ΕΝΑΣ ΥΜΝΟΣ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ
(Κείμενο ομιλίας του τ.Σχολικού Συμβούλου Δημήτρη Μαρκόπουλου που
έγινε στο πλαίσιο των Φιλολογικών Βραδινών της Εταιρείας Λογοτεχνών Ν.Δ.Ελλάδος
στην αίθουσα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Πατρών και με τη συνεργασία της τη
Δευτέρα 11-5-2015 με την ευκαιρία του
εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας της Μητέρας με θέμα: «ΕΝΑΣ ΥΜΝΟΣ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ»
Θα’ θελα να΄μουν ποιητής,
τη μάνα την γεννήτρα να
υμνήσω,
ρόδα και δάφνες να σκορπίσω
στο διάβα της πάνω στη γης.
Όμως δεν είμαι ποιητής. Κι
είναι για μένα δύσκολο να βρω τα λόγια τα ιερά, για να μπορώ να ψάλλω τον ύμνο
το δοξαστικό στην κοσμογέννα μάνα. Γιατί πως είναι δυνατόν με λόγια να
υμνήσεις, αυτή που ξέρει να μιλά με της καρδιάς το χάδι.
Ο νους μου νιώθει ανήμπορος το χρέος να
εκπληρώσει. Θα προσπαθήσω όμως. Κι αν δεν μπορούν τα λόγια μου τον ύμνο να
συνθέσουν για αυτό το άγιο και ιερό που λέγεται μητέρα, ίσως μπορέσουν απαλά
εσάς να συγκινήσουν. Και τότε η πραγμάτωση αυτής της ομιλίας θα έχει σένα βαθμό
πετύχει τον σκοπό της.
Την έμπνευση για την
καθιέρωση της «Γιορτής της Μητέρας» σε παγκόσμια κλίμακα, την οφείλουμε στην
Αμερικανίδα Άννα Τζάρβις. Αυτή είχε την ατυχία να χάσει την μητέρα της πρόωρα
και ορφάνεψε μαζί με την αδελφή της σε μικρή ηλικία.
Στα χρόνια της ορφάνιας στο έρημο το σπιτικό
της, που άλλοτε το γέμιζε η στοργή και η ζεστασιά της μητρικής παρουσίας, έζησε
τις πιο δύσκολες και τρομερές στιγμές της παιδικής της ηλικίας και τούτο, γιατί
αναγκάστηκε να πάρει το ρόλο της μάνας και να φροντίζει την μικρότερη αδελφή
της.
Στην αρχή το πράγμα της
φάνηκε διασκεδαστικό. Νόμιζε πως θα έπαιζε τον ίδιο ρόλο που έπαιζε κάθε φορά
που ασχολιόταν με την κούκλα της. Όμως, γρήγορα διαπίστωσε πόσο δύσκολο ήταν το
έργο της Μητέρας και διακήρυξε πως κανένας δεν μπορεί να την αντικαταστήσει,
όση θέληση και αγάπη διαθέτει η ψυχή του. Η διαπίστωση αυτή έγινε ένα έντονο
καθημερινό βίωμα. Κι όταν μεγάλωσε, ένιωσε την ανάγκη να βρει κάποιον τρόπο με
τον οποίο θα απέδιδε την αναγνώριση και την τιμή που αξίζει σε κάθε μητέρα.
Συνέλαβε την ιδέα της καθιέρωσης μιας ημέρας του έτους σαν ξεχωριστή γιορτή της
Μητέρας και μόχθησε με όλη της την ψυχή να πραγματοποιήσει το σκοπό της. Ύστερα
από πολλές προσπάθειες και κινητοποιήσεις διαφόρων γυναικείων οργανώσεων,
κατόρθωσε να αγγίξει τις αγνές χορδές της ανθρώπινης καρδιάς και να πετύχει την
καθιέρωση της «Γιορτής της Μητέρας» πρώτα στην Αμερική και ύστερα σε όλες τις
χώρες του κόσμου. Και η ημέρα αυτή ορίστηκε να γιορτάζεται κάθε δεύτερη Κυριακή
του Μάη, γιατί την ημέρα αυτή έτυχε να πεθάνει η προσφιλής μητέρα της Άννας
Τζάρβις.
Κατά τον εορτασμό της ημέρας
αυτής, ολόκληρη η ανθρωπότητα, με διάφορες εκδηλώσεις, αποδίδει τον ελάχιστο
φόρο τιμής προς την Μητέρα για τον τεράστιο ρόλο που παίζει στη ζωή μας. Τιμά
την Μητέρα γιατί την θεωρεί πηγή ζωής και ωραιότητας. Θερμουγό πνοή που
απαλύνει τον πόνο και σκορπά τριγύρω τη χαρά.
Ικανή για κάθε θυσία και έτοιμη πάντα να ανέβει τον δικό της Γολγοθά για
να χαρίσει στα παιδιά της μια ζωή ευτυχισμένη.
Τώρα τελευταία διατυπώθηκε η
άποψη ότι ύστερα από την κοινωνική εξίσωση της γυναίκας με τον άνδρα και την
γενίκευση της εργαζόμενης γυναίκας, έπαψε η οικογένεια να έχει τη δομή και την
μορφή που είχε στο παρελθόν, και πως ο ρόλος της γυναίκας σαν μητέρα αμβλύθηκε.
Η αστική οικογένεια ανάγκασε την σύζυγο - μητέρα να είναι τόσες ώρες στη
δουλειά και στο σπίτι, όσες ώρες είναι και ο σύζυγος – πατέρας. Η οργάνωση της
οικογένειας έγινε συζυγική και οι ευθύνες βαρύνουν εξίσου και τα δύο μέλη και
τον άνδρα και την γυναίκα. Για αυτό θα ήταν, λέγουν, προτιμότερο η γιορτή της
Μητέρας να μετατραπεί σε γιορτή των συζύγων ή γιορτή της οικογένειας.
Η πρόταση αυτή μπορεί να
έχει μια δόση ορθότητας. Όμως οφείλουμε να παραδεχτούμε τα πορίσματα της
επιστήμης και ιδιαίτερα της Ψυχολογίας, που υποστηρίζει πως, ενώ η πατρότητα
και η μητρότητα είναι δύο δεδομένες καταστάσεις της ζωής και συμβάλλουν
αμοιβαία την προστασία και στην ανάπτυξη του παιδιού, ωστόσο δεν παύουν να
έχουν ανάμεσά τους μια τεράστια διαφορά τόσο στην ουσία τους όσο και στην
έκφρασή τους. Και τονίζεται ιδιαίτερα, ό,τι η ενότητα Μητέρα – παιδί είναι μια
ιδιάζουσα βιολογική και πνευματική σχέση, που κανένας άλλος δεσμός δεν μπορεί
να τον υποκαταστήσει.
Προσπαθήστε να βρείτε έναν
πίνακα ζωγραφικής που να απεικονίζει στην αγκαλιά ενός πατέρα ένα κάποιο παιδί,
ένα βρέφος. Αδύνατο να τον συναντήσετε. Όλοι οι ζωγράφοι, εμπνευσμένοι από τη
φύση και τη ζωή, στα γόνατα της μητέρας και στη θερμή αγκαλιά της τοποθέτησαν
το ανήμπορο βρέφος.
Και αυτός ακόμα ο
Θεάνθρωπος, ο γλυκύτατος Ιησούς, στα γόνατα και στην αγκαλιά της αιώνιας
μητέρας, της Παναγιάς, έστησε τον θρόνο του τον πρώτο. Και μην θεωρηθεί
βλασφημία, αν δίπλα στην εικόνα του Θεοκρατούσας Παναγιάς, τοποθετήσουμε την
φωτογραφία μιας μητέρας που κρατά στην αγκαλιά της το μωρό της και πιο δίπλα
μια λιονταρίνα να προστατεύει με το σώμα της τα μικρά της. Η συσχέτιση των
τριών αυτών σκηνών επιβεβαιώνει μια σχέση που μας προβάλλεται τόσο συχνά και
που στο τέλος ο συνειρμός φύση- άνθρωπος – ιστορία – μητρότητα και θεϊκό
στοιχείο να μας γίνεται ακλόνητη συνείδηση, πως η μητρότητα είναι ο συνδετικός
κρίκος που δένει τη γυναίκα μητέρα από την μια μεριά με το μυστήριο της φύσης
και το θεϊκό στοιχείο από την άλλη.
Τρανταχτή απόδειξη του
φυσικού και θεϊκού στοιχείου που χαρακτηρίζει τη σχέση μητέρας – παιδιού ήταν
ένα καταπληκτικό ντοκιμαντέρ που παρουσίασε η τηλεόραση, μια μέρα του Φλεβάρη
του 2014.
Σε κάποια μαιευτική κλινική,
μια μητέρα κρατούσε στον κόρφο της το νεογέννητο μωρό της. Όταν ο πατέρας θέλησε με λαχτάρα να το πάρει
κι αυτός στην αγκαλιά του, το παιδί άρχισε να κλαίει ασταμάτητα. Το πήρε η θεία
του να το ηρεμήσει, μα αυτό συνέχισε να κλαίει!. Σαν το ξαναπήρε η μάνα του
στην αγκαλιά της το βρέφος, ως εκ
θαύματος, αυτόματα σταμάτησε να κλαίει. Το σκηνικό επαναλήφθηκε δυό και τρεις
φορές με την ίδια ομοιότητα. Ποια αλήθεια, φυσική και ποια θειική δύναμη έκανε
το νεογέννητο μωρό να αισθάνεται σιγουριά και γαλήνη μόνο στην αγκαλιά της
μητέρας του, πριν καλά καλά ανοίξει τα ματάκια του και πριν αναπτυχθούν οι
αισθήσεις του;
Ας έλθουμε, λοιπόν, να
εμβαθύνουμε όσο μας είναι μπορετό, σ’ αυτήν την πολυδιάστατη έννοια της
μητρότητας και ας θαυμάσουμε μέσα από αυτή το μεγαλείο της Μητέρας, που
η φύση την όρισε να ναι του κόσμου η αναγεννήτρα.
Πρώτο γνώρισμα της
μητρότητας είναι η αστείρευτη αγάπη. Μια αγάπη που φτάνει στα όρια της
λατρείας. Είναι το είδος εκείνο της αγάπης, που όπως λέει ο απόστολος Παύλος
«πάντα στέργει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. Είναι πηγαία και
αυθόρμητη, χωρίς να νοιώθει τους φραγμούς της λογικής. Δεν προσφέρει για να
λάβει. Δεν ζητά ανταλλάγματα. Δίνει την αγάπη της γιατί τρέφεται με την
προσφορά της. Αν υπάρχει η μητέρα, υπάρχει για να αγαπά. Για την αγάπη της
μητέρας ο μεγάλος Ρώσος συγγραφέας Γκόρκι
είπε τούτα τα λόγια:
«Χωρίς τον ήλιο δεν ανθίζουν
τα λουλούδια.
Χωρίς την αγάπη δεν υπάρχει
ευτυχία.
