OMIΛΙΑ ΕΙΡΗΝΗΣ ΜΠΟΜΠΟΛΗ



   OMIΛΙΑ   ΕΙΡΗΝΗΣ ΜΠΟΜΠΟΛΗ
  Φιλόλογου-Ποιήτριας
(Στο κύκλο των Φιλολογικών Βραδινών της Εταιρείας Λογοτεχνών
στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Πατρών τη Δευτέρα 15-4-2013)
Ο Διονύσιος Σολωμός γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1798 και πέθανε στην Κέρκυρα το 1857.Είναι ο κυριότερος εκπρόσωπος της επτανησιακής σχολής η οποία έχει ως βασικά θέματα τη φύση, τη θρησκεία, την πατρίδα και την παθητικότατη λατρεία της γυναικός. Αφοσιώθηκε αποκλειστικά και υπηρέτησε αυτό που ο ίδιος αποκάλεσε «το νόημα της τέχνης». Σπούδασε στην Ιταλία και επηρεάστηκε μεταξύ άλλων από το ρομαντισμό και τον κλασικισμό. Ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιεί τα δυο αυτά ρεύματα δημιουργούν έναν ιδιότυπο λυρισμό. Το 1823 γράφει το γνωστό σε όλους μας ολοκληρωμένο έργο, τον ύμνο στην ελευθερία. Όμως πίσω από αυτόν στέκουν αθάνατες οι μεγάλες ποιητικές συλλήψεις Του Κρητικού, των Ελεύθερων Πολιορκημένων, της Γυναίκας της Ζάκυνθος, του Λάμπρου. Ο μοναχικός Σολωμός έζησε τα τελευταία χρόνια του στην Κέρκυρα υπηρετώντας τη γλώσσα την ελληνική μέσα από το απαράμιλλης αξίας έργο του.
                       Ο τρόμος της ομορφιάς
Πολυσυζητημένο σύμβολο στην ποίηση του Σολωμού είναι η οπτασία της Φεγγαροντυμένης. Πολλές εκδοχές αποδόθηκαν στο σύμβολο αυτό, αρκετές από τις οποίες κινδυνεύουν να είναι ανεδαφικές. Ούτε απόψε είμαστε σίγουροι αν θα  απαντήσουμε ικανοποιητικά στο τι συμβολίζει η Φεγγαροντυμένη του Σολωμού. Ίσως θα ήταν πιο ασφαλές να μην την προσεγγίζαμε ως ερμηνεύσιμο αναγκαστικά σύμβολο, παρά ως αυτόνομη ποιητική πραγματικότητα στην σολωμική κοσμοαντίληψη. Είναι ο καθαρός ποιητικός τόπος του Σολωμού, η ουσία του κόσμου και των πραγμάτων. Η φεγγαροντυμένη στέκει ακριβώς εκεί στην καταιγιστική ρωγμή του Όντος , στην τομή του Χρόνου, ανάμεσα στο μηδέν και στο είναι, στη ζωή και στο θάνατο αναφέρει ο Λιαντίνης. Εμφανίζεται σε τρία έργα του Σολωμού. Στο «Λάμπρο» με τον τίτλο «αναδυόμενη», στους  «Ελεύθερους Πολιορκημένους», στο γ σχεδίασμα στην ενότητα «Πειρασμός» και στον «Κρητικό», το πιο ώριμο έργο του ποιητή.
Αναφερόμενοι στα χαρακτηριστικά της θα λέγαμε πως είναι πλαστό σύμβολο, έχει σχήμα, είναι άυλη, όμορφη, θεία, κάθετη ως κυπαρίσσι καθώς αναδύεται από το νερό, συγγενική με το φυσικό κόσμο και με το σύμπαν γενικά, ερωτική, ηθικά και διανοητικά ενάρετη, πολύ κοντά στο αρχαιοελληνικό πρότυπο του καλού κ’αγαθού. Είναι γέννημα του φεγγαριού μέσα στο νερό, σε συνθήκες απόλυτης ηρεμίας και μυστηρίου.
Της έχουν αποδοθεί συμβολισμοί όπως: Νεράιδα, Η Παναγία, η αναδυόμενη Αφροδίτη, η Ελευθερία, η αντανάκλαση της ψυχής της αρραβωνιαστικιάς στον Κρητικό, το συμπυκνωμένο υπέρτατο φυσικό κάλλος, ο επίγειος παράδεισος, πλατωνική Ιδέα κατά τη θεωρία της γνώσης ως ανάμνηση, ο «θείος έρωτας», η «θεία πρόνοια», το «αποκαλυπτικό ύψιστο», «η μορφή της μητέρας του» .
Αυτές τις απόψεις οι οποίες είτε ευσταθούν, είτε όχι, είναι προέκταση της βασικής θέσης του Σολωμού και ανάγονται σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάλυσης.
Η φεγγαροντυμένη είναι  πλάσμα του φωτός της νύχτας, αναδύεται και πατάει στην κόψη κυμάτων όπως σημειώνει ο ποιητής. Η ποίηση γίνεται η θεία της Αλήθεια και η Σώτειρα του χρόνου.
Στους «ελεύθερους πολιορκημένους» εμφανίζεται στα μάτια ενός αλαφροΐσκιωτου, τη νύχτα πριν την έξοδο. Ο Καψωμένος θα πει πως με την εμφάνιση του οράματος(όμορφη βγαίνει κορασιά ντυμένη με το φως του) ο Σολωμός φέρνει τον παράδεισο στη γη, απογυμνώνοντας τον αγώνα από κάθε έρεισμα υστεροβουλίας και καθιστώντας την απόφαση της εξόδου μια εξόχως ηθική πράξη. απόσπασμα
Η ποίηση του Σολωμού κινείται ανάμεσα στα αντίθετα. Τα απωθεί και τα συναρθρώνει ταυτόχρονα. Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι καταξιώνουν τον αγώνα τους πάνω στο τείχος. Από μέσα η ζωή-σκλαβιά και από έξω ο θάνατος- ελευθερία. Η απόφαση της εξόδου κινείται πάνω στην κόψη του σπαθιού την τρομερή. Φως – σκοτάδι. Σκλαβιά- θάνατος. Είναι- μηδέν, έρωτας- Χάρος. Ισορροπούν πάνω σε μια τομή. Σε ένα μόλις. «Μόλις είναι έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος» Από τη μια η λήθη της ζωής και από την άλλη η μνήμη του θανάτου. Ο Πλάτων είδε στη φιλοσοφία το Θάνατο και τον υπηρέτησε με τον Έρωτα. Ανάμεσα στα μεγάλα αντίθετα ο ποιητής Σολωμός ανασυντάσσει το Χρόνο, τον ενοποιεί.(θάλασσα, γη , ουρανός συγχωνευμένα, επιφάνεια και βάθος συγχωνευμένα, τα οποία πάλι πολιορκούν την ανθρώπινη φύση στην επιφάνεια και στο βάθος της).
Έξ’ αναβρύζει κι η ζωή σ’ ’γη, σ’ ουρανό, σε κύμα.
Αλλά στης λίμνης το νερό, π’ ακίνητο `ναι κι άσπρο,
ακίνητ’ όπου κι αν ιδείς και κάτασπρ’ ως τον πάτο,
με μικρόν ίσκιον άγνωρον έπαιξ’ η πεταλούδα,
πούχ’ ευωδίσει τς’ ύπνους της μέσα στον άγριο κρίνο.
Αλαφροΐσκιωτε καλέ, για πες απόψε τι `δες.

Νύχτα γιομάτη θαύματα, νύχτα σπαρμένη μάγια!
Χωρίς ποσώς γης, ουρανός και θάλασσα να πνένε,
ουδ’ όσο κάν’ η μέλισσα κοντά στο λουλουδάκι,
γύρου σε κάτι ατάραχο, π’ ασπρίζει μες τη λίμνη,
μονάχο ανακατώθηκε το στρογγυλό φεγγάρι
κι όμορφη βγαίνει κορασιά ντυμένη με το φως του.
Στους ελεύθερους πολιορκημένους το όραμα συμμαχεί με τις αντίρροπες δυνάμεις του Απρίλη και του έρωτα. προσπαθεί να καταβάλει την απόφασή τους για έξοδο. Εμφανίζεται  στην πιο κρίσιμη ώρα. στην ώρα της απόφασης. Οι Μεσολογγίτες ξεπερνούν το δίλλημα ζωή- σκλαβιά, θάνατος – ελευθερία και κερδίζουν την ηθική δικαίωση.
Ακριβώς εκεί που συνομιλεί ο ποιητής με τον Πάνα και τον Ορφέα(σύμβολα ενοποίησης του διαμελισμένου κόσμου ),εκεί βρίσκεται και η Φεγγαροντυμένη, η μούσα του. Εκεί η τρομερή κόψη του σπαθιού, εκεί η ακμή της απόφασης των Μεσολογγιτών, εκεί υψώνει η Φεγγαροντυμένη κυπαρισσένιο ανάερα το ανάστημά της. Ο Ερατοσθένης Καψωμένος σε μια φιλοσοφική προσέγγιση του οράματος μιλάει για τη «θεία επιφάνεια στη φύση», όχι με τη θρησκευτική, αλλά «με τη φιλοσοφική πανθεϊστική έννοια». Πρόκειται για «την καθολική κοσμική ενότητα» που υπερβαίνει την αντίθεση μεταξύ φύσης και ανθρώπινης θέλησης.
Στο ερωτικό βίωμα του Σολωμού μέχρι να φτάσουμε στην απόλυτη θεά του κάλλους, διακρίνουμε τρία επίπεδα- αναβαθμούς της γυναικείας μορφής που παραπέμπουν στη μια ουσία και αποδεικνύουν το δυναμικό χαρακτήρα του ερωτικού βιώματος του ποιητή. Κόρη-γυναίκα-μούσα. Η γυναίκα του Σολωμού με τη μορφή της κόρης ενσαρκώνει τη σύλληψη του κόσμου στην πιο άκρατη, αγνή , καταφατική του πληρότητα. Η σύλληψη του θηλυκού με τη μορφή της γυναίκας ενσαρκώνει τον κόσμο με φανερωμένα τα περιεχόμενα της αντιφατικής ποικιλίας του. Η αγνώριστη, Η γυναίκα της Ζάκυθος, Η μοναχή, Η Φραγκίσκα Φραίζερ, Η τρελή μάνα, Η Μαρία του Λάμπρου, οι Μεσολογγίτισσες, η Ελένη του Κρητικού είναι τα θραύσματα της γυναίκας του Σολωμού πριν ανυψωθεί σε μούσα.
Η ιδέα του θηλυκού με τη μορφή της Μούσας ενσαρκώνει εκείνη τη Λύτρωση που ο Νίτσε την είδε συναρτημένη με το αισθητικό φαινόμενο. Η μορφή της Μούσας δίνεται ολοκληρωμένη στο Σολωμό με τη μορφή της Φεγγαροντυμένης του Κρητικού. Περιβάλλεται από διανοητική και ηθική αγνότητα και έχει πόνο βαθύ. Ο πόνος του Σολωμού είναι πόνος ομορφιάς και έχει ηθική διάσταση. Ο Ντοστογιέφσκι γράφει: Η ο ομορφιά σώζει τον κόσμο.
μως κοντ στν κορασιά, πο μ᾿ σφιξε κι χάρη,
σειόνταν τ᾿ λοστρόγγυλο κα λαγαρ φεγγάρι·
κα ξετυλίζει γλήγορα κάτι πο κεθε βγαίνει,
κι μπρός μου δο πο βρέθηκε μία φεγγαροντυμένη.
τρεμε τ δροσάτο φς στ θεϊκι θωριά της,
στ μάτια της τ λόμαυρα κα στ χρυσ μαλλιά της.
XXI.
κοίταξε τ᾿ στέρια, κι κενα ναγαλλιάσαν,
κα τν χτινοβόλησαν κα δν τν σκεπάσαν·
κι π τ πέλαο, πο πατε χωρς ν τ σουφρώνει,
κυπαρισσένιο νάερα τ᾿ νάστημα σηκώνει,
κι νε τσ᾿ γκάλες μ᾿ ρωτα κα μ ταπεινοσύνη,
κι δειξε πάσαν μορφι κα πάσαν καλοσύνη.
Τότε π φς μεσημερν νύχτα πλημμυρίζει,
κι χτίσις γινε νας πο λοθε λαμπυρίζει.
Τέλος σ᾿ μ πο βρίσκομουν μπρός της μς στ ρεθρα,
καταπς στέκει στ Βορι πετροκαλαμήθρα,
χι στν κόρη, λλ σ᾿ μ τν κεφαλ της κλίνει·
τν κοίταζα βαριόμοιρος, μ᾿ κοίταζε κι κείνη.
Η μούσα φεγγαροντυμένη είναι η μόνη συνοδός του στην έρημη χώρα της Ποίησης. Είναι για τον ποιητή η αδιάκοπη συνείδηση του τρόμου των όντων μπροστά στην ομορφιά την οποία περιγράφει η μεγάλη Τέχνη.
Αυτές οι σκέψεις του Σολωμού μπορούν κάλλιστα να οδηγήσουν στην καταγωγή της έμπνευσης του Ρίλκε για το τρομερό του Ωραίου. Η Φεγγαροντυμένη δεν είναι μόνο η παιδαγωγός της ζωής του, αλλά και η οδηγήτρια της Τέχνης του. «με Μυρτιά στην κεφαλή ο ίσκιος μιας γυναίκας». Η Φεγγαροντυμένη γίνεται σε επίπεδο προσωπικού βιώματος για τον ποιητή διονυσιακό σύμβολο και είναι ικανή να ξεσκεπάσει την αίσθησή του  για ηδονική έκσταση της ερωτικής Ιδέας. Εκείνο που την αγριεύει είναι η μοίρα του θανάτου, αλλά ταυτόχρονα τον ποθεί. «Και τέλος φθάνω στον γιαλό την αγαπημένη. Την απιθώνω με χαρά και ήτανε πεθαμένη».
Η Φεγγαροντυμένη είναι το σύμβολο της αρνησιάς του πόθου, η εικόνα της ανάστασης του θανάτου, η θεία έκφραση της Ανάγκης για υπέρβαση του θανάτου. Είναι ακριβώς η στιγμή που υψώνεται πάνω από τον Έρωτα και τον Θάνατο.
Μπορεί ο άνθρωπος να εντάξει τη ζωή του στα όρια αυτής της στιγμής; Να στίξει τη ζωή του ή να χρονώσει τη στιγμή του; «κι έζησε ζωή ατέλειωτη σε μια στιγμή» στην κόψη του σπαθιού, στην ακμή της εξόδου, στην υπέρβαση του θανάτου. Την υπέρβαση του θανάτου πρέπει να τη φανταστούμε σαν μια μετάπτωση από το πραγματικό στο ονειρικό τη στιγμή που αστράφτει φως και γνωρίζει ο άνθρωπος τον εαυτό του. Είναι η στιγμή της έκστασης, της αφύπνισης, του τρόμου μπροστά στο ανερμήνευτο. Μόνο μια στιγμή.
Ο ήρωας Κρητικός του ομώνυμου έργου, είναι εξόριστος από την Κρήτη. Ναυαγός στη θάλασσα προσπαθεί να φτάσει στην απέναντι ξηρά κολυμπώντας, έχοντας στην αγκαλιά του την αρραβωνιαστικιά του. Στο δρόμο η τρικυμία παύει και σε συνθήκες απόλυτης γαλήνης (ούτε όσο κάνει η μέλισσα κοντά στο λουλουδάκι)παρουσιάζεται το όραμα της Φεγγαροντυμένης.
Η φεγγαροντυμένη ανήκει στις αντίμαχες δυνάμεις  της φύσης. Στον Κρητικό συμμαχεί μαζί με την αγριότητα της καταιγίδας και τον γλυκύτατο ηχώ για να κάμψουν τις αντιστάσεις του Κρητικού- ναυαγού. Η οικεία θλιμμένη ομορφιά της επιδρά αφοπλιστικά στην καρδιά του και τον αποδυναμώνει. Η ομοιότητά της με την αρραβωνιαστικιά του είναι επίσης ένα στοιχείο που τον παγιδεύει και τον καθηλώνει.
Εμφανίζεται την κατάλληλη στιγμή. όταν ο ήρωας παλεύει μεταξύ ζωής και θανάτου. Στο μεταίχμιο του αγώνα επιδρά παραπλανητικά και τον καθιστά γνώστη της αδυναμίας μπροστά στα μυστήρια του κόσμου. Ο γενναίος πολεμιστής της Κρήτης που με χαρά πολεμούσε τους εχθρούς, μοιάζει ανίσχυρος να δαμάσει την ομορφιά του κόσμου και να φέρει εις πέρας το έργο του.
Ορισμένες σημειώσεις του ποιητή σχετίζονται με το θέμα του οράματος στον Κρητικό. «η ηθική δύναμη δοκιμαζόμενη από τη συμφορά και η άλλη περιβεβλημένη από μια μαγεία , κάνει στο τέλος πικρότερο το χαμό. Μια ισορροπία δυνάμεων. Από το ένα μέρος η ψυχή του ναυαγού , γεμάτη από μια μεγάλη έκφανση της Ιδέας(να φέρει στο ακρογιάλι το σώμα της αρραβωνιαστικιάς που τη θεωρεί ζωντανή και από το άλλο μέρος τα Εξωτερικά εμπόδια της φύσης γεμάτης από μιαν άλλη έκφανση της Ιδέας μαγευτική») Ο Κρητικός για τον υψηλό ηθικό σκοπό της σωτηρίας της αγαπημένης του, αντιμετωπίζει με όλη τη δύναμη της ψυχής του τα εξωτερικά φυσικά εμπόδια που είναι όχι μόνο η τρικυμία, αλλά από μια στιγμή και πέρα και η ομορφιά της γαληνεμένης φύσης που συμπυκνώνεται στο αναδυόμενο όραμα. η ομορφιά αυτή τον μαγεύει και παραλύει τη θέλησή του.
Είναι ενδιαφέρον να δούμε την παρουσία της αναδυόμενης κόρης  στον « Λάμπρο», το κατ εξοχήν ρομαντικό έργο του Σολωμού και στο λιγότερο αναγνωρίσιμο σε σχέση με τις άλλες υψηλές συνθέσεις . Είναι το αγαπημένο έργο του ποιητή   το οποίο με τη ζοφερή φιλοσοφία του και την βυρωνική σκοτεινή επιρροή του ίσως κατατάσσουν για λίγο τον Σολωμό στους καταραμένους ποιητές. Μέσα σε κλίμα αγώνα , απιστίας, εγκατάλειψης των παιδιών, προδοσίας και αιμομιξίας, έχουμε την εμφάνιση της φεγγαροντυμένης σε ένα οκτάστιχο απόσπασμα με τον τίτλο αναδυόμενη.

ναδυομένη

Στ
ν κορυφ τς θάλασσας πατώντας
στέκει, κα
δ συγχύζει τ νερά της,
πο
στ βάθη τος μέσα λόστρωτα ντας
δ
ν δειχναν τ θεον νάστημά της.
Δίχως α
ρα ν πνέει, φεγγοβολώντας
ναλαμπ το φεγγαριο κοντά της
συχνότρεμε, σ
νά 'χε πιθυμήσει
τ
ποδάρια τ θεα ν τς φιλήσει.
Μετά την ακούσια λόγω άγνοιας αιμομιξία του Λάμπρου με την κόρη του , τα δυο πρόσωπα βρίσκονται μέσα σε μια βάρκα, μέσα στη λίμνη(εδώ των Ιωαννίνων) και ακριβώς πριν τον πνιγμό της κόρης του Λάμπρου, εμφανίζεται το όραμα. Νομίζω πως η αναδυόμενη του Λάμπρου παρότι πιο αδιευκρίνιστη συγκρινόμενη με το αντίστοιχο όραμα των άλλων δυο έργων. του Κρητικού και των Ελεύθερων πολιορκημένων είναι πιο κοντά στην ιδέα της μνήμης και του πόθου του θανάτου, ακριβώς τη στιγμή που ο άνθρωπος συνειδητοποιεί την αδυναμία του να ορίσει τη μοίρα του απέναντι στο κοσμικό μυστήριο. Ο πρωταγωνιστής Λάμπρος του ομώνυμου έργου μέσα από τον προσωπικό αγώνα με τους Τούρκους, τις δοσοληψίες, τις απάτες, την αδιαφορία για τα παιδιά του, πέφτει πάνω στην κόρη του που δε γνωρίζει και συνάπτει μαζί της ερωτική σχέση. Στο σημείο αυτό, όταν το αντιλαμβάνεται, αρχίζει η επίγνωση της ματαιότητας. Ο ζόφος της ψυχής του γεννάει ερινύες Στο περιβόλι του θανάτου , στη Λίμνη, θα χάσει την κόρη του. Τα όρια μεταξύ ζωής και θανάτου είναι δυσδιάκριτα. Σχεδόν δεν ξεχωρίζουν. Είναι ένα μόλις. Είναι η στιγμή που άστραψε και γνώρισε ο νιός τον εαυτό του στον Πόρφυρα. Λίγο πριν τον κατασπαράξει το θηρίο της θάλασσας. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ο πόθος του θανάτου μοιάζει προτιμότερος από τη ζωή. Η στιγμή της μετάβασης από το είναι στο μηδέν και αντίστροφα. Η στιγμή και η ανάγκη της υπέρβασης του θανάτου. Το όραμα της φεγγαροντυμένης, ένα μαγευτικό εξωφυσικό κάλεσμα κάνει την εμφάνισή του αναδυόμενο κάθετα από τη θάλασσα-λίμνη, ως κυπαρίσσι τυλιγμένο με το φως του φεγγαριού. Καθαρά ρομαντική σύλληψη.
Επίσης τα χαρακτηριστικά της φεγγαροντυμένης ως απόλυτα όμορφης , άυλης και θείας μορφής, έκαναν κάποιους μελετητές να μιλήσουν για την παρουσία του παραδείσου στη γη. Όλα συμβαίνουν εδώ, όλα υπάρχουν εδώ, και η κόλαση και η παράδεισος. Έτσι ο ανθρώπινος αγώνας απογυμνώνεται από κάθε μεταφυσική υστεροβουλία. Καμιά δικαίωση δεν περιμένει τους ήρωες μετά το θάνατο, αφού εδώ είναι όλα. Ο αγώνας γίνεται για αυτόν και μόνο τον αγώνα . Το μόνο κέρδος του ανθρώπου είναι η φευγαλέα γνώση της αδυναμίας του, σε αυτή την τομή του μόλις, σε μια στιγμή.
Ο Λάμπρος πεθαίνει μόνος. Δεν υπάρχει κανείς κοντά του να του κλείσει τα μάτια. Ένα δένδρο ενώθηκε με το άλλο και έβγαλε τέσσερις βλαστούς. Έπεσε κεραυνός και τα έκαψε όλα.
Κα δεν έμεινε μητ’ ένα κλωνάρι,
Φιλέρημο πουλάκι να καθίσει
Το βράδυ, την αυγή να κιλαϊδήσει.
Έξω από κάθε ερμηνεία ή συμβολισμό φαίνεται πως η Φεγγαροντυμένη είναι αγαπημένος ποιητικός τόπος του ποιητή και ίσως το μοναδικό καταφύγιο που φωτίζει την ψυχή του.(εχαμογέλασε γλυκά στον πόνο της ψυχής μου)θα πει στον Κρητικό. Είναι η μούσα του που τον συνοδεύει διαρκώς στη ζωή του. Είναι η πιο πιστή συνοδός του. Είναι η στιγμή της αλήθειας του μεταξύ ζωής και θανάτου. Είναι η μνήμη και ο πόθος μαζί. Είναι η πιο οικεία και γλυκιά μορφή για τον ποιητή. Τα χαρακτηριστικά της του είναι γνωστά και αγαπημένα.
Έλεγα πως την είχα δει πολύν καιρόν οπίσω
Καν σε ναό ζωγραφιστή με θαυμασμό περίσσιο
Κάνε την είχε ερωτικά ποιήσει ο λογισμός μου
Καν τ’ όνειρο όταν μέθρεφε το γάλα της μητρός μου.
Ήτανε μνήμη παλαιή , γλυκεία και αστοχησμένη
Που ομπρός μου τώρα μόλη της τη δύναμη προβαίνει.

                      ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Δ.Λιαντίνη, Χάσμα Σεισμού- ο φιλοσοφικός Σολωμός, εκδ. Αθήνα 2000.
Λίνου Πολίτη, ποιητική Ανθολογία-Ο Σολωμός και οι Εφτανησιώτες, εκδόσεις Δωδώνη,Αθήνα.
Διονυσίου Σολωμού, Άπαντα, Υπό Γ. Ν. Παπανικολάου: τόμος πρώτος(Α): το ελληνόγλωσσο έργο του: βιογρφία-κείμενο-ερμηνεία-παραλλαγές—τυπικό-εικόνες- Αθήνα 1970, Τόμος δεύτερος (Β):Το Ιταλόγλωσσο έργο του: κείμενο- μετάφραση-σχόλια-επιστολές-επιδράσεις-σχήματα λόγου-ιδιαίτερα στοιχεία-μετρική-αντισολωμικές κριτικές-κριτική ανθολογία-γενική κριτική-ψήγματα στοχασμών- γλωσσάριο-βιβλιογραφία-ευρετήριο-Αθήνα 1972.
Πάνου Καραβία, Ο Σολωμός και η αναγωγή του στο Ουράνιο, βιβλιοπωλείο της Εστίας, Αθήνα 1977.
Διονύσιος Σολωμός, περιοδικό Νέα Εστία, Χριστούγεννα 1978, Βιβλιοπωλείον της Εστίας.
Κώστας Βάρναλης, Αισθητικά –κριτικά –Σολωμικά, εκδ Κέδρος,Αθήνα 1978.
Ερατοσθένης Καψωμένος, Η σχέση ανθρώπου – φύσης στο Σολωμό, Χανιά 1979.
Διονυσίου Σολωμού, ποιήματα και πεζά, εκδ. στιγμή, Αθήνα 1994

KΡΙΣΕΙΣ-ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ



KΡΙΣΕΙΣ-ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ

ΓΙΑ ΤΟ  ΒΙΒΛΙΟ:  “ΦΩΝΗ ΒΟΩΝΤΟΣ ΕΝ …ΜΝΗΜΟΝΊΩ”

ΣΑΡΑΝΤΟΣ  Ι. ΚΑΡΓΑΚΟΣ

Ιούλιος 1η 2013

Φίλτατε κ. Μαργαρίτη, χαίρετε πάντα!
Εν πρώτοις, σας εύχομαι μήνα καλό και θέρος καλό. Δεύτερο να έχετε υγεία και πνευματική ευεξία. Σας ευχαριστώ για την αποστολή της «Φωνής» σας που δεν είναι  «φωνή βοώντος…» Ούτε και  εν μνημονίω» είναι φωνή εκ συνειδήσεως προς συνειδήσεις. Γι’ αυτό δονεί τις χορδές της ευαισθησίας μας.
Προσωπικά, ευλογώ το μνημόνιο. Είχαμε, ως πολίτες και πολιτικοί ,γαϊδουροποιηθει. Γι’ αυτό έχουμε πρωθυπουργό Σαμαρά! Επί Γιωργάκη είχαμε και υπουργό τύπου…Πεταλωτή!
Μας χρειαζόταν το καπίστρι και το μαστίγιο. Ζούσαμε σαν Συβαρίτες με δανεικά. Είχαμε αποκτηνωθεί.Ασέβεια,αναισχυντία,αδιαντροπιά.Κλεπτομανία,πλουτομανία ,χωρίς καμιά παραγωγική εργασία. Βλέπω την αγωνία, τη διαμαρτυρία στα άρθρα σας. Δεν κάνουμε παιδιά. Παιδιά κάνουν οι Γύφτοι και οι αλλοδαποί. Ο Ελληνισμός ξεράθηκε. Κι άλλοτε έγινε αυτό, αλλά ξαναζωντάνεψε, όπως το κυπαρίσσι  του Μυστρά. Είναι καιρός να βάλουμε μυαλό και να κοιτάξουμε το καλό της Ελλάδας. Στους νέους δεν χρειάζονται χάδια. Ένα σύνθημα πρέπει να κυριαρχεί: «¨Όλοι στη δουλειά» Την όποια δουλειά. Στο χωράφι, στο κοπάδι, στο καράβι, στο εργαστήρι. Τα πιο καθαρά χέρια είναι τα μουτζουρωμένα  από τη δουλειά χέρια. Αυτό πρέπει να πούμε στα παιδιά .Να τους πούμε πως είναι θάνατος το να κάθονται σ’ ένα γραφείο και να μουτζουρώνουν χαρτιά. Το δημόσιο είναι σαν την γυναίκα δημοσίων ηθών. Κάλλιο στη στάνη και στο μποστάνι παρά των πολιτικών τσιράκι. Έτσι θα σωθούμε.
Μα όλη μου την αγάπη
Σαράντος Καργάκος

Περιοδικό «δίβρη» Τεύχος 140 Απρίλιος –Ιούνιος 2013

Παρουσίαση Βιβλίων και Άλλων Εντύπων.  (Σελίς 29)

Λεωνίδας Μαργαρίτης:
«ΓΑΜΗΛΙΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΜΕΤΩΠΟ»
Πάτρα 2012 Εκδόσεις ΒιβλιοΠΑΝΟΡΑΜΑ

Ο Λεωνίδας Μαργαρίτης είναι  πολυγραφότατος συγγραφέας και δραστήριος ενεργός πολίτης. Το βιβλίο αυτό προλογίζει ο γνωστός μας καθηγητής της νεώτερης ελληνικής ιστορίας κ. Αθανάσιος Φωτόπουλος και ξεκινά ως εξής  Ένα αληθινό κειμήλιο της νεώτερης ιστορίας έρχεται να προστεθεί στην παρακαταθήκη  του έθνους μας…» Αυτό και μόνο προδιαθέτει τον αναγνώστη να διαβάσει την συναρπαστική αφήγηση του πατέρα του συγγραφέα την περίοδο της στρατιωτικής του θητείας του στον ηρωικό πόλεμο του 40,όπως βγαίνει από τα γράμματα που στέλνει από το μέτωπο. Ο γιός του Λεωνίδας διέσωσε αυτό το μνημειακό επιστολικό αρχείο του πατέρα του Γεωργίου Μαργαρίτη  και το δημοσιοποιεί για να ζήσουμε εμείς οι νεώτεροι  το μεγαλείο του έπους των προγόνων μας με συγκλονιστικά γεγονότα που έγραψαν λαμπρές σελίδες στη νεώτερη ιστορία. Και πέρα από την αφήγηση, ο λογοτέχνης (και πρόεδρος των Λογοτεχνών Δυτ. Ελλάδος) Λεωνίδας Μαργαρίτης μας δίνει στο βιβλίο αυτό και άλλα στοιχεία και φωτογραφικό υλικό από τον επιστολογράφο πατέρα του με άλλα σημαντικά προσόντα του που άξιζαν να βγουν στην επιφάνεια σαν ελάχιστος φόρος τιμής στον πατριώτη-πολεμιστή Γεώργιο Μαργαρίτη.
                                                                                              ΔΙΒΡΗ

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΚΕΙΜΗΛΙΩΝ

ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΚΕΙΜΗΛΙΩΝ
                                           Λεωνίδα Γ. Μαργαρίτη Επιτ.Δικηγόρου
                                Προέδρου Εταιρείας Λογοτεχνών
 Ήρθε και  πάλι στην επικαιρότητα το θέμα  της ανάπτυξης του Θρησκευτικού τουρισμού. Κάποιοι πιστεύουν  ότι ο θρησκευτικός  τουρισμός θα φέρει έσοδα στην οικονομία του τόπου. Αυτό προσδοκά  και η τοπική Εκκλησία  με την μεταφορά για προσκυνηματικούς λόγους στη Μόσχα  του Σταυρού του Μαρτυρίου του Αγίου Ανδρέου.
          Στα λείψανα των Ηρώων  π.Χ. όσο και στα λείψανα των Αγίων οι άνθρωποι   επεδείκνυαν  ιδιαίτερο ενδιαφέρον και απέδιδαν  ιδιαίτερη τιμή. Πολλές φορές μεταφέρονταν   από πόλη σε πόλη. Για παράδειγμα τα οστά του Έκτορα από την Τροία μεταφέρθηκαν στη Θήβα και του Οιδίποδα από τη Θήβα στην Αθήνα. Την ίδια συμπεριφορά είχαν και οι Χριστιανοί Βυζαντινοί Αυτοκράτορες  όταν μετά την ανέγερση του Ναού των Αγίων Αποστόλων συγκέντρωσαν και μετέφεραν  σ' αυτόν  τα λείψανα όλων των Αποστόλων.
 Δημιουργήθηκε στην αρχαία Ελλάδα  μια λατρεία των ταφών των ηρωών ανάλογη με εκείνη που δημιουργήθηκε αργότερα με τους Χριστιανούς.  Έκτιζαν και τοποθετούσαν τα οστά των Ηρώων στα θεμέλια των τειχών γιατί θεωρούσαν  πως οι ήρωες τους προστάτευαν από  τους ξένους  εισβολείς.
          Την αρχαιοελληνική παράδοση ακολούθησε  και η νέα θρησκεία και  έτσι προκειμένου να εγκαινιασθεί ένας  ναός στη  βάση  του θυσιαστηρίου, δηλαδή του αρχαίου βωμού, τοποθετούν λείψανα Αγίων.
          Επόμενο είναι η  φύλαξη και η   έκθεση  σε ναούς προς τιμητική προσκύνηση  λειψάνων Αγίων να προσελκύει το ενδιαφέρον των πιστών από άλλες περιοχές τόσο της χώρας όσο και άλλων ομοθρήσκων  και ομόδοξων λαών.
          Σ' αυτή τη κατεύθυνση στρέφετε και το ενδιαφέρον εκείνων που μιλούν και σήμερα περί θρησκευτικού τουρισμού..
          Αλλά έχει και άλλες παραμέτρους το ζήτημα. Συγκεκριμένα η Τίμια κάρα και ο Σταυρός του Μαρτυρίου του  Αποστόλου Αγίου Ανδρέα καθαγίασε  την πόλη μας  η οποία και τιμά τον προστάτη της  με την ανέγερση   ενός μεγαλοπρεπούς ναού.
          Αποτελεί  πολύτιμο  θησαυρό  για την εκκλησία των Πατρών που πολλοί θα ήθελαν να αποκτήσουν.
          Διατυπώθηκε τελευταία  από τη Εκκλησία της Ρωσίας όπως παλαιότερα από την Εκκλησία της Ρουμανίας και της Κύπρου το αίτημα μεταφοράς  του Σταυρού του Μαρτυρίου του   Αγίου Ανδρέα,  στη Μόσχα.
.
                    Κατ' αρχήν θεωρούμε  λάθος  τακτικής   την   μεταφορά ιερών εικόνων και λειψάνων σε άλλες περιοχές με το πρόσχημα ανάπτυξης του τουρισμού. 
Εάν  επιθυμεί κάποιος να προσκυνήσει την Τίμια κάρα και το Σταυρό του Μαρτυρίου  του Αποστόλου Αγίου Ανδρέου δεν έχει παρά να επισκεφθεί   την πόλη των Πατρών.
Πως άλλωστε θα ενισχύσουν  τον θρησκευτικό τουρισμό οι θιασώτες του όταν αντί να έρχονται  στην πόλη μας οι προσκυνητές  μεταφέρουμε εμείς τα ιερά μας προσκυνήματα σ' όσους  ασφαλώς δεν επιτυγχάνετε ο στόχος τους;
          Αλλά και μια άλλη παράμετρος την οποία θα πρέπει να εκτιμήσουν όσοι αποφασίζουν  τις σχετικές μεταφορές των κειμηλίων  , είναι   ποιος και πως θα εγγυηθεί ότι θα επιστρέψει και πάλιν ασφαλώς  ο Σταυρός του Μαρτυρίου στην πόλη μας ; Τόσα αεροπορικά και άλλα ατυχήματα συμβαίνουν κατά καιρούς. Ποίος θα αναλάβει την ευθύνη αυτή και τι θα συμβεί εάν παρά τις  περί του αντιθέτου προβλέψεις ,συμβεί το μοιραίο;
          Θρησκευτικός τουρισμός  με μεταφορά των θησαυρών της Ορθοδοξίας εκτός της  περιοχής της πόλεώς μας δεν είναι  δυνατόν να νοηθεί. Όσοι το ισχυρίζονται  και το προπαγανδίζουν μάλλον δεν  αντιλαμβάνονται  τη σοβαρότητα αυτού του ζητήματος.   
  Θα θέλαμε με την ευκαιρία αυτή να διατυπώσουμε ορισμένες επισημάνσεις και ερωτήματα στα όσα παρέθεσε  σε άρθρο του ο Σεβασμιότατος  που δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 6ης-7ης Ιουλίου  της εφημερίδας  «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ» με τίτλο «Η μεταφορά του Σταυρού του Αγίου Ανδρέου στη Ρωσία».
        Με δεδομένο ότι της μεταφοράς του Σταυρού του Μαρτυρίου  είχε προηγηθεί η μεταφορά της  Τίμιας κάρας του Πρωτοκλήτου, γιατί προβληματίσθηκε τόσο πολύ ο Σεβασμιότατος για τη νέα μεταφορά;
Σημειώνει  τα εξής: «Ομολογώ ότι προβληματισθήκαμε πολύ έως ότου αποφασίσομε περί του πρακτέου. Ο προβληματισμός μας, συνεχίζει στο άρθρο του ο Σεβασμιότατος έγινε προσευχή θερμή και παράκληση προς τον Άγιο Ανδρέα ώστε αν είναι θέλημα Θεού και του ιδίου του Αποστόλου επιθυμία να πραγματοποιηθεί η ιερά αυτή αποδημία του Σταυρού του Πρωτοκλήτου στη Ρωσία. Ο Άγιος μας έδειξε το θέλημά του και έδωσε την συγκατάθεσή του με το δικό του τρόπο. Μας απάντησε μέσα από σημεία, δια τα οποία θα ομιλήσουμε όταν είναι καιρός».
Στο σημείο αυτό ανακύπτουν μερικά βασικά ερωτήματα.
1.Ποίοι ήταν εκείνοι που προβληματίστηκαν πολύ μέχρι να αποφασισθεί το πρακτέο; Το πλήρωμα της Εκκλησίας των Πατρών ήταν μήπως μεταξύ των προβληματισθέντων;
          Δεν θα έπρεπε προηγουμένως να ερωτηθεί ο ευσεβής λαός των  Πατρών που πέτυχε την μεταφορά από τη Ρώμη της Τίμιας Κάρας και από τη Μασσαλία του Σταυρού του Μαρτυρίου του Πρωτοκλήτου,  κειμήλια   που αποτελούν   Ιερά  θησαυρίσματα της πόλεως;
    Στο άρθρο του  ο  Σεβασμιότατος  ισχυρίζεται  ότι ο Απόστολος Ανδρέας  έδωσε δια σημείων τη συναίνεση του για την μεταφορά στη Ρωσία του Σταυρού. Αλήθεια αφού ο ίδιος ο Πρωτόκλητος έδωσε τη συναίνεση του γιατί χρειάσθηκε η έγκριση της Ιεράς Συνόδου;
            Θα συμφωνεί ασφαλώς ο Σεβασμιότατος ότι αποτελεί αλώβητη παρακαταθήκη, που οι άνθρωποι ανεξάρτητα από φύλο, φυλή γλώσσα και χρώμα είναι παιδιά του ίδιου Θεού κι αν χρειαστεί και το αίμα μας θα δώσουμε για του Κυρίου μας την αγάπη όπως έπραξε ο Άγιος Ανδρέας.
             Αλήθεια έχει ιδιαίτερη σημασία για την πίστη   ότι εις όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου θα μεταδοθεί δορυφορικά η υποδοχή στις πόλεις όπου θα τεθεί σε προσκύνηση ο Σταυρός του Αγίου μας;
            Τέλος εάν ο Σεβασμιότατος   είχε ενημερώσει για τα σημεία με τα οποία ο Πρωτόκλητος Ανδρέας έδειξε το θέλημά του και έδωσε τη συγκατάθεση του για την μεταφορά του Σταυρού στη Ρωσία ίσως να είχαν διασκεδαστεί  οι  απορίες και  απαντηθεί τα ερωτήματα.


ΔΙΗΓΗΜΑ ΤΟΥ ΒΡΑΒΕΥΜΕΝΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ILIAZ BOBAJ

ΔΙΗΓΗΜΑ ΤΟΥ ΒΡΑΒΕΥΜΕΝΟΥ  ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ILIAZ  BOBAJ

Ο Ιταλός πιλότος


            Το μικρό πολεμικό αεροσκάφος γύρισε με εκκωφαντικό κρότο από το μέτωπο του νότου. Ήταν ένα ιταλικό βομβαρδιστικό από τα πιο κοινά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το οποίο οι Ιταλοί το έλεγαν «κατσιατόρε», ενώ οι Αλβανοί απλά «κατσιατόρ». Όμως αυτά τα μικρά αεροπλάνα είχαν γίνει ο φόβος και ο τρόμος του ντόπιου πληθυσμού, διότι βομβάρδιζαν αδιακρίτως κάθε ύποπτο αντικείμενο στο έδαφος. Προπαντός τα άλογα και τα άλλα υποζύγια, τα οποία, λόγω των κινήσεών τους στη βοσκή ή στο δρόμο, τους φάνταζαν σαν άνθρωποι από κει πάνω, τα σφυροκοπούσαν αλύπητα αδειάζοντας πάνω τους όλο το περιεχόμενο της σιδερένιας τους κοιλιάς. Μάλιστα, και οι κορμοί των δέντρων, που μαύριζαν από πάνω, είχαν γίνει αντικείμενα σφοδρού βομβαρδισμού. Το χωριό είχε γεμίσει με σκοτωμένα ζώα, είχε μετατραπεί σε νεκροταφείο ζώων. Οι άνθρωποι δεν προλάβαιναν να τα θάψουν. Αλλά και τα κατεστραμμένα από τις βόμβες σπίτια ήταν δεκάδες. Οχτώ κάτοικοι, ηλικιωμένοι κυρίως, είχαν πληρώσει με τη ζωή τους το «παιχνίδι» των «κατσιατόρ».
          Μόλις χάραζε στη βουνοκορφή, οι χωριάτες άρπαζαν τα παιδιά τους, νηστικά, με κλάματα και οδυρμούς και έπαιρναν την ανηφόρα στο Πλατοβούνι. Έβρισκαν κάποια σπηλιά και στριμώχνονταν εκεί μέσα μαζί με τα παιδιά τους. Γύριζαν αργά το βράδυ για να ψήσουν λίγο καλαμποκίσιο ψωμί και να πάρουν λίγο ύπνο. Την επόμενη ξεκινούσαν πάλι νωρίς για τις σπηλιές του βουνού. Η μέρα ήταν των «κατσιατόρ».
          Πριν από λίγες μέρες τα «κατσιατόρ» είχαν βομβαρδίσει άγρια το χωριό. Είχαν διακρίνει ένα καραβάνι με ζώα, με τον νοικοκύρη τους στην αρχή και άρχισαν να βομβαρδίζουν με τέτοια σφοδρότητα, σαν αυτό το καραβάνι να ‘ταν το πολεμικό επιτελείο του εχθρού τους. Τόσο ανελέητος ήταν ο βομβαρδισμός που και τον καραβανιάρη, τον Αλί, και τα ζώα του καραβανιού που επέστρεφαν από το μύλο, φορτωμένα με τα σακιά με αλεύρι, τα έκαναν κιμά σα να τα είχαν περάσει από κρεατομηχανή. Το αλεύρι είχε ανακατευτεί με τις λιωμένες σάρκες. Ήταν ένα ανατριχιαστικό θέαμα, είπαν όσοι το αντίκρισαν.
-         Τι διάολο πόλεμο κάνουν αυτοί; -είπε εκείνη τη μέρα ο Σκεντέρ. – Αλλού είναι το μέτωπο και αλλού βομβαρδίζουν! Δεν μας άφησαν τίποτα όρθιο! Έχουν τυφλωθεί τόσο που και οι κορμοί των δέντρων τους φαίνονται άνθρωποι! Μεγάλος μπελάς μας βρήκε!
-         Καλά λες εσύ Σκεντέρ, αλλά έλα να πείσεις εκείνους που τους διοικούν! – είπε ο Σελίμ, που είχε χάσει τα δυο μουλάρια του σε έναν τέτοιο βομβαρδισμό.
Στο μεταξύ το βομβαρδιστικό πέρασε πάνω από το βουνό της Λιουντζεριάς, από την κοιλάδα του Δρίνου, πέταξε λίγο στα νότια του Αργυροκάστρου και συνέχισε προς το βορά, πάνω από το Πλατοβούνι. Πλησίαζε τη βόρεια πλευρά του Λαζαράτ. Έκανε έναν τρομακτικό θόρυβο σα να ‘θελε να δείξει ότι ήταν κύριος του ουρανού.
          Ο τόπος έτρεμε σαν το δέρμα του τυμπάνου, κάτω από τα εναέρια χτυπήματα. Οι άνθρωποι το παρακολουθούσαν σιωπηλοί. Ξάφνου ακούστηκε ένας φοβερός κρότος., σαν μια αναπάντεχη έκρηξη, που κανείς δεν γνώριζε που είχε συμβεί.
          Το «κατσιατόρ» άρχισε να ταλαντεύεται. Άρχισε να βγάζει καπνό. Έπειτα να κάνει κάτι παράξενες και ανεξέλεγκτες κινήσεις στον ουρανό. Το είχαν χτυπήσει. Αλλά ποιος; Πιθανότατα το χτύπησαν από το Αργυρόκαστρο, διότι τη στιγμή που έβγαινε από κει ακούστηκε ο κρότος. Κάποιος είπε ότι στο Αργυρόκαστρο μόλις είχαν μπει οι Γερμανοί και ότι ήταν αυτοί που χτύπησαν το ιταλικό βομβαρδιστικό. Σκότωναν τους πρώην συμμάχους τους. Οι Ιταλοί είχαν φύγει πριν ένα μήνα από το χωριό. Ήταν στα πρόθυρα της συνθηκολόγησης. Είχαν μείνει μόνο ο Καπελέτι και ο Φομαγκάλι, δύο Ιταλοί στρατιώτες, οι οποίοι είχαν λιποταχτήσει από το στρατό και είχαν κρυφτεί εκεί. Δούλευαν στα σπίτια των χωρικών, φτιάχνοντας βαρέλια, κάδους, πόρτες, παράθυρα, τοίχους κ.α. Ήταν αληθινοί μάστοροι. Το χωριό τους προστάτεψε σαν παιδιά του από τους Γερμανούς. Επέστρεψαν στην πατρίδα τους μετά τη λήξη του πολέμου.
          Κείνη τη στιγμή από το αεροπλάνο ξεκόπηκε ένα μικρό αντικείμενο, κάτι σαν μαύρο δέμα. Έπεφτε με μεγάλη ταχύτητα προς τη γη.
-         Ο πιλότος, είναι ο πιλότος, ρίχτηκε με αλεξίπτωτο!- είπε κάποιος.
Ενώ το αεροπλάνο ακυβέρνητο πλέον, έπεφτε προς τη γη σαν σκοτωμένο πουλί. Από τη πληγή που είχε πάρει στα στήθη του, έβγαινε καπνός.
Στο μεταξύ ο πιλότος φαινόταν σα να ‘κανε κάποιες γρήγορες κινήσεις. Βέβαια για να ανοίξει το αλεξίπτωτο. Μάταια όμως. Εκείνο δεν άνοιξε.
-         Αχ, …………..! – αναστέναξε μια γυναίκα γύρω στα εβδομήντα. – Αλίμονο στη μάνα του!
 Μετά από λίγο, από το μέρος που έπεσε το αεροπλάνο σηκώθηκε μαύρος πυκνός καπνός.
-         Ελάτε, πάμε! – διέταξε η Λιρί τις γυναίκες που είχαν μαζευτεί γύρω της και κοιτούσαν λυπημένες εκεί που έβγαινε ο καπνός.
-         Πού να πάμε; -τη ρώτησε η Χαβά.
-         Θα πάμε στον πιλότο που έπεσε! Είναι κι αυτός παιδί κάποιας μάνας και δεν μπορούμε να τον αφήσουμε ανάμεσα στα βράχια, να τον φάνε τα κοράκια! Αν είναι ζωντανός θα προσπαθήσουμε να τον σώσουμε, αν έχει πεθάνει, θα τον θάψουμε, όπως θάβουμε τα παιδιά μας!
Δεν ακούστηκε καμία αντίρρηση. Κανένας δεν αμφισβητούσε το λόγο της Λιρί. Ήταν από κείνες τις τραχιές γυναίκες, που διέταζαν ακόμα και τους άντρες, έλεγαν στο χωριό. Ήταν δυνατή σαν αρκούδα. Το επεισόδιο με εκείνον που είχε σκοτώσει τον θείο της το γνώριζαν μικροί και μεγάλοι. Εκείνη βγήκε στη μέση του δρόμου μπροστά στο φονιά του θείου, του επιτέθηκε, τον έριξε κάτω, του πήρε το περίστροφο από το ζωνάρι και του το ‘βαλε στο στόμα. Τράβηξε δύο τρεις φορές τη σκανδάλη, αλλά το όπλο δεν εκπυρσοκρότησε.
          Αρχικά ήταν οχτώ γυναίκες, στο δρόμο όμως ο αριθμός τους αυξήθηκε. Στο έβγα του χωριού, έγιναν περίπου πενήντα. Και συνέχιζαν να αυξάνουν. Ήρθαν και άντρες. Προχωρούσαν με γρήγορο βήμα. Χωρίς να μιλούν. Με τη θλίψη ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους, έτσι όπως πηγαίνουν σε μια κηδεία. Οι σταγόνες του ιδρώτα γυάλιζαν στα ξαναμμένα πρόσωπά τους, σαν τις σταγόνες της δροσιάς πάνω σ’ ένα κόκκινο μήλο.
Δε σταμάτησαν όμως ούτε στιγμή.
Το αεροπλάνο είχε πέσει στο Βαθύ Ρέμα.
-         Και ο πιλότος κάπου εδώ γύρω θα ‘ναι.  Σκορπιστείτε και ψάξτε, διότι ο καιρός δεν περιμένει! – διέταξε η Λιρί.
Μετά από περίπου ένα τέταρτο τον βρήκαν. Ήταν νεκρός. Είχε πέσει στην άκρη ενός απότομου βράχου. Είχε ακουμπήσει το κεφάλι του στο πλάι. Το πρόσωπό του ήταν ανέπαφο. Ήταν ένα παλληκάρι γύρω στα είκοσι πέντε. Όμορφο, αστέρι. Έμοιαζε με οδοιπόρο που ερχόταν από μακριά και είχε ακουμπήσει στην άκρη του βράχου για να ξεκουραστεί λιγάκι. Για να συνεχίσει μετά το μακρινό ταξίδι του…
          Οι γυναίκες του σκούπισαν το πρόσωπο, του ‘φτιαξαν τα ρούχα, του ‘κοψαν τα σχοινιά του αλεξίπτωτου και τον έβαλαν πάνω σ’ ένα πρόχειρο στρωσίδι. Έκοψαν το αλεξίπτωτο, έβαλαν στις άκρες δύο γερά ξύλα και κατασκεύασαν έτσι ένα φορείο.
-         Γιατί δεν άνοιξες μωρ’ ευλογημένο! – ξεθύμανε η Χάνκω, καθώς έκοβαν τα σχοινιά του αλεξίπτωτου.
-         Εσείς οι άντρες πηγαίνετε να ανοίξετε τον τάφο! Θα τον φέρουμε εμείς! – τους είπε η Λιρί, δείχνοντας με το χέρι από πού πρέπει να πάνε. Οι άντρες πήραν τον δρόμο του γυρισμού σιωπηλοί.
-         Βάλτε τον εδώ! – διέταξε η Λιρί, δείχνοντας ένα μέρος κάπως ανοιχτό λίγο πιο πέρα.
-         Γιατί; - ρώτησε μια μεσόκοπη γυναίκα.
-         Πως γιατί; Θα τον φτιάξουμε, θα τον κλάψουμε, διότι είναι άνθρωπος! Τον άνθρωπο όταν πεθαίνει, τον κλαίνε. Η μάνα του δεν είναι εδώ. Δεν πειράζει. Κι εμείς μανάδες είμαστε. Και ξέρουμε να κλαίμε όπως κλαίνε όλες οι μάνες του κόσμου!
-         Να τον πάμε πρώτα στο νεκροταφείο και τον κλαίμε εκεί! – είπε μια άλλη γυναίκα.
-         Όχι! Θα τον κλάψουμε εδώ που πέθανε!
Οι γυναίκες μαζεύτηκαν γύρω από τον νεκρό πιλότο και άρχισαν να τον προετοιμάζουν για την τελευταία του κατοικία.
Είχαν αρχίσει να δακρύζουν. Μάλλον να κλαίνε φωναχτά. Ήταν ένα ξόδι που γεννήθηκε έτσι αυθόρμητα. Από τον πόνο για έναν νεαρό, που σκοτώθηκε στον πόλεμο. Το θρήνο τους τον έπαιρνε το Βαθύ Ρέμα και τον έκανε να αντηχήσει σαν μια θλιβερή ηχώ που σου έσφιγγε την καρδιά.
          Τον πιλότο, του οποίου δεν γνώριζαν το όνομα, τον αποκαλούσαν στο κλάμα τους: « παιδί της μάνας!»
Άγνωστο πόσα λεπτά είχαν περάσει  σε κείνη την παράξενη τελετή, αυτοσχεδιασμένη εκεί στην άκρη του χειμάρρου, όταν κάποιος είπε:
-         Οι Γερμανοί! Έρχονται οι Γερμανοί!
-         Ας έρθει όποιος θέλει! Εμείς θα τον κλάψουμε, διότι είναι άνθρωπος.
Και συνέχισαν το μοιρολόι.
          Ο Γερμανός αξιωματικός, συνοδευόμενος από την περίπολό του και έναν μεταφραστή με πολιτικά, άφησαν τα άλογα στο δρόμο και ανηφόρησαν προς το μέρος του συμβάντος. Φαινόταν ικανοποιημένος. Έριξε μια ματιά από μακριά στο νεκρό πιλότο και πήγε προς το καμένο αεροπλάνο, το οποίο έβγαζε ακόμα καπνό. Από το αεροπλάνο είχε μείνει ένας σιδερένιος σκελετός και κάποια θραύσματα σκορπισμένα στα πλάγια. Έμοιαζε με ένα ξεπουπουλιασμένο πουλί, φαγωμένο από το γεράκι, που του είχαν μείνει μόνο ο σκελετός και τα σκορπισμένα πούπουλα.
          Αφού το περιεργάστηκε προσεχτικά απ’ όλες τις πλευρές, κάτι συζήτησε με την περίπολο.
          Γύρισε στο νεκρό πιλότο. Έριξε τα μάτια πάνω του. Στο βλέμμα του διέκρινε κανείς την υπεροχή του νικητή. Έπειτα κοίταξε τις γυναίκες.
-         Τι θέλετε εσείς εδώ; - τις ρώτησε με αυστηρό τόνο.
Οι γυναίκες άφησαν το μοιρολόι και σηκώθηκαν σαν μουδιασμένες. Στα μάγουλά τους έτρεχαν δάκρυα. Στάθηκαν απέναντι στον Γερμανό αξιωματικό και τους συνοδούς του.
-         Τον κλαίμε, - του είπε η Λιρί, κοιτάζοντάς τον ίσα στα μάτια. – Όταν πεθαίνει ο άνθρωπος, τον κλαίνε. Ο πόλεμος δεν μπορεί να μας στερήσει τα ήθη και έθιμά μας.
-         Από πού είστε;
-         Από το Λαζαράτι.
Ο μεταφραστής του εξήγησε, δείχνοντάς του με το δάκτυλο προς το χωριό.
-         Σε καμιά χώρα του κόσμου δεν έχω ακούσει να κλαίνε τον εχθρό. Αυτός ήταν εχθρός σας. Μέχρι χθες σας βομβάρδιζε.
-         Ήταν εχθρός. Τώρα είναι ένας νεκρός, όπως όλοι οι νεκροί. Ο πόλεμος έχει τους νόμους του. Ο θάνατος έχει άλλους νόμους.  Ενόσω βρισκόταν στον πόλεμο, ίσχυαν οι νόμοι του πολέμου. Και αυτός θα μπορούσε να μας σκοτώσει, σαν κατακτητής μας, και εμείς θα μπορούσαμε να τον σκοτώσουμε για να αμυνθούμε. Στο κάτω – κάτω, και στον πόλεμο αυτός ήταν ένας στρατιώτης και εφάρμοζε τους νόμους του πολέμου. Τώρα ισχύουν οι νόμοι του θανάτου. Βρίσκεται στα εδάφη του χωριού μας κι εμείς έχουμε τις παραδόσεις μας. Δεν μπορούμε να τον αφήσουμε εδώ στην άκρη του βουνού, να τον φάνε τα αγρίμια και να του βγάλουν τα μάτια τα κοράκια.
-         Δεν μπορώ να καταλάβω πώς μπορείτε να κλαίτε έναν άγνωστο και μάλλον έναν εχθρό σας!
-         Είμαστε μανάδες, κύριε. Και οι μανάδες ξέρουν να κλαίνε. Μάλιστα, είναι υποχρέωσή μας να το κάνουμε αυτό. Η ψυχή της μάνας είναι ευαίσθητη. Συγκινείται εύκολα. Πονάει πολύ. Έτσι πονάει και η ψυχή της μάνας του, έτσι πονάει και η ψυχή της μάνας σας. Κάνετε ότι έχετε να κάνετε μ’ αυτόν. Έπειτα τον νεκρό θα τον πάρουμε εμείς, θα τον κηδέψουμε όπως κηδεύουμε τους ανθρώπους μας.
Ο μεταφραστής του τα μετέφρασε λέξη προς λέξη. Ο Γερμανός αξιωματικός άκουγε με προσοχή.
- Φτάνει! – είπε ο Γερμανός αξιωματικός, τεντώνοντας το χέρι του με υψωμένη την παλάμη. Είδε μόνο το μενταγιόν του Ιταλού πιλότου. Σημείωσε τον αριθμό του και έγνεψε με το χέρι στους συνοδούς του να τον ακολουθήσουν.
          Περπατούσε σιωπηλός. Μόλις είχε έρθει και δεν γνώριζε καλά το μέρος. Ακόμα λιγότερο τους ανθρώπους.
          Για τους Αλβανούς είχε διαβάσει μόνο τις σημειώσεις ενός Γερμανού περιηγητή του δεκάτου όγδοου αιώνα.
          Εκεί είχε διαβάσει για πρώτη φόρα για το θρήνο των Αλβανίδων, για το ιδιότυπο μοιρολόι τους. Σύμφωνα με έναν αρχαίο θρύλο, το μοιρολόι αυτό είχε γεννηθεί στο Βουθρωτό. Είχε βυθιστεί μια παραφορτωμένη βάρκα που μετέφερε κυρίως γυναίκες και παιδιά.
          Εκείνοι που βρίσκονταν στην ακτή ξέσπασαν αμέσως σε ένα γοερό κλάμα, με κραυγές και μοιρολόι για το οποίο αργότερα τέθηκαν κάποιοι κανόνες που το χαρακτηρίζουν και το κάνουν ξεχωριστό μέχρι και σήμερα. Δεν το είχε άλλος λαός.
-         Παράξενος λαός! – σκέφτηκε και συνέχισε το δρόμο του. Όταν κατέβηκε στο δρόμο όπου τον περίμεναν τα άλογα, γύρισε πίσω το κεφάλι του.
Οι γυναίκες, φέροντας το άψυχο κορμί του Ιταλού πιλότου, κατέβαιναν την πλαγιά του Βαθιού Ρέματος.  
          


ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΤΑΘΜΟ ΥΠΕΡΑΣΤΙΚΟΥ Κ.Τ.Ε.Λ.

             ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ    ΓΙΑ ΣΤΑΘΜΟ  ΥΠΕΡΑΣΤΙΚΟΥ Κ.Τ.Ε.Λ.

                                           Πρός την Διεύθυνση της Εφημερίδας
                                           «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ»
                                             

                                           Αγαπητέ κ. Δ/ντά
                      Παρακολούθησα προσεκτικά τα ρεπορτάζ της εφημερίδας σας  που ξεκίνησαν με το πρωτοσέλιδο  της 3ης Ιουνίου «Πώς μαραζώνει μια επένδυση» συνεχίσθηκαν την Τρίτη 4 Ιουνίου με τίτλο: «Μπρός, όπισθεν, τέλος» και ολοκληρώθηκαν Τετάρτη 12 Ιουνίου με τίτλο: « Κόντρα για τον Μύλο» χωρίς ωστόσο να προκύψει λύσει για τη δημιουργία νέου σταθμού  Υπεραστικών Λεωφορείων στην πόλη μας.
          Είναι γεγονός πως η συντάκτης σας κατέβαλε αξιέπαινη προσπάθεια να αναδείξει    την αναγκαιότητα να λειτουργήσει και στην πόλη μας ένας σύγχρονος σταθμός που  να είναι σε θέση να εξυπηρετεί επαρκώς και σε φιλικό περιβάλλον  το επιβατικό κοινό και τους επισκέπτες της πόλης μας.

Έχει διαπιστωθεί από  όλους που κάνουν χρήση των υπηρεσιών του Υπεραστικού ΚΤΕΛ πως οι συνθήκες λειτουργίας του σταθμού δεν είναι ιδεώδεις.
 Ο περιορισμένος χώρος υποδοχής, και στάθμευσης των λεωφορείων και των  Ταξί  είναι επιεικώς απαράδεκτη.
 Αν μιλήσει κανείς για το χώρο στάθμευσης των Ταξί  θα διαπιστώσει πως  είναι σταθμευμένα  εκατέρωθεν της οδού  Ζαΐμη και καθ’ όλο το μήκος της  από Αγίου Ανδρέου μέχρι Όθωνος -Αμαλίας, με συνέπεια να μην  παραμένει διόλου χώρος  για προσωρινή  στάθμευση ιδιωτικών Ι.Χ. αυτοκινήτων, ενώ η άθλια κατάσταση   των  υπογείων τουαλετών του σταθμού  δεν συνάδουν με μια επιτυχημένη επιχείρηση  , επικερδή  με  άριστο, ευγενές  και καλά εκπαιδευμένο  προσωπικό που καταβάλει συνεχώς προσπάθειες για την πλήρη και ικανοποιητική εξυπηρέτηση του επιβατηγού κοινού. 
Η απόκτηση των  κτιρίων  των Μύλων Αγίου Γεωργίου από το 1991 με σκοπό   να γίνει σ’ αυτά ο  νέος σταθμός, δεν δικαιολογεί τη σημερινή κατάσταση.
 Οι σταθμοί των Λεωφορείων σ’ όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα είναι εκτός του κέντρου των πόλεων και   αναπτύσσουν τις υπηρεσίες τους  με άνεση χώρου, με χώρους στάθμευσης  των λεωφορείων των γραμμών,  των  Ι.Χ. αυτοκινήτων των  ΤΑΞΙ,  με καφενεία, πρακτορεία εφημερίδων και περίπτερα εξυπηρέτησης των επιβατών.
           Δεν γνωρίζω ποίοι  λόγοι πρυτάνευαν για την αγορά των κτιρίων των Μύλων αλλά δεν μπορεί κανείς σήμερα να ισχυρίζεται πως ο χώρος αυτός είναι  ο ενδεδειγμένος και προσφέρεται  για να λειτουργήσει Σταθμός Υπεραστικών Λεωφορείων. Ο ισχυρισμός των υπευθύνων του  ΚΤΕΛ πως διαθέτουν  στο χώρο των Μύλων τρία κτίρια συνολικής επιφανείας 6.000 τ.μ. δεν πείθει  κανέναν για την επάρκεια των χώρων αφού είναι περιορισμένος ο  εδαφικός χώρος που προσφέρεται για να αναπτύξει η επιχείρηση τις δραστηριότητές της.
Το γεγονός ότι ο χώρος βρίσκεται σε απόσταση   μικρότερη των 100 μέτρων από Ιερό Ναό του Αγίου Διονυσίου που ορίζεται ως προϋπόθεση από τον νόμο  δεν θεωρώ πως είναι από μόνο του απαγορευτικό ούτε οι αντιδράσεις του τοπικού Συλλόγου Αγίου Διονυσίου.
 Η  λειτουργία του σταθμού του Υπεραστικού ΚΤΕΛ στη θέση που και σήμερα βρίσκεται δεν  είναι μεγαλύτερης απόστασης  από 100 μέτρα από τον Ιερό Ναό  και ασφαλώς οι  σημερινές συνθήκες λειτουργίας  του   υποβαθμίζει το περιβάλλον και τη ζωή των κατοίκων. Όμως τι έπραξαν όσοι σήμερα οψίμως διαμαρτύρονται  για να  εκλείψει αυτό το φαινόμενο;
   Δεν είναι στις  προθέσεις  μου να  υποδείξω στη Διοίκηση του ΚΤΕΛ το δρόμο της υλοποίησης μιας επένδυσης, αλλά  θα πρέπει φαντάζομαι να ήταν   ενήμερος πως τα κτίρια των Μύλων έχουν κριθεί διατηρητέα  και ασφαλώς  γνώριζαν   τις  δυνατότητες αξιοποίησής τους αλλά  και το νομικό καθεστώς που διέπει  τις δράσεις του και  τις δυνατότητες  αξιοποίησης της αγοράς-επένδυσης.
Οι περιοριστικοί κανόνες για τη λειτουργία σταθμών επιβατηγών αυτοκινήτων δεν ετέθησαν προφανώς χθες.  Δεν γνωρίζω εάν οι τεχνικές προδιαγραφές των κτιρίων που απέκτησε το ΚΤΕΛ επιτρέπουν  τη  μετατροπή τους σε υπέργεια και κατά ορόφους  χώρους σταθμεύσεως.
Θεωρώ πως η καλύτερη λύση για τη δημιουργία σταθμού Υπεραστικών Λεωφορείων είναι η εξεύρεση καταλλήλου χώρου εκτός κέντρου σε περιοχές που δεν έχουν αναπτυχθεί πλήρως οικιστικά έτσι  που να υπάρχει ευχέρεια για να αναπτυχθούν όλες οι υποδομές για την λειτουργία  ενός σύγχρονου  σταθμού.
Δεν γνωρίζω εάν έχει ερευνηθεί η περίπτωση λειτουργίας του σταθμού στους χώρους του ΒΙΟ.ΠΑ πλησίον   της υπό  κατάργηση λαχαναγοράς και  των, παρά τον ποταμό Γλαύκο,  οδών που οδηγούν στην περιμετρική  Πύργου-Πατρών-Αθηνών.
           Δεχθείτε  τις ευχαριστίες μας κ.Δ/ντά γιατί με τα ρεπορτάζ της αξιότιμου συντάκτριάς σας  η εφημερίδα σας ανέδειξε  ένα σοβαρό πρόβλημα της πόλεως που δυστυχώς παραμένει σε εκκρεμότητα.
Ελπίζουμε η Διοίκηση του ΚΤΕΛ και ο φίλος πρόεδρός της να βρουν την καλύτερη λύση  τόσο για το επιβατικό κοινό όσο και για την πόλη μας.
Ευχαριστώ για την φιλοξενία.
Με φιλικούς χαιρετισμούς
Λεωνίδας Γ.Μαργαριτης
Επιτ.Δικηγόρος- Πρόεδρος Εταιρείας Λογοτεχνών


ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΚΡΙΤΙΚΗ Σημείωμα Σταύρου Ιντζεγιάννη

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΚΡΙΤΙΚΗ

                          Σημείωμα Σταύρου Ιντζεγιάννη 

        ΛΕΩΝIΔΑ Γ. ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ: «ΦΩΝΗ ΒΟΩΝΤΟΣ ΕΝ ΜΝΗΜΟΝΙΩ»!

ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΒιβλιοΠΑΝΟΡΑΜΑ  ΗΛΙΔΑ 2013


                   Κυκλοφόρησε  το τελευταίο πόνημα του έγκριτου Δικηγόρου και πνευματικού - κοινωνικού παράγοντα της Νεοελληνικής πραγματικότητας των ημερών μας –Προέδρου της Εταιρείας Λογοτεχνών Ν/Δ Ελλάδος κ. Λεωνίδα Μαργαρίτη. ¨Φωνή βοώντος εν μνημονίω¨.
               Καταγγελτικός ο λόγος συνοψίζει τις απόψεις του οι οποίες κατά καιρούς έχουν  δημοσιευθεί σε τοπικές- και όχι μόνο- εφημερίδες  ή στην ιστοσελίδα του.
             Για όσους ξέρουν τον μαχητικό χαρακτήρα του κ. Μαργαρίτη υπήρξε μια ευκαιρία να ξαναθυμηθούν τους αγώνες του επάνω σε καίρια κοινωνικά , πολιτικά  ακόμη και θρησκευτικά ζητήματα στα οποία ό Λεωνίδας Μαργαρίτης είχε πάρει - και παίρνει κατά καιρούς- θέση είτε με την ιδιότητά του ως Νομαρχιακός ή Δημοτικός Σύμβουλος άλλοτε ,είτε ως ενεργός πολίτης τώρα,  ο οποίος δεν εφησυχάζει στα τεκταινόμενα της Ελληνικής  ζωής.
             Ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία να ξαναθυμηθεί  γεγονότα , ενέργειες , πολιτικούς άνδρες και δηλώσεις που βάλανε  τη σφραγίδα τους  στην πολιτική , κοινωνική  ακόμη και θρησκευτική μας ζωή .
             Κριτικός και επικριτικός συχνά –πυκνά ο κ. Μαργαρίτης δεν χαρίζεται ακόμα και σε ηγέτες  των οποίων σε άλλους καιρούς υπήρξε οπαδός και τους οποίους αν και δεν κατονομάζει ωστόσο φωτογραφίζει με τρόπο που δεν επιδέχεται παρερμηνείες  κι αυτό προσδίδει βαρύτητα στην κριτική του τοποθέτηση και την αμερόληπτη στάση του απέναντι σε φίλους ή κομματικούς αντιπάλους.
               Στην συμπερασματική του, χρησιμοποιώντας συχνά  το πρώτο πληθυντικό –μη εξαιρώντας δηλαδή  και τον εαυτό του-ανήκουν διαπιστώσεις  όπως στο κεφάλαιο  «Προφητικός ο λόγος του Κυριάκου Σιμόπουλου» σελ 36 όπου « δυστυχώς φθάσαμε σε τέτοιο σημείο εξαχρείωσης  που είναι αν όχι αδύνατος τουλάχιστον δύσκολος ο δρόμος της αναστροφής»
                Δομημένο σε πέντε κεφάλαια: Της Πολιτείας-της Κοινωνίας-της Ευτεκνίας-της Αυτοδιοίκησης  και της Θρησκείας το νέο του βιβλίο (πιο σωστά η συλλογή άρθρων του )χαρακτηρίζει το ευρύ φάσμα  της πνευματικής του τοποθέτησης απέναντι στα προβλήματα του καιρού μας
               Ιδιαίτερη και μεγαλύτερη σε έκταση – καλύπτει τις 80 από τις συνολικές  180 σελίδες -η κριτική του στα προβλήματα της ενότητας « της Πολιτείας» –υπογραμμίζει την πολιτική σκέψη του συγγραφέα και την ιδιαίτερη ενασχόλησή του με τα κοινά όπου φανερή απογοήτευσή του από το πολιτικό σύστημα αλλά και από την πολιτική παιδεία του Έλληνα ψηφοφόρου. Γράφει στη σελίδα 58 –κεφάλαιο ¨Τελικά νίκησε ο φόβος¨ όπου κρίνει τα αποτελέσματα της εκλογικής μάχης το 1012.
             «Στο εξής δε θέλω να ακούσω παράπονα  από κανέναν και καμιά. Δε πιστεύω σε κανέναν .δεν ελπίζω τίποτε από ένα τρισάθλιο λαό  όπως τον καταντήσαμε, ραγιά , φοβισμένο και μονίμως  αναζητούντα ρουσφέτι, μπαξίσι και ραχάτι…Το ζητάει ο οργανισμός μας, η παθογένεια, η διχασμένη μας προσωπικότητα.»
              Κι εδώ όπως και σε όλο το πλάτος και βάθος της αναλυτικής του σκέψης παρατηρητέο ότι δεν εξαιρεί  ούτε τον εαυτό του χρησιμοποιώντας πρώτο πληθυντικό. Εμείς .Όλοι!!!
                 Πρόεδρος της Πολυτεκνικής Οργάνωσης Πατρών για πολλά έτη,  αλλά και Αντιπρόεδρος της Ανωτάτης  Συνομοσπονδίας Πολυτέκνων φυσικό να ασχολείται με τα προβλήματα της πολυτεκνικής οικογένειας. Γράφει στη σελίδα  120 : Φέτος  ο πολύτεκνος με 4 προστατευόμενα παιδιά και ετήσιο εισόδημα  27000 ευρώ πλήρωσε φόρο εισοδήματος 3.030 ευρώ έναντι  450 ευρώ που πλήρωσε πέρυσι. Με τις νέες ρυθμίσεις Στουρνάρα ο ίδιος πολύτεκνος με 4 προστατευόμενα παιδιά και το ίδιο εισόδημα θα πληρώσει 4.360και επί πλέον εισφορά αλληλεγγύης 2% άλλα 540 ευρώ.
Και πιο κάτω ~! Σχεδόν 1 στους 3 Έλληνες το 2050 θα είναι  άνω των 65 ετών …Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι η Ελλάδα γερνάει δεν γεννάει!!!
             Σε ανάλογο τσεκουράτο-θα έλεγα- σχολιασμό ασχολείται και με την κοινωνία,  την αυτοδιοίκηση και τη θρησκεία : Γράφει Σελ 186 : Η θρησκείες υπήρξαν πάντοτε πηγές αμοιβαίου μίσους και τυφλών βιαιοτήτων. Όλοι θα θέλαμε  μια συνάντηση ηγετών των ανά τον κόσμο θρησκειών για να συζητήσουν περί του πρακτέου αλλά δεν υπάρχουν πολλές ελπίδες συμφωνίας» άποψη που ίσως θα βρει αντίθετους πολλούς δεδομένου ότι δεν είναι οι θρησκείες πηγές μίσους . Το μίσος το καλλιεργούν οι  εκφραστές τους!

             Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το Άρθρο Καλλικράτης-ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ σελ Ι42 της ενότητας «Της αυτοδιοίκησης) όπου συγκρίνεται και κρίνεται ο 2ος  π.Χ αιώνας  (Αχαϊκή συμπολιτεία) με τα νυν έχοντα της σύγχρονης  «Συμπολιτείας!!!» Ε.Ε- ΔΝ.Τ καθώς και το  άρθρο του σχετικά με το γλωσσικό μας ζήτημα όπου « κρούεται ο κώδων  του κινδύνου » καθώς λέμε για την πορεία μας της πνευματικής  και πολιτισμικής  μας ύπαρξης.
                 Συμπερασματικά (μια και για την οικονομία του χώρου δεν  μπορεί να επεκταθεί κανείς σε αναλυτικότερο σχολιασμό) ο συγγραφέας των κατά καιρούς άρθρων του, παρουσίασε ένα πανόραμα της σύγχρονης πολιτικής , κοινωνικής, αυτοδιοικητικής και θρησκευτικής  ζωής, όπως αυτή κινήθηκε μετά την μεταπολίτευση –της οποίας όμως και αυτός υπήρξε για μεγάλο διάστημα ενεργός εκφραστής της -και γι αυτό μπορεί πολλά από τα άρθρα να θεωρηθούν και κατά ένα έστω πλάγιο τρόπο, αυτοκριτική-
                 Στην αδιαμφισβήτητη αρετή που κάνει το βιβλίο να διαβάζεται απνευστί κρατώντας τον αναγνώστη στην ομηρία του ειδικού ενδιαφέροντος είναι το ότι τα διάφορα  κεφάλαια – άρθρα είναι σύντομα και η ορθή επιλογή τους γεννά συνεχώς το ενδιαφέρον για την επόμενη συνέχεια τους. Προσωπικά πιστεύω ότι ο τσεκουράτος τρόπος και η καυστική κριτική του κ. Μαργαρίτη θα προκαλέσει έντονες συζητήσεις  αν και όποτε παρουσιασθεί σε κάποια μεγάλη  αίθουσα,