.

 

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΩΝ ΓΟΝΙΩΝ ΜΟΥ

 

 Φωτογραφίες των γονιών μου,

 σας ανταποδίδω καθημερινά

 τα βλέμματα που μου στέλνετε

 μέσα απ’ τις κορνίζες σας

 και συχνά αναρωτιέμαι :

άραγε έκανα κάτι άξιο του ονόματός σας

 και της τιμής σας;

 Ξέρω πως προσπάθησα

 και σας υπόσχομαι

 πως θα εντείνω τις προσπάθειές μου

 για να ανταποκριθώ στην αξία σας.

 

 Θα ήθελα να ευχηθώ στο Λάμπρο, να είναι αστείρευτη πηγή, σε καιρούς δύσκολους πολύ, να μας προσφέρει το λόγο του, να συντάσσεται με τις μακρινές θάλασσες των ονείρων του, για να κρατάει αμόλυντα στα βάθη της ψυχής του την αγάπη για τον άνθρωπο. Και να γιομίζει την καρδιά του με το φως του ήλιου της Πάτρας και με το νέκταρ της αισιοδοξίας και της δημιουργίας. Να έχει δικούς της μακρινούς ωκεανούς, για να βρίσκει τις λαλαίουσες λέξεις και να μας ιστορεί τ’ όμορφο παραμύθι της ζωής, της τον Έρωτα, του ανθρώπου και του Θεού. Λάμπρο μου σου εύχομαι ολόψυχα να έχεις μια μακρόπνοη και ευδόκιμη πορεία και να φτερουγίζεις σαν ταξιδιάρικο πουλί μέσα στους χώρους του έντεχνου λόγου.



  •  

 

ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΡΕΛΛΑ

 



 

 Ομιλία  Λεωνίδα Γ. Μαργαρίτη Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνών



ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΡΕΛΛΑ

 

Η ζωή μας σήμερα υπαγορεύεται από ανένδοτους λογοκριτικούς μηχανισμούς, οι οποίοι τον απογυμνώνουν από κριτήρια ενός αδιάσπαστου νοήματος ανθρωπισμού. Μέσα στην προοπτική αυτού του κόσμου που όλα τείνουν να γίνουν ομοιόμορφα και ομοιόχρωμα, η αείμνηστη φίλη μας πρώην συνεργάτρια μας, Γενική Γραμματέας της Εταιρείας μας μέχρι τη μέρα του θανάτου της, γνωστή συμπολίτης λογοτέχνης και ζωγράφος δημιούργησε   με τη γλώσσα ,τη σκέψη και το χρωστήρα, ένα καλλιτεχνικό πεζογραφικό και ζωγραφικό έργο που είχε κεντρικό πυρήνα τη ζωή και αντιμάχοταν  την πνευματική και ηθική αδράνεια του καιρού μας. Την αείμνηστη, αγαπημένη μας συνεργάτιδα γνωρίσαμε πολύ προ του έτους 1985, τότε που έγραφε τα πρώτα της διηγήματα. Μάλιστα, η Εταιρεία Λογοτεχνών πολύ πριν καταστεί τακτικό μέλος της, είχε προγραμματίσει για την 31η Ιανουαρίου του 1985(βλέπε Εφημερίδα ΑΛΛΑΓΗ 27-1-1985) η διαλεχτή συγγραφέας, όπως αναφέρονταν στο δημοσίευμα, να παρουσιάσει στην αίθουσα του πνευματικού Κέντρου της Εταιρείας(Αγίου Ανδρέου 52) ανέκδοτη εργασία της σε πεζογραφία .Μάλιστα ,η αναγγελία αυτή σημείωνε για τη Μαρία  τα εξής: “Βεβαίως για το ευρύ κοινό η κ. Καρέλα είναι γνωστή σα ζωγράφος, την ερχομένη όμως Πέμπτη 31 Ιανουαρίου και ώρα 8 μ.μ. Θα έχουμε την ευκαιρία να την γνωρίσουμε και ως πεζογράφο.

 Όμως τελικά αυτή η παρουσίαση δεν έγινε, εξ αιτίας της αυθαίρετης επιλογής του τότε προέδρου της Εταιρείας αείμνηστου φίλου Αλέκου Μαρασλή να προκαλέσει την ίδια μέρα και ώρα κοινή σύσκεψη φορέων για πολιτιστικά θέματα, κάτι που είχε ως συνέπεια και τη μοναδική κρίση, που δοκίμασε η Εταιρεία στα σχεδόν σαράντα χρόνια ζωής και δράσης της.

 

Η αείμνηστη Μαρία Καρέλα κατέστη τακτικό μέλος της Εταιρείας μας με ένα βιβλίο στο ενεργητικό της, την συλλογή Διηγημάτων «Αποκοτιές» και μια δεύτερη «Το επιμύθιο σιωπής» με παμψηφεί απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της 11ης Μαΐου 1995.

Στο βιογραφικό της σημείωμα, που συνόδευε την αίτηση εγγραφής της, αναφέρονται τα εξής επιγραμματικά:

Η Μαρία Καρέλα γεννήθηκε ,μεγάλωσε και ζει στην Πάτρα. Τελείωσε τις γυμνασιακές της σπουδές εις τα Αρσάκεια Σχολεία της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρεία. Συνέχισε τις σπουδές της εις την Γαλλική γλώσσα στη Σχολή Ουρσουλινών Μοναχών Αθηνών, απ’ όπου απεφοίτησε με άριστα και απέκτησε πτυχίο Γαλλικής (SORBONNE).

Ομιλεί τέσσερες γλώσσες, Γαλλικά ,Αγγλικά, Ιταλικά, Γερμανικά και έχει ασχοληθεί με την λογοτεχνία.

Κείμενα της έχουν δημοσιευθεί κατά καιρούς εις τον Αθηναϊκό και τοπικό τύπο. Είναι γνωστή ζωγράφος και η δουλειά της έχει τύχει της αποδοχής μεγάλης μερίδας του κοινού και κριτικών. Επίσης έχει εντρυφήσει ενεργά εις τα κοινά του τόπου της. Το πρώτο της ξεκίνημα στη λογοτεχνία έκανε με μια συλλογή Διηγημάτων με τον τίτλο «Αποκοτιές» που τυπώθηκε στις εκδόσεις Π.Κούλης της πόλης μας.

 Ο αείμνηστος φίλος και πρώτος πρόεδρος της Εταιρείας μας Λογοτέχνης Ιστορικός και κριτικός βιβλίου Κώστας Τριανταφύλλου υποδέχθηκε αυτό της το έργο με θερμά λόγια από τη στήλη κριτικής βιβλίου της εφημερίδας  «Πελοπόννησος».. «Έχει το προτέρημα να έχει σύντομα κείμενα δέκα εννιά θα τα πω χρονογραφήματα ,τα δέχομαι και για διηγήματα. Το σπουδαίο είναι, πως είναι σύντομα και καλογραμμένα, δε φέρνουν άχρηστο βάρος λέξεων και φράσεων, διαβάζονται και εκτιμώνται με πλήρη αποδοχή από τον αναγνώστη.

 Η συμπολίτισσα μας δίνει λογοτεχνικά κείμενα ,αυτό είναι που προέχει και ό,τι γράφει είναι τέχνη και μάλιστα με πολύ φως, με πολλή παρατηρητικότητα και απόδοση. Η κ.Καρέλα μας οδηγεί στη σκέψη της και τη δική της λεπτή αίσθηση και το δικό της κόσμο».

Εξίσου επαινετικά σχόλια σε κριτικό του σημείωμα στη ίδια εφημερίδα κάνει για το πρώτο της βιβλίο και ο λογοτέχνης και δημοσιογράφος αείμνηστος και αυτός σήμερα Γιάννης Καραλής: «Τώρα μας αιφνιδίασε με την κυκλοφορία ενός κομψού τόμου αφηγημάτων, που το τιτλοφορεί «Αποκοτιές». Λέγω μας αιφνιδίασε τόσο το περιεχόμενο όσο και ο τρόπος γραφής φανερώνουν πεζογράφο με γνώση της γλώσσας και της αρχιτεκτονικής του μικρού αφηγήματος ,που είναι από τα δυσκολότερα είδη του λόγου». Η ίδια η συγγραφέας σε συνέντευξη της και σε ερώτηση της δημοσιογράφου να περιγράψει τη διαδρομή που την οδήγησε στην έκδοση του πρώτου της βιβλίου «Αποκοτιές» σημειώνει: Διαδρομή δεν υπήρξε. Από τη στιγμή που ένιωσα τον εαυτό μου μέσα στη χρονική ηρακλήτεια ροή, γράφω συναισθηματικά, αποτυπώνοντας στο χαρτί ερεθίσματα, προβληματισμό, οργή, αμηχανία…Όλα όσα ανακατεμένα μαζί με τον οίστρο κάνουν το λόγο δημιουργικό!». Το 1995 έρχεται το δεύτερο βιβλίο διηγημάτων και αυτό με τον τίτλο «Το Επιμύθιο σιωπής» που κυκλοφορεί από τις ίδιες εκδόσεις Π. ΚΟΥΛΗΣ. Ο Κώστας Τριανταφύλλου θα καταπιαστεί και με το δεύτερο βιβλίο της Μαρίας στη στήλη του ΚΡΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΥ της εφημερίδας “Πελοπόννησος” γράφει: «Ένα από τα ενδιαφέροντα του φιλολογικού βιβλίου είναι πως τα θέματα και οι μορφές όλων αυτών των πεζογραφημάτων είναι από την Πατρινή ζωή και μάλιστα των τελευταίων χρόνων. Είναι ωραίο να βλέπουμε να μεταφέρονται στο χώρο της Τέχνης τα σύγχρονα γεγονότα της καθημερινής ζωής με μια ευαισθησία και αντίληψη, που μόνο ένα λογοτεχνικό ταλέντο μπορεί να προσφέρει. Όλα αυτά τα έχει το νέο άκρως συμπαθητικό και καλογραμμένο βιβλίο της διαλεκτής συμπολίτισσας διανοήτριας». Το 1996 έρχεται το τρίτο κατά σειρά βιβλίο της Μαρίας και αυτό συλλογή Διηγημάτων με τον τίτλο «IN MEMORIAN» από τις ίδιες εκδόσεις της πόλης μας.

 Το τρίτο αυτό πόνημα της Μαρίας η κριτική το υποδέχθηκε με ιδιαίτερα κολακευτικά λόγια και ήταν πιο πολλοί ο πνευματικοί άνθρωποι που ασχολήθηκαν διάβασαν και κατέθεσαν δημόσια τον κριτικό τους λόγο. Πέρα από τον Κώστα Τριανταφύλλου, ο οποίος καταθέτει και πάλι τα καλά του λόγια, για τη συγγραφέα και το έργο κρατικά σημειώματα δημοσιεύσαν ο Λογοτέχνης και Δημοσιογράφος Γιάννης Καραλής, η Φιλόλογος –Διευθύντρια Λυκείου Δήμητρα Γκότση ,ο Σταύρος Ιντζεγιάνης κ.α. ‘Όπως σημειώνει η ίδια στο έργο της αυτό, άξονας και ουσίας της δόμησης των διηγημάτων της είναι πια οι ανθρώπινες σχέσεις, με τις όποιες αλληλεξαρτήσεις που αλλοτριώνουν συχνά την ουσία του ατόμου και διαμορφώνουν τρόπους συμπεριφοράς. Πρόκειται για μια απόπειρα ψυχογραφήματος, μια ενδοσκόπηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς και μια πιο ολοκληρωμένη και ώριμη ματιά στις κοινωνικές αντιπαραθέσεις, που παραποιούν τον τρόπο διαβίωσης σ’ ένα χώρο θυτών και θυμάτων».

Το 1997 θα ακολουθήσει μια τέταρτη κατά σειρά συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο «Τραπεζ» από τις ίδιες που εκδόθηκαν και οι προηγούμενες συλλογές της, Εκδόσεις Π. Κούλη.

 Την ιδία υποδοχή δέχθηκε και τούτο το έργο της Μαρίας Το 2000 θα δει τη δημοσιότητα και το πρώτο της μυθιστόρημα από τις γνωστές πανελληνίως Εκδόσεις «Νέα Σύνορα». Με τον τίτλο: «ΠΑΤΡΙΝΕΛΛΑ» Το μυθιστόρημα αυτό είχε πανελλήνια απήχηση αφού θα παρουσιαστεί στη Αθήνα στη Ζάκυνθο, στην Θεσσαλονίκη, στο Μεσολόγγι και στην πόλη μας. Όπως εύγλωττα υποδηλώνει και ο τίτλος του βιβλίου, στις σελίδες του ο αναγνώστης θα συναντήσει έμμεσες και άμεσες αναφορές στην πόλη μας καθώς και σε υπαρκτά πρόσωπα της τοπικής κοινωνίας περασμένων δεκαετιών, ενώ δε λείπουν βέβαια και οι περιγραφές χαρακτηριστικών και γραφικών σημείων της Πάτρας. Είναι δε τόσο καταιγιστική η δράση και τόσο συναρπαστική η πλοκή του βιβλίου, που αξίζει να σημειωθεί ότι ο μύθος επιλύεται μόλις στην τελευταία σελίδα, κρατώντας σε διαρκή αγωνία τους αναγνώστες.

 Το 2002 θα κυκλοφορήσει το δεύτερο κατά σειρά μυθιστόρημα της Μαρίας Καρέλα με τον τίτλο: «Δύο καλοκαίρια στο Ονειροδρόμιο».

Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που, όπως λέει η ίδια η συγγραφέας του , θα το ονόμαζε ψυχογράφημα. Επεξεργάζεται λίγο-πολύ διχασμένες συνειδήσεις ανθρώπων οποιουδήποτε βεληνεκούς μέσα από τον κοινωνικό ιστό.

 Καταπιάνεται με διαφόρους ανθρώπους, όπως δημοσιογράφους, γιατρούς, ψυχολόγους, καθηγητές απλούς καθημερινούς χαρακτήρες και πρόσωπα.

 Είναι ένα βιβλίο που εχει ξεκάθαρα πατρινό χρώμα και ξεκινάει σαν αναφορά από το 1900 μέχρι το 1950 παρακολουθώντας την ιστορία μίας οικογένειας.

 Μέσα σε αυτές τις δεκαετίες ο αναγνώστης βλέπει την εξάπλωση και εξέλιξη της Πάτρας, αλλά και τη διαφοροποίηση της συγκεκριμένης οικογένειας. Πώς εκπίπτει από τα πλούτη και τα μέλη της στρέφονται το ένα εναντίον του άλλου.

 Στο τέλος του βιβλίου υπάρχει μια έκπληξη, που υποχρεώνει τον αναγνώστη να μη διακόψει την ανάγνωση, για να φτάσει το δυνατόν ταχυτέρα στην αποκάλυψη.

 Το 2004 από τις εκδόσεις ΕΛΑΤΗ κυκλοφόρησε το τρίτο κατά σειρά μυθιστόρημα της με τον τίτλο «Ηλιοβασίλεμα στο Μετζάο»

 Με το νέο της αυτό μυθιστόρημα η Μαρία Καρέλα εδραιώνεται στο χώρο του Μυθιστορήματος αναπλάθοντας βιώματα γεγονότα, περιστατικά και πολύτιμα φυλακτά της μνήμης.

 Η συγγραφέας αναφέρεται σε ιστορικά γεγονότα, που διαδραματίζονται σε τέσσερες δεκαετίες του εικοστού αιώνα.

Εκεί που επιμένει και ρίχνει δυνατό και άπλετο φως, είναι η Μικρασιατική τραγωδία ,η δίκη των έξι και ο ερχομός των προσφύγων στην Πάτρα. Παραθέτει ακόμη σημαντικές πληροφορίες και εύστοχες παρατηρήσεις για τους πρόσφυγες της Πάτρας, δηλαδή για την αντιμετώπιση που έτυχαν και για τη μεγάλη τους προσφορά σε πολλούς τομείς.

 Το τέταρτο μυθιστόρημα της Μαρίας Καρέλα θα κυκλοφορήσει το 2006 από τις εκδόσεις ΕΛΑΤΗ με τον τίτλο :«ΠΕΤΡΙΝΕΣ ΜΝΗΜΕΣ». Οι μνήμες είναι βαριές και ένας άνθρωπος δεν θα μπορούσε να τις σηκώσει μόνος του. Η μνήμη είναι ακριβή και θέλει πολλά «λαβωμένα χέρια». Οι παλιοί έδειχναν στους νέους πώς να σηκώσουν το βάρος του φωτός και εκείνοι έδειχναν τη δύναμη του μέλλοντος που δεν ξέχασε το παρελθόν. Σιγά-σιγά το αγνοούμενο requiem γίνεται ακόμη και πιο έντονο. Οι ξεχασμένες ψυχές ζουν και πάλι τις πέτρινες μνήμες.

Το πέμπτο μυθιστόρημα της Μαρίας Καρέλα θα έλθει και αυτό από τις εκδόσεις ΕΛΑΤΗ το 2.008 και φέρει τον τίτλο :"ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΣΟΦΙΤΑΣ”και θα γίνει δεκτό με θετικές κολακευτικές κριτικές τόσο από τους ειδικούς όσο και από το αναγνωστικό κοινό.

Θα ακολουθήσει το έκτο μυθιστόρημά της με τον τίτλο: “Εις τας αυλάς” που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Κ.Μ.ΖΑΧΑΡΑΚΗΣ το έτος 2011,με το οποίο προσπάθησε η συγγραφέας να δώσει αναγλυφα μιά εποχή  αρκετά μακριά μας -αρκετά κοντά μας  όπου τη ζωή τη διέπει ο αλληλοσεβασμός και η αλληλοεκτίμηση,

πράγματα ξεχασμένα εδώ και καιρό στο σεντούκι του χρόνου και της μνήμης. Η σημερινή μας Πάτρα απέχει δυστυχώς, πόρρω της παλιάς  με αποτέλεσμα τα συναισθήματα που μας καταλαμβάνουν σήμερα να είναι θλίψη, πίκρα, απογοήτευση. Γιατί εκείνοι οι χρόνοι οι ζηλευτοί έχουν φύγει ανεπιστρεπτί.

 

Το τελευταίο της  βιβλίο που όπως αποδείχθηκε ήταν και το κύκνειο άσμα της στο χώρο της λογοτεχνίας και της ζωής ,ήταν αυτό που και παρουσιάσθηκε λίγο πριν έρθει το μαντάτο του προβλήματος υγείας που αντιμετώπισε και αποτέλεσε τον καταλύτη της τελευταίας περιόδου της ζωής της.

Πρόκειται για το μυθιστόρημα με τον τίτλο “ΚΟΚΚΙΝΟΒΡΑΧΟΣ”, όπου η Μαρία αφού εγκατέλειψε τη θητεία της στο κοινωνικό και ηθογραφικό  μυθιστόρημα . Αυτοαποδέχεται την πρόκληση να ασχοληθεί με  το θρίλερ. Ένα είδος` που η συγγραφέας επιδιώκει βήμα το βήμα τον αιφνιδιασμό και την ανατροπή σε σημείο που ο αναγνώστης παρακολουθεί  την εξέλιξη των γεγονότων με κομμένη την ανάσα. Έχτισε υπομονετικά ένα πολυπρόσωπο “θεματικό” όπου οι ανατροπές  έχουν τον πρώτο λόγο. Στόχος του είναι η απορρόφηση του αναγνώστη να βρει τις λεπτές ισορροπίες και να βρει την κάθαρση στο επιμύθιο. Το βιβλίο αυτό αποτελεί μια τολμηρή όπως σημειώθηκε και κατά την παρουσίαση του συγγραφική καινοτομία όπου το μυθιστόρημα εξελίσσεται σε ένα αγωνιώδες σ’ ένα δραματικό θρίλερ δημιουργώντας ένα θαυμάσιο σύνθετο λογοτέχνημα.

Πέρα από το μυστηριώδες της  πλοκής του ,το βιβλίο της Μαρίας χαρακτηρίζεται από μια γλωσσική ,φιλολογική και λογοτεχνική αρτιότητα. Αξιόλογη είναι και η περιγραφή των τοπίων όπως και των χαρακτήρων των ανθρώπων που εμπλέκονται στο μύθο του έργου. Η συγγραφέας αποδεικνύεται βαθύς γνώστης της ανθρώπινης φύσης και των αδυναμιών της.

 Θεωρώ να σημειώσω πως την αποψινή μου αναφορά στο συνολικό συγγραφικό έργο της Μαρίας Καρέλα το πράττω πρώτα-πρώτα για μια συνεργάτιδα, τη Γενική Γραμματέα της Εταιρείας Λογοτεχνών τιμητική θέση την οποία διατήρησε μέχρι της τελευταίας στιγμής της εξόδου της από τη ζωή έπειτα από μια ηρωική θάλεγα μάχη με τον ανίκητο δράκοντα της εποχής  μας αλλά και σε ανταπόδοση των παρουσιάσεων του δικού μου έργου σε ειδικές τιμητικές εκδηλώσεις και σε εκτός Πατρών παρόμοιες αλλά και για την κριτική της αποτίμηση σε περιοδικά και εφημερίδες.

Μαρία νοιώθω ανάλαφρα μια και ανταπέδωσα μέρος των όσων έπραξες για την Εταιρεία και προσωπικά για την ταπεινότητά μου.

Μαρία μας καλή αντάμωση...Το έργο σου θα σε θυμίζει εις τον αιώνα. Πέρασες επάξια στην Αχερουσία. Με το έργο σου πέρασες στην Αθανασία...

 

 


ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΓΙΑ ΤΟ ΛΑΜΠΗ ΛΟΥΚΟ

ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΓΙΑ ΤΟ ΛΑΜΠΗ ΛΟΥΚΟ

 

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ ΝΟΤΙΟΔΥΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

ΣΤΗ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΠΑΤΡΩΝ

ΔΕΥΤΕΡΑ 15 ΜΑΪΟΥ 2017


 

(Κείμενο ομιλίας Αγγελικής Αντωνοπούλου κόρης

 Λάμπη και της Λιτσας  Λούκου- Αντωνοπουλου)

 

Καλησπέρα σας και καλώς ήρθατε.

Θέλω να ευχαριστήσω τους διοργανωτές αυτής της εκδήλωσης και όλους εσάς που ήρθατε απόψε εδώ.

 

Ατσάλινος πάσσαλος βαθιά μπηγμένος στη γενέθλια γη, τα παιδικά τα χρόνια. Πάνω του στηρίζεται και περιστρέφεται, το θέλουμε δεν το θέλουμε, το καταλαβαίνουμε δεν το καταλαβαίνουμε, το δέντρο της ζωής· που ποτίζεται με τα λίγα γλυκά και τ’ άφθονα πικρά δάκρυα της καρδιάς· που τρέφεται , πλούσια ή φτωχά, με τα πολύμορφα, πολυσύνθετα και πολυδιάστατα υλικά του νου. Καθώς με τον καιρό, παίρνει σχήμα, μορφή. Για να μεγαλώσει, ν’ ανθήσει, να καρπίσει. Ώσπου να φυλλορροήσει στο τέλος και να ξεραθεί. Στο χωρίς διακοπή γύρισμα του τροχού.

Όποιος και όπου αν βρίσκεται ο γενέθλιος τόπος του, ταπεινός ή δοξασμένος, παχύφλουδος ή στενόφλουδος, χωριό ή πο σε μία εκδήλωση των Ταχυδρομικών λιτεία, βουνό ή κάμπος, ο καθένας μας θα πρέπει να γνωρίζει το ένα κάποιο παρελθόν του.

Αυτό ήταν ένα απόσπασμα από το βιβλίο του πατέρα μου Λάμπη Λούκου Αντωνόπουλου για τη γενέτειρά του, το χωρίο των Καλαβρύτων, Αγρίδι, που βρίσκεται θεμελιωμένο από αιώνες στη ριζά της Χούνης με τα πόδια ακουμπισμένα στο Λόγγο, στα δεξιά έχει τον Τάρταρη και στα αριστερά την Καπρίβαινα. Ένα χωρίο που έχει πολλά νερά, πλούσια βλάστηση, απέραντη γαλήνη και ησυχία.

Δεν είναι και πολύ εύκολο να μιλάς για τον πατέρα σου, έστω και αν έχουν περάσει 16 και πλέον χρόνια από την 3η Απριλίου 2001 που αναχώρησε για τα Επέκεινα, όπως συνήθιζε να λέει.

Γεννημένος  το 1921 από πατέρα μυλωνά είχε στην οικογένεια άλλα 7 μικρότερα αδέλφια. Από μικρός έγινε προστάτης της πολυμελούς φαμίλιας του μια και ο πατέρας του πέθανε νωρίς. Μεγαλώνοντας με συντροφιά τη βουή των τζιτζικιών τη μέρα και το κλάμα του γκιώνη  τη νύχτα, το θρόισμα των πανύψηλων λεύκων και του υπεραιωνόβιου πλάτανου δίπλα στο λιβάδι,  με τη μυρωδιά του των λουλουδιών και των δένδρων, μεγαλώνοντας  μέσα στον ήχο των κουδουνιών από τα πρόβατα στα γύρω βουνά και τα βράχια, δεν μπορούσε παρά να γίνει ένας άνθρωπος συναισθηματικός και ευαίσθητος με αγάπη στον άνθρωπο και στο περιβάλλον. Ένας άνθρωπος χαρισματικός, ειρηνιστής και οραματιστής  που αγωνίστηκε μέσα από την πέννα του για ιδεώδη και αξίες με κέντρο τον άνθρωπο. Αυτό φαίνεται στη θεματική των βιβλίων του και των ομιλιών του ή των δοκιμίων του.

Πήγε σε 6τάξιο γυμνάσιο  στα Καλάβρυτα. Έδωσε εξετάσεις στη Νομική, όπου πέρασε.  Όμως δεν του άρεσε δεν του γέμιζε τις ανησυχίες του και έδωσε στην σχολή των 3ΤΤΤ  που είναι τα αρχικά των λέξεων  Ταχυδρομείο Τηλεφωνείο  Τηλεγραφείο, όπου και πέρασε επιτυχώς. Τελειώνοντας τη σχολή διορίστηκε στον ΟΤΕ και αργότερα  στο  τέλος δεκαετίας ’40 αρχές του ‘50 όταν χωρίστηκαν τα 3Τ σε Ελ. Ταχυδρομεία και ΟΤΕ πήγε στα Ελ. Ταχυδρομεία. Στο στρατό υπηρέτησε στα τηλέφωνα και τηλεγραφήματα. Μάλιστα γνωρίζω από ιστορίες που έχει διηγηθεί η μητέρα μου, ότι κάποιο βράδυ κάνοντας σκοπιά τον πήρε ο ύπνος. Ο αξιωματικός της περιπολίας τον ανακάλυψε, του πήρε το όπλο, αλλά ευτυχώς γλύτωσε την τιμωρία. Όπως θα δείτε και παρακάτω δεν τα είχε  πολύ καλά με τα όπλα.

 Στη Γερμανική κατοχή έγινε αντάρτης αλλά χωρίς όπλο. Καθήκον του ήταν να κάνει ομιλίες στα χωριά και να ξεσηκώνει τους ανθρώπους της επαρχίας.

Κάποια στιγμή όμως που ήρθαν τα δύσκολα και του έδωσαν διαταγή να σκοτώσει τον πρόεδρο κάποιου χωριού δεν υπάκουσε. Όταν ήρθαν να τον συλλάβουν το έσκασε κρυφά από το παράθυρο, το σπίτι στο χωρίο έχει ένα παράθυρο στο πίσω μέρος που βλέπει το βαγένι του μύλου, 3μ ύψος και από κει έφθασε με τα πόδια στην Πάτρα. Όποιος ήξερε τον πατέρα μου μπορεί να καταλάβει ότι δεν υπήρχε περίπτωση να σκοτώσει άνθρωπο. Φθάνοντας στην Πάτρα μετά από λίγο τον συνέλαβαν. Τον φυλάκισαν  τον βασάνισαν τον παρέδωσαν στους Γερμανούς που τον έκλεισαν στη βίλα Σταυρουλόπουλου στην Αγυιά, με σκοπό να τον εκτελέσουν μαζί με άλλους.

Εκεί βρέθηκε ένας  καλός  άγγελος, ο Θόδωρος Λούκος, θείος του  και τον φυγάδευσε μέσα σ ένα σάκο ταχυδρομείου μέχρι το Διακοφτό και τον έσωσε.

Αργότερα το 1952 παντρεύτηκε τη μητέρα μου Νικολίτσα Θεοδωρώφ κόρη αυτοεξόριστου πλέον στρατηγού, που υπηρέτησε  στην αυλή του τελευταίου Τσάρου Νικόλαου Ρωμανώφ. Ο οποίος για να σώσει το κεφάλι του από τους μπολσεβίκους μετά την επανάσταση αναζήτησε νέα πατρίδα και έφθασε μέχρι την Πάτρα. Εκεί γνώρισε τη γιαγιά μου, πρόσφυγα από τη Σμύρνη και έκαναν 3 κόρες. Τη Νικολίτσα την μητέρα μου, την Μαρία που είναι ανάμεσά μας και την Ανδριάνα που έχει αναχωρήσει σε άλλους κόσμους.  

Στα χρόνια της επαγγελματικής του ζωή ως δημόσιος υπάλληλος ήταν αυστηρός και δίκαιος. Ξεκίνησε με το βαθμό του γραμματέα και συνταξιοδοτήθηκε με το βαθμό του διευθυντού. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα να καταλάβετε την αυστηρότητά του.  Κάποτε ένας  έμπορος έδωσε στο γκισέ του ταχυδρομείου ένα συστημένο γράμμα με την παράκληση το γράμμα να φύγει ως επείγον. Η υπάλληλος το ξέχασε στο συρτάρι της, έφυγε διακοπές, καλοκαίρι ήταν και ο έμπορος δεν έκανε τη δουλειά του. Πήγε λοιπόν να παραπονεθεί μετά από λίγες μέρες και για κακή της τύχη, της υπαλλήλου δηλαδή, βρήκε τον πατέρα μου, ο οποίος την επόμενη  απέλυσε την υπάλληλο για την παράλειψή της και παρ’ όλη την πίεση από υψηλά ιστάμενους  ήταν ανένδοτος. Τελικά κάτω από την προτροπή του Νομάρχη Λαδά, τον οποίον αγαπούσε, υποχώρησε.

Στα χρόνια της χούντας δεν πέρασε καθόλου καλά. Ήταν καταγεγραμμένος ως αντιστασιακός και αυτό του στοίχισε την εξέλιξή του μέσα στα ΕΛΤΑ και ένα ψυχοσωματικό σύνδρομο ημικρανίας που τον ταλαιπώρησε μέχρι το θάνατό του.

Έγραφε για πολλά χρόνια στην εφημερίδα Γνώμη, και στην εποχή του δημοψηφίσματος για το βασιλιά τάχθηκε υπέρ του Όχι με αποτέλεσμα ο εκδότης της Γνώμης, Χρήστος Χριστόπουλος να συλληφθεί.

 Άλλη ιστορία την εποχή της Χούντας, του είχαν αναθέσει να μιλήσει στο θέατρο Απόλλων, σε μία εκδήλωση των Ταχυδρομικών για τον εορτασμό της 25η Μαρτίου. Ασχολείτο πολύ με το θέμα της έναρξης της επανάστασης το 1821.  Υποστήριζε με σθένος την άποψη ότι ξεκίνησε από τα Καλάβρυτα και όχι από την Καλαμάτα που κάποιοι υποστήριζαν.  Όταν του ζήτησαν λοιπόν να ελέγξουν την ομιλία του, λογοκρισίας εποχή,  τους την έστειλε και τους διαμήνυσε ότι αν θέλετε κάτι να αφαιρέσω έχει καλώς. Θα το κάνω. Αν θέλετε όμως κάτι να προσθέσω δεν γίνεται. Ύμνους στη Χούντα δεν θα έκανε.

Ήταν ένας άνθρωπος που διάβαζε, διάβαζε πολύ, έγραφε πολύ. Θυμόταν τα πάντα από αυτά που διάβαζε. Είχε ένα γραφείο με μία πλούσια βιβλιοθήκη από το ταβάνι μέχρι το πάτωμα γεμάτη βιβλία, σε διπλές σειρές. Και πάντα ήξερε που είναι το καθένα. Τον θυμάμαι να κοιμάται νωρίς γύρω στις 9.00 και να ξυπνά γύρω στις 3.00 το πρωί να φτιάχνει καφέ να κλείνετε στο γραφείο του και να γράφει, να γράφει και να διαβάζει με τις ώρες. Αργότερα θα έβγαινε στον κήπο να σκαλίζει και να περιποιείται τα λουλούδια, τους είχε αδυναμία ή θα έπαιζε με την αγαπημένη του σκυλίτσα την Πεντάμορφη. Την αγαπούσε πολύ και όταν κάποτε νοσηλευόταν για καιρό στο νοσοκομείο για τις ημικρανίες που τον βασάνιζαν, ανησυχούσε για την Πεντάμορφη, η οποία στο διάστημα αυτό είχε μαραζώσει  και τι έκανε ο πατέρας μου, μασούσε τροφή, την έφτυνε σε ένα χαρτί και την έστελνε με εμάς στην Πεντάμορφη να φάει να καταλάβει από την μυρωδιά του ότι ζει.

Λάτρευε την αρχαιολογία, νομίζω λυπόταν που δεν είχε σπουδάσει αρχαιολόγος, αργότερα ήθελε να σπουδάσω εγώ αρχαιολογία, αλλά ως γνωστό τα παιδιά κάνουν το αντίθετο από αυτό που θέλουν οι γονείς. Μάλλον πίστευε στο βάθος της καρδιάς του ότι μπορεί ο εγγονός του να γίνει αρχαιολόγος, αλλά τον λάτρευε και νομίζω του το συγχώρησε που δεν έγινε. Για μένα δεν είμαι σίγουρη αν με συγχώρησε ποτέ.

Μέσα στις πολυποίκιλες δραστηριότητες του με ομιλίες, δοκίμια, βιβλία, θεατρικά έργα αλληλογραφούσε με το γιατρό και ανθρωπιστή Αλβέρτο Σβάιτσερ που ξόδεψε τη ζωή του για τα πεινασμένα και άρρωστα παιδιά της Αφρικής προσφέροντας τους ιατρική περίθαλψη, εκπαίδευση και ότι άλλο μπορούσε. Του άρεσαν φυσιογνωμίες που έχουν χαράξει και μένα στην εφηβεία μου, ανθρώπους που αγωνίζονταν για την ειρήνη, την ισότητα και τα δικαιώματα των ανθρώπων όπως ο Μαχάτμα Γκάντι, ο Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ. Ανθρώπους με ιδανικά και υψηλές αξίες. Καμία φορά αναρωτιέμαι αν ζούσε τώρα πόσο θα ένιωθε απογοητευμένος και πικραμένος.

Θυμάμαι την εποχή  της έκδοσης κάποιου βιβλίου του, όλοι έπρεπε να είμαστε επί ποδός, για διορθώσεις και πάλι διορθώσεις και ξανά διορθώσεις και lay out του βιβλίου και η μαμά μου να ζωγραφίζει τα εξώφυλλά ή να ψάχνουμε να βρούμε κάτι που να τον ενδιέφερε.

Μέσα στις πνευματικές του ανησυχίες ήταν και η συλλογή γραμματοσήμων, μάζευε από το 1940, τα τοποθετούσε μέσα σε ειδικά άλμπουμ, τα έπιανε πάντα με τσιμπιδάκι, είχε τα λευκώματα πάντα όρθια και ήταν μία συλλογή για την οποία καμάρωνε.

Πήρε πολλά βραβεία και διακρίσεις στη ζωή του για την προσφορά του στα γράμματα. Ήταν ενεργό μέλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών Ελλάδος και της Ένωσης Λογοτεχνών Νοτιοδυτικής Ελλάδος. Του είχαν κάνει κάποια αφιερώματα όσο ήταν στη ζωή.

Του άρεσαν πάρα πολύ τα ταξίδια. Μετά από κάθε ταξίδι  έγραφε σε συνέχειες οδοιπορικό στην εφημερίδα Γνώμη. Κάποια φορά μάλιστα που είχε γράφει διθυράμβους για την Ελβετία του πρότειναν να αναλάβει το προξενείο της Ελβετίας στην Πάτρα, θέση που δεν δέχθηκε λόγο της αδυναμίας του στις ξένες γλώσσες.

Του άρεσε το ψάρεμα πράγμα που μου μετέδωσε και μένα. Θυμάμαι να ψαρεύουν με τη μητέρα μου, εγώ πολύ μικρή, ώρες ατελείωτες.  Για να μην πλήττω, μου έδιναν και μένα πετονιά με δόλωμα και ψάρευα. Κάποιες φορές στα κρυφά, μου δόλωναν και κάποιο μικρό ψάρι που είχαν πιάσει αυτοί, για να χαρώ και να κολλήσω το μικρόβιο του ψαρέματος.  

Νομίζω ο νερόμυλος του πατρικού του τον είχε χαράξει. Φαίνεται και από το βιβλίο Νερόμυλοι που έτυχε διακρίσεων και αν  είμαστε σε άλλη χώρα, θα ήταν λαογραφικό ντοκουμέντο μιας εποχής που πέρασε, για τα Πανεπιστήμια και την έρευνα, για τη λαογραφία για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που τόσο τις έχουμε ανάγκη  στις μέρες μας.

Νομίζω ο ήχος του νερόμυλου τον συντροφεύει ακόμα εκεί που είναι. Ο νερόμυλος δούλευε μέχρι πριν κάποια χρόνια  και σήμερα σαπίζει  κλειστός και μόνος του. Κάποτε άλεθε συνέχεια για τα γύρω χωριά. Θυμάμαι τα μουλάρια που έρχονταν φορτωμένα και τον ήχο του μύλου καθώς έπεφτε το νερό με δύναμη  από ψηλά και με τη δύναμή του γύριζε τις μυλόπετρες. Όλη μέρα κι όλη νύχτα. Στον ήχο του προσπαθούσα να συντονίζω λέξεις, σκοπούς τραγουδιών και μ αυτούς αποκοιμόμουν, τα καλοκαίρια που πηγαίναμε διακοπές στο χωρίο. Τι γλυκός ύπνος.  

Θέλοντας να κλείσω την μικρή αυτή αναδρομή στη μνήμη του πατέρα μου θα σας μεταφέρω τα λόγια του, για τον ήχο του νερόμυλου αυτό το ρυθμικό ήχο.

Χιλιάδες νύχτες ο γλυκόδροσος αχός τούτου του νερόμυλου σε συναυλία αγγέλων με αηδονολαλιές,  μας απαλονανούριζε. Ξυπνούσαμε μόλις σταμάταγε. Η πάσπαλη, νοτισμένη από την άχνα της χούρχουρης, μένει στα εσώστηθά μας πετρωμένη.

Όσα χρόνια κι αν περάσουν όσο κι αν σκουριάσουν οι κρίκοι, όσο μακριά κι αν ζει κανένας από μια τέτοια πολυαγαπημένη, είναι αδύνατον να την απαρνηθεί και να κοπούν οι δεσμοί. Ποτέ μα ποτέ, οι αυτοκινητοβοές, οι μουσικοταινίες της πόλεως, δεν μπορούνε να συγκριθούν με τον αχό του νερόμυλου, με τις δροστοσταλίδες της χούρχουρης, με τις αηδονοφωνές της κρέμασης του μύλου.

Σας ευχαριστώ πολύ

Αγγελική Χ. Αντωνοπούλου

 

 

 

 

 

 

 

ΙΝΤΖΕΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ: Μια ποίηση έκλαμψης

 

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «Η ΓΝΩΜΗ» Κυριακή  27 Σεπτεμβρίου 2020

 

ΣΤΗΛΗ

Παρέα με την ποίηση

τότε και τώρα

από την Πάτρα


 

  «Eπιμέλεια: ΣΩΤΗΡΗΣ Ι, ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

*Μέλος του Κύκλου Ποιητών

*Μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνων

 

 

 


ΙΝΤΖΕΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ: Μια ποίηση έκλαμψης

 

Γεννήθηκε στην Άρτα και είναι μόνιμος κάτοικος Πατρών. Σπούδασε στην τότε ΑΣOΕΕ.

Παρουσιάστηκε στα γράμματα από το 1975 πρώτα στον Ημερήσιο και Εθνικό Κήρυκα με καθημερινό πρωτοσέλιδο χρονογράφημα ή επιφυλλίδα και εξακολουθεί μέχρι σήμερα ασταμάτητα να γράφει στην εφημερίδα ΓΝΩΜΗ της Πάτρας.

Αρθρογραφεί στην λογοτεχνική επιθεώρηση «Έκφραση» και σε άλλα λογοτεχνικά περιοδικά .

Ασχολείται με την κριτική και τον σχολιασμό λογοτεχνικών και ποιητικών κειμένων και θεάτρου έχοντας παρουσιάσει δεκάδες λογοτέχνες και ποιητές.

Είχε κατά καιρούς τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές παραγωγές σε διάφορα κανάλια και έχει στο ενεργητικό του αρκετές ομιλίες σε Πάτρα - Άρτα - Αίγιο - Πύργο και αλλού κυρίως ιστορικού - κοινωνικού και λαογραφικού περιεχομένου.

Έχει στο ενεργητικό του περί τις 10 χιλιάδες!!! χρονογραφήματα-επιφυλλίδες και αρθογραφίες.  Έχει εκδώσει 18 βιβλία τα  οποία αφορούν Μυθιστορήματα, οδοιπορικά, μελέτες , ποιητικές συλλογές.

 Είναι μέλος της Εταιρείας Ελλήνων λογοτεχνών. Της Εταιρείας Λογοτεχνών Ν/Δ Ελλάδος, Της Εταιρείας Ηπειρωτών Συγγραφέων και άλλων λογοτεχνικών συλλόγων.

 Είναι παντρεμένος με την Ιωάννα το γένος Βασ. Δημοπούλου και έχει δύο κόρες που του χάρισαν 5 εγγόνια!

 Εισέπραξα μεγάλη συγκίνηση, από την ανάγνωση των ποιημάτων του εκλεκτού φίλου και ποιητή Σταύρου Ιντζεγιάννη.

Υπάρχει εδώ μια ποίηση έκλαμψης, από συναισθήματα ψυχής, που αναδύεται αγρυπνώντας και υμνώντας .

 

ΑΞΟΔΕΥΤΟΙ ΕΡΩΤΕΣ        

 

Φθινοπωρινά φύλλα

 σ` αυλόγυρους

 έρημων μοναστηριών.

Οι απολαύσεις που δε χαρήκαμε

σημαδεύουν ψευδαισθήσεις

 και διλλήματα

 στους χορταριασμένους κύκλους

 των αμίλητων εσπερινών

Κι εμείς –ασυγχώρητα αφελείς

περιμένουμε όπως πάντα

 –στο ηλιοβασίλεμα-

την αδιανόητη οπισθοδρόμηση

του χρόνου.

 

 Έτσι, ως προμετωπίδα, την «ορμική συνιστώσα» του ποιητή που αφθαρτοποιεί το χρόνο και μεγαλύνει το ωραιόβαθο σκίρτημα της ψυχής, ας ψηλαφίσουμε τη «συμβολική του αναπόληση» κι ας ακουμπήσουμε νοερά τα υγρά και χνουδωτά μονοπάτια της γενέθλιας μοσκοβολιάς αυτής της ποίησης.

 

ΤΟΙΣ ΚΕΙΝΩΝ ΡΗΜΑΣΙ

 

 Έψαχνε ένα μολύβι

 Λίγο χαρτί.

 Μια λέξη ν` ακουμπίσει την ψυχή του.

 Ν` ανασάνει τον ήλιο κατάσαρκα,

 θαλπωρή ελπίδας.

 Σαν ένα κύπελο με λευκές ανεμώνες.

 Μια αιτία λιποταξίας

 από τις Θερμοπύλες του έψαχνε .

 Όμως

κάθε τόσο

 έσκυβε να διαβάσει,

 εκείνο το καταλυτικό

 «Τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι»,

 που είχαν γράψει κι έμεινε εκεί

 δυόμιση χιλιάδες χρόνια,

 χωρίς να σβήσει.

 

Η ποίησή του μοσκοβολάει θυμάρι με δημοτικοφανή χροιά - παρά την άλλη διάταξη του στίχου. Αποκρυπτόμενη – εδώ - στην απεραντοσύνη της φύσης και στο άμετρο - ψυχικό βάθος της συγκίνησης, ο Σταύρος διεγείρει το συναίσθημα, στην προσωπική του αποκαθήλωση, ατενίζοντας - στο βάθος του χρόνου - την ενιαία σύνδεση και πορεία της ζωής, έχοντας πάντα στα μάτια κρυμμένο, το συναίσθημα Είναι φυσικό επακόλουθο, ο στίχος του να συμπλέκεται αρμονικά με το φυσικό κάλλος και να δικτυώνεται τον ψυχικό και συναισθηματικό ακροβολισμό του.

 

 

Η ΝΥΧΤΑ

 

 Τη νύχτα,

 τα φαντάσματα

 ξενυχτάνε στο κεφαλόσκαλο της λήθης.

 Κουβεντιάζουν

 με τις αποπλανημένες ελπίδες

και τα ορφανά όνειρα της ημέρας

 Ύστερα,

Τυλίγουν τα άσαρκα μέλη τους

 στο σάβανο του παράλογου

και

υπογράφουν παρουσία

 στη μοναδικότητα του τετελεσμένου

 

Είναι φυσικό, το κορφολόγημα των εμπειριών να σπονδυλώνει την ουσία την εξέλιξη του- έως το σήμερα - και φυσικό και ολοζώντανο το ταξίδι, στην πλημμυρίδα του φωτός, που καλύπτει τρανταχτά βιώματα και ψυχικές ευωδιές .

 

ΡΕΜΒΗ

 Έτσι να κάθεσαι σιωπηλός,

ρεμβάζοντας, τη μέρα που φεύγει,

 Τις σκιές που ξυπνούν

 από το λήθαργό τους

κι απλώνουν τις φτερούγες τους,

 πάνω στην ακύμαντη θάλασσα,

 των εφηβικών αναπολήσεων.

 Τα σχήματα

 που χάνουν το περίγραμμά τους,

 σαν υδατογραφίες ακαθόριστες,

 στον τοίχο

 της απέναντι πολυκατοικίας.

Η μελαγχολία,

 πολιορκητικός κριός

 προσπαθεί να συλήσε

ι το αρχέγονο μήνυμα του χρόνου.

 Τι εξουσιάζει τάχα

 την απόσταση από το μηδέν που ερχόμαστε,

 έως το άπειρο

 που θα χαθούμε;

 

Το πλούσιο και λυρικό κέντημα της ασάλευτης – χρονικά - ομορφιάς τους –πλέον - θα την ακολουθεί ως ετοιμόγεννος στίχος και ποίηση ψυχής.

 Ένα βλέμμα γαλήνιας προσμονής, με νοσταλγική υπόκρουση και πεθυμιά ζωής και ανάπλασης, υποκρούει σ’ όλο το έργο του Σταύρου Ιτζεγιάννη.  Είναι πόνος που έρχεται με τα χρόνια, ξαναντικρίζοντας την αδειοσύνη και το λειψό λιανοτράγουδο της εγκατάλειψης. Είναι το ξανάνιωμα της αίσθησης και της αναπόλησης, είναι ο στοχασμός που αβίαστα έρχεται στην εκπνοή του στίχου, είναι η περιφορά του χρόνου στην ανέγγιχτη προσωποποίηση μιας «Ανοιξιάτικης βόλτας», είναι το μεστωμένο κουράγιο της ύπαρξης να δομήσει το νέο σκηνικό της προσωπικής δημιουργίας του ποιητή.

 

ΝΗΣΤΕΙΑ

 

Nηστεύουν Τετάρτη, Παρασκευή

και σαραντάμερα

 να εξαγοράσουν τον εν τοις Ουρανοίς

 με εδαφιαίες μετάνοιες

 και μεγαλόσχημες λαμπάδες .

 Αυτό δεν τους εμποδίζει

Αυτόμολοι

 στους ουρανούς της απόλαυσης

 να θυσιάζουν στους βωμούς της ηδονής

 προς δόξαν Αφροδίτης

 και Διόνυσου των προπατόρων του έρωτα..

Ίσως έχουν διαβάσει

εκείνο το απόδως τα του Καίσαρος τω Καίσαρα

 και το εφαρμόζουν αδιαλείπτως

 και με συνέπεια.

 

 Ένα σπάραγμα, αθέατης και ήρεμης -περισσότερο- χαρτογράφησης την ακολουθεί, σε μια πλούσια και εικονοπλαστική περιδίνηση έκφρασης και ψυχικής ανθοφορίας, που γίνεται σταδιακά, ένας σπασμός ποιητικής αναγέννησης. Ας υπογραμμίσουμε – εδώ - το γραπτό κείμενο του ποιητή, που φωτοδοτεί το μετερίζι του λογοτέχνη, την προσωπική του οδοιπορία και τη συμβολή του στα κοινωνικά μας πράγματα. Εξ άλλου πόσα έχει γράψει στα χρονογραφήματά του για αυτά τα θέματα. Αυτό κατά την άποψή μου καθορίζει και τη δική του κοινωνικό - πνευματική υπόσταση στη ζωή. Έθεσε - ως ασφαλιστική δικλείδα παρόρμησης –έμπνευσης – θύμηση – νοσταλγίας - προσωπικής διαδρομής - έντονης περίσκεψης - και βιωματικής σύγκρουσης και σύνθεσης - ότι εκπορεύεται και εξελίσσεται. Θα μας πει

 

ΣΤΟ 30 ΑΠΟΧΡΩΣΕΙΣ

 ΤΟΥ ΚΟΚΚΙΝΟΥ"

 

 Ζωγραφίζω τ΄ όνομά σου

 σε επάλληλους κύκλους

 ανεξιχνίαστων μυστηρίων

Σε ημικύκλια διαθλάσεων

Με γραμμές και διαγώνιες

 προσπαθώ να προσδιορίσω

 την παρουσία σου

 στις ανοιξιάτικες αιθρίες

 η τις χειμωνιάτικες καταιγίδες,

 Σε ποιους παράλληλους

σε ποιους τροπικούς

ταξιδεύεις έρωτα

 να νοιώσω την ανάσα σου

άρωμα ζωής

 στην ποιητική μοναξιά μου!

 

Ένας πυκνός ορυμαγδός λυρικής χροιάς και ξαστερωμένης υπομονής χρωμοδένεται και ανασαίνει στο πεζούλι, της δικής του – πλέον - οραματικής και ποιητικής οδοιπορίας, τόσο πιστά και τόσο εύπιστα και τολμηρά, ώστε να μας πει,

 

ΧΩΡΙΣ ΦΩΝΗΕΝΤΑ

 

Προσπάθησε

 να γράψει τη λέξη απελπισία,

αλλά είχε τόσα φωνήεντα.

Είχε κι΄ εκείνο το λ το μελωδικό

 που θαρρείς ειρωνευότανε τη γραφή του,

 ώσπου εγκατέλειψε την προσπάθειά του,

 με δυο τσιγάρα κι έναν καφέ.

 

Πόσο πιο πιστά να παρουσιάσεις ένα κομμάτι του εαυτού σου που σε ακολουθεί και σε διασπείρει στο άπειρο σύμπαν της ποίησης, της φύσης και της μνήμης; Πόσο πιστά να διατρανώσεις το ξέσπασμα της μνήμης και τις αγρύπνιες, σ’ ένα χλωμιασμένο κόσμο σήμερα που «να εξαγοράσουν τον εν τοις Ουρανοίς με εδαφιαίες μετάνοιες και μεγαλόσχημες λαμπάδες», κάπου γράφει, ο Σταύρος Ιντζεγιάννης είναι ένας ζωντανός άνθρωπος του καιρού μας, που ξέρει να οδεύει σταθερά με νεανική ορμή! και με τα πλούσια βιώματα που έχει, θα είναι πάντα στην καρδιά μας. Δεν ξεχνώ το ταλέντο του φίλου Σταύρου που του λες τυχαία ένα Έλληνα Ποιητή και αμέσως χωρίς δεύτερη σκέψη σου λέει ένα του ποίημα και μάλιστα μεγάλο!!. Πριν να τελειώσω αυτό το μικρό αφιέρωμα στο Σταύρο Ιντζεγιάννη, που σίγουρα έχει προσφέρει πολλά στον Λόγο, σας παραθέτω ένα πεζό του κείμενο

ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΧΩΡΙΣ ΘΕΜΑ

 

          Μια ιστορία έτσι χωρίς θέμα. Σαν τους έρωτες που δεν έχουν όνομα να τους επικαλείσαι στις βραδινές σου προσευχές όταν τα όνειρα σε ταξιδεύουν σε κόσμους παραμυθιών ν` ακούσεις τις ιστορίες της Σεχραζάτ στις χίλιες και μία νύχτες της ζωής σου. Σαν τις επιθυμίες που δεν έχουν σχήμα , καμπύλες , μάτια, να χάνεσαι μέσα τους ναυαγός ανομολόγητων πόθων στις ατελείωτες ώρες της αγρύπνιας όταν βρικολακιάζουν οι νεανικές σου αμαρτίες πολιορκώντας την αισθητική μιας έλξης που μυστικώς εικονίζει τα χερουβείμ ενός περαστικού πλατωνικού έρωτα. Σαν τις ασχηματοποίητες έλξεις που δεν έχουν σάρκα να λαχταράς το άγγιγμά της εκείνη τη φρικίαση που διαχέεται σε όλο σου το είναι και διαπερνά τα μέλη σου σε μία παλινδρομική κίνηση- άμπωτις , πλημμυρίδα- με τη μεθοδευμένη αργή ροή που σε συνεπαίρνει τρέφοντας οργασμικές φαντασιώσεις. Μια ιστορία έτσι χωρίς θέμα. Σαν εκείνες τις ιερές ώρες της σιωπής, παρακολουθώντας τον ουρανό στη δύση ν` αλλάζει χρώματα , βάθος, καθώς τα σύγνεφα κινούνται στο ασύνορο του ορίζοντα μορφοποιώντας ονειροφαντασιές μυθολογικών γιγάντων ή προϊστορικών ζώων , που μάχονται την επιβίωσή τους αγιογραφώντας την ιστορία της Δημιουργίας εις τον αιώνα του αιώνος. Σαν τους μοναχικούς περιπάτους σε δρόμους που δε βγάζουν πουθενά σε ώρα ορθρινή μέσα στο βαθύσκιο δάσος ακούγοντας το ατελείωτο τεριρέμ από τα χιλιάδες μικροπούλια που ακομπανιάρουν τα βήματά σου πάνω στα πεσμένα φύλλα ή δίπλα στις φτέρες ανάμεσα σε πολυτρίχια και θάμνους αναπέμποντας τον πιο μελωδικό ύμνο στο αναλόγιο της φύσης :Σε υμνούμε ,Σε ευλογούμε…!

Μια ιστορία έτσι χωρίς θέμα.

 Όπως η ζωή που την αποκτάς χωρίς να ρωτηθείς, που τη ζεις χωρίς να σου έχουν πει το γιατί και τη χάνεις παρά τη θέλησή σου απλά και μόνο γιατί αυτή είναι η νομοτέλεια της διαιώνισης του είδους και που πορεύεται από το άγνωστο στο άγνωστο ακριβώς όπως μια σελίδα μιας ιστορίας έτσι χωρίς θέμα!!!

 

Κλείνω με την ευχή : Να έχεις την Υγεία σου φίλε Σταύρο, να είσαι χαρούμενος και ευτυχισμένος κοντά στους δικούς σου ανθρώπους και οι στόχοι σου πάντα να ικανοποιούνται.

 Σου εύχομαι πάντοτε οι στίχοι σου να λάμπουν σαν ήλιος μέσα στα πνευματικά σκοτάδια και να ακτινοβολούν λυτρωτικά συναισθήματα μέσα σε κάθε διψασμένη ψυχή.