Χωρίς την Μητέρα δεν υπάρχει
αγάπη
Χωρίς την Μάνα δεν υπάρχει
ούτε ποιητής ούτε ήρωας»
Η μητρική αγάπη είναι
ετεροκεντρική Κέντρο της χαράς και της
φιλοδοξίας της το παιδί της που λατρεύει. Νιώθει να ικανοποιείται, όταν
ικανοποιούνται οι λαχτάρες του παιδιού
της. Όλο της το «είναι» προσφέρεται σε αυτό. Τόσο πολύ αγαπά το σπλάχνο της,
ώστε υπάρχει και ζει μονάχα για αυτό.
«Δική μου ξέχωρη από σας ζωή
δεν έχω,
ξωπίσω σας, με τη δική σας πάντα συλλογή
σαν ίσκιος σας, παιδιά μου τρέχω»
θα
μας πει ο ποιητής Μιχάλης Πετρίδης.
Τούτοι οι στίχοι δεν υμνούν
μόνο την αστείρευτη αγάπη της μάνας. Τονίζουν και ένα άλλο έντονο συναίσθημα
της μητρότητας. Την αγωνία και την λαχτάρα της για το σωστό μεγάλωμα του
παιδιού της και για την πραγμάτωση των ονείρων του. Στην
ολόθερμη αγκαλιά της θα βρεθούμε από την πρώτη στιγμή της ζωής μας. Αυτή θα μας
θρέψει με του στήθους της το γάλα. Αυτή θα κουνήσει το λίκνο μας και θα μας
νανουρίσει. Η φωνή της θα είναι η πρώτη αίσθηση της ακοής μας και το χάδι της
το πρώτο σκίρτημα της αφής μας. Αυτή θα μας μάθει την μητρική μας γλώσσα να
μιλάμε. Στο χέρι της θα στηριχθούμε για να κάνουμε τα πρώτα βήματά μας. Στις
μέρες του πόνου μας αυτή θα παρασταθεί στο πλευρό μας. Κι όταν ο πυρετός το
κορμί μας ψένει, αυτή θα μείνει άγρυπνη δίπλα στο προσκεφάλι. Πόση υπομονή,
πόση αντοχή, πόση δύναμη!!
Κι όταν αργότερα γίνουμε έφηβοι και
ανδρωθούμε, και οι σπουδές ή το επάγγελμα, μας αναγκάζουν μακριά της να
βρεθούμε, και τότε ακόμα η σκέψη της κοντά μας τρέχει. Κι η αγωνία γιγαντώνεται
κι οι προσευχές της μεγαλώνουν. Ρομφαία σχίζει την καρδιά της η κάθε αποτυχία
μας και πλήμμυρα χαράς γεμίζει την ψυχή της η κάθε επιτυχία μας.
Αυτή η συνεχή αγωνία της
μητέρας για την προκοπή του παιδιού της θα μας την τονίσει ο ποιητής Χάρης
Σακελλαρίου με τους θαυμάσιους στίχους στο ποίημα που έχει τίτλο «Η Μάνα», που
σε όλους μας είναι λίγο πολύ γνωστό
Σαν την μάνα δεν είναι άλλο
μες τον κόσμο πιο μεγάλο
πιο όμορφο και πιο γλυκό.
Κι απ το πιο ακριβό πετράδι
το δικό της είναι χάδι
θερμό χάδι αγγελικό!
Στη χαρά μας και στη λύπη
πότε από κοντά μας λείπει;
πότε αυτή μας λησμονά;
Απ την κούνια κι ως την
κλίνη
την στερνή μας, μόνο εκείνη
πάντοτε για μας πονά.
Κι όταν φεύγουμε μακριά της
μας ακολουθεί η καρδιά της
η θερμή της άγια ευχή.
Μας θερμαίνει, μας σκεπάζει
σαν φτερούγα απ’ το χαλάζι
της ζωής και τη βροχή.
Και γι’ αυτό όπου κι’ αν
γυρίσεις
παντού «Μάνα» θα γροικήσεις
το κάθε στόμα να λαλεί.
«Μάνα», το παιδί φωνάζει
«Μάνα», ο γέρος και στενάζει
και με πόνο την καλεί.
Ένα τρίτο χαρακτηριστικό
γνώρισμα της μητρότητας είναι η αυταπάρνηση και η θυσία. Είναι το αποκορύφωμα
της αγάπης της στο ύψιστο μεγαλείο της. Η μητέρα είναι έτοιμη να απαρνηθεί τις
προσωπικές της επιθυμίες προς χάρη του συμφέροντος του παιδιού της. Όλα μπορεί
να τα στερηθεί, φτάνει να νιώθει το παιδί της χαρούμενο και ευτυχισμένο. Σε όλα
έρχεται δεύτερη. Σ΄ ένα μόνο πράγμα ζητά να’ ρθει πρώτη: Στο Θάνατο!!!
Και το μέγα μυστήριο είναι
τούτο: Ενώ είναι φυσικό, κάθε αυταπάρνηση να προκαλεί κάποια δυσκολία σ’ αυτόν
που την προσφέρει, η αυταπάρνηση της μητέρας για το παιδί της γίνεται η πιο
μυστική πηγή χαράς! Όταν ακούει μέσα της τα πρώτα σκιρτήματα του παιδιού της,
τρελαίνεται από την χαρά της, κι ας ξέρει ότι κινδυνεύει με το θάνατο. Γιατί
είναι δεδομένος ο κίνδυνος που διατρέχει μια γυναίκα, μέχρι να φέρει στο φως το
λατρευτό της σπλάχνο.
Ο Ευριπίδης, ο από σκηνής
φιλόσοφος, παρασταίνει τον κίνδυνο που διατρέχει μια γυναίκα κατά το διάστημα
της εγκυμοσύνης και ιδιαίτερα την ώρα του τοκετού, με την εξής φράση, που την
βάζει στο στόμα της Μήδειας: «Τρις αν παρ’ ασπίδα στήναι θέλοι’ μ’ αν ή τέκειν άπαξ». Που σημαίνει: «Ο
κίνδυνος της ζωής για την μητέρα την ώρα του τοκετού είναι τρεις φορές
μεγαλύτερος από τον κίνδυνο της μάχης».
Και όμως, αυτόν τον κίνδυνο δέχεται να τον υποστεί, αρκεί να φέρει στο
κόσμο το παιδί της, το σπλάχνο από τα σπλάχνα της. Δεν είναι, τάχα, αυτό το
πρώτο δείγμα της μεγάλης της αυταπάρνησης; Αναφέρουμε ένα χαρακτηριστικό
παράδειγμα, όπως μας το διηγείται ο διάσημος γιατρός Σέργιος Βόρος στην
αυτοβιογραφία του.
«Μια μέρα, γράφει, παρουσιάστηκε στο ιατρείο
μου μια γυναίκα με το ηλίθιο παιδί της.
-
Γιατρέ μου, πες τε μου τι έχει; Πως μπορεί να γίνει καλά; Με ρωτάει,
και από τα μάτια της έτρεχαν ποτάμι τα δάκρυα.
Εγώ της είπα ότι ο γιός της
έπασχε από υπερτροφία του θυρεοειδή αδένα και ότι μπορεί να θεραπευτεί και να
αποκτήσει το λογικό του, αν κάποιος δεχθεί να δώσει τον δικό του θυρεοειδή και
να τον μεταμοσχεύσω στο παιδί της, αλλά θα χάσει ο δότης την δική του διάνοια.
Άστραψαν τα μάτια της από
χαρά!
-Θα δώσω τον δικό μου , γιατρέ,
είπε, και ας μείνω εγώ ηλίθια!!
Και ήταν έτοιμη να υποστεί την εγχείρηση!
Αλλά εγώ δεν απετόλμησα να πραγματοποιήσω την παράκλησή της.
Πάνω, λοιπόν, από τον ίδιο
τον εαυτό της τοποθετεί η μητέρα το παιδί της. Με τίποτα δεν μπορεί να το
ανταλλάξει, όσα πλούτη κι αν της δώσουν.
Τι υπέροχοι φαίνονται πάνω σε αυτό το
θέμα οι στίχοι του Πέτρου Πετρόπουλου που αναφέρονται στη
«Φτωχομάνα με τα οχτώ παιδιά
της».
Οχτώ παιδιά κι όλα μικρά
σαν τ’ άστρα του ουρανού.
Θεέ μου, πως θα μπορέσω να
τ’ αναστήσω;
Ποιό απ’ αυτά να ντύσω, να
ποδέσω,
στους σημερινούς καιρούς;
Κι η άκληρη που τα θωρεί
και τρέμει σαν κλαδί,
«Δεν έχω εγώ κανένα, της
λέει,
δοσ’ μου εσύ απ’ τα παιδιά σου ένα,
να χω και εγώ ένα παιδί
Και πάρε από τα σπίτια μου
πάρε το πιο τρανό
Ένα απ’ τα’ άστρα δός μου.
Σου μένει η πούλια ολάκερη.
Το να να γενεί δικό μου
αστέρι φωτεινό».
Κι η φτωχομάνα βλέποντας
τριγύρω τα παιδιά της, της λέει:
«Και την ζωή μου αρχόντισσα
θα σού δινα
μα μην ζητάς παιδί μου»
-Θεέ μου με τι καρδιά εγώ να
της το δώσω;;
Τι να πει κανείς για το
μέγεθος της μακροθυμίας της μητέρας που καταλήγει πάντα στη συγχώρεση; Δεν
είναι δικαστής για να δικάζει. Μάνα είναι για να συμβουλεύει και να συγχωράει.
Και καμιά φορά γίνεται άδικη. Όλοι οι άλλοι μπορεί να φταίνε. Για το παιδί της βρίσκει
πάντα ελαφρυντικά. Και αν κάποτε αναγκάζεται να επιβάλει μερικές φυσικές ποινές
προς νουθεσία και συμμόρφωση, το κάνει με πόνο ψυχής. Αλλά, μες στα κατάβαθα
της καρδιάς της υπάρχει πάντα η συγχώρεση.
Τούτη τη χαρακτηριστική στάση της Μητέρας την
έχουμε όλοι συνειδητοποιήσει. Δες τε πως αισθάνεται ένας πιστός, όταν
απευθύνεται προς τον θείο Πατέρα, και προς την Θεοτόκο Μητέρα. Επικοινωνώντας προς τον Θεό Πατέρα,
έχει την αίσθηση ότι βρίσκεται απέναντι στο δίκαιο κριτή και καταλαμβάνεται από
το φόβο της κρίσης για τα κρίματά του. Χαρακτηριστικές είναι οι φράσεις που
λέει συνήθως ο λαός για αυτούς που μας αδικούν. «Υπάρχει ψηλά ο Θεός και βλέπει
– Υπάρχει ο θεός που κρίνει». Όταν όμως προσεύχεται στην Θεοτόκο Μητέρα, ποτέ
μα ποτέ δεν περνά απ’ τη σκέψη του πως αυτή είναι ο κριτής των πράξεών του. Την
θεωρεί πάντα μεσίτρια και ικέτιδα για την συγχώρεση των κριμάτων του και
εναποθέτει σ’ αυτήν την ελπίδα του. «Την πάσαν ελπίδα μου εις Σε ανατίθημι.
Μήτερ του Θεού φύλαξόν με υπό την σκέπην σου!»
Αυτή είναι η καρδιά της μάνας. Συγχωρεί το
παιδί της που καμιά φορά την περιφρονεί, την πικραίνει , τη βασανίζει. Το
συγχωρεί ακόμα κι όταν την σκοτώνει!!
Ο ποιητής Ρισπέν, για να
υμνήσει το μέγεθος της συγχώρεσης που κρύβει μέσα της η καρδιά της μάνας, κι
όταν ακόμα τη σκοτώνει το παιδί της, έγραψε τούτο το συνταρακτικό ποίημα:
Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ
Ένα
παιδί, μοναχοπαίδι αγόρι,
αγάπησε μιας μάγισσας την κόρη.
-Δεν αγαπώ εγώ, του λέει, παιδία,
μ’ αν θέλεις να σου δώσω το φιλί μου,
της μάνας σου να φέρεις την καρδιά
να ρίξω να την φάει το σκυλί μου.
Τρέχει ο νιός, την μάνα του σκοτώνει
και την καρδιά τραβά και ξεριζώνει
και τρέχει να την πάει, μα σκοντάφτει
και πέφτει ο νιός κατάχαμα με δαύτη.
Κυλάει ο γιός και η καρδιά κυλάει
και την ακούει να κλαίει και να μιλάει.
Μιλάει η μάνα στο παιδί και λέει:
-Εχτύπησες, αγόρι μου;…και κλαίει!
αγάπησε μιας μάγισσας την κόρη.
-Δεν αγαπώ εγώ, του λέει, παιδία,
μ’ αν θέλεις να σου δώσω το φιλί μου,
της μάνας σου να φέρεις την καρδιά
να ρίξω να την φάει το σκυλί μου.
Τρέχει ο νιός, την μάνα του σκοτώνει
και την καρδιά τραβά και ξεριζώνει
και τρέχει να την πάει, μα σκοντάφτει
και πέφτει ο νιός κατάχαμα με δαύτη.
Κυλάει ο γιός και η καρδιά κυλάει
και την ακούει να κλαίει και να μιλάει.
Μιλάει η μάνα στο παιδί και λέει:
-Εχτύπησες, αγόρι μου;…και κλαίει!
Γι’ αυτό ο Μπαλζάκ θα αναφωνήσει : «Άβυσσος βαθιά η καρδιά
της μάνας. Στο βάθος της πάντα η συγχώρεση!!»
Εκεί όμως
που η μητρότητα προσλαμβάνει ιδιαίτερο μεγαλείο είναι ο χώρος της παιδαγωγίας.
Αν σε όλα τα ένζωα όντα υπάρχει μια ενστικτώδης σχέση ανάμεσα μητέρας και
παιδιού, που αποβλέπει στην εξασφάλιση των προϋποθέσεων για την επιβίωση του
παιδιού, στην ανθρώπινη σχέση μητέρας – παιδιού, επειδή είναι έλλογα όντα, η
μητρότητα δεν εξαντλείται μόνο στην εξασφάλιση της επιβίωσης του παιδιού, αλλά
πέραν αυτής, προσλαμβάνει και μια έντονη πνευματικότητα. Η μητέρα δεν προσφέρει
μόνο το μητρικό της γάλα, την κατάλληλη τροφή και ενδυμασία, και κάθε τι που θα
επιτρέψει την ικανοποίηση των βιολογικών του αναγκών, αλλά φροντίζει και για
την πνευματική του καλλιέργεια, προκειμένου να αναδειχθεί σε καλό και άξιο της
κοινωνίας πολίτη. Από την επιθυμία της αυτή, που αποτελεί και ύψιστο χρέος της,
αναπτύσσεται μεταξύ μητέρας και παιδιού μια έντονη πνευματική σχέση, που
παίρνει τη μορφή της παιδαγωγίας. Εδώ η μητρότητα βιώνει την πιο δύσκολη αποστολή της.
Στην
παιδαγωγική αυτή διαδικασία μητέρα και παιδί γίνονται ένα, «εν διαφερόμενον
εαυτώ», παρά το γεγονός ότι αποτελούν δύο διαφορετικές υπάρξεις. Αυτή η ενότητα
και η ταύτιση μητέρας και παιδιού φανερώνεται και με τις συνηθισμένες μητρικές
εκφράσεις: «Τώρα θα φορέσουμε τα παπούτσια μας – Έλα να φάμε το φαγητό μας –
Θέλεις να δούμε λίγη τηλεόραση; - Τι λες, δεν πρέπει τώρα να διαβάσουμε; -Πάμε
να κάνουμε την προσευχή μας;»
Η μητέρα στο υπέροχο αυτό
έργο της δεν κουράζεται να υποδεικνύει, να συμβουλεύει, να επαναλαμβάνει, να
καθοδηγεί, να ερωτά, αλλά και να απαντά στις αλλεπάλληλες ερωτήσεις του παιδιού
της, που θέλει να γνωρίσει τον κόσμο.
Ο παιδαγωγός Π. Κοροντζής
υποστηρίζει ό,τι : «Κατά την παιδαγωγική της αποστολή η μητέρα επιδρά αφάνταστα
με το παράδειγμά της. Η μιμητική τάση του παιδιού το οδηγεί στην επανάληψη των
πράξεων της μητέρας. Η συμπεριφορά της αποτελεί το ιδεώδες πρότυπο για το παιδί
της. Γι’ αυτό πολλές φορές, ό,τι είναι η μητέρα είναι και το παιδί της. Αυτό
δεν είναι μόνο σάρκα από την σάρκα της, αλλά και έργο της αγωγή της». Για να
συμπληρώσει ο Ram Brawn λέγοντας:
«Η μητέρα είναι μια γυναίκα, που έχει
αναλάβει μια ζωή επιπλέον. Θα είναι δύο άνθρωποι στο ίδιο πετσί για ολόκληρη τη
ζωή της»
Η σύγχρονη Παιδαγωγική
Επιστήμη και η Ψυχολογία παραδέχονται, πως τα πρώτα δέκα χρόνια της ζωής του
παιδιού είναι τα πιο κρίσιμα και τα πιο καθοριστικά για την διαμόρφωση του
χαρακτήρα του. Αυτό σημαίνει πως η μητρική αγωγή παίζει σημαντικότατο ρόλο σε
ότι αφορά την πνευματική, συναισθηματική, και κοινωνική καλλιέργεια του ατόμου.
Η στατιστική αναφέρει ότι το
80/100 των μεγάλων προσωπικοτήτων της ανθρωπότητας ήσαν δημιουργήματα εκλεκτών
μητέρων. Οι περισσότεροι σοφοί που με τις φωτεινές τους σκέψεις άνοιξαν τα
μάτια της ανθρωπότητας και σκόρπισαν σ’ αυτήν το πνευματικό τους φως, είχαν
άγιες και σεμνές μητέρες, που με την ενάρετη ζωή τους και το λαμπρό παράδειγμα
τους τους οδήγησαν στις πρώτες τους
πνευματικές πτήσεις, και στα ψυχοσωτήρια ύψη των αιώνιων και ακατάλυτων αξιών.
Φτάνει να θυμηθούμε τις μητέρες των Τριών Ιεραρχών την Εμμέλεια, την Νόννα και
την Ανθούσα, για να επιβεβαιώσουμε τον κανόνα. Και συμβαίνει αυτό γιατί η
μητέρα ενεργώντας με κάποια έκτη αίσθηση που της χάρισε ο Θεός, μπορεί να
εισχωρεί ως τα μύχια της ψυχής του παιδιού της, να μαντεύει τους πόθους του, να
αντιλαμβάνεται τις αδυναμίες του, να εκτιμά τις ικανότητές του και να
διαισθάνεται τις ανάγκες του. Μια εβραϊκή παροιμία λέει: «Ο Θεός έχει χαρίσει
στη μητέρα μια έκτη αίσθηση να καταλαβαίνει ακόμα και αυτό που δεν λέει το
παιδί της». Και η πιο απλή μητέρα έχει την θεία χάρη του παιδαγωγού. Γιαυτό και
ο Χαρμπέτ τόνισε πως «η καλή μητέρα αξίζει όσο εκατό δάσκαλοι». Η Γετρούδη του
Πεσταλότσι που ήξερε να ανατρέφει το παιδί με έναν απλό, φυσικό και αβίαστο
τρόπο, ήταν μια λαϊκή μητέρα. Αυτό δεν την εμπόδιζε να αναδειχθεί σε μια
ιδανική παιδαγωγό, που έκανε τον Πεσταλότσι να την χαρακτηρίσει ως «δασκάλα
πρότυπο».
Επομένως, όπως τονίζει και ο καθηγητής της
Φιλοσοφίας και της Παιδαγωγικής Κων. Σπετσιέρης, « Η φύση καθιστά την πλέον
απλοϊκή μητέρα απαράμιλλο διδάσκαλο, γιατί την προικίζει με υπομονή, με αγάπη,
με στοργή, με ικανότητα προς ψυχική μετάθεση σε κάθε μετάδοση γνώσεων, αλλά και
με πάθος να καταστεί το τέκνο της ικανότατο από όλους τους άλλους»
Κυρίες και κύριοι, τονίσαμε
τις πιο χαρακτηριστικές και ευεργετικές ιδιότητες που έχει για όλους εμάς και
για τη ζωή γενικότερα αυτό το θείο πλάσμα που λέγεται Μητέρα! Αξίζει νομίζω
τώρα να δούμε με ποιο τρόπο τα παιδιά και γενικά οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται
και βιώνουν τούτη την μεγάλη προσφορά της.
Ο Ευριπίδης θα μας τονίσει
«Τίποτα δεν υπάρχει πιο προσφιλέστερο για τα παιδιά από την μητέρα. Η αγάπη
προς την μητέρα είναι ο αγνότερος και γλυκύτερος έρωτας».
Ο εθνικός μας ποιητής Κ. Παλαμάς, στον Τάφο,
υμνεί με ένα ξεχωριστό ανθρώπινο τρόπο την παρουσία της μητέρας. Με ένα
τετράστιχο γεμάτο πίστη και θαυμασμό προσφέρει το βαθύψυχο σεβασμό και την ευγνωμοσύνη του προς την μητέρα, που
τη νιώθει ριζωμένη στο σώμα του κοινωνικού και του πνευματικού μας «είναι».
«Ω μητέρα της ζωής
γεννήτρα και τεχνίτρα!
Αλαλάζει αγνάντια σου
η μοίρα η καταλύτρα»
Κι ο
Νικηφόρος Βρεττάκος αισθάνεται την ψυχή της μάνας να διαπερνά όλα τα κύτταρα
του, τη νιώθει σαν άγκυρα και σαν ουράνιο τόξο μέσα από τις πιο συνταρακτικές
στιγμές αγωνιάς και ζόφου. Σε μια στιγμή μεγάλης έμπνευσης και με ύφος
διθυραμβικό, που θυμίζει Σικελιανό, γράφει μεταξύ άλλων:
«Την πλάση αδειάστε! Φέρνω
τη μητέρα μου
σ’ όλα τα κύτταρα μου επάνω
ξαπλωμένη!
Μια αχτίδα μόνο να φωτά στ’
άπειρο ας μένει!
Την πλάση αδειάστε! Φέρνω τη
μητέρα μου
κι ο Θεός για λίγο απέξω ας
περιμένει
την κούραση της να χωρέσει η
μέρα μου
Ανοίχτε! Ανοίχτε! φέρνω τη μητέρα μου
μ’ όλο το σύμπαν του εαυτού
μου αγκαλιασμένη»
Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, που έσβησε τόσο άδοξα και
τόσο πρόωρα, τίποτα στον κόσμο δεν αγάπησε πραγματικά όσο τη μητέρα του. Όταν
το 1937 πέθανε, την έκλαιγε σαν μικρό παιδί κι έπειτα βυθίστηκε στη σιωπή και
τότε μπόρεσε να κουβεντιάσει μαζί της περισσότερο παρά όταν ήταν ζωντανή. Στο
ποίημα του με τίτλο «Δάκρυα» απευθυνόμενος στην μητέρα του της λέει:
Δεν είναι
τίποτα στο σπίτι, Μάνα μου
να μη Σε φέρνει ολάκερη στη σκέψη,
και μήτε τίποτα στη ζωή μου, Μάνα μου
που να μη το’ χεις κάπως σημαδέψει.
Κι ούτε που κάνω βήμα, τώρα, Μάνα μου,
χωρίς οι λογισμοί Σου να με ζώσουν
καθώς αγγίζω ή αντικρίζω, Μάνα μου,
το καθετί που μεταχειριζόσουν
Κι όχι το καθετί, μονάχα, Μάνα μου,
δικό Σου, είναι μονάκριβο για μένα,
μα ως και τα μέρη, που περνούσες,
Μάνα μου, κι εκείνα τα θαρρώ σαν αγιασμένα.
Κι όχι τα μέρη εκείνα, μόνο Μάνα μου,
κάτι, για μένα, έχουν του παραδείσου,
μα ως και τον ίδιο τον εαυτό μου, Μάνα μου,
να μη Σε φέρνει ολάκερη στη σκέψη,
και μήτε τίποτα στη ζωή μου, Μάνα μου
που να μη το’ χεις κάπως σημαδέψει.
Κι ούτε που κάνω βήμα, τώρα, Μάνα μου,
χωρίς οι λογισμοί Σου να με ζώσουν
καθώς αγγίζω ή αντικρίζω, Μάνα μου,
το καθετί που μεταχειριζόσουν
Κι όχι το καθετί, μονάχα, Μάνα μου,
δικό Σου, είναι μονάκριβο για μένα,
μα ως και τα μέρη, που περνούσες,
Μάνα μου, κι εκείνα τα θαρρώ σαν αγιασμένα.
Κι όχι τα μέρη εκείνα, μόνο Μάνα μου,
κάτι, για μένα, έχουν του παραδείσου,
μα ως και τον ίδιο τον εαυτό μου, Μάνα μου,
τον αγαπώ, γιατί ήτανε παιδί Σου...
Κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο και ο Λάμπρος Πορφύρας μνημονεύει
την μητέρα του, όταν στο ποίημα του «Lactrime tetum – Δάκρυα πραγμάτων» με πόνο ψυχής
της λέει:
«΄Αμοιρη! Το σπιτάκι μας εστοίχειωσε
από την ομορφιά σου τη θλιμμένη.
Στους τοίχους, στον καθρέφτη, στα εικονίσματα,
από την ομορφιά σου κάτι μένει.
Κάτι σαν μόσκου μυρωδιά κ’ απλώνεται
και το φτωχό σπιτάκι πλημμυρίζει.
Κάτι σα φάντασμα θολό κι ανέγγιχτο,
κ’ όπου περνά σιγά το κάθε τι αγγίζει.
'Εξω βαρύ, μονότονο ψιχάλισμα
δέρνει τη στέγη μας και τότε αντάμα,
τα πράγματα που αγιάσανε τα χέρια σου,
αρχίζουν ένα κλάμα...κι ένα κλάμα...
Κι απ' τη γωνιά, ο καλός της Λήθης σύντροφος,
τ' αγαπημένο μας παλιό ρολόι,
τραγουδιστής του χρόνου, κι αυτός κλαίοντας,
ρυθμίζει αργά, φριχτά το μοιρολόι.»
Ο
Πυργιώτης ποιητής Τάκης Δόξας στο ποιήμα του «Η άρρωστη Μητέρα», της απευθύνει
μια σπαρακτική επίκληση, μια ολόκαρδη ευχή και προσευχή συνάμα, ένα βαθύψυχο
λόγο ευγνωμοσύνης και μια λαχτάρα να μπορούσε να της προσφέρει ό,τι αυτή του
έδωσε στη ζωή του, για να της φέρει ξανά τη γιατρειά της.
Να
πως καταλήγει το ωραίο του αυτό ποίημα :
«Κοιμήσου, πόσο θα θελα στις
άρρωστες στιγμές σου,
απ’ όσο μούδωσες χυμό
ξανά να σου γυρίσω
το φως, το πνεύμα, τη φωνή,
και κάθε τι δικό σου,
να δω στα χείλη σου τ’ αχνά
το γέλιο πάλι να αρχινά
γλυκά να σε φωτίζει….»
Και δεν υπάρχει ποιητής που
να μην εξέφρασε την ευγνωμοσύνη, το θαυμασμό, και την λατρεία του προς τη Θεά –
Μητέρα και να μην ύμνησε τη μεγάλη προσφορά της σαν γεννήτρα και πλαστουργό της
ζωής μας. Και επειδή οι ποιητές αφουγκράζονται τις σκέψεις και τις λαχτάρες,
τους πόθους και τα βιώματα ολάκερης της κοινωνίας και με την τέχνη τους τα
ξεδιπλώνουν στους στίχους τους, προτίμησα ν’ αναφερθώ σε ορισμένους από αυτούς,
πιστεύοντας πως εκφράζουν όλους εμάς και τον καθένα ξεχωριστά, σε σχέση με το
τι αισθανόμαστε για την μητέρα, που μας έφερε στο φως της ζωής.
Αλλά και η ιστορία έχει να
μας παρουσιάσει τρανά παραδείγματα μεγάλων ανδρών, που θεώρησαν την μητέρα τους ως το πιο
πολυτιμότερο υπάρχει στη ζωή τους.
Όταν ο Παρμενίων έγραψε στον
Μέγα Αλέξανδρο ένα γράμμα, παραπονούμενος επειδή η μητέρα του Ολυμπιάδα του
φέρθηκε άσχημα και του ζήτησε την παραδειγματική τιμωρία της, ο στρατηλάτης
υπερασπίζοντας τη μητέρα του του απάντησε: «Παρμενίων, ένα δάκρυ της μητέρας
μου θα έφτανε να σβήσει όλη την επιστολή σου».
Όταν η Μόνικα η μητέρα του
Ιερού Αυγουστίνο επισκέφτηκε τον επίσκοπο της περιοχής της και με δάκρυα στα
μάτια, ζήτησε την βοήθεια του για να βρει ο γιός της το δρόμο το σωστό, της
απάντησε: «Πορεύθητι εν ειρήνη. Ένα παιδί που προκαλεί τόσα δάκρυα στην μητέρα
του, δεν είναι δυνατόν να χαθεί!». Και πράγματι, ο Αυγουστίνος βρήκε το σωστό
του δρόμο και αναδείχτηκε μέγας Άγιος της Καθολικής Εκκλησίας.
Αλήθεια αυτό το δάκρυ της
μάνας πόση δύναμη και πόση ελπίδα δεν κρύβει; Πόσο δίκιο είχε ο Μπέρναντ Σο
όταν έλεγε : «Η μεγαλύτερη υδροηλεκτρική δύναμη του κόσμου είναι τα δάκρυα της
Μητέρας».
Και πόσοι άλλοι σοφοί δεν
εκφράστηκαν με θαυμασμό για τη μητέρα: Ας αναφέρουμε επιγραμματικά μερικές
χαρακτηριστικές τους φράσεις.
«Το παιδί είναι η άγκυρα που
κρατά στη ζωή την μητέρα» Σοφοκλής.
«Ποτέ δεν θα λησμονήσω τη
μάνα μου, ό,τι ηθικό και ωραίο έχω στη καρδιά μου, βλάστησε με τις φροντίδες
της. Αυτή πρώτη φύτεψε και τροφοδότησε το σπόρο του αγαθού μέσα μου και άνοιξε
την καρδιά μου στις εντυπώσεις της φύσης. Τα διδάγματά της είχαν μια διαρκή επίδραση
στη ζωή μου» Εμμανουήλ Καντ.
«Μόνο λαοί με ικανές μητέρες
ευδοκιμούν. Όταν σ’ ένα λαό καταπέσει η μητρότητα, σε τίποτα δεν ωφελεί όλη η
άλλη παιδεία» Γκαίτε
«Ό,τι είμαι και ό,τι ελπίζω
να γίνω το χρωστάω στη μάνα μου» Αβραάμ Λίνκολν.
«Δώστε μου καλές μητέρες και
σε εκατό χρόνια θ’ αλλάξω την όψη της οικουμένης» Ρουσώ.
«Ποτέ στη ζωή δεν θα
συναντήσετε περισσότερη στοργή, πιο βαθειά αγάπη, πιο αφιλοκερδή, πιο
πραγματική από εκείνη της μητέρας» Μπολζακ.
«Αν μου έχουν καταραστεί το
σώμα μου και την ψυχή μου λέει ο Κίπλιγκ, ξέρω τίνος η ψυχή θα μ’ εξαγνίσει.
Της Μητέρας μου».
«Μάνα εσύ είσαι το θεμέλιο
που χτίζεται η ζωή μας» Γ. Αθάνας.
«Πολύ δίκαια, θα μας πει ο
Καμπούρογλου, ονομάζουμε τη γη «μητέρα γη», γιατί ενώ συνεχώς την ποδοπατάμε
και πολλές φορές την καταστρέφουμε, αυτή δεν παύει να μας αποδίδει καρπούς και άνθη» .
Ατελείωτοι λοιπόν, οι ύμνοι
οι δοξαστικοί που έψαλαν για την μητέρα οι σοφοί αλλά και οι απλοί άνθρωποι.
Ποιους να πρωτοαναφέρεις;
Κάπου εδώ πρέπει να
τελειώσουμε. Δεν ξέρω εάν η ομιλία μου μπόρεσε να δικαιώσει τον τίτλο της που
ήταν « Ένας ύμνος στη Μητέρα». Αν δεν το κατόρθωσα, παρηγοριέμαι με την ελπίδα πως μπόρεσα, τουλάχιστον, να συγκινήσω
τις δικές σας ψυχές, έτσι ώστε,
συμμετέχοντας κι εμείς στη παγκόσμια γιορτή, να σταθούμε με σεβασμό
μπροστά της, να υποκλιθούμε, να της φιλήσουμε το χέρι και μέσα από τα τρίσβαθα
της ψυχής μας να της πούμε τούτα τα λόγια, μιας άγνωστης ποιήτριας, που έχουμε
όμως τη χαρά και την τιμή να βρίσκεται ανάμεσά μας.
Μάνα
Την προσφορά σου, προσφορά
καμιά δεν πλησιάζει
Στην αγκαλιά σου τη γλυκιά
καμιά αγκαλιά δεν μοιάζει.
Το χάδι σου το απαλό
δεν δίνει άλλο χέρι.
Το βλέμμα σου το στοργικό
βλέμμα άλλο δεν προσφέρει.
Μοναδική μες τη ζωή
για τον καθένα ασπίδα.
Όλοι σε σε στηρίζουμε
την κάθε μας ελπίδα!
Ευχαριστώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου