ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΟ "ΓΑΜΗΛΙΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΜΕΤΩΠΟ" ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΙΝΤΖΕΓΙΑΝΝΗ

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΚΡΙΤΙΚΗ

    Λεωνίδα Μαργαρίτη:«ΓΑΜΗΛΙΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΜΕΤΩΠΟ»
                                     Εκδοσεις:ΒΙΒΛΙΟπανοραμα.Πάτρα 2012
                                     Σημείωμα  Σταύρου  Ιντζεγιάννη


  Μια εποχή, ένας πόλεμος. ένας στρατιώτης. Η Ελλάδα ολόκληρη !
Μέσα σε 170 σελίδες ο πόλεμος του 1940 καταγράφεται όχι όπως τον έγραψαν οι ιστορικοί ή όπως τον ιστόρησαν οι στρατηγοί  αλλά όπως τον έζησε ένας απλός μαχητής. του μετώπου. Ο Γεώργιος Μαργαρίτης
  Η υιική αγάπη του Λεωνίδα Μαργαρίτη, πέρα από το χρέος  προς τον γεννήτορα , γίνεται και χρέος προς τη  ιστορία  της πατρίδας,  προσφέροντας μία ακόμη, συγκλονιστική στην απλότητά της μαρτυρία, για τον αγώνα  που γέμισε θαυμασμό την ανθρωπότητα, με το νέο του πόνημα «Γαμήλιο Ταξίδι στο Μέτωπο» Εκδόσεις ΒΙΒΛΙΟπανόραμα  Πάτρα 2012 
  Η ιστορία ξεφεύγει από το να είναι ένα προσωπικό μνημόσυνο του συγγραφέα, για τον πατέρα του Γεώργιο Μαργαρίτη, καθώς  συγκέντρωσε και επιμελήθηκε  τα γράμματά του από το μέτωπο.    Γίνεται ντοκουμέντο της τιτάνιας μάχης, που δόθηκε στα βουνά της Αλβανίας και τον άθλο του 12ου  Συντάγματος των Πατρών προς κατάληψη του Υψώματος 613.
  Η αφήγηση, σε τρεις ενότητες, διακρίνεται για την αμεσότητα  με την οποία δίνεται η περιγραφή της έναρξης του πολέμου, έως το τέλος του. Το τέλος του νικητή που νικήθηκε  όχι από τα όπλα και τη δύναμη του εχθρού, αλλά από τις συνθήκες που δημιουργήθηκαν, με τα δύο μέτωπα εκ των οποίων το ένα, ήταν με τη φοβερότερη πολεμική μηχανή της εποχής. Τη  Γερμανική Βέρμαχτ
  Στην πρώτη ενότητα ο Γεώργιος Μαργαρίτης, εγκαταλείπει την μόλις παντρεύτηκε  ( το προηγούμενο βράδυ) γυναίκα του και ντύνεται το χακί, για να πάρει μέρος  στο πόλεμο, όπου τον καλεί το χρέος προς την πατρίδα. Η αφήγηση όπως διασώθηκε  μέσα από την  διήγηση  – μαρτυρία, καταγράφει μέρα τη μέρα την πρόσκληση και την πορεία προς το μέτωπο.
  « Ξεκίνησα με τις ευχές της συζύγου μου ,των γονέων μου και των λοιπών συγγενών μου μαζί με άλλους τρεις  χωριανούς μου .Επήγαμε στον σταθμό της Γαστούνης. Μπήκαμε στο τρένο και στις τρεις τα μεσάνυχτα φτάσαμε στον πρώτο σταθμό , την Πάτρα. Περνώντας
 από τους έρημους δρόμους τριών Ναυάρχων και Μαιζώνος , φτάσαμε στη Γούναρη. Εκεί όπως ανηφορίζαμε, δεξιά βλέπουμε ένα λεωφορείο καμένο κι έναν πολίτη σκοτωμένο από βόμβα»
  Η μαρτυρία του Γεωργίου  Μαργαρίτη ακολουθεί τη σειρά των γεγονότων, χωρίς να προσπαθεί να εξιδανικεύει τις καταστάσεις ή να κρατά για τον εαυτό του το ρόλο του ήρωα.
  Η καταγραφή -σε μεγάλη ηλικία πια του αφηγητή των γεγονότων- με  ονόματα, τοπωνύμια, πορείες, μάχες, κακουχίες αλλά και ανθρώπινες στιγμές , με τέτοιες λεπτομέρειες, ύστερα από τόσα χρόνια, δείχνει πόσο σημάδεψε ο πόλεμος τη ζωή εκείνων των μαχητών, ώστε ύστερα από  50 τόσα χρόνια, ξαναγυρίζοντας τη μνήμη του στα όσα έζησε, να μπορεί να τα αναπαριστά  με τη γραφίδα του, τόσο ζωντανά σαν να συνέβησαν  μόλις λίγα χρόνια πριν.  
  Είναι περίεργο - μα παρατηρημένο –ότι άνθρωποι που δεν κατέχουν πανεπιστημιακούς τίτλους ή δεν έχουν καταγίνει με τη λογοτεχνία  επισταμένα , που ίσως  δεν έχουν διαβάσει τα βιβλία και βιβλία που έχουν διαβάσει ή έχουν γράψει δόκιμοι συγγραφείς, έχουν  ωστόσο το χάρισμα με την απλότητα  του λόγου τους και κυρίως με τον αυθορμητισμό της γραφής τους, να συναρπάζουν τον αναγνώστη και να τον κάνουν συμμέτοχο της δοκιμασίας τους.. Αρχίζεις διαβάζοντας και σελίδα τη σελίδα, αιχμάλωτος του ενδιαφέροντος, ζώντας θαρρείς με τον αφηγητή τα γεγονότα, φτάνεις στο τέλος.
  Ο αφηγητής – συγγραφέας εδώ, θυμάται όλη την πορεία  προς το μέτωπο.
Σε μερικές περιπτώσεις η θύμηση καταγράφει ανατριχιαστικά γεγονότα.
 «Από το τρίτο τάγμα σκοτώθηκαν δυο στρατιώτες και ένα μουλάρι. Το μουλάρι έπεσε πάνω σε έναν στρατιώτη και παλεύαμε να τους ξεμπλέξουμε  από  τα έντερά τους».
  Συγκινητική η νότα της γριούλας «Ευχαριστώ Θεέ μου που είδα Ελληνικό στρατό»
  Μέρα τη μέρα καταγράφεται η πορεία προς το μέτωπο και οι πρώτες αψιμαχίες. « Όταν φτάσουμε  σε θέση μάχης η πρώτη μας δουλειά είναι να χτυπήσουμε το φυλάκιο» μας είπε ο ταγματάρχης
  Ιστορικά είναι καταγεγραμμένο ότι το 12ο Σύνταγμα των Πατρών  πολέμησε λιονταρίσια και κατέλαβε το ύψωμα 613 που αποτελεί και τη δόξα του συντάγματος.
  « Η αρχή της μάχης έγινε τα ξημερώματα. Η πρώτη ομάδα της 3ης διμοιρίας  του 9ου λόχου  που έκανε την αρχική επίθεση, τραβήχτηκε λίγο δεξιότερα κοντά στη γέφυρα και άρχισε να βάλλει πλάγια  στα πολυβολεία .Σάστισαν οι Ιταλοί και άρχισαν να ρίχνουν προς τα πλάγια Βλέπει  αυτή την κίνηση ο λοχαγός Παπαντωνίου και λέει :Η 2η  ομάδα που έχει μείνει, να σκαλώσει στο ύψωμα κατευθείαν απάνω τους, σιγά, σιγά θα ακολουθήσουν και οι άλλες διμοιρίες…Έτσι άρχισε το πανηγύρι με πυρά εν βαδίσματι και σφυριχτά αέρα…. Και άλλα γιουχαΐσματα. Έβλεπες του Ιταλούς να υποχωρούν λες και πηγαίνανε σε διακοπές.» θυμάται και γράφει ο Γεώργιος Μαργαρίτης
  Ο πόλεμος καταγράφεται από τον στρατιώτη του μετώπου σα σενάριο από κινηματογραφική ταινία .Η πορείες τα χιόνια, οι μάχες , οι ηρωισμοί των απλών ανθρώπων που ξαφνικά η μοίρα  τους έστειλε να υπερασπίσουν  προγονικές εστίες ,βωμούς και ιερά, πιστοί στα  αρχαίο κάλεσμα : νυν υπέρ πάντων ο αγών.
  Οι εικόνες που δίνει η καταγραφή του αλλοτινού μαχητή, είναι εκπληκτικά φωτεινές καθώς ο φακός της μνήμης έχει εστιάσει σε απίθανες λεπτομέρειες, που συνθέτουν ψηφίδα την ψηφίδα  όλη αυτή την εποποιία που ονομάστηκε ΟΧΙ.
  Εκπληκτικά παραστατικός ο Μαργαρίτης, θυμάται περιστατικά : «Αγκάλιασα έναν κορμό δένδρου  μπρούμυτα , ξεκούμπωσα τη χλαίνη μου για να μη βρέχεται άλλο ο κορμός και πέρασα μαζί με τους άλλους τις δύσκολες ώρες της νύχτας» Κι αλλού «Όταν καθόταν το χιόνι, σήκωνα το γόνα και προχωρούσα σαν τη χελώνα. Οπότε με αυτή τη μέθοδο περπατήσαμε καμιά εικοσαριά μέτρα»
  Έτσι συνεχίζοντας τη αναφορά μνήμης ο απόμαχος πια πολεμιστής, ξεδιπλώνοντας τις αναμνήσεις του, θυμάται μικρές και μεγάλες στιγμές που το υποσυνείδητο καταχώνιασε περιμένοντας υπομονετικά το κάλεσμα του χρόνου να  τις ξαναφέρει στο προσκήνιο σαν μια τελευταία υπόκλιση στην ιστορία ,της οποίας υπήρξε κι αυτός ένας από τους πολλούς ηρωικούς οικοδόμους της
   Θυμάται σε μια εκπληκτική εγρήγορση. «Πήραμε  νέα διαταγή να κατηφορίσουμε με προτεταμένα τα  όπλα  και βάζοντας με τα οπλοπολυβόλα και τα τουφέκια εν βαδίσματι ,φτάσαμε απάνω τους με προτεταμένα τα όπλα. Μπουόνο Γκρέκο  μας φώναζαν. Τους κάναμε νόημα και έβγαιναν με τα χέρια ψηλά»
Κι αλλού η ανθρωπιά του Έλληνα φαντάρου. «Από περιέργεια κλώτσησα ελαφρά  το αντίσκηνο και είδα αποκάτω τον Ιταλό που μου έδειχνε το πόδι του. Μου έλεγε πως είχε τραύμα στο μπούτι. Του έδωσα λίγη κουραμάνα, δεν την ήθελε Πήρα την καραβάνα του και του  έβαλα μια χούφτα σταφίδες, του έφτιαξα και ένα τσιγάρο, το άναψα και του το έδωσα» Πως το είχε πει ο Μένανδρος Ως Χαριέν εστ’ άνθρωπος  αν άνθρωπος η.
 Η διήγηση, διακόπτεται εδώ για να συνεχιστεί με τα γράμματα που έστελνε  από το μέτωπο στη μητέρα του και στη γυναίκα του. Τα γράμματα αυτά 37 συνολικά προς τη μητέρα και τη γυναίκα του και ένα  προς την αδελφή, του λογοκριμένα  βεβαίως από τη λογοκρισία, όπως ήταν όλα από το μέτωπο προς τα μετόπισθεν, αρχίζουν  στερεότυπα με την επίκληση. Αγαπητή μου μητέρα ή αγαπητή μου σύζυγος χαίρε.
  Ο προσεκτικός παρατηρητής  θα σημειώσει τη διαφορετική γλώσσα, το  διαφορετικό ύφος και την τότε ακόμη σχέση που υπήρχε ανάμεσα σε γονείς και παιδιά μισό αιώνα πριν. Από τη μια μεριά το ότι ξεχειλίζουν από αγάπη και τρυφερότητα μαζί για την οικογένεια. Διάχυτος  στα γράμματα ο σεβασμός στη μητέρα. Αρχίζει στερεότυπα αγαπητή μητέρα χαίρε. Μόνο σε δυο τρία το ύφος αλλάζει : Αγαπημένη μου μητέρα  Με την δόξαν του θεού είμαι καλά.
 Ακόμη οι επιστολές στη μητέρα του τελειώνουν, σε φιλώ το παιδί σου εκτός από μία που τελειώνει Σε φιλώ γλυκιά μητέρα και μία,  ο υιός σου!
  Από την άλλη είναι προσεκτικός όταν απευθύνεται στη σύζυγο  όπου η τρυφερότητα περισσότερο μαντεύεται παρά  γράφεται. Ίσως ξέρει και το ότι τα γράμματα αυτά, διαβάζονται από όλη την οικογένεια που περιμένει νέα από τον πολεμιστή της πρώτης γραμμής.
   Στα πρώτα γράμματα αρχίζει  Αγαπητή μου σύζυγος χαίρε. Αργότερα τα γράμματα  αρχίζουν Αγαπημένη μου σύζυγος. Με την δόξαν του Θεού είμαι καλά.  Πιο τρυφερός  όπως είναι φυσικό προς τη σύζυγο σε μια στιγμή ξεχειλίζει από νοσταλγία  και αγάπη στη γυναίκα που δεν πρόφτασε καλά – καλά να χαρεί νιόπαντρος Σε φιλώ γλυκά ο σύζυγός σου. Πιο αργότερα  η νοσταλγία για τη γυναίκα που άφησε πίσω μιας νύχτας αγαπημένος τον κάνει να υπογράφει : Σε φιλώ  γλυκά στα χείλη κι αλλού σε φιλώ γλυκά στα μάτια.  Όλες οι επιστολές αρχίζουν μετά τον χαιρετισμό  Αγαπητή μου μητέρα- ή αγαπητή μου  ή αγαπημένη μου σύζυγος χαίρε, συνεχίζουν «Με την δόξαν του Θεού  είμαι καλά» 
Αυτή η  αναφορά  που γεμίζει όλα τα γράμματα του-και όλα τα γράμματα που ερχότανε από τους πολεμιστές του μετώπου δείχνουν τη θρησκευτικότητα  που γέμιζε τις καρδιές  εκεί στο μέτωπο ψηλά.
 Μου θύμισε σε παρένθεση  τον Κώστα τον Σούκα πολεμιστή κι αυτόν της πρώτης γραμμής που όταν τον έβαλα στην Κόνιτσα  να μου διηγηθεί μια μάχη  μου είπε.  «Όταν έπεσε η φωτοβολίδα, έκανα τον σταυρό μου και είπα Παναγιά μου  έμπα μπροστά και οδήγα μας Εσύ. Ύστερα πήδησα έξω από το χαράκωμα και όρμησα με τους άλλους φωνάζοντας αέρααααα»                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                    
   Ακόμη ο αναγνώστης θα παρατηρήσει ότι μόνο μία απευθύνεται ιδιαίτερα στον πατέρα του (τον όποιον όμως θυμάται με σεβασμό σε κάθε γράμμα του) και  όπου μιλά για τις αγροτικές δουλειές  του σπιτιού τους και τελειώνει με μια συγκινητική παράκληση «Όταν λάβεις το γράμμα  μου να πας στον συμπέθερό σου Ιωάννη Μαυρογέννη να τον φιλήσεις και να πιείτε ένα κατοστάρι στην υγεία μου …» Ακόμη μία, η 38η απευθύνεται στην αδελφή του . Δεν αποκλείεται φυσικά να έχει της έχει γράψει και άλλες που όμως δε φυλάχτηκαν όπως η αγάπη της γυναίκας και της μητέρα  τις φύλαξε. Φυλαχτό  ακριβό μαζί και παρηγοριά τους από το γιο και τον σύζυγο που πολεμούσε στο μέτωπο .
   Ανάμεσα στην πρώτη και σε αυτή την τρίτη ενότητα, υπάρχει η δεύτερη, όπου ο Λεωνίδας Μαργαρίτης παρεμβάλλει τις μαρτυρίες γνωστών Πατρινών όπως του Κώστα Τριανταφύλλου, Βασίλη Τσούκαλη Ανδρέα Σινούρη οι οποίοι πολέμησαν στο ύψωμα 613 και όπου η πέννα του αείμνηστου Προέδρου της Διακιδείου σχολής σημειώνει χαρακτηριστικά για τη μάχη για την κατάληψη του «Καστέλο Γκρέκο» όπου υπήρχαν υπολείμματα αρχαίου ελληνικού ναού.
Ο ταγματάρχης είπε «Παιδιά όπως είπαμε, όχι σφαίρες επάνω στα μάρμαρα . Γι αυτά τα μάρμαρα πολεμάμε !!! Προσπαθείστε να απομακρυνθεί ο εχθρός  από τον αρχαίο τόπο»( Σημ ;Παλιός Ελληνικός ναός προφανώς  στην ακρόπολη της αρχαίας ελληνικής πόλης Ολπης.. Από αυτό και Καστέλο Γκρέκο )
   Υπάρχει ακόμη στη δεύτερη αυτή ενότητα μια μαρτυρία της μάχης αυτής, η οποία  δημοσιεύθηκε από τον Πυργιώτη Κάρολο Καντούνη  σε συνέχειες στην εφημερίδα «Αυγή» του Πύργου.
   Στο επίμετρο ο Λεωνίδας Μαργαρίτης έγκριτος δικηγόρος και πρόεδρος της Εταιρείας Λογοτεχνών Ν/Δ Ελλάδος αφιερώνει δυο του ποιήματα στον πατέρα του και στη γιορτή του πατέρα καθώς και ένα μικρό διήγημα –ντοκουμέντο αφιερωμένο στον πατέρα του και σε όλα αυτά παιδιά της αγροτικής υπαίθρου τα οποία στερήθηκαν την παρά πέρα μόρφωση παρά την σφοδρή επιθυμία τους και την έφεσή τους στα γράμματα, είτε από λόγους τυπικούς –όπως στην περίπτωση του πατέρα του- είτε αναγκασμένα από τις δύσκολες συνθήκες της αγροτικής οικογενειακής ζωής.
  Σίγουρα το νέο πόνημα αφιέρωση στον πατέρα εκ μέρους του γιου και στο ηρωικό 12ο Σύνταγμα των Πατρών αποτελεί μια απαραίτητη κατάθεση για όποια Πατρινή Βιβλιοθήκη και σαν τέτοιο πρέπει να διαβαστεί και να μείνει εις μνήμην και δόξα αιώνια
                                                                             Σταύρος Ιντζεγιάννης    
   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου