Το πότε ακριβώς γεννήθηκε ο Χριστός αποτέλεσε ζήτημα για το οποίο έχουν γίνει στο παρελθόν πολλές αναφορές και συζητήσεις.
Τα τέσσερα ευαγγέλια και οι πράξεις των Αποστόλων που κάνουν αναφορά στη γέννηση του Θεανθρώπου δεν παρέχουν σαφείς χρονολογικές ενδείξεις. Τις περισσότερες των περιπτώσεων επιφέρουν σύγχυση αφού δεν παρέχουν σαφείς πληροφορίες.
Ο πρώτος που ασχολήθηκε με τον ακριβή προσδιορισμό του έτους της γέννησης του Χριστού είναι ο δυτικός μοναχός Διονύσιος ο αποκαλούμενος και Μικρός κατά τον 6ον αιώνα.
Ο εν λόγω μοναχός στηρίχθηκε σε εσφαλμένους υπολογισμούς και αποφάνθηκε ότι χρόνος γεννήσεως του Χριστού είναι το έτος 754 από της κτίσεως της Ρώμης.
Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος στο Β΄ κεφάλαιο(19-23) αναφέρει πως ο Χρiστός γεννήθηκε επί ημερών του Βασιλέως της Ρωμαϊκής Ιουδαίας Ηρώδη του Μεγάλου.
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς στο Γ΄ Κεφάλαιο(1-15) αναφέρει ότι ο Ιησούς βαπτίσθηκε στον Ιορδάνη κατά το 15ο έτος της Βασιλείας του αυτοκράτορα της Ρώμης Τιβερίου.
Η έκφραση του Ευαγγελιστή (στιχ.23) ότι κατά την βάπτιση «ην ωσεί ετών τριάκοντα αρχόμενος» δεν μπορεί να αποτελέσει χρονολογικό καθορισμό και κρίνεται αόριστος. Αλλά και η περί του 15ου έτους της Βασιλείας έκφραση δεν είναι σαφής αφού ο Τιβέριος συνεβασίλευσε μετά του Αυγούστου από του έτους 765,και μόνος από του 767.
Δεν είναι γνωστό αν στη έκφραση του Ευαγγελιστή Λουκά η αρίθμηση των 15 ετών αρχίζει από το 765 ή από το 767.
Υπάρχει μια ακόμη ένδειξη στον ευαγγελιστή Λουκά ότι κατά τον χρόνο της γέννησης διατάχθηκε από τον Αυτοκράτορα της Ρώμης Αύγουστο απογραφή των κατοίκων της Παλαιστίνης, όπου ένεκα της απογραφής αυτής μετέβη ο Ιωσήφ στη Βηθλεέμ, στην οποία και γεννήθηκε ο Χριστός(Λουκ.2,1-14)
Η πληροφορία αυτή με τις γενόμενες επιστημονικές έρευνες απεδείχθη ακριβής από ιστορικής απόψεως αν και δεν αναφέρεται από άλλους ιστορικούς οι οποίοι βεβαίως ομιλούν για άλλη απογραφή.
Η απογραφή στην οποία αναφέρεται ο Λουκάς διατάχθηκε το 2 π.Χ. και κράτησε χρόνια.. Ένα άλλο στοιχείο προσδιορισμού του χρόνου γέννησης του Χριστού είναι ότι κατά τη διάρκεια της απογραφής στην Παλαιστίνη έγινε η επανάσταση του Ιούδα του Γαλιλαίου(Πράξεις Ε στ.37).Βέβαια από ότι είναι εξακριβωμένο η επανάσταση αυτή έγινε το έτος 6 μ Χ.
Ο Λουκάς παρέχει επίσης μια ένδειξη από το χρόνο συλλήψεως του Βαπτιστή Ιωάννη όπου γίνεται λόγος πως η σύλληψη αυτή έγινε «Εν ταις ημέραις Ηρώδου του Βασιλέως της Ιουδαίας» (Λουκ.1 ,5) αλλά και αυτή η ένδειξη δεν μπορεί να αποτελέσει βάση προσδιορισμού του χρόνου γεννήσεως του Χριστού.
Από όλα τα παραπάνω ένα είναι βέβαιο ότι ο Ιησούς γεννήθηκε επί βασιλείας Ηρώδου του Μεγάλου, ενώ πληροφορούμεθα από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο(2,15-19) ότι ο Ηρώδης απέθανε μετά τον φόρο των νηπίων της Βηθλεέμ. Το Ηρώδης στηριζόμενος στις πληροφορίες και τους υπολογισμούς των Μάγων(Ματ.2,8) είχε διατάξει τον φόνο νηπίων από δύο ετών και κάτω μεταξύ των οποίων ήλπιζε ότι θα είναι και ο Ιησούς.
Συνεπώς κατά το χρόνο της παιδοκτονίας ο Ιησούς θα πρέπει να διάνυε το δεύτερο χρόνο της επίγειας ζωής του.
Αφού γνωρίζουμε ότι Ηρώδης ο Μέγας σύμφωνα με τον ευαγγελιστή μετά την παιδοκτονία απέθανε, μπορούμε να συμπεράνουμε πότε συνέβη αυτή η παιδοκτονία, διότι από τις χρονολογικές καταχωρήσεις στην ελληνική του Ιουδαίου Ιστορικού Ιωσήπου Φλαβίου συνάγεται το συμπέρασμα ότι αυτός πέθανε το έτος 750 από κτήσεως Ρώμης.
Από τον ίδιο Ιουδαίο ιστορικό πληροφορούμαστε ότι προ του Πάσχα του έτους του θανάτου του Ηρώδη έγινε έκλειψη σελήνης η οποία προξένησε μεγάλη εντύπωση.
Είναι εξακριβωμένο ιστορικά ότι η μεγάλη εκείνη έκλειψη που ήταν ορατή και στα Ιεροσόλυμα έγινε την νύχτα της 12ης προς την 13η Μαρτίου του έτους 750 από κτίσεως Ρώμης.
Συνεπώς ο ακριβής χρόνος θανάτου του Ηρώδη του Μεγάλου καθορίζεται το έτος 750 από κτίσεως Ρώμης. Το ότι δεν ζούσε το έτος 753 αποδεικνύεται και από νομίσματα του έτους εκείνου όπου φέρουν το όνομα του διαδόχου του.
Συνεπώς το έτος Γεννήσεως του Ιησού Χριστού αντιστοιχεί όχι προς το έτος 754 από κτίσεως Ρώμης όπως εσφαλμένα προσδιορίζει το χρόνο ο δυτικός μοναχός Διονύσιος ο Μικρός αλλά προς το 748 ή 749.
Σε ποιο μήνα και μέρα γεννήθηκε ο Χριστός δεν είναι εξακριβωμένο .Η χρονολόγηση ως μ.Χ. επεκράτησε σε μας τους Έλληνες κατά τον 16ο αιώνα.
Για την ακριβή ημερομηνία(ημέρα-μήνα) δεν αναφέρουν απολύτως τίποτε oi Ευαγγελιστές. Έτσι υπήρχαν κατά καιρούς διάφορες απόψεις. Πρώτος που έκανε αναφορά σ΄ αυτή την ημερομηνία ήταν ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς κατά τον Γ΄ αιώνα και ακολούθησαν ο Ωριγένης, ο Εφραίμ ο Σύρος, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο Επιφάνειος Κύπρου κ.α.
Έτσι σύμφωνα με τις απόψεις αυτές δεν υπήρχε ορισμένη και σαφής ημερομηνία γεννήσεως άρα και σαφής ημερομηνία εορτασμού.
Μάλιστα επί εποχής Κυρίλλου Αλεξανδρείας μέχρι του έτους 432 η γέννηση του Κυρίου εορτάζονταν την 8η Νοεμβρίου.
Επί Αυτοκράτορος Θεοδοσίου του Μεγάλου επεβλήθη ο εορτασμός της Γέννησης του Χριστού να γίνεται την 25η Δεκεμβρίου και στην Ανατολή αφού ήδη είχε προηγηθεί η καθιέρωση του εορτασμού της γέννησης σ ΄αυτή την ημερομηνία στη Δύση .Υπήρχαν αντιδράσεις στον καθορισμό της ημερομηνίας του εορτασμού και σκανδαλισμός των πιστών, αφού εκείνη την ημερομηνία και συγκεκριμένα από 17-23 του μηνός Δεκεμβρίου οι Ρωμαίοι εόρταζαν τα Σατουρνάλια.
Για την επικράτηση της ημερομηνίας εορτασμού πρωτοστάτησε ο άγιος Ιωάννης Ο Χρυσόστομος ως πρεσβύτερος Αντιοχείας και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως.
Μόλις το 432 μ.Χ. συμφώνησαν όλες οι εκκλησίες στην ημερομηνία εορτασμού. Έκτοτε ως ημερομηνία γεννήσεως και εορτασμού έχει καθιερωθεί η 25η Δεκεμβρίου.
Λεωνίδας Γ. Μαργαρίτης
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου