ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΚΡΙΤΙΚΗ Ιστορικού Συγγραφέα Βασίλη Λάζαρη,



ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΚΡΙΤΙΚΗ

 Λεωνίδα Γ.Μαργαρίτη:«Φωνή Βοώντος …εν Μνημονίω» Δοκίμια.  Εκδόσεις: ΒιβλιοΠΑΝΟΡΑΜΑ   ΄Ηλιδα 2013


     Σημείωμα του Ιστορικού Συγγραφέα Βασίλη Λάζαρη,

Παρουσίαση στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Πατρών την 21-10-2013.

Το βιβλίο του Λεωνίδα Μαργαρίτη «Φωνή βοώντος εν μνημονίω» συγκροτημένο σε 48 κεφάλαια, που αποτελούν δημοσιεύματα σε εφημερίδες η αναρτήσεις στο διαδίκτυο, παρέχει στον αναγνώστη τη δυνατότητα ενός πλήθους προβληματισμών , οι οποίοι αναφέρονται σε  μια ποικιλία θεμάτων, που συνιστούν προϊόντα της σημερινής οικονομικής και πολιτικής κρίσης. Πρόκειται φυσικά για μια ιδιαίτερα έντονη κρίση του κοινωνικού συστήματος, που δεν βρίσκει τη ριζική θεραπεία της μέσα στο ίδιο κοινωνικό σύστημα, το οποίο άλλωστε την παράγει και συνεπώς μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που είναι όχι μόνο προοδευτική ένωση των λαών αλλά δηλητηριώδης αδελφότητα των κεφαλαιοκρατών-πρόκειται για μια τραγική κατάσταση πραγμάτων, που ο συγγραφέας του παρουσιαζόμενου βιβλίου την εκφράζει με την σκληρότητα αλλά και με την ειλικρίνεια του καθημερινού λόγου.
 Επέλεξα από τις επισήμανσης, του συγγραφέα εκείνη που αναφέρεται στην γλωσσική μας κακοδαιμονία, επειδή μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση και για τον επιπρόσθετο λόγο, ότι στην προκειμένη περίπτωση προβάλλονται ορισμένες συνέπειες  κάποιας μεθοδευμένης προσπάθειας κάποιων κύκλων για την αποδυνάμωση
          Του θαυμαστού γλωσσικού  οργάνου μας, στοχεύεται δηλαδή η γλώσσα μας ,που αποτελεί, όπως και όλες οι άλλες γλώσσες ,το απαραίτητο υλικό για το χτίσιμο της σκέψης, από  την ποσότητα και  την ποιότητα της οποίας εξαρτάται η πλήρης ή η λειψή ή λαθεμένη ανταπόκρισή μας στις απαιτήσεις των καιρών.
          Το συγκεκριμένο κεφάλαιο του βιβλίου του Λεωνίδα Μαργαρίτη με οδήγησε να φέρω στο νου μου κάτι, που πρόσφατα υποστηρίχθηκε από μια φωνή, η οποία  ακούστηκε μέσα από τα κομματικά θερμοκήπια του λεγομένου  εκσυγχρονισμού, του ψευδεπίγραφου διεθνισμού, που διεκδικεί να διαδραματίζει ρόλο αριστερής ιδεολογικής  προμετωπίδας του κοσμοπολιτισμού-ενός κοσμοπολιτισμού ωστόσο , που καθόλου δεν συνταιριάζεται με την οικουμενικότητα του  ανθρωπισμού.
 Πρόκειται για τον χαρακτηρισμό της αρχαίας  ελληνικής ως νεκρής γλώσσας και συνεπώς ως άχρηστης-ένα προσδιορισμό της, που παγιδεύεται από την άκριτη θέση, ότι ο σκοπός της μελέτης της είναι η έτσι κι αλλιώς αδύνατη εκμάθησή της. Μ’ αυτόν  δε τον τρόπο την παρουσίαση της γλώσσας των προγόνων μας αυτή η φωνή των εντυπωσιασμών  μέσα από τις παραδοξότητες την παραπέμπει στους θλιβερούς γλωσσαμύντορες των Ορεστιακών και των Ευαγγελικών, που το σκοτεινό έργο τους δικαιολογούσε ασφαλώς τον χλευασμό των υπερσυντέλικων, των δοτικών προσωπικών και των γενικών απολύτων.
Το ορθό ωστόσο πλησίασμα της αρχαίας ελληνικής δεν αποσκοπεί στη μεταφορά των άκαμπτων γραμματικών τύπων και συντακτικών επιταγών στη νέα ελληνική γλώσσα.
 Αποβλέπει στην αναγκαία διαμόρφωση της αντίληψης ότι η αρχαία ελληνική είναι η ωραία εκείνη γλώσσα, από την οποία ριζοπιάνεται η γλώσσα της δικής μας καθημερινής ζωής των ωραίων παραμυθιών μας ,των γλυκόλαλων τραγουδιών μας  και της ιστόρησης  των ονείρων μας.
Θυμάμαι το κήρυγμα του Ελύτη στους έλληνες μετανάστες της Σουηδίας το 1979- τότε που τους έλεγε με την γνωστή του υπευθυνότητα και σοφία: Όσο καλά κι αν ζείτε σ’ αυτή τη χώρα, μη ξεχνάτε την πατρίδα μας και προπαντός την γλώσσα μας. Πρέπει να είσαστε υπερήφανοι, να είμαστε όλοι υπερήφανοι, εμείς και τα παιδιά μας για τη γλώσσα μας. Είμαστε οι μόνοι σε ολόκληρη της Ευρώπη, που έχουμε το προνόμιο να λέμε τον ουρανό «ουρανό» και  τη θάλασσα «θάλασσα»  όπως την έλεγαν ο Όμηρος και ο Πλάτωνας πριν δυόμισι χιλιάδες χρόνια. Δεν είναι λίγο αυτό.
 Η γλώσσα δεν είναι μόνο ένα μέσο επικοινωνίας, κουβαλάει την ψυχή του λαού μας, στην ευγένειά του και την ιστορία  του.
Έρχεται επίσης στη σκέψη μου η απάντηση του Φρειδερίκου ΄Ενγκελς στις πνευματικές ακροβασίες των δοκησίσοφων αντιπάλων της ιδεολογίας του: «Ω Φιλισταίοι ! Οι πολυποίκιλες  μορφές της Ελληνικής φιλοσοφίας περιέχουν σε έμβρυο, εν τω γενέσθαι, τρόπους θεώρησης του κόσμου. Καθίστε λοιπόν πρώτα και μάθετε τα ελληνικά-και όταν τελειοποιηθείτε σ’ αυτά τότε  ελάτε να τα πούμε. Μόνο εκείνοι,  που ξέρουν ελληνικά, μπορούν να συζητούν με τον τρόπο, που πρέπει σε σωστά σκεπτόμενους ανθρώπους».
Όλα αυτά ήλθαν στο νου μου όταν διάβασα στο βιβλίο του Λεωνίδα Μαργαρίτη το κεφάλαιο για την γλωσσική μας κακοδαιμονία, ένα παράγωγο της γενικότερης κρίσης, που βιώνουμε σήμερα.
 Διάβασα φυσικά με ενδιαφέρον και τις άλλες εύστοχες επισημάνσεις του συγγραφέα για την κατάρα των παλιών αγγλικών δανείων, για την ταλαιπωρημένη και γερασμένη αστική δημοκρατίας μας, για την ακίνδυνη ανάληψη της πολιτικής ευθύνης των κυβερνητικών παραγόντων, που ξεπουλούν χωρίς αιδώ την περιουσία του δημοσίου, για την εθνική κυριαρχία, που χαρακτηρίσθηκε από ταγό του τόπου ταμπού, το οποίο έπρεπε να ξεπεραστεί, για το κατοχικό δάνειο, που δεν διεκδικεί η υπεύθυνη κυβέρνηση την εξόφλησή του από τους επιγόνους της χιτλερικής Γερμανίας, και για πολλά άλλα που στοιχειοθετούν την τωρινή ερεβώδη κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα και τα οποία μας γεμίζουν με θλίψη, ίσως και με απόγνωση σε ορισμένες ακραίες περιπτώσεις.
Τις διάβασα όλες αυτές  τις καταγραφές του παρουσιαζόμενου βιβλίου και μέσα στην άγρια καθημερινή αλήθεια διέκρινα την επιβεβαίωσή τους-είδα ωστόσο στο εξώφυλλο του μέσα από το εικονιζόμενο ξεραμένο τοπίο της ερήμου να φυτρώνει ένα λουλούδι.
 Τότε θυμήθηκα και πάλι-ποιόν άλλον;-έναν ανεπανάληπτο αρχαίο έλληνα πνευματικό δημιουργό τον Θουκυδίδη, που αναφέρει σε μια δημηγορία τους για τους αθηναίους, ότι ήσαν «παρά  δύναμιν τολμηταί και παρά γνώμην κινδυνευταί και εν δεινοίς ευέλπιδες», ότι τολμούσαν δηλαδή πέρα από τις δυνάμεις τους και ρίχνονταν σε κινδύνους ,που γνώριζαν τα μεγάλη έκταση τους, και μέσα σε χαλεπούς καιρούς τρέφανε στο νου τους τις καλλίτερες ελπίδες..

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου