ΓΑΛΑΤΕΙΑΣ Ι. ΒΕΡΡΑ, με τίτλο : ΧΡΩΜΑΤΑ ΑΛΗΘΕΙΑΣ



ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΒΡΑΔΙΝΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ
ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΠΑΤΡΩΝ
Δευτέρα  14 Οκτωβρίου 2013 μ.μ.,
Παρουσίαση της ποιητικής Συλλογής
                ΓΑΛΑΤΕΙΑΣ Ι. ΒΕΡΡΑ,  με τίτλο : ΧΡΩΜΑΤΑ ΑΛΗΘΕΙΑΣ
Oμιλία-Εισήγηση
 Ευφροσύνης Κωσταρά,
Φιλολόγου – Διδάκτορος Θεατρολογίας Παν/μίου Πατρών)

            Η ποίηση υπάρχει πολύ προτού αρχίσει να γράφεται. Έχει ταξιδέψει με τα σύννεφα σε ουρανούς, έχει κυλήσει με το νερό της βροχής σε θάλασσες, ποτάμια κι ορμητικούς χειμάρρους, έχει αιχμαλωτιστεί στα μάτια των παιδιών που παίζουν ανέμελα σε καλοκαιρινά δειλινά, των ανθρώπων που βιώνουν τον έρωτα, την προσδοκία, την αγωνία, τον πόνο ή την ευτυχία. Στιγμές σαν αυτές προσπαθεί να αιχμαλωτίσει η Γαλάτεια Βέρρα στην ποίησή της, η οποία ξεχειλίζει από ευαισθησία· μια ευαισθησία που πυρώνεται από το ανθρώπινο δράμα που συντελείται ολόγυρά μας γεμάτο θύελλες, ναυάγια, απογοητεύσεις, παραπλανήσεις, ματαιώσεις. Βιώνοντάς το η ίδια έντονα συναισθηματικά και συνειδησιακά επιδιώκει την κάθαρσή του μέσα από την ποιητική της πένα. Η πορεία της διαδρομής, που ξεκίνησε με την πρώτη ποιητική συλλογή με τον τίτλο Η ευγένεια των ήχων, συνεχίζεται στη δεύτερη ποιητική της παρουσία με τίτλο Χρώματα αλήθειας, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη, σε μια φροντισμένη έκδοση, που από την πρώτη κιόλας επαφή μαγνητίζει τις αισθήσεις με το άλικο χρώμα του εξώφυλλου και το περίτεχνο παιχνίδι των χρωμάτων του πίνακα που φιλοτέχνησε η Τατιανή Αγάθου. Στα χρώματα της ποιητικής παλέτας της Γαλάτειας Βέρρα ενυπάρχουν ποικίλες αποχρώσεις και διαβαθμίσεις. Η ίδια έχει αναφέρει σε συνέντευξή της: «Τα χρώματα ενέχουν πολλές πτυχώσεις και εκφάνσεις της αλήθειας και θεωρώ πως αυτοί που την αναζητούν οφείλουν να είναι δέκτες πολλαπλών αισθητηριακών δομών. Και πρέπει να είναι πάνω απ’ όλα άνθρωποι συνέπειας, υψηλού ήθους και πνευματικότητας». Ο τίτλος της συλλογής, μια δυνατή μεταφορά, προαναγγέλλει το περιεχόμενο των ποιημάτων. Ο αναγνώστης θα βρει σ’ αυτά αλήθειες ζωής που ενστερνίζεται η ποιήτρια, η οποία δεν διστάζει, μιλώντας συχνά σε α΄ ενικό πρόσωπο, να καταθέσει την προσωπική της αλήθεια, να αποκαλύψει τους βαθύτερους στοχασμούς της, φόβους, αγωνίες, οράματα και ελπίδες. Αυτό συνιστά και το δώρο της στον αναγνώστη, η περιήγηση και μέθεξη του οποίου στον ποιητικό της κόσμο γίνεται αφορμή βαθιάς ενδοσκόπησης. 
            Ακόμα ωριμότερη ποιητικά η Γαλάτεια Βέρρα συνεχίζει στη 2η συλλογή της το ποιητικό της ταξίδι στον κόσμο των αναμνήσεων, αλλά και του παρόντος, συνδέοντας με μαεστρία παρελθόν, παρόν και μέλλον σ’ έναν χειμαρρώδη λόγο 116 ποιημάτων, στα οποία η αθωότητα και ο ενθουσιασμός της παιδικής ηλικίας αναμειγνύονται με τις ρεαλιστικές εικόνες μιας κοινωνίας που παραπαίει αποδυναμωμένη ηθικά. Παρά τη σύντομη έκταση των ποιημάτων, ο λόγος τους συνιστά έναν ποιητικό ποταμό, γοητευτικό και συχνά αδάμαστο. Η γλώσσα της ποιήτριας είναι οικεία και άμεση, συγχρόνως δε υπαινικτική και πολύσημη, μέσα από μια σειρά ποιητικών μηχανισμών που επιστρατεύει: έντονοι συνειρμοί, ονειρικές, σουρεαλιστικές εικόνες, δυνατές μεταφορές και αντιθέσεις, αποσιωπήσεις, ελλειπτικές προτάσεις, και απροσδόκητοι συνδυασμοί λέξεων, η προσεκτική επιλογή των οποίων προσδίδει στο στίχο έναν εσωτερικό ρυθμό και αρμονία. Συχνές είναι και οι επιδράσεις από τη γλώσσα των Χριστιανικών κειμένων, με την οποία η ποιήτρια φαίνεται ιδιαίτερα εξοικειωμένη. Ως προς τη μορφή τα ποιήματά της έχουν τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης, μοντέρνας ποίησης: άλλα από αυτά είναι γραμμένα σε ελεύθερο στίχο, χωρίς μέτρο, με διαλυμένη την παραδοσιακή ποιητική φόρμα και τη στίξη, ενώ άλλα είναι πεζόμορφα, το ποιητικό κείμενο, δηλαδή, δεν κατανέμεται σε δομημένες στροφικές ενότητες, αλλά αναπτύσσεται σαν πεζό. Γλώσσα, μορφή και περιεχόμενο, λοιπόν, συνδημιουργούν την προσωπική ποιητική της Γαλάτειας Βέρρα.
            Και σ’ αυτή τη συλλογή την ποιήτρια συνοδεύει η μουσική της σκευή και παιδεία, αναδυόμενη μέσα από μια σειρά οπτικοακουστικών εικόνων, που μας ταξιδεύουν στον κόσμο των ήχων και της μουσικής. Άλλοτε ως φόντο τρυφερών ερωτικών συναντήσεων -αναφέρω, για παράδειγμα, τις μελωδίες του Σοπέν που ακούγονται στο ρομαντικό δείπνο σε ρεστοράν στο ποίημα «Η άχρονη δύναμη των αισθημάτων», ή το ρυθμικό βαλς που ξυπνά μνήμες νεανικών ερώτων στο ποίημα «Πήλινα σκιρτήματα»-, και άλλοτε ενέχοντας τη θέση συμβόλου -όπως, για παράδειγμα, στα ποιήματα «Ανιχνεύοντας μυστικά» και «Στιγμιαία αφορμή»-, η μουσική πλαισιώνει το έργο της, αποτελώντας ένα από τα όπλα της ενάντια στη διάβρωση του χρόνου, όπως δηλώνεται στο ποίημα με τον τίτλο «Η μουσική ενάντια στη φθορά». Μαζί δε με τη βαθιά πίστη της στη θεϊκή παρουσία και πρόνοια λειτουργεί καθαρτήρια και εξαγνιστικά στον προσωπικό της αγώνα απέναντι σε ποικιλόμορφες χίμαιρες.
            Η ποίηση της Γαλάτειας Βέρρα, παρότι τα ποιήματα της εν λόγω συλλογής δεν έχουν συγκεκριμένο θεματικό προσανατολισμό, αλλά διαμοιράζονται σε πολλαπλούς θεματικούς άξονες, ενέχει δύο βασικές διαστάσεις, που συχνά εμπλέκονται μεταξύ τους: την υπαρξιακή και την κοινωνικοπολιτική. Στο πρώτο κομμάτι μπορούν να ενταχθούν τα ποιήματα θεολογικού περιεχομένου, στα οποία η ποιήτρια διεξάγει έναν προσωπικό διάλογο με το δημιουργό του κόσμου, τον Ήλιο της ζωής, το Δάσκαλο της οικουμένης, όπως τον αποκαλεί, εκφράζοντας την αγωνία της για το μέλλον του ανθρώπου, που έχει αποκοπεί από την πηγή του Φωτός. Στα ποιήματα αυτά είναι έντονο το προσωπικό βίωμα και η βαθιά στοχαστική διάθεση. Σας διαβάζω ενδεικτικά: Από το ποίημα «Αίνος διαχρονικός»: Δάσκαλε της οικουμένης,/ με της σοφίας το σκήπτρο./ Εσύ θα ποιμάνεις τα ανθρώπινα με οικτιρμούς./ Στα σπλάχνα σου βρέθηκε η αγάπη./ Στο αίμα σου η σωτηρία./ Στο βλέμμα σου η λύτρωση/ Έγινες μύρο που θα αναβλύζει δίχως τέλος. «Βίωμα»: Πάντοτε υπήρξες στα σπλάχνα μου έκρηξη. Η λάβα σου θα καίει τη συνειδητότητά μου. Ο βίος σου θα προκαλεί τον δικό μου βίο. «Αιμάτινη ελπίδα»: Σου στέλνω χαιρετισμό ψυχής. Το δάκρυ σου στα μάτια μου νωπό. Προσδοκώ την ένωσή μας στον μέλλοντα αιώνα. «Εξομολόγηση»: Δεν ζητώ αντίτιμο για τη ζωή που βίωσα. Μου αρκεί το χαμόγελο του ζώντος Θεού. Μου αρκεί η συγκίνηση της χειραψίας του εύλογα αναμενόμενου.
Το προσωπικό βίωμα αποτυπώνεται, υπό άλλη μορφή, και στα ποιήματα εκείνα που απαθανατίζουν στιγμές τρυφερές από την παιδική ηλικία, τα οποία φαίνεται να λειτουργούν ως ένα είδος αντίδοτου στη σκληρή πραγματικότητα των παρόντων καιρών. Με πολύχρωμες πινελιές η ποιήτρια ζωγραφίζει σ’ αυτά το πρόσωπο της ευτυχίας σε στιγμιότυπα των παιδικών χρόνων που έχουν χαραχτεί στη μνήμη μέσα από ήχους, αρώματα και γεύσεις. Αναφέρω, για παράδειγμα, το μικρό μπλε ποδήλατο με τις ταπεινές ρόδες και την ασθενική κόρνα, που χάρισε όμορφα ταξίδια στο άπειρο των ονείρων, συντρόφευσε στη μοναξιά, διηγήθηκε ιστορίες, αφουγκράστηκε στιγμές ή τη γλυκιά ΙΟΝ αμυγδάλου με το χαμογελαστό περιτύλιγμα, που κρυμμένη στο βάθος της τσέπης προσκαλεί μέχρι σήμερα σε μικρές αποδράσεις. Μια βόλτα στα εαρινά περιβόλια με τους λεμονανθούς και τα ρόδα γίνεται αφορμή να ξυπνήσει ο ενθουσιασμός και η παιδιάστικη αφέλεια, ενώ το ξάγρυπνο βλέμμα της στο προσκεφάλι των τριών μικρών νεράιδων της ζωής της, των αγαπημένων της ανιψιών, προκαλεί ρίγη χαράς και ευτυχίας: Τώρα νιώθω πως υπάρχω. Υπάρχω πιο ουσιαστικά. Πιο ακέραια, θα ψιθυρίσει συγκινημένη στο ποίημα «Οι τρεις νεράιδες». Παράλληλα, απλά αντικείμενα της καθημερινότητας γίνονται αφορμή ποίησης και μετατρέπονται σε σύμβολα και φορείς νοημάτων. Αναφέρω, για παράδειγμα, το ραβδί που μαζεύοντας την πείρα της ζωής γερνά υπάκουα μαζί με τον κάτοχό του, τη γραβάτα που δένει τον μετέωρο ανδρισμό, το βάζο που θρυμματίζεται ένοχα, τα μεταφορικά γυαλιά με την αφαίρεση των οποίων ο κόσμος παύει να αντικρίζεται μυωπικά, το σιωπηλό ποτήρι στο τραπέζι των οικογενειακών στιγμών και τα παιδικά σεντόνια με τους ήρωες καρτούν που κρατούν συντροφιά κάποιες νύχτες μετέωρων επιλογών.
Στην ενότητα αυτή των ποιημάτων εντάσσονται κι εκείνα που αναφέρονται στην αναπόληση μιας δυνατής, οριστικά χαμένης αγάπης. Αισθητά λιγότερα σε αριθμό από την πρώτη συλλογή, σαν η μνήμη αυτή να ξεθωριάζει και να σβήνει σταδιακά απ’ τη σκέψη, η πληγή να επουλώνεται με τη συνειδητοποίηση της αλήθειας που κρυβόταν πίσω από την εξιδανίκευση και το απατηλό όνειρο. Τα ποιήματα «Συνειδητή λησμονιά», «Η άχρονη δύναμη των αισθημάτων», «Πόθος διαχρονικός», «Στιγμή αιχμαλωσίας» και «Κακός συγχρονισμός» συνιστούν ένα ύμνο στον έρωτα ως ανώτερο, βαθύ, ευγενές συναίσθημα. Στους στίχους τους αποτυπώνεται με λυρισμό το αίσθημα της απώλειας, και συγχρόνως της λύτρωσης που προκαλεί η απελευθέρωση από τα αόρατα βασανιστικά δεσμά.
Κυρίαρχο σώμα, ωστόσο, της συλλογής συνιστούν τα ποιήματα που αναφέρονται στην κοινωνική, πολιτική, πολιτιστική και κυρίως ηθική κρίση της εποχής μας. Ο ποιητικός φακός στρέφεται συχνά απότομα και αιφνίδια από το νοσταλγικό παρελθόν και τους αισθαντικούς στίχους των τρυφερών αναπολήσεων στο αδυσώπητο παρόν, σε γνώριμες εικόνες της καθημερινής ζωής περιγράφοντας με αμεσότητα ατομικές και κοινωνικές καταστάσεις φθοράς και διάλυσης, που προβάλλονται μέσα στο γενικό κλίμα της εποχής, όπου κυριαρχεί η απογοήτευση και η πτώση των ευγενών αξιών. Πρόκειται για την άλλη όψη της ποίησης της Γαλάτειας Βέρρα. Εδώ η ποιήτρια εισχωρώντας στα άδυτα της ανθρώπινης ψυχής και της κοινωνίας σκιαγραφεί με ειρωνική, κάποτε σαρκαστική διάθεση τη θλιβερή εικόνα ενός κόσμου εκπεσόντων ανθρώπων, μοναχικών και κουρασμένων, που ψάχνουν κάποιο φως ελπίδας. Οι όψεις της ζωής προκάλεσαν αφυδάτωση οδυνηρή./ Αναιμικοί έρωτες στέγνωσαν το δέρμα της αγάπης./ Η έρημος των ψευδαισθήσεων πυρακτωμένη./ Ατέρμονο το χώμα των άγονων σωμάτων θα αναφέρει στο ποίημα «Ξηρασία», ενώ στα ποιήματα «Αδιέξοδη πορεία» και «Άνισος Βηματισμός» θα προβάλει την εικόνα της ματαιότητας από το κυνήγι της εφήμερης δόξας και του χρήματος: Συνηθίσαμε στο κομμάτιασμα. Καταπίνουμε αγόγγυστα πέτρινη τροφή. Γεννήσαμε παιδιά των συμφορών. Το μέλλον ενός τέτοιου κόσμου, όπου ο άνθρωπος έγινε δέσμιος των υλικών στο κάτοπτρο του εγωπαθούς, όπως αναφέρει στο ποίημα «Ιδιοκτησία», ανταλλάσσοντας τις αρετές με χώμα, όπως βροντοφωνάζει στον «Εγερτήριο παλμό», διαγράφεται δυσοίωνο, αν δεν επέλθει μια συνειδητή αντιστροφή αυτής της πορείας: Αυτός ο κόσμος χάνει ερείσματα. Κομματιάζεται και γελά. Αποδομείται και χαίρεται. Αναιρείται και καμαρώνει, αναφέρει στο ποίημα: «Δυσοίωνο μέλλον», ενώ απογοητευμένη από την απομάκρυνση του σύγχρονου ανθρώπου από την πηγή του φωτός, της ζωής και της ελπίδας αναφωνεί στο ποίημα «Προφάσεις εν αμαρτίαις»: Ήλιε, με σταθερή απόφαση προσφέρεις δείπνο μυστικό στο μαρασμό της οικουμένης. Κι αυτή προφασίζεται πάντοτε την πολυάσχολη. Ευαισθητοποιημένη κοινωνικά και πολιτικά η ποιήτρια παρουσιάζει με γλώσσα καυστική ποικίλες καταστάσεις της σημερινής πραγματικότητας, ασκώντας σκληρή κριτική στους εξουσιαστές του κόσμου και τους συνεργούς τους. Σταχυολογώ:
            Από το ποίημα «Ως πότε»: Οι εξουσιαστές του κόσμου λίγοι, βλοσυροί, μισητοί. Στράγγιξαν τον τίμιο μόχθο. Κλότσησαν περιφρονητικά τους πένητες. Γέμισαν ψεύδη την ανθρωπότητα. Χόρτασαν την άπληστη σάρκα.
            Από το ποίημα «Φήμες», στο οποίο είναι διάχυτη η ειρωνεία: Στην Ευρώπη λέν πως ζουν πολιτισμένα οι άνθρωποι. Πως απαντούν ευγενικά σε ό,τι τους ρωτήσεις. Πως γευματίζουν με ευπρέπεια περισσή. Λένε ακόμη πως είναι πρόθυμοι και καταδεκτικοί. / Κι, όμως, αλίμονο, πίσω από τα στημένα γέλια, τα ρούχα τ’ ατσαλάκωτα, δέχονται ηγέτες θηρία λυσασμένα, έτοιμα να καταβροχθίσουν κάθε αδύνατο, άσημο, αδιάφορο.
            Από το ποίημα «Κρίσιμοι καιροί», όπου με κοφτές προτάσεις και λόγο λακωνικό αποδίδεται ο γοργός βηματισμός της λαίλαπας: Είναι καιρός που τίποτα δεν λειτουργεί σωστά. Οι πολίτες πιόνια μιας σκακιέρας άνομης. Η δικαιοσύνη λέξη άγνωστη σε περγαμηνές ξεχασμένες. Η δημοκρατία εικονική. Οι πολιτικοί ανεπαρκείς. Τα γεγονότα κίβδηλα. Τα σχέδια νεκρά. Το μέλλον μελανό. Οι ελπίδες ισχνές αγελάδες. Βρισκόμαστε πραγματικά στο έλεος των καιρών.
Η ποιήτρια, ωστόσο, δεν μένει μόνο στην περιήγηση σε πνιγηρές εικόνες της πτώσης του ανθρώπου, αλλά επιτυγχάνει να αναδυθεί από αυτές μαζί με τον αναγνώστη της, δίνοντας την υπόσχεση αποκατάστασης, σπέρνοντας στο χέρσο τόπο της πολύπτυχης κρίσης τον σπόρο της ελπίδας, χρωματίζοντας το γκρίζο με λευκές πινελιές: Πετώ το πένθος το βαρύ. Τα μαύρα ενδύματα. Θα στρέψω το βλέμμα στο λευκό. Στο χρώμα που απαλλάσσει από ενοχές. Στο χρώμα που μεταγγίζει συμφιλίωση θα βροντοφωνάξει στο ποίημα «Το κοιμητήριο του χρόνου».
            Έχοντας εμπιστοσύνη στον άνθρωπο του ηρωισμού και της αγωνιστικότητας οραματίζεται την ανοδική του πορεία με φτερά διάφανα, καμωμένα από ύλη αστρική, θεωρώντας πως, καθώς είναι πλασμένος από φως, αργά ή γρήγορα θα στρέψει το βλέμμα προς αυτό. Οι πλάτες της αρετής δεν θα καμφθούν. Τα γόνατα της τιμής δεν θα λυγίσουν. Οι γενναίες ψυχές δεν θα γνωρίσουν θάνατο. Τα μάτια της αλήθειας δεν θα αντικρίσουν το σκοτάδι θα αναφέρει στο ποίημα «Το γιατί», ενώ στο ποίημα «Θυμός Λυτρωτικός» θα ομολογήσει: Στην άκρη του νήματος της ύπαρξής σου θα σε καρτερεί ο ήλιος που δεν θα γνωρίσει δύση. Το φως που δεν θα γνωρίσει σκοτάδι. Η χαρά που δεν θα την σκιάσει ο πόνος. Η νίκη που δεν θα γευθεί την απώλεια.
            Πιστεύοντας, μάλιστα, στην αρωγή της τέχνης στους χαλεπούς καιρούς οδηγείται σ’ ένα αγωνιστικό κάλεσμα των απανταχού ποιητών για ένωση και εγρήγορση στις επάλξεις: Ποιητές όλων των αιώνων ενωθείτε. Πολεμήστε τον αόρατο εχθρό. Αρκετά βιώσαμε τον εξαναγκασμό. Καθεστωτικά σύννεφα απλώνονται ασφυκτικά γύρω μας. Όχι πια. Μόνο δύναμη, τόλμη, αποφασιστικότητα. Μόνο δάκρυα χαράς, ζωής, ειρήνης θα διακηρύξει στο ποίημα «Διαμαρτυρία».
Εντέλει, μέσα από την περισυλλογή σε στιγμές μοναχικές, που η ίδια μόχθησε για να κερδίσει, όπως εξομολογείται στο ποίημα «Παράδοξος τοκετός», ανακαλύπτει και αποκαλύπτει στον αναγνώστη το κύριο όπλο αντίστασης στη φθορά των καιρών: την αγάπη, τη γνήσια ευαγγελική αγάπη, που παραμένει αναλλοίωτη στο χρόνο, που δεν εξαναγκάζει, δεν αιχμαλωτίζει, δεν απαιτεί, όπως θα πει στο ποίημα «Ηρωίδα», την αγάπη που αποτελεί τη ρήγισσα των αρετών, γι’ αυτό και της πρέπει ένα ευλαβικό προσκύνημα, σαν αυτό που μας προτρέπει στο ποίημα «Άηχη πραγματικότητα». Η ίδια νιώθοντας το σπόρο της αλήθειας να ανθίζει μέσα της μέρα με τη μέρα και να μετατρέπεται σε δέντρο ολάνθιστο με κορμό αλύγιστο και φύλλα πλατιά, βρίσκει τη δύναμη να αντισταθεί στο μένος των καιρών δηλώνοντας με παρρησία: Οι δυσοίωνες εποχές δεν αστειεύονται. Ούτε κι εγώ. Άλλωστε, φαίνεται να έχει στα χέρια της τη λύση: Κρατώ τη ράβδο της ουσίας στα πήλινα χέρια./ Κρατώ το γέλιο στα χωμάτινα χείλη./ Ελπίζω στην άφθορη αυγή.
Έχει ειπωθεί ότι «το ενιαίο κέντρο στο έργο κάθε ποιητή είναι η μοναδικότητα της ατομικής του ψυχής. Αυτή, αν μπορέσει -εννοείται- να την περάσει και μέσα στην ποίησή του, αποτελεί την ταυτότητά του στον ποιητικό χώρο –κι από κει εκπορεύεται κι η πρωτοτυπία του» (Στεργιόπουλος, Το Δόντι, 2011, 140). Πρόκειται καθαρά, νομίζω, για την περίπτωση της Γαλάτειας Βέρρα, η οποία ήδη μέσα από τις δύο πρώτες ποιητικές συλλογές της κατάφερε να δώσει το στίγμα της, διαμορφώνοντας μια προσωπική ποιητική, σχεδόν άμεσα αναγνωρίσιμη. Για τη Γαλάτεια Βέρρα η τέχνη της ποιήσεως γίνεται πράξη ρομαντικής εξέγερσης, μέσο βίωσης ενός επαναστατικού παλμού, πηγή λυρισμού, θήρευσης χρωμάτων και μουσικών, καταφύγιο για τις αισθήσεις και τα αισθήματα της ίδιας και του αναγνώστη της.
                                                           


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου