KΑΣΤΕΛΟ ΓΚΡΕΚΟ Διήγημα Κώστα Τριανταφύλλου



Καστέλο Γκρέκο

Ά! αυτό δεν μπορούμε να το πούμε παράξενο, αλλά ήταν γοητευτικό, κάτι που βλέπαμε πως και αυτός ο εχθρός το ομολογεί. Το συζητούσαν οι αξιωματικοί - οι περισσότεροι έφεδροι - στη σκηνή του ταγματάρχη, βράδυ, απόβραδο, ο τελευταίος μήνας του 1940, στο Μέτωπο της Βορείου Ηπείρου. 'Έχουμε τώρα πολύ προχωρήσει, σειρά έχει η περιοχή της Χιμάρας με τα εννιά Ελληνικά χωριά της, η αντεπίθεση θα συνεχισθεί. Μπροστά μας ο φοβερός ορεινός όγκος, ακριβώς δίπλα στην θάλασσα που κλείνει την είσοδο της αρχαιότατης αυτής Ελληνικής επαρχίας, πάντα άξιας και πρώτης σε Ελληνοσύνη. Δεξιά, καθώς ερχόμαστε από τον Νότο, βλέπουμε τα απόκρημνα βουνά, τα υψηλότερα, οροσειρές που ανεβαίνουν στο Αργυρόκαστρο και, βορινά, στο εσωτερικό του Αυλώνα. Σε μια ώρα μακριά η θάλασσα, όλο θάλασσα αριστερά μας στην άκρη, όχι μακριά τα Ακροκεραύνεια, ψηλά και αυστηρά βουνά που μας βλέπουν πάντοτε με το μαγνητισμό τους.
Όλοι στη σκηνή είναι σκυμμένοι στον ξαπλωμένο μπροστά σε όλους επιτελικό χάρτη όλου του τομέα των μελετών με επιμονή, γιατί αύριο πολύ πρωί το τάγμα παίρνει θέση μάχης, θα γίνει η επίθεση κατά πρόσωπο στον ορεινό όγκο της παραλίας, που είπαμε, το βουνό του Κηπαρού (είναι το Ελληνικό χωριό από πίσω του, Μαλ ε Κηπαριόιτ το λένε και οι Αρβανίτες, εμείς το λέμε πρόχειρα ύψωμα 613 μ.). Είναι γυμνό, άδεντρο, όλο βράχια και σπηλιές, εκεί που είναι γαντζωμένοι οι Ιταλοί για ν' αμυνθούν - ολόκληρη μια Μεραρχία τους.
Ο επιτελικός χάρτης δείχνει μέχρι πού φθάνει η επικράτειά του. Στην άκρη τη δική μας προς την ανατολή σημειώνει: Καστέλο Γκρέκο και αυτό είναι που μας σταματά, αυτό που μας παραξενεύει. Ο χάρτης αυτός δεν είναι δικός μας και όμως αυτόν χρησιμοποιούμε και οι Ιταλοί κι εμείς. Είναι αυστριακός, όχι πολύ παλιός και είναι ο ακριβέστερος. Από τις πρώτες ημέρες του πολέμου, ενωρίς, προλάβαµε και τον επήραµε από τους Ιταλούς. Το τυπογραφείο του Υπουργείου στην Αθήνα κλείστηκε για δυο και τρεις ηµέρες και τον ανατύπωσε σε εκατοντάδες αντίτυπα και για όλους τους τοµείς. Εφοδιάσθηκαν όλες οι µονάδες, πεζικού, πυροβολικού και βλέπουµε στο χάρτη αυτό πώς το τάγµα θα κινηθεί για το Καστέλο Γκρέκο, έτσι από τα Ιταλικά το παρουσιάζει ο ξένος χάρτης που τώρα είναι και δικός µας.
-'Έχει και µάρµαρα, προσθέτει ο ταγµατάρχης, πρόφθασα το βράδυ και τα είδα µε τα κιάλια. Την έχουµε ήδη την πληροφορία και από δικούς µας. Ο επιτελής αξιωµατικός χαµογελάει ευχαριστημένος. Κοιτάζει όλους στη σκηνή. Να συστηθούμε ποιοι είστε: ο ταγματάρχης

είναι Σμυρνιός, ο διοικητής του Συντάγματος που έρχεται Κύπριος συνταγματάρχης, ο επιτελής της Μεραρχίας που τον φιλοξενούµε στην σκηνή Πόντιος λοχαγός, της Ακαδημίας Πολέµου (όταν ετελείωσεν ο πόλεµος ήταν αντισυνταγματάρχης). Οι οπλίτες, Πελοποννήσιοι, Ζακυνθινοί και Κεφαλλονίτες, είχαµε και µερικούς Ρουμελιώτες και Κρητικούς.
Ο χάρτης, λεπτομερέστατος, το δείχνει. Πιο µπροστά µας είναι ένα οχύρωµα παλιό, αρκετά ευρύ, το δείχνουν οι τελείες, αλλά ακριβώς πίσω του είναι ένα οχύρωµα ακόµη πιο παλιό, πιο ευρύτερο, χωράει µια πόλη ακόµη, την περικλείει, την προστατεύει, αυτό είναι το Καστέλο Γκρέκο, επεξηγεί ο επιτελής. Το µέρος γενικά, το λένε οι εντόπιοι και Σοπωτό, τοπωνύμιο γνωστό όπου υπάρχει υγρό έδαφος, εινόποτον. Σοπωτό είναι και στα Καλάβρυτα, είναι και θέση απέναντι από την Πάτρα, στη Στερεά, στο µέρος του Αντιρρίου. Τα µάρµαρα σε µια µεριά του τείχους µη σας κάνουν εντύπωση. Οι αρχαίοι είχαν στις ακροπόλεις τους, στα φρούριά τους και ένα ναό, ενός προστάτη θεού. Και ήταν στα αρχαιότατα Ελληνικά χρόνια µεγάλη εκείνη η πολιτεία, την έλεγαν 'Ολπη, άλλοι συγγραφείς τη λένε Εκατόπεδον, ίσως να ήταν η Χαονία, έτσι ελεγόταν στην αρχαιότητα αυτή η περιοχή.
Είχε τελειώσει η στρατιωτική συνομιλία. Ο καθένας έπαιρνε τη θέση του.
-Λοιπόν, εσφράγιζε τη συζήτηση ο ταγματάρχης. Σε όλα προσοχή και στο Καστέλο Γκρέκο. Ο λόχος πολυβόλων να προσέξει περισσότερο. 'Όχι σφαίρες απάνω στα µάρµαρα. Γι' αυτά τα µάρµαρα πολεµάµε. Κτυπάτε τον εχθρό, είτε αραιωμένος είναι, είτε µαζευτός. Αλλά προσπαθήστε να απομακρυνθεί ο πόλεµος από τον αρχαίο τόπο. Θα συγκεντρώσουμε την προσοχή του πυροβολικού μας. Προτιμήστε την ξιφολόγχη, αν το επιτρέπει η απόσταση. Να τους διώξουμε από το Καστέλο Γκρέκο τους Ιταλούς. Το βλέπω, ο αγώνας θα κριθεί απάνω στο βουνό, σ' αυτό θ' ανεβούμε, αφού ησυχάσουμε από το Καστέλο. Δε θα έχουν δυνάμεις εκεί οι Ιταλοί. Στο 613 θα δοθεί η μάχη, εκεί θα μαζευτούμε όλοι. Κοιτάξτε που οι Ιταλοί άναψαν και σκορπούν το φως από τον προβολέα που έχουν στην κορυφή του. Τα τμήματά μας κινούνται με περίσκεψη, με προσοχή. Θα τους αιφνιδιάσουμε, θα δώσουμε τη μάχη εκεί που εμείς θέλουμε, όχι σε κάμπους, σε ισώματα' στα βουνά, στις κορυφές. Εκεί δεν φτάνουν τα άρματα μάχης, δεν κάνουν τίποτα τα αεροπλάνα, σώμα με σώμα, σπηλιά με σπηλιά. Εμείς να ανεβαίνουμε, να είμαστε από πάνω τους.
Η συγκέντρωση δεν είχε πια υπηρεσιακή αυστηρότητα και ας . ετοιμαζόμαστε όλοι για τη μάχη. Κατέληγε μια οικογενειακή σύναξη, ο ταγματάρχης έβλεπε τους αξιωματικούς του, τα νέα παιδιά, δικά του παιδιά. Τόσο που όταν τους αποχαιρετούσε ένα- ένα και έσφιγγε τα χέρια τους, τους υπενθύμιζε και
- Τα μάρμαρα, παιδιά, όπως είπαμε. Και μη σας σκιάζει τίποτα. Ο εχθρός είναι υποχρεωμένος ν' ανέβει στο βουνό, αυτό του Κηπαρού, ενώ έχει την οχύρωσή του, τα μεγάλα όπλα του. Εδώ κάτω είναι κάμπος άλλωστε, όλο χαλίκι, ίσωμα, όλο χαλίκι, θα τα δείτε αύριο πρωί.
          Και τα είδαν το άλλο πρωί, ξημερώνοντας του Αγίου Ελευθερίου, μόλις εφώτισε λίγο. Το Σύνταγμα εφορμούσε. Οι πιο αυθόρμητοι και ασυγκράτητοι ξεκινούσαν. Ο ταγματάρχης, ο επιτελής, οι λοχαγοί μπροστά, ανάμεσα στους οπλίτες. Αν γύριζες λίγο το κεφάλι, καθώς ανέβαινες τα κατσάβραχα του 613, έβλεπες ένα τοπίο αλλιώτικο, μιαν απέραντη - χιλιόμετρα το πλάτος και το βάθος - άσπρη έκταση από


άσπρα χαλίκια. Μιαν έρημο που από τις κατεβασιές του ποταμιού, όλη η άλλοτε πεδιάδα με κήπους και περιβόλια από τα σημερινά χωριά Μπόρσι έως Πικέρνι, κανένα έργο να ανασχεθεί, να τιθασευτεί τον χειμώνα το νερό του ποταμιού, καμιά φροντίδα, εγκατάλειψη, μόνο ένα γεφύρι κοντά στη θάλασσα που το περάσαμε όλοι - τρία τέσσερα βήματα και ακίνητοι, να περάσει επάνω μας ο Ιταλικός προβολέας από την κορυφή του 613 - και από εκεί ένας πορτοκαλεώνας, αυτό ήταν, άλλο τίποτα, τόσα χρόνια που οι Μεγάλοι είχαν χαρίσει στους Αρβανίτες τη μισή Ήπειρο και οι Αρβανίτες μας πολεμούν τώρα μαζί με τους Ιταλούς, δέκα τέσσερα τάγματα ολόκληρα πεζικού τους στο Μέτωπό μας. Η αποκάλυψη είναι φοβερή.
          Η μετακίνηση των µονάδων µας προς το 613 µ. έγινε νύκτα, µια ώρα πριν το οποιοδήποτε φως. Οι Ιταλοί απάντησαν στα πρώτα µας βόλια. Το Καστέλο Γκρέκο µόνο σιγούσε. Λίγο αργότερα µας ξάφνιασε, πολυβόλο από το µέρος του. Ήταν µόνο του.
-Είναι οπισθοφυλακή, τους καθησύχασεν ο ταγματάρχης, απέναντι. Έδινε συνεχώς οδηγίες:
-Σεις τραβηχτείτε όλο αριστερά, προς το 613, προς τη βάση του. Δίπλα στους δικούς µας λόχους.
Οι 'Έλληνες µαχηταί, οι έφεδροι στρατιώτες και οι διµοιρίτες ανθυπολοχαγοί, είναι οι πιο δηµοκράτες του κόσµου. Και αν δεν υποδείξουν τρόπους και ενέργειες, τις βάζουν όλες στο µυαλό τους, µελετούν και ενεργούν πολλές φορές µόνοι. Όλο για µπροστά, για προέλαση, µην τους πείς για πίσω, για ελιγµούς. Έβαλαν και στην περιοχή, εκτύπησαν και το πολυβόλο. Σχεδόν το αποµόνωσαν.
-Δεν έχοµε µεµονωµένους στόχους. Μας φεύγουν οι στρατιώτες. Το πολυβόλο θα µείνει µόνο του.
Ο ταγµατάρχης φωνάζει από το τηλέφωνο:
-'Όλοι προς το 613. Να κόψουµε όλοι τα αριστερά τους. Να προφθάσουµε. Συγκεντρώνετε τις διµοιρίες.
- Τα παλιά κάστρα είναι έρηµα.
-Προσέξατε καµιά περιπολία µην εµφανισθεί. Σ' αυτή, όχι στα µάρµαρα. Το είπαµε.
-Το πολυβόλο να ρίξει στο Καστέλο Γκρέκο; Τότε είναι να πάω να πνιγώ.
Ακούεται άλλη φωνή:
-Το Καστέλο Γκρέκο έχει το πολυβόλο του. Βάλλει κάθε τόσο αιφνιδιαστικά. Κι έπειτα σωπαίνει.
-Επήρατε διαταγή, απαντά το τηλέφωνο, ο ίδιος ο ταγματάρχης Προχωρείτε αριστερά. Σταθείτε στο µονοπάτι. Θέλω αιχμαλώτους
τους.
-Θα ψάχνουµε στα βράχια του Καστέλο να τους βρίσκουµε.
Εδώ οι στρατιώτες έκαναν και πνεύµα. Είχαν µάθει τι εστί Καστέλο Γκρέκο. Τώρα το έβλεπαν από κοντά. Περνά λίγη ώρα.
-Να ρίξουµε πέντε έξι όπλα µαζί. Στο πολυβόλο, στο σκοπευτή.
Θα κάνει δουλειά δικού µας πολυβόλου. Να το εξουδετερώσουµε.
-Όχι και στα µάρµαρα, είπαµε. Θα συγκεντρώσουµε την προσοχή του πυροβολικού, και του δικού µας.



Ήταν ζήτηµα λίγου χρόνου. Το Ιταλικό πολυβόλο αποσύρθηκε. Το κυνηγούµε. Δεν θα προφθάσει να φθάσει το 613. Ούτε τα κράσπεδα του.
Τρία ημερόνυχτα διαρκεί η µάχη. Το µεσηµέρι της Τρίτης, εορτή Αγίου Διονυσίου, ο αγώνας είχε κριθεί. Οι δικοί µας έφθασαν την κορυφή του 613. Στις τρείς το µεσηµέρι φθάνει ο Ιταλικός στόλος, δύο θωρηκτά και δύο νεώτατα αντιτορπιλικά ανοικτής θαλάσσης. Ρίχνουν µε όλα τα πυροβόλα του. Αρχίζουν από τα Ελληνικά χωριά και φθάνουν ως την κορυφή του βουνού. Έρχονται και τα αεροπλάνα. Έρχονται, επί τέλους, και τα δικά µας. Αεροµαχία, κατακόρυφα ψηλά από το 613. Προς το αποµεσήµερο, όλα φεύγουν. Είµαστε κύριοι του βουνού από άκρη σε άκρη. Το βουνό γιόµισε από στρατιώτες µας. Οι λόχοι, οι µονάδες ανακατώνονται, ο καθένας ζητά να βρεί κι ένα δικό του, συγγενή, φίλο, πατριώτη, όπως στο πανηγύρι.
Πάνω στην κορυφή που ήταν ο εγκαταλελειµµένος πια προβολέας του εχθρού, ο τυραννικός, µαζεύονται οι πιο πολλοί, αξιωματικοί και οπλίτες. Ένας στρατιώτης, από άλλο τάγµα, είχε κριμένη στη χλαίνη µιάν Ελληνική σηµαία ξηράς, παλιά πολύ. Βρήκε ένα ξερόκλαδο κάπως ίσιο, δένει τη σηµαία και σταίνει το κοντάρι της απάνω στα βράχια, το στερεώνει µε πέτρες. Η σηµαία µε το αεράκι της κορυφής του βουνού και της θάλασσας που µας περικυκλώνει, κυµατίζει τρελά ... Ένας πατρινός δικηγόρος, οπλίτης, µακαρίτης τώρα, παίρνει µια µεγάλη πέτρα και σπάζει το µεγάλο φακό του προβολέα. Το είχε άχτι. Το είχαµε όλοι.
Αυτή την ώρα συναντιώνται και πάλι ο ταγµατάρχης µας µε τους επιτελείς της Μεραρχίας. Ήταν εδώ µέσα ανακατωµένος σ' όλη την παράταξη. Αλλά τη µεγάλη αυτήν ώρα τους άξιζε να συναντηθούν. Αγκαλιάστηκαν, όπως οι πιο πολλοί από µας. Κοιτάζουν τη σηµαία.
- Και νέο Καστέλο Γκρέκο, κύριε ταγµατάρχα. Το τρίτο, νοµίζω.
Πιο κοντά στη θάλασσα.
Ο Σµυρνιός ταγματάρχης µας το θυµάται αυτό:
-Υπέρ βωµών και εστιών κι αυτό, κύριε λοχαγέ. Νυν υπέρ
πάντων ο αγών.
Υπήρχε ευφορία ψυχής. Στην εγρήγορση της µνήµης τους παρασύρθηκαν και οι δυο να δώσουν και γεωγραφική ερµηνεία στο θεσπέσιο στίχο του Αισχύλου.
Η θάλασσα, το Ιόνιο, το Αιγαίο, για δες τη σηµαία που χαιρετίζει απέναντί µας το Ότραντο, την αρχαία Υδρούντα. Το Ιόνιο, το
Αιγαίο, την Αδριατική.
Από χαµηλά πολύ ακουόταν ένας θόρυβος. Κοίταξαν µε τα κιάλια τους. Ερχόταν ο 'Ελληνας εφηµέριος του διπλανού χωριού Πικέρνι, ο καλός Παπαθανάσης - είχαµε µείνει σπίτι του - φορούσε το πετραχήλι επίσηµα και κρατούσε ψηλά ένα σταυρό αγιασµού. Οι στρατιώτες µας τον υποδέχθηκαν ψάλλοντας τον εθνικό ύµνο. Δεν ακούονταν παρά λίγα λόγια: «και σαν πρώτα ανδρειωµένη ... ». Οι  δύο αξιοκρατικοί στάθηκαν και έφεραν το χέρι στο κράνος δεξιά.
Από κάπως µακριά πάλι ακούστηκεν η σάλπιγγα. Ο διοικητής του Συντάγµατος διατάσσει συγκέντρωση λόχων. Κάθε λόχος µε τη σάλπιγγά του καλεί τον καθένα στη θέση του. Πολλές σάλπιγγες
µαζί. Πάντα ένα µεγάλο πανηγύρι.


                                                                        Κώστας Ν. Τριανταφύλλου


ΣΗΜΕΙΩΣΗ .Το  διήγημα του Κώστα Τριανταφύλλου  δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά  στην  «Ανθολογία Λογοτεχνικών Κειμένων» της  Εταιρείας  Λογοτεχνών Νοτιοδυτικής Ελλάδος στη Πάτρα το 2001.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου