BIBΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΚΡΙΤΙΚΗ
Λεωνίδα Γ. Μαργαρίτη: «Φωνή Βοώντος εν Μνημονίω» Δοκίμια.
Εκδόσεις
ΒιβλιοΠΑΝΟΡΑΜΑ ΗΛΙΔΑ 2013
Σημείωμα Χρήστου Αθαν. Μούλια Δικηγόρου-Συγγραφέα
Στις μέρες μας, ο λήθαργος και η αδιαφορία έχουν
επικαλύψει τα πάντα και αποτελούν ενδημικό κοινωνικό νόσημα. Όπως
χαρακτηριστικά γράφει ο αγαπητός φίλος Λεωνίδας Μαργαρίτης, «Από τις αισθήσεις
που μας χάρισε ο Θεός μεγαλύτερη χρήση κάνουμε της αφής και της γεύσης, ενώ οι
άλλες αισθήσεις μας έχουν ατονήσει λόγω μακροχρόνιας αχρησίας». Και συμπληρώνω
εγώ. Δεν βλέπουμε και δεν ακούμε ή καλύτερα, δεν θέλουμε να δούμε και να
ακούσουμε. Όμως, ευτυχώς υπάρχουν κάποιες λίγες «αγρυπνούσες συνειδήσεις», που
δεν εφησυχάζουν. Ένας από αυτούς είναι και ο συγγραφέας του βιβλίου που
παρουσιάζουμε απόψε, ο οποίος, δεν είναι αφελής για να πιστεύει στην κυριαρχία
του ελληνικού λαού ή ότι αυτοί που αποφασίζουν για το μέλλον της Ελλάδος είναι
ανεξάρτητοι και αδέσμευτοι και ότι ενεργούν για το καλό μας και γι’ αυτό είχε
τη δύναμη να το γράψει.
Ο τίτλος του βιβλίου του είναι πολύ επίκαιρος, «Φωνή
βοώντος εν Μνημονίω». Εγώ θα πρότεινα, «Φωνή βοώντος εν τη ερήμω του
Μνημονίου», διότι το Μνημόνιο, με το οποίο αλυσοδέθηκε η χώρα μας, το μόνο που
έφερε είναι την ερήμωση, σε όλα τα επίπεδα της ζωής.
Ο Λεωνίδας Μαργαρίτης, με την κοφτερή ματιά που επί
δεκαετίες ακόνισε στο στίβο της δικηγορίας, προσφέρει στον αναγνώστη έναν τόμο
γεμάτο επίκαιρα κριτικά δοκίμια. Τον θλίβει και τον εξοργίζει η ανοχή του
κόσμου στα άδικα και ανελέητα μέτρα που επέβαλε και επιβάλει το Κράτος και μας
προσκαλεί να θυμηθούμε ότι τα δόντια δεν τα έχουμε μόνο για να μασάμε.
Δεν βλέπει την κρίση μόνο ως κακή οικονομική εξέλιξη,
αλλά πρωτίστως ως κρίση θεσμών και αξιών, για την οποία ευθύνονται, η
θρησκευτική και η πολιτική ηγεσία. Η τελευταία, στα 189 χρόνια του ελεύθερου
βίου του ελληνικού έθνους, το μόνο για το οποίο ενδιαφέρθηκε και ενδιαφέρεται,
είναι να κολακεύει τις αδυναμίες και τα ελαττώματα του λαού, για να
εξυπηρετούνται οι πελατειακές σχέσεις.
Είμαστε άξιοι της τύχης μας, καταλήγει σ’ ένα από τα
δοκίμια, επισημαίνοντας, ότι με το να επανεκλέγουμε τους ίδιους, επιβραβεύουμε
την ανικανότητά τους.
Στα περισσότερα δοκίμια, παρότι γράφτηκαν επ’ ευκαιρία
κάποιου συγκεκριμένου γεγονότος, προσεγγίζεται με ευρύτητα το θέμα και αυτό
τους προσδίδει διαχρονική επικαιρότητα. Στα τέλη του 19ου αιώνα ο
Ροΐδης επισήμανε ότι δεν υπάρχει ανάγκη ψήφισης νέων Νόμων, αλλά τήρησης των
υφισταμένων και το φαινόμενο της μη τήρησης των Νόμων συνεχίζει να είναι
επίκαιρο στις μέρες μας. Παρά ταύτα, η Βουλή βαυκαλίζεται ότι παράγει
νομοθετικό έργο, το οποίο μάλιστα αξιολογεί ποσοτικά, αδιαφορώντας για την
τήρηση και την εφαρμογή αυτών που ψηφίζει. Είναι χαρακτηριστικό επ’ αυτού ένα
κείμενο του βιβλίου, για την απαγόρευση του καπνίσματος σε κλειστούς χώρους, η
οποία αναγγέλθηκε με τυμπανοκρουσίες και καταργήθηκε πανηγυρικά.
Η χώρα μας βιώνει μία οικονομική κατοχή, για τα αίτια της
οποίας ακούμε καθημερινά ένα σωρό εξηγήσεις και δικαιολογίες, από επαΐοντες και
μη, που φλυαρούν ακατάπαυστα. Φταίει η φοροδιαφυγή, φταίνε οι κακοί δημόσιοι
υπάλληλοι, φταίνε τα Δικαστήρια και άλλα συναφή και όλοι τους έχουν να
συστήσουν κάτι, για να αντιμετωπισθεί η κατάσταση. Κανένας όμως δεν αναφέρεται
στη διαφθορά, τη γενεσιουργό αιτία όλων των κακών, η οποία έχει διαπεράσει όλα
τα κοινωνικά στρώματα. «Οι πολιτικοί μας υπήρξαν πάντα υπέρμαχοι του αγώνα κατά
της διαφθοράς, το κατά πόσο αυτός ο αγώνας ήταν ειλικρινής ή μόνο φραστικός,
είναι υπόθεση που το αποτέλεσμα τους διαψεύδει», γράφει ο Λεωνίδας Μαργαρίτης
και με τη διαπίστωση αυτή συμφωνώ απόλυτα. Όμως, δεν θα υπήρχε η διαφθορά, αν
και ο λαός δεν την υπέθαλπε. Και δεν εννοώ τις περιπτώσεις καταχρήσεων και
οικονομικών ατασθαλιών, αλλά τη διεκπεραίωση και των πιο απλών καθημερινών
ζητημάτων, που βαλτώνουν λόγω δυσλειτουργίας του Κράτους και μας αναγκάζουν να
καταφεύγουμε σε πλάγια μέσα. Βέβαια η διαφθορά δεν είναι σημερινό φαινόμενο και
δεν φαίνεται να υπάρχει διάθεση να αλλάξει η κατάσταση, όσο κι αν ακούγονται
έντιμες φωνές που ζητάνε να ληφθούν μέτρα, διότι είναι η βασική συνιστώσα για
τη διατήρηση και αναπαραγωγή των πελατειακών σχέσεων και του νεποτισμού.
Συνήθως οι κρίσεις λειτουργούν συνεκτικά για τις
κοινωνίες και αυτό είναι μία θετική παράμετρος. Όμως στην περίπτωση της τελευταίας
κρίσης, ένας από τους στόχους αυτών που την προκάλεσαν, ήταν και είναι η
αποδόμηση της κοινωνίας και η διάλυση της μεσαίας αστικής τάξης, που αποτελεί
τον κορμό του ελληνικού έθνους.
Ο Λεωνίδας Μαργαρίτης δεν είναι μόνο ένας ενεργός
πολίτης, που περιορίζεται στον να ερωτά και διαμαρτύρεται. Είναι ένα άτομο που
προτείνει, εισηγείται και έχει δώσει δείγματα της αποφασιστικότητάς του, όταν
ήταν στην διοίκηση των Πολυτέκνων ή στο Νομαρχιακό Συμβούλιο. Γι’ αυτό και
έχουν ιδιαίτερη αξία τα κείμενα του βιβλίου του, διότι, παρά τα όσα
υποστηρίζει, δηλαδή ότι θα συνεχίσει να ρωτάει, διατυπώνει και προτάσεις και
δίδει και απαντήσεις. Εντύπωση προκαλεί η τελευταία φράση του προς τον υποψήφιο
βουλευτή Επικρατείας του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Πύρρο Δήμα, που του εύχεται, «να μη χρειαστεί
να μετανοιώσεις για την επιλογή σου». Γνωρίζει πολύ καλά τι συνεπάγεται η
ενασχόληση με την πολιτική και την εμπειρία του αυτή την προσφέρει έμμεσα στον
Πύρρο Δήμα.
Λήθη – μνήμη είναι δύο λέξεις που χρησιμοποιούνται
ανάλογα με τις συγκυρίες. Τελικά θέλουμε να έχει ο λαός μνήμη ή να ξεχνάει; Η
έλλειψη μνήμης ευνοεί τους πολιτικούς, αλλά βλάπτει το λαό, ο οποίος
αποκόπτεται από το παρελθόν του και γίνεται βορά στο βωμό της παγκοσμιοποίησης.
Ο συγγραφέας είναι συνειδητοποιημένος και υποψιασμένος
και αναγνωρίζει ότι «Η Δημοκρατία οχυρώνεται, διασφαλίζεται και λειτουργεί
απρόσκοπτα όταν βασίζεται σε θεσμούς που γίνονται σεβαστοί απ’ όλους και οι
τυχόν παραβάτες έχουν συνέπειες». Αλλά δεν είναι αισιόδοξος ότι οι παραβάτες θα
υποστούν τις συνέπειες των πράξεών τους και αυτό είναι μία μεγάλη, αλλά και μία
μελαγχολική αλήθεια.
Τα δοκίμια – επιφυλλίδες που περιέχονται στο βιβλίο,
πρωτοδημοσιεύθηκαν σε διάφορες εφημερίδες των Πατρών και της Ηλείας και τα έχει
κατατάξει σε πέντε θεματικές ενότητες (πολιτεία, κοινωνία, ευτεκνία,
αυτοδιοίκηση και εκκλησία). Όλα έχουν έναν κοινό παρονομαστή. Την αγωνία του
για την πορεία της χώρας μας, η οποία συνοψίζεται στην ακροτελεύτια παράγραφο
του τελευταίου κειμένου του βιβλίου, «Ο διάλογος των πολιτισμών, των θρησκειών
και του πολιτισμού θα πρέπει να βασιστεί σε μία πολιτισμική πολιτική και σε
πρακτικές ηθικής επικοινωνίας που θα έχουν σαν κύριο στόχο την άρση του
συστηματικού εξευτελισμού των λαών και των πολιτισμών μας». Μόνο μέσα απ’ αυτή
τη διαδικασία βλέπει φως ο Λεωνίδας Μαργαρίτης, ο οποίος, όπως δηλώνει, θα
συνεχίσει να είναι ανυποχώρητος, ελπίζοντας να προκαλέσει την οργή του λαού,
δηλαδή την αφύπνισή του. Του εύχομαι να συνεχίσει με την ίδια ζωτικότητα, διότι
δυστυχώς είναι λίγοι εκείνοι που έχουν συνείδηση του τι γίνεται γύρω μας και
ακόμα πιο λίγοι εκείνοι που δεν έχουν χάσει την αγωνιστικότητά τους και
συνεχίζουν να ελπίζουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου