ΒΟΥΛΔΗ ΓΙΑΝΝΗ : Η έλξη του πατριώτη…

Σε βάθος χρόνου η αφετηρία του. Αντίκρισε τον ήλιο να ανατέλλει από την κορυφή της οροσειράς, που δέσποζε της απλωσιάς της μεγαλούπολης και των προαστίων της. Θα τον συναντήσεις στα μέσα, περίπου, του λήξαντος αιώνα, στα πρώτα βήματα ένταξής του στην οργανωμένη κοινωνία. «Είναι η τρελή ροδιά, που ξεφωνίζει την καινούρια ελπίδα», κατά τον Οδ. Ελύτη. Να ήταν όμως τόσο εύκολη και στην εξέλιξή της! Γιατί ο πεσιμιστής, (αν τον προτιμάτε και ανυστερόβουλο σκεπτικιστή), Κ. Καρυωτάκης θα σημειώσει, με «προφητική» προδιάθεση: «ούτε κανείς πια ξέρει αν πάλι θ’ ανατείλουν τα παιδικά σου μάτια»! από την έναρξη του δράματος της εισβολής των ναζιστικών ορδών, ο ανυποψίαστος φιλομαθείς έφηβος των μαθητικών θρανίων, στάθηκε εμβρόντητος μπροστά στις εγκληματικές και απάνθρωπες πράξεις, των επαγγελλομένων «Νέα Τάξη»…
Οι άστατες περίοδοι της εχθρικής κατοχής, υπαγόρευαν, στις μαριονέτες, των κατ’ ευφημισμό ενδοκρατικών κρατούντων, βούληση διακοπών λειτουργίας όλων των βαθμίδων της Παιδείας. Σ’ αυτών των γελοιοτήτων τα καμώματα ο νεαρός ακολούθησε την διέξοδο της κοχλάζουσας πατριωτικής του συνείδησης. Εντάχθηκε, ολόθερμα, στις συγκροτημένες ομάδες των ενόπλων του βουνού, που μάχονταν με αυτοθυσία, παρά την δεδομένη ανισότητα δυνάμεων και πολεμικού εξοπλισμού. Ο παροπλισμός του μαχητή εγένετο με την ενεργοποίηση κάποιας μορφής «συμφωνιών»! Στις πέτρινες εκείνες εποχές, ο ενθουσιασμός του γενναίου διατηρήθηκε στον «εφτασφράγιστο» εαυτό του…
Η αναζήτηση του θερμόαιμου επαρχιώτη- παλικαριού, είναι μάταιη. Τον είχε καταπιεί, και τούτον, η χοάνη της «ανωνυμίας», στης Παλλάδας Αθηνάς την καταφυγή. Η μάθηση και ο μόχθος ταύτισαν την μετέπειτα πορεία του. Από περιποιητής του απόκεντρου καφενέ, «αναβαθμίστηκε», στου ξενοδοχειακού συγκροτήματος, το υπηρετικό προσωπικό, που εξασφάλιζε τροφή και ύπνο, στον ομαδικό θάλαμο του υπογείου. Αχθοφόρος, στις βαλίτσες των πελατών, βοηθός στης καθαρίστριας την αποστολή και το βράδυ σχολείο. Αναπλήρωνε τα κενά, που του κατέλειψαν οι «υπουργοί» της θύελλας των διορισμένων των κατακτητών. Οι επιδόσεις του τον αξίωσαν στην απόκτηση φοιτητικής ταυτότητας, όταν πια καταλάγιασε και η αντάρα των εσωτερικών «παραλογισμών»! Μην ψάξετε, σε αυτό το μεταπολεμικό στάδιο, να πετύχετε ατόφια αλήθεια.
Αφήσατε την ευθύνη, εξολοκλήρου, στων ιστορικών τις αντικειμενικές έρευνες. Ο πολεμιστής στους βράχους και στου αστικού κέντρου τα σοκάκια, αναπτύσσει πλέον το αισθητικό του βάδισμα. Στη θητεία του στον ξενώνα, κυρίως αλλοδαπών, επικοινώνησε με πολλούς αξιωματούχους Ευρωπαίους και μη. Εκείνος, που έμπρακτα ενδιαφέρθηκε για το φτωχό παιδί της ελληνικής υπαίθρου, προερχόταν από την μακρινή Αυστραλία. Άκουσε, με προσοχή έκδηλη, τα βασανιστικά ιστορήματα του νέου και σημείωσε την κάψα του να ταξιδέψει εκείθεν των άπατων θαλασσών.
Στο μεταξύ ο σπουδαστής είχε δημιουργήσει φιλικές σχέσεις με την καμαριέρα- χαριτωμένο βλαστάρι της περιοχής. Στο συνάδελφό της εμπιστεύτηκε τα όνειρά της, ν’ ανέβει τα σκαλοπάτια του Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, που φοιτούσε και αυτός. Τονώθηκε η προσδοκία της, όχι μόνο και με τις ανάλογες θετικές απόψεις του. Έγινε, κάπως και δάσκαλός της, για να δρέψει το γεγονός της επιτυχίας της. Οι δρόμοι τους κοινοί. Οι συναντήσεις τους επύκνωσαν σε βαθμό τρυφερού ειδυλλίου. Και στο «σκάμμα»αμοιβαίας εκδήλωσης αγάπης, φάνηκε στον ορίζοντά τους το εγχείρημα του διπλωμάτη της Ωκεανίας…
Η ανεπίσημη μνηστή δεν αντέδρασε. Προ της επιβίβασής του στο υπερωκεάνιο, έδωσαν όρκο αγάπης. και τον τήρησαν στο ακέραιο. Η κοπέλα, με την περγαμηνή πανεπιστημίου στις αποσκευές της, έσπευσε για τη Μελβούρνη. Την ανέμενε, στον αερολιμένα, ο καλός της, που και το πτυχίο του είχε πάρει εκεί και ικανοποιητική θέση κατείχε. Ύστερα από πενήντα, σχεδόν, χρόνια, πραγματοποίησαν το ταξίδι τους, στην πατρώα γη, με συνοδό και την θυγατέρα τους. ΄Ένα δίμηνο παραμονής τους το καλοκαίρι, επήρκεσε στον ώριμο καρπό του ερωτά τους, όχι μόνο τον γονικό τόπο να γνωρίσει. Την θέλγει ιδιαίτερα ο μακρινός συγγενής της. Και απερίφραστα χάραξε κάθετα την γραμμή πλεύσης του μέλλοντός της: «Εγώ δεν επιστρέφω στην χώρα των καγκουρό. Θα νυμφευθώ τον ξάδερφο», τόνισε με ιδιωματισμό της προφοράς στην γλώσσα των προγόνων της. Και οι γονείς; Πειθαναγκάστηκαν σε συγκατάβαση….


Η σωφροσύνη του λευίτη…


Δεν έμεινε αδιάφορος στα κοινωνικά δρώμενα. Και αρνείτο να συμβιβαστεί με πράξεις της καθημερινότητας, που συχνά υπερβαίνουν τα όρια της λογικής και προσεγγίζουν τον μύθο. Όμως και αυτά κατακλύζουν τα πολυσέλιδα έντυπα και γεμίζουν τα παράθυρα του εικονοπίνακα την τηλεοπτική οθόνη. Τις πολύχρωμες παραστάσεις επιχειρούν, συχνά, να υπερκεράσουν , με ανεπιφύλακτες τολμηρότητες φραστικές και μερικοί ραδιοφωνικοί πομποί. Αν ήσαν μόνο οι παραδοξότητες, που εκτοξεύονται στους αναγνώστες, καρφώνουν την οπτική γωνία θεατών, εισέρχονται απρόσκλητες και ταράσσουν την ευαισθησία των ακουστικών τυμπάνων, τότε η αντιμετώπισή τους θα καθίστατο εφικτή. Αλλά με τι τρόπο να αντικρούσεις συμβάντων περιγραφές, που παρακάμπτουν τη νηφαλιότητα και βυθίζουν στο τέλμα την ηθική τάξη; Αιμομιξίες φοβερές, με δράστη τον πατέρα, θύματα θυγατέρες- και όχι μόνο- με παραμέτρους τόσο θλιβερές, που ωχριούν σ’ αντιπαράθεσή τους, αρχαίες τραγωδίες.
Είναι και άλλα, που σχετίζονται άμεσα με την βιοπάλη. Ακρίβεια των ειδών εστίασης και ευρύτερα κάθε μέσου αναγκαίου για την ζωή. Νοθείες τροφίμων, παγκόσμιας εμβέλειας, σκαμπανεβάσματα τιμών, που εξομοιούνται με κυματισμούς φουρτουνιασμένης θάλασσας. Και έλα εσύ, δύσμοιρε εργαζόμενε της φάμπρικας και του γραφείου, να συγκρατήσεις τον δείκτη της υπέρτασης σε φυσιολογικά επίπεδα! Όπως, άλλωστε, καλούνται να ορθοποδήσουν, σε ανάλογη βαθμίδα παραγωγικότητας, μικροαστοί και καλλιεργητές της μάνας γης. Ένα σύνολο ελλόγων, που παραπαίουν, κινούμενοι σε τεντωμένο σκοινί, με αγωνία ακροβάτη ν’ αποφύγει την κατακρήμνιση σε βάραθρο ανυπαρξίας!
Από τούτη την άποψη, μερικής επιστασίας, παρακολουθεί τον βεργολυγίζοντα ιστό της παγκοσμιότητας και στην ηλικία της παρακμής του, ο παροπλισμένος αγωνιστής και επιζητεί, έστω και ολιγόωρη, δραπέτευση των σκέψεών του, οι οποίες βαραίνουν αφάνταστα τους ώμους του και πλακώνουν την καρδιά του. Έρημος και μόνος στην αθηναϊκή απεραντοσύνη, της μυρμηγκοφωλιάς βολεμένων και των αστέγων- οι πρώτοι χάρη στον καιροσκοπισμό τους και οι δεύτεροι στης ειμαρμένης την αποστροφή(;)- ανέμενε τη γλίσχρα αποζημίωση της επαγγελματικής του αποστρατείας για να επιστρέψει στον τόπο του. Επανασυνδέθηκε, εκεί στην μικροπολιτεία, με φίλους της μαθητικής εποχής και αναπόλησε μαζί τους την ονειροπλασία των προσδοκιών τους, στην διάρκεια αναμονής διέλευσης των αρσακειάδων!
Στου εσπερινού το γέρμα αποσύρονταν, στο γραφικό ταβερνάκι με τους εντοιχισμένους ήρωες του θιάσου σκιών, που θωρούσαν τους γερο-πελάτες με το χλευαστικό χαμόγελο του πρωταγωνιστή τους καραγκιόζη! Αν μιλούσαν οι φιγούρες του κάπελα, θα κατέθεταν την δυσάρεστη εντύπωσή τους για το κατάντημα των επισκεπτών με την καμπουριασμένη ράχη. Και να σκεφθεί κανείς, πως τούτοι, στη νεότητά τους, πολέμησαν γενναία για την απελευθέρωση της Πατρίδας, από τις Χιτλερικές ορδές…
Μετά της Πασχαλινής καιρικής αστάθειας το διάβα και το γέμισμα της Άνοιξης, στου Μάη τα μέσα, ο…πρωτευουσάνος έλαβε την τηλεφωνική πρόσκληση από τον ορεινό οικισμό. Τον καλούσε, ο εξάδελφος, να τον τιμήσει, με την παρουσία του, στη γιορτή του, που τελετουργείτο στο εξωκλήσι, το αφιερωμένο στους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη. Γνώριζε ο συγγενής της πόλης, ότι μετά την λειτουργία επακολουθούσε πανηγύρι με φαγοπότι, τραγούδια και Μοραΐτικο λεβέντικο χορό. Στην αποδοχή του καλέσματος συνέβαλε αποφασιστικά και η θετική πρόβλεψη της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας (της γνωστής μας ΕΜΥ, με τις τελευταίες «μαντικές» της επιτυχίες). Και κει, «στων αμνών τις ψησταριές», ο φιλοξενούμενος επληροφορήθηκε το γεγονός, που αφηγήθηκε, με την επάνοδό του, στη φιλική του συντροφιά. Ας τον ακούσουμε:
Προ μερικών ετών και ενώ ο εξάδελφός του είχε στρατευθεί, άλλος νοικοκύρης εξυπηρετούσε τις οικογενειακές γαστριμαργικές του απαιτήσεις, με ένα ερίφιο, κάθε φορά, που αφαιρούσε από του στρατιώτη το κοπάδι – ενώ διέθετε και ο ίδιος αιγοπρόβατα. Με μια επιστολή της συζύγου του ενημερώθηκε σχετικά ο ένστολος φρουρός των συνόρων μας. Με την άδεια του λοχαγού του κατέφθασε την παραμονή της ετήσιας γιορτή του. Νεαρός του κύκλου του προσφέρθηκε σε βοήθεια, για να πάρει πίσω το … «αίμα» των προβάτων του! Και «αμ’ έπος αμ’ έργον»! τη νύκτα αποκεφαλίστηκαν δέκα αρνάκια, από τη στάνη του ζωοκλέφτη- που κρεμάστηκαν σε τσιγκέλι, στην είσοδο του ποιμνιοστασίου του…Απειλήθηκε, την επομένη, με φονικό, η πράξη! Ευτυχώς η συμφιλιωτική μεσολάβηση του γηραιού λευίτη, καταπράυνε τα οξυμένα πνεύματα και με την προσθήκη της νέας «φουρνιάς», οβελία, το γλέντι παρατάθηκε, φιλικά πλέον, επί τριήμερο . Έκτοτε η γιορτή διατηρείται ισάριθμα ημερόνυχτα… η σωφροσύνη του κληρικού επανέφερε την φρόνηση στους ομοχωρίους του, που απόλαυσε, εφέτος, και ο αθηναίος, απαλλαγμένος, έστω και προσωρινά, από την βασανιστική έγνοια της αβεβαιότητας…

Γιάννης Απ. Βουλδής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου