EΘΝΙΚΟΝ ΤΟ ΑΛΗΘΕΣ!...

Η ΠΛΑΤΕΙΑ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΑ





Δεν μπορεί κανείς να παραμείνει απαθής σε μια προσπάθεια παραχάραξης της ιστορίας μας από οποιονδήποτε και εάν προέρχεται. Πολύ περισσότερο δεν μπορεί να παραμένουν απαθείς άνθρωποι που ο λαός έχει συνηθίσει καλώς ή κακώς να αποκαλεί, «πνευματικούς ανθρώπους».
Θα σημειώσω αρχικά ολόκληρη τη ρήση του Εθνικού μας Ποιητή που αποτελεί και τίτλο του σημειώματός μας. Ο Σολωμός μας άφησε παρακαταθήκη και μας τονίζει «Το Έθνος πρέπει να θεωρεί Εθνικόν ό,τι είναι αληθές»
Οι μύθοι σε καμιά περίπτωση δεν αποτελούν αλήθεια συνεπώς ο κάθε ένας ο οποίος διατυπώνει μύθους δεν μπορεί να τον χαρακτηρίσουμε Εθνικό ιστορικό αλλά αντίθετα μυθιστοριογράφο.
Μπορεί βεβαίως να μας αρέσουν οι μύθοι και τα παραμύθια γιατί μ’ αυτά μας μεγάλωσαν και μας νανούρισαν οι γιαγιάδες και οι παππούδες μας.
Αλλά και ακόμη όταν μεγαλώσαμε η τροφοδοσία μας για μύθους συνεχίσθηκε και στα σχολεία μας και είναι σήμερα δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς τι είναι μύθος και τι αποτελεί ιστορική πραγματικότητα. Όταν μάλιστα οι μύθοι που διδαχθήκαμε έχουν στην ψυχή μας και στη συνείδησή μας πάρει τη θέση μιας παγιωμένης αλήθειας, αντιδρούμε και δεν μας αρέσει. Νοιώθουμε ότι μας παραβιάζουν τα ιερά και τα θέσμια.
Στα σχολειά μας διδαχθήκαμε πολλούς μύθους είτε συμβολικούς είτε ως αλήθειες. Βέβαια στην ηλικία που τα διδαχθήκαμε όλα αυτά δεν είμαστε σε θέση να κρίνουμε ποία απ’ αυτά είναι αλήθειες και ποία είναι απλά μυθιστορήματα.
Κάθε φορά που τολμάει κάποιος να τα βάλει με τους μύθους έστω και εάν στη θέση τους προσπαθεί να τοποθετήσει μια σειρά αληθειών, το λιγότερο που θα του καταλογίσουν είναι ότι ενεργεί αντεθνικά ή το χειρότερο ότι επιχειρεί να αποδομήσει την Ελληνική ιστορία και τους πρωταγωνιστές της.
Όμως σήμερα που οι πληροφορίες και τα κείμενα ιστορικά και άλλα είναι τόσο πρόσφορα σε όποιον θελήσει να τα χρησιμοποιήσει μπορεί άνετα και χωρίς τις κραυγές και τους αναθεματισμούς ήσυχα και απλά από το γραφείο του να πληροφορηθεί πού είναι η ιστορική αλήθεια και που ο μύθος.
Υπάρχουν όμως και σήμερα κάποιοι που βαφτίζουν διάφορα παραμύθια ως «ιστορικά γεγονότα».Όμως θα είναι αδικαιολόγητοι εάν τους τεθούν υπ’ όψιν τα ιστορικά ντοκουμέντα και εκείνοι επιμένουν στις εμμονές τους. Από κει και πέρα, η εμμονή αυτή παύει να αποτελεί αντικείμενο των ιστορικών.
Αυτές τις μέρες προβάλλεται ένα χρονικό της Επανάστασης του 21 από τηλεοπτικό σταθμό και φυσικά όλοι έχουν λόγο να τοποθετηθούν στα ιστορούμενα.
Δεν θα ισχυρισθώ πως μέσα σε ένα παρόμοιο χρονικό είναι δυνατό να περιληφθεί όλη η ιστορία και όλες οι πτυχές της που αφορά το 21.Και φυσικά υπάρχουν σ’ αυτά τα επεισόδια που έχουν προβληθεί παραλήψεις που επισημάνθηκαν από πολλούς που ασχολούνται με τα γράμματα και την ιστορία.
Τελευταία δημιουργήθηκε σάλος σχετικά με την έναρξη του αγώνα και το «μύθο» της Αγίας Λαύρας.
Ο μύθος μας λέει ότι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός να ύψωσε στις 25 Μαρτίου 1821 το λάβαρο της Επαναστάσεως στη Μονή της Αγίας Λαύρας, μπροστά σε αγωνιστές μεταξύ των οποίων και ο Κολοκοτρώνης, κι από κείνη τη στιγμή να ξεσηκώνονται οι Έλληνες για την απελευθέρωσή τους.
Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε πως πάντα σε κάθε μύθο ,στον πυρήνα του υπάρχουν και κάποια ψήγματα ιστορικής αλήθειας η οποία επενδύεται και αξιοποιείται κατάλληλα από το δημιουργό του.
Είναι ιστορικά αληθές ότι το Μάρτιο του 1821, ο Μητροπολίτης Γερμανός βρέθηκε στην Αγία Λαύρα.
Είναι ιστορικά αληθές ότι επιθυμία των προκρίτων, των οπλαρχηγών και των καπεταναίων και αυτού του Κολοκοτρώνη η Επανάσταση να ξεκινούσε ή του Ευαγγελισμού ή το Πάσχα ή του Κωνσταντίνου ακριβώς για να συνδεθεί με κάποια από τις μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης. Τελικά επελέγη η ημέρα του Ευαγγελισμού.
Είναι αληθές ότι έγιναν δεήσεις και ασπασμοί, για την ευόδωση του Αγώνα όλων των σκλαβωμένων υπό την αρχηγία του Κολοκοτρώνη.
Είναι αληθές ότι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός όρκισε αγωνιστές στο σταυρό.
Όλα τα ανωτέρω είναι ιστορικές αλήθειες που προκύπτουν χωρίς μεγάλη προσπάθεια από όλα τα ιστορικά κείμενα που έχουν στη διάθεσή μας.
Από αυτό το σημείο και μέχρι το μύθο υπάρχουν μαρτυρίες των ιδίων των πρωταγωνιστών που δεν χρειάζονται ανάλυση για να μας βεβαιώσουν τι είναι ιστορική αλήθεια και τι είναι μύθος.
Θα παραθέσουμε συνοπτικά τα γεγονότα τα οποία οι ίδιοι αφηγούνται στα δικά τους κείμενα:
O Παλαιών Πατρών Γερμανός βρέθηκε με άλλους προύχοντες στην Αγία Λαύρα στις 10 Μαρτίου και για μία μέρα, για να υποστηρίξει την αναβολή του αγώνα και την παθητική στάση, έως ότου βρεθούν προ τετελεσμένων γεγονότων. Από εκεί φεύγει για το χωριό Νεζερά.
Στις 21 Μαρτίου ο Γερμανός βρίσκεται ακόμα στο χωρίο Νεζερά. Εκεί πληροφορείται τα γεγονότα της Πάτρας, και αποφασίζει να πάει κατευθείαν στην Πάτρα. Στις 25 Μαρτίου βρίσκεται εκεί.
Ο Κολοκοτρώνης σημειώνει την έναρξη της Επανάστασης στις 22 Μαρτίου, στην Καλαμάτα. Δέηση έγινε την επόμενη ημέρα στον ποταμό της Καλαμάτας. Καμία ύψωση λαβάρου δεν αναφέρεται, ούτε φυσικά η παρουσία του Γερμανού εκεί Οι εχθροπραξίες ωστόσο είχαν ξεκινήσει από τα μέσα Μαρτίου.
Η 25η Μαρτίου βρίσκει τον Κολοκοτρώνη καθ’ οδόν από το χωριό Σκάλα της Μεσσηνίας προς το Δερβένι του Λεονταριού, κι από κει Καρύταινα. Το βράδυ διανυκτερεύει στο χωριό Τετέμπεη.
Ούτε ο Γερμανός ούτε ο Κολοκοτρώνης αναφέρουν το παραμικρό για τα υποτιθέμενα γεγονότα της Αγίας Λαύρας, ή κάτι σχετικό.
Η Ορκωμοσία των αγωνιστών από το Γερμανό έγινε στην Πάτρα, στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου (βλ. Ιστ. Του Ελλ. Έθνους, εκδοτική Αθηνών, τ. ΙΒ, σελ. 86-7) .
Ο Δ. Κόκκινος τοποθετεί το γεγονός στις 24 Μαρτίου, και το περιγράφει ως εξής:
«Οι εισελθόντες κατηυθύνθησαν προς την πλατείαν του Αγίου Γεωργίου όπου ο Γερμανός έστησε μεγάλον ξύλινον απλούν σταυρόν, και κατʼ άλλους φέροντα την σημαίαν το σώματος του Λόντου. Εκεί έσπευδαν όλοι, εντόπιοι και ξένοι. Ετελέσθη δοξολογία και τρισάγιον και μετά τούτου εδόθη ο όρκος της Επαναστάσεως».
(Πηγή: Δ. Κοκκίνου, Η Ελληνική Επανάστασις, εκδόσεις Μέλισσα, 1956, τ. 1, σελ. 273)
Ας δούμε αναλυτικά τι γράφουν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές στα απομνημονεύματά τους. Διατηρούμε στα δύο κείμενα πιστή την ορθογραφία.
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Άπαντα, Εκδόσεις Μέρμηγκας.

22 Μαρτίου:
Το κίνημά μας έγινε εις τας 22 Μαρτίου, εις την Καλαμάταν. Από τας 6 Ιανουαρίου, έως τας 22 Μαρτίου, επροσπάθησα, ενέργησα εις την Μάνην να ενώσωμεν διάφορα σπίτια μανιάτικα χωρισμένα κατά την συνήθειάν τους, και τους ενώσαμεν, τους αδελφώσαμεν. […] τους έλεγα ότι την ημέρα του Ευαγγελισμού να είναι έτοιμοι, και κάθε επαρχία να κινηθή εναντίων των Τούρκων των τοπικών». [σελ. 277]
23-4 Μαρτίου:
[σελ. 279] Κινώντας εγώ, είχαν μίαν προθυμίαν οι Έλληνες, οπού όλοι με τας ικόνας έκαναν δέησι και ευχαριστήσεις. Μου ήρχετο τότε να κλαύσω … από την προθυμίαν οπού έβλεπα. Ιερείς έκαναν δέησι. Εις τον ποταμόν της Καλαμάτας ανασπασθήκαμε και εκινήσαμε.
Τας 24 τον Μάρτη 1821 εφθάσαμε εις ένα χωριό της Μεσσηνίας, Σκάλα λεγόμενον, που είναι καμιά πενηνταριά οικογένειες.
25 Μαρτίου:
Εκίνησα να έβγω εις το Δερβένι του Λεονταριού δια την παλαιά Αρκαδία. […] [σελ. 280]: Εγώ εις τας 25 οπού εκίνησα από την Σκάλα, βγαίνοντας το Δερβένι του Λεονταριού, απάντησα ένα πεζοδρόμο σταλμένον από τον Βασίλη Μπούτουνα Καριώτη, και μου έγραφε ότι: […][σελ. 281] «… Ο κάμπος της Καρύταινας δεν ηθέλησε να πιάση τα άρματα». Έτσι μʼ έγραφε αυτός. Εγώ δεν έλειψα να κάμω μια προσταγή, και επάτησα τη βούλα μου: «Όποιο χωριό δεν ήθελε να ακολουθήση την φωνήν της Πατρίδος τσεκούρι και φωτιά». Μανθάνοντας ότι εβγήκα εις το Δερβένι, οι εβδομήντα καβαλλαραίοι ευθύς αναχώρησαν δια την Τριπολιτσά. Εγώ επήγα εις ένα χωριό Τετέμπεη, ανάμεσα Λεοντάρι και Καρύταινα.
Συνεχίζουμε με όσα γράφει ο ίδιος ο Παλαιών Πατρών Γερμανός στα απομνημονεύματα του στα οποία αναφέρεται σε τρίτο πρόσωπο, και όταν ακόμα μιλάει για τον εαυτό του.
- Παλαιών Πατρών Γερμανού, Απομνημονεύματα, Εκδόσεις Δρομεύς.
Την θ΄ [9η] λοιπόν Μαρτίου εκίνησαν όλοι ομού εκ των Καλαβρύτων, αψάμενοι της διά Τριπολιτζάν οδού. […] Την δε επιούσαν ημέραν μετέβησαν εις το μοναστήριον της Αγίας Λαύρας. Εκεί συσκεφθέντες απεφάσισαν να μη δώσωσιν αιτίαν τινά, αλλά να μείνωσι παραμερισμένοι, έως ου να ιδώσι τα πράγματα. Και ει [= εάν] μεν η Διοίκησις θελήση να βιάση αυτούς ιδιαιτέρως, και να τους κατατρέξη με οποιονδήποτε τρόπον, να εξέλθωσι της Πελοποννήσου, και να παρατηρήσωσιν τον καιρόν και τας περιστάσεις, διά να μη βάλουν εις κίνδυνον τους λοιπούς Ομογενείς παρακαίρως. Ειδέ και καθολικεύσει το πράγμα η Διοίκησις, και μεταχειρισθή τα όπλα και την βίαν γενικώς εναντίον των ομογενών, τότε εξ ανάγκης να λάβωσι και αυτοί τα όπλα, και να κινήσωσι και τους λοιπούς ομογενείς εις υπεράσπισιν εαυτών. [σελ.27-8]Όθεν μερισθέντες ανεχώρησαν εκ της Λαύρας, ο μεν Π.Π. [Γερμανός], ο Κερκίνης και Ανδρέας Ζαήμης διά τα Νεζερά. [σελ.28]Ωσαύτως και οι εν Πάτραις Τούρκοι, μαθόντες τα τοιαύτα, έμβασαν ευθύς τας φαμιλίας των εις το Κάστρον. Είτα τη κα΄ (21η) Μαρτίου εξήλθον ένοπλοι εις την αγοράν της πόλεως […] ότε τινές των Ελλήνων οπλισθέντες εξήλθον εις τους δρόμους, οι δε Τούρκοι ευθύς εκλείσθησαν εις το Κάστρον.Βλέποντες δε οι Πατραίοι Έλληνες, ότι πλέον δεν επιδέχεται θεραπείαν το πράγμα, τας μεν φαμιλίας των εύγαλον έξω της πόλεως, έγραψαν δε εις τα Νεζερά προς τον Π.Π., ο, τε Νικόλαος Λόντος, ο Ιωάννης Παπαδ. και άλλοι τινές, να προφθάση εις βοήθειαν, ότι κινδυνεύει όλη η πόλις. Όθεν αμέσως ο Π.Π. και ο Ανδρέας Ζαήμης έγραψαν προς τους Καπιταναίους Κουμανιώτας να τρέξουν, με όσους ανθρώπους έχουν. Την δε επιούσαν ημέραν εκίνησαν και αυτοί, έχοντας περίπου πεντακοσίους στρατιώτας, και εμβήκαν εις τας Πάτρας. […] Και, επειδή πλέον η σκηνή ηνεώχθη, έγραψαν ευθύς οι Αρχηγοί της των Πατρών πολιορκίας αποστείλαντες και ανθρώπους εις τον Πετρόμπεϊν, εις τους Δελιγιανναίους, εις την Γαστούνην και εις άλλα μέρη της Πελοποννήσου, δίδοντες την είδησιν των συμβεβηκότων, και παρακινούντες τους να μην αναβάλουν τον καιρόν, ότι πλέον άλλη θεραπείαν δεν είναι. Ότε πρώτοι οι Μανιάται μετά του Πετρόμπεη εμβήκαν εις την Καλαμάταν, και ηχμαλώτισαν τον εκεί Βοεβόδαν Αρναούτογλουν και άλλους τινάς Τούρκους ευρεθέντας εκεί. Εις δε τα Καλάβρυτα επολιόρκησαν εις τους πύργους τους εκεί Τούρκους, οίτινες μετά ολίγων ημερών ανθίστασιν παρεδόθησαν με συνθήκες. Εις δε την Καρύταιναν μετέβη ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης εκ της Μάνης, και ενωθείς μετά των Δελιγιανναίων έλαβον τα όπλα. Ομοίως και εις την Γαστούνην και εις άλλας επαρχίας διεδόθη το πνεύμα της Επαναστάσεως, και οπλίζοντο οι Έλληνες. [σελ. 29-31]
Τα παραπάνω κείμενα θεωρώ πως μιλάνε από μόνα τους και δεν χρειάζονται υπεράσπιση ή εξήγηση. Αρκούν για να καταρρίψουν το μύθο περί της Αγίας Λαύρας. Για εκείνους τέλος που ισχυρίζονται ότι οι Έλληνες είχαν συναίσθηση του έθνους σ’ όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, και πως δεν περίμεναν τα κηρύγματα της Γαλλικής Επανάστασης για να αποκτήσουν ελληνική εθνική συνείδηση ο Κολοκοτρώνης σημειώνει: «Η γαλλική επανάστασις και ο Ναπολέων έκαμε, κατά την γνώμη μου, να ανοίξουν τα μάτια του κόσμου. Πρωτήτερα τα έθνη δεν εγνωρίζοντο, τους βασιλείς τους ενόμιζον ως θεούς της γης, και ό,τι κι αν έκαμναν, το έλεγαν καλά καμωμένο. […] Η κοινωνία των ανθρώπων ήτον μικρή, δεν είναι παρά η επανάστασίς μας που εσχέτισε όλους τους Έλληνας. Ευρίσκοντο άνθρωποι οπού δεν εγνώριζαν άλλο χωριό μακριά μίαν ώρα από το εδικό τους. Την Ζάκυνθον την ενόμιζαν ως νομίζομεν τώρα το μακρύτερο μέρος του κόσμου. [σελ. 275-6]
Λοιπόν δεν μπορεί να μην ξαναπούμε το ρηθέν παρά του Εθνικού μας ποιητή Διονυσίου Σολωμού «Το Έθνος πρέπει να θεωρεί Εθνικόν ό,τι είναι και αληθές»!…

Λεωνίδας Γ. Μαργαρίτης
Δικηγόρος
Πρόεδρος της Εταιρείας Λογοτεχνών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